Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὅσοι, χωρὶς ἱστορικὴ γνώση, παρακολουθοῦν αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὴν σύγκρουση μεταξὺ τῶν δυτικῶν συμμάχων τοῦ ΝΑΤΟ καὶ τῆς Ρωσίας στὰ σύνορα τῆς Οὐκρανίας, ὅπου ἐπιδιώκουν οἱ νέοι Σταυροφόροι νὰ ἀποσπάσουν τὴν Οὐκρανία ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ καὶ γεωπολιτική της σύνδεση μὲ τὴν Ρωσία καὶ νὰ τὴν ἐντάξουν στὴν δυτικὴ συμμαχία, στὴν λατινοφραγκική, παπικὴ καὶ προτεσταντικὴ Δύση, δὲν μποροῦν νὰ κατανοήσουν τὴν δικαιολογημένη ἰσχυρὴ ἀντίδραση τῆς Ρωσίας καὶ πιθανὸν νὰ δικαιώνουν ὄχι τὴν ἀμυνόμενη Ρωσία ἀλλὰ τοὺς ἐπιτιθέμενους νέους Σταυροφόρους τῆς Δύσης.
Οἱ τελευταῖοι ἐπαναλαμβάνουν ὅ,τι ἔπραξαν μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Σερβία στὸν ἐναντίον της πολυχρόνιο πόλεμο μετὰ τὴν διάλυση τῆς Γιουγκοσλαβίας. Ἀφοῦ μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ πάπα καὶ τοὺς τοπικοὺς πολέμους ἱδρύθησαν τὰ ἀνεξάρτητα «καθολικά» κράτη τῆς Κροατίας καὶ τῆς Σλοβενίας μὲ ἐδαφικὲς ρυθμίσεις εἰς βάρος τῆς Ὀρθόδοξης Σερβίας, ἐπενέβη τὸ ἴδιο τὸ ΝΑΤΟ τὸ 1999 (Μάρτιος-Ἰούνιος) καὶ μὲ ἀτέλειωτους φονικοὺς βομβαρδισμοὺς ἐναντίον τῆς Σερβίας, ποὺ ἄντεξε ἐπὶ μῆνες, διέλυσαν τὴν στρατιωτική της δύναμη καὶ τὴν ἀνάγκασαν νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὴν ἱστορική της κοιτίδα, τὸ Κοσσυφοπέδιο, ποὺ τὸ παρέδωσαν στοὺς Μουσουλμάνους Κοσοβάρους Ἀλβανούς, γεμίζοντας τὰ Βαλκάνια μὲ ἀνεξάρτητα νέα λατινοφραγκικὰ προτεκτοράτα, ἀμερικανοευρωπαϊκά, παπικὰ καὶ μουσουλμανικά, ποὺ περικύκλωσαν τὴν Ὀρθόδοξη Σερβία, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀμφιταλαντευόμενη μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης Ἑλλάδα. Ἡ τελευταία ὡς μέλος τῆς δυτικῆς συμμαχίας διευκόλυνε τὶς στρατιωτικὲς ἐπιχειρήσεις, μὲ τὴν λαϊκή της πάντως ἀλάνθαστη συνείδηση στάθηκε στὸ πλευρὸ τῶν ἀμυνόμενων Ὀρθοδόξων Σέρβων. Ἔχει καταγραφῆ ἀνεξίτηλα ἡ ἐνθάρρυνση τοῦ Βατικανοῦ πρὸς τοὺς πρέσβεις τῶν δυτικῶν χωρῶν διὰ στόματος τοῦ Πολωνοῦ πάπα Παύλου ΣΤ´, ὅπως τὴν διέσωσε Ἕλληνας Εὐρωβουλευτής: «Ἐξοπλῖστε τοὺς Μουσουλμάνους καὶ ἀφοπλῖστε τοὺς Σέρβους»[1].
Ὅ,τι εἶναι τὸ Κοσσυφοπέδιο γιὰ τοὺς Σέρβους, ὡς ἐθνικὴ καὶ χριστιανική τους κοιτίδα, τὸ ἴδιο εἶναι καὶ ἡ Οὐκρανία, τὸ Κίεβο, γιὰ τοὺς Ρώσους. Στὸ Κίεβο, τὴν πρώτη πρωτεύουσα τῶν Ρώσων, συντελέσθηκε τὸ Βάπτισμα, ὁ ἐκχριστιανισμός τους (988 μ.Χ.), καὶ ἐκεῖ ἐπὶ αἰῶνες ἀναπτύχθηκε ἡ Ρωσικὴ Ὀρθοδοξία, ὁ ρωσικὸς πολιτισμός, μὲ περίλαμπρους ναούς, ξακουστὰ μοναστήρια, καὶ μεγάλους Ἁγίους ἀσκητές. Ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν κατάκτηση τῆς περιοχῆς ἀπὸ τοὺς Μογγόλους, τὸ 1240, καὶ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας, ἀρχικὰ στὸ Βλαδιμὴρ καὶ ὁριστικὰ στὴν Μόσχα, τὸ Κίεβο ἐξακολούθησε νὰ θεωρεῖται ρωσικὴ ἐπικράτεια καὶ νὰ διεκδικεῖται ἀπὸ τοὺς Ρώσους. Μετὰ τοὺς Μογγόλους τὴν περιοχὴ κατέκτησαν οἱ Πολωνοὶ ἐπὶ δύο αἰῶνες μέχρι τὸ 1654, ὁπότε μετὰ τὴν νίκη τῶν Ρώσων ἐπὶ τῶν Πολωνῶν ἔκλεισε ἡ παρένθεση τῆς πολωνικῆς κατάκτησης τῶν περιοχῶν καὶ ἀποκαταστάθηκε ἡ ἑνότητα Μόσχας Κιέβου. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πολωνικῆς κατάκτησης, ἐν μέρει δὲ καὶ τῆς Λιθουανικῆς σὲ κάποιες ρωσικὲς περιοχές, τὸ Κίεβο ἔγινε τὸ Κέντρο τῆς δράσεως τῶν Ἰησουϊτῶν καὶ τῶν Οὐνιτῶν, ὅπου, παράλληλα μὲ τὸν ἐκλατινισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀπεξάρτησή τους ἀπὸ τὴν Ρωσία μὲ τὴν δημιουργία ξεχωριστῆς Μητρόπολης Κιέβου, ἐπιχειρήθηκε συστηματικὰ καὶ ἡ ἐθνική τους ἀπεξάρτηση μὲ τὴν καλλιέργεια οὐκρανικῆς συνείδησης, τοῦ Οὐκρανισμοῦ, καὶ τὴν συστηματικὴ ἀνάπτυξη τῆς ρωσοφοβίας. Πουθενὰ στὶς ἑλληνικὲς ἱστορικὲς πηγὲς δὲν συναντᾶται ἡ λέξη Οὐκρανία, ἀλλὰ τὸ ρωσικὸ ἔθνος παρουσιάζεται ἑνιαῖο μὲ γεωγραφικοὺς πληθυσμιακοὺς χαρακτηρισμούς, ὅπως Μεγάλη Ρωσία, Μικρὰ Ρωσία, Λευκορωσία. Ὁ σημερινὸς Οὐκρανὸς εἶναι ὁ Μικρορῶσος, ὁ Μοσχοβίτης εἶναι ὁ Μεγαλορῶσος καὶ ὁ τῆς Λευκορωσίας εἶναι ὁ Λευκορῶσος. Ὅσα συμβαίνουν σήμερα στὴν Οὐκρανία μὲ τὴν καλλιεργούμενη ρωσοφοβία καὶ τὴν προσπάθεια ἐκδυτικισμοῦ ἔχουν τὶς ρίζες τους πίσω στὴν ἱστορία, στὶς προσπάθειες ἐκπολωνισμοῦ καὶ ἐκλατινισμοῦ τῶν κατοίκων[2].
2. Ἡ Ρωσικὴ Ὀδησσὸς δέχεται καὶ τιμᾶ τὸ λείψανο τοῦ ἱερομάρτυρος πατριάρχη Γρηγορίου τοῦ Ε´
Ἀξίζει πάντως νὰ ἀναφέρουμε, στὰ πλαίσια τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν διακοσίων ἐτῶν (200) ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821, τὴν λαμπρὴ ὑποδοχὴ ποὺ ἐπεφύλαξαν οἱ Ρῶσοι, Ἐκκλησία καὶ Πολιτεία, στὸ σκήνωμα τοῦ ἱερομάρτυρα πατριάρχη Γρηγορίου τοῦ Ε´, στὴν πόλη τῆς Ὀδησσοῦ, στὴν ρωσικὴ Ὀδησσό, γιατὶ τότε δὲν ὑπῆρχε Οὐκρανία, τὸν Ἰούνιο τοῦ 1821, μετὰ τὴν θαυμαστὴ διάσωση τοῦ λειψάνου ἀπὸ τὸ ἐλλιμενισμένο στὴν Γέφυρα τοῦ Γαλατᾶ πλοῖο τοῦ Ἰωάννη Σκλάβου, πλοιάρχου ἀπὸ τὴν Κεφαλληνία, ὑπὸ ρωσικὴ σημαία, ὁ ὁποῖος τὸ μετέφερε στὴν Ὀδησσὸ ὅπου ἐτάφη μὲ αὐτοκρατορικὲς τιμές. Ὁ Γ. Παπαδόπουλος στὸ βιβλίο του «Ἱστορία Γρηγορίου Ε´, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Πρωταθλητοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως», ἀναφερόμενος στὶς ἑτοιμασίες γιὰ τὴν κηδεία τοῦ πατριάρχη λέγει ὅτι τὸ γενικὸ πρόσταγμα γιὰ τὴν ὑλοποίηση τῶν διαταγῶν τοῦ αὐτοκράτορος τῆς Ρωσίας Ἀλεξάνδρου εἶχε ὁ κόμης Ἀλέξανδρος Θεοδωρίδης Λανζερών, γενικὸς διοικητὴς τῆς Μικρᾶς Ρωσίας, καὶ ὅτι μετὰ τὸν ἀσπασμὸν τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ὑπὸ τῶν κληρικῶν ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες «ἐν τῷ ναῷ κατησπάζετο μεθ᾽ ὅλης τῆς εὐλαβείας πλῆθος μέγα συρρεόντων ἐκ τῶν πλησιεστέρων ἐπαρχιῶν τῆς Μικρᾶς Ρωσίας»[3]. Στὸν ἐπιτάφιο λόγο ἐπίσης ποὺ ἐξεφώνησε ὁ μέγας διδάσκαλος τοῦ Γένους Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος ὁ ἐξ Οἰκονόμων στὴν Ὀδησσὸ στὶς 19 Ἰουνίου 1821 στὸ ρωσικὸ καθεδρικὸ Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, μεταξὺ ἄλλων, εἶπε ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν ἀποθανόντα πατριάρχη: «Ἂν καὶ δὲν σὲ περιστέφει πλέον ἡ ἁγιωτάτη σου Σύνοδος, ἀλλὰ περιστοιχοῦσι τὸ λείψανόν σου, ὡς στελέχη φοινίκων, σεβάσμιοι Ποιμένες καὶ ἱερεῖς ἐκ μέρους τῆς ἁγιωτάτης Συνόδου τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας. Ἂν καὶ δὲν ἐνταφιάζεσαι εἰς τὴν ἔνδοξον μὲν ἀλλὰ στενάζουσαν ἤδη γῆν τῆς Ἑλλάδος, ἀλλ᾽ ἐνταφιάζεσαι ἐνδόξως εἰς γῆν ἐλευθέραν, καὶ τιμᾶσαι λαμπρῶς ὑπό τε τῶν παρόντων ὁμογενῶν σου καὶ ὑπὸ τῶν γενναίων καὶ θεοσεβῶν Ρώσσων, τῶν ὁποίων ἡ τῆς πίστεως εὐσέβεια, συμφωνοῦσα πρὸς τῶν νικηφόρων αὐτῶν ὅπλων τὴν ἰσχύν, ἠξεύρει νὰ τιμᾶ καὶ νὰ ὑπερασπίζηται δημοσίως τὰ θεῖα καὶ ἀνθρώπινα δικαιώματα»[4]. Στὴν ρωσικὴ λοιπὸν Ὀδησσὸ καὶ ὄχι στὴν Οὐκρανική, ἐτάφη ὁ ἱερομάρτυς καὶ ἐθνάρχης πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε´. Ρῶσοι ἱεράρχες καὶ ἱερεῖς, Ὀρθόδοξοι πιστοὶ τῆς Μικρᾶς Ρωσίας, δηλαδὴ τῆς σημερινῆς Οὐκρανίας, καὶ ἡ Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, καὶ ὄχι κάποιας ψευδοαυτοκέφαλης Οὐκρανικῆς, ἐτίμησαν καὶ ἐδόξασαν τὸ σκήνωμα τοῦ ἡρωϊκοῦ πατριάρχη. Πρὸς τὴν Ὀρθόδοξη Ρωσία καὶ τὴν Ρωσικὴ Ἐκκλησία ἐστράφησαν οἱ εὐχαριστίες καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη τῶν Ἑλλήνων στοὺς πανηγυρικοὺς καὶ ἐγκωμιαστικοὺς λόγους ποὺ ἐκφωνήθηκαν τὸ 1871 μὲ ἀφορμὴ τὸν ἑορτασμὸ τῆς πεντηκονταετίας ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821, κατὰ τὸν ὁποῖο πραγματοποιήθηκε καὶ ἡ μεταφορὰ τοῦ λειψάνου τοῦ πατριάρχη ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸ στὴν Ἀθήνα καὶ ἡ ἐναπόθεσή του στὸν μητροπολιτικὸ ναό. Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν σχετικῶν ἀναφορῶν περιοριζόμαστε μόνον εἰς ὅσα γράφει ὁ ποιητὴς Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης στὸν Πρόλογο τοῦ συγκλονιστικοῦ ποιήματος «Ἀνδριάς» ποὺ ἀπήγγειλε τὸ ἑπόμενο ἔτος 1872 στὶς 25 Μαρτίου ἐνώπιον τοῦ ἑτοιμασθέντος ἀνδριάντος, τὸ ὁποῖο ἀρχίζει μὲ τοὺς στίχους:
Πῶς μᾶς θωρεῖς ἀκίνητος;... Ποῦ τρέχει ὁ λογισμός σου;
Γράφει λοιπὸν στὸν Πρόλογο μεταξὺ ἄλλων: «Τὸ ἱερὸν λείψανον τοῦ μεγάλου τῆς Ἑλλάδος ἐθνομάρτυρος ἔμεινε τρεῖς ὅλας ἡμέρας κρεμάμενον ἐπὶ τῆς ἀγχόνης, ὕστερον δὲ παρεδόθη εἰς χεῖρας τοῦ μαινομένου ὄχλου τῶν δημίων καὶ διασυρθὲν καθ᾽ ὅλας τὰς ρύμας καὶ τὰς ἀγυιὰς τοῦ Βυζαντίου, ὥς τι θνησιμαῖον ἀνάξιον ἐνταφιασμοῦ, ἐρρίφθη εἰς τὰ βάθη τοῦ Βοσπόρου. Ἀλλ᾽ ὁ Θεὸς ὁ Ὕψιστος παρέλαβεν αὐτὸ ἐκ τῶν κόλπων τῆς θαλάσσης καὶ τὸ διεπιστεύθη εἰς χεῖρας τῆς Ὀρθοδόξου Ρωσίας, ἥτις ἀπέδωκεν αὐτῷ τιμὰς αὐτοκρατορικὰς καὶ λατρείαν ἀνάλογον πρὸς τὸν τερατώδη ὄγκον τοῦ διαπραχθέντος στυγεροῦ κακουργήματος καὶ τῆς ὑψηλῆς θέσεως, ἣν κατεῖχεν ἐν τῷ πληρώματι τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀπαγχονισθεὶς πατριάρχης»[5].
3. Στόχος τῶν δυτικῶν Σταυροφόρων, παλαιῶν καὶ νέων, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Τί λέγει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος.
Παρεμβάλαμε τὰ περὶ τοῦ πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´, γιὰ νὰ δείξουμε ἐνδεικτικὰ ὅτι στὴν ἱστορικὴ συνείδηση Ἑλλήνων καὶ Ρώσων, τὸ Κίεβο, ἡ Ὀδησσὸς καὶ ὅλα τὰ νότια παράλια τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἱστορικὰ θεωροῦνται ρωσικὴ ἐπικράτεια, καὶ ὅπως ἔπραξαν κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1990 οἱ Σταυροφόροι τοῦ ΝΑΤΟ ἐναντίον τῆς Ὀρθόδοξης Σερβίας, τὸ ἴδιο ἐπεχείρησαν παλαιὰ μὲ τὶς πολωνικὲς καὶ λιθουανικὲς κατακτήσεις ἐδαφῶν τῆς Μικρᾶς Ρωσίας (= Οὐκρανίας) καὶ πράττουν καὶ σήμερα μὲ τὴν προσπάθεια τῆς ὁριστικῆς ἀπεξάρτησης τῆς Οὐκρανίας ἀπὸ τὴν Ρωσία, πολιτικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς καὶ τῆς ἔνταξής της στὸν δυτικὸ χῶρο. Ἡ πολιτικὴ ἀπεξάρτηση ἐπιτεύχθηκε βέβαια μετὰ τὴν διάλυση τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης τὸ 1990, ἐξακολουθοῦσε ὅμως καὶ ἐξακολουθεῖ ἡ πολιτιστικὴ σύνδεση τῶν δύο ὁμόφυλων λαῶν, ὅπως καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ τὴν Ρωσικὴ Ἐκκλησία, ἐναντίον τῆς ὁποίας ἐργάζεται δυστυχῶς ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, συνεργαζόμενος μὲ τοὺς δυτικοὺς Σταυροφόρους ποὺ διέλυσαν τὸ Βυζάντιο καὶ ἐβεβήλωσαν τὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1204, συνεργαζόμενος οὐσιαστικῶς ἐναντίον τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Στόχος τῆς αἱρετικῆς Δύσης διαχρονικά, τῇ ὑποκινήσει τοῦ Διαβόλου, εἶναι νὰ διαλύσει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δηλαδὴ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, καὶ νὰ ἀποχριστιανίσει καὶ τὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, ὅπως ἤδη ἔχει ἀποχριστιανισθῆ ἡ ἴδια.
Ἡ σταυροφορικὴ αὐτὴ δαιμονικὴ συμπεριφορὰ πηγαίνει πολὺ πίσω στὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους τοῦ πάπα τὸ 1204, ἡ ὁποία, κατὰ γενικὴ τῶν ἱστορικῶν ἐκτίμηση, ἐξασθένησε τόσο πολὺ τὴν πλανητάρχισσα τότε ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία, ὥστε παρὰ τὴν ἐπανάκτησή της ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες τὸ 1261, μετὰ ἀπὸ ἑξήντα χρόνια δουλείας στοὺς Φραγκολατίνους, νὰ ὑποκύψει τελικὰ στοὺς Τούρκους τὸ 1453, πρὸς μεγάλη χαρὰ τῶν Δυτικῶν, ποὺ εἶχαν γεμίσει τὸν ἑλληνικὸ χῶρο μὲ φραγκολατινικὰ κρατίδια καὶ εἶχαν περικυκλώσει τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπως περικυκλώνουν τώρα καὶ τὴν Μόσχα. Ἐνόμισαν ὅτι θὰ σβήσουν τὸν ὀρθόδοξο πολιτισμὸ καὶ θὰ παραμείνει μόνος ὁ ὑλιστικός, ὀρθολογιστικὸς καὶ νοθευμένος δυτικὸς πολιτισμός, ποὺ δὲν εἶναι κἂν χριστιανικός. Δὲν θὰ παραθέσω ἱστορικὲς μαρτυρίες, ἀπὸ τὶς πολλὲς ποὺ ὑπάρχουν, γιὰ τὴν βαρβαρότητα καὶ τὶς λεηλασίες, γιὰ τὸ μῖσος τῶν Σταυροφόρων ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Κωνσταντινούπολης. Θὰ ἀναφέρω μόνον ὅσα λέγει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ποὺ δὲν εἶναι πολὺ γνωστά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προκύπτουν καὶ δύο ἄλλες ἐνδιαφέρουσες πτυχὲς γιὰ τὴν σημερινὴ ἐκκλησιαστικὴ πραγματικότητα. Συντρίβεται, ἐν πρώτοις, ὁ ἰσχυρισμὸς οἰκουμενιστῶν κληρικῶν καὶ θεολόγων περὶ τοῦ ὅτι δῆθεν ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἦταν φιλοπαπικός. Καταδεικνύεται ἐπίσης ἡ διαχρονικὴ ὑποκρισία τῶν παπῶν καὶ ἡ κοσμικὴ διπλωματικὴ τους γλώσσα, διότι ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ ζητοῦν συγγνώμη γιὰ ὅσα δεινὰ προξένησαν στοὺς Ὀρθοδόξους, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐνθαρρύνουν καὶ εὐλογοῦν τοὺς πολέμους καὶ τὶς ἐπιθέσεις ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων. Εἶναι προφανὲς ποιούς στηρίζει σήμερα τὸ Βατικανὸ στὴν ἀντιπαράθεση Δυτικῶν καὶ Ρώσων στὴν Οὐκρανία· τὶς ΗΠΑ καὶ τὸ ΝΑΤΟ, ὅπως ἔπραξε καὶ τὴν δεκαετία τοῦ 1990 στὴν Σερβία, τὰ περὶ τὴν Ρωσία «καθολικά» κράτη, τοὺς Οὐνίτες καὶ σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας καὶ ὄχι τὸ δίκαιο τῆς ἀμυνόμενης καὶ περικυκλούμενης Ὀρθόδοξης Ρωσίας.
Γράφει λοιπὸν ὁ λαοφιλὴς καὶ γλυκύτατος Ἅγιος Νεκτάριος ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν Ἅγιος τοῦ 20οῦ αἰῶνος:
«Τὸ κατὰ τῶν Ἑλλήνων μῖσος τῆς Δυτικῆς ἐκκλησίας τὸ ἐμπνευσθὲν καθ᾽ ὅλην τὴν Δύσιν κατέστησε τοὺς ἀμαθεῖς λαοὺς τῆς Δύσεως φανατικοὺς ἐχθροὺς τῶν Ἑλλήνων, οὓς ἐθεώρουν ὡς ἐχθίστους αἱρετικούς· αὐτοὶ οἱ Λατῖνοι ἡγεμόνες, ὧν οἱ πλεῖστοι ἦσαν ἀμαθέστατοι, ἐπίστευον πᾶσαν κατὰ τῶν Ἑλλήνων ἐπιρριπτομένην διαβολὴν καὶ συκοφαντίαν ὑπὸ τῶν ὀργάνων τῆς Παπικῆς ἕδρας, καὶ ἐδέχοντο ὡς ἀληθείας ἀναμφιρρήστους πᾶν ὅ,τι ἔλεγον αὐτοῖς οἱ κληρικοὶ περὶ τῶν προνομίων τῆς ρωμαϊκῆς ἕδρας, καὶ περὶ τῆς αἱρετικῆς δυστροπίας τῶν Ἑλλήνων. Οἱ Σταυροφόροι, ὄχλος ἀμαθὴς καὶ φανατικός, ἔτρεφον ἴσον μῖσος πρὸς τοὺς Ἕλληνας ὅσον καὶ πρὸς τοὺς Ὀθωμανούς. Ἡ ἅλωσις τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπὸ τῶν Σταυροφόρων, τῶν ἀγρίων τῆς Δύσεως Βανδάλων, ἐπέθηκε τὴν σφραγῖδα ἐπὶ τὸ σχίσμα. Οἱ Σταυροφόροι ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐπέδειξαν ὅτι ὁ χριστιανισμὸς τῆς Δύσεως ἦτο τερατούργημα, ὁ δὲ Πάπας Ἰννοκέντιος ὁ Γ´ ἐμαρτύρησεν ὅτι ἦν ὁ ἀληθὴς αὐτῶν ποιμὴν καὶ ποδηγέτης.
...
Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Πάπας ἔγραψε πρὸς τοὺς Σταυροφόρους ἐπιστολήν, δι᾽ ἧς θεωρεῖ αὐτοὺς ὄργανα τῆς θείας βουλῆς· καὶ κατὰ μὲν τὸ πρῶτον ἥμισυ τῆς ἐπιστολῆς φαίνεται ἐλέγχων αὐτοὺς διὰ τὰ φρικώδη κακά, ὅσα κατὰ τῶν Ἑλλήνων εἰργάσαντο, “δι᾽ ἅπερ ἀποστρέφονται αὐτοὺς ὡς κύνας”, κατὰ δὲ τὸ ὑπόλοιπον εὐλογεῖ τὸ ἔργον αὐτῶν θεωρῶν αὐτὸ ἔργον τῆς θείας βουλῆς.
...
Ὁ Ἰννοκέντιος ἔγραψε καὶ ἐγκύκλιον ἐπιστολὴν πρὸς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως λέγων ὅτι ὁ Κύριος θέλων νὰ παρηγορήσῃ τὴν Ἐκκλησίαν αὑτοῦ διὰ τῆς ἑνώσεως τῶν σχισματικῶν, ἀφῄρεσε τὴν Αὐτοκρατορίαν ἀπὸ τῶν ἀλαζόνων καὶ δεισιδαιμόνων καὶ ἀπειθῶν Ἑλλήνων, καὶ ἔδωκεν αὐτὴν τοῖς ταπεινοῖς εὐσεβέσιν, ὀρθοδόξοις, καὶ εὐπειθέσι Λατίνοις!» Πόσον ἀληθῶς θαυμάσιος φαίνεται ὁ ἀλάθητος Πάπας μετὰ θετικότητος ἀποφαινόμενος περὶ τῶν βουλῶν τοῦ Κυρίου! Ἀλλὰ καθ᾽ ὃ Πάπας οὐδὲν ἔχει τὸ παράδοξον»[6].
4. Ἀποδυναμώθηκε ἡ Ρωμιοσύνη τοῦ Βυζαντίου. Ἐνισχύθηκε ἡ Ὀρθόδοξη Ρωσία.
Ἡ σφοδὴ ἐπιθετικότητα τοῦ ἀντιχρίστου Ἰσλὰμ ἀπὸ τὸν 7ο αἰώνα, ἀφήρεσε ζωτικὸ χῶρο ἀπὸ τὴν κοσμοεξάκουστη ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου στοὺς χώρους τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀφρικῆς, ὡς ἀντιστάθμισμα ὅμως τῶν ἐδαφικῶν αὐτῶν ἀπωλειῶν, προνόησε ὁ Θεὸς νὰ ἐξαπλωθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία στὰ Βαλκάνια καὶ στὸν Βορρᾶ, στοὺς σλαβικοὺς λαούς, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ρωσία ἐδόξασε τὴν Ὀρθοδοξία καὶ δοξάσθηκε ἀπὸ αὐτήν.
Ἀσφαλῶς ἀποτελεῖ θεία ρύθμιση τὸ ὅτι λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόσχιση τοῦ Παπισμοῦ ἀπὸ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία στὶς ἀρχὲς τῆς δεύτερη χιλιετίας, τὸ 1054, ποὺ ἄρχισαν οἱ προσπάθειες τῶν Δυτικῶν νὰ καταστρέψουν τὴν Ὀρθοδοξία μὲ τὶς σταυροφορίες καὶ τὴν Οὐνία, ἡ Κωνσταντινούπολη εἶχε ἀποκτήσει ἕναν ὁμόδοξο δυνατό σύμμαχο, τοὺς Ρώσους, εἰς τοὺς ὁποίους μετέδωσε βέβαια τὴν Ὀρθοδοξία, ἀντέλαβε ὅμως ἐπὶ αἰῶνες ἀφοσίωση, ὑποστήριξη καὶ προστασία καὶ ἀπέναντι τῶν Φράγκων τοῦ πάπα, ἀλλὰ καὶ ἀπέναντι τοῦ νέου ἰσχυροῦ Ἰσλὰμ τῶν Ὀθωμανῶν Τούρκων, στοὺς ὁποίους ὑπετάγη κατὰ τὴν τραγικὴ ἅλωση τοῦ 1453. Ὅπως ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν κάρφος στοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν Δυτικῶν καὶ ἔκαναν τὸ πᾶν γιὰ νὰ τὴν ἀφανίσουν εἴτε μὲ πράξεις (σταυροφορίες) εἴτε μὲ παραλείψεις (δὲν ἔστειλαν βοήθεια ἀπέναντι στοὺς Τούρκους), τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὴν ἰσχυρὴ ὀρθόδοξη Ρωσία τῶν τσάρων, μὲ τὴν Ἁγία Ρωσία τῶν προκομμουνιστικῶν χρόνων. Ἰσχυρὴ προστάτιδα τῶν ὀρθοδόξων λαῶν ἀποτελοῦσε τεῖχος ἀσφαλείας ἀπόρθητο στὶς «Ἱερὲς Συμμαχίες» τῶν Δυτικῶν ποὺ ἐποφθαλμιοῦσαν τὴν Ἀνατολὴ γιὰ οἰκονομικοὺς καὶ πολιτιστικοὺς λόγους. Ἡ συνείδηση τῶν σκλάβων Ἑλλήνων τῆς Τουρκοκρατίας ποὺ προσδοκοῦσαν νὰ ἔλθει τό «ξανθὸν γένος», ὁ Μόσχοβος, γιὰ νὰ ξαναπάρουν τὴν Ἁγία Σοφία, ποὺ ἐνισχύθηκε μὲ σημαντικὲς ἐνέργειες τῆς Ρωσίας, στρατιωτικὲς καὶ πολιτικές, ἔστω καὶ ἂν κάποιες φορὲς ἀπέτυχαν, εἶναι ἐνδεικτικὴ ἐπὶ τοῦ προκειμένου. Στὶς ὅποιες ἰδιοτελεῖς ἐπιδιώξεις τῶν Δυτικῶν στὴν ἐπίλυση τοῦ περίφημου «Ἀνατολικοῦ Ζητήματος», τοῦ διαμελισμοῦ δηλαδὴ καὶ τῆς διανομῆς τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἀντίβαρο ἦταν ἡ κραταιὰ Ὀρθόδοξη Ρωσία.
Ἡ καθυπόταξη βέβαια τῆς Ρωσίας μὲ πολεμικὴ ἀναμέτρηση ἀποδείχθηκε ἀνέφικτη, ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Ναπολέοντα καὶ κατόπιν τοῦ Χίτλερ. Ἡ μετασοβιετικὴ ὅμως ἐξασθένηση μὲ τὸν διαμελισμὸ τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης καὶ ἡ ἔλλειψη ἰσχυρῶν ἡγετῶν, ποὺ εἶχε ὡς συνέπεια νὰ παύσει ἡ διαρχία, ὁ διπολισμὸς ἀνάμεσα στὴν Ἀμερικὴ καὶ στὴν Ρωσία κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ψυχροῦ πολέμου, εἶχε σὰν συνέπεια νὰ παραμείνει μόνον ἡ Ἀμερικὴ πλανητάρχισσα καὶ κυρίαρχη. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀποτόλμησαν οἱ σταυροφόροι τοῦ ΝΑΤΟ τὸν ἀπρόκλητο καὶ ἀναίτιο πόλεμο ἐναντίον τῆς Ὀρθόδοξης Σερβίας.
Ἐπειδὴ ὅμως κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ κύριος τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Χριστός, ὄχι ὁ πάπας, οὔτε ἡ Οὐάσινγκτον καὶ τὸ Βερολίνο, καὶ Αὐτὸς κατευθύνει τὴν πορεία τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ κόσμου, στὴ Δύση ὁ Χριστιανισμός, τώρα καὶ στὴν «Ὀρθόδοξη» Ἑλλάδα, βρίσκεται σὲ τραγικὸ ἀδιέξοδο. Ἡ Εὐρώπη ἀποχριστιανίζεται καὶ ἐξισλαμίζεται· σκάνδαλα φρικτὰ παιδεραστίας σείουν τὰ σαθρὰ θεμέλια τοῦ παπικοῦ κλήρου, ἐπίσκοποι ποὺ δὲν πιστεύουν στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἀρνοῦνται τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ· δικαιολογεῖται ἡ ὁμοφυλοφιλία καὶ εὐλογοῦνται γάμοι ὁμοφυλοφίλων· φεμινιστικὴ αὐθάδεια καὶ ἀλαζονεία ἐπαναλαμβάνει τὸ ἁμάρτημα τῆς Εὔας· διαλύεται ἡ οἰκογένεια, δυσφημεῖται ἡ πολυτεκνία, κυριαρχοῦν ὁ πολιτικὸς γάμος καὶ τὸ πολιτικὸ διαζύγιο· ἀποποινικοποιεῖται ἡ μοιχεία, ἡ σεξουαλικὴ ἀγωγὴ εἰσάγεται στὰ πρῶτα σχολικὰ βήματα, ὁ πανσεξουαλισμὸς θριαμβεύει, ὁ κλῆρος ἐκκοσμικεύεται καὶ προσαρμόζεται στὶς ἐπιθυμίες τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Ἡ πανθρησκεία καὶ ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι πλέον ἡ νόμιμη ἔκφραση τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Πολλὲς περιοχὲς τῆς Εὐρώπης ἐξισλαμίζονται· χιλιάδες τεμένη ὑψώνονται καὶ λογχίζουν τὸν ἀέρα τῆς πρώην χριστιανικῆς Εὐρώπης.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ ποὺ σταυρώθηκε καὶ σταυρώνεται ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς Σταυροφόρους ἄντεξε καὶ ἀντέχει. Δὲν ἐξισλαμίσθηκε οὔτε μὲ τὴν βία τῶν Μουσουλμάνων κατακτητῶν καὶ ἔγινε ἐπὶ αἰῶνες ὁ κυματοθραύστης καὶ τὸ ὀχύρωμα τῆς ἀσύνετης Δύσης. Ἡ Ὀρθόδοξη Ρωσία μετὰ τὴν ἀθεϊστικὴ λαίλαπα τοῦ Κομμουνισμοῦ ἀνασυντάσσεται καὶ δυναμώνει κάτω ἀπὸ ἄξια καὶ ἱκανὴ πολιτικὴ ἡγεσία. Νομοθετεῖ καὶ ὀργανώνει τὸν κοινωνικὸ βίο μὲ τὶς χριστιανικὲς καὶ τὶς ὀρθόδοξες ἀξίες. Οἱ Σταυροφόροι τῆς Δύσης ἀπειλοῦν, νομίζοντας ὅτι θὰ ἐπιτύχουν ὅσα ἐπέτυχαν μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη παλαιὰ καὶ μὲ τὴν Σερβία στὰ νεώτερα χρόνια.
Δὲν περιμέναμε, ὅσοι Ὀρθόδοξοι δὲν ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ ἐθνοφυλετικὰ κριτήρια, ὅτι αὐτὸ ποὺ δὲν κατόρθωσε ἡ Δύση καθ᾽ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς δεύτερης χιλιετίας, νὰ διασπάσει καὶ νὰ διαιρέσει τοὺς Ὀρθοδόξους, θὰ τὸ κατόρθωνε στὸ τέλος τῆς χιλιετίας καὶ στὶς ἀρχὲς τῆς τρέχουσας τρίτης· νὰ προκαλέσει ἀντιπαλότητα καὶ σύγκρουση μεταξὺ τῶν δύο ἰσχυρῶν τους κέντρων, τῆς ἱστορικῆς Κωνσταντινούπολης, ἐξασθενημένης τώρα πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά, καὶ τῆς ἰσχυρῆς κοσμοκράτειρας Μόσχας, τὴν ὁποία οἱ Δυτικοὶ ὑπολογίζουν, φθονοῦν, πολεμοῦν καὶ ἐπιδιώκουν μὲ κάθε τρόπο νὰ ταπεινώσουν, ὅπως ἔπραξαν καὶ μὲ τὴν παλαιὰ κοσμοκράτειρα τοῦ Βοσπόρου.
5. Ἡ Κωνσταντινούπολη σύμμαχος τῶν Δυτικῶν καὶ πρωτεργάτρια στὴ συνεργασία μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Προτεστάντες.
Τὴν πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστική της ἐξασθένηση ἡ Κωνσταντινούπολη, ἰδιαίτερα μετὰ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ καὶ τὴν πληθυσμιακή της ἀπογύμνωση (1922), πείσθηκε νὰ θεραπεύσει, στρεφόμενη ἀποκλειστικὰ καὶ ἐντυπωσιακὰ πρὸς τὴ Δύση, ἡ ὁποία ἀγκάλιασε θανάσιμα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὸ μετέβαλε σὲ ὄργανο τῶν γεωπολιτικῶν της σχεδιασμῶν, αἰχμάλωτο τοῦ Βατικανοῦ, τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ) καὶ τῶν διπλωματικῶν μεθοδεύσεων τῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς Εὐρώπης. Δὲν ὑπάρχει χῶρος σὲ ἕνα ἄρθρο νὰ κατοχυρώσουμε αὐτὴν τὴν νέα πραγματικότητα, ἄκρως ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅπως φάνηκε ὁλοκάθαρα στὴν ὑπὸ ἀμερικανικὴ ἐποπτεία ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῆς ψευδοσυνόδου τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης (2016) καὶ στὴν μὲ ἀμερικανικὴ προτροπὴ καὶ μεθόδευση χορήγηση ψευδοαυτοκεφαλίας στοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας (2018), μὲ εἰσπήδηση στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας καὶ ἀγνόηση τῆς κανονικῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, τῆς ὑπὸ τὸν μητροπολίτη Ὀνούφριο.
Θὰ μνημονεύσουμε μόνον ὅσα τρεῖς νέοι ἐρευνητὲς ἔχουν σχετικὰ διαπιστώσει γιὰ ὅσους ἐνδιαφέρονται γιὰ περισσότερα στοιχεῖα. Στὴν ἀκαδημαϊκὰ ἐλεγμένη καὶ ἐγκεκριμένη διδακτορική του διατριβὴ ὁ Παῦλος Σεραφείμ, μὲ τίτλο «Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὴ δίνη τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου. Ἡ ἐκλογὴ τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα (1948)», μετὰ ἀπὸ μελέτη σὲ ἀνέκδοτο ἀρχειακὸ ὑλικὸ τῶν διπλωματικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν ἀρχείων τῶν ΗΠΑ, τῆς Μεγάλης Βρετανίας, τῆς Ἑλλάδας καὶ τῆς Τουρκίας ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἀθηναγόρα ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα ἔξωθεν παρεμβάσεων ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Δύσης καὶ μάλιστα τῶν ΗΠΑ. Ὅπως γράφει προλογίζοντας τὸ βιβλίο ὁ Ἠλίας Κουσκουβέλης, καθηγητὴς Διεθνῶν Σχέσεων καὶ πρώην πρύτανις στὸ Πανεπιστήμιο Μακεδονίας τῆς Θεσσαλονίκης, ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἀθηναγόρα «ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα ἔξωθεν παρεμβάσεων ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Δύσης καὶ δὴ τῶν ΗΠΑ. Εἶναι γιὰ πρώτη φορὰ ποὺ οἱ ΗΠΑ, τότε, ὄχι μόνο ἀσχολήθηκαν σὲ ἀνώτατο ἐπίπεδο μὲ τὰ τεκταινόμενα στὸν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ἐπενέβησαν καθοριστικὰ προκειμένου νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν φιλοδυτικὸ προσανατολισμὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου»[7]. Ὁ συγγραφεὺς τῆς ἀξιόλογης διατριβῆς γράφει ἐπίσης: «Ἦταν ζωτικὴ ἀνάγκη γιὰ τὶς ΗΠΑ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο νὰ παραμείνει στὴν δική τους σφαίρα ἐπιρροῆς ἤ τουλάχιστον νὰ μὴν περάσει στὴν ἀντίπαλη. Στὴν ἴδια συνάφεια πρέπει νὰ ἀναλογιστοῦμε κατὰ πόσο ἦταν εὔλογο καὶ ἐφικτὸ ταυτόχρονα νὰ παραμείνει στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο ἕνας πατριάρχης, γιὰ τὸν ὁποῖο μπορεῖ νὰ ὑπῆρχε ἔστω καὶ ἡ ὑπόνοια ὅτι ἦταν φιλικὰ διακείμενος πρὸς τοὺς Ρώσους καὶ ἀντίστοιχα πόσο λογικὸ θὰ ἦταν νὰ ἀναδειχθεῖ πατριάρχης ἕνας κληρικός, τὸν ὁποῖον οἱ Ἀμερικανοὶ θὰ γνώριζαν καλὰ καὶ δὲν θὰ ἀμφέβαλλαν γιὰ τὸν ἰδεολογικὸ του προσανατολισμὸ πρὸς τὴ Δύση»[8].
Ὁ μοναχὸς Σεραφεὶμ Ζήσης, καλὸς γνώστης τῶν γεωπολιτικῶν ἐξελίξεων καὶ καλύτερος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας καὶ τῆς ἐκκλησιολογίας, σὲ ἄρθρο του μὲ τίτλο «Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας Α´, ἡ πολιτικὴ τῶν ΗΠΑ καὶ ἡ σημερινὴ Οὐκρανία» γράφει συμπερασματικὰ στὸν Ἐπίλογο: «Ἡ ἄνοδος στὸν Θρόνο τοῦ τεκμηριωμένως Μασόνου Πατριάρχου Ἀθηναγόρα Α´ (1948-1972), ὅπως ἀποδεικνύεται σήμερα ἀπὸ τὰ μέχρι πρό τινος ἀπόρρητα ἔγγραφα τῶν κρατικῶν ὑπηρεσιῶν τῶν ΗΠΑ ὑπῆρξε ἡ χαρακτηριστικότερη περίπτωση (ἂν καὶ δὲν εἶναι ἡ τελευταία) γιὰ τὴν ὑποδούλωση τῆς ἐκκλησιαστικῆς πολιτικῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στοὺς γεωπολιτικοὺς σχεδιασμοὺς τῶν ΗΠΑ, μὲ σκοπὸ τὸν περιορισμό, τὴν ἀνάσχεση (“containment”) τῆς ρωσσικῆς ἐπιρροῆς. Δυστυχῶς, ἡ ἀνάσχεση αὐτὴ δὲν ἀφοροῦσε μόνον στὴν ἀθεϊστική, σοβιετικὴ Ρωσσία, ἀλλὰ στρέφεται ἐναντίον καὶ τῆς σημερινῆς Ὀρθοδόξου Ρωσσίας, μόνον καὶ μόνον ἐπειδὴ αὐτὴ ἀποτελεῖ ἰσχυρὸ ἀντίποδα τοῦ παρακμιακοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς γεωπολιτικῆς ἰσχύος τῶν Δυτικῶν Συμμάχων»[9].
Ὁ Χαράλαμπος Μηνάογλου καταξιωμένος ἱστορικός, μὲ σοβαρὲς ἐπιστημονικὲς συμβολὲς στὴν ἱστορία τοῦ διαχρονικοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ μελέτη – εἰσήγηση μὲ τίτλο «Τὸ Φανάρι ὡς πιόνι τῆς Ἀμερικανικῆς Πολιτικῆς. Οἱ γεωπολιτικὲς συνέπειες τοῦ Οὐκρανικοῦ Σχίσματος» γράφει: «Ἐν προκειμένῳ καὶ γιὰ νὰ μὴν κρυβόμαστε πίσω ἀπὸ τὸ δάκτυλό μας, οἱ ΗΠΑ, οἱ ὁποῖες ἐπιχαίρουν τόσο γιὰ τὴν διαίρεση τῶν ὀρθοδόξων ἐν γένει, ὅσο καὶ γιὰ τὴν διαίρεση τῶν ὀρθοδόξων στὴν Οὐκρανία ἐλπίζοντας ὅτι ἡ κατίσχυση ἐκεῖ τῆς σχισματικῆς ἐκκλησίας πάνω στὴν κανονική, θὰ συντελέσει στὴν καλλιέργεια τοῦ ἀντιρωσικοῦ μένους ποὺ καλλιεργοῦν καὶ ἐκεῖ τὰ μίσθαρνα ὄργανα τῶν ἀμερικανικῶν μυστικῶν ὑπηρεσιῶν καὶ οἱ διάφορες ΜΚΟ. Ὅπως καὶ νὰ τὸ σκεφθεῖ κανείς, δὲν βρίσκει ἄλλον λόγο πίσω ἀπὸ τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τῆς παροχῆς αὐτοκεφαλίας στοὺς σχισματικοὺς πέρα ἀπὸ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν κακῶς νοουμένων ἀμερικανικῶν συμφερόντων. Τὸ ΝΑΤΟ, ἡ μεγάλη ἡγεμονία στὴν ὁποία ἔχει ὑποταχθεῖ καὶ ἡ Ἑλλάδα, θέλει νὰ διαιρέσει τὸν ὀρθόδοξο κόσμο ὅσο γίνεται περισσότερο γιὰ νὰ ἀποδυναμώσει τὴν μόνη δύναμη ποὺ μπρεῖ νὰ ἀμφισβητήσει τὴν κυριαρχία του, τὴν Ρωσία»[10].
Ὁ ἴδιος ἀνέβασε στὸ Διαδίκτυο πρόσφατο ἄρθρο μὲ τίτλο «Τί γίνεται στὴν Οὐκρανία; Καὶ ποιός φταίει γι᾽ αὐτό; Καὶ τί συμφέρει τὴν Ἑλλάδα;» Σὲ ὑστερόγραφο τοῦ ἄρθρου ἀναφερόμενος καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ διάσταση τοῦ Οὐκρανικοῦ Ζητήματος, γράφει μὲ εἰρωνικὴ πικρία: «Ἂν τέλος πάντων ὑποχρεωθοῦμε νὰ στείλουμε κάποιους, ἔστω λίγους, νὰ πολεμήσουν τὴν Ρωσία στὸ πλαίσιο τῶν ὑποχρεώσεών μας ὡς μελῶν τοῦ ΝΑΤΟ, θὰ μπορούσαμε νὰ στείλουμε τοὺς Ρωσοφάγους ἑλληνόφωνους ἀρχιερεῖς, ποὺ μὲ προεξάρχοντα τὸν οἰκουμενιστικὸ πατριάρχη ἀναθεματίζουν καθημερινὰ τὴ Ρωσία καὶ μὲ τὴν ἐκκλησιαστική τους πολιτικὴ καὶ τὸν πόλεμο ποὺ κάνουν στοὺς Ρώσους ἔχουν χάσει μέχρι τώρα τὴν μισὴ Ἀφρική, ἐνῶ ἔχουν ἀποκοπεῖ τελείως ἀπὸ τὰ περισσότερα ἀπὸ 200 ἑκατομμύρια τῶν σλάβων ὀρθοδόξων»[11].
[1]. Περισσότερα βλ. εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Στὴ Σερβία κτυποῦν τὴν Ὀρθοδοξία», Θεοδρομία 1 (1999) 115-117. Ἐπίσης βλ. σειρὰ τριῶν ἄρθρων μας μὲ τίτλο «Συγγνώμη γιὰ τὶς παλιὲς “Σταυροφορίες”. Οἱ νέες εἶναι καλύτερες», Θεοδρομία 2 (2000) τεῦχος 5, σελ. 5-9, τεῦχος 7, σελ. 3-12, τεῦχος 8, σελ. 3-14.
[2]. Περισσότερα εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο. Ἀντικανονικὴ καὶ διαιρετικὴ εἰσπήδηση τῆς Κωνσταντινούπολης, Θεσσαλονίκη 2018, Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον», σελ. 78-79. Ἐπίσης Νικολαου Σελιτσεφ, «Οἱ ἱστορικὲς ρίζες τῆς “Πορτοκαλὶ Ἐπανάστασης” στὴν Οὐκρανία», Θεοδρομία 8 (2006) 279-298.
[3]. Ἀνθολόγιο τῶν ὅσων ἔχουν γραφῆ γιὰ τὸν πατριάρχη Γρηγόριο Ε´, τῶν σημαντικότερων βέβαια συγκροτήσαμε στὸ βιβλίο μας Ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ε´ στὴ συνείδηση τοῦ Γένους, Ἐκδοτικὸς Οἶκος Ἀφῶν Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1986, ὅπου καὶ τὸ παράθεμα, στὶς σελ. 99-101.
[4]. Αὐτόθι, σελ. 105.
[5]. Αὐτόθι, σελ. 200-201.
[6]. Νεκταριου Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτίων τοῦ Σχίσματος, τόμος Α´ Ἐν Ἀθήναις 1911, τόμος Β´, ἐν Ἀθήναις 1912, σελ. 96-98.
[7]. Παυλοσ Σεραφειμ, Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὴ δίνη τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου. Ἡ ἐκλογὴ τοῦ πατριάρχη Ἀθηναγόρα (1948), Ἐκδόσεις Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 2017, σελ. 13.
[8]. Αὐτόθι, σελ. 71.
[9]. Μοναχοῦ Σεραφειμ Ζηση, «Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας Α´, ἡ πολιτικὴ τῶν ΗΠΑ καὶ ἡ σημερινὴ Οὐκρανία», Θεοδρομία 20 (2018) 454-499. Τὸ παράθεμα στὶς σελ. 495-496. Σχετικὲς ἀναφορὲς βλ. ἐπίσης σὲ ἄρθρο – εἰσήγηση Του Ιδιου, «Ἡ ἐνδοτριαδικὴ Μοναρχία τοῦ Πατρὸς καὶ ὁ καινοφανὴς Μονάρχης τῆς φαναριωτικῆς ἐκκλησιολογίας», Θεοδρομία 21 (2019) 313-368.
[10]. Χαραλαμποσ Μηναογλου, (Δρ Ἱστορίας), «Τὸ Φανάρι ὡς πιόνι τῆς Ἀμερικανικῆς Πολιτικῆς. Οἱ γεωπολιτικὲς συνέπειες τοῦ Οὐκρανικοῦ Σχίσματος», Θεοδρομία 21 (2019) 369-377. Τὸ παράθεμα στὶς σελίδες 371-372. Τὰ ἄρθρα – εἰσηγήσεις τοῦ μοναχοῦ Σεραφειμ Ζηση καὶ τοῦ Χαραλαμπου Μηναογλου ἀνακοινώθηκαν ὡς εἰσηγήσεις στὴν Ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης (Σάββατο, 22 Ἰουνίου 2019) ποὺ εἶχε ὡς γενικὸ θέμα Τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο καὶ ἡ Νέα Ἐκκλησιολογία τοῦ Φαναρίου, ὅπου ἀνακοινώθηκαν καὶ ἄλλες σχετικὲς εἰσηγήσεις. Τὰ Πρακτικὰ τῆς Ἡμερίδας δημοσιεύθηκαν σὲ διπλὸ τεῦχος τῆς Θεοδρομίας 21 (2019) 161-382.
[11] Χαραλαμποσ Μηναογλου, «Τί γίνεται στὴν Οὐκρανία; Καὶ ποιός φταίει γιὰ αὐτό; Καὶ τί συμφέρει τὴν Ἑλλάδα», Pentapostagma.gr. Ἀπόψεις 26.01.2022.