Κυριακή 5 Ιουνίου 2022

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2022

 Αγίων Τριακοσίων δέκα οκτώ (318) Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου


Πόλου νοητοῦ ἀστέρες σελασφόροι,
ἀκτῖσιν ὑμῶν φωτίσαιτέ μοι φρένας.
Ξένον τὸν Υἰὸν Πατρὸς οὐσίας λέγων,
Ἄρειος, ἤτω τῆς Θεοῦ δόξης ξένος.



Η έκτη κατά σειρά Κυριακή μετά το Άγιο Πάσχα είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στην μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Η σύνοδος συνήλθε κατά πρόσκληση του Μέγα Κωνσταντίνου κατά το εικοστό έτος της βασιλείας του και είχε διάρκεια 3,5 χρόνια. Διακριθείσες μορφές της συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος ο Κωνσταντινουπόλεως, ο Αλέξανδρος ο Αλεξανδρείας, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Παφνούτιος, ο Σπυρίδων, ο Νικόλαος, κ.α.

Η Α' Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, ως ομοούσιον τω Θεώ Πατρί. Συνέταξε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.

Συνοπτική παράθεση των ιερών Κανόνων
Κανών Α': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικοιοθελούς ευνουχισμού και απαγορεύει τη χειροτονία ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.
Κανών Β': Απαγορεύει τη χειροτονία ως κληρικών στα νέα μέλη (νεόφυτοι) της εκκλησίας.
Κανών Γ': Καταδικάζει την συνήθεια των κληρικών όλων των βαθμών να συζούν με νεαρές γυναίκες τις οποίες δεν είχαν παντρευτεί (συνείσακτοι).
Κανών Δ' - Ε': Εισάγεται το «μητροπολιτικό σύστημα», το οποίο ίσχυε στην οργάνωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και καθορίζουν την αρμοδιότητα της επαρχιακής συνόδου στη χειροτονία των επισκόπων.
Κανών ΣΤ': Αναγνωρίζει κατ' εξαίρεση το αρχαίο έθος της συγκεντρωτικής δικαιοδοσίας του επισκόπου της Αλεξάνδρειας στις εκκλησίες της Αιγύπτου, Λιβύης και Πεντάπολης —όπως συνέβαινε και με την εκκλησία της Ρώμης—, ενώ εξαιρεί τη Ρώμη και την Αντιόχεια από το γενικό μέτρο του μητροπολιτικού συστήματος.
Κανών Ζ': Ορίζεται ότι ο επίσκοπος Αιλίας (δηλ. Ιερουσαλήμ) να είναι ο επόμενος στη σειρά απόδοση τιμών.
Κανών Η': Ορίζει τον τρόπο επιστροφής στην εκκλησία της Αιγύπτου των λεγόμενων «Καθαρών» (Μελιτιανό σχίσμα).
Κανών Θ': Αναφέρεται στην συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων των οποίων δεν εξετάστηκαν τα προσόντα ή οι οποίοι δεν παραμένουν άμεμπτοι.
Κανών Ι': Καταδικάζει τη χειροτονία πεπτωκότων.
Κανών ΙΑ' - ΙΒ': Καθορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων, με αυστηρότερα κριτήρια.
Κανών ΙΓ': Δέχεται ότι είναι δυνατόν να παρασχεθεί Θεία Ευχαριστία επί της επιθανατίου κλίνης.
Κανών ΙΔ': Ορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων κατηχουμένων.
Κανών ΙΕ' - ΙΣΤ': Καταδικάζεται η επιδίωξη κληρικών για μετάθεση σε άλλες εκκλησίες.
Κανών ΙΖ': Καταδικάζει την πλεονεξία και αισχροκέρδεια των κληρικών που προέρχεται από τον έντοκο δανεισμό.
Κανών ΙΗ': Απαγορεύει στους διακόνους να μεταδίδουν και να αγγίζουν τη Θεία Ευχαριστία πριν από τους πρεσβυτέρους, και δεν επιτρέπεται το να κάθονται μεταξύ των πρεσβυτέρων.
Κανών Κ': Απαγορεύει τη γονυκλισία στη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και την ημέρα της Πεντηκοστής.

Επισπρόσθετα καθορίστηκε η κοινή ημέρα εορτασμού του Πάσχα.

Τα συμπεράσματα τις συνόδου υπογράφηκαν από περισσότερους από 318 και ο αριθμός αυτός επικράτησε για συμβολικούς λόγους. Οι επίσκοποι που ήταν παρόντες στη σύνοδο συνοδεύονταν από κατώτερους κληρικούς των οποίων ο συνολικός αριθμός ανερχόταν στο τριπλάσιο ή τετραπλάσιο των επισκόπων.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. β’.
Ἀγγελικαὶ Δυνάμεις ἐπὶ τὸ μνῆμά σου, καὶ οἱ φυλάσσοντες ἀπενεκρώθησαν, καὶ ἵστατο Μαρία, ἐν τῷ τάφῳ ζητοῦσα τὸ ἄχραντόν σου σῶμα· ἐσκύλευσας τὸν ᾍδην, μὴ πειρασθεὶς ὑπ’ αὐτοῦ, ὑπήντησας τῇ Παρθένῳ, δωρούμενος τὴν ζωήν. Ὁ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν, Κύριε δόξα σοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ὑπερδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγισαν· ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον.

Μεγαλυνάριον
Ὡς Υἱὸν καὶ Λόγον σε τοῦ Θεοῦ, Σύνοδος ἡ Πρώτη, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, ὀρθῶς σε κηρύττει, τὸν δι’ ἡμᾶς παθόντα, καὶ λύει τοῦ Ἀρείου, Σῶτερ τὸ φρύαγμα. 


Ὁ Ἅγιος Δωρόθεος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Τύρου

 
Ὁ Δωρόθεος, κἂν φραγγέλλωμαι λέγει,
Λείπουσι πολλὰ πρὸς τὰ Χριστοῦ μου πάθη.
Πέμπτῃ Δωροθέοιο δέμας πληγῇσι δαμάσθη.

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Δωρόθεος. Ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 362 μ.Χ.). Σοφώτατος καὶ ἐγκρατέστατος Ἱεράρχης, διακρινόταν γιὰ τὴ βαθιὰ θεολογικὴ του μόρφωση καὶ τὴν πλήρη γνώση τῶν Γραφῶν. Κατὰ τοὺς ἐπὶ Μαξιμιανοῦ καὶ Λικινίου (286 – 323 μ.Χ.) ἐναντίων τῶν Χριστιανῶν κινηθέντες διωγμούς, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ ποιμνίου του, ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει στὴ Δυσσόπολη τῆς Θράκης, ὅπου παρέμεινε ἰδιωτεύων μέχρι τοῦ θανάτου αὐτῶν. Ἀφοῦ ἐπανῆλθε στὴν Ἐπισκοπή του, ἐξακολούθησε νὰ κυβερνᾶ τὸ ποίμνιό του μὲ πατρικὴ φροντίδα, διδάσκοντας, στηρίζοντας καὶ ἐνισχύοντας αὐτό. Παρευρέθηκε στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαι τῆς Βιθυνίας, τὸ 325 μ.Χ., ἡ δὲ ζωὴ καὶ ἡ δράση του παρατάθηκε καθ’ ὅλη τὴ βασιλεία τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου. Ἀνακινηθέντων τῶν διωγμῶν ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.), κατέφυγε καὶ πάλι στὴ Θράκη, ἀλλά, συλληφθεὶς ὑπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἐβασανίσθηκε σκληρὰ καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Δυσσόπολη (κατ’ ἄλλους στὴν Ἔδεσσα), τὸ 362 μ.Χ., σὲ ἡλικία ἑκατὸν ἑπτὰ ἐτῶν.

Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δώρημα τέλειον, ἐκ τοῦ τῶν φώτων Πατρός, σοφίας τὴν ἔλλαμψιν, ὡς Ἱεράρχης σοφός, ἐδέξω Δωρόθεε• ὅθεν καὶ πλεονάσας, τὸν σὸν τάλαντον μάκαρ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, βαθυτάτω ἐν γήρᾳ, πρεσβεύων Ἱερομάρτυς, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Δωρόθεε, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς σοφίας σε μύστην, ἱερὸν ἐπιστάμεθα, πάντες οἱ ταῖς θείαις σοῦ βίβλοις, ἐντρυφῶντες Δωρόθεε· ποιμάνας ἐκλογάδα γὰρ Χριστοῦ, τῆς Τύρου ἐν συνέσει σου πολλῇ, ἐβεβαίωσας τὸ φίλτρον σου πρὸς Αὐτόν, ἐν πόνοις σῆς ἀθλήσεως. Χαίροις Ἀρχιερέων καλλονή, χαίροις Μαρτύρων καύχημα· χαίροις ὁ φιλοπόνῳ σοῦ σπουδῇ, τὰ θείᾳ συγγραψάμενος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ´. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γεωργὸν ἀκάματον τοῦ ἀμπελῶνος, ὃν Χριστοῦ ἐφύτευσεν, ἡ ζωηφόρος δεξιά, πάντες τιμήσωμεν λέγοντες· Χαίροις τῆς Τύρου ἡ δόξα Δωρόθεε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Ἐκκλησίας τὸν ποιμένα καὶ διδάσκαλον, τοῦ Παρακλήτου τὸν ὀξὺν καὶ μέγαν κάλαμον, τὸν ἐν πόνοις πολυτρόποις τοῦ Μαρτυρίου· τὴν πρὸς Κύριον ἀγάπην ὑπογράψαντα, καὶ σφραγίσαντα τὴν πίστιν ἐπαινέσωμεν Χαίροις λέγοντες· Τύρου δόξα Δωρόθεε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὀρθοδόξοις δόγμασιν, Ἱερομάρτυς κηρύξας, δῶρον θεῖον ἅγιον, σαυτὸν προσήξας τῷ Κτίστῃ, πρότερον ἐν τῇ ἀσκήσει ἐνδιαπρέψας, ὕστερον τῷ μαρτυρίῳ στερρῶς ἀθλήσας, καὶ νομίμως ὑπεδέξω, βραβεῖον νίκης, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Παρακλήτου ταῖς χάρισι πλουτισθείς, καὶ τῷ χρίσματι μύρου βεβαιωθείς, εἰσῆλθες εἰς τὰ Ἅγια, τῶν Ἁγίων Δωρόθεε· καὶ ἐν αὐτοῖς λατρείαν, Κυρίῳ προσέφερες· Ἀρχιερεὺς ὡς ἄξιος, Αὐτοῦ καθιστάμενος· ὅθεν καὶ τοῦ Θρόνου, τοῦ ἐν Τύρῳ προέστης, καὶ ποίμνην ὠδήγησας, λογικὴν εἰς τὰ νάματα, τῆς ζωῆς τὰ ἀκένωτα. Λόγοις δὲ καὶ ἔργοις τοῖς σοῖς, τούτοις ὑπέδειξας τρῖβον τὴν ἄγουσαν εἰς σκηνώματα δόξης, καὶ ἀπείρου λαμπρότητος.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείοις δόγμασιν ἀεὶ ἐκλάμπων, δῶρον ἅγιον σαυτὸν προσῆξας, τῷ ἀθανάτῳ Βασιλεῖ δι' ἀθλήσεως, καὶ κατοικεῖς νῦν ἀεὶ εὐφραινόμενος, τῶν πρωτοτόκων τὴν ἄνω μητρόπολιν, Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ὁ Οἶκος
Αἴγλῃ Ἱεραρχίας καὶ τιμῇ Μαρτυρίου καὶ δόξῃ συγγραμάτων σου πλείστων κεκόσμησαι Δωρόθεε μάκαρ· τοῦ οὐρανοῦ καταφαιδρύνων τὸ στερέωμα καὶ γῆς ἁπάσης ἐπευφραίνων τὰ πληρώματα, τῆς Ἐκκλησίας δὲ τὸ πρόσωπον ὡραΐζων. Διὸ καὶ παρ᾿ ἡμῶν τῶν θαυμαζόντων τὰς τοσαύτας ἀριστείας σου, ἀκούεις ἐν φωνῇ αἰνέσεως καὶ εἰς βεβαίωσιν τιμῆς τοιαῦτα·Χαίροις ὁ κάλαμος τῆς σοφίας·Χαίροις διδάσκαλε ἀληθείας.Χαίροις τῶν Ἀρχιερέων θεοβράβευτος ἀκρότης·Χαίροις τῶν Χριστοῦ Μαρτύρων ἡ τιμία ὡραιότης.Χαίροις Φωτουργοῦ Τριάδος λύχνος φῶς γλυκὺ ἐκφαίνων·Χαίροις Παρακλήτου οἶκος χάριτος ἀρίστης γέμων.Χαίροις τρόπους τῶν Ἀγγέλων ἐν σαρκί σου ὁ ζηλώσας·Χαιροις Ἄγγελε τῆς Τύρου ἄθλους θείους κατορθώσας.Χαίροις βίβλων θεοπνεύστων ἡ γραφὶς ἡ ὀξυτάτη·Χαίροις θείων δωρημάτων κρήνη ἡ διαυγέστατη.Χαίροις θεῖον ἀμπελῶνα τὸν ἐν Τύρῳ γεωργήσας·Χαίροις φωτεινὸν νυμφῶνα τῆς Ἐδὲμ ὁ κατοικήσας.Χαίροις τῆς Τύρου ἡ δόξα Δωρόθεε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις οὐρανίων μυσταγωγέ, χαίροις τῶν τελείων δωρημάτων ἡ ἀπαρχή, χαίροις τοῦ τῶν πάντων Θεοῦ ἡ εὐκληρία· Δωρόθεε τῆς Τύρου ἔξοχον ἄκουσμα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Δεῦτε τῆς φυτείας τοῦ Οὐρανοῦ, μέλψωμεν τὸ κλῆμα τὸ κατάμεστον ἐν καρποῖς, Ἀρχιερωσύνης σεπτοῦ τε Μαρτυρίου· Δωρόθεον τιμίων δώρων ἐπώνυμον.

Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Νεομάρτυρας ὁ ἐν Χίῳ

 
Μᾶρκον ἔχεις καύχημα Χίος μέγα, ἠδέ τε σεπτόν·
Λαμπρὰν τεύξαντα, αἵματι Μαρτυρίου,
Οὔνεκα Κύριον αἴνει ὄλβια, ὅς τά σοι δῶκε.

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μάρκος ἦταν γόνος τοῦ εὐσεβοῦς Θεσσαλονικέως Χατζῆ – Κωνσταντῆ καὶ τῆς Μαρίας, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὴ Σμύρνη, ὄπου καὶ διέμεναν. Ὁ Μάρκος, ἔμπορος στὸ ἐπάγγελμα, σὲ κάποιο ταξίδι του στὴ νῆσο Χίο, κατὰ τὸ 1788, ἐνυμφεύθηκε. Ἀργότερα παρακινούμενος καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Παΐσιο, ἐγκαταστάθηκε στὸ Κουσάντασι (Νέα Ἔφεσο), ὅπου συνδέθηκε παράνομα μὲ κάποια γυναίκα, ὀνομαζόμενη Μαρία, μετὰ τῆς ὁποίας συνελήφθη γιὰ μοιχεία, καὶ ὁδηγήθηκε στὸ δικαστήριο, ἀνώπιον τοῦ ἀγᾶ. Κάτω ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς ποινῆς προετίμησαν καὶ οἱ δύο νὰ ἐκωμόσουν. Ἔτσι ὁ μὲν Μάρκος ὑπέστη τὴν περιτομή, ἡ δὲ Μαρία ἐκλείσθηκε στὸ χαρέμι τοῦ ἀγᾶ.

Μετὰ τὴν πάροδο κάποιου χρόνου ὁ Μάρκος ἄρχισε νὰ αἰσθάνεται ἔνοχος γιὰ τὴν ἐξώμοση, γι’ αὐτὸ καὶ ἀναζήτησε κάποιον πνευματικό, ὅπου μὲ συντριβὴ ἀπέθεσε ὅλο τὸ βάρος τῶν ἁμαρτημάτων του. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του καὶ ἑνὸς Χριστιανοῦ ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἔπεισε τὸν ἀγᾶ ὅτι ἡ Μαρία ἔπασχε ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, ἀπὸ τὴν ὁποία μποροῦσε νὰ τὴν θεραπεύσει μόνο κάποια Ἑβραία στὴ Σμύρνη, ὁ Μάρκος ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ ἀγᾶ, γιὰ νὰ συνοδεύσει τὴ γυναίκα του ὡς ἐκεῖ, μὲ τὴ ρητὴ ἐντολὴ νὰ γυρίσουν καὶ πάλι πίσω.

Ὅταν ἔφθασαν στὴ Σμύρνη ἐπιβιβάσθηκαν σ’ ἕνα πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Τεργέστη. Ἐξ αἰτίας ὅμως κάποιων ἐμποδίων δὲν παρέμειναν ἐκεῖ, ἀλλὰ κατευθύνθηκαν στὴ Βενετία, ὅπου ἔλαβαν τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς Θείας Κοινωνίας, καὶ τέλος ἐνυμφεύθηκαν.

Τὰ γεγονότα αὐτὰ συνέβησαν τὸ 1792. Στὴ Βενετία δὲν παρέμειναν πολύ, ἀλλὰ περιπλανήθηκαν σὲ διάφορα μέρη, φοβούμενοι μήπως τοὺς ἀνακαλύψουν οἱ Τοῦρκοι. Ἐπειδὴ ὅμως πουθενὰ δὲν μποροῦσε νὰ εὕρει ἠρεμία ὁ Μάρκος, ἀποφάσισε νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο τῆς ἀρνήσεως, γιὰ νὰ ἀποπλύνει καὶ μὲ τὸ αἷμά του τὸ ἁμάρτημά του. Ἐγύρισε λοιπὸν στὸ Κουσάντασι, ὅπου ἐπισκέφθηκε τὸν πνευματικό του καὶ τοῦ ἐγνωστοποίησε τὴν ἐπιθυμία του. Αὐτὸς τότε προσπάθησε νὰ τὸν ἀποτρέψει, λέγοντάς του πὼς τὸ μαρτύριό του ἴσως ἐπιφέρει πολλὰ δεινὰ στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, διότι οἱ Τοῦρκοι ἦταν ἤδη ἐξαγριωμένοι ἐξ αἰτίας τῆς ἀνεγέρσεως νέου ναοῦ στὴν πόλη, ἀλλὰ καὶ τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐξ Ἐφέσου, ποὺ εἶχε προηγηθεῖ († 5 Ἀπριλίου 1801). Ἐπείσθηκε λοιπὸν ὁ Μάρκος καὶ ἐγκατέλειψε τὸ Κουσάντασι. Κατέφυγε στὴ Χίο, ὅπου, ἀφοῦ προετοιμάσθηκε κατάλληλα μὲ τὴ Θεία Κοινωνία, ἐπαρουσιάσθηκε στὸ δικαστήριο καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ὁ δικαστὴς στὴν ἀρχὴ προσπάθησε μὲ κολακεῖες νὰ τὸν μεταπείσει, ὅταν ὅμως εἶδε ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν δυνατό, διέταξε τὴ φυλάκισή του. Ὁ Μάρκος ὑπέμεινε μὲ καρτερία ὄλα τὰ βασανιστήρια χωρὶς νὰ καμφθεῖ. Συνολικὰ ὁδηγήθηκε τρεῖς φορὲς ἐνώπιον τοῦ δικαστοῦ, ὁ ὁποῖος διαπιστώνοντας τὸ σταθερὸ φρόνημα καὶ τὴν ἀμετάθετη γνώμη του νὰ παραμείνει Χριστιανὸς διέτεξε τὴ θανάτωσή του.

Συγκινητικὴ ἦταν ἡ συμμετοχὴ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἡ συνδρομή τους στὴν προετοιμασία τοῦ Μάρτυρος Μάρκου γιὰ τὸ μαρτύριο, μὲ νηστεῖες, δεήσεις καὶ προσευχές.

Πλῆθος κόσμου, ὄχι μόνο Χριστιανοὶ ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι, εἶχαν συγκεντρωθεῖ στὴν τοποθεσία Βουνάκι, ποὺ εἶχε ὁρισθεῖ γιὰ τὴν ἐκτέλεση τοῦ Νεομάρτυρος. Ἔτσι στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ 1801, ἡμέρα Τετάρτη, ὁ Νεομάρτυρας Μάρκος ἐκτελέσθηκε δι’ ἀποκεφαλισμοῦ.

Πολλοὶ Χριστιανοὶ ἐπῆραν ὡς εὐλογία τεμάχια ἀπὸ τὰ ἀνδύματα, ἀλλὰ καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου δίδοντας ἀρκετὰ χρήματα στοὺς Τούρκους. Τέλος, ἐξαγόρασαν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Νεομάρτυρος, τὸ ὁποῖο εὐωδίαζε, καὶ τὸ ἐνταφίασαν κρυφὰ σὲ ἄγνωστο μέρος.

Στὸ Συναξάριο τοῦ Ἁγίου σημειώνονται πολλὰ θαύματα ποὺ συνέβησαν μὲ τὰ τίμια λείψανα, τὸ αἷμα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐνδύματα τοῦ Νεομάρτυρος.
Τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Μάρκου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, ἐνῷ Ἀκολουθία πρὸς τιμήν του συνέταξε ὁ Νικηφόρος ὁ Χίος. Ἡ Ἀκολουθία αὐτή, ὅπως καὶ ὁ βίος τοῦ Νεομάρτυρος, περιέχονται στὸ Νέον Λειμωνάριον. Ἐπίσης ἐπανεκδόθηκαν τὸ 1930 καὶ τὸ 1968 στὸ Νέον Χιακὸν Λειμωνάριον.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.
Πᾶσαν εὔφρανας, τὴν νῆσον Χίον, Μάρτυς ἔνδοξε Μάρκε θεόφρον, ἀνάγκη ῥύξας λαμπρῶς τὴν εὐσέβειαν, καὶ κατῄσχυνας τὴν πλάνην τὴν βέβηλον, ἐν τοῖς σοῖς λόγοις καὶ ἄθλοις θεόσοφε. Ὡς οὗν ἔτυχες, οὗπερ ἐπόθεις ἀοίδιμε, μνημόνευε ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τοῖς παρεστῶσι τῇ σορῷ σου Μάρκε ἔνδοξε, καὶ προσκυνοῦσί σου πιστῶς τὰ θεῖα λείψανα, τὴν τοῦ Πνεύματος πρεσβείαις σου δίδου χάριν, τὴν σκηνώσασαν ἐν τούτοις καὶ ἐμμένουσαν, καὶ ἐκβλύζουσαν τὰ ρεῖθρα τῶν ἰάσεων, καὶ γὰρ ἔσχηκας παῤῥησίαν πρὸς Κύριον.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ´. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐφημεῖ σε ᾄσμασιν, ἀγαλλομένῃ ἡ Χίος, καὶ λαμπρῶς γεραίρει νῦν, τοὺς θαυμαστούς σου ἀγῶνας, ἔσπευσας εἰς τὸ τεθνάναι· ὢ ξένον θαῦμα! ἔσπεισας τῷ σῷ Δεσπότῃ ἱερουργήσας, τὸν σὸν αἷμα ὡς ἐπόθεις, Μαρτύρων κλέος Μάρκε Χριστοῦ Ἀθλητά.

Κάθισμα
Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.
Χαίρων ἔφερες, ξύλου τὴν θλίψιν, καὶ τὴν κάκωσιν Μάρκε στεῤῥόφρων, καὶ τὰς ὀδύνας τρυφὰς λογιζόεμνος, τὸ ἐν καμίνῳ τῶν παίδων ἀνέμελπες, μέγιστον θαῦμα καὶ ὕμνον ἐπάξιον, ἀγαλλόμενος, Θεῷ ἀναπέμπων ἔνδοξε, ἐτέλεις ἐν εἱρκτῇ καρτερώτατε.

Ὁ Οἶκος
Τὸν λαμπρὸν ἀριστέα τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀήττητον Ἀθλοφόρον, τὴν τῶν Μαρτύρων καλλονὴν, καὶ ἱερὰν προσθήκην, Μάρκον πάντες συμφώνως, τοῖς τῶν ἐγκωμίων ἀκηράτοις ἄνθεσι καταστέψωμεν πιστοί· ὅν ἔφυσε μὲν ὡς ρόδον τερπνὸν, ἡ ἐν πόλεσι περίπτυστος Σμύρνη, ἐδρέψατο δὲ καλῶς, ἡ περιφανὴς Χίος, ὡς ἐνθέως ταῖς ὀδμαῖς τῶν αὐτοῦ μαρτυρικῶν ἄθλων καὶ ἀνδραγαθημάτων, εὐφροσύνης πληρωθεῖσα· δι᾿ ὃ καὶ ἀγαλλομένῃ, εὐφημεῖ τὴν μνήμην αὐτοῦ, καὶ τοὺς θαυμαστοὺς αὐτοῦ ἀγῶνας γεραίρουσα, ὁ ἁγιάσας με βοᾷ πρὸς αὐτὸν, τῇ ἐκχύσει τῶν σαυτοῦ χαριτοβρύτων αἱμάτων, μή μου ποτὲ ἐπιλάθου, Μαρτύρων κλέος, Μάρκε Χριστοῦ Ἀθλητά.

Μεγαλυνάριον
Ἔχων παῤῥησίαν πρὸς τὸν Θεὸν, τῶν σοὶ προστρεχόντων, τὰ αἰτήματα συμπαθῶς, τὰ πρὸς σωτηρίαν, δίδου ταῖς σαῖς πρεσβείαις, Μάρκε Νεομαρτύρων τὸ ἐγκαλλώπισμα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χάριν τῶν ἰαμάτων παρὰ Θεοῦ, εἰληφὼς Παμμάκαρ, θεραπεύεις πάθη δεινὰ, δι᾿ ὃ τοῖς ἐν πίστει, σὲ ἐπικαλουμένοις, θεράπευσον τὰ πάθη, ψυχῆς καὶ σώματος.

Άγιοι Δέκα Μάρτυρες εν Αιγύπτω

Πεινώσι και διψώσιν αθληταίς δέκα,
Tρυφάς Θεός δίδωσι μη πληρουμένας.

Όλοι μαζί αποτελούσαν μια ομάδα χριστιανών, που ήξεραν όχι μόνο να πιστεύουν, αλλά και να πάσχουν, πρόθυμα και ευχάριστα για το Χριστό. Καταγγέλθηκαν στον ειδωλολάτρη έπαρχο της Αλεξάνδρειας, και ομολόγησαν θαρραλέα την πίστη τους. Μάταια αυτός έλπιζε ότι θα μπορούσε να εκφοβίσει τουλάχιστον τις γυναίκες, και να τις πείσει να προσφέρουν θυσία στα είδωλα. Υποσχέσεις και απειλές, συντρίφτηκαν μπροστά στη σταθερότητα της πίστης των γυναικών και γρήγορα διδάχτηκε, ότι ο σταυρός μπορεί ν' αναδεικνύει και γυναίκες γενναιότερες από άνδρες. Τότε ο έπαρχος, διέταξε να θανατωθούν όλοι δια πείνας και δίψας. Μέρες ολόκληρες έμειναν νηστικοί και γυμνοί, εκτεθειμένοι στον ψυχρό χειμώνα. Προκλητικότατα οι στρατιώτες, έπιναν και έτρωγαν τα καλύτερα φαγητά μπροστά τους. Αυτοί όμως, με θερμή και αδιάλειπτη προσευχή και δέηση προς τον Χριστό, αντιμετώπιζαν τη φρικτή και υπεράνθρωπη δοκιμασία. Τελικά, άνδρες και γυναίκες, πέθαναν απαρασάλευτοι στην πίστη τους, ψάλλοντες το όνομα του Ιησού Χριστού.

Ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὁ Μάρτυρας

Mη δωρεάν σοι τέμνομαι Xριστοφόρος;
Δώσεις ο Xριστός οίδα πολλά μοι στέφη.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Χριστόφορος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ ἐτελειώθηκε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Μάρτυρας

Eισδύς Kόνων θάλασσαν εύρε λιμένα,
Άριστα χερσίν οιακισθείς Kυρίου.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κόνων καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρώμη καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Ἔνθερμος κήρυκας τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, διεκήρυττε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὰ εὐεργετήματα αὐτῆς καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ τὴ δράση του αὐτὴ συνελήφθη, ἀρνηθεὶς δὲ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἐρρίφθηκε στὴ θάλασσα, ὅπου εὑρῆκε τὸ μαρτυρικὸ διὰ πνιγμοῦ θάνατο.

Μνήμη λυτρώσεως τῆς φοβερᾶς ἀπειλῆς ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ

 
Διαβάζουμε: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης φοβερᾶς ἀπειλῆς καὶ ἀνάγκης ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ, ὅτε μέλλοντας πάντας ἡμᾶς ὑπ’ αὐτῶν δικαίως αἰχμαλωτίζεσθαι καὶ φόνῳ μαχαίρας παραδίδοσθαι, ὁ Οἰκτίρμων καὶ Φιλάνθρωπος Θεός, διὰ σπάγχνα ἐλέους Αὐτοῦ, παρ’ ἐλπίδα πάντας ἡμᾶς ἐλυτρώσατο».
Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἐτελεῖτο Λιτὴ στὸν Κάμπο, στὴν πεδιάδα τὴν ἐκτεινόμενη ἐπάνω ἀπὸ τὸ Ἕβδομον τοῦ Βυζαντίου, πρὸς ἀνάμνηση ἀποτυχούσης ἐπιδρομῆς βαρβάρων στὴ βασιλεύουσα. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ αὐτὴ πανήγυρη ἐτελεῖτο στὸ Τριβουνάλιον καὶ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Βαβύλα.

Ὁ Ἅγιος Νόννος ὁ Μάρτυρας

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Νόννου ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸν Κανονάριον καὶ ἑορταζόταν στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων στὸ ναὸ ποὺ εὑρισκόταν ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ


Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, πρίγκιπας τοῦ Νόβγκοροντ, ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ, ἐγεννήθηκε, τὸ 1218. Τὸ 1229, οἱ δύο ἀδελφοὶ ἀπεστάλησαν στὸ Νόβγκοροντ ἀπὸ τὸν πατέρα τους Γιαροσλάβο Βσεβολόντοβιτς, ὡς ἀντιπρόσωποί του.

Τὸ 1232, ὁ νεαρὸς πρίγκιπας Θεόδωρος ἐκλήθηκε νὰ ὑπερασπισθεῖ μὲ τὸ σπαθὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ νὰ πολεμίσει μὲ τὰ Ρώσικα στρατεύματα κατὰ τῶν εἰδωλολατρῶν Μορδοβιανῶν πριγκίπων. Τὸ 1233, ὑπακούοντας στὴν ἐπιθυμία τοῦ πατέρα του, νυμφεύεται τὴ Θεοδουλία, θυγατέρα τοῦ ἱεροῦ πρίγκιπος Μιχαὴλ τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἀλλὰ ξαφνικὰ πεθαίνει καὶ ἐνταφιάζεται στὴ μονὴ Γιοῦρεφ τοῦ Νόβγκοροντ. Ἡ Θεοδουλία, μετὰ τὸν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ συζύγου της, ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ἐγκαταβίωσε σὲ μονή, ὅπου ἐκάρη μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὐφροσύνη († 25 Σεπτεμβρίου).

Οἱ Σουηδοί, τὸ 1614, ἔσπασαν τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔρριψαν τὸ τίμιο λείψανο στὸ χῶρο τοῦ κοιμητηρίου. Ἀργότερα, ὁ Μητροπολίτης Ἰσίδωρος μετέφερε τὰ ἱερὰ λείψανα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Νόβγκοροντ καὶ τὰ ἐναπέθεσε στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀπ’ ὅπου, τὸ 1919, ἀφαιρέθηκαν ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους.
Ἀκολουθία στὸν Ἅγιο Θεόδωρο ἔγραψε ὁ Μητροπολίτης Ἁγίας Πετρουπόλεως καὶ Νόβγκοροντ Γαβριήλ († 1801).

Ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀπόστολος τῆς Γερμανίας

 
Ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος, κατὰ κόσμον Βινφρίδιος, ἐγεννήθηκε, περὶ τὸ ἔτος 680 μ.Χ., στὴν πόλη Κρέντιτον τοῦ Ντεβονσάϊρ τῆς Ἀγγλίας. Ἐσπούδασε στὶς μονὲς τοῦ Ἔξετερ καὶ τοῦ Νάτσελ, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐπίδοσή του στὰ ἐκκλησιαστικὰ γράμματα, τὴν ποίηση, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴν ἱστορία. Διέπρεψε ὡς καθηγητὴς μοναστηριακῶν σχολῶν καὶ συνέταξε τὴν πρώτη Λατινικὴ γραμματικὴ στὴ Βρετανία.

Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, μοναχὸς ἤδη μὲ τὸ ὄνομα Βονιφάτιος, ἐχειροτονήθηκε ἱερέας. Ἀπὸ τότε ἐπιδόθηκε μὲ ἔνθεο ζῆλο καὶ ἐπιτυχία στὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἱεραποστολή.

Τὸ 716 μ.Χ., μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου Βινβέρτου τῆς μονῆς τοῦ Νάτσελ, ἐπῆγε στὴ Φρισλανδία, γιὰ νὰ κηρύξει τὸν Χριστὸ στοὺς ἐκεῖ εἰδωλολάτρες. Ὁ πόλεμος ὅμως ποὺ ἐξέσπασε ἀνάμεσα στὸν τοπικὸ βασιλέα Ράντμποντ καὶ τὸν Κάρολο Μαρτέλο, τὸν ἀνάγκασε νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἀγγλία. Ἐπιθυμώντας νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἐξωτερικὴ ἱεραποστολή, ἀποποιήθηκε τὸ ἡγουμενικὸ ἀξίωμα, στὸ ὁποῖο τὸν ἐξέλιξε ἡ μοναστικὴ ἀδελφότητα τοῦ Νάτσελ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἡγουμένου Βινβέρτου.

Ἔτσι, τὸ 719 μ.Χ., ἀφοῦ ἐπῆρε τὴ σχετικὴ ἄδεια καὶ εὐλογία τοῦ Πάπα Γρηγορίου Β’ (715 – 731 μ.Χ.), ἐξεκίνησε γιὰ τὴ Γερμανία. Ἐπέρασε τὶς Κάτω Ἄλπεις καὶ τὴ Βαυαρία καὶ ἔφθασε στὴ Θουριγγία, ἀπ’ ὅπου ἄρχισε τὸ ἀποστολικό του ἔργο. Ὄχι μόνο ἐβάπτισε πολυάριθμους εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ καὶ τοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἐζοῦσαν τότε στὴ Βαυαρία, τοὺς ἐβοήθησε νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ διάφορες πλάνες καὶ κακοδοξίες. Τὸ 720 μ.Χ., μαθαίνοντας πὼς ὁ Ράντμποντ εἶχε πεθάνει καὶ ὁ Κάρολος Μαρτέλος εἶχε γίνει κύριος τῆς Φρισλανδίας, ἐπῆγε ἐκεῖ καὶ ἐνίσχυσε τὴν ἱεραποστολὴ τοῦ Ἁγίου Βιλλιβρόρδου († 7 Νοεμβρίου). Τρία χρόνια ἀργότερα ἦλθε πάλι στὰ Γερμανικὰ ἐδάφη. Ἐβάπτισε πλήθη εἰδωλολατρῶν, ἔκτισε ἐκκλησίες καὶ συγκρότησε πολλὲς Χριστιανικὲς κοινότητες στὴν Ἔσση καὶ τὴ Σαξονία.

Τὸ 723 μ.Χ., ὑπακούοντας σὲ κλήση τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Γρηγορίου Β’ (715 – 731 μ.Χ.), ἐπῆγε στὴ Ρώμη, ὅπου ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος. Ἐπιστρέφοντας στὴ Γερμανία, ἐγκατέστησε τὴν ἔδρα του στὴ Μαγεντία καὶ συνέχισε μὲ μεγαλύτερο ζῆλο τὴν εὐαγγελική του διακονία.

Τὸ 732 μ.Χ., ὁ νέος Πάπας Γρηγόριος Γ’ (731 – 741 μ.Χ.) τὸν προήγαγε σὲ Ἀρχιεπίσκοπο καὶ Πριμάτο τῆς Γερμανικῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὸ δικαίωμα τῆς ἐκλογῆς καὶ καταστάσεως Ἐπισκόπων.

Τὸ 738 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος μετέβη καὶ πάλι στὴ Ρώμη καὶ ἐνημέρωσε γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου καὶ τὰ προβλήματά του τὸν Πάπα, ὁ ὁποῖος τὸν ὀνόμασε τότε Λεγάτο τῆς Ἀποστολικῆς Ἕδρας.

Ὅταν ἐπέστρεψε στὴ Γερμανία, ὁ δούκας Ὀντίλο τὸν ἐκάλεσε στὴ Βαυαρία, γιὰ νὰ λύσει σοβαρὰ ἐκκλησιαστικὰ προβλήματα τῆς περιοχῆς. Ἵδρυσε ἐκεῖ τέσσερις Ἐπισκοπὲς γιὰ τὴν καλύτερη διαποίμανση τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ ἄλλες τρεῖς στὴ Θουριγγία, τὴν Ἔσση καὶ τὴ Φραγκονία.

Ἡ σαγηνευτικὴ πνευματικὴ προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου εἶχε τέτοια ἐπίδραση στὸν υἱὸ τοῦ Καρόλου Μαρτέλου Καρλομάνο, βασιλέα τῆς Αὐστραλίας, Ἀλαμανίας καὶ Θουριγγίας (741 – 747 μ.Χ.), ὥστε παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο του, παραχώρησε τὸ βασίλειό του στὸ νεώτερο ἀδελφό του Πεπίνο τὸν Βραχύ, βασιλέα τῆς Νευστρίας, Βουργουνδίας καὶ Προβηγγίας καὶ ἔγινε μοναχός. Τὴν κουρά του ἐτέλεσε στὴ Ρώμη ὁ Πάπας Ζαχαρίας (741 – 752 μ.Χ.). Ἀρχικὰ ἐγκαταβίωσε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Σιλβέστρου, ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε στὸ ὄρος Σοράκτο τῆς κεντρικῆς Ἰταλίας. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖ συνέρρεαν πολλοὶ ἐπισκέπτες καὶ μάλιστα Ρωμαῖοι εὐγενεῖς, ἀποσύρθηκε, ὕστερα ἀπὸ σχετικὴ ὑπόδειξη τοῦ Πάπα, στὴ μονὴ τοῦ ὄρους Κασσίνο, ὅπου ἔζησε μὲ ἄκρα ταπείνωση, κάνοντας τὰ πιο εὐτελὴ διακονήματα. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 755 μ.Χ., στὴν πόλη Βιὲν τῆς Γαλλίας, ὅπου εἶχε σταλεῖ, γιὰ ὑποθέσεις τῆς μονῆς του. Στὸ μεταξύ, ὁ ἀδελφός του Πεπίνος ὁ Βραχὺς († 768 μ.Χ.) ἀνακηρύχθηκε πρῶτος βασιλέας τοῦ ἑνωμένου κράτους τῶν Φράγκων. Ἡ στέψη του ἔγινε τὸ 751 μ.Χ. στὴν πόλη Σουασσὸν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, τὸν ὁποῖο ἐσεβόταν ἀπεριόριστα.

Γιὰ τὴν εὐρύτερη ἐξάπλωση τῆς Χριστιανικῆς πίστεως στὰ ἡμιάγρια καὶ ἀπολίτιστα Γερμανικὰ φύλα, ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης ἐκάλεσε ἀπὸ τὴ Βρετανία εὐσεβεῖς ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ ἀσχολήθηκαν ἐντατικὰ καὶ συστηματικὰ μὲ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο. Ἀνάμεσά τους ἦταν οἱ Ἅγιοι Βιγκβέρτος, Βουρχάρδος, Βιλλιβάλδος, Λοῦλλος, Θέκλα, Μπερτιγκίτα, Κοντρούδη καὶ Λαϊόβα.

Ἡ Ὁσία Λαϊόβα ἦταν ἀνεψιὰ τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου καὶ ἦλθε στὴ Γερμανία μαζὶ μὲ τριάντα ἀκόμη Βρετανίδες μοναχές, σταλμένες ἀπὸ τὴν πριγκίπισσα Τέλτα, ἡγουμένη τῆς μονῆς Βίνμπουρν.

Μὲ τὴν βοήθεια ὅλων αὐτῶν τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος κατόρθωσε τόσο νὰ ἑδραιώσει τὸ Χριστιανισμό, ὅσο καὶ νὰ ὀργανώσει διοικητικὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐπαρχία αὐτοῦ.

Σώζονται πολλὲς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου μὲ θεολογικὸ περιεχόμενο. Γράφοντας στὸν ἡγούμενο Ἀλδέριο, τὸν παρακαλεῖ νὰ μνημονεύει στὴ Θεία Λειτουργία τοὺς ἱεραποστόλους ποὺ ἐθυσιάστηκαν γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ. Σὲ ἄλλη ἐπιστολή του πρὸς μία μοναχή, ἀφοῦ περιγράφει τὶς δυσκολίες καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ ἀντιμετώπισε στὴν ἄσκηση τῆς ἱεραποστολῆς, βεβαιώνει ὅτι ἐποθοῦσε νὰ θυσιάσει καὶ τὴ ζωή του ἀκόμη γιὰ τὸν Κύριο. Σὲ ἕνα γράμμα του στὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Καντουαρίας Κουθβέρτο, ἀφοῦ κάνει λόγο γιὰ τὰ καθήκοντα τῶν κληρικῶν, καταλήγει: «Ἂς ἀγωνισθοῦμε γιὰ τὸν Κύριο σὲ τοῦτες τὶς πικρὲς καὶ ὀδυνηρὲς ἡμέρες. Ἂς πεθάνουμε γιὰ τὶς ἅγιες ἐντολὲς τῶν Πατέρων μας, ἂν αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ κληρονομήσουμε, ὅπως ἐκεῖνοι, τὴν αἰώνια ζωή. Ἂς μὴν εἴμαστε ζῶα ἄφωνα, φύλακες κοιμισμένοι, μισθωτοὶ ποὺ τὸ βάζουν στὰ πόδια μόλις δοῦν τὸ λύκο, ἀλλὰ ποιμένες ἄγρυπνοι καὶ εὐσυνείδητοι. Ἂς κηρύσσουμε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους, σὲ πλούσιους καὶ πτωχούς, σὲ κάθε τόπο καὶ σὲ κάθε περίσταση, ζώντας μέσα στὸν κόσμο ἀλλὰ χωρὶς νὰ ἀνήκουμε στὸν κόσμο».

Τὸ 754 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Βονιφάτιος, μὲ εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Στεφάνου Β’ (752 – 757 μ.Χ.), ἐχειροτόνησε καὶ ἄφησε διάδοχό του στὴ Γερμανία, τὸ συνεργάτη του, Ἅγιο Λοῦλλο. Ὁ ἴδιος, φλογερὸς ἐργάτης τοῦ φωτισμοῦ τῶν ἀπίστων, ἐπῆρε μαζί του μία ὁμάδα ζηλωτῶν τῆς ἱεραποστολῆς καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴν ἀνατολικὴ Φισλανδία, ὅπου μέσα σ’ ἔνα χρόνο μετέστρεψε καὶ ἐβάπτισε ἀρκετὲς χιλιάδες εἰδωλολατρῶν.
Ἐκεῖ ὅμως ἔλαβε καὶ τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου, ποὺ τόσο ἐποθοῦσε. Στὶς 5 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 755 μ.Χ., παραμονὴ τῆς Πεντηκοστῆς, καθὼς ἐτοιμαζόταν νὰ τελέσει τὸ μυστήριο τοῦ Χρίσματος σὲ νέους Χριστιανούς, στὶς ὄχθες ἑνὸς μικροῦ ποταμοῦ, ἐξαγριωμένοι εἰδωλολάτρες μὲ σπαθιὰ ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τοῦ ἱεραποστολικοῦ καταυλισμοῦ καὶ ἔσφαξαν ὅλους τοὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, συνολικὰ πενήντα δύο ψυχές: τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, τὸν Ἐπίσκοπο Ἐοβανό, τρεῖς ἱερεῖς, τρεῖς διακόνους, τέσσερις μοναχοὺς καὶ σαράντα λαϊκούς.

Ὁ Ἅγιος Πλούταρχος Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου

Οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν γιὰ τὸν Ἅγιο Πλούταρχο. Ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται στὸ Χρονικὸν τοῦ Λεοντίου Μαχαιρᾶ. Στὸν ἐπισκοπικὸ κατάλογο Σαλαμῖνος ὁ Ἅγιος Πλούταρχος φέρεται ἕκτος Ἐπίσκοπος Κύπρου, ἐνῷ ἀλλοῦ ἀναφέρεται Πλούταρχος, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου, δέκατος τέταρτος (περὶ τὸ 620 – 627 μ.Χ.) μετὰ τὸν Ἀπόστολο Βαρνάβα.
Τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου ἀπαντᾶ σὲ περιγραφὲς ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σέργιο τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Τύρου

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα. Σύμφωνα μὲ τὸ συναξαριστικὸ ὑπόμνημα ὁ Ἅγιος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τύρου κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Λικινίου (308 – 323 μ.Χ.) καὶ Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου (324 – 337 μ.Χ.) καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴ θεολογική του παιδεία, τὴ συγγραφή, τὴν εὐφηΐα, τὴν ἐπιμέλεια. Αὐτός, ἐπὶ διωγμοῦ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.), ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ἔδρα τῆς Ἐπισκοπῆς του καὶ νὰ καταφύγει στὴν Ὀδυσσούπολη. Μετὰ τὸ τέλος τῶν τυράννων ἐπέστρεψε στὴν ἐπαρχία του, ἀλλὰ συνελήφθη καὶ ὑπέστη πολλὲς βασάνους ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη (361 – 363 μ.Χ.).
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν Τύρο, σὲ ἡλικία ἐνενήντα ἑπτὰ ἐτῶν.

Άγιοι Βασίλειος, Παύλος, Σέργιος, Νικόλαος, Λέοντας, Πέτρος, οι πρεσβύτεροι, Ιγνάντιος ο μοναχός, Ιωάννα οι μάρτυρες και οι συν αυτοίς μαρτυρήσαντες εν Πολωνία


Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Πολωνία συστάθηκαν από υποχθόνια στοιχεία, που ήταν υπό την επήρεια της Ρωμαιοκαθολικής ᾿Εκκλησίας, ψευδοστρατιωτικές ομάδες με σκοπό την εκκαθάριση του Ορθόδοξου ποιμνίου της Πολωνίας. Οι εκκαθαρίσεις αυτές, εθνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα γίνονταν κατά τη διάρκεια της νύχτας σε όλα τα χωριά της Ανατολικής Πολωνίας. Χιλιάδες άνθρωποι κατακρεουργήθηκαν, είτε γιατί ήταν πολίτες Ουκρανοί (περίπου 12.000), είτε γιατί ήταν Ορθόδοξοι (περίπου 1.200 Μάρτυρες). Στις 8 Ιουνίου 2003 μ.Χ., η Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας κατέταξε με Συνοδική Απόφαση αυτής στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας επτά κληρικούς, τον Πρωτοπρεσβύτερο Βασίλειο Martysz, τον ιερέα Παύλο Szwajko, τον ιερέα Σέργιο Zacharczuk, τον ιερέα Νικόλαο Holz, τον ιερέα Λέοντα Κorobczna, τον ιερέα Πέτρο Οhryzko, το μοναχό Ιγνάτιο της Jableczna, την Πρεσβυτέρα Ιωάννα Szwajko και όλους εκείνους που μαρτύρησαν για την ορθόδοξη πίστη μαζί με αυτούς που τους γνωρίζει ο Θεός.

Άγιος Αγάθαρχος Επίσκοπος Λευκάδας και οι Άγιοι Πέντε Θεοφόροι Πατέρες 


Μολύβδινη κυκλική σφραγίδα με χαραγμένες τις μορφές των τριών Αγίων Θεοφόρων Πατέρων Λευκάδος

Στα μισά του ανηφορικού δρόμου, που συνδέει τον ερημωμένο πια Αλέξανδρο με την παραθαλάσσια και σφύζουσα από ζωή Νικιάνα, ο οδηγός ή ο πεζοπόρος θα συναντήσει το Ησυχαστήριο των Αγίων Πατέρων. Πλήθη προσκυνητών ανηφορίζουν μέχρις εκεί, στις βορειοανατολικές παρυφές του όρους των Σκάρων, του λευκαδίτικου «Αγίου όρους», την Κυριακή των Πατέρων (Ζ’ από το Πάσχα), οπότε η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των 318 Θεοφόρων Πατέρων που συγκρότησαν την Α’ Οικουμενική Σύνοδο.

Όλοι θα ασπαστούν την εικόνα των Αγίων, θα αντλήσουν από το αγίασμα και θα προσευχηθούν στα «άγια κορμάκια».

Η παράδοση μας παρέχει πολλές πληροφορίες για τους Αγίους Πατέρες και την σχέση τους με το νησί της Λευκαδας.

Προτού προλάβει η Εκκλησία του Χριστού να βγει νικήτρια από τη δοκιμασία των Διωγμών, ένα νέο πρόβλημα προέκυψε και ταλαιπωρούσε τα μέλη Της. Ήταν οι αιρέσεις. Μία από αυτές και ο Αρειανισμός. Ένας κληρικός από την Αλεξάνδρεια, ο πρεσβύτερος Άρειος, άρχισε να διδάσκει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν Θεός και ένα από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, αλλά κτίσμα (δημιούργημα) του Θεού Πατέρα. Αρκετοί, κληρικοί και λαϊκοί, ασπάστηκαν τη διδασκαλία του, η οποία ερχόταν σε αντίθεση με τα πιστεύω της Εκκλησίας μας.

Για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο αυτό πρόβλημα, ο Αυτοκράτορας της Ρώμης Άγιος Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε Σύνοδο όλων των Χριστιανών επισκόπων. Αυτή έλαβε χώρα το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της μικρασιατικής Βιθυνίας. Απ’ όπου υπήρχαν χριστιανικές Εκκλησίες έφτασαν επίσκοποι μαζί με τους συνοδούς τους. Ανάμεσα σε αυτούς ξεχώριζαν οι Άγιοι Σπυρίδων Τριμυθούντος, Νικόλαος Μύρων, Μητροφάνης Κωνσταντινουπόλεως, Αλέξανδρος Κωνσταντινουπόλεως (πρεσβύτερος ακόμη), Πέτρος Αλεξανδρείας, Αθανάσιος Αλεξανδρείας ο Μέγας (διάκονος τότε) και άλλοι. Οι Ορθόδοξοι επίσκοποι ήταν συνολικά 318 στον αριθμό.

Ένας από τους 318 Πατέρες ήταν και ο επίσκοπος Λευκάδος Αγάθαρχος. Καταγόταν μάλλον από την Αχαΐα και ήταν εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Παλαιάς Ηπείρου. Η αγιότητα του βίου του και η χαριτωμένη από το Άγιο Πνεύμα προσωπικότητά του λειτούργησαν, απ’ ό,τι φαίνεται, σαν πόλος έλξης και για άλλους πέντε από τους Πατέρες που έλαβαν μέρος στη Σύνοδο της Νίκαιας.

Έτσι, στην επιστροφή του στο νησί της Λευκάδας και την επισκοπή του, τον ακολούθησαν οι πέντε αυτοί Πατέρες. Το πλοίο τους αποβίβασε στον φυσικό όρμο, όπου βρίσκεται σήμερα ο οικισμός «Επίσκοπος», ενώ και η διπλανή περιοχή της Νικιάνας, ετυμολογείται πιθανόν από τις λέξεις «Νέα Νίκαια».

Οι τρεις από τους Πατέρες διάλεξαν μια σπηλιά στο βουνό των Σκάρων και αποφάσισαν να μείνουν εκεί για το υπόλοιπο της ζωής τους. Πράγματι, έμειναν εκεί, περνώντας τον καιρό τους με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Το τέλος τους ήταν ειρηνικό. Θάφτηκαν εκεί που σήμερα είναι το μικρό εκκλησάκι του ησυχαστηρίου των Αγίων Πατέρων.

Από τον τάφο ενός από τους Πατέρες αναβλύζει συνεχώς αγίασμα. Μάλιστα, η στάθμη του δεν ελαττώνεται χειμώνα‐καλοκαίρι, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν. Κι ακόμη, δεν στερεύει ούτε και την ημέρα της γιορτής, οπότε χιλιάδες προσκυνητών αντλούν από το αγιασμένο νερό. Η Αγία Τράπεζα του μικρού ναού είναι πάνω στον τάφο του δεύτερου από τους Πατέρες, ενώ ο τρίτος είχε ταφεί στο σημείο που σήμερα είναι αναμμένα τρία καντήλια.

Δεν είναι λίγα και τα θαύματα που γίνονται συνεχώς σε όσους με πίστη πίνουν από το αγίασμα και επικαλούνται τη δύναμη των Αγίων Πατέρων.

Για παράδειγμα, στα 1890 μ.Χ. παρουσιάστηκαν στο μικρό ησυχαστήριο οι φοβεροί ληστές της εποχής, Ψήλιας και Χούτας. Με αλαζονεία ζητούσαν επίμονα να πιουν «από ‘κείνο το νερό». Όταν πλησίασαν στο σημείο του αγιάσματος, προσπάθησαν οι ίδιοι να αντλήσουν... «νερό». Αλλά, μάταια! Το αγίασμα είχε εξαντληθεί. Και δεν εμφανίστηκε μέχρι να πάει η μοναχή Ακακία για να αντλήσει απ’ αυτό και να δώσει στους έντρομους ληστές να πιουν.

Κι όταν σμήνος ακρίδων κατέστρεφε τα όσπρια (λαθύρια και ρεβύθια) που ήταν σπαρμένα στο Λιβάδι της Καρυάς, οι ακρίδες εξαφανίστηκαν απ’ την περιοχή, μόλις η ίδια μοναχή Ακακία ράντισε με το αγίασμα τις σπαρμένες εκτάσεις.

Κάτοικος των κοντινών Πηγαδισάνων νοσηλευόταν σε κλινική της Αθήνας προκειμένου να εγχειρισθεί, μετά από αποκόλληση που είχε πάθει στο μάτι. Την προηγούμενη της εγχείρησης νύχτα αισθάνθηκε φοβερούς πόνους στο μάτι. Καθώς δεν μπορούσε να βρεθεί ο γιατρός, μόλις ησύχασε για λίγο από τους φριχτούς πόνους, κατόρθωσε να αποκοιμηθεί. Βλέπει τότε σε όνειρο ότι περιπλανιόταν στην περιοχή της Ακόνης, γύρω από το ησυχαστήριο των Αγ. Πατέρων. Μόλις αντίκρυσε το μοναστήρι, θυμήθηκε το αγίασμα και τότε ένοιωσε έναν πόνο φοβερό. Ξύπνησε αμέσως, αλλά... θεραπευμένος! Δίχως να πονάει καθόλου. Επιβεβαιώθηκε μάλιστα η θεραπεία από το επιστημονικό προσωπικό της κλινικής, για να δοξάζεται το όνομα του Θεού και των Αγίων Πατέρων.

Οι άλλοι δύο από τους Πατέρες, που ακολούθησαν τον επίσκοπο Αγάθαρχο, μόνασαν στον χώρο που υπάρχει σήμερα το μοναστήρι της Φανερωμένης. Υπήρχε τότε μικρός οίκος προσευχής στη θέση εκείνη, όπου - πριν έρθουν στο νησί οι Απόστολοι Ακύλας και Ηρωδίων - υψωνόταν ο ειδωλολατρικός ναός της Λευκαδίας Αρτέμιδος. Έζησαν και αυτοί ασκητικά και «εκοιμήθησαν εν ειρήνη».

Δυστυχώς, η παράδοση δε διέσωσε τα ονόματα των πέντε Αγίων Πατέρων. Γιορτάζεται όμως η μνήμη τους πανηγυρικά την Ζ’ Κυριακή από το Πάσχα, κάθε χρόνο.

Στο ησυχαστήριο των Αγίων Πατέρων φυλάσσεται και «η σφραγίδα των Αγίων», δηλαδή μια μολύβδινη κυκλική σφραγίδα με χαραγμένες τις μορφές των τριών Αγίων.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ.δʹ.
Ὑπερδεδοξασμένος εἷ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ φωστήρας ἐπί γῆς τούς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας· καί διʹαὐτῶν, πρός τήν ἀληθινήν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας· Πολυεύσπλαγχνε, δόξα σοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.
Ἀσκητῶν τήν τριάδα ἀνευφημήσωμεν, τήν ἐν Νικαίᾳ Τριάδος Πίστιν σαφῶς τήν ὀρθήν, ἐν συμβόλῳ ἱερῷ διακηρύξασαν· τούς ἐν παννύχοις προσευχαῖς σύν ἐδεσμάτων ἀποχῇ πραΰναντας ὁρμάς σαρκίου, τῶν Λευκαδίων ὁ δῆμος ἐν ἑνί στόματι ὑμνήσωμεν.


Οἱ Ἅγιοι Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Φλωρέντιος, Ἰουλιανός, Κυριακός, Μαρκελλίνος καὶ Φαυστίνος ἐμαρτύρησαν στὴν πόλη Περούτζια τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).

Οἱ Ἅγιοι Ἀπόλλων, Ἄρειος, Γοργίας, Εἰρήνη, Λεωνίδης, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Παμβών, Σεληνιὰς καὶ Ὑπερέχιος οἱ Μάρτυρες



Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀπόλλων, Ἄρειος, Γοργίας, Εἰρήνη, Λεωνίδης, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Παμβών, Σεληνιὰς καὶ Ὑπερέχιος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἄθλησαν κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.). Ἀποτελοῦσαν ὅμιλο θεοφιλῶς ζώντων καὶ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ ἀγωνιζομένων πιστῶν. Ἕνεκα τῆς θεοφιλοῦς αὐτῶν δράσεως συνελήφθησαν, ὁδηγηθέντες δὲ ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου Ἀλεξανδρείας, ἀψηφοῦντες τὶς ἀπειλὲς καὶ ἀποκρούοντες τὶς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις, παρέμειναν ἀκλόνητοι στὴν πρὸς τὸν Χριστὸ πίστη τους. Κατόπιν τούτου διατάχθηκε ὁ ἐγκλεισμός τους στὴ φυλακὴ καὶ καταδικάσθηκαν στὸν ἐκ πείνας καὶ δίψας θάνατο. Οἱ Ἅγιοι ὑπέμειναν καρτερικὰ τὸ μαρτυρικὸ καὶ βραδὺ θάνατο, προσευχόμενοι καὶ δοξολογοῦντες τὸν Κύριο.

Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἐοβανὸς ἐγεννήθηκε στὴν Ἰρλανδία. Ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο, Ἐπίσκοπος Οὐτρέχτης καὶ ἐμαρτύρησε μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας οἱ Ἱερομάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Βιντροῦγκος, Βαλτέριος, Ἀδελάριος, πρεσβύτεροι, καὶ οἱ Ἀμοῦνδος, Σιρεβάλδος καὶ Βοσέας, διάκονοι, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Οἱ Ἅγιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος οἱ Ὁσιομάρτυρες

Οἱ Ὅσιοι Βακκάριος, Γουνδίκαρος, Ἰλλέχερος καὶ Βοτεοῦλφος ἦσαν μοναχοὶ ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰρλανδία. Συνδέθηκαν πνευματικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Βονιφάτιο καὶ ἐμαρτύρησαν μὲ αὐτόν, τὸ 755 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Φῆλιξ ὁ Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Φῆλιξ ἦταν μοναχὸς καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἁγίου Βονιφατίου. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς πόλεως Φρίτζλαρ τῆς Γερμανίας καὶ ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ἀπὸ Σάξονες, τὸ 790 μ.Χ.

Πηγές:http://www.saint.gr/06/05/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/6/d/5/sxsaintlist.aspx 
«Πᾶνος»