«Ὁ δὲ Θεὸς
πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι
συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ (:Ο Θεός όμως
που είναι πλούσιος σε έλεος, εξαιτίας της πολλής αγάπης Του, με την οποία μας
αγάπησε, και ενώ ακόμη ήμασταν πνευματικά νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας,
μας ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό)» [Εφ. 2, 4-5].
«Ὁ δὲ Θεὸς
πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει»: όχι απλώς
εύσπλαχνος, αλλά πλούσιος σε
ευσπλαχνία, όπως λέγει και αλλού: «εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ὅτι χρηστὸν τὸ ἔλεός
σου· κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐπίβλεψον ἐπ᾿ ἐμέ (:Άκουσε, Κύριε, και κάμε δεκτή την προσευχή
μου, διότι είναι αγαθό και ευεργετικό το έλεός Σου προς όλους. Σύμφωνα με την
άπειρη ευσπλαχνία Σου ρίξε ένα στοργικό βλέμμα προς εμένα)» [Ψαλμ.68,17]· και πάλι: «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου
καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου(:Ελέησέ με, Θεέ μου, σύμφωνα προς το άπειρο
έλεός Σου· και σύμφωνα με το απέραντο πλήθος των οικτιρμών Σου σβήσε εντελώς
την παρανομία μου)» [Ψαλμ.50,1].
«Διὰ τὴν
πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς (:εξαιτίας της πολλής αγάπης Του,
με την οποία μας αγάπησε)». Από πού μας
αγάπησε; Διότι αυτά που κάναμε δεν ήσαν άξια αγάπης, αλλά οργής και μεγίστης
τιμωρίας. Και αυτό λοιπόν από πολλή
ευσπλαχνία.
«καὶ ὄντας
ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ (:και ενώ ακόμη ήμασταν πνευματικά νεκροί
εξαιτίας των παραβάσεών μας, μας ζωοποίησε πνευματικά μαζί με τον Χριστό)» [Εφ. 2,5]. Πάλι ο Χριστός μεσάζων, και συνεπώς είναι αξιόπιστη η πνευματική
μας ανάσταση για την οποία γίνεται λόγος εδώ·διότι εφόσον ζει η Απαρχή, άρα και
εμείς· ζωοποίησε και Εκείνον και εμάς.
Βλέπεις λοιπόν ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί σχετικά
με την κατά σάρκα γέννηση του Κυρίου
μας Ιησού Χριστού; Είδες το άπειρο μέγεθος της δυνάμεώς Του για εμάς τους
πιστούς; Τους πνευματικά νεκρούς, τους υιούς της οργής, τους ζωοποίησε. Είδες
πόσο μεγάλη είναι η ελπίδα της
προσκλήσεως; «καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν (:και μας ανέστησε μαζί με τον Χριστό και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί
Του στα επουράνια. Και η ανάσταση και η ανύψωσή μας αυτή έγινε με την ένωσή μας
με τον Ιησού Χριστό)». Είδες τον
πλούτο της ενδόξου κληρονομίας Του; Το μεν «ανέστησε
μαζί» είναι γνωστό· αλλά το «μας έβαλε να καθίσουμε μαζί με τον Χριστό
στα επουράνια», πώς είναι βέβαιο; Όπως βέβαιο είναι και το «ανέστησε μαζί με τον Χριστό»· διότι
κανείς δεν αναστήθηκε ποτέ, παρά μόνο αφού
αναστήθηκε η Κεφαλή, αναστηθήκαμε και εμείς, όπως και στην Παλαιά Διαθήκη,
αφού προσκύνησε ο Ιακώβ, προσκύνησε και η γυναίκα τον Ιωσήφ.
Λοιπόν,
έτσι και ο Θεός μάς έβαλε να καθίσουμε
μαζί με τον Ιησού στα επουράνια· όταν κάθεται η Κεφαλή, κάθεται και το σώμα
[κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός, και σώμα είμαστε εμείς οι πιστοί]. Για
αυτόν τον λόγο , λοιπόν, πρόσθεσε τη φράση «μαζί
με τον Χριστό». Ή, αν όχι γι' αυτό, τότε μας ανέστησε μαζί Του δια του λουτρού της μετανοίας και του
βαπτίσματος. Πώς λοιπόν μάς έβαλε να
καθίσουμε μαζί Του; «εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν· εἰ ἀρνούμεθα,
κἀκεῖνος ἀρνήσεται ἡμᾶς (:Αν
δείχνουμε υπομονή, τότε και μαζί Του θα βασιλέψουμε. Αν Τον αρνούμαστε, κι
εκείνος θα αρνηθεί εμάς)» [Β΄Τιμ.
2,12],λέγει ο απόστολος Παύλος. Πράγματι υπάρχει
ανάγκη του αγίου Πνεύματος και της θείας αποκαλύψεως, για να εννοήσει κανείς το
βάθος αυτών των μυστηρίων.
Ύστερα, για
να μην απιστήσεις, κοίταξε τι προσθέτει: «ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις
τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ
(:Και μας ευεργέτησε τόσο πολύ ο
Θεός, για να δείξει κατά τους ατελεύτητους αιώνες της μελλοντικής ζωής τον
υπερβολικό πλούτο της χάριτός Του με την αγαθότητα που επέδειξε σε μας μέσω του
Ιησού Χριστού)» [Εφ.2,7]· διότι
επειδή είπε τα σχετικά με τον Χριστό, τα οποία φαίνονταν άσχετα με μας, διότι
θα μπορούσε να πει κάποιος: «τι μας
ενδιαφέρει εμάς εάν αναστήθηκε Εκείνος;», έδειξε λοιπόν ότι αυτό αφορά και εμάς, εφόσον ο Χριστός
ενώθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο με εμάς· αλλά επιπλέον και για τα δικά μας
ομιλεί ιδιαιτέρως: «ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ καὶ
συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν»: Ώστε, για αυτό το οποίο είπα, να μην
απιστείς, αφού λάβεις την απόδειξη και από τα προηγούμενα, και από το ότι είναι
Κεφαλή του σώματος, και από το ότι θέλει να φανερώσει Αυτός την αγαθότητά Του
με τον τρόπο αυτόν. Πώς λοιπόν θα τη φανερώσει εάν αυτό που αναφέρεται πιο πάνω
δεν πραγματοποιηθεί; Και θα το καταστήσει φανερό στους αιώνες που μελλοντικά
έρχονται; Τι; Ότι και μεγάλα ήσαν τα αγαθά και πιο αξιόπιστα από όλα· διότι αυτά μεν, τα οποία τώρα λέγονται, φαίνονται
τώρα στους απίστους ως ανοησία, τότε όμως όλοι θα τα γνωρίσουν.
Θέλεις να μάθεις και πώς μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια; Άκουσε τον ίδιο τον
Χριστό, ο οποίος λέγει στους μαθητές: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές
μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,
καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ (:σας διαβεβαιώνω ότι εσείς που με έχετε
ακολουθήσει εδώ στη γη, όταν στην συντέλεια των αιώνων αναδημιουργηθεί νέος
κόσμος και αναστηθούν οι νεκροί και ο υιός του ανθρώπου καθίσει επάνω σε θρόνο
λαμπρό, αντάξιο της δόξας Του, τότε και εσείς
θα καθίσετε επάνω σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του
Ισραήλ)» [Ματθ. 19,28]· και
πάλι: «τὸ μὲν ποτήριόν μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι
βαπτισθήσεσθε· τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων μου οὐκ ἔστιν ἐμὸν
δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου (:το ποτήριο βέβαια που θα πιω εγώ θα το πιείτε και σεις, και το βάπτισμα
που πρόκειται να βαπτιστώ σε λίγο μέσα στη θάλασσα των παθημάτων μου θα το
βαπτιστείτε˙ διότι και εσείς θα υποστείτε διωγμούς και μαρτύριο για το
ευαγγέλιο. Το να καθίσετε όμως στα δεξιά και στα αριστερά μου δεν είναι δικό
μου δικαίωμα να το δώσω σε όποιον μου το ζητήσει, αλλά αυτό θα δοθεί σε εκείνους για τους οποίους έχει
ετοιμαστεί από τον δικαιοκρίτη Πατέρα μου. Αυτός θα δώσει τις αμοιβές και
τις διακρίσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του και την αρετή του)» [Ματθ.20,23]. Επομένως έχει ετοιμαστεί.
Και καλώς
είπε: «ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (:με την αγαθότητα που επέδειξε σε μας μέσω του Ιησού Χριστού)» [Εφ. 2,7]· διότι το να καθίσει κάποιος στα δεξιά του Χριστού, είναι δείγμα τιμής, η οποία είναι υπεράνω πάσης τιμής,
μετά από την οποία δεν υπάρχει άλλη. Αυτό λοιπόν το λέγει, διότι και εμείς θα
καθίσουμε. Πράγματι είναι άπειρος
πλούτος, πράγματι είναι ανυπέρβλητο το μέγεθος της δυνάμεώς Του, το να
καθίσουμε μαζί με τον Χριστό. Και αν ακόμη έχεις μυριάδες ζωές, δεν τις
θυσιάζεις για τον Θεό; Εάν λοιπόν έπρεπε να πέσεις στην πυρά, δεν έπρεπε να το
υπομείνεις αυτό πρόθυμα;
Και ο
ίδιος επίσης λέγει πάλι: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ
πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα (:Εκείνος που πιστεύει σε εμένα, ακόμη και αν πεθάνει σωματικώς, θα ζήσει
πνευματικώς στη μακάρια ζωή· θα
λάβει τότε επίσης και αναστημένο, άφθαρτο και αιώνιο το σώμα του. Και
καθένας που ζει στην παρούσα ζωή και
πιστεύει σε εμένα, θα αντιμετωπίσει
γεμάτος αφοβία τον πρόσκαιρο θάνατο, τον οποίο τρέμουν και φοβούνται οι
άνθρωποι που βρίσκονται μακριά από Εμένα. Κι επειδή θα μένει πάντοτε ενωμένος με μένα, δε θα υποστεί ποτέ τον
πνευματικό θάνατο, που είναι και ο πραγματικός και ο αιώνιος και ανεπανόρθωτος
θάνατος)» [Ιω.11,26] [ερμην.
απόδοση Παναγιώτου Τρεμπέλα].
Εάν λοιπόν έπρεπε να κατατεμαχιζόμαστε από
τους απίστους κάθε ημέρα για αυτά, δεν έπρεπε να το δεχόμαστε πρόθυμα;
Αναλογίσου πού κάθισε Εκείνος. Υπεράνω από κάθε αρχή και εξουσία. Και με ποιον
κάθεσαι μαζί; Με Εκείνον. Ενώ ποιος είσαι; Νεκρός και εκ φύσεως τέκνο οργής.
Και τι έχεις κατορθώσει; Τίποτε. Πράγματι, τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να
αναφωνήσουμε: «Ὦ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα
αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ! (:Ω απροσμέτρητο βάθος πλούσιας
αγαθότητας και σοφίας του Θεού, μέσα από την οποία όλα οδηγούνται στο
άριστο τέλος τους! Ω πλούτος γνώσεως
Θεού, μέσα από το οποίο προγνωρίζει το τέλος όλων! Πόσο υπερβαίνουν την ανθρώπινη έρευνα οι κρίσεις και οι αποφάσεις Του,
και πόσο είναι αδύνατο στο νου του ανθρώπου να παρακολουθήσει τα ίχνη των σοφών
και αγαθών Του μεθόδων, με τις οποίες σώζει τους ανθρώπους!)» [Ρωμ. 11,33].
«τῇ γὰρ
χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως (:Και είναι όντως ασύλληπτος ο πλούτος της χάριτος του Θεού. Διότι με
τη χάρη Του έχετε σωθεί μέσω της πίστεως)»,
λέγει [Εφ. 2,8]. Για να μην σε αφήσει να υπερηφανευτείς, κοίταξε πώς σε
ταπεινώνει. «τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», λέγει, «διὰ τῆς πίστεως».
Ύστερα
πάλι, για να μην καταστρέψει το
αυτεξούσιο, πρόσθεσε και τη δική μας συμβολή, και πάλι αναίρεσε αυτήν και
λέγει: «καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν (:και
αυτό δεν προέρχεται από εμάς)». «Ούτε
η πίστη», λέγει, «είναι
δικό μας έργο»· διότι εάν δεν ερχόταν ο Ίδιος στη γη, εάν δεν μας
προσκαλούσε, πώς θα μπορούσαμε να πιστέψουμε; Διότι «πῶς δὲ πιστεύσουσιν (:Πώς θα πιστέψουν Εκείνον)», λέγει, «οὗ οὐκ ἤκουσαν; (:τον οποίο δεν άκουσαν να κηρύττεται;)» [Ρωμ. 10,14]. Ώστε, ούτε η πίστη
είναι δικό μας κατόρθωμα. «Θεοῦ τὸ δῶρον (:δώρο Θεού είναι αυτό)»,
λέγει. «Αλλά μήπως ήταν αρκετή η πίστη
για να σώσει;», λέγει. «Αλλά για να
μη μας σώσει χωρίς καθόλου να συμπράξουμε, και να είμαστε τελείως άπρακτοι και
αργοί, ζήτησε την πίστη ο Θεός», λέγει. Είπε ότι η πίστη σώζει. Επειδή ο
Θεός θέλησε, για τούτο έσωσε η πίστη.
Διότι, πες
μου, πού σώζει η πίστη δίχως έργα; Τούτο είναι δώρο του Θεού. «ἵνα
μή τις καυχήσηται (:για να μην
έχει κανείς το δικαίωμα να καυχηθεί)» [Εφ.
2,9],
για να μας κάνει ευγνώμονες για τη χάρη. «Τι δηλαδή;», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, «Αυτός εμπόδισε να δικαιωθούμε από τα έργα;».
Καθόλου· αλλά «κανείς», λέγει ο
απόστολος Παύλος, «δεν δικαιώθηκε από τα
έργα, για να δειχτεί η χάρη και η φιλανθρωπία του Θεού». Δεν μας απομάκρυνε, ενώ είχαμε έργα, αλλά
επειδή ήμασταν γυμνοί από έργα αγαθά και θεάρεστα, μας έσωσε δια της χάριτος,
ώστε κανείς λοιπόν να μην μπορεί να καυχάται.
Ύστερα,
για να μη γίνεις οκνηρός και δε φροντίζεις για έργα, επειδή άκουσες ότι όχι από
έργα, αλλά από την πίστη κατορθώθηκε το παν, κοίταξε τι πρόσθεσε: «Αὐτοῦ
γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς
προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν (:Διότι και ως άνθρωποι, αλλά προπάντων ως αναγεννημένοι Χριστιανοί, δικό Του δημιούργημα είμαστε, που δημιουργηθήκαμε για να μένουμε ενωμένοι με
τον Ιησού Χριστό και για να πράττουμε έργα αγαθά, για τα οποία μας
προετοίμασε ο Θεός, για να πολιτευτούμε, να πορευτούμε και να ζήσουμε την
υπόλοιπη ζωή μας με αυτά)» [Εφ. 2,10]. Πρόσεξε
τι λέγει· εδώ υπαινίσσεται την πνευματική
μας αναγέννηση. Πράγματι είναι άλλη
δημιουργία. Από το μη είναι οδηγηθήκαμε στο είναι. Αυτό το οποίο ήμασταν πριν, δηλαδή ο παλιός άνθρωπος, πέθανε· αυτό το
οποίο γίναμε, δεν ήμασταν πριν. Άρα είναι
δημιουργία αυτό το πράγμα, και πολυτιμότερη από την άλλη· διότι από εκείνη μεν
λάβαμε απλώς τη ζωή, ενώ από αυτήν το να ζούμε όπως πρέπει.
«Για
να πράττουμε έργα αγαθά, για τα οποία μας προπαρασκεύασε ο Θεός, για να
πολιτευτούμε και να ζήσουμε τον υπόλοιπο βίο μας με αυτά». Έχουμε ανάγκη λοιπόν διαρκούς αρετής, η οποία να
αναπτύσσεται και να επεκτείνεται μέχρι τον θάνατό μας. Διότι καθόλου δεν θα μας
ήταν ωφέλιμο εάν είχαμε να βαδίσουμε μία οδό η οποία οδηγεί σε πόλη βασιλική
και, αφού επιδεικνύαμε οκνηρία και αδυναμία, να μέναμε άπρακτοι προς το τέλος,
τη στιγμή δηλαδή που είχαμε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος αυτής. Διότι, λέγει «για να
επιτελούμε έργα αγαθά». Καθόλου δεν θα μας ωφελούσε λοιπόν εάν μέναμε
αργοί, χωρίς θεάρεστα έργα στη ζωή μας.
Έτσι,
λοιπόν και εδώ, δεν προστάσσει να τελειώσουμε μόνο ένα έργο, αλλά όλα· διότι όπως οι αισθήσεις μας είναι
πέντε, και πρέπει όλες να τις
χρησιμοποιούμε όπως πρέπει, έτσι πρέπει να καλλιεργούμε και όλες τις αρετές.
Εάν κάποιος φυλάττει μεν τη σωφροσύνη, αλλά είναι ανελεήμονας, ή είναι μεν
ελεήμονας, αλλά συγχρόνως και πλεονέκτης, ή δεν επιθυμεί μεν τα αγαθά των
άλλων, αλλά ούτε από τα δικά του δίνει, τότε όλα εις μάτην γίνονται· διότι δεν αρκεί μία αρετή για να μας κάνει να παραστούμε
με παρρησία στο βήμα του Χριστού, αλλά χρειάζεται πολλή και πολυποίκιλη και από
κάθε είδος και ολόκληρη η αρετή· διότι άκουσε τον ίδιο τον Κύριο ο οποίος
λέγει στους μαθητές Του: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη,
βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
,διδάσκοντες
αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν (:Λοιπόν, πηγαίνετε τώρα και διδάξτε σε όλα τα έθνη την αλήθεια. Και
αυτούς που θα πιστέψουν και θα γίνουν μαθητές σας, βαπτίστε τους στο όνομα του
Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντάς τους να τηρούν και να εφαρμόζουν στη ζωή τους όλα τα
παραγγέλματα που σας έδωσα ως εντολές)»
[Ματθ. 28,19-20].
Και πάλι: «ὃς ἐὰν
οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος
κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν (:Εκείνος λοιπόν, που θα παραβεί μία από τις εντολές αυτές, που
φαίνονται μικρές και ασήμαντες, και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, θα ονομαστεί
ελάχιστος στη βασιλεία των ουρανών)»
[Ματθ. 5,19]. Δηλαδή όταν θα γίνει η ανάσταση των νεκρών και η τελική κρίση· διότι
δεν θα εισέλθει στη βασιλεία· καθόσον γνωρίζει να ονομάζει «βασιλεία» και αυτόν
τον καιρό της αναστάσεως των νεκρών. «Μία
εντολή εάν παραβεί», λέγει ο Κύριος, «ελάχιστος
θα ονομαστεί»· ώστε έχουμε ανάγκη
από όλες τις αρετές.
Και πρόσεχε
πώς δεν είναι δυνατό χωρίς ελεημοσύνη να εισέλθουμε, αλλά και αν ακόμη λείπει
μόνο αυτή, θα απέλθουμε στην κόλαση. Διότι λέγει: «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ
κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις
αὐτοῦ(:Τότε θα πει και σε
εκείνους, που στέκονται στα αριστερά του: “φύγετε μακριά από εμένα εσείς οι
καταραμένοι και πηγαίνετε στο αιώνιο πυρ, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο
και τους πονηρούς αγγέλους του)»
[Ματθ.25,41]. Εξαιτίας τίνος και για ποιο λόγο; «Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ
μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με,
γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με(:Διότι πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω,
δίψασα και δεν μου δώσατε να πιω. Ξένος
ήμουν και δεν με πήρατε στο σπίτι σας, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος και
φυλακισμένος και δεν με επισκεφθήκατε)»[Ματθ.25,42-43].
Είδες πώς
ενώ δεν κατηγορήθηκαν για τίποτε άλλο, γι’ αυτό και μόνο χάθηκαν; Και οι μωρές
παρθένες στην παραβολή, για τούτο μόνο
εκβλήθηκαν από τον νυμφώνα, αν και είχαν σωφροσύνη, όπως λέγει ο Παύλος. «Εἰρήνην
διώκετε μετὰ πάντων, καὶ τὸν ἁγιασμόν, οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον(:Αγωνίζεστε και προσπαθείτε να έχετε ειρήνη
με όλους. Επιδιώκετε να αποκτήσετε και τον αγιασμό και καθαρότητα της καρδιάς
από κάθε πάθος, διότι χωρίς αυτόν τον αγιασμό κανείς δεν θα δει τον Κύριο)» [Εβρ.12,14]. Σκέψου λοιπόν ότι χωρίς μεν σωφροσύνη δεν είναι δυνατό να δει
κανείς τον Κύριο· αλλά και ούτε εάν έχει κανείς σωφροσύνη είναι δυνατό
οπωσδήποτε να Τον δει, διότι πολλές φορές κάτι άλλο εμπόδισε σε αυτό. Και
πάλι εάν κατορθώσουμε τα πάντα, αλλά δεν
ωφελήσουμε τον πλησίον, ούτε έτσι θα εισέλθουμε στη βασιλεία.
Από πού
φαίνεται αυτό; Από τους υπηρέτες στους οποίους εμπιστεύτηκαν τα τάλαντα· διότι
εκεί όλη η αρετή ήταν πλήρης και τίποτε δεν έλειπε· αλλά επειδή έγινε οκνηρός στην εργασία, κατά φυσικό λόγο εξεβλήθη.
Είναι δυνατόν και μόνο από κακολογία να
εισέλθει κανείς στη γέενα. Διότι «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ
αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά, ἔνοχος ἔσται
τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(:Εγώ όμως σας λέγω ότι καθένας που οργίζεται
εναντίον του αδελφού του χωρίς σοβαρό πνευματικό λόγο, διαπράττει έγκλημα
ανάλογο με εκείνο το οποίο δικαζόταν άλλοτε από το τοπικό επταμελές δικαστήριο,
που ονομαζόταν «κρίση». Και εκείνος που θα προσφωνήσει και θα πει περιφρονητικά
τον αδελφό του “ανόητε, τιποτένιε”, είναι ένοχος εγκλήματος βαρύτερου, από
εκείνα που δικάζει το μεγάλο συνέδριο, το ανώτατο δηλαδή δικαστήριο των
Εβραίων. Και εκείνος που με μίσος και κακία θα πει τον αδελφό του “ηλίθιε”,
είναι βαρύτατα ένοχος και άξιος να τιμωρηθεί με την γέενα του πυρός που
βρίσκεται στον Άδη)»[Ματθ.5,22],
λέγει.
Και αν ακόμη τα πάντα κατορθώσει κανείς,
αλλά είναι υβριστής, και πάλι δε θα εισέλθει. Και ας μην κατηγορεί κανείς
για σκληρότητα τον Θεό, επειδή εκβάλλει από τη βασιλεία των ουρανών όσους
έφταιξαν σε αυτό· διότι αν στους ανθρώπους, οποιανδήποτε παρανομία και αν κάνει
κάποιος, γίνεται ανάξιος να αντικρύσει το πρόσωπο του βασιλέως, και αν ακόμη
παραβεί ένα νόμο από τους ισχύοντες, είτε συκοφαντήσει κατηγορώντας, χάνει το
αξίωμά του, είτε μοιχεύσει και κυριευτεί από πάθος, έγινε ανάξιος, και αν ακόμη
έχει κατορθώσει αμέτρητα πράγματα, χάνεται· και αν κάνει φόνο και αποδειχτεί,
και αυτό είναι αρκετό για να τον καταστρέψει· αν λοιπόν οι νόμοι των ανθρώπων φυλάσσονται με τόση αυστηρότητα και
ακρίβεια, πολύ περισσότερο οι νόμοι του Θεού.
«Αλλά ο Θεός είναι Αγαθός και δεν θα μας
τιμωρήσει», θα μπορούσε να πει κάποιος. Έως πότε θα λέμε αυτόν τον ανόητο
λόγο; Ανόητο τον χαρακτήρισα τον λόγο
αυτόν, όχι διότι δεν είναι Αγαθός ο Θεός, αλλά διότι νομίζουμε ότι η αγαθότητά
Του είναι χρήσιμη για εμάς σε αυτά, αν και πολλές φορές έχουμε πει πάρα πολλά για τον λόγο αυτόν. Άκουε λοιπόν
τη Γραφή, η οποία λέγει: «καὶ μὴ εἴπῃς· ὁ οἰκτιρμὸς αὐτοῦ πολύς, τὸ πλῆθος
τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐξιλάσεται· ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς
καταπαύσει ὁ θυμὸς αὐτοῦ(:Μην πεις: “μέγα και πολύ είναι το
έλεος του Θεού και οσονδήποτε πλήθος αμαρτιών και αν έχω διαπράξει, θα με συγχωρήσει
ο Κύριος”. Μη λησμονείς όμως, ότι παρά τω Θεώ υπάρχει βεβαίως το έλεος αλλά και
η οργή. Εναντίον λοιπόν εκείνων, οι
οποίοι άφοβα αμαρτάνουν, θα επιπέσει η οργή του Θεού)» [Σοφ. Σειρ. 5,6].
Δεν
εμποδίζει να λέμε ότι η ευσπλαχνία Του είναι μεγάλη· δεν προτρέπει σε αυτό,
παρότι θέλει να λέμε συνεχώς αυτό το πράγμα, για το οποίο και ο Παύλος κινεί τα
πάντα· αλλά για τον εξής λόγο. «Μη
θαυμάζεις», λέγει, «τη φιλανθρωπία
του Θεού για να αμαρτάνεις και να λέγεις: ‘’θα με λυτρώσει από το πλήθος των
αμαρτιών μου’’»· διότι για τον λόγο
αυτό λέμε τόσο πολλά για την αγαθότητα του Θεού, όχι για να πράττουμε όλα τα
κακά έχοντας θάρρος σε αυτήν, διότι τότε η αγαθότητα θα γίνει αιτία να
απολεστεί η σωτηρία μας, αλλά για να μην απελπιζόμαστε για τις αμαρτίες μας και
για να μετανοούμε. Διότι «τὸ χρηστὸν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιάν σε ἄγει(:το ότι σε ευεργετεί ο Θεός, αντί να
εξαπολύσει την οργή Του εναντίον σου για τις κακές πράξεις σου, πρέπει να σε παρακινεί και να σε οδηγεί σε
μετάνοια) [Ρωμ.2,4]», όχι σε
περισσότερη κακία. Εάν λοιπόν γίνεις κακός εξαιτίας της αγαθότητας του
Θεού, τότε εσύ πολύ περισσότερο την διαβάλλεις στους ανθρώπους·διότι βλέπω
πολλούς να κατηγορούν τη μακροθυμία του Θεού. Ώστε θα κατακριθείς διότι δεν
χρησιμοποίησες αυτήν όπως πρέπει.
Είναι
φιλάνθρωπος ο Θεός; Είναι όμως και δίκαιος κριτής. Συγχωρεί αμαρτίες; Αποδίδει όμως κιόλας στον καθένα σύμφωνα
προς τα έργα του. Προσπερνά αδικίες, απαλλάσσει από το βάρος των ανομιών;
Αλλά και εξετάζει. Τι λοιπόν; Δεν είναι αντίθετα αυτά; Δεν είναι αντίθετα, αν
διαστείλουμε αυτά ως προς τον χρόνο πραγματοποιήσεώς τους. Απαλλάσσει από την ανομία εδώ, στην επίγεια ζωή μας, και μέσω του βαπτίσματος
και μέσω της μετανοίας· εξετάζει τις πράξεις εκεί, στην άλλη ζωή, κατά τη
μέλλουσα κρίση, δια πυρός και βασάνων.
«Αν λοιπόν», θα μπορούσε να πει κάποιος, «επειδή έπραξα κακά, εκβάλλομαι και εκπίπτω
της βασιλείας, είτε κάνω ένα από αυτά, είτε άπειρα, γιατί να μην κάνω όλα τα κακά;». Αυτό είναι λόγος αχάριστου
υπηρέτη· πλην όμως θα απαντήσουμε και σε αυτόν.
Μην πράττεις τα κακά, για να ωφελήσεις
τον εαυτό σου· διότι όλοι μεν ομοίως θα εκπέσουμε της βασιλείας, στη γέεννα
όμως δε θα καταδικαστούμε εξίσου όλοι, αλλά ο μεν θα κολαστεί πολύ, ο δε
λιγότερο. Εάν λοιπόν και εσύ και εκείνος περιφρονήσατε τον νόμο του Θεού, και
εκείνος ο οποίος διέπραξε πολλές, και εκείνος ο οποίος διέπραξε λίγες αμαρτίες,
ομοίως θα εκπέσετε της βασιλείας· εάν όμως δεν περιφρονήσατε ομοίως τον θείο
νόμο, αλλά ο μεν περισσότερο, ο δε λιγότερο, θα αισθανθείτε τη διαφορά στη γέενα.
«Τι
λοιπόν», θα έλεγε κάποιος άλλος ίσως, «ο
Θεός απειλεί εκείνους οι οποίοι δεν έδωσαν ελεημοσύνη, ότι θα απέλθουν στο πυρ;
Και όχι απλώς στο πυρ, αλλά σε εκείνο το οποίο ετοιμάστηκε για τον διάβολο και
τους αγγέλους του; Και για ποιο λόγο;».
Τίποτε δεν παροργίζει τόσο τον Θεό, αλλά
από όλα τα κακά αυτά θέτει πρώτο·διότι εάν πρέπει να αγαπούμε και τους
εχθρούς, εκείνος ο οποίος βλάπτει και
τους φίλους και είναι ως προς τούτο χειρότερος και από τους ειδωλολάτρες, ποιας
κολάσεως δε θα είναι άξιος;
Ώστε εδώ το μέγεθος του αμαρτήματος έκανε
αυτόν τον ανελεήμονα και σκληρό άνθρωπο να απέλθει στη γέενα μαζί με τον
διάβολο. Διότι «οὐκ ἔστιν ἀγαθὰ τῷ ἐνδελεχίζοντι εἰς κακὰ καὶ τῷ ἐλεημοσύνην μὴ
χαριζομένῳ(:δεν είναι ορθό και δίκαιο να ευεργετείται άνθρωπος, ο οποίος
ισχυρογνωμόνως επιμένει στο κακό· όπως
επίσης και εκείνος, ο οποίος, ενώ μπορεί, δεν κάνει ποτέ ελεημοσύνη)»[Σοφ.
Σειρ. 12,3]. Εάν λοιπόν τούτο ίσχυσε στην Παλαιά Διαθήκη, πολύ περισσότερο στην
Καινή. Εάν εκεί όπου ήταν ανεκτή η
απόκτηση χρημάτων και απόλαυση και φροντίδα γι' αυτά, υπήρχε τόση πρόνοια για
βοήθεια στους πτωχούς, πόσο μάλλον όταν λαμβάνουμε ως εντολή να απορρίπτουμε
όλα τα υλικά; Διότι τι δεν έκαναν εκείνοι οι άνθρωποι της Παλαιάς Διαθήκης;
Έδιναν συνεχώς το ένα δέκατο των εισοδημάτων τους σε ορφανά, χήρες, ξένους.
Αλλά ίσως μου έλεγε κάποιος με θαυμασμό ότι και
ο τάδε δίνει το ένα δέκατο των εισοδημάτων του. Πόση ντροπή υπάρχει σε αυτό, όταν
αυτό το οποίο ούτε στους Ιουδαίους ήταν άξιο θαυμασμού, αυτό έχει γίνει
αξιοθαύμαστο στους Χριστιανούς; Εάν
τότε ήταν επικίνδυνο το να λησμονήσει κανείς τις δεκάτες, σκέψου πόσο μάλλον
τώρα. Η μέθη πάλι δεν κληρονομεί τη βασιλεία.
Αλλά τι λέγουν οι πολλοί; Εάν λοιπόν και εγώ
και εκείνος βρισκόμαστε στα ίδια αμαρτήματα, αυτό είναι μεγάλη παρηγορία. Τι
λοιπόν; Είναι ορθό τούτο· διότι πράγματι δεν θα λάβετε την ίδια τιμωρία εσύ και
εκείνος· άλλωστε δε ούτε παρηγορία είναι αυτό· διότι η συμμετοχή στα βάσανα τότε έχει παρηγορία, όταν οι συμφορές είναι
ανάλογες των δυνάμεών μας· όταν όμως τις υπερβαίνουν και μας προξενούν τρέλα
και λιποθυμία, δεν αφήνουν να λάβουμε καμία παρηγορία. Πες λοιπόν σε εκείνον
τον οποίο βασανίζουν κα έχει εισέλθει στην πυρά, ότι και ο τάδε πάσχει αυτό·
αλλά ούτε καν θα αισθανθεί την παρηγορία.
Μήπως δεν χάθηκαν όλοι μαζί οι Ισραηλίτες; Ποια παρηγορία έφερε αυτό σε εκείνους;
Μάλλον αυτό δεν ήταν εκείνο το οποίο τους λυπούσε; Για τον λόγο αυτόν και έλεγαν:
«καὶ
εἶπαν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ πρὸς Μωυσῆν λέγοντες· ἰδοὺ ἐξανηλώμεθα, ἀπολώλαμεν,
παρανηλώμεθα(:Είπαν τότε οι
Ισραηλίτες προς τον Μωυσή: “χαθήκαμε, εξοντώθηκαμε, εκδαπανήθηκαμε !)» [Αριθμ. 17,27].
Τι
παρηγορία είναι λοιπόν αυτή; Άδικα παρηγορούμε τους εαυτούς μας με αυτές τις
ελπίδες. Μία μόνο παρηγορία υπάρχει, το
να μην πέσουμε μέσα σε εκείνο το άσβεστο πυρ· για εκείνον όμως, ο οποίος θα πέσει μέσα, δεν είναι δυνατόν να τύχει παρηγορίας
εκεί όπου ο βρυγμός των οδόντων, όπου ο κλαυθμός, όπου ο σκώληξ ο ακοίμητος,
όπου το άσβεστο πυρ. Πες μου, λοιπόν, σκέπτεσαι καθόλου κάποια παρηγορία,
ενώ βρίσκεσαι σε θλίψη και συμφορά; Σε αυτό λοιπόν θα στηριχτείς; Μη, παρακαλώ και ικετεύω, ας μην απατάμε
τους εαυτούς μας ματαίως και ας μην παρηγορούμαστε με αυτούς τους λόγους, αλλά
ας πράττουμε αυτά, τα οποία θα δυνηθούν να μας σώσουν.
Μαζί με
τον Χριστό πρόκειται να καθίσεις και εσύ ακριβολογείς για αυτά; Εάν
λοιπόν κανένα άλλο αμάρτημα δεν υπήρχε, πόση κόλαση έπρεπε να υποστούμε, μόνο
για τους λόγους αυτούς, διότι τόσο οκνηροί, τόσο άθλιοι και ράθυμοι είμαστε,
ώστε, ενώ μας αναμένει τόση τιμή, να λέγουμε αυτά; Όταν, επίσης, σκεφτείς
τότε εκείνους οι οποίοι κατόρθωσαν να εισέλθουν στον Παράδεισο, δε θα λειώσεις
περισσότερο; Όταν δεις ανθρώπους οι οποίοι από δούλοι και από χαμηλή καταγωγή
προερχόμενοι, αφού κοπίασαν λίγο εδώ, να μετέχουν εκεί στο βασιλικό θρόνο, δε
θα είναι αυτά χειρότερα από την κόλασή σου; Διότι εάν τώρα όταν βλέπεις αυτούς
να ευτυχούν, και ενώ δεν παθαίνεις κανένα κακό, από αυτό μόνο βασανίζεσαι
περισσότερο από κάθε τιμωρία, και πενθείς τον εαυτό σου και δακρύζεις και τον
κρίνεις άξιο μυρίων θανάτων, τι θα υποστείς τότε; Διότι εάν δεν υπήρχε γέενα, αυτή μόνο η ιδέα της δουλείας δεν ήταν
αρκετή να σε αφανίσει και να σε καταστρέψει; Και ότι αυτό έτσι θα είναι,
μπορείς να το μάθεις από την πείρα των πραγμάτων.
Ας μην παρηγορούμε λοιπόν άδικα τους εαυτούς μας
με τέτοιους λόγους, αλλά ας προσέχουμε και ας φροντίζουμε για την σωτηρία μας,
και ας ασκούμε την αρετή, και ας παρακινούμε τους εαυτούς μας για την
πραγματοποίηση των καλών, για να αξιωθούμε να τύχουμε της άπειρης δόξης εν Χριστώ Ιησού, του Κυρίου μας, μαζί με
τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει δόξα, δύναμις, τιμή,
τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος