ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ :"ΑΓΩΝΑΣ " ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ αρ.φυλ.206-207
Ο π. Ανάργυρος Σταματόπουλος καταγόταν από το Ψάρι της ορεινής Κορινθίας, ένα χωριό που βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μέτρων περίπου(1). Γεννήθηκε στις 21 Μαΐου του 1916 από τους ευσεβείς γονείς Δημήτριον και Παναγιώτα, που είχαν άλλα δυο παιδιά αφιερωμένα, τον Αρχιμ. π. Φώτιο και τον Βλάσιο υπεύθυνο του τυπογραφείου της Αδελφότητας “Η ΖΩΗ”.
Ο π. Ανάργυρος σπούδασε την ιερά επιστήμη της Θεολογίας παίρνοντας το πτυχίο του
τον Νοέμβριο του 1939. Εδώ (στην Αθήνα) γνώρισε έναν φωτισμένο άνδρα, τον
προϊστάμενο της Αδελφότητος π. Σεραφείμ Παπακώστα. Τον Σεπτέμβριο του 1940
κατετάγη στο στρατό ως αξιωματικός πεζικού και από εδώ αρχίζουν τα πρώτα
ιεραποστολικά του πετάγματα, ασκούμενος εις την κατήχηση και το κήρυγμα του
θείου λόγου. Όργωσε με τα κηρύγματά του τις μονάδες του Στρατού(2).
Το 1943 η
Αδελφότητα τον έστειλε στην Πάτρα για να καλύψει τις εκεί πνευματικές ανάγκες.
Στην Πάτρα εργάστηκε με ζήλο και αυταπάρνηση καθ’ όλην την διάρκεια της
παραμονής του εκεί. Επίσκοπος ήταν ο Αντώνιος και τον διαδέχθηκε το 1944 ο
Θεόκλητος Παναγιωτόπουλος ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
Ο π.
Ανάργυρος στην Κύπρο
Για να
αποδώσει περισσότερο πνευματικούς καρπούς και να γίνει δύναμη ζωογόνος φόρεσε
το ιερό σχήμα του κληρικού, χειροτονηθείς στις 20 Αυγούστου του 1947 σε
Διάκονο, και τον Αύγουστο το 1949 σε πρεσβύτερο. Ήταν η χρονιά (1949) που ο
Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, Μακάριος ο Β΄ ζήτησε από την Αδελφότητα να στείλει έναν
ιεροκήρυκα για να υπηρετήσει την Εκκλησία της Κύπρου και το εκεί χριστιανικό
έργο, γιατί ήταν η εποχή που είχε μεγάλη ανάγκη η Κυπριακή Εκκλησία.
Η Αδελφότητα
έκρινε ως τον πιο κατάλληλο γι’ αυτή τη λεπτή αποστολή τον νεαρό τότε (33 ετών)
αρχιμανδρίτη π. Ανάργυρο (Γέρων όμως από πνευματικής άποψης), που είχε το
μεγάλο χάρισμα να κατανοεί τις ανθρώπινες αδυναμίες. Ήταν απλός και
μεγαλόψυχος, ακούραστος και ακαταπόνητος, εμπνέων αίσθημα εμπιστοσύνης.
Η μετάβασή
του όμως καθυστέρησε για λόγους έξω από τη δική του θέληση. Έφθασε στην Κύπρο
τον Ιανουάριο του 1951. Εν τω μεταξύ είχε εκδημήσει ο Αρχιεπ. Μακάριος ο Β΄ και
Αρχιεπίσκοπος εξελέγη ο από Κιτίου Μακάριος ο Γ΄.
Με την άφιξη
του π. Αναργύρου στην Κύπρο ακολούθησε η εγκατάστασή του στην Αρχιεπισκοπή όπου
και παρέμεινε εκεί για 5 χρόνια περίπου μέχρι την εκδίωξή του από τους Άγγλους
αποικιοκράτες.
Σαν νέος
εργάστηκε με πολύ ζήλο και αφάνταστη αυταπάρνηση. Συνεργάστηκε αρμονικά με
όλους, γι αυτό και ο Αρχιεπ. Μακάριος τον εκτίμησε και τον περιέβαλε με
εμπιστοσύνη. Δέχθηκε τις εισηγήσεις του και του έδωσε άνεση και ελευθερία για
να επιτελέσει το έργο που είχε αναλάβει.
Την χειμερινή
περίοδο εργαζόταν κυρίως στην Λευκωσία και στα περίχωρα. Το Καλοκαίρι όμως
σάρωνε τα χωριά και τις κωμοπόλεις. Μαζεύοντας τον κόσμο, του μιλούσε,
λειτουργούσε και στην συνέχεια καθόταν ώρες και εξομολογούσε. Σε πολλά χωριά
είχε ιδρύσει Θρησκευτικά Ορθόδοξα Ιδρύματα (Θ.Ο.Ι.) που πρωτοστατούσαν κληρικοί,
εκπαιδευτικοί, μαθητές κ.ά. καθοδηγούμενοι πνευματικά από τον ίδιο.
Το μεγάλο
ενδιαφέρον του το έδειχνε στην Χριστιανική Ένωση Νέων και Νεανίδων, την
Ο.Χ.Ε.Ν., που εκείνη την περίοδο βρίσκονταν σε πολύ καλή πορεία και της ήταν ο
πνευματικός της πατέρας.
Άλλος τομέας
του ήταν να κάνει μαθήματα στο Παιδαγωγικό Κολλέγιο ή Παιδαγωγική Ακαδημία,
μεταδίδοντας στις υποψήφιες δασκάλες αγάπη για το Θεό, ιεραποστολικό ζήλο και
φλόγα για να γίνουν στελέχη του χριστιανικού έργου.
Επίσης έκανε
μαθήματα στην νοεϊδρυθείσα Ιερατική Σχολή της οποίας Διευθυντής ήταν ο π.
Διονύσιος Χαραλάμπους – ο μετέπειτα Μητροπολίτης Λήμνου και στην συνέχεια
Τρίκκης και Σταγών. Ο π. Ανάργυρος μετέδιδε τις γνώσεις και τις ιερατικές του
εμπειρίες στους υποψήφιους ιερείς τονίζοντας πως πρέπει να έχουν ιεραποστολική
διάθεση.
Οι δύο
βασικοί συνεργάτες του π. Αναργύρου – εκτός του Αρχιεπισκόπου και των άλλων
Μητροπολιτών – ήταν ο Χωροεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος – άνδρας μεγάλης αρετής
και αγιότητας – και ο εφημέριος της Φανερωμένης Λευκωσίας π. Σταύρος
Παπαγαθαγγέλου – γνωστός για τον ηρωισμό, την φλόγα, τον ζήλο και τους αγώνες
του για την απελευθέρωση της Κύπρου από τον αγγλικό ζυγό.
Η συμβολή του
π. Αναργύρου για την προετοιμασία του απελευθερωτικού αγώνα ήταν ουσιαστική,
γιατί καλλιέργησε και ανέβασε σημαντικά το εθνικό φρόνημα και προώθησε πολλούς
νέους από την Ο.Χ.Ε.Ν. να μπουν στις τάξεις της Ε.Ο.Κ.Α.
Η δράση του,
οι συνεχείς κινήσεις, οι ομιλίες και οι επικοινωνίες κυρίως με τους νέους, ήταν
η αφορμή να αρχίσουν οι Άγγλοι να τον παρακολουθούν στενά. Έφθασαν μάλιστα στο
σημείο να τον θεωρούν ότι είναι ο αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α., αφού δεν γνώριζαν ποιος
ήταν ο Διγενής (Γρίβας).
Την 1η
Απριλίου του 1955 είχε πλέον επίσημα ξεκινήσει ο ένοπλος αγώνας για την ένωση.
Οι Άγγλοι είχαν στήσει αγχόνες στις φυλακές και όποιον συλλάμβαναν ως ύποπτο
και δεν αποκάλυπτε τους συναγωνιστές του, τον θανάτωναν με το μαρτύριο του
απαγχονισμού.
Έτσι στις 19
Αυγούστου το 1955, και ενώ βρίσκονταν στην κατασκήνωση του αγ. Νικολάου Στέγης,
ήρθαν και του ανακοίνωσαν επίσημα την απέλασή του από την Κύπρο, χωρίς καμιά
αιτιολογία. Ήταν απλώς «ανεπιθύμητο πρόσωπο».
Η απόφαση
αυτή δημιούργησε μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας στις πατριωτικές, χριστιανικές,
πολιτικές οργανώσεις και Κατηχητικά Σχολεία. Ήταν μια πραγματική «καταιγίδα»
από επιστολές και τηλεγραφήματα προς τους “ελεύθερους” και “Δημοκρατικούς”
Διεθνείς Οργανισμούς, Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, Κυβερνήσεων κ.α.
Η απέλασή του ήταν πλέον γεγονός. Δύο μέρες αργότερα στη Λεμεσό έγινε η
αποχαιρετιστήρια εκδήλωση. Μαζεύτηκαν χιλιάδες κόσμου από όλα τα μέρη της
Κύπρου να τον αποχαιρετήσουν και να πάρουν την ευχή του. Εδώ έκανε και την
τελευταία ομιλία. Οι στιγμές συγκινητικές. Με δάκρυα στα μάτια πεζη τον
συνόδευσαν μέχρι το λιμάνι για να πάρει το ατμόπλοιο «Αχιλλεύς» που θα τον
έφερνε στην Ελλάδα.
Σε λίγο ακολούθησαν και άλλες απελάσεις. Ακολούθησε η σύλληψη και εξορία
του Αρχιεπ. Μακαρίου, του Μητροπολίτου Κυρήνειας Κυπριανού, του π. Σταύρου
Παπαγαθαγγέλου. Σε περιορισμό έβαλαν τον Σαλαμίνος Γεννάδιον, τον Κιτίου Άνθιμο
και άλλους σημαίνοντας κληρικούς. Έτσι υπολόγιζαν οι αποικιοκράτες ότι θα
διαλύσουν τον επαναστατικό αγώνα των Κυπρίων που απέβλεπε στην ΕΝΩΣΗ με την
Μητέρα Ελλάδα. Σύνθημά τους ήταν: «Κτυπήστε την κεφαλή για να παραλύσει το
σώμα!».
ΣΥΝΕΧΕΙΑ
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΦΥΛΛΟ
Yποσημειώσεις
(1). Για την
προέλευση της ονομασίας του χωριού έχουν γραφεί πολλά και για το πώς προέκυψε
ψάρι σε βουνό. Η μία εκδοχή είναι ότι, προς δυσμάς του χωριού είναι το βουνό
Μπρέκος, που μοιάζει σαν ψάρι με κομμένο κεφάλι. Η άλλη, και πιο αληθοφανής,
στηρίζεται σε εγκωμιαστικό λόγο που έγραψε το 1558 μ.Χ. ο τότε δεινός Θεολόγος
Δαμασκηνός ο Στουδίτης για τον Νεομάρτυρα Αγ. Νικόλαο που κατάγονταν από το
Ψάρι και ο οποίος αναφέρει ότι, πολύ πριν γεννηθεί ο Άγιος (περίπου 1520), το
χωριό ονομαζόταν «ΙΧΘΥΣ» και στη συνέχεια παραφράστηκε από τους απλούς
ανθρώπους στην καθομιλουμένη ως «ΨΑΡΙ». Ίσως τελικά επικράτησε ο όρος ΙΧΘΥΣ
(ψάρι) για να διαφανεί ο χριστιανικός προσδιορισμός της εποχής που αποδόθηκε.
(2) Τον
βρίσκουμε άλλες δύο φορές στο στρατό. Τον Σεπτέμβριο 1945 έως Μάιο 1946 και από
τον Σεπτέμβριο του 1949 έως τέλους Δεκεμβρίου 1950.