ΟΙ
ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤAI ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥΣ ΟΙ
ΛΑΡΙΣΑΙΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ
Η
ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ
ΕΝΑΝΤΙ
ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥ
ΙΕΡΑΤΕΙΟΥ
ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
«Επίσκοπον
χειροτονείσθαι τον εν πάσιν άμεμπτον, υπό παντός του λαού εκλελεγμένον, του
οποίου ονομασθέντος και αρέσαντος συνελθών ο λαός άμα τω πρεσβυτερίω, και τοις
παρούσιν επισκόποις εν ημέρα Κυριακή, ο πρόκριτος των λοιπών ερωτάτο το
πρεσβυτέριον και τον λαόν, ει αυτός εστίν, όν αιτούνται άρχοντα .... Χειροτονία
λαθραίως μη γινέσθω .... Φρουρός της Ορθοδόξου πίστεως είναι ο πιστός λαός του
Θεού .... Οι γαρ δι’ αίρεσίν τινα εαυτούς της προς τον καλούμενον επίσκοπον
κοινωνίας αποτειχίζοντες της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται».
(Απ. Δ/γαί, κεφ. Η΄ IV 1-24. ΒΕΠΕΣ τόμ. 2ος σελ.142-143 – Καν. 7ος Θεοφ.
Αλ/νδρείας- Πράξ. 1,13-22 & 5,17. Απόφαση πέντε Πατριαρχών, Καν. 15ος Α/Β)
Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίζονται, ότι
οι μοναδικοί υπεύθυνοι, έναντι της ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ Πίστεώς μας και της εκλογής του
Ιερατείου της Εκκλησίας μας, είναι οι Πατριάρχες, οι Αρχιεπίσκοποι, και οι
Επίσκοποι της Εκκλησίας Εκείνου, του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χριστού, «ήν περιεποιήσατο δια του αίματος του ιδίου»
(Πράξ. 20,28).
Τούτο όμως, δεν είναι αληθές, γιατί η
εκλογή των Επισκόπων, Πρεσβυτέρων και Διακόνων, ανήκει κατά πρώτον λόγον στους
πιστούς. Οι Ταγοί της Εκκλησίας Εκείνου αναλαμβάνουν τα ανάλογα εκκλησιαστικά
Διακονήματα ήτοι: Της σωστής μαθητείας και διδασκαλίας της παραληφθείσας
ουράνιας διδασκαλίας Εκείνου και το να Βαπτίζουν και αγιάζουν όλους αυτούς που
πιστεύουν, «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα
τα έθνη, διδάσκοντες αυτούς πάντα τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν ... και ο
πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται» (Ματθ. 28,16-20 - Μαρκ. 16,16). Οι
πιστοί παρακολουθούν, αδιαλείπτως τη λειτουργία των εκκλησιαστικών Διακονημάτων
από το Ιερατείο που έχουν αποδεxτεί,
και προστατεύουν, αν παραστεί ανάγκη, την ορθότητα της διδασκαλίας, της
μαθητείας, και την εν γένει ζωή και πολιτεία του.
Αυτός ο πιστός λαός του Θεού που ελέγχει
και κρίνει τους Ταγούς της Εκκλησίας Εκείνου, σημαίνει ότι έχει μεγάλες ευθύνες
έναντι της εκλογής και της εν γένει βιωτής και πολιτείας των Ταγών Της, ως προς
την Ορθόδοξη πίστη. Αυτής ακριβώς της πίστης που μας έχει παραδοθεί από τους Αγίους
Αποστόλους και τους διαδόχους των, και που την περιχαράκωσαν, οι Άγιοι Θεοφόροι
Πατέρες μας, με Οικουμενικές Συνόδους, και απαραχάρακτους Θείους και Ιερούς
Κανόνες.
Συνεπώς, «φύλακας της ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ πίστεώς μας είναι ο πιστός λαός του Θεού,
(Απόφαση των Πατριαρχών), και όχι οι προαναφερθέντες Ταγοί της Εκκλησίας,
των οποίων απώτερος σκοπός είναι, το να Διακονούν, την Εκκλησία Εκείνου, αλλά
να ελέγχονται, ανελλιπώς, προς τούτο από τον πιστό λαό του Θεού, στο «αν η
Διακονία τους αυτή είναι η σωστή», ότε και, ανάλογα, είτε παραμένουν στην
Εκκλησία με το «ΑΞΙΟΣ» είτε αν δεν εμφορούνται από ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΦΡΟΝΗΜΑ εκβάλλονται
δια του «ΑΝΑΞΙΟΣ» του πιστού λαού.
Αυτός ο πιστός λαός του Θεού, λοιπόν,
εκλέγει αυτούς τους Ταγούς της Εκκλησίας μας, αλλά για να εκλεγεί κάποιος
Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος, ή Διάκονος, θα πρέπει να ερευνηθεί, από τον πιστό λαό
του Θεού: Η εντοπιότητά του, και η οικογένειά του. Η εν γένει ζωή και πολιτεία
του, που θα εδράζεται: Στη σωστή πίστη. Στην «έξωθεν καλήν μαρτυρίαν», στην τελεία γνώση και σωστή ερμηνεία και
εφαρμογή, της Γραφής και Ιεράς Παραδόσεως, στις διατάξεις των θείων και Ιερών
Κανόνων, στη γνώση του Ψαλτήρα, και βεβαίως στην ηλικία, (μετά τα 50 και 30 έτη
αντίστοιχα εκτός ειδικής εξαιρέσεως), ώστε τελικά αυτός που θα εκλεγεί από την «Ψήφω του λαού παντός, ... πάσης
επιψηφιζομένης της πόλεως ... ψηφίσματι κοινώ πάντων κλήρου και λαού ...
μαρτυρία πάντων σχεδόν των κληρικών, του συλλόγου των παλαιών Ιερέων και κρίση
πάντων των αγαθών ανδρών», και δη ο Επίσκοπος, να είναι διδάσκαλος σε όλα.
Ο πιστός λαός του Θεού εκλέγει τους Ταγούς
της Εκκλησίας Εκείνου, όπως ακριβώς έγιναν οι εκλογές και χειροτονίες των: Μεγ.
Αθανασίου, Νεκταρίου, ιερού Χρυσοστόμου, Ευσταθίου Αντιοχείας, Σισινίου,
Ταρασίου, Γερμανού, και πολλών άλλων, ως τούτο μαρτυρείται από τα λυόμενα, του
Αγ. Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, και της Εκκλησιαστικής ιστορίας των: Θεοδωρήτου
και Σωκράτους. (ΘΗΕ. τόμ. 7ος σελ. 679-686).
Προς τούτο αναφέρονται και περιπτώσεις, που
επαληθεύουν του λόγου το αληθές, όπου Μητροπολίτες που εξελέγησαν εν αγνοία του
πιστού λαού, δεν έγιναν αποδεκτοί από τους πιστούς των Επισκοπικών Επαρχιών,
και αντ’ αυτών εξελέγησαν άλλοι με τη συμμετοχή στην εκλογή και του πιστού
λαού. Ενδεικτική είναι η περίπτωση, που ο Πατριάρχης Σισίνιος εξέλεξε και χειροτόνησε
τον Πρόκλον ως διάδοχον του Κυζίκου, χωρίς και τη γνώμη του εκεί πιστού λαού,
και ο λαός δεν τον δέχτηκε, οπότε αναγκάστηκε ο Πατριάρχης, να χειροτονήσει
αντ’ αυτού τον προταθέντα από τον πιστό λαό της Κηζίκου, τον Δαλμάτιον, ο δε
Πρόκλος: «... δια τούτο έμενεν οικείας
μεν εκκλησίας μη προεστώς, εν δε ταις εκκλησίαις Κωνσταντινουπόλεως κατά τας
διδασκαλίας ανθών», (ΘΗΕ. ένθ’ αν.). Κάτι
ανάλογο συμβαίνει, χρόνια τώρα, στη Μητρόπολη Λάρισας, για την τοποθέτηση εκεί
Επισκόπου εν αγνοία τους και οι εκεί αγωνιζόμενοι πιστοί για την εφαρμογή της
Κανονικής τάξης και πράξης ταλαιπωρούνται παντοιότροπα, από τον εκεί λαθραίως
επιβάντα Επίσκοπο (Κανών Ζ΄ Θεοφίλου Αλεξανδρείας).
Εκ των όσων, ακροθιγώς πως, εξετέθησαν
αποδεικνύεται, περίτρανα, πόσο ισχυρή είναι η ψήφος του πιστού λαού του Θεού
στην εκλογή του Επισκόπου, και γενικά, του Τιμίου Πρεσβυτερείου και της εν
Χριστώ Διακονίας, μάλιστα δε είναι τόσο ισχυρή η γνώμη του πιστού λαού, ώστε να
δύναται να εκλέξει Επίσκοπο, και αμύητο ακόμη στην Χριστιανική πίστη, όπως
τούτο συνέβη με την εκλογή του Αμβροσίου Μεδιολάνων. (ΘΗΕ. ένθ’ αν.).
Λοιπόν, αυτός ο πιστός λαός του Θεού θα
είναι ο άμεσα υπεύθυνος και υπόλογος,
«την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή» (Πράξ. 2,20), έναντι της
καθαρότητας της ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ Πίστεως της Μιάς, Αγίας, Καθολικής, και Αποστολικής
Εκκλησίας μας, και της εκλογής του Ιερατείου Της, και θα δώσει λόγο, στο αν και
κατά πόσον εκτέλεσε πιστά και στο ακέραιον τις υψηλές αυτές υποχρεώσεις του
έναντι της Ορθοδόξου πίστεως και
της καθαρότητος του Ιερατείου, γιατί αυτός ο πιστός λαός «είναι ο μόνος φρουρός της Ορθοδόξου Πίστεώς μας».
Ο Επίσκοπος λοιπόν, γίνεται δεκτός στην
Επισκοπή ΜΟΝΟΝ με την αποδοχή (ΑΞΙΟΣ) των πιστών, τόσον στην εκλογή του, όσον
και στη χειροτονία του, (το ίδιο συμβαίνει και για τον Πρεσβύτερο της Ενορίας
και Διάκονο), και εκβάλλεται της Επισκοπής δια του ΑΝΑΞΙΟΣ, ή και διαγράφεται
ακόμη του καταλόγου των Χριστιανών μετά δικαίας και εννόμου δίκης και
αποφάσεως, (Καν. 1ος Κυριλ. Αλ/νδρείας - Καν. 1ος & 2ος της Α΄ Οικ.
Συνόδου).
ΔΗΛΑΔΗ, ο Επίσκοπος, ο Πρεσβύτερος και ο
Διάκονος, εκλέγονται με την συγκατάθεση του πιστού λαού του Θεού, και με τη
χειροτονία τους λαμβάνουν τα ανάλογα Εκκλησιαστικά Διακονήματα, και
εγκαθίστανται στις θέσεις τους με την αποδοχή, (ΑΞΙΟΣ), του κυρίαρχου πιστού
λαού του Θεού, και ανάλογα με την συμπεριφορά τους εντός της Εκκλησίας, έναντι
της Ορθοδόξου Πίστεως και της Κανονικής Τάξεως, είτε, ως ΑΞΙΟΙ, παραμένουν,
είτε ως ΑΝΑΞΙΟΙ αποβάλλονται.
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Αν ο πιστός λαός του Θεού αδιαφορεί και δεν απαιτεί να εφαρμοστεί αυτή η
περιχαρακωμένη Κανονική Τάξη, σχετικά με την εκλογή και χειροτονία του
Επισκόπου, του Πρεσβυτέρου και του Διακόνου, και εισέρχονται «εις την αυλήν των προβάτων ουχί δια της
θύρας, αλλά αναβαίνοντες αλλαχόθεν, κλέπτες και ληστές ... άνθρωποι πονηροί και
γόητες προκόπτοντες επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι», (Ιωάν. 10,1-5 –
Β΄ Τμοθ. 3,13), τότε δεν φταίνε όλοι αυτοί που αναξίως εισέρχονται
ανενόχλητοι στην Εκκλησία Εκείνου, αλλά αυτός ο κυρίαρχος πιστός λαός του Θεού
που έχει απεμπολήσει τα κυριαρχικά του δικαιώματα που του έχουν παραχωρηθεί,
και εξ αιτίας της αδιαφορίας του αυτής γίνεται αίτιος να «βλασφημείται το όνομα
του Θεού εν τοις έθνεσι» (Ρωμ. 2,24).
Οι πιστοί, έχουν διαπιστώσει, και διαπιστώνουν
σχεδόν καθημερινά, την παραχάραξη της Ορθοδόξου πίστεως μας και την πτώση του
Ιερατείου της Εκκλησίας μας, αλλά δικαιολογούνται, ότι δήθεν το κακό αυτό είναι
οργανωμένο και δεν είναι δυνατόν να καταπολεμηθεί, και θεωρεί ότι αν κάνει
χρήση των κυριαρχικών του δικαιωμάτων, θα προκαλέσει βλάβη στην Εκκλησία και
σκανδαλισμό.
Όμως, ΟΧΙ, δεν έχουν δίκιο οι πιστοί, να
προβάλλουν αυτή τη δικαιολογία, γιατί δεν είναι ποτέ δυνατόν να είναι
αναποτελεσματικά τα δικαιώματα που τους παραχωρούνται από τη Γραφή και τους
Θείους και Ιερούς Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Χρειάζεται όμως προς
τούτο αγώνας, και μάλιστα συστηματικός, ώστε να επιτύχουν τελικά σε αυτά τα
πανίσχυρα εκκλησιαστικά δικαιώματά τους.
Ή το γεγονός ότι τυχόν ταύτιση της έννοιας του λεγόμενου εγκεφαλικού θανάτου με τον ανθρώπινο βιολογικό θάνατο τυγχάνει προβληματική και επιστημονικώς ανεπέρειστη εφόσον ελλείπει, ως ουσιώδης όρος για την επιστημονική καθιέρωση της διαληφθείσης ταυτίσεως, το επιστημονικό consensus, καθώς, άλλωστε, διαλαμβάνει η σχετική, άφθονη, εν προκειμένω, βιβλιογραφία; Εφ όσον έγκριτα μέλη της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις αναφορικά με την ως άνω ταύτιση και εφ όσον η αποκομισθείσα, άχρι τούδε, κλινική εμπειρία διαψεύδει παταγωδώς την επιχειρούμενη συνταύτιση, εξ αντικειμένου δημιουργείται μείζον ηθικό και πνευματικό ζήτημα, που αναποδράστως άπτεται της χριστιανικής ηθικής και εσχατολογίας με κατάδηλες σωτηριολογικές συνέπειες.
Εκεί θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να εστιάσουν οι αρχιερείς, οι συγκροτούντες τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, την προβληματική τους κι όχι τόσο στο θέμα της υπάρξεως ή όχι και της οικογενειακής συναινέσεως. Ο πιστός λαός ανέμενε απ τους ποιμένες του μεγαλύτερη υπευθυνότητα αναφορικά με την ηθική διάσταση του ακανθώδους ζητήματος των μεταμοσχεύσεων και ειδικά με το ζήτημα του εγκεφαλικού θανάτου που αποτελεί τον πυρήνα και την "πέτρα του σκανδάλου" στο συγκεκριμένο θέμα. Δυστυχώς, οι προσωπικές απόψεις κάποιων μελών της συνοδικής επιτροπής βιοηθικής, κατά τρόπο ήκιστα δημοκρατικό, περιβλήθηκαν εν τέλει το μανδύα του καθολοκού εκκλησιαστικού κύρους, πράγμα που οπωσδήποτε, και ευτυχώς, δε συμβαίνει! Το κύρος όμως των συνοδικών μελών έχει διακυβευθεί εξ ιδίας των υπαιτιότητος!
.
Το αίσχος αυτό το υπογράφουν οι Μητροπολίτες - μέλη της ΔΙΣ, δεν το υπογράφει όμως ένας Μητροπολίτης μη μέλος της ΔΙΣ, που είναι ο ηθικός αυτουργός του εγκλήματος αυτού: Ο Μεσογαίας Νικόλαος. Αλλά και αυτοί που το υπογράφουν καταλαβαίνουν τι τους γίνεται; Είναι όλοι εις τύπον και τόπον Χριστούν και επευλογούν μια δολοφονία; Δηλ. ο Χριστός ευλογεί δολοφονίες;
Μεταφέρουμε απόσπασμα της διαμαρτυρίας μας, για το έγκλημα αυτό, που δημοσιεύτηκε πριν 5 χρόνια στον Ο.Τ. σε 4 συνέχειες τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2008:
".......... Αλλά είναι εύλογο το ερώτημα, ποια θέση παίρνει η Εκκλησία; Η Εκκλησία, ως το σώμα του Χριστού, έχει αποφανθεί στα θέματα της ζωής και του θανάτου, ακολουθώντας τις κατευθύνσεις που δίδουν τα αγιογραφικά και αγιοπατερικά κείμενα και έχουν αμετάκλητα αποτυπωθεί στις Οικουμενικές της Συνόδους. Όταν λοιπόν η Εκκλησία θεωρεί τον άνθρωπο ως έχοντα σώμα και ψυχή από της συλλήψεως –καίτοι απουσιάζουν αρχικά όλα τα όργανα του σώματος, ακόμη και τα βασικά, όπως η καρδιά και ο εγκέφαλος- και θεωρεί την άμβλωση ενός εμβρύου, χωρίς όργανα, ως φόνο, πόσο μάλλον δεν θα θεωρεί ως φόνο την αφαίρεση της ζωής ενός τέλειου οργανισμού, που είχε την ατυχία να υποστεί ο εγκέφαλός του βλάβη, ενώ τα υπόλοιπα όργανα του σώματός του λειτουργούν κανονικά, έστω και υποστηριζόμενα με τεχνητό τρόπο; Ποιος δίνει λοιπόν και σε ποιόν το δικαίωμα να αποφασίσει πότε θα επέμβει στη συντόμευση της ζωής ενός ασθενούς, στην πορεία του προς το τέλος και έτσι να διαταράξει το έργο του Θεού;
Δυστυχώς όμως η Ελλαδική Εκκλησία δεν φαίνεται να ακολουθεί το δρόμο αυτό. Εστερνίσθηκε το πόρισμα της Επιτροπής Βιοϊατρικής και Ηθικής Δεοντολογίας, που προτάσσει την αγάπη, αντί της αλήθειας. Έτσι θεωρεί πολυτιμότερη τη ζωή του λήπτη, που μπορεί να ζήσει, από τη ζωή του δότη, «που αμετάκλητα αναχωρεί». Αλλά πως μπορεί να επέμβει κανείς στο «αμετάκλητο»; Αυτή η επέμβαση δεν είναι έργο του Θεού; Ο Θεός δεν μπορεί να παρέμβει και στο δικό μας «αμετάκλητο»; Πως λοιπόν θέτουμε τη δική μας απόφαση περί παράτασης ή μη της ζωής ενός δότη, πάνω από την απόφαση του ίδιου του Θεού; Ως δικαιολογία, για την απόφαση αυτή της Επιτροπής, παρουσιάζεται χωρίο από τον Ιωάννη, το οποίον αναφέρεται αποκλειστικά και μόνον στο Χριστό και σε κανέναν άλλον: «δια τούτο ο πατήρ με αγαπά, ότι εγώ τίθημι την ψυχήν μου, ίνα πάλιν λάβω αυτήν» (10. 17). Δηλ. «Γι’ αυτό ο Πατέρας με αγαπάει, γιατί εγώ θυσιάζω τη ζωή μου, ώστε να την ξαναπάρω». Τι θέλει να ειπεί ο Χριστός εδώ; Ότι ο Πατέρας του τον αγαπάει, γιατί προσφέρει τη ζωή του για τη σωτηρίου του λαού, αν και ξέρει ότι θα την ξαναπάρει πίσω με την Ανάστασή του. Αυτός ο ίδιος προσφέρει τη ζωή του, έχοντας πλήρη εξουσία να κάνει αυτό που επιλέγει, η δε επιλογή του δεν είναι ασυμβίβαστη με το ότι η θυσία του αποτελεί εντολή του Πατέρα του. Ποια σύγκριση μπορεί να υπάρξει μεταξύ της σταυρικής θυσίας του Χριστού και της Ανάστασής του με την «προσφορά» οργάνων ενός δότη, σ’ έναν λήπτη; Ο δότης ασφαλώς -αν βέβαια είναι γνώστης- δεν θυσιάζει τη ζωή του, αν υποτίθεται ότι αυτή θα του είναι άχρηστη σ’ ένα λήπτη, ώστε να αναστηθεί και να κερδίσει έτσι τη Βασιλεία των Ουρανών! Ο κάθε νεκρός, δεν μπορεί να κυριαρχήσει στα πράγματα, ενώ ο Χριστός κυριαρχεί στα πράγματα. Είναι η ιδιαιτερότητα αυτού του νεκρού. Μπορεί ένας οιοσδήποτε νεκρός να δώσει τη ζωή του και μ’ αυτή του την ενέργεια να πάει στον Άδη και να ανασύρει όλες τις ψυχές των ήδη νεκρών; Ασφαλώς όχι, γιατί μόνον ο Χριστός έχει αυτή τη μοναδικότητα. Γι’ αυτό και ο Χρυσόστομος καταγράφει, ότι μόνον ο Χριστός μπορεί «να άρη την ψυχήν αυτού». Έτσι αποδεικνύεται, ότι με τη χρησιμοποίηση αυτού του χωρίου, διαστρέφεται η θεολογία των μεταμοσχεύσεων.http://apotixisi.blogspot.gr