Ἐν
Κυθήροις τῇ 16ῃ Ἀπριλίου 2013
Πρός Τήν Διεύθυνσιν τῆς Ἐφημερίδος
«Ὀρθόδοξος
Τύπος»
Κάνιγγος
10-ΑΘΗΝΑΣ
Καλή
συνέχεια τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς˙
Ἐπιτρέψατέ
μου ἐν τιμῇ καί ἀγάπη πολλῇ νά ζητήσω ἀπό τήν εὐγένειά σας τήν διόρθωσιν ὡρισμένων
ἀνακριβειῶν -ὄχι ἠθελημένων πιστεύω-, πού περιέχονται εἰς τό ὑπ' ἀριθ.
1970/5-4-2013 φύλλον τῆς Ἐφημερίδος σας, σελ.8, στό ἄρθρο, πού ἀνακοινώνει τήν ἐν
Κυρίῳ κοίμησιν τοῦ ἀειμνήστου πλέον Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος κυροῦ
Νικοδήμου.
Τριανταεννέα
χρόνια ἀδικήθηκε, παρεξηγήθηκε καί διώχθηκε ἀπηνῶς ὁ ἀοίδιμος Ἱεράρχης. Ὄχι, ὅμως,
καί μετά θάνατον νά συνεχίζεται τοῦτο. Πρός Θεοῦ! Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας π.Μᾶρκος
Μανώλης, ὁ ὁποῖος ἔζησε ἀπό κοντά τό δρᾶμα τοῦ μαρτυρικοῦ αὐτοῦ Ἐπισκόπου, θά ἦτο
ἀκριβής εἰς τήν ἔκθεσιν τῶν γεγονότων, πού ἀναφέρετε στό δημοσίευμα, χωρίς
καθόλου νά ἀμφισβητῶ τήν ἰδική σας ἐντιμότητα καί ἀντικειμενικότητα. Τί θέλω ἐν
συνειδήσει καί ὡς κατ' ἐνώπιον Θεοῦ νά μαρτυρήσω, χάριν τῆς ἀληθείας; Ὑπομείνατέ
με δι' ὀλίγον, μαζί μέ τούς ἀγαπητούς ἀναγνώστας τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου».
Νά ἀρχίσω τήν παρέμβασίν μου ἀπό τήν ἀναγραφή τῆς εἰδήσεως ὅτι ὁ κεκοιμημένος Ἱεράρχης
ἀπέρριψε τήν πρότασιν τῆς ἀποκαταστάσεώς του στήν περιοχή τοῦ Ἰλίου (Λιοσίων)
τήν περίοδον 1990-1991, «ἐνῷ ἦσαν ὅλα ἕτοιμα», ὅπως καί ἀργότερα, τόν Ἰούλιο τοῦ
1993, ὅταν μέ τήν συγκατάθεσι τοῦ Σεβ. Ἠλείας κ.Γερμανοῦ παρεχωρήθη δι' αὐτόν ἡ
Ἐπαρχία Ἀμαλιάδος. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι στήν πρώτη περίπτωσι (Μάρτιος 1991) μαζί
μέ ἅπαντας τούς ὑπολοίπους πέντε ἐπιζῶντας ἐκ τῶν 12 ἀδίκως ἐκθρονισθέντων τόν Ἰούνιο
- Ἰούλιο τοῦ 1974 ἀπεδέχθη τήν πρότασιν τῆς συσταθείσης - συνεδριαζούσης τῆς
σεπτῆς Ἱεραρχίας - 12μελοῦς ἐξ Ἀρχιερέων - μελῶν τῆς Ἱεραρχίας Ἐπιτροπῆς, ὑπό
τήν Προεδρίαν τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κυροῦ Χρυσοστόμου καί ἀνεμένετο
τήν ἑπομένην ἡ ἐπικύρωσίς της ὑπό τοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας, ἐνῷ στή δεύτερη
περίπτωσι (τῆς Ἀμαλιάδος) ὄντως ἠρνήθη νά τήν ἀποδεχθῇ.
1. Εἶναι
ἀληθές ὅτι ἡ ἐν λόγῳ 12μελής Ἐπιτροπή ἐργάσθηκε φιλοτίμως καί ἐμπνευσμένως,
κατά τόν Μάρτιον τοῦ 1991, καί ὄντως «ἦσαν ὅλα ἕτοιμα», ἀλλ' ἡ ματαίωσις
δέν ἐπῆλθε ἀπό τόν Σεβ/τον Νικόδημον, οὔτε ἀπό τούς δύο ἄλλους συνακοινωνήτους
καταστάντας Ἀρχιερεῖς (τόν Θεσσαλιώτιδος κυρόν Κωνσταντῖνον καί τόν Λαρίσης
κυρόν Θεολόγον). Ὁ ὑπαίτιος ἦτο ἄλλος. Ἐνῷ περί ὥραν 10ην βραδυνήν ὁ τότε
Σεβ. Μητροπολίτης Θηβῶν κ.Ἱερώνυμος (καί νῦν Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος) περιχαρῶς ἐτηλεφώνησε
στόν φιλοξενούμενο στήν Ἐπαρχία του ἐμπερίστατο Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος
Κωνσταντῖνο καί τοῦ εἶπε : «Γέροντα, εἶναι ὅλα ἕτοιμα αὔριο θά ἐπικυρωθοῦν ἀπό
τήν Ἱεραρχία», δυστυχῶς, δυστυχέστατα διά τήν ἑνότητα τῆς Ἱεραρχίας, παρενέβη ὁ
ἐκ τοῦ νομοῦ Λαρίσης ὁρμώμενος τότε Ὑπουργός Παιδείας καί Θρησκευμάτων (μέ
μεγάλη λύπη δέν θέλω νά ἀναφέρω τό ὄνομά του μόνον εὔχομαι νά μετανοήσῃ εἰλικρινῶς
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἐάν δέν τό ἔχει πράξῃ ἀκόμη) ἀφοῦ περί ὥραν 1.30 μετά τό
μεσονύκτιο ἐπικοινώνησε μέ τόν ἀείμνηστο Ἀρχιεπίσκοπο κυρό Σεραφείμ. Ὁ κ.Ὑπουργός
ἐξύπνησε τόν Μακαριώτατο καί τοῦ εἶπε ὅτι ἐπ' οὐδενί πρέπει ὁ Λαρίσης Θεολόγος
νά ἀποκατασταθῇ εἰς τήν Λάρισα. Ἦτο γνωστή τοῖς πᾶσι ἡ πολιτική σκοπιμότης του,
πού ὑπαγόρευε τήν ἐνέργειά του αὐτή, ἀφοῦ στήν περιφέρεια Λαρίσης ὑπῆρχε
βουλευτής τοῦ ἰδίου κόμματος φίλα προσκείμενος πρός τόν ἀείμνηστο Σεβ. Θεολόγο
καί τό χριστεπώνυμο ποίμνιο τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος εἶχε πλέον πεισθῆ ὅτι θά ἔπρεπε νά λυθῇ τό ἐκκλησιαστικό
ζήτημα, τό ὁποῖο ἐκκρεμοῦσε ἐπί 17 ἔτη καί ἤθελε νά εὐοδωθῇ ἡ λύσις του, ἀναστατώθηκε
ἀπό τήν Ὑπουργική παρέμβασι καί ἔμεινε ἄγρυπνος ὅλη τήν νύκτα, περιεργαζόμενος
προφανῶς τήν λύσιν τοῦ ἀνακύψαντος προβλήματος.
Πρό τῆς πρωϊνῆς Συνεδρίας τῆς Ἱεραρχίας, εὑρισκόμενος εἰς τό παρά τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ
Γραφεῖον του, ἐδέχθη τήν ἐπίσκεψιν ὡρισμένων Σεβ. Συνέδρων καί μεταξύ αὐτῶν
προσῆλθε καί ὁ ἐμπερίστατος ἀκόμη Σεβ. Μητροπολίτης κ.Σεραφείμ (νῦν Σταγῶν καί
Μετεώρων). Ὅταν τόν εἶδε ὁ Μακαριώτατος τοῦ εἶπε : «Σεραφείμ, εἶσαι ὁ Λαρίσης,
νά πᾶς στή Λάρισα» (πρᾶγμα πού εὐθύς ἀμέσως ἀπέκρουσε ὡς ἀντικανονικό). Ὅλοι
τότε ἀναστατώθηκαν μέ τήν ἀπρόσμενη αὐτή τροπή τῶν πραγμάτων. Ὅταν εἰσῆλθον εἰς
τήν αἴθουσα τῆς Συνεδριάσεως τῆς Ἱεραρχίας, ἐξαίφνης δύο ἐκ τῶν κατεχόντων Ἱεράς
Μητροπόλεις τῆς Θεσσαλίας ἀντέδρασαν διά τά ὅσα ἀπεφάσισε καί εἰσηγήθη ἡ
προμνημονευθεῖσα 12μελής Ἐπιτροπή καί ἐδήλωσαν τήν διαφωνίαν των. Ἐν τῷ μεταξύ,
μετά τήν γενομένην μεταμεσονύκτιον ὑπουργικήν παρέμβασιν, ἐγένετο πρότασις
δημιουργίας νέας προσωρινῆς Ἱ. Μητροπόλεως ὑπό τόν τίτλον «Πύλης καί Μεσοχώρας»
διά τήν τακτοποίησιν ἐκεῖ τοῦ Σεβ. κ.Θεολόγου καί τοῦ Σεβ. κ.Σεραφείμ εἰς τήν
Λάρισαν. Βεβαίως, οἱ προτάσεις αὐτές ἔπεσαν στό κενόν, ἀφοῦ οὔτε ὁ πρῶτος, οὔτε
ὁ δεύτερος τάς ἐδέχθησαν διά λόγους συνειδήσεως καί κανονικῶν ἀρχῶν. Πρέπει δέ
νά σημειωθῇ ὅτι τό γεγονός τῆς ἀνατροπῆς τῆς ἀποφάσεως καί τῆς εἰσηγήσεως
τῆς Ἐπιτροπῆς ἐλύπησε τήν συντριπτικήν πλειονοψηφίαν τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία
ἐπιθυμοῦσε τήν ἐπί τέλους διευθέτησιν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ζητήματος, διό καί
ληξάσης ἐν παροξυσμῷ τῆς συνεδριάσεως ἐν μέσῃ Μ. Τεσσαρακοστῇ ἀπῆλθον
λυπούμενοι.
2.
Περί τά μέσα Ἰουλίου τοῦ 1993 συνῆλθεν ἐκτάκτως ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
διά τήν τακτοποίησιν τῶν ἐμπεριστάτων Μητροπολιτῶν Θεσσαλιώτιδος Κων/νου, Ἀττικῆς
Νικοδήμου καί Λαρίσης Θεολόγου, ἀφοῦ ἱδρύθησαν τρεῖς προσωποπαγεῖς Ἱ.
Μητροπόλεις : α) Φαρσάλων καί Δομοκοῦ, β) Ἀμαλιάδος καί γ) Λιοσίων. Οἱ τρεῖς ἕτεροι
ἐπιζῶντες ἐκθρονισθέντες τό 1974 Μητροπολῖτες Ζακύνθου Ἀπόστολος, Παραμυθίας Παῦλος
καί Τρίκκης Σεραφείμ εἶχαν ἤδη ἀπό τῆς 10/9/1991 μέ ἀπόφασιν τῆς Ἱεραρχίας
τοποθετηθῇ στίς Ἱερές Μητροπόλεις Πολυανῆς καί Κιλκισίου, Ἁγιᾶς καί Συκουρίου
καί Σταγῶν καί Μετεώρων, ἀντιστοίχως.
Τό Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐνῷ οἱ Μητροπόλεις Ἀττικῆς καί
Λαρίσης, οἱ ὁποῖες κανονικῶς, κατά τούς Ἱερούς Κανόνας, καί νομίμως (μετά τάς ἀλλεπαλλήλους
ἀθωωτικάς ἀποφάσεις τοῦ Σ.τ.Ε.) ἀνῆκαν εἰς τούς προαναφερθέντας Μητροπολίτας
καί ἦσαν κενές (ἡ πρώτη μετά τήν κοίμησιν τοῦ Μητροπολίτου κυροῦ Δωροθέου, ἐπισυμβᾶσαν
τήν 2αν Ἰουλίου 1993, καί ἡ δεύτερη μετά τήν τοποθέτησιν τοῦ Σεβ. κ.Δημητρίου εἰς
τήν προσωποπαγῆ Ἱεράν Μητρόπολιν Γουμενίσσης τήν 10/9/1991), ἀπεφάσισε νά
τοποθετηθοῦν στίς προσωποπαγεῖς Ἱ. Μητροπόλεις Φαρσάλων, Ἀμαλιάδος καί Λιοσίων
οἱ Σεβ. Θεσσαλιώτιδος Κων/νος, Ἀττικῆς Νικόδημος καί Λαρίσης Θεολόγος, ἀντιστοίχως.
Τήν ἀπόφασιν αὐτήν τῆς Ι.Σ.Ι. δέν ἀπεδέχθησαν οἱ Ἀττικῆς Νικόδημος καί Λαρίσης
Θεολόγος διά λόγους, ὄχι ὑπεροψίας καί ἀπειθείας, ὅπως ἔσπευσαν μερικοί νά τούς
κατηγορήσουν, ἀλλά διά λόγους συνειδήσεως καί κανονικῆς τάξεως. Ἐκαλοῦντο, οὔσης
κενῆς τῆς θεόθεν κληρωθείσης εἰς αὐτούς Θεοσώστου Ἐπαρχίας, νά «τακτοποιηθοῦν» ἤ
νά «βολευθοῦν» κάπου ἀλλοῦ, ἱκανοποιοῦντες μέ τόν τρόπο αὐτό κάποια προσωπική
φιλοδοξία νά εἶναι ἐν ἐνεργείᾳ Μητροπολῖται. Δέν τό ἐδέχθησαν αὐτό, καί μέ αὐτούς
συνετάχθη συμπαριστάμενος ὁ Θεσσαλιώτιδος Κων/νος (παρ' ὅτι τοῦ παρεχωρεῖτο
μέρος τῆς Ἐπαρχίας του), διότι θά ἦσαν ἀναπολόγητοι ἐνώπιον τοῦ λογικοῦ των
ποιμνίου, τό ὁποῖο τούς ἀνέμενε ὡς κανονικούς ποιμένας, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν
Ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας μας Κανόνων καί ἐνώπιον τῆς Ἐπισκοπικῆς συνειδήσεώς των.
Ὁ κεκοιμημένος πλέον Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος κυρός Νικόδημος ἐνώπιον
τῆς προμνημονευθείσης 12μελοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ Μαρτίου τοῦ 1991 (ἀλλά καί εἰς ἄλλας
περιπτώσεις) ἐδήλωσε ὅτι ἀπεδέχετο τήν τοποθέτησίν του εἰς τήν προσωποπαγῆ Ἱεράν
Μητρόπολιν Λιοσίων (πού ἀποτελοῦσε μέρος τῆς λαχούσης εἰς αὐτόν Μητροπολιτικῆς Ἐπαρχίας),
λόγῳ γήρατος τοῦ κατασταθέντος τό ἔτος 1974 εἰς τήν Ἱ. Μητρόπολιν Ἀττικῆς
Μητροπολίτου κυροῦ Δωροθέου, μέ τήν προοπτικήν τῆς συνενώσεώς της σέ περίπτωσι,
πού θά ἐκδημοῦσε πρός Κύριον ἐνωρίτερα ὁ Μητροπολίτης Δωρόθεος. Μία θεάρεστη
κίνησις καί ὑποχώρησις. Ἀπό τοῦ σημείου, ὅμως, αὐτοῦ μέχρι τοῦ νά ἀποδεχθῆ τήν
τοποθέτησίν του εἰς τήν νεοσυσταθεῖσαν Ἱεράν Μητρόπολιν Ἀμαλιάδος, ἐνῶ πίσω του
θά ἄφηνε τεράστια προβλήματα, ὅπως ἀπεδείχθη ἐκ τῶν ὑστέρων, ὑπῆρχε μεγάλη
διαφορά, ἀλλά καί δέν θά ἀνέπαυε ἔτσι τήν Ἐπισκοπική του συνείδησι.
Εἰρήσθω δ᾽ ἐν παρόδῳ ὅτι καί ὁ ἀείμνηστος Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος τήν ἴδια
περίοδο, ὅταν ἐπανειλημμένως ἐδικαιώθησαν ἀπό τό Σ.τ.Ε. καί ὑπό τῆς διμεροῦς ἐξ
Ἀρχιερέων 5μελοῦς Ἐπιτροπῆς (ἀπό ἐν ἐνεργείᾳ καί ἐμπεριστάτους Μητροπολίτας) ἐγένετο
ἀποδεκτόν οἱ ἐκθρονισθέντες νά ἐπανέλθουν εἰς τμῆμα καί ὄχι εἰς τήν ἕδραν τῆς Ἱ.
Μητροπόλεώς των, ὑπεχώρησε μέ ταπεινό ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Ὅταν μάλιστα μία
νύκτα, περί ὥραν 11ην μ.μ., μοῦ ἀνεκοίνωσε τηλεφωνικῶς τήν τοιαύτην
πορείαν τοῦ θέματος τῆς ἀποκαταστάσεώς των καί ἐρωτηθείς τοῦ ἀπήντησα ὅτι
: ἐάν ἤμουν στή θέσι σας, Σεβασμιώτατε, καί ἕνα χωριό τῆς Ἐπισκοπῆς μου νά μοῦ ἔδιναν
εὐχαρίστως θά πήγαινα, μέ χιλιοευχαρίστησε καί ἐνισχύθηκε στήν ἀπόφασί του.
3.
Εἶπα στήν ἀρχή ὅτι ὄχι μόνο ἀδικήθηκε καί διώχθηκε, ἀλλά καί παρεξηγήθηκε ὁ ἀοίδιμος
Ἐπίσκοπος Νικόδημος. Τά ὅσα ἐλέχθησαν μέχρι τώρα καταδεικνύουν τό πρᾶγμα. Καί
τά ἀποσπάσματα ἀπό τό προσωπικό του ἡμερολόγιο, πού ἀκούσθηκαν κατά τήν ἐξόδιο Ἀκολουθία
καί ἀφοροῦσαν στά συναισθήματά του κατά τό πρῶτο ἑξάμηνο μετά τήν ἐκθρόνισί του
συγκίνησαν καί κατέπληξαν τούς πάντας. Μέ πολύ ἐνδιαφέρον ἀναμένουμε τήν
δημοσίευσί του. Ὕστερα ἀπό αὐτά θά προσθέσωμε καί τά ἀκόλουθα:
Ἔχοντας συνείδησι ὅτι ἐπιστρατεύθηκε ἀπό τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία νά διακονήσῃ σέ
μία πολύ μεγάλη, πολυπληθῆ καί πολύπαθη Ἱ. Μητρόπολι ἀποδύθηκε στό ποιμαντικό
του ἔργο μέ πολύ ζῆλο καί ἀφοσίωσι καί καθ᾽ ὅλη τήν ἑξαετῆ διακονία του ὤργωσε
κυριολεκτικά καί ἐξύψωσε πνευματικά ὁλόκληρη τήν Μητροπολιτική του Ἐπαρχία. Αἴφνης,
κατά τήν δεύτερη φάσι τῆς δικτατορίας ἐχαρακτηρίσθη μαζί μέ τούς ἄλλους 32
χειροτονηθέντας ἐπί Ἀρχιεπισκοπείας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου τοῦ Α' ὡς
ἀντικανονικός (ὡς ἐκλεγείς καί χειροτονηθείς ὑπό Ἀριστίνδην Συνόδου, ἐνῷ τόσες ἄλλες
Ἀριστίνδην Σύνοδοι καί τόσοι Μητροπολῖτες ἀνεδείχθησαν κατά παρόμοιο τρόπο μετά
τήν ἀπελευθέρωσι τοῦ Ἔθνους μας ἀπό τήν Τουρκοκρατία, ἀλλ' ἡ ἐκκλησιαστική
κοινωνία τους, μέ τά ὑπόλοιπα μέλη τῆς Ἱεραρχίας ἐθεράπευσε τό τυχόν «ἔλλειμμα»
κανονικότητος). Καί ὄχι μόνον τοῦτο, ἀλλά χωρίς νά ζητηθῇ ἡ συγκατάθεσίς του ὡς
ἐπιχωρίου Μητροπολίτου, κατετμήθη εἰς τρία μέρη ἡ Θεόσωστος Ἐπαρχία του καί
μετ' ὀλίγον ἐξεθρονίσθη ἄνευ συγκεκριμένης κατηγορίας, βασιζομένης στούς Ἱερούς
Κανόνας τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἄνευ δίκης καί ἐξετάσεως μαρτύρων καί χωρίς ἀπολογία.
Ἡ ἀπομάκρυνσίς του, μαζί μέ τήν τῶν ὑπολοίπων ἕνδεκα Μητροπολιτῶν, ἐβασίσθη ἐπάνω
στίς δύο σαθρές συντακτικές πράξεις τῆς δικτατορίας (ὑπ' ἀριθ. 3 καί 7/1974)
καί σέ συνοπτική διαδικασία τῆς «πρεσβυτέρας» καλουμένης Ἱεραρχίας, καταγραφεῖσαν
σέ ὀλίγες γραμμές. Ἀκολουθεῖ καί ἄλλη ἀντικανονική - πρωτάκουστη πρᾶξις : ἡ ἀπόδοσις
εἰς τούς ἐκπτώτους τίτλων πάλαι ποτέ διαλαμψασῶν Ἐπισκοπῶν καί ἡ προσφώνησίς
των δι᾽ αὐτῶν (πρωτοφανές στά ἐκκλησιαστικά χρονικά). Δικαιώθηκε, μαζί μέ τούς ὑπολοίπους
Ἀδελφούς Μητροπολίτας, δι' ἀλλεπαλλήλων ἀποφάσεων τοῦ ΣτΕ, ἀνεβίωσαν τά ΒΔ ἐγκαταστάσεώς
των εἰς τάς Ἱεράς Μητροπόλεις των καί ἐθεωρήθησαν ὡς μηδέποτε γενόμενες οἱ ἐκπτώσεις
των ἀπό τόν Ἐπισκοπικό τους θρόνο. Τό ἔτος 1993, ἀφοῦ δέν ἀπεδέχθη τήν
τοποθέτησίν του εἰς τήν νεοπαγῆ τότε Ἱεράν Μητρόπολιν Ἀμαλιάδος, ὅπως καί οἱ
δύο ἄλλοι ἀδελφοί Μητροπολῖται (καθ' ἅ εἴπαμε προηγουμένως) κατέστησαν «ἀκοινώνητοι»,
ἐνῶ, σύν τοῖς ἄλλοις, δέν ὑπῆρχε πρός τοῦτο καί ἡ πλειονοψηφία τῶν 2/3 τῆς Ἱεραρχίας,
πού ἀπῃτεῖτο. Καί πρόσφατα, πρό 3ετίας, ὁ κορμός τῆς ἀρχικῆς Ἱ. Μητροπόλεως, διῃρέθη
σέ δύο νέες Μητροπόλεις : Κηφισίας καί Ἰλίου.
Διά νά εἴμεθα ἀντικειμενικοί, λοιπόν, ἡ ἀντίδρασις τοῦ ἀειμνήστου Νικοδήμου δέν
ἦταν γιατί ἔχασε τόν θρόνο, ἀλλά γιά ὅλες τίς παραπάνω ἀντικανονικές καί
παράνομες ἐνέργειες. Τό ἔλεγε καί τό ἐτόνιζε πάντοτε : Δέν θά ἤθελα ποτέ νά
παραμείνῃ αὐτό τό κακό προηγούμενο ἀτακτοποίητο στήν σύγχρονη Ἐκκλησιαστική μας
Ἱστορία. (Καί τά τελευταῖα χρόνια ἔλεγε). Δέν εἶμαι σέ θέση νά ἀναλάβω τήν εὐθύνη
διοικήσεως 230 ἐνοριῶν (ὅταν ἀκόμη ἦταν ἑνωμένη ἡ Ἱ. Μητρόπολις Ἀττικῆς). Ὁ
πόθος του ἦταν νά ἀποκαταστήση ἡ Ἱεραρχία μας τά κακῶς γενόμενα καί ἐκεῖνος ἐμφρόνως
θά ἔκαμνε ὅ,τι ἐπέτασσε ἡ ἐπισκοπική του συνείδησις.
4.
Ὅ,τι καί ὅσα ἔγραφε δέν τά ἔκαμε ἐπειδή ἔχασε τόν θρόνο, οὔτε γιά νά ἀνακτήση
τόν θρόνο. Ἀλλ' οὔτε καί ἄν ἐπανήρχετο εἰς τήν Ἱ. Μητρόπολίν του θά ἔπαυε νά
γράφῃ καί νά στιγματίζῃ τά κακῶς ἔχοντα ἐκκλησιαστικά πράγματα. Γνώμονάς του ἦταν
τό Ἱερό Εὐαγγέλιο, οἱ Ἱεροί Κανόνες καί ἡ Ὀρθόδοξος Παράδοσίς μας. Ἡ γλῶσσα του
ἦταν Προδρομική, Χρυσοστομική καί Στουδιτική. Δέν ἐχρησιμοποιοῦσε τό ψεῦδος ἤ
τήν ἀνακρίβεια, ἀλλά ἦταν καυστικός καί ἐπιτιμητικός, ὅποτε παρεβιάζοντο καί
κατεπατοῦντο τά ἱερά καί τά ὅσια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί τῆς Ἑλληνικῆς μας
Πατρίδος. Καυτηρίαζε τήν ἐκκοσμίκευσι τῶν Κληρικῶν καί ἰδιαίτερα ἐκκλησιαστικῶν
ταγῶν, τό κοσμικό φρόνημα, τήν κοσμική ζωή, τήν ἔκπτωσι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους
καί τοῦ φρονήματος, τόν ἀντίθεο πλουτισμό, τήν σιμωνεία καί τήν πολυτελῆ ζωή ἐνίων
ἐκκλησιαστικῶν προσώπων καί γενικότερα ὅ,τι ἦταν ἀντίθετο πρός τήν πτωχεία, τήν
ταπείνωσι καί τήν ἐν Χριστῷ ἁγιοπνευματική ζωή, καί
5.
Εἶχε τήν συνείδησιν ὅτι, βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν
νόμων τῆς Πολιτείας, ἦτο ὁ Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος, διότι καμμία
δίκη ἤ καταδίκη παρά τῶν ἁρμοδίων ἐκκλησιαστικῶν ὀργάνων δέν τοῦ ἀφῄρεσε τήν ἰδιότητα
αὐτή, οὔτε ὑπέβαλε ποτέ ἑκουσίως τήν παραίτησίν του, ἀλλ᾽ οὔτε καί καθῃρέθη
ὐπό τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιμ. π.Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, σπουδαῖος
Θεολόγος - Κανονολόγος τοῦ περασμένου αἰῶνος, εἶχε γνωμοδοτήσει περί τοῦ ὅτι εἶχε
τό δικαίωμα, ὅπως καί οἱ ὑπόλοιποι συνεξόριστοι Ἀρχιερεῖς, νά χρησιμοποιῇ τόν
τίτλο «Κανονικός Μητροπολίτης Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος». Αὐτό τό διακήρυξαν τά
πλήθη, πού συνέρρευσαν κατά τήν ἐξόδιο Ἀκολουθία καί τόν ἐνταφιασμό του, ὅταν
δύο φορές ἔψαλαν τήν ἀρχική του φήμη, ἐπευχόμενοι μέ τό «αἰωνία ἡ μνήμη». Μέ
τήν ἔννοια αὐτή κανονικῶς ἔπραξε τό ἐκκλησιαστικό πρακτορεῖο «Ρομφαία», πού ἐχρησιμοποίησε
τόν κανονικό καί νόμιμο τίτλο κατά τήν ἀναγγελία τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας του.
Ἀγαπητέ
μου κ.Πρόεδρε,
Μέ πολύ σεβασμό στήν μνήμη τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος
κυροῦ Νικοδήμου καί ἐν φόβῳ Θεοῦ ἔκρινα ὅτι θά ἔπρεπε νά διευκρινισθοῦν, χάριν
τοῦ δικαίου καί τῆς ἀληθείας, ὡρισμένες ἀνακριβεῖς πληροφορίες τοῦ σχετικοῦ ἄρθρου
τῆς Ἐφημερίδος σας, οἱ ὁποῖες, ἐπαναλαμβάνω, δέν ἦσαν ἠθελημένες ἤ σκόπιμες. Ἡ
παροχή, ὅμως, τῶν ἐξηγήσεών μου αὐτῶν ἐξελίχθηκε σέ πραγματεία ὁλόκληρη καί ζητῶ
τήν συγγνώμη καί τήν κατανόησί σας. Ὅμως, πρέπει νά λέγεται πάσῃ θυσία ἡ ἀλήθεια
καί νά ὁμολογῆται τό δίκαιον τοῦ ἀδυνάτου, τοῦ κάθε ἀδυνάτου καί ἀνυπερασπίστου,
διά νά εὕρωμεν ἔλεος ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως ἐνώπιον τοῦ Δικαιοκρίτου.
Ἔχει, ἴσως, σχηματισθῇ, δυστυχῶς, ἄλλη εἰκόνα διά τόν ἀείμνηστον Μητροπολίτην ἐξ
ὡρισμένων κύκλων, μή εἰδότων τήν ἀλήθειαν καί τήν ἀκρίβειαν τῶν γεγονότων. Τά
πράγματα, ὅμως, ἀλλάζουν ἄν ληφθοῦν σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν τά ἀκόλουθα τρία ὑποθετικά
ἄν. Ἄν, μετά τό θλιβερό ἀντικανονικό καί παράνομο γεγονός τῆς ἐκπτώσεως ἀπό τόν
Μητροπολιτικό του θρόνο, δέν ὑπῆρχε ἡ παρέμβασις τοῦ πολιτικοῦ ἐκείνου
προσώπου, πού ἐματαίωσε τήν ὁμόθυμη βούλησι τῆς Ἱεραρχίας. Ἄν ἡ Πρωτόθρονος Ἐκκλησία
τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅταν παρεπέμφθη ἡ ὑπόθεσις τῶν 12 (ἐξ ὧν οἱ πέντε ἀνῆκαν
εἰς τάς Νέας Χώρας) εἰς τήν Πατριαρχικήν Σύνοδον, ἐπιστρέφουσα τόν φάκελον ἠξίωνε
τήν τήρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν σχετικῶν Πολιτειακῶν νόμων, ὅπως ἀργότερα
τό ἔπραξε διά τόν καθαιρεθέντα κάτοχον τοῦ ἰδίου θρόνου. Καί ἄν μετά τήν χηρεία
καί κένωσι τῶν Μητροπολιτικῶν ἑδρῶν Ἀττικῆς καί Λαρίσης, ἐπικρατοῦσε τό
φιλάδελφο καί ἀποδίδονταν στίς Θεόσωστες Ἐπαρχίες τους οἱ κατά πάντα ἄξιοι αὐτοί
Ἐπίσκοποι, προσέβλεπαν δέ ὅλοι στό ἀληθινό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως
καθορίζεται ἀπό τήν κανονική τάξι της, μακριά ἀπό σκοπιμότητες καί
συμβιβασμούς, τότε ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία θά εἶχε ἐπωφεληθῇ τά μέγιστα ἀπό τήν
παρουσία καί διακονία τέτοιων σπουδαίων ἱεραποστολικῶν καί χαρισματικῶν μορφῶν
καί δέν θά ὑφίστατο οὐδέν πρόβλημα, οὐδέ ἡ ἀκοινωνησία, ὁ δέ μεταστάς Ἱεράρχης
θά ἦτο, κατά τά πρεσβεῖα τῆς Ἀρχιερωσύνης, ὁ Ἀντιπρόεδρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς
Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἡ κατάθεσις αὐτή τῆς ψυχῆς μου ἄς εἶναι ἕνα ἐλάχιστο μνημόσυνο τιμῆς, εὐλαβείας
καί σεβασμοῦ πρός τόν ἀείμνηστον Μητροπολίτην.
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Κυθήρων Σεραφείμ