Το Χρονικό μιας παρ’ ολίγον Εθνικής Τραγωδίας με την υπογραφή… Κοτζια
2018: Η χρονιά-σταθμός για το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα
Όταν το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας ανακάλυψε πρόσφατα το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, κανένας αρμόδιος ή μη του υπουργείου δεν μπορούσε να φανταστεί την πολυπλοκότητα του θέματος με πολλές νομικές και εθνικές προεκτάσεις. Ο φάκελος «Βορειοηπειρωτικό» παρέμεινε επί χρόνια ξεχασμένος στα υπόγεια του υπουργείου είτε από άγνοια είτε για ιδεολογικούς λόγους, και όσοι ελάχιστοι τολμούσαν να το αναφέρουν εισέπρατταν την απαξίωση και την περιφρόνηση των «αρμοδίων».
Της Αθηνάς Κρεμμύδα*
Χαρακτηριστικές και αντιπροσωπευτικές του τρόπου
αντιμετώπισης των εθνικών μας θεμάτων, είναι βεβαίως και οι επιπόλαιες και
ανεύθυνες δηλώσεις του πρώην υπουργού των εξωτερικών κ. Κοτζιά ο οποίος νόμιζε
ότι μετά το «Μακεδονικό» θα έλυνε και το «Αλβανικό» πριν το καλοκαίρι ώστε να
κάνει ξένοιαστες διακοπές.
Όλα ξεκίνησαν την άνοιξη του 2018 όταν παράλληλα με
τις διαπραγματεύσεις για την ονομασία των Σκοπίων, άρχισαν υπό άκρα μυστικότητα
και οι συζητήσεις με την Αλβανία. Όλοι ενθυμούμαστε ότι οι συναντήσεις μεταξύ
των ομολόγων ελάμβαναν χώρα σε διάφορα νησιά της Ελλάδας, κεκλεισμένων των
θυρών, χωρίς να υπάρχει καμία απολύτως ενημέρωση ή διαρροή για το περιεχόμενο
των συζητήσεων.
Την ίδια στιγμή τα αλβανικά ΜΜΕ από τη μία πανηγύριζαν
και από την άλλη ονειρεύονταν την Άρτα και τα Γιάννενα, κυριολεκτικά ή
μεταφορικά!
Σύμφωνα με την ελληνική πλευρά στα ανοιχτά θέματα
μεταξύ των δύο χωρών συγκαταλέγονται η οριοθέτηση της ΑΟΖ, η άρση του εμπολέμου
με ότι αυτό συνεπάγεται και ο σεβασμός των δικαιωμάτων της ελληνικής
μειονότητας χωρίς ιδιαίτερη έμφαση στο τελευταίο, αφού είχαν την λανθασμένη
αντίληψη ότι η είσοδος της Αλβανίας στην ΕΕ θα έλυνε τα πάντα ως δια μαγείας.
Οι ιδεοληψίες του υπουργείου εξωτερικών της Ελλάδας,
οι λανθασμένες αντιλήψεις και η αδιαφορία όχι μόνο διέλυσαν κυριολεκτικά τον
Ελληνισμό της περιοχής τα τελευταία χρόνια, αλλά επέτρεψαν και στην Αλβανία να
προβεί ανενόχλητη σε μία εθνοκάθαρση του πληθυσμού της περιοχής αλλάζοντας
άρδην τα ιστορικά και εθνολογικά στοιχεία που κατοχυρώνουν την ύπαρξη του
Ελληνισμού στη Βόρειο Ήπειρο. Το 2018 θα παιζόταν η τελευταία πράξη του
δράματος που θα σήμαινε και το τέλος του βορειοηπειρωτικού ζητήματος και για
της δύο χώρες. Ελάχιστοι άνθρωποι που γνωρίζουν το θέμα και είχαν πρόσβαση στο
υπουργείο υποστήριζαν ότι επρόκειτο για το απόλυτο ξεπούλημα ή προδοσία!
Το στίγμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και
Αλβανίας το έδωσε ο αρμόδιος επίτροπος για την διεύρυνση της ΕΕ όταν στις αρχές
Ιουλίου δήλωσε ότι «εάν υπάρξει συμφωνία Ελλάδας Αλβανίας, πρόκειται για
αναδιάρθρωση συνόρων και αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό και κρίσιμο για τους
πολίτες», ανασκευάζοντας και διευκρινίζοντας λίγες ώρες αργότερα ότι αναφερόταν
στα θαλάσσια σύνορα.
Η αινιγματική δήλωση του επιτρόπου Χάν, ο οποίος σαφώς
και δεν αναφερόταν στην οριοθέτηση της ΑΟΖ, όχι μόνο άφηνε περιθώρια για
διάφορες ερμηνείες αλλά ήταν και μια παραδοχή για την ύπαρξη σημαντικών
εκκρεμοτήτων μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας η οποίες παραμένουν από τη λήξη του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου και αποτελούν ισχυρό όπλο διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα η
οποία δυστυχώς δεν το εκμεταλλεύτηκε ποτέ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η
Αλβανία επιθυμεί διακαώς την άρση του εμπολέμου.
Ήταν πλέον φανερό ότι η ελληνική πλευρά, δια χειρός
Κοτζιά, ήταν έτοιμη να υπογράψει μία συνολική συμφωνία, «λύση πακέτο»,
κλείνοντας όλα τα ανοιχτά θέματα μεταξύ των δύο χωρών, χωρίς να εξασφαλίσει
τίποτα το ουσιαστικό για τον βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό.
Έτσι θα πετούσαμε στον κάλαθο των αχρήστων όλα εκείνα
τα διπλωματικά όπλα που διαθέταμε για την επίλυση του βορειοηπειρωτικού
ζητήματος όπως το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας, την «Σύμβαση Πλαίσιο για τα
Δικαιώματα των Μειονοτήτων» την οποία έχει υπογράψει και η Αλβανία, αλλά και το
γεγονός ότι το βορειοηπειρωτικό παραμένει ακόμα σε εκκρεμότητα μετά τη λήξη του
Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η προχειρότητα με την οποία χειριζόταν η ελληνική πλευρά
το «Αλβανικό» θέμα ήταν αντάξια των δηλώσεων του ιδίου του υπουργού των
εξωτερικών κ. Κοτζιά.
Κλείνοντας λοιπόν το «Αλβανικό» θέμα κατ’ αυτόν τον
τρόπο θα είχαμε απωλέσει και τον τελευταίο μοχλό πίεσης προς την Αλβανία να
σεβαστεί ότι έχει υπογράψει από το 1914 έως σήμερα για το σεβασμό των
δικαιωμάτων της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας.
Τα σχέδια όμως ανατράπηκαν. Το αρνητικό κλίμα που
επικράτησε μετά την συμφωνία των Πρεσπών, η παραίτηση του υπουργού εξωτερικών
αλλά και οι πιέσεις που δέχτηκε το Υπουργείο από ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ
καλά το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, πάγωσαν τις διαπραγματεύσεις κυριολεκτικά στο
πάρα πέντε.
Την ίδια στιγμή το θράσος των Αλβανών ξεπερνούσε κάθε
όριο. Έχοντας την υποστήριξη της Δύσης στο θέμα του Κοσσόβου αλλά και την
καθοδήγηση της Τουρκίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ ενίσχυσε ακόμα περισσότερο
την ρητορική ανιστόρητων διεκδικήσεων και ανθελληνικής προπαγάνδας. Ταυτόχρονα
συνέχισε την πολιτική συρρίκνωσης απομόνωσης και τρομοκρατίας του
βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού με αποκορύφωμα την εκτέλεση του Κωνσταντίνου
Κατσίφα ανήμερα της εθνικής επετείου του ΟΧΙ και 78 χρόνια μετά και την τρίτη
απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου από τον Ελληνικό Στρατό.
Το 2018 ο πανταχού γης Ελληνισμός συγκινήθηκε από τη
θυσία του εθνομάρτυρα Κατσίφα και ενημερώθηκε επίσης για ένα κομμάτι της
ιστορίας του που τόσα χρόνια αγνοούσε. Το αίμα του Κωνσταντίνου επισφράγισε τα
δίκαια και διαχρονικά αιτήματα του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου και εξέθεσε
ανεπανόρθωτα την Αλβανία στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Εκτεθειμένες,
βεβαίως, είναι και όλες οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες που χειρίστηκαν
λανθασμένα το βορειοηπειρωτικό ζήτημα τα τελευταία χρόνια.
Το ηθικόν δίδαγμα της χρονιάς που φεύγει δεν είναι
άλλο παρά μόνο η αναγκαιότητα ύπαρξης σταθερής Εθνικής Πολιτικής έναντι των
προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει ο Ελληνισμός. Οι συγκυρίες στην διεθνή
πολιτική σκηνή αλλάζουν και μας καλούν όλους να είμαστε πρωταγωνιστές στις
εξελίξεις που έρχονται, απαγκιστρωμένοι πια από το δόγμα «δεν διεκδικούμε
τίποτα».
* Γ.Γ. της Κίνησης για την Αναγέννηση
της Βορείου Ηπείρου – Κ.Α.Β.Η. Πηγή: Χιμάρα