Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΝΗΡΗ ΕΡΩΤΗΣΗ ΤΩΝ ΦΑΡΙΣΑΙΩΝ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΦΟΡΩΝ ΣΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ
ΚΑΙ ΤΗ ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
[Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων Ματθ. 22,15 - 22]
«Τότε πορευθέντες οἱ Φαρισαῖοι συμβούλιον ἔλαβον ὅπως αὐτὸν παγιδεύσωσιν ἐν λόγῳ(:τότε πῆγαν οἱ Φαρισαῖοι στὸν τόπο τῶν συσκέψεών τους καὶ συμφώνησαν νὰ Τὸν παγιδεύσουν μὲ ἐρωτήσεις)»[Ματθ.22,15].
«Τότε». Πότε δηλαδή; Ὅταν προπάντων ἔπρεπε νὰ δείξουν κατάνυξη, ὅταν ἔπρεπε νὰ ἐκπλαγοῦν ἀπὸ τὴν φιλανθρωπία Του, ὅταν ἔπρεπε νὰ φοβηθοῦν γιὰ τὰ μέλλοντα, ὅταν ἔπρεπε νὰ πιστέψουν καὶ γιὰ τὰ μέλλοντα, λαμβάνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ παρόντα. Καθόσον τὰ ὅσα εἰπώθηκαν, βροντοφώναζαν καὶ γιὰ τὰ γεγονότα τοῦ μέλλοντος· διότι πράγματι τελῶνες καὶ πόρνες πίστεψαν, καὶ προφῆτες καὶ δίκαιοι φονεύθηκαν, καὶ ἔπρεπε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ νὰ μὴν ἔχουν καμία ἀμφιβολία καὶ γιὰ τὴ δική τους ἀπώλεια, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἔπρεπε καὶ νὰ πιστέψουν καὶ νὰ σωφρονίζονται. Ἀλλὰ ὅμως οὔτε καὶ ἐδῶ τερματίζουν τὰ ἔργα τῆς κακίας τους, ἀλλὰ αὐτὴ αὐξάνεται διαρκῶς καὶ προχωροῦν ἀκόμη παραπέρα. Καὶ ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ Τὸν συλλάβουν (διότι φοβόντουσαν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ) μεταχειρίστηκαν ἄλλη ὁδό, θέλησαν δηλαδὴ νὰ Τὸν παρουσιάσουν ὡς ἐπικίνδυνο καὶ ὡς ὑπεύθυνο δημόσιων ἀδικημάτων.
«Καὶ ἀποστέλλουσιν αὐτῷ τοὺς μαθητὰς αὐτῶν μετὰ τῶν Ἡρῳδιανῶν λέγοντες· διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς εἶ καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἐν ἀληθείᾳ διδάσκεις, καὶ οὐ μέλει σοὶ περὶ οὐδενός· οὐ γὰρ βλέπεις εἰς πρόσωπον ἀνθρώπων· εἰπὲ οὖν ἡμῖν, τί σοὶ δοκεῖ; ἔξεστι δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἢ οὔ;(:Τοῦ ἀποστέλλουν λοιπὸν τοὺς μαθητὲς τους μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ἀνῆκαν στὸ κόμμα τοῦ Ἡρώδη, καὶ Τοῦ εἶπαν: ''Διδάσκαλε, γνωρίζουμε ὅτι εἶσαι εἰλικρινὴς καὶ ἀληθινὸς καὶ διδάσκεις τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ μὲ βάση τὴν ἀλήθεια καὶ χωρὶς ψέματα, καὶ δὲν σὲ νοιάζει τίποτε, δὲν φοβᾶσαι κανέναν˙ διότι δὲν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ σκέψεις καὶ ἰδέες ἀνθρώπων, οὔτε χαρίζεσαι σὲ πρόσωπα). Πὲς μας λοιπόν, τί γνώμη ἔχεις; Ἐπιτρέπεται ἢ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ δώσουμε κεφαλικὸ φόρο στὸν Καίσαρα καὶ νὰ ἀναγνωρίσουμε ἔτσι ὅτι εἴμαστε ὑποτελεῖς καὶ δοῦλοι τοῦ Καίσαρα;'' [συμπληρωματικὸ σχόλιο Παν. Τρεμπέλα: Ἔτσι οἱ Φαρισαῖοι σκόπευαν ἢ νὰ κινήσουν τὴν ὀργὴ τοῦ πλήθους ἐναντίον Του, ἐὰν ἐπέτρεπε τὴν πληρωμὴ τοῦ φόρου, ἢ νὰ Τὸν καταγγείλουν μέσῳ τῶν Ἠρωδιανῶν ὡς ἐπαναστάτη, ἐὰν ἀπαγόρευε τὴν πληρωμὴ του])»[Ματθ.22,16-17].
Καθόσον βέβαια ἦσαν φόρου ὑποτελεῖς, ἀφοῦ εἶχαν περιέλθει ὑπὸ τὴν ἐξουσία τῶν Ρωμαίων. Ἐπειδὴ λοιπὸν γνώριζαν ὅτι οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Θευδᾶ καὶ τοῦ Ἰούδα, ποὺ ἔζησαν πρὶν ἀπὸ Αὐτόν, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο θανατώθηκαν, ἐπειδὴ δηλαδὴ ἐπιχείρησαν ἀποστασία, ἤθελαν καὶ Αὐτὸν μὲ αὐτοὺς τοὺς λόγους νὰ Τὸν ὁδηγήσουν σὲ μιὰ παρομοίου εἴδους ὑποψία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ τοὺς δικούς τους μαθητὲς ἀπέστελλαν καὶ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Ἡρώδη, σκάπτοντας διπλὸ γκρεμὸ γύρω ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ θέτοντας ἀπὸ παντοῦ τὴν παγίδα τους, ὥστε, ὁτιδήποτε καὶ ἂν ἐπρόκειτο νὰ ἀπαντήσει ὁ Ἰησοῦς, νὰ Τὸν συλλάβουν.
Ἐὰν μὲν μιλοῦσε ὑπὲρ τῆς γνώμης τῶν Ἠρωδιανῶν, νὰ Τὸν κατήγγειλαν οἱ μαθητὲς τῶν ἴδιων τῶν Φαρισαίων ποὺ ἦταν παρόντες· ἐὰν πάλι ὁμιλοῦσε ὑπὲρ τῆς γνώμης τῶν Φαρισαίων, νὰ Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ στρατιῶτες τοῦ Ἡρώδη. Μολονότι βέβαια εἶχε πληρώσει τὰ δίδραχμα, ἀλλὰ δὲν τὸ γνώριζαν αὐτό. Καὶ περίμεναν νὰ φέρει ἀντίρρηση καὶ πρὸς τοὺς δύο, ἀλλὰ ἐπιθυμοῦσαν πολὺ περισσότερο νὰ πεῖ κάτι ἐναντίον τῶν Ἠρωδιανῶν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, ἀποστέλλουν καὶ τοὺς μαθητές τους, ὠθῶντας Αὐτόν, μὲ τὴν παρουσία αὐτῶν, πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση, ὥστε νὰ Τὸν παραδώσουν στὸν ἡγεμόνα ὡς τύραννο. Αὐτὸ βέβαια καὶ ὁ Λουκᾶς τὸ δήλωσε ὑπαινισσόμενος, λέγοντας ὅτι Τὸν ρωτοῦσαν παρουσία τοῦ πλήθους τοῦ λαοῦ, ὥστε νὰ ἔχουν πολὺ περισσότερους μάρτυρες. Ἀλλὰ ὅμως συνέβῃ ἐντελῶς τὸ ἀντίθετο διότι μὲ τὴν παρουσία περισσότερου πλήθους θεατῶν ἀπέδειξαν τὴν ἀνοησία τους.
Καὶ προσέχετε τὴν κολακεία τους καὶ τὸν καλυμμένο δόλο τους. «Διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς εἶ καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἐν ἀληθείᾳ διδάσκεις, καὶ οὐ μέλει σοὶ περὶ οὐδενός(:Διδάσκαλε, γνωρίζουμε ὅτι εἶσαι εἰλικρινὴς καὶ ἀληθινὸς καὶ διδάσκεις τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ μὲ βάση τὴν ἀλήθεια καὶ χωρὶς ψέματα, καὶ δὲν σὲ νοιάζει τίποτε, δὲν φοβᾶσαι κανέναν˙ διότι δὲν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ σκέψεις καὶ ἰδέες ἀνθρώπων, οὔτε χαρίζεσαι σὲ πρόσωπα)», λέγουν. Πῶς λοιπὸν λέγατε ὅτι εἶναι πλάνος καὶ ὅτι πλανᾷ τὸν λαὸ καὶ ὅτι ἔχει δαιμόνιο καὶ ὅτι δὲν εἶναι ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό; Πῶς πρὶν ἀπὸ λίγο θέλατε νὰ Τὸν φονεύσετε;
Ἀλλὰ ὅλα γίνονται ὅπως ἀκριβῶς τὰ εἶχε ὑπαγορεύσει ἡ συκοφαντική τους διάθεση. Ἐπειδὴ δηλαδὴ πρὶν ἀπὸ λίγο Τὸν ρώτησαν μὲ αὐθάδεια: «ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς;(:Πές μας, μὲ ποιά ἐξουσία τὰ κάνεις αὐτά;)» [Λουκ.20,22] καὶ δὲν ἔλαβαν ἀπάντηση στὴν ἐρώτησή τους, ἀναμένουν νὰ Τὸν ἐξαπατήσουν μὲ τὴν κολακεία τους καὶ νὰ τὸν πείσουν νὰ πεῖ κάτι ἐναντίον τῶν νόμων ποὺ ἴσχυαν καὶ ἀντίθετο πρὸς τὴν ἐξουσία ποὺ κυβερνοῦσε. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν βεβαιώνουν ὅτι λέγει καὶ τὴν ἀλήθεια ὁμολογῶντας ἔτσι τὴν πραγματικότητα, πλὴν ὅμως ὄχι μὲ ὀρθὴ σκέψη, οὔτε καὶ μὲ τὴν θέλησή τους, καὶ προσθέτουν τοὺς λόγους «οὐ μέλει σοὶ περὶ οὐδενός(:καὶ δὲν σὲ νοιάζει τίποτε, δὲν φοβᾶσαι κανέναν˙ δεν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ σκέψεις καὶ ἰδέες ἀνθρώπων, οὔτε χαρίζεσαι σὲ πρόσωπα)».
Πρόσεχε πῶς ἀποκαλύπτονται θέλοντας νὰ Τὸν ὁδηγήσουν νὰ πεῖ ἐκεῖνα τὰ λόγια, ποὺ θὰ Τὸν παρουσιάσουν ἀντίθετο καὶ πρὸς τὸν Ἡρώδη καὶ θὰ δημιουργήσει τὴν ὑποψία ὅτι εἶναι τύραννος, ὡς ἀντιτιθέμενος πρὸς τοὺς νόμους, ὥστε νὰ Τὸν τιμωρήσουν ὡς στασιαστὴ καὶ τύραννο. Διότι τὸ «οὐ μέλει σοὶ περὶ οὐδενός(:καὶ δὲν σὲ νοιάζει τίποτε, δὲν φοβᾶσαι κανέναν˙ δὲν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ σκέψεις καὶ ἰδέες ἀνθρώπων, οὔτε χαρίζεσαι σὲ πρόσωπα)» τὸ ἔλεγαν ὑπονοῶντας τὸν Ἡρώδη καὶ τὸν Καίσαρα. «Εἰπὲ οὖν ἡμῖν, τί σοὶ δοκεῖ;(:Πές μας λοιπόν, τί γνώμη ἔχεις;)». Τώρα τιμᾶτε καὶ θεωρεῖτε διδάσκαλο ἐκεῖνον, ποὺ ὅταν σᾶς μιλοῦσε γιὰ τὴν σωτηρία σας Τὸν περιφρονούσατε καὶ πολλὲς φορὲς Τὸν βρίζατε.
Ἑπομένως παρουσιάστηκαν ὡς ἄνθρωποι ποὺ συμφωνοῦσαν μαζί Του. Καὶ πρόσεχε τὴν κακουργία τους: δὲν λένε «πές μας ποιό εἶναι τὸ καλό, ποιό τὸ συμφέρον, ποιό τὸ νόμιμο;», ἀλλά: «Ποιά εἶναι ἡ δική σου γνώμη;»· μὲ αὐτὸ πρὸς ἕνα καὶ μόνο ἀπέβλεπαν, νὰ Τὸν κατηγορήσουν καὶ νὰ Τὸν παρουσιάσουν ὡς ἐχθρὸ τοῦ ἄρχοντα. Καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος ἐπίσης τὸ ἀποκαλύπτει αὐτὸ καὶ δηλώνει σαφέστερα τὴν αὐθάδειά τους καὶ τὴ φονικὴ διάθεσή τους, λέγοντας ὅτι αὐτοὶ Τὸν ρώτησαν: «ἔξεστι δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἢ οὔ; δῶμεν ἢ μὴ δῶμεν;(: πές μας λοιπόν: Ἐπιτρέπεται ἢ ὄχι νὰ πληρώνουμε κεφαλικὸ φόρο στὸν Καίσαρα; Ναὶ ἢ ὄχι; Νὰ δώσουμε ἢ νὰ μὴ δώσουμε τὸν φόρο αὐτό;)»[Μᾶρκ.12,14]. Ἔτσι ἦσαν μὲν γεμᾶτοι ἀπὸ θυμὸ καὶ φούντωνε ἡ συκοφαντική τους διάθεση, ἀλλὰ ὑποκρίνονταν ὑποταγή.
Τί τοὺς ἀπαντᾷ λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς; «Τί μὲ πειράζετε, ὑποκριταί;(: γιατί προσπαθεῖτε νὰ μὲ ἐκθέσετε σὲ πειρασμό, ὑποκριτές;)»[Ματθ.22,18]. Βλέπεις πῶς τοὺς ὁμιλεῖ κατὰ τρόπο ποὺ τοὺς ἐλέγχει σὲ μεγαλύτερο βαθμό; Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἡ κακία τους ἦταν ὁλοκληρωμένη καὶ ὁλοφάνερη, τοὺς δίνει βαθύτερο χτύπημα, κατὰ πρῶτον μὲ τὸ νὰ προκαλέσει σύγχυση σὲ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς ἀποστομώσει καὶ δεύτερο μὲ τὸ φανερώσει ἐνώπιον ὅλων τὰ κρυφὰ σχέδιά τους καὶ στὴ συνέχεια μὲ τὸ νὰ ἀποκαλύψει σὲ ὅλους μὲ ποιὲς διαθέσεις Τὸν πλησιάζουν. Αὐτὰ δὲν τὰ ἔκανε μὲ σκοπὸ νὰ μειώσει τὴν κακία τους, ὥστε νὰ μὴν ἐπιχειροῦν καὶ πάλι νὰ Τὸν βλάψουν μὲ τίς ἴδιες ἐνέργειές τους.
Μολονότι βέβαια τὰ λόγια τους ἦσαν γεμᾶτα ἀπὸ πολλὰ τιμή, καθόσον καὶ Διδάσκαλο Τὸν ἀποκαλοῦσαν καὶ Τὸν ἐπιβεβαίωναν ὅτι λέγει τὴν ἀλήθεια καὶ ὅτι τάχα δὲν ἦταν προσωπολήπτης, ἐπειδὴ ὅμως ἦταν Θεός, τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν ὑπῆρχε ποὺ νὰ μὴν τὸ γνώριζε. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἔπρεπε καὶ ἐκεῖνοι νὰ ἀναλογίζονται ὅτι ἡ ἐπίπληξή Του δὲν ἦταν προϊὸν στοχασμοῦ, ἀλλὰ ἀπόδειξη ὅτι γνωρίζει τίς ἀπόκρυφες σκέψεις τους.
Δὲ σταμάτησε ὅμως μέχρι τὴν ἐπίπληξη, ἂν καὶ ἦταν ἀρκετὸ καὶ μόνο τὸ ὅτι ἔλεγξε τὴν σκέψη τους νὰ καταισχύνει τὴν πονηρία τους, ἀλλὰ ὅμως δὲν σταματᾷ μέχρι ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλο τρόπο τοὺς ἀποστομώνει. Διότι τοὺς λέγει: «Ἐπιδείξατέ μοι τὸ νόμισμα τοῦ κήνσου(:Δεῖξτε μου τὸ νόμισμα μὲ τὸ ὁποῖο πληρώνεται ὁ φόρος) Οἱ δὲ προσήνεγκαν αὐτῷ δηνάριον (:αὐτοὶ λοιπόν του ἔφεραν ἕνα δηνάριο, τὸ ὁποῖο ὡς νόμισμα ρωμαϊκὸ ἔφερε ἐπάνω τὴν εἰκόνα καὶ τὴν ἐπιγραφὴ τοῦ Καίσαρα)»· καὶ μόλις τὸ ἔδειξαν, πρᾶγμα ποὺ πάντοτε κάνει, τοὺς ἀπαντᾷ μὲ τὰ ἴδια τὰ λόγια τους καὶ τοὺς ἀναγκάζει νὰ παραδεχθοῦν ὅτι ἐπιτρέπεται, πρᾶγμα ποὺ ἦταν λαμπρὴ καὶ φανερὴ νίκη. Ὥστε ὅταν ρωτᾷ, δὲν ρωτᾷ γιατί δὲν γνωρίζει, ἀλλὰ ἐπειδὴ θέλει νὰ τοὺς παρουσιάσει ὑπεύθυνους ἀπὸ τίς δικές τους ἀπαντήσεις. Ἐπειδὴ λοιπόν τους ρώτησε «Τίνος ἡ εἰκὼν αὕτη, καὶ ἡ ἐπιγραφή;(:καὶ τότε δείχνοντας τὸ νόμισμα τοὺς λέει: Τίνος εἶναι αὐτὴ ἡ εἰκόνα καὶ ἡ ἐπιγραφή;)» καὶ ἀπάντησαν ὅτι εἶναι τοῦ Καίσαρα, τοὺς λέγει «Ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος, Καίσαρι (:Δῶστε λοιπὸν πίσω στὸν Καίσαρα ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν στὸν Καίσαρα)». Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει νὰ δώσουν, ἀλλὰ νὰ ἀποδώσουν, πρᾶγμα ποὺ ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὴν εἰκόνα καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιγραφή.
Στὴ συνέχεια γιὰ νὰ μὴν ποῦν :«μᾶς προτρέπεις νὰ ὑποτασσόμαστε σὲ ἀνθρώπους;» πρόσθεσε «καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ(:καὶ στὸν Θεὸ δῶστε ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν στὸ Θεό. Στὸν Καίσαρα καὶ στοὺς ἄρχοντες ἀνήκουν οἱ φόροι καὶ ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ὑποταγὴ στοὺς νόμους, ἐφόσον αὐτὰ δὲν σᾶς ζημιώνουν στὴν εὐσέβεια˙ ἡ ψυχή σας ὅμως καὶ ὁλόκληρο τὸ ἐσωτερικό σας καὶ ὅλος ὁ ἑαυτός σας ἀνήκουν στὸν Θεό)»[Ματθ.22,21]. Διότι εἶναι δυνατὸν καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐκπληρώνει κανεὶς τίς ὑποχρεώσεις του καὶ στὸν Θεὸ νὰ ἀποδίδει, αὐτὰ ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἀποδίδουμε στὸν Θεό.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ ὁ Παῦλος λέγει «ἀπόδοτε οὖν πᾶσι τὰς ὀφειλάς, τῷ τὸν φόρον τὸν φόρον, τῷ τὸ τέλος τὸ τέλος, τῷ τὸν φόβον τὸν φόβον, τῷ τὴν τιμὴν τὴν τιμήν(:ἀποδῶστε λοιπὸν σὲ ὅλους ὅσους κατέχουν ἐξουσία, ὅ,τι τοὺς ὀφείλετε ὡς χρέος καὶ καθῆκον. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ εἰσπράττει τὸν φόρο γιὰ τὰ εἰσοδήματα καὶ τὸν κεφαλικὸ φόρο, ἀποδῶστε τὸν φόρο. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ εἰσπράττει τοὺς τελωνειακοὺς δασμούς, ἀποδῶστε τὸν τελωνειακὸ δασμό. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀνήκει ὁ βαθὺς σεβασμός, ἀποδῶστε τὸν βαθὺ σεβασμό. Σὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀνήκει ἡ τιμή, ἀποδῶστε τὴν τιμή)»[Ρωμ.13,7]. Ἐσὺ ὅμως ὅταν ἀκούσεις «Ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος, Καίσαρι (:δῶστε λοιπὸν πίσω στὸν Καίσαρα ἐκεῖνα ποὺ ἀνήκουν στὸν Καίσαρα)» γνώριζε ὅτι ὁ Κύριος παραγγέλλει ἐκεῖνα μόνο, ποὺ δὲν παραβλάπτουν τὴν εὐσέβεια, διότι ἐὰν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ὀφειλὴ πρὸς τὸν Καίσαρα, ἀλλὰ τὸ παρόμοιο εἶναι φόρος καὶ δασμὸς τοῦ διαβόλου.
Ὅταν τὰ ἄκουσαν αὐτὰ οἱ Φαρισαῖοι ἀποστομώθηκαν καὶ θαύμασαν τὴν σοφία Του[ «Καὶ ἀκούσαντες, ἐθαύμασαν(:κι ὅταν ἄκουσαν τὴν ἀπάντηση, θαύμασαν)»[Ματθ. 22,22]. Βέβαια ἔπρεπε νὰ πιστέψουν καὶ νὰ ἐκπλαγοῦν ἀπὸ τὰ λόγια Του, καθόσον τοὺς ἔδωσε δείγματα τῆς θεότητάς Του καὶ μέ το ὅτι τοὺς ἀπεκάλυψε τὰ μυστικὰ σχέδιά τους καὶ μέ τὸ ὅτι τοὺς ἀποστόμωσε μὲ ἐπιείκεια. Τί λοιπόν; Πίστεψαν; Καθόλου· ἀλλὰ «ἀφέντες αὐτὸν, ἀπῆλθον(:Τὸν ἄφησαν τότε κι ἔφυγαν)»[Ματθ.22,22]· καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτοὺς Τὸν πλησίασαν οἱ Σαδουκκαῖοι.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
• Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλία Ο΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες 432-441.
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 68, σελ. 112-116.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm