Δευτέρα 25 Απριλίου 2022

Κωνσταντῖνος Βαθιώτης: «Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον»: Ἀπὸ τὸν ἀρνητή-Ἀπόστολο στὸν ἀρνητή-Ἐπιστήμονα


Ὅταν προδίδουν οἱ κορυφαῖοι

Γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Ι. Βαθιώτης

 
Ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶπε στοὺς μαθητές του «πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης»1, ὁ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων Πέτρος (ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἀνεγνώρισε τὸν Ἰησοῦ ὡς τὸν «υἱὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος»2) διατράνωσε τὴν ἀφοσίωσή του πρὸς τὸν Κύριο, λέγοντας «εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι». Τότε ὁ Ἰησοῦς τὸν αἰφνιδίασε, προλέγοντας ὅτι «ἀμὴν λέγω σοὶ ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με». Ὁ Πέτρος, ὅμως, ἀπτόητος, ἔδωσε ὅρκο αὐταπάρνησης: «κἂν δέῃ μὲ σὺν σοὶ ἀποθανεῖν, οὐ μὴ σὲ ἀπαρνήσομαι».

Ἡ πορεία τῶν πραγμάτων ἐξελίχθηκε ἀνάποδα, ὅπως δηλαδὴ τὴν προέβλεψε ὁ Ἰησοῦς, καὶ ὄχι ὅπως τὴν ἐγγυήθηκε ὁ Πέτρος. Ἔτσι, ὅταν μιὰ παιδίσκη ἀπὸ τὸ συγκεντρωμένο πλῆθος εἶπε στὸν δεύτερο «καὶ σὺ ἦσθα μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Γαλιλαίου», ἐκεῖνος «ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων οὐκ οἶδα τί λέγεις». Ἐν συνεχείᾳ, ὅταν ἄλλῃ παιδίσκῃ εἶπε στοὺς συγκεντρωμένους «ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν μετὰ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου», ὁ Πέτρος «ἠρνήσατο μέθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον». Μὲ αὐτὴν τὴν φράση, ὁ ὅρκος αὐταπάρνησης ποὺ εἶχε δώσει ὁ Πέτρος, ἀρνούμενος τὴν προφητεία τοῦ Ἰησοῦ, ἀναποδογύρισε σὲ ψευδορκία.
 

Τὴν ἰσοπαλία ὑποσχέσεων καὶ διαψεύσεων διαδέχθηκε ἡ τρίτη καὶ ἀμετάκλητη ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἡ ὁποία συνοδεύθηκε καὶ πάλι ἀπὸ ψευδῆ ὅρκο. Τούτη τὴν φορά, ὅταν κάποιοι ἀπὸ τοὺς παρευρισκομένους ἐπέμεναν ὅτι ὁ Πέτρος ἦταν μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ, ὁ πρῶτος «ἤρξατο καταναθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον», «καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησε»3.

Ἡ ἀντίδραση αὐτὴ σφράγισε τὴν ἧττα τοῦ Πέτρου κατὰ τὴν τριπλὴ δοκιμασία, στὴν ὁποία τὸν ὑπέβαλε ὁ ἀρχιμάστορας τῶν πειρασμῶν, δηλαδὴ ὁ διάβολος. Ἀντιθέτως, ὅταν τοῦτος εἶχε ἀποδυθεῖ σὲ ἰσάριθμες πειρασμικὲς ἀπόπειρες κατὰ τοῦ νηστεύοντος στὴν ἔρημο Χριστοῦ, εἶχε ὑποστεῖ ταπεινωτικὴ ἧττα.

Τὸ νὰ ἀπαρνεῖσαι τὸν Δάσκαλό σου, καὶ μάλιστα, ὅταν προηγουμένως ἔχεις δώσει ὅρκο αὐταπάρνησης σὲ αὐτόν, εἶναι μιὰ πράξη προδοσίας· πάντως λιγότερο βαριᾶς σὲ σχέση μὲ τὸν προδοτικὸ ἰδεότυπο, δηλαδὴ τὸ φιλὶ τοῦ Ἰούδα. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν τελευταῖο, ὁ Πέτρος δὲν παρέδωσε τὸν Δάσκαλό του στὶς ἀρχὲς γιὰ νὰ καταδικασθεῖ σὲ θάνατο, ἀλλ᾿ ἁπλῶς ἀρνήθηκε νὰ ταχθεῖ στὸ πλευρό του καὶ νὰ παραδεχθεῖ ὅτι εἶναι μαθητής του. Ὁ Ἰούδας πρόδωσε ἀπὸ παραδοπιστία, ὁ Πέτρος ἀπὸ ὀλιγοψυχία. Ὁ Πέτρος νικήθηκε ἀπὸ τὸν φόβο σύλληψης καὶ δίωξής του, χάνοντας τὴν εὐκαιρία νὰ συμπεριφερθεῖ ἡρωικά. Καί, ἐπιπλέον, μετὰ τὴν ἐπισφράγιση τῆς προδοσίας του, ὁ Πέτρος μετενόησε ἐμπράκτως πρὸς τὸν Κύριο, ἀφοῦ «ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς»· ἀντιθέτως, ὁ Ἰούδας ναὶ μὲν «μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ τοῖς πρεσβυτέροις λέγων· ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον», πλὴν ὅμως δὲν ἐπέδειξε μετάνοια πρὸς τὸν Κύριο, ἀλλὰ ἐνέδωσε στὸν σατανικὸ πειρασμὸ τῆς αὐτοκτονίας: «ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο»4.
 

Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Πέτρου δὲν προκάλεσε μόνο ἕνα ρῆγμα στὴν σχέση ἐμπιστοσύνης ποὺ εἶχε οἰκοδομήσει μὲ τὸν Δάσκαλό του, ἀλλὰ ἐπέφερε καὶ τὴν (προσωρινὴ) αὐτοακύρωσή του: Ἀπαρνούμενος τρεῖς φορὲς τὸν Δάσκαλό του, πρόδωσε τίς ἀρχὲς τῆς συνειδήσεώς του, βλέποντας νὰ ἀναποδογυρίζει ἡ συμβολικὴ σημασία τοῦ ὀνόματός του: ὁ σὰν πέτρα ἀνένδοτος μαθητὴς μετεβλήθῃ αἴφνης σὲ εὐένδοτο Πέτρο, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ὄνομά του νὰ μὴν εἶναι πλέον οἰωνὸς (nomen est omen), ἀλλὰ σχῆμα ὀξύμωρο!
 

Τὸ νὰ μὴ δικαιοῦται ἕνα πρόσωπο νὰ φέρει τὸ ὄνομα ποὺ τοῦ ἔχει δοθεῖ, διότι οἱ πράξεις του ἔχουν παύσει νὰ συμβαδίζουν μὲ ὅ,τι αὐτὸ συμβολίζει, εἶναι ὁπωσδήποτε ἕνα βαρὺ τίμημα. Ταυτοχρόνως, ὅμως, εἶναι καὶ μιὰ εὐκαιρία γιὰ αὐτοέλεγχο καί, ἀκολούθως, γιὰ ἀποκατάσταση τῆς κηλιδωμένης προσωπικότητας. 
 

Στὴν ἐποχὴ τῆς ὑγειονομικῆς δικτατορίας, πλῆθος ἰατρῶν καὶ νομικῶν ἀρνοῦνται νὰ ὑψώσουν τὴν φωνὴ καὶ τὸ ἀνάστημά τους ἐνάντια στὴν καταφανῶς ἀπάνθρωπη μεταχείριση ποὺ ἐπεφύλαξαν κάποιοι συνάδελφοί τους στοὺς ἀδαεῖς περὶ τὰ ἰατρικὰ καὶ τὰ νομικὰ συμπολῖτες τους. Πρόκειται γιὰ Ἐπιστήμονες ποὺ ἀπὸ τὴν κήρυξη τῆς πανδημίας διαρρηγνύουν τὰ ἱμάτιά τους ὅτι ὅλα εἶναι καλῶς καμωμένα, χωρὶς τάχα νὰ ἀνακύπτει κανένα ἰατρικὸ ἢ νομικὸ ζήτημα ἰδίως σὲ σχέση μὲ τὰ πειραματικὰ καὶ δυνάμει ὑγειοβλαπτικά-θανατηφόρᾳ «ἐμβόλια».


«Δὲν χάθηκε κι ὁ κόσμος, ἂν χαθοῦν μερικὲς χιλιάδες ἄνθρωποι», λένε οἱ «πεφωτισμένοι εἰδικοί», ἐπικαλούμενοι τὸ ἰσοζύγιο κόστους-ὀφέλους, σὰν νὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι κομμάτια κρέατος ποὺ τοποθετοῦνται στὴν ζυγαριὰ ἑνὸς χασάπη. Οἱ θάνατοι ἀπὸ τίς παρενέργειες τῶν οἱονεὶ «ἐμβόλια» ἐπιχειρεῖται νὰ παρουσιασθοῦν ὡς θεμιτὲς παράπλευρες ἀπώλειες τοῦ «πολέμου κατὰ τοῦ ἀόρατου ἐχθροῦ», στὸ μέτωπο τοῦ ὁποίου ἔπεσαν τάχα ἡρωικὰ κάποιοι ἄτυχοι ποὺ ἔβαλαν πλάτη, ἀκριβέστερα: ἔδωσαν μπράτσο, γιὰ νὰ χτισθεῖ τὸ περίφημο τεῖχος ἀνοσίας - ἕνας, μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα, ἀνέφικτος στόχος. Μάλιστα, γιὰ νέες δόσεις τοῦ οἱονεὶ «ἐμβόλια» ἐπιτρέπεται, δῆθεν ἀνενδοίαστα, νὰ καλοῦνται οἱ πολῖτες ὅποτε καπνίσει στὶς φαρμακευτικὲς ἑταιρεῖες καὶ στὶς κυβερνητικὲς μαριονέττες τους, μὲ συνέπεια ὁ λαὸς νὰ μετατρέπεται σὲ μαστουρωμένη ἀγέλη, ἀποτελούμενη ἀπὸ ὑγειονομικὰ πρεζόνια
 

Σὰν τὸν Πέτρο, οἱ εἰδικοὶ ποὺ ψέλλισαν νοερῶς τὴν ἀπογοητευτικὴ φράση «οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον» ἀρνήθηκαν νὰ δηλώσουν παρὼν δίπλα στὸν ἀπειλούμενο ἀπὸ τὸ ὑγειοναζιστικὸ καθεστὼς πολίτη, συμπεριφερόμενοι ἀπέναντί του προδοτικά. Μάλιστα, ἡ προδοτικὴ ἄρνηση τῶν εἰδικῶν τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης εἶναι ἐκκωφαντικὴ ἔναντι ὅσων ἀνεμβολίαστων συναδέλφων τους ἀποφάσισαν νὰ κατέλθουν σὲ ἀπεργία πείνας, ἀντιστεκόμενοι στὸ κραυγαλέα ἀντισυνταγματικὸ μέτρο τῆς ἀναστολῆς καθηκόντων/ἐργασίας τους. Βεβαίως, τὴν βαρύτερη μορφὴ προδοσίας σὲ βάρος τοῦ πολίτη τελοῦν ἐκεῖνοι οἱ Ἐπιστήμονες οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν νὰ μετατραποῦν σὲ βραχίονες τῆς ὑγειονομικῆς δικτατορίας.

Εἰδικότερα, οἱ ἀρνητές-Ἐπιστήμονες παρέλειψαν νὰ ὑπερασπισθοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ φωτίσουν τὰ ἐπιστημονικὰ (ἰατρικὰ καὶ νομικά) «σκληρὰ φάουλ» τῆς ὑγειονομικῆς διαχείρισης ὑπὸ τὸ πρίσμα τῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν καὶ διδαγμάτων ποὺ ἀποτελοῦσαν μέχρι πρότινος κατακτήσεις τοῦ νομικοῦ μας πολιτισμοῦ.

Μερικὰ παραδείγματα:
 
  • Ἡ ἔγκυρη συναίνεση στὴν ἰατρικὴ πράξη προϋποθέτει νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ γνωστικὰ καὶ βουλητικὰ ἐλαττώματα. Ἑπομένως, κατὰ μείζονα λόγο, ἡ συναίνεση ἑνὸς ἀσθενοῦς, πόσῳ μᾶλλον ἑνὸς ὑγιοῦς, δὲν μπορεῖ νὰ παρακαμφθεῖ μέσῳ τῆς θέσπισης μιᾶς ὑποχρεωτικῆς-προληπτικῆς ἰατρικῆς πράξης.
  • Πρωταρχικὴ ὑποχρέωση τῆς πολιτείας, σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 2 παρ. 1 τοῦ Συντάγματος, ἀποτελεῖ ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι τῆς ζωῆς.
  • Τὰ σπουργίτια δὲν τὰ διώχνεις μὲ κανονιές, ὅταν μπορεῖς νὰ χτυπήσεις παλαμάκια. Τὸ παράδειγμα αὐτὸ εἰκονογραφεῖ τὴν κατοχυρωμένη πλέον στὸ Σύνταγμά μας ἀρχὴ τῆς ἀναλογικότητας (ἀρ. 25 παρ. 1 ἐδ. δ΄), ἡ ὁποία, δυστυχῶς, κατέστῃ ἀόρατη στὴν ἐποχὴ τοῦ κορωνοϊοῦ.
Τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, οἱ Ἐπιστήμονες-ἀρνητὲς τοῦ ἀνθρώπου δὲν δικαιοῦνται νὰ φέρουν τὸν τίτλο τοῦ ἐπιστήμονα, ἀφοῦ κάθε ἐπιστήμη (ὀφείλει νὰ) ἀσκεῖται ἐπ᾿ ὠφελείᾳ καὶ ὄχι ἐπὶ ζημία τῆς ἀνθρωπότητας.

Ἡ ἄρνηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τοὺς Ἐπιστήμονες -ὅπως καὶ ἡ ἄρνηση τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὸν Πέτρο λόγῳ τοῦ φόβου σύλληψης καὶ δίωξής του- δὲν ἀποκλείεται, σὲ κάποιες περιπτώσεις, νὰ ὀφείλεται στὸν φόβο τους γιὰ τὸν δυνάμει φονικὸ ἰό. Ὡς ἐκ τούτου, τὸ προφὶλ τοῦ ἄτεγκτου καὶ ἀδέκαστου Ἐπιστήμονα κηλιδώνεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία ἐνώπιον τοῦ πειρασμοῦ τοῦ «ἀόρατου ἐχθροῦ» (ἔτσι ἀποκαλεῖται ὁ ἐξ ὁρισμοῦ πειραστὴς διάβολος στὴν θρησκευτικὴ γλῶσσα).

Ἀναμένεται, λοιπόν, ἀπὸ τοὺς ἀρνητές-Ἐπιστήμονες ποὺ ἐπιδόθηκαν στὴν τέχνη τῆς σιωπῆς νὰ πράξουν ὅ,τι καὶ ὁ Πέτρος: νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ ἀσφαλὲς γι᾿ αὐτοὺς ἐπιστημονικὸ καβούκι τους καὶ νὰ μετανοήσουν ἐμπράκτως, ἀποκαλύπτοντας τὰ «σκληρὰ φάουλ» ποὺ ἔγιναν -καὶ δυστυχῶς γίνονται ἀκόμη- σὲ βάρος τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ἐπιστήμης. Ὅσο οἱ Ἐπιστήμονες ἐπιμένουν νὰ σιωποῦν, δικαιώνουν τὸν Δάντη Ἀλιγκέρι, ὁ ὁποῖος στὴν Θεία Κωμωδία ἔγραφε5:
 
«Οἱ πιὸ σκοτεινὲς γωνιὲς στὴν Κόλαση εἶναι φυλαγμένες γιὰ ἐκείνους ποὺ διατηροῦν τὴν οὐδετερότητά τους σὲ ἐποχὲς ἠθικῆς κρίσεως».
Μέχρι στιγμῆς, ὅμως, οἱ διαχειριστὲς τοῦ θαυμαστοῦ ἀνάποδου κόσμου μας δὲν στρέφουν τοὺς προβολεῖς τους στοὺς ἀρνητές-ἐπιστήμονες, ἀλλὰ στοὺς ἀρνητὲς τῆς ἐπιστήμης. Ὡς ἀνοσιούργημα τῶν τελευταίων προβάλλεται τὸ ὅτι τολμοῦν νὰ ἀμφισβητοῦν τοὺς εἰδικοὺς καὶ τὴν ἐπιστήμη, παρότι μάλιστα ἡ διαχείριση τῆς ὑγειονομικῆς κρίσης βρίθει κραυγαλέων καὶ ἀθεράπευτων ἀντιφάσεων ποὺ δὲν δικαιολογοῦν τὴν τυφλὴ ὑποταγὴ στὴν αὐθεντία.

Δύο παραδείγματα:
  • Ἀρχικῶς, οἱ μάσκες ἦσαν περιττὲς ἢ καὶ ἐπικίνδυνες. Ἐν συνεχείᾳ, ὅμως, ἔγιναν ἐπιβεβλημένο ἀξεσουὰρ τῶν πολιτῶν. Ἀργότερα δέ, ἐκρίθῃ ἐπιβεβλημένη ἡ χρήση καὶ δεύτερης ἢ ἄλλου τύπου μάσκας, ποὺ μετατρέπει τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀνθρωπόμορφα ὑβρίδια μὲ ράμφος.
  • Σὲ ὅ,τι ἀφορᾷ τὰ «ἐμβόλια», ἐνῶ ἀρχικῶς γινόταν λόγος γιὰ «πανδημία ἀνεμβολίαστων», τώρα ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ κίνδυνος μετάδοσης, νόσησης καὶ θανάτου τῶν ἐμβολιασμένων εἶναι ἀνάλογος μὲ τὸν ἀντίστοιχο κίνδυνο ποὺ διατρέχουν οἱ ἀνεμβολίαστοι! 

Δὲν χωρεῖ ἀμφιβολία ὅτι μὲ τὴν ἀπαξιωτικὴ ἐτικέτα τοῦ «ἀρνητῆ τῆς ἐπιστήμης», οἱ σατανικοὶ προπαγανδιστές, δηλαδὴ οἱ σπεσιαλίστες τοῦ ἀναποδογυρίσματος τῆς λογικῆς, ἅπλωσαν ἕνα αὐθαίρετο δίχτυ προστασίας στοὺς πραγματικοὺς ἀρνητὲς καὶ προδότες, ὄχι μόνο τῆς κατηγορίας τοῦ μετανοημένου Πέτρου ἀλλὰ καὶ τῆς κατηγορίας τοῦ αὐτόχειρα Ἰούδα.

Ὡς ἐκ τούτου, ἡ ἑρμηνεία τῆς κρίσιμης φράσης ἀπό τὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ μιὰ πρώτης τάξεως ὑπενθύμιση γιὰ τὴν ἀνάγκη νὰ ἐπαναφέρουμε τὰ σατανικὰ ἀνάποδα στὴν ὀρθόδοξη θέση τους.

Ὅσο τὰ ἀνάποδα δὲν ἀποκαθίστανται καί, ἑπομένως, ἐξακολουθεῖ νὰ ἀντηχεῖ ἡ φράση τῶν ἀρνητῶν-ἐπιστημόνων «οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον», σὲ αὐτὴν θὰ πρέπει νὰ ἀντιταχθεῖ ὡς ἀπάντηση ἡ φράση ποὺ εἶπε ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὸν Σταυρό: «οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»6.

Ἄραγε, ὅλοι ἐμεῖς, ποὺ δὲν ἔχουμε τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ, πόσο εὔκολο μᾶς εἶναι νὰ ποῦμε καί τὸ «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς», ζητῶντας συγχώρηση γιὰ τοὺς προδότες τῆς ἀνθρωπότητας, οἱ ὁποῖοι μοιάζει νὰ ἔχουν συνταχθεῖ μὲ τὸν διάβολο;

 
________________________________
 
1 Κατὰ Ματθ., 26, 31.
 
2 Κατὰ Ματθ., 16, 16.
 
3 Κατὰ Ματθ., 26, 74
 
4 Κατὰ Ματθ., 27, 5.
 
5 Ἐπ᾿ αὐτοῦ βλ.: Πανδημικὲς πρακτικὲς καὶ ὑποχρεωτικότητες, ἐπιστημολογία καὶ πολιτικὴ ὑπὸ τὸ φῶς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2022, σελ. 11.
 
6 Κατὰ Λουκ., 23, 34.