ΟΡΘΡΟΣ
ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ[:Μάτθ.21,18-43]
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Μέρος τρίτο: ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Μάτθ.21,28-32:
Ἡ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΙΟΥΣ]
ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[Μέρος τρίτο: ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Μάτθ.21,28-32:
Ἡ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΓΙΟΥΣ]
Στὴ συνέχεια λέει: «Τί δὲ ὑμῖν δοκεῖ; Ἄνθρωπός τίς εἶχε τέκνα δύο, καὶ
προσελθὼν τῷ πρώτῳ, εἶπε· Τέκνον, ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου(:Πῶς
σᾶς φαίνεται αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς πῶ; Κάποιος ἄνθρωπος εἶχε δύο γιούς. Κι ἀφοῦ
πλησίασε τὸν πρῶτο, τοῦ εἶπε: ''Παιδί μου, πήγαινε σήμερα καὶ δούλεψε στὸ
ἀμπέλι μου''). Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς, εἶπεν· Οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς,
ἀπῆλθε(:Ἐκεῖνος τοῦ ἀποκρίθηκε: ''Δὲν θέλω νὰ πάω''. Ὕστερα ὅμως μετάνιωσε καὶ
πῆγε). Καὶ προσελθὼν τῷ δευτέρῳ, εἶπεν ὡσαύτως. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς, εἶπεν· Ἐγώ,
κύριε· καὶ οὐκ ἀπῆλθε(:Πλησίασε τότε καὶ τὸν δεύτερο γιὸ καὶ τοῦ εἶπε τὰ ἴδια.
Κι αὐτὸς τοῦ ἀποκρίθηκε: ''Μάλιστα, κύριε, πηγαίνω''. Καὶ δὲν πῆγε). Τίς ἐκ τῶν
δύὸ ἐποίησε τὸ θέλημα τοῦ πατρός; Λέγουσιν αὐτῷ· ὁ πρῶτος. (:Ποιός ἀπὸ τοὺς δύο
ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ πατέρα του; Τοῦ λένε: ''Ὁ πρῶτος'')»[Ματθ.21,28-31].
Πάλι τοὺς ἐλέγχει μὲ παραβολὲς ὑπαινισσόμενος καὶ τὴν ἀγνωμοσύνη τῶν Ἰουδαίων
καὶ τὴν εὐπείθεια τῶν εἰδωλολατρῶν ποὺ τοὺς περιφρονοῦσαν πάρα πολύ· διότι οἱ
δύο αὐτοὶ υἱοὶ αὐτὸ δηλώνουν, πρᾶγμα ποὺ συνέβῃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐθνικῶν καὶ ἐπὶ τῶν
Ἰουδαίων. Καθόσον οἱ ἐθνικοὶ ἂν καὶ δὲν ὑποσχέθηκαν νὰ ὑπακούσουν καὶ δὲν
ὑπῆρξαν ἀκροατὲς τοῦ νόμου, ἀπέδειξαν τελικὰ τὴν ὑπακοή τους μὲ τὰ ἔργα τους.
Ἐνῶ οἱ Ἰουδαῖοι ἂν καὶ εἶπαν «πάντα, ὅσα εἶπεν ὁ Θεός, ποιήσομεν καὶ
ἀκουσόμεθα. ἀνήνεγκε δὲ Μωυσῆς τοὺς λόγους τούτους πρὸς τὸν Θεόν(:ὅλα ὅσα
διέταξε ὁ Θεὸς θὰ ἐφαρμόσουμε καὶ θὰ ὑπακούσουμε)»[Ἔξ. 19,8], ὅμως στὴν πράξη
παράκουσαν.
Γιὰ τὸν λόγο λοιπὸν αὐτόν, γιὰ νὰ μὴ νομίσουν ὅτι ὁ νόμος τοὺς ὠφελεῖ, τοὺς
ἀποδεικνύει ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ νόμος τοὺς καταδικάζει, πρᾶγμα ποὺ καὶ ὁ Παῦλος
τὸ λέγει ὡς ἑξῆς: «Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ
ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται(: διότι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ὄχι
ὅσοι ἀκοῦνε ἁπλῶς τὴν ἀνάγνωση τοῦ θείου νόμου, ἀλλὰ ὅσοι τηροῦν καὶ ἐφαρμόζουν
τὸν νόμο· αὐτοὶ θὰ ἀναγνωριστοῦν δίκαιοι)»[Ρωμ. 2,13]. Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν,
θέλοντας νὰ τοὺς κάνει νὰ κατακρίνουν μόνοι τους τοὺς ἑαυτούς τους,
προετοιμάζει τὰ πράγματα ὥστε μόνοι νὰ βγάλουν τὴν ἀπόφαση, πρᾶγμα ποὺ κάνει
καὶ στὴν παροῦσα παραβολὴ τοῦ ἀμπελῶνα.
Καὶ γιὰ νὰ συμβεῖ αὐτὸ ἐπιρρίπτει τὴν κατηγορία σὲ ἄλλο πρόσωπο, αὐτὸ τοῦ
δεύτερου γιοῦ τῆς παραβολῆς· διότι ἐπειδὴ δὲν θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ ἀποσπάσει
ἀπευθείας τὴν ὁμολογία τους, τοὺς ὁδηγεῖ στὴ συνέχεια μὲ τὴν παραβολὴ ἐκεῖ ὅπου
ἤθελε. Ὅταν λοιπόν, ἐπειδὴ δὲν ἀντιλήφτηκαν τὸ νόημα τῶν λόγων Του, ἔβγαλαν τὴν
ἀπόφαση, τότε ἀποκαλύπτει πλέον αὐτὸ ποὺ ὑπονοοῦσε καὶ λέγει: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν,
ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(:
ἀληθινά σᾶς λέω ὅτι οἱ τελῶνες καὶ οἱ πόρνες, οἱ ὁποῖες στὴν ἀρχὴ ἔδειξαν
ἀπείθεια στὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, πηγαίνουν πρὶν ἀπό σᾶς, τοὺς Φαρισαίους καὶ
γραμματεῖς, στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· διότι ἐσεῖς μὲ λόγια μόνο δείξατε ὑπακοὴ
στὸν Θεό, στὴν πραγματικότητα ὅμως ὑπήρξατε ἀπειθεῖς καὶ ἄπιστοι). Ἦλθε γὰρ πρὸς
ὑμᾶς Ἰωάννης ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης, καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· οἱ δὲ τελῶναι καὶ
αἱ πόρναι ἐπίστευσαν αὐτῷ· ὑμεῖς δὲ ἰδόντες, οὐ μετεμελήθητε ὕστερον, τοῦ
πιστεῦσαι αὐτῷ(:διότι ἦλθε σὲ σᾶς ὁ Ἰωάννης κηρύττοντας τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς, τὸν
ἐνάρετο τρόπο ζωῆς καὶ συμπεριφορᾶς, κι ὅμως δὲν πιστέψατε σὲ Αὐτόν. Οἱ τελῶνες
ὅμως καὶ οἱ πόρνες πίστεψαν σὲ Αὐτόν. Κι ἐσεῖς, ἐνῶ τοὺς εἴδατε νὰ
πιστεύουν, οὔτε κἂν ὕστερα μεταμεληθήκατε, ὥστε νὰ πιστέψετε σὲ Αὐτόν'')»[Ματθ.21,32]·
διότι ἐὰν ἔλεγε ἁπλῶς ὅτι «οἱ πόρνες εἰσέρχονται πρὶν ἀπὸ ἐσᾶς», θὰ τοὺς
φαινόταν ὁ λόγος ἐνοχλητικός, ἐνῶ τώρα ποὺ διατυπώνει τὴ σκέψη Του μετὰ τὴ δική
τους γνώμη, φαίνεται ὁ λόγος Του ὑποφερτός. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν προσθέτει καὶ
τὴν αἰτία.
Ποιά λοιπὸν ἦταν αὐτή; «Ἦλθε γὰρ(:διότι ἦλθε)», λέγει, «πρὸς ὑμᾶς Ἰωάννης(:σὲ
σᾶς ὁ Ἰωάννης)», ὄχι πρὸς ἐκείνους· καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ «ἐν ὁδῷ
δικαιοσύνης(:κηρύττοντας τὴν ὁδὸ τῆς ἀρετῆς, τὸν ἐνάρετο τρόπο ζωῆς καὶ
συμπεριφορᾶς)». Οὔτε βέβαια μπορεῖτε νὰ τὸν κατηγορήσετε ὅτι ἦταν κάποιος
ἀδιάφορος καὶ ὅτι δὲν ὠφελοῦσαν σὲ τίποτε, ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του ἦταν
ἀνεπίληπτος καὶ ἡ φροντίδα του μεγάλη, παρ᾿ ὅλ᾿ αὐτὰ ὅμως δὲν τὸν προσέξατε.
Καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸ τοὺς κατηγορεῖ καὶ γιὰ ἄλλο πρᾶγμα, ὅτι δηλαδὴ οἱ τελῶνες τὸν
πρόσεξαν· καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν κατηγορία τοὺς κατηγορεῖ καὶ γιὰ ἄλλο, ὅτι
δηλαδὴ δὲν τὸν πρόσεξαν οὔτε καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτούς. Φυσικὰ ἔπρεπε πρὶν ἀπὸ αὐτοὺς
νὰ πιστέψουν, τὸ ὅτι ὅμως δὲν πίστεψαν οὔτε καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτούς, αὐτὸ δὲν ἔχει
καμία συγχώρηση· καὶ εἶναι μὲν ἀπερίγραπτος ὁ ἔπαινος ἐκείνων, ἐνῶ αὐτῶν ἡ
κατηγορία. «Πρὸς ἐσᾶς ἦλθε καὶ δὲν τὸν δεχθήκατε, δὲν πῆγε πρὸς ἐκείνους καὶ
τὸν δεχθήκανε καὶ οὔτε κἂν ἐκείνους δεχθήκατε ὡς διδασκάλους σας».
Πρόσεχε μὲ πόσους τρόπους ἀποδεικνύεται τὸ ἐγκώμιο ἐκείνων καὶ ἡ κατηγορία
αὐτῶν. «Πρὸς ἐσᾶς ἦλθε, ὄχι πρὸς ἐκείνους. Ἐσεῖς δὲν πιστέψατε· αὐτὸ δὲν τοὺς
σκανδάλισε ἐκείνους. Αὐτοὶ πίστεψαν· αὐτὸ δὲν σᾶς ὠφέλησε». Ἐπίσης τὴ φράση
«προάγουσιν ὑμᾶς(:εἰσέρχονται πρὶν ἀπὸ ἐσᾶς)» δὲν τὴν εἶπε μὲ τὴ σημασία ὅτι
θὰ ἀκολουθήσουν καὶ αὐτοί, ἀλλὰ μὲ σκοπὸ νὰ δείξει ὅτι ὑπάρχει ἐλπίδα γιὰ κάτι
παρόμοιο, ἐὰν τὸ θελήσουν.
Διότι τίποτε δὲν διεγείρει τόσο πολὺ αὐτοὺς ποὺ εἶναι πνευματικὰ ἀτελεῖς, ὅσο ἡ
ζήλεια. Γιὰ τοῦτο πάντοτε λέγει: «Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι
πρῶτοι(:πολλοὶ μάλιστα ποὺ εἶναι στὸν κόσμο αὐτὸ πρῶτοι, θὰ εἶναι στὸν ἄλλο
κόσμο τελευταῖοι, καὶ πολλοὶ τελευταῖοι θὰ εἶναι ἐκεῖ πρῶτοι)»[Ματθ.19,30]. Γιὰ
τὸν λόγο αὐτὸν ἀνέφερε καὶ τίς πόρνες καὶ τοὺς τελῶνες, γιὰ νὰ τοὺς κάνει νὰ
ζηλέψουν. Καθόσον τὰ δύο αὐτὰ χειρότερα ἁμαρτήματα γεννῶνται ἀπὸ τὸν ἀφύσικο
ἔρωτα, τὸ μὲν ἕνα ἀπὸ τὸν σωματικὸ ἔρωτα, ἐνῶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία γιὰ τὰ
χρήματα. Τοὺς ἀποδεικνύει λοιπὸν ὅτι αὐτὸ κατ᾿ ἐξοχὴν σημαίνει νὰ ὑπακούουν στὸ
νόμο τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ πιστέψουν δηλαδὴ στὸν Ἰωάννη. Ἑπομένως δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα
μόνο τῆς θείας χάριτος τὸ νὰ εἰσέλθουν οἱ πόρνες στὴν οὐράνια βασιλεία, ἀλλὰ
καὶ δικαιοσύνης· διότι δὲν εἰσῆλθαν ἐνῶ ἦσαν πόρνες· ἀλλὰ εἰσῆλθαν ἀφοῦ
ὑπάκουσαν, πίστεψαν, καθαρίστηκαν καὶ ἄλλαξαν τρόπο ζωῆς.
Εἶδες πῶς ἔκανε τὸν λόγο ἀνεκτικὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ μὲ τὴν παραβολὴ καὶ
τὴν ἀναφορὰ τῶν πορνῶν; Δὲν τοὺς εἶπε δηλαδὴ εὐθὺς ἐξαρχῆς «γιατί δὲν πιστέψατε
στὸν Ἰωάννη;». Ἀλλὰ ἀφοῦ ἀνέφερε στὴν ἀρχὴ αὐτὸ ποὺ ἦταν πιὸ δεικτικό, δηλαδὴ
τοὺς τελῶνες καί τίς πόρνες, τότε πρόσθεσε καὶ αὐτό, ἐλέγχοντας ἀπὸ τὴ φυσικὴ
σειρὰ τῶν πραγμάτων καὶ δείχνοντας ὅτι ὅλα τὰ κάνουν ἀπὸ τὸν φόβο τῶν ἀνθρώπων
καὶ ἀπὸ ματαιοδοξία. Καθόσον καὶ στὸν Χριστὸ δὲν πίστευαν, γιὰ νὰ μὴν
ἐκδιωχθοῦν ἀπὸ τὴ συναγωγή, καὶ τὸν Ἰωάννη πάλι δὲν τολμοῦσαν νὰ τὸν
κατηγορήσουν, ὄχι ἀπὸ εὐλάβεια καὶ αὐτό, ἀλλὰ ἀπὸ φόβο.
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔλεγξε μὲ ὅλα ὅσα εἶπε καὶ στὴ συνέχεια πρόσθεσε τὸ πλῆγμα κατὰ
τρόπο πιὸ δραστικὸ μὲ τοὺς λόγους: «ὑμεῖς δὲ ἰδόντες, οὐ μετεμελήθητε ὕστερον,
τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ(:κι ἐσεῖς, ἐνῶ τοὺς εἴδατε νὰ πιστεύουν, οὔτε κἂν ὕστερα
μεταμεληθήκατε, ὥστε νὰ πιστέψετε σὲ αὐτόν)»[Ματθ.21,32]. Ἦταν κακὸ λοιπὸν τὸ
ὅτι δὲν προτίμησαν τὸ καλὸ ἀπὸ τὴν ἀρχή, μεγαλύτερη ὅμως εἶναι ἡ κατηγορία γιά
τὸ ὅτι δὲν μετανόησαν· διότι αὐτὸ προπάντων εἶναι ἐκεῖνο ποὺ κάνει πολλοὺς
πονηρούς, πρᾶγμα ποὺ βλέπω καὶ τώρα μερικοὺς νὰ τὸ παθαίνουν κυριευμένοι ἀπὸ
τὴν πιὸ φοβερὴ ἀναισθησία.
Κανεὶς ὅμως νὰ μὴν εἶναι τέτοιος· ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη κυριευτεῖ ἀπὸ τὴν πιὸ
φοβερὴ κακία, ἂς μὴν καταλαμβάνεται ἀπὸ ἀπόγνωση γιὰ τὴ μεταβολή του πρὸς τὸ
καλύτερο· διότι εἶναι εὔκολο νὰ ἀνασυρθεῖ ἐπάνω μέσα ἀπὸ τὰ βάραθρα τῆς
πονηρίας. Ἢ δὲν ἀκούσατε πὼς ἐκείνη ἡ πόρνη ποὺ ὑπερέβαλε ὅλους ὡς πρὸς τὴν
ἀσέλγεια, κάλυψε τοὺς πάντες μὲ τὴν εὐλάβειά της;
Δὲν ἐννοῶ αὐτὴν ποὺ ἀναφέρεται στὰ εὐαγγέλια, ἀλλά τὴν πόρνη τῆς δικῆς μας
γενεᾶς, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν πιὸ παράνομη πόλη, τὴ Φοινίκη. Καθόσον αὐτὴ
κάποτε ἦταν πόρνη ποὺ ζοῦσε μεταξύ μας, ποὺ κατεῖχε τὰ πρωτεῖα στὰ θέατρα καὶ
ἦταν πολὺ γνωστὸ τὸ ὄνομά της παντοῦ, ὄχι μόνο στὴ δική μας πόλη, ἀλλὰ καὶ
μέχρι τὴ χώρα τῶν Κιλίκων καὶ τῶν Καππαδοκῶν. Καὶ πολλὲς μὲν περιουσίες
καταδαπάνησε, καὶ πολλοὺς ἄφησε ὀρφανούς· πολλοὶ ἐπίσης τὴν κατηγόρησαν
καὶ γιὰ μαγεία, ὅτι δηλαδὴ συλλάμβανε στὰ δίχτυά της ὄχι μόνο μὲ τὴ σωματική
της ὡραιότητα, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ μαγικὰ ἐκεῖνα φάρμακά της. Κάποτε μάλιστα
συνέλαβε αὐτὴ ἡ πόρνη καὶ τὸν ἀδελφὸ τῆς βασίλισσας· καθόσον ἦταν μεγάλη ἡ
δύναμή της.
Ἀλλὰ ἐντελῶς ξαφνικά, δὲν γνωρίζω πῶς, ἢ μᾶλλον τὸ γνωρίζω πολὺ καλά· διότι
θέλησε καὶ μετανόησε καὶ ἀπέσπασε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ· περιφρόνησε ὅλα ἐκεῖνα καὶ
ἀφοῦ ἀπέρριψε τίς μαγεῖες τοῦ διαβόλου, ἔτρεξε πρὸς τὸν οὐρανό. Μολονότι βέβαια
δὲν ὑπῆρχε τίποτε πιὸ αἰσχρὸ ἀπὸ αὐτήν, ὅταν ἐργαζόταν στὸ θέατρο, ἀλλὰ ὅμως
πολλὲς ὑπερέβαλε μὲ τὴν ὑπερβολική της ἐγκράτεια καὶ ἀφοῦ ντύθηκε τὸν σάκο τῆς
μετανοίας ἔζησε ὅλο τὸν ὑπόλοιπο χρόνο της ἀσκούμενη κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ἐξαιτίας της ὅμως λυπήθηκε καὶ ὁ ὕπαρχος καὶ οἱ στρατιῶτες ἦλθαν ἐναντίον της
ὁπλισμένοι, ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ τὴν ἐπαναφέρουν στὴ σκηνὴ τοῦ θεάτρου, οὔτε νὰ
τὴν ἀπομακρύνουν ἀπὸ τίς παρθένες ποὺ τὴν ὑποδέχτηκαν. Αὐτὴ ἀφοῦ καταξιώθηκε
τῶν ἀπορρήτων μυστηρίων καὶ ἐπέδειξε ζῆλο ἀντάξιο τῆς θείας χάριτος, ἔτσι
τέλειωσε τὴ ζωή της, ἔχοντας καθαρίσει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά της μέ τὴ χάρη τοῦ
Θεοῦ καὶ ἔχοντας ἐπιδείξει μετὰ τὸ βάπτισμά της πολλὴ εὐσέβεια· διότι δὲν
δέχτηκε οὔτε κἂν νὰ τὴν δοῦν ἁπλῶς οἱ ἄλλοτε ἐραστές της ποὺ ἦλθαν γιὰ τὸν
σκοπὸ αὐτόν, ἀλλὰ ἀπομονώθηκε καὶ πέρασε τὴν ὑπόλοιπη ζωὴ της σὰν νὰ ζοῦσε μέσα
σὲ φυλακή. Μόνο κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο οἱ τελευταῖοι θὰ γίνουν πρῶτοι καὶ οἱ
πρῶτοι τελευταῖοι· ἔτσι πρέπει πάντοτε ἡ ψυχή μας νὰ κατακαίεται ἀπὸ τὴ φλόγα
τῆς πίστεως καὶ δὲ θὰ ὑπάρξει κανένα ἐμπόδιο ὥστε νὰ γίνει κανεὶς μέγας καὶ
θαυμαστός.
Κανένας λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν μέσα στὴν ἁμαρτία νὰ μὴν περιέρχεται σὲ ἀπόγνωση
καὶ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἐναρέτους νὰ μὴ μένει ἀδρανής· καὶ αὐτὸς ἀκόμη νὰ μὴ
λαμβάνει θάρρος ἀπό τὸ ὅτι εἶναι ἐνάρετος, διότι πολλὲς φορὲς ἡ πόρνη θὰ τὸν
ὑποσκελίσει στὴν ἀρετὴ ἀφοῦ βέβαια ἐκείνη μετανοήσει· οὔτε καὶ ὁ
ἁμαρτωλὸς ὅμως νὰ μὴν καταλαμβάνεται ἀπὸ ἀπόγνωση, διότι εἶναι δυνατὸν αὐτὸς νὰ
ξεπεράσει καὶ τοὺς πρώτους. Ἄκουσε τί λέγει ὁ Θεὸς πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ: «καὶ
εἶπα μετὰ τὸ πορνεῦσαι αὐτὴν ταῦτα πάντα· πρὸς μὲ ἀνάστρεψον, καὶ οὐκ
ἀνέστρεψε(:παρόλο τοῦτο ἐγώ, ἔπειτα ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία τους καὶ τὴν ἐκτροπὴ
στὴν πορνεία, εἶπα πρὸς αὐτούς:''Ἐπιστρέψτε μὲ τὴ μετάνοια πρὸς ἐμένα'' καὶ δὲν
ἐπέστρεψαν)»[Ἰερ.3,7]. Ὅταν ἐπιστρέψουμε στὴ θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ὁ Θεὸς
δὲν θυμᾷται τὰ προηγούμενα ποὺ εἴχαμε διαπράξει ὅσο ζούσαμε μέσα στὴν ἁμαρτία.
Δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ὅπως οἱ ἄνθρωποι· διότι δὲν ἐπιτιμᾷ τίς προηγούμενες πράξεις
μας, οὔτε λέγει ἐὰν μετανοήσουμε, «γιατί ἄφησες νὰ περάσει τόσος χρόνος»· ἀλλὰ
μᾶς ἀγαπᾷ ὅταν ἐπιστρέψουμε κοντά Του, ἀρκεῖ μόνο νὰ ἐπιστρέψουμε ὅπως πρέπει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom
PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
• Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ
Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλία ΞΖ΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες
348-357.
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου
Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 68, σελ. 60-65.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία
(ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ»,
ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ
Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ
τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ
σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος
θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν
κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη,
Ἀθήνα 2016
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient
greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia
Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh
Diathikh.htm
_______________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»