Αποσπάσματα από την ομιλία ΞΣΤ΄του αγίου Ιωάννου, αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου σχετικά με τη θεραπεία του τυφλού της Ιεριχούς
[…] Ας
ακούσουμε αδελφοί μου τον τυφλό αυτόν που ήταν ανώτερος από πολλούς
που βλέπουν. Πραγματικά, αν και δεν είχε κανένα για να τον οδηγήσει,
ούτε μπορούσε να δει τον Ιησού,εν τούτοις είχε μεγάλη προθυμία να
έλθει κοντά Του και άρχισε να φωνάζει με δυνατή φωνή και όσο τον εμπόδιζαν,
τόσο περισσότερο φώναζε. Έτσι είναι η καρτερική ψυχή. Ανυψώνεται
από τα εμπόδια. Ο δε Χριστός επέτρεπε να τον παρεμποδίζουν από το να φωνάζει, για
να αποκαλύπτεται σε μεγαλύτερο βαθμό η προθυμία του και για να μάθεις ότι
επάξια απόλαυσε τη θεραπεία του. Γι’ αυτό και ο Κύριος δεν τον ρωτά:
«Πιστεύεις;», όπως ακριβώς είχε κάνει σε πολλούς άλλους, διότι η κραυγή και ο
ερχομός του εκεί, ήταν αρκετά για να αποκαλύψουν σε όλους την πίστη του.
Από την περίπτωση αυτή μάθε, αγαπητέ, ότι κι
αν ακόμη είμαστε πολύ ασήμαντοι και περιφρονημένοι, όταν με προθυμία
πλησιάζουμε τον Θεό, θα μπορέσουμε και μόνοι μας να επιτύχουμε ό,τι ζητούμε.
Κοίταξε, λοιπόν, και αυτός, χωρίς να έχει κανένα από τους αποστόλους ως
συνήγορο, αλλά αντίθετα, πολλοί τον εμπόδιζαν να φωνάζει, κατόρθωσε όμως να
υπερνικήσει τα εμπόδια και να φθάσει στον ίδιο τον Ιησού. Μολονότι ο
ευαγγελιστής δεν μαρτυρεί καμία ενάρετη και αξιέπαινη πράξη που να έδινε στον
τυφλό αυτό παρρησία και θάρρος ενώπιον του Ιησού, εντούτοις αντί όλων
αυτών ήταν αρκετή απλά και μόνο η προθυμία του. Αυτόν λοιπόν κι εμείς ας
μιμηθούμε. Κι αν ακόμη ο Θεός αναβάλλει να μας δώσει αυτό που Του
ζητούμε, κι αν ακόμη είναι πολλοί εκείνοι που προσπαθούν να μας απομακρύνουν
από κοντά Του, ας μην σταματήσουμε να ζητούμε· διότι έτσι προπάντων θα
αποσπάσουμε τη βοήθεια του Θεού. Πρόσεξε, άλλωστε, και στο παρόν
περιστατικό κατά ποιο τρόπο ούτε η φτώχεια, ούτε η τύφλωση, ούτε το ενδεχόμενο
να μην εισακουσθεί, ούτε η επιτίμηση του όχλου, ούτε τίποτε άλλο δεν
παρεμπόδισε τη μεγάλη τους προθυμία. Τέτοια είναι η ψυχή που κατακαίγεται από
τη θερμή πίστη και δεν αποφεύγει τους κόπους και τις δυσκολίες.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; «Τον φώναξε και του
είπε: "Τι θέλεις να κάνω για σένα;". Του
απαντά: "Κύριε, θέλω να αποκτήσω το φως των ματιών μου"».
Για ποιο λόγο τον ρωτάει; Για να μη νομίσει κανείς ότι αυτός μεν άλλα θέλει να
λάβει, ενώ ο Ιησούς του δίνει άλλα· καθόσον ο Κύριος συνηθίζει κάθε φορά
στην αρχή να καθιστά ολοφάνερη την αρετή των θεραπευομένων και να την
αποκαλύπτει σε όλους και έπειτα να παρέχει τη θεραπεία, αφενός μεν για
να οδηγήσει και τους άλλους ανθρώπους στη μίμησή τους, αφετέρου δε για να
αποδείξει ότι επάξια απολαμβάνουν τη δωρεά. Το ίδιο έκανε και στην
Χαναναία γυναίκα, το ίδιο και στον εκατόνταρχο, το ίδιο και στην αιμορροούσα,
μάλλον όμως η θαυμάσια εκείνη γυναίκα πρόφθασε την ερώτηση του Κυρίου. Αλλ΄
όμως παρά το γεγονός αυτό, δεν την άφησε να περάσει απαρατήρητη, αλλά και
ύστερα από τη θεραπεία την αποκαλύπτει σε όλους. Έτσι απέδιδε μεγάλη σημασία
στο να διακηρύσσει τα κατορθώματα εκείνων που Τον πλησίαζαν και να τα
παρουσιάζει μεγαλύτερα από ό,τι ήταν. Το ίδιο,λοιπόν, κάνει και εδώ.
Έπειτα, αφού του είπε ο τυφλός τι ακριβώς ήθελε, τον
λυπήθηκε και άγγιξε τα μάτια του. Το άγγιγμα αυτό βέβαια είναι η μόνη αιτία της
θεραπείας για την οποία και ήλθε στον κόσμο. Μολονότι όμως η
θεραπεία αυτή ήταν έλεος και χάρις, εντούτοις ζητεί να βρει εκείνους που
αξίζουν να την λάβουν. Το ότι δε ο τυφλός ήταν άξιος γι’
αυτήν, αποδεικνύεται από το ότι φώναξε δυνατά και από το γεγονός ότι, όταν
θεραπεύθηκε, δεν απομακρύνθηκε από τον Κύριο, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, που
ύστερα από τις ευεργεσίες φέρονται με αγνωμοσύνη. Αυτός, όμως, δεν ήταν τέτοιος
άνθρωπος, αλλά και πριν από τη δωρεά ήταν καρτερικός και ύστερα από
τη θεραπεία ευγνώμονας. Πραγματικά ακολούθησε τον Ιησού.
ΠΗΓΗ:
Ιερού Χρυσοστόμου έργα, Πατερικές
εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς».