ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
[:Πράξεις 20, 16-18 καὶ 28-36]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Οἱ ἑτεροδιδασκαλοῦντες»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 11-6-1989]
(Β217)
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ἐπιστρέφει ἀπὸ τὴν περιοδεία του στὴν Ἑλλάδα κατευθυνόμενος πρὸς Ἱερουσαλήμ. Τὸ ταξίδι του ἦτο διὰ θαλάσσης. Σὲ κάποια λιμάνια σταθμεύει, γιὰ νὰ δεῖ σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα, πῶς πηγαίνουν οἱ Ἐκκλησίες ποὺ εἶχε ἱδρύσει. Ἐστάθμευσε καὶ εἰς τὴν Μίλητον. Δὲν πῆγε εἰς τὴν Ἔφεσον, διότι δὲν ἔμενε χρόνος, ἀλλὰ μετεκάλεσε, δηλαδὴ ἐκάλεσε ἀπὸ τὴν Ἔφεσον τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου, γιὰ νὰ τοὺς δεῖ γιὰ λίγο, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴ χρονοτριβήσει, ἐπειδὴ ἐβιάζετο νὰ πάγει εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ προλάβει τὴν ἑορτὴν τῆς Πεντηκοστῆς. Ἡ συνάντησίς του αὐτὴ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου, ἔμεινε ἱστορική. Καὶ εἶναι μία ἀπὸ τίς ἔνδοξες σελίδες τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπὸ πλευρᾶς ποιμαντικῆς, ἀλλὰ καὶ διότι ἐκεῖ εἰς ὅ,τι διημείφθῃ καὶ εἶπε στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου, ἐκεῖ καὶ ξεδιπλώθηκε ἡ ἀπέραντη ψυχὴ τοῦ Παύλου, σὲ ἕνα ἀνείπωτο οὐράνιο μεγαλεῖο.
Εἶναι μία ἀθάνατη ὄντως ποιμαντικὴ σελίδα αὐτὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Μιὰ σελίδα γραμμένη ὄντως ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Θὰ μείνουμε σὲ ὅ,τι εἰπώθηκε, μόνο σὲ ἕνα βαρυσήμαντο σημεῖον, τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ καὶ ἕνα κεντρικὸν μέρος, κεντρικὸ σημεῖο τῆς ὅλης του αὐτῆς ὁμιλίας. Ἀναφέρεται στὸ θέμα ὅτι μετὰ τὴν ἀναχώρησή του θὰ εἰσορμοῦσαν «λύκοι βαρεῖς», δηλαδὴ αἱρετικοὶ εἰς τὸ ποίμνιον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου καὶ θὰ τὸ κατεσπάρασσαν. «Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο (:Διότι γνωρίζω τοῦτο, λέγει), ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς (:Μετὰ τὴν ἐδῶ ἄφιξίν μου κι ὅταν θὰ ἀναχωρήσω, θὰ εἰσέλθουν λύκοι βαρεῖς) εἰς ὑμᾶς (:στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου), μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου (:δὲν θὰ λυπῶνται κἂν τὸ ποίμνιο, ὅταν θὰ τὸ κατασπαράσσουν) καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν (:Ἀλλὰ καὶ κάποιοι ἀπό σᾶς ποὺ μὲ ἀκοῦτε τώρα, θὰ σηκωθοῦν καὶ θὰ ἀρχίσουν νὰ ὁμιλοῦν πράγματα ἀνορθόδοξα, διεστραμμένα, μὲ σκοπὸ νὰ ἀποσποῦν τοὺς μαθητὰς καὶ νὰ τοὺς κάνουν ὀπαδούς των). Διὸ γρηγορεῖτε (:Γι᾿ αὐτὸ μένετε ξύπνιοι, μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσέχετε καὶ τὸν ἑαυτόν σας καὶ τὸ ποίμνιο ποὺ σᾶς ἐνεπιστεύθῃ ὁ Κύριος)».
Ἐδῶ βλέπει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀγαπητοί μου, μὲ τὸ προφητικό του μάτι ὅτι μετά, ὅπως εἴπαμε τὴν ἀναχώρησή του, θὰ εἰσβάλλουν αἱρετικοὶ εἰς τὸ ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀξίζει νὰ δοῦμε μὲ τί χαρακτηρισμοὺς ὁμιλεῖ διὰ τοὺς αἱρετικοὺς αὐτούς. Βέβαια δὲν μᾶς ὁμιλεῖ περὶ ποιὰς αἱρέσεως ἢ περὶ ποιῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ ἔμμεσα τὸ βγάζουμε, θὰ τὸ δεῖτε λίγο πιὸ κάτω. Ἄν θὰ θέλαμε λοιπὸν νὰ κάνουμε μία ἀνάλυση, μία ἀνατομία τῆς ψυχολογίας τῶν αἱρετικῶν, θὰ βλέπαμε, πάντα, κατὰ τοὺς χαρακτηρισμοὺς τοῦ Παύλου, ὅτι πρῶτον εἶναι λύκοι. Ἐφόσον γίνεται λόγος περὶ ποιμνίου, ἔχομε τὴν εἰκόνα τοῦ ποιμνίου, τί χειρότερο, τί βαρύτερο θὰ μποροῦσε νὰ σταθεῖ γιὰ ἕνα ποίμνιον ἀπὸ τὴν παρουσία λύκων; Καὶ ὁ Κύριος ὁμίλησε περὶ ποιμνίου καὶ λύκων. Ὅταν εἶπε: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν -γιατί αὐτοὶ εἶναι οἱ «λύκοι»-, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων (:μὲ σχῆμα πράου καὶ ἀκάκου ἐργάτου), ἔσωθεν δὲ εἰσι λύκοι ἅρπαγες (:Ἀπὸ μέσα τους ὅμως εἶναι λύκοι ποὺ ἁρπάζουν καὶ δὲν χορταίνουν)».
Ἔτσι, κάθε αἱρετικὸς εἶναι ἕνας λύκος. Ἀλλὰ ἀκόμα εἶναι καὶ ἕνας κλέπτης. Ὅπως πάλι ὁ Κύριος λέγει: «Ὁ κλέπτης οὐκ ἒρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπωλέσῃ». Δὲν ἔρχεται παρὰ νὰ κλέψει, νὰ θυσιάσει, νὰ σφάξει καὶ νὰ καταστρέψει. Ἔτσι ἡ αἵρεσις φαίνεται πολὺ καλὰ ἐδῶ ὅτι εἶναι ἡ μεγαλύτερη καταστροφὴ τῆς ψυχῆς. Λέγεται κλέπτης ἀκόμη ὁ αἱρετικός, γιατί κλέπτει τὴν ἀθάνατη ψυχή. Αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία, ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, περιποιήθηκε, ἐφρόντισε διὰ τοῦ ἰδίου Του αἵματος. Ἀκόμη χαρακτηρίζονται οἱ αἱρετικοὶ «λύκοι βαρεῖς». Ὄχι ἁπλῶς λύκοι. Ἀλλὰ βαρεῖς λύκοι. Ὅπως λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «Οὐχ ἁπλῶς εἶπε, Λύκοι, ἀλλὰ προσέθηκε, Βαρεῖς (Δηλαδὴ «προσέθεσε καὶ τὸν χαρακτηρισμόν ''βαρεῖς''»), τὸ σφοδρὸν αὐτῶν καὶ ἰταμὸν αἰνιττόμενος». Γιὰ νὰ δείξει πόσο εἶναι φοβεροί, σφοδροί, ἀναίσχυντοι καὶ θρασεῖς οἱ αἱρετικοί.
Ἀκόμη, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου», «δὲν θὰ λυπῶνται τὸ ποίμνιον». Ξέρετε ὅτι ἕνας κλέπτης, ἕνας λῃστής, ἕνας λύκος, δὲν ἐφρόντισε γιὰ τὸ ποίμνιον, γι᾿ αὐτὸ μπαίνει, σφάζει, καταστρέφει, ποδοπατεῖ, γιατί δὲν εἶναι δικό του. Οἱ σκοποὶ τῶν αἱρετικῶν εἶναι ἰδιοτελεῖς. Δὲν λογαριάζουν τί κακὸ θὰ ἐπιφέρουν, οὔτε λυπῶνται ἐὰν ὁ Χριστὸς ἔδωκε τὸ αἷμα Του. Ἔστω κι ἂν ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν λυπῶνται τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐφρόντισε καὶ ἐθεμελίωσε τὴν Ἐκκλησία.
Ἀκόμη θὰ εἶναι, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «λαλοῦντες διεστραμμένα». Αὐτὸ ἐξάλλου εἶναι τὸ κύριον χαρακτηριστικὸν τῶν αἱρετικῶν. Ὅτι ἡ διδασκαλία των θὰ εἶναι διεστραμμένη. Δηλαδὴ τέτοια ποὺ δὲν θὰ ὁδηγεῖ εἰς τὴν σωτηρίαν. Θὰ εἶναι οἱ ἑτεροδιδασκαλοῦντες. Ἐκεῖνοι ποὺ θὰ διδάσκουν ἄλλα πράγματα, ξένα πράγματα. Τί θὰ διδάσκουν; Ἑτεροδιδασκαλίαν. Αὐτὸς ἐξάλλου εἶναι καὶ ὁ κύριος σκοπός τους. Ποιός λέτε; «τοῦ ἀποσπᾶν -ἀκόμη ἕνας χαρακτηρισμός- τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν». Γιατί; Διότι ὅλη αὐτὴ ἡ ἱστορία τῶν αἱρετικῶν, ἐπειδὴ δὲν πείθονται εἰς τὴν παράδοσιν καὶ ἑρμηνείαν τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἁγίας Γραφῆς, αὐτὴν ποὺ εἶναι κατατεθειμένη μέσα εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν, εἶναι ἡ κενοδοξία, εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Θέλουν νὰ ἐπιδειχθοῦν, θέλουν νὰ πρωτοτυπήσουν. Βεβαίως εἶναι μία πρωτοτυπία δαιμονική.
Γι᾿ αὐτὸ λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ σκοπός τους; Νὰ ἀποσπάσουν μαθητάς». Ἀπὸ ποῦ νὰ τοὺς ἀποσπάσουν; Ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ἁπλότητα, ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια. Καὶ τί νὰ τοὺς κάνουν; Νὰ τοὺς ἀποσπάσουν ὀπίσω αὐτῶν. Δηλαδὴ νὰ τοὺς καταστήσουν ὀπαδούς. Ὅπως λέγει ὁ Ἀμμώνιος: «Ὁ γὰρ τῶν αἱρετικῶν σκοπὸς σπουδάζει, οὐ τῷ Κυρίῳ, ἀλλ᾿ ἑαυτοῖς περιποιῆσαι λαόν, ἵνα ἑαυτοῖς καυχῶνται». Φροντίζουν νὰ δημιουργοῦν ἕναν κύκλον ἀνθρώπων, ἕνα λαὸ ὄχι τὸν λαὸ τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ καυχηθοῦν. Ὅτι «ἐγὼ ἔχω τὴν δυνατότητα νὰ συγκεντρώσω λαὸ γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά μου. Εἶμαι σπουδαῖος». Δηλαδὴ φοβερή, ἀθεράπευτη, ναί, τὸ τολμῶ νὰ τὸ πῶ, ἀθεράπευτη κενοδοξία καὶ ὑπερηφάνεια. Γιατί εἶπα: «ἀθεράπευτη»; Γιατί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸν Τίτο στὴ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Τίτον, ἐπίσκοπο Κρήτης, τοῦ λέγει ὅτι... «Φρόντισε γιατί κάποιος μπορεῖ νὰ ἔχει ἁπλῶς παρασυρθεῖ, νὰ ἔχει πλανηθεῖ, νὰ τὸν βοηθήσεις νὰ ἐπανέλθει εἰς τὴν πίστιν. Δὲν τὸ καταφέρνεις; «Μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ (:Νὰ παραιτηθεῖς) εἰδὼς (:γνωρίζοντας) ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος» (ἐκστρέφω, βγαίνω ἀπὸ τίς τροχιές μου, κάνω ἄλλη κίνηση. Ἄν φερειπεὶν ἡ συμπεριφορὰ ἑνὸς φαινομένου εἶναι δεξιόστροφος, νὰ κάνω ἐγώ... θυμηθεῖτε ἀπὸ τὴν Φυσική, ἀριστερόστροφη κίνηση. Δηλαδὴ τὸ ἀντίθετο. Λέγεται ὅτι ὁ καρκίνος δὲν εἶναι τί ἄλλο παρὰ ἡ ἀντίθετος στροφὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ κάνουν στὴ συμπεριφορά τους τὰ ὑγιῆ κύτταρα. Αὐτὸ εἶναι ὁ αἱρετικός. Εἶναι φοβερὸν πρᾶγμα). Καὶ λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀκόμη ὅτι εἶναι «ἀξιοκατάκριτος» ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Δηλαδὴ ἀθεράπευτος πιὰ ἡ ὑπερηφάνειά του καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὴν ἀπώλεια. Μιμοῦνται τὸν διάβολον, ὁ ὁποῖος βεβαίως δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ μετανοήσει ὁ διάβολος.
Ἀκόμα βλέπομε ἐδῶ κάτι πολὺ σπουδαῖο. Γιατί αὐτὸ μᾶς ἐνδιαφέρει. Διότι οἱ ἴδιοι μόνοι τους ἦσαν αὐτοὶ ποὺ εἶναι, τότε δὲν θὰ ἐνδιαφέρει καὶ πάρα πολύ. Τὸ θέμα εἶναι ὅτι ἰδιοποιοῦνται τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Παρασύρουν τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Ποιοὶ ὅμως μποροῦσαν νὰ εἶναι αὐτοὶ καὶ τί μποροῦσαν νὰ διδάσκουν; Βέβαια, σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση στὴν ὁμιλία του στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δὲν κάνει ἀναφορὰ σὲ ὀνόματα. Γνωρίζουμε ὅμως ἀπὸ τίς ἐπιστολές του τίς ποιμαντικὲς στὸν Τιμόθεο, ποὺ ἦτο ἐπίσκοπος τῆς Ἐφέσου, ποὺ τίς γράφει τίς ἐπιστολὲς αὐτὲς ἀπὸ τὴ Ρώμη ἐνῶ εἶναι δέσμιος, ὅτι ὁ Παῦλος δικαιώθηκε μὲ αὐτὰ ποὺ τοὺς εἶχε πεῖ. Καὶ ἐκεῖ ἀναφέρονται ποιοὶ ἦσαν αὐτοὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι. Ἐφέσιοι μάλιστα. Εἶναι ὁ Ὑμέναιος καὶ ὁ Ἀλέξανδρος, ὁ Φύγελλος καὶ ὁ Ἐρμογένης, ὁ Φιλητὸς καὶ ὁ Διοτρεφής. Ἀκόμη ἀναφέρει ὁ Εὐσέβιος στὴν Ἱστορία του τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὅτι στὴν Ἔφεσο εἶχε συναντήσει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστὴς τὸν Κύρινθον. Ἔτσι ἔχομε ἑπτὰ ὀνόματα Ἐφεσίων αἱρετικῶν. Γιὰ τὸν Ὑμέναιο καὶ γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο, γράφει στὴν Α΄ του ἐπιστολὴ πρὸς Τιμόθεον ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, προσέξτε γιατί εἶναι πάρα πολὺ σημαντικά, δὲν ἀποτελοῦν στοιχεῖα Ἱστορίας ἀλλὰ εἶναι στοιχεῖα τὰ ὁποῖα, ἱστορικὰ μέν, πολλὰ ὅμως διδάσκοντα, διότι δὲν πρωτοτυποῦν οἱ αἱρετικοί. Ὅ,τι ἔλεγαν τότε, λέγουν καὶ σήμερα καὶ θὰ λέγουν καὶ αὔριο καὶ συνεπῶς τὸ θέμα μᾶς ἐνδιαφέρει πολύ.
Σημειώνει λοιπὸν ἐκεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ λέει στὸν Τιμόθεο: «Περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν (Ὥστε ὁ αἱρετικὸς εἶναι ἕνας ναυαγὸς τῆς πίστεως. Ναυαγός!) ὧν (ἐκ τῶν ὁποίων ... Συνεπῶς ὅταν λέγει «ὧν», ἐκ τῶν ὁποίων, προϋποθέτει περισσότερους ἀλλὰ ἀναφέρεται στοὺς κυριότερους) ὧν ἐστιν Ὑμέναιος καὶ Ἀλέξανδρος, οὓς παρέδωκα τῷ σατανᾷ, ἵνα παιδευθῶσι μὴ βλασφημεῖν)». Τοὺς ἀπέκοψα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ θὰ πεῖ «τοὺς παρέδωκα τῷ σατανᾷ» Νὰ εἴχαμε χρόνο νὰ δεῖτε πόσο φοβερὸ πρᾶγμα εἶναι αὐτὸ τὸ «παρέδωκα τῷ σατανᾷ». Φοβερόν. Δηλαδὴ εἶναι ὁ ἀφορισμός. «Τοὺς ἀφόρισα», ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα. Γιατί; Γιὰ νὰ μὴ βλασφημοῦν.
Ὥστε βλέπει κανεὶς ὅτι ἡ αἱρετικὴ διδασκαλία εἶναι βλασφημία. Καὶ εἶναι βλασφημία, διότι δὲν ἀποδίδει τὰ ὀρθά. Καὶ πᾶν ὅ,τι δὲν ἀποδίδει στὸν Θεὸ τὸ ὀρθόν, αὐτὸ εἶναι βλασφημία. Ἄν σᾶς ποῦν ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχετε δὲν εἶναι δικό σας, δὲν εἶναι δικό σας τὸ παιδί, δὲν μοῦ λέτε, δὲν θὰ τὸ θεωρούσατε αὐτὸ βλασφημία καὶ προσβολή; Ἐὰν λοιπὸν ὁ Ἄρειος, ἐπὶ παραδείγματι ἔλεγε ὅτι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶναι κτίσμα, δὲν εἶναι προσβολή; Δὲν εἶναι βλασφημία; Τὸ λέω γιὰ νὰ καταλάβετε τὴν ἔννοια του γιατί ἡ αἵρεσις εἶναι βλασφημία. Διὰ δὲ τὸν Ὑμέναιον καὶ τὸν Φιλητόν, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Καὶ ὁ λόγος αὐτῶν -ἡ διδασκαλία τους ἡ αἱρετική- ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει· ὧν ἐστιν Ὑμέναιος καὶ Φιλητός, οἵτινες περὶ τὴν ἀλήθειαν ἠστόχησαν, λέγοντες τὴν ἀνάστασιν ἤδη γεγονέναι, καὶ ἀνατρέπουσι τὴν τινων πίστιν». Δηλαδὴ ὅτι ἡ διδασκαλία τους θὰ ἐξαπλωθεῖ σὰν γάγγραινα. Γάγγραινα εἶναι μία πληγὴ ἡ ὁποία ἐσάπισε καὶ δὲν ἔχει ποτὲ τὴν ἐλπίδα νὰ κλείσει. Εἴδατε χαρακτηρισμὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου; Γιατί εἶναι ἀθεράπευτο πρᾶγμα. Ἡ γάγγραινα εἶναι ἀθεράπευτο πρᾶγμα.
Τί ἐδίδασκαν αὐτοί; Ὅτι «ἡ ἀνάστασις», ἔλεγαν, «ἔχει ἤδη γίνει». Διότι ἠρνοῦντο τὴν ἀνάστασιν τοῦ σώματος. Καὶ ἔμεναν εἰς τὴν ἀνάστασιν ...τῶν ψυχῶν. Δηλαδὴ σὲ μία ἠθικὴ ἀνάστασιν, πνευματικὴν ἀνάστασιν. Προσέξτε· αὐτὴ τὴ στιγμή, πόσοι μὲ ἀκοῦτε; Γιὰ νὰ δεῖτε πόσο ἐνδιαφέροντα πράγματα εἶναι αὐτά. Ἄν σᾶς δώσω μία κόλλα χαρτὶ κι ἕνα μολύβι καὶ σᾶς πῶ: «Γράψτε μου σᾶς παρακαλῶ, βάλτε καὶ τὸ ὄνομά σας ἀπὸ πάνω, ἐσεῖς πῶς πιστεύετε τὴν ἀνάστασιν;». Εἶμαι σίγουρος, γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο δυστύχημα τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἀγνοεῖ καὶ πολλὲς φορὲς εἴμαστε ἐμεῖς ὑπεύθυνοι γιατί τὸ ἐκκλησίασμα ἀγνοεῖ, θὰ γράφατε περὶ ἀναστάσεως τῶν ψυχῶν. Καὶ δὲν θὰ κάνατε τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ γράφατε ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἤδη εἶχε πεῖ στὴν ἐποχὴ τοῦ Παύλου ὁ Ὑμέναιος καὶ ὁ Φιλητός. Γιὰ νὰ δεῖτε πόσο κοντά μας εἶναι ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα... «Καὶ μὲ τὸν τρόπον αὐτόν», λέγει, «ποὺ κηρύσσουν ὅτι ἔγινε ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν καὶ ἐννοοῦν πνευματικὴ ἀνάστασιν, δηλαδὴ ἀναγέννησιν καὶ ὄχι ἀνάστασι σωμάτων, κατὰ τὸ «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» ποὺ λέμε στὸ Σύμβολο τῆς ὁμολογίας τῆς Πίστεως, ἀνατρέπουν μερικῶν τὴν πίστιν». Ποίων; Ἐκείνων ποὺ δὲν εἶναι θεμελιωμένοι.
Τί κάνει ἀλήθεια, ἀγαπητοί μου, τὸν αἱρετικὸ νὰ ἀποκλίνει ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν; Σᾶς εἶπα. Ἡ ὑπερηφάνεια. Αὐτὸ εἶναι βασικό. Ἀκόμη, ἡ προσπάθεια ἑρμηνείας τῆς πίστεως μὲ τὴν λογικήν. Καὶ ὄχι μὲ τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ἀποδέχεσαι τὴν ἀποκάλυψιν τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Πῶς θὰ γίνει ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν; Ὁ Θεὸς τὸ ξέρει. Ὁ Θεὸς εἶναι δυνατός. Αὐτὸ μοῦ δίδαξε ὁ Χριστός. Καὶ μὲ δίδαξε καὶ μὲ τὴ δικὴ Του την ἀνάσταση. Τὸ πῶς θὰ γίνει, Ἐκεῖνος τὸ ξέρει. Ἄν καθίσω καὶ τὸ λογικοποιήσω, θὰ πῶ, εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει ἀνάσταση σωμάτων, γιατί τὰ σώματα λιώνουν στὸν τάφο. Συνεπῶς πρέπει νὰ πρόκειται περὶ ἀναστάσεως ἠθικῆς, πνευματικῆς ἀναστάσεως τῶν ἀνθρώπων. Ἰδοὺ πῶς ξεκινάει κανεὶς καὶ φθάνει στὴν αἵρεση. Ὅταν λογικοποιήσει τὸ δόγμα. Ὅταν τὸ ἐντάξει μέσα στὰ λογικὰ κατηγορήματα ἐκεῖνο ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι ὑπὲρ λόγον. Λέγει ὁ Θεοδώρητος ὅτι ἀκόμη μία αἰτία ποὺ κανεὶς δημιουργεῖ τὴν αἵρεσιν εἶναι «ὑποβάθρα πολλάκις ἀσεβείας ὁ διεφθαρμένος βίος». Ὅταν ἔχεις διεφθαρμένο βίο, προσπαθεῖς νὰ προσαρμόσεις τὴν πίστη σου ἀνάλογα μὲ ἐκεῖνα ποὺ ζεῖς.
Προσέξτε αὐτό. Πάρα πολλοὶ ἄνθρωποι λέγουν: «Δὲν θὰ γίνει ἀνάστασις τῶν νεκρῶν». Γιατί; Δὲν τοὺς συμφέρει. Κάποτε ἕνας φύλαρχος στὴν Ἀφρική, ὅταν ἄκουσε ἕναν ἱεραπόστολο νὰ κηρύσσει τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἄρχισε νὰ φωνάζει καὶ νὰ λέει: «Ἀδύνατον! Ἀδύνατον!». «Γιατί», τοῦ λέει ὁ ἱεραπόστολος, «εἶναι ἀδύνατον;». «Καὶ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐγὼ σκότωσα, θὰ ἀναστηθοῦν;». Ἰδού! Ἰδού! Δηλαδὴ ὅτι ἡ ἠθικὴ εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία ὑπαγορεύει τὴν ἄρνησιν ἑνὸς δόγματος. Κι ὅπως λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ὅταν γὰρ ᾖ βίος ἀπεγνωσμένος, καὶ δόγμα τίκτεται τοιοῦτον -δηλαδὴ ὅταν ὑπάρχει ἕνας βρώμικος τρόπος ζωῆς, τότε καὶ ἀνάλογο δόγμα γεννάει- ἵνα γὰρ μὴ φόβῳ τῶν μελλόντων βασανίζονται (γιὰ νὰ μὴ βασανίζεται ἡ συνείδησή τους ἀπὸ τὸν φόβο μιᾶς κολάσεως) σπουδάζουσιν πεῖσαι τὴν ψυχὴν ὅτι ψευδῆ πάντα τὰ παρ᾿ ἡμῖν (σπεύδουν νὰ πείσουν τὸν ἑαυτό τους ὅτι ἐκεῖνα ποὺ ἐμεῖς διδάσκουμε εἶναι ψέματα)». Ὑπάρχει κόλασις, ἀδελφέ. Δὲν θὲς νὰ διορθωθεῖς; Θέλεις νὰ μείνεις στὸ ἴδιο στὴν ἴδια βάση; Μέσα στὴν ἁμαρτία σου; Στὴν ἐπιμονή σου στὴν ἁμαρτία; Ἀρνεῖσαι τὴν κόλαση. Καὶ θὰ πεῖς: «Δὲν ὑπάρχει κόλασις». Γιατί; Ὅταν δὲν ἔχεις λόγους νὰ πᾶς στὴν κόλαση, γιατί νὰ τὸ ἀρνηθεῖς; Βλέπετε πόσο παίζει ρόλο ὁ τρόπος ζωῆς, ὁ τρόπος ζωῆς τὸν τρόπον τοῦ σκέπτεσθαι.
Αὐτὰ βέβαια ἔχουν ἰσχὺ πάντοτε μέσ᾿ τὴν Ἐκκλησία. Σήμερα ὅμως μέσ᾿ τὴν Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, δροῦν, πάντοτε δηλαδή, σήμερα ὁμοίως, γιατί τὸ σήμερα μᾶς ἐνδιαφέρει, πολλοὶ αἱρετικοί. Σήμερα. 1989. Σήμερα. Ἐπιτρέψατέ μου ἔτσι ἐνδεικτικῶς νὰ σᾶς πῶ. Πρῶτα πρῶτα εἶναι ὁ Γνωστικισμός. Αὐτὸς ποτὲ δὲν πέθανε· ὁ Γνωστικισμός. Στὴν ἐποχή μας ἔχει πάρα πολλὴν ἔξαρσιν. Καὶ στὴν πόλη μας ὑπάρχει κέντρον Γνωστικῶν. Ἤ, ὅπως λέγεται, «Κέντρον Γνωστικῶν Σπουδῶν». Τί εἶναι; Ὁ Γνωστικισμὸς εἶναι ἕνα ἀνακάτωμα πολλῶν πραγμάτων. Θρησκευτικῶν καὶ φιλοσοφικῶν, ἀνοήτων καὶ βλακωδῶν, αὐθαιρέτων πραγμάτων, κατ᾿ ἐπινόησιν ἑνὸς νοσηροῦ μυαλοῦ. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀνακατεμένα. Καὶ ἀποτελεῖ ὁ Γνωστικισμός, προσέξατέ το αὐτό, τὸ μεταφυσικὸ ὑπόβαθρον τῆς Θεοσοφίας καὶ τοῦ Μασωνισμοῦ. Τῆς Θεοσοφίας καὶ τοῦ Μασωνισμοῦ· τὸ μεταφυσικὸν ὑπόβαθρον εἶναι ὁ Γνωστικισμός. Χρησιμοποιεῖ τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Ἀλλά, ἐὰν δεῖτε, κυκλοφοροῦν πάμπολλα, δεκάδες βιβλία κυκλοφοροῦν, χοντρὰ βιβλία, δεκάδες κυκλοφοροῦν, φρικώδης ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, φρικώδης· ποὺ εἶναι καθαρῶς εἰδωλολατρικὸ σύστημα καὶ ἀπόλυτα δαιμονικόν.
Ἀκόμη στὴν ἐποχή μας ἔχομε τὸν νεο-Νικολαϊτισμόν. Εἶναι Γνωστικῆς προελεύσεως. «Θέλεις νὰ φθάσεις τὸν Θεό;». Εἶναι παλιός, στὴν ἐποχὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου· καὶ σήμερα εἶναι. «Θέλεις νὰ φθάσεις τὸν Θεό; Στὴν θέωση; Θὰ φθάσεις διαμέσου τῆς ἐρωτικῆς πράξεως!». Εἶναι ἡ λεγομένη «Νέο-ὀρθοδοξία». Τί εἶναι αὐτή; Τὴν ὀνόμασαν δῆθεν, γιὰ νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ μία τελματισμένη Ὀρθοδοξία. Κι ἔτσι φτιάχνουμε μία Νέο- ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία ἔχει τελείως ξένα στοιχεῖα μέσα της καὶ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ προσπάθεια νὰ πολιτικοποιήσουν τὸν Χριστιανισμόν. Ἔχει δοκιμαστεῖ αὐτὸ εἰς τὴν Νότιον Ἀμερικήν. Ἡ δὲ πνευματικὴ ζωὴ δὲν εἶναι παρὰ ἐπάνω σε ἕνα ὑπόβαθρο φιλελευθερισμοῦ.
Εἶναι ἀκόμη ὁ ἀγαπισμός. Τί εἶναι ὁ ἀγαπισμός; Αὐτὸ μυρίζει Οἰκουμενισμόν. Εἶναι... «ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἀγάπη...».... Καὶ παραμερίζουν τὴν κρίσιν τοῦ Θεοῦ. «Μὴ μιλᾶτε γιὰ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Μὴ μιλᾶτε γιὰ δαίμονες, φοβοῦνται οἱ ἄνθρωποι. Μιλᾶτε μόνο γιὰ τὴν ἀγάπη». Αἵρεσις εἶναι αὐτό.
Εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Αὐτὴ ἡ παναίρεσις, πραγματικά. Αὐτὴ ἡ χοάνη. Μέσα στὴν ὁποία χωνεύεται ὁ θρησκευτικὸς συγκρητισμός. Τὸ ἀνακάτεμα τῶν πάντων. Ἀκόμα καὶ τοῦ Μουσουλμανισμοῦ, τοῦ Μωαμεθανισμοῦ καὶ τοῦ Βουδισμοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Χριστιανισμὸ κ.λπ.
Εἶναι ἀκόμη καὶ ὁ Παπικὸς κόσμος μὲ τὴν Οὐνία του, ποὺ εἶναι ὁ Δούρειος Ἵππος τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ. Εἶναι ἀκόμη καὶ ἡ Χ.Ο.Ε. Ἔχομε στὴ Λάρισα Χ.Ο.Ε. · Χριστιανικὴ Ὀργάνωση Εἰρήνης. Εἶναι ὁ Δούρειος Ἵππος τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Θέλετε ἀκόμη; Εἶναι καὶ οἱ ἀνατολικὲς θρησκεῖες. Γιατί ἀναφέρομαι; Γιατί χρησιμοποιοῦν περίβλημα χριστιανικὸν πολλὲς φορές.
Ὅλα αὐτὰ προφανῶς ἀποπροσανατολίζουν ἀπὸ τὴν ὑγιὰ πίστη καὶ τελικὰ ἀποκλείουν ἀπὸ τὴ σωτηρία.
Πρέπει ἀκόμη νὰ γνωρίζομε, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἡ αἵρεσις κινεῖται ἐπὶ τριῶν ἐπιπέδων. Αὐτὸ νὰ τὸ θυμόσαστε. Ἐπὶ ἐπιπέδου δογματικοῦ. Ὅπως τὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως τὸ θέμα τῆς Χριστολογίας, τὸ δόγμα τῆς Χριστολογίας, τῆς Ἀνθρωπολογίας, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τί εἶναι ὁ Χριστός, τί εἶναι ἡ σωτηρία, τὸ θέμα τῆς σωτηριολογίας κλπ.
Ἀκόμα, ἐπὶ δευτέρου ἐπιπέδου, ποὺ εἶναι ὁ πνευματικὸς βίος. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὀποῖον θὰ ἑρμηνεύσουμε καὶ θὰ ζήσουμε τὸ Εὐαγγέλιον. Σταυρικὸς ἢ ἀντισταυρικὸς τρόπος; Ἐκκοσμικευμένη ζωὴ ἢ ὄχι; Εἶναι αἵρεσις ἐπὶ τοῦ πνευματικοῦ βίου. Ἡ ἀμνήστευσις τῆς πορνείας, τῆς μοιχείας, τῆς ἐκτρώσεως... «Ἔ, καὶ τί; Τί εἶναι ἡ πορνεία;». Εἶναι αἵρεσις ἐπὶ πνευματικοῦ ἐπιπέδου.
Καὶ τρίτον ἐπίπεδον εἶναι ἐπὶ τοῦ κοινωνικοῦ. Δηλαδὴ ἡ προσπάθεια τῆς μεταβολῆς τῆς παρούσης ζωῆς σὲ κοινωνικὸν φαινόμενον. «Ὁ Παράδεισος εἶναι ἐδῶ στὴ Γῆ. Καὶ θὰ κάνουμε τὴ ζωή μας τέτοια ποὺ θὰ εἶναι ἐδῶ ὁ Παράδεισος. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος Παράδεισος, οὔτε ἄλλη κόλασις. Εἶναι, φερ᾿ ειπείν, τὰ καλὰ καὶ τὰ κακὰ πολιτεύματα ὁ Παράδεισος ἢ ἡ κόλασις». Αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἄρνηση μιᾶς μεταφυσικῆς πραγματικότητος. Ἔτσι, πάρα πολλὰ κοινωνικὰ συστήματα, πρέπει νὰ σᾶς πῶ, ἀπὸ μίαν ἄποψη, θρησκευτικῶς εἶναι αἵρεσις ἐπὶ κοινωνικοῦ ἐπιπέδου. Ἀκόμα εἶναι ἡ ἔννοια τῆς Ἐλευθερίας! Ὅπως εἶναι καὶ ἡ ἔννοια τοῦ φεμινισμοῦ. Εἶναι αἱρέσεις ἐπὶ κοινωνικοῦ ἐπιπέδου.
Ἀγαπητοί μου, ἀποτεινόμενος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου, τοὺς λέγει: «Διὸ γρηγορεῖτε («Μένετε ξύπνιοι!»), μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον». «Νὰ ἐνθυμεῖσθε, νύχτα-μέρα, τρία χρόνια, μὲ δάκρυα καθόμουν καί σᾶς νουθετοῦσα καὶ σᾶς συνεβούλευα». Αὐτὸ τὸ «γρηγορεῖτε» εἶναι ὁ μέγας φράχτης ποὺ φυλάττει τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ φυλάττει καὶ τὴν κάθε ψυχή. Τὸ «γρηγορεῖτε», μένετε ξύπνιοι. Μὴ λοιπόν, ἀγαπητοί μου, περιπέσουμε εἰς τὴν ραθυμίαν, δηλαδὴ τὴν πνευματικὴ τεμπελιά, τὴν ἄγνοια καὶ τὴν λήθη. Νὰ ἔχουμε ἐγρήγορη ψυχή. Μὴ νυστάζομε πνευματικά. Ὁ ἐχθρὸς δὲν νυστάζει. Ἀγρυπνεῖ. Ὁ Κύριος πολλὲς φορές μᾶς εἶπε: «Γρηγορεῖτε οὖν· ἃ δὲ ὑμῖν λέγω, πᾶσι λέγω· γρηγορεῖτε». «Γρηγορεῖτε λοιπόν», λέει ὁ Κύριος. «Ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα σᾶς λέγω, σὲ ὅλους σᾶς τὰ λέγω. Γρηγορεῖτε!». Τὸ ἀντικείμενον ποὺ πρέπει νὰ γρηγοροῦμε, εἶναι ἡ ψυχή. Ἀφορᾷ τὴ σωτηρία της· την αἰωνία σωτηρία της. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν ἀγαπητοί μου νὰ γρηγοροῦμε, πάντοτε ἀνύστακτοι.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 440.mp3