ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ[:Ματθ. 1,1-25]
«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ Ἀβραάμ»[Ματθ.1,1]
από τον άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τον Χρυσόστομο
[ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ]
Aς εγερθούμε και ας μην κοιμόμαστε πλέον, διότι βλέπω τις πύλες να ανοίγονται για χάρη μας. Όμως ας εισέλθουμε με μεγάλη τάξη και φόβο, αμέσως μόλις πατήσουμε τα πρόθυρα της πόλεως. Ποια είναι αυτά τα πρόθυρα; «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ Ἀβραάμ(:κατάλογος γενεαλογικός του Ιησού Χριστού, του υιού του Δαυίδ, του υιού του Αβραάμ)»[Ματθ.1,1].
Τι λέγεις, λοιπόν, Ματθαίε; Μας υποσχέθηκες ότι θα μας ομιλήσεις για τον μονογενή Υιό του Θεού και εσύ μας μνημονεύεις τον Δαβίδ, έναν άνθρωπο που γεννήθηκε ύστερα από αναρίθμητες γενεές και υποστηρίζεις ότι αυτός είναι και πατέρας και πρόγονος του Ιησού; Περίμενε, αγαπητέ αδελφέ, και μη ζητείς να τα μάθεις όλα μεμιάς αλλά σιγά και κατ’ ολίγον. Στα πρόθυρα στέκεσαι ακόμη, στα προπύλαια. Γιατί λοιπόν βιάζεσαι να εισέλθεις στα άδυτα; Ακόμη δεν παρατήρησες καλά όλα τα εξωτερικά πράγματα. Διότι δεν σου διηγούμαι ακόμη εκείνη την προαιώνια γέννηση —αλλά ούτε και αυτήν που επακολούθησε— διότι είναι ανέκφραστη και απόρρητη. Άλλωστε πριν από εμένα, σου το είπε αυτό και ο Ησαΐας, ο οποίος προφητεύοντας το Πάθος και το μεγάλο ενδιαφέρον Του για ολόκληρη την ανθρωπότητα, γεμάτος κατάπληξη για το ποιος ήταν ο Ιησούς, τι έγινε και πού κατέβηκε, αναφώνησε με δυνατή και ισχυρή φωνή, λέγοντας τα εξής: «τήν γενεάν αὐτοῦ τίς διηγήσεται;(:ποιος δύναται να εκθέσει με λεπτομέρειες την καταγωγή Του;)» [Ησ.53,8].
Ώστε τώρα δεν κάνω λόγο για εκείνη την ουράνια γέννηση, αλλά για την κάτω, αυτήν που συνέβη στη γη και συνοδεύτηκε από πολλούς μάρτυρες. Μα και τα αναφερόμενα σε αυτήν γεγονότα έτσι θα σας τα διηγηθώ, όπως δηλαδή, είναι δυνατό να ομιλήσω περί αυτών με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πραγματικά ούτε την επίγεια Γέννηση του Ιησού είναι δυνατόν να παρουσιάσει κανείς με σαφήνεια, εφόσον και αυτή προκαλεί μεγάλη φρίκη. Λοιπόν,να μη νομίσεις ότι ακούς ασήμαντα πράγματα, όταν ακούς να γίνεται λόγος για τη Γέννηση αυτήν. Αντίθετα, να έχεις το μυαλό σου σε ετοιμότητα και να αισθανθείς αμέσως φρίκη, όταν ακούσεις ότι ο Θεός ήλθε στη γη. Διότι το γεγονός αυτό ήταν τόσο απροσδόκητο, ώστε και οι άγγελοι έστησαν χορό γι’ αυτό και έψαλαν το καλό που απέρρευσε απ΄αυτό για την οικουμένη. Επίσης, και οι προφήτες παλαιότερα δοκίμασαν κατάπληξη, διότι ο ίδιος ο Θεός «Ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη, καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη»(:εμφανίστηκε στη γη και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους)» [Βαρούχ,3,8].
Πραγματικά, ήταν πολύ παράδοξο να πληροφορηθείς ότι ο Θεός ο απόρρητος, ο ανέκφραστος, ο απερινόητος και ίσος με τον Πατέρα, διήλθε από τη μήτρα της Παρθένου, καταδέχτηκε να γεννηθεί από γυναίκα και να έχει προγόνους τον Δαβίδ και τον Αβραάμ και το ακόμα φρικτότερο, τις γυναίκες εκείνες ήταν τόσο αμαρτωλές. Άκουσέ τα αυτά και σήκω χωρίς καμία ταπεινή υποψία, αλλά γι’ αυτό ακριβώς να αισθανθείς θαυμασμό, ότι δηλαδή ενώ είναι Υιός του ανάρχου Θεού, και μάλιστα γνήσιος Υιός, εντούτοις ανέχθηκε να ακούσει ότι είναι υιός και του Δαβίδ, για να σου δώσει τη δυνατότητα να γίνεις υιός του Θεού. Ανέχθηκε να γίνει πατέρας Του ένας δούλος(:ο Δαβίδ),για να σου δώσει ως πατέρα τον Κύριο, μολονότι είσαι δούλος.
Είδες ποια είναι αμέσως από τα προοίμια η καλή αγγελία; Αν αμφιβάλλεις για ό,τι σε αφορά, πίστεψέ το από ό,τι αφορά Εκείνον. Διότι είναι βέβαια πολύ δυσκολότερο για τον ανθρώπινο λογισμό να γίνει ο Θεός άνθρωπος, παρά να υπάρξει ο άνθρωπος υιός του Θεού. Όταν ακούσεις λοιπόν ότι ο Υιός του Θεού είναι υιός του Δαβίδ και του Αβραάμ, να μην αμφιβάλεις τότε, ότι και εσύ, ο υιός του Αδάμ, θα γίνεις υιός του Θεού· διότι δεν ταπείνωσε βέβαια τόσο πολύ τον εαυτό του άδικα και παράλογα, αν δεν σκόπευε να μας ανυψώσει. Γεννήθηκε κατά σάρκα, για να γεννηθείς εσύ πνευματικά· γεννήθηκε από γυναίκα, για να πάψεις εσύ να είσαι υιός γυναίκας.
Για τον λόγο αυτόν η γέννηση έγινε δύο ειδών· όμοια με τη δική μας, αλλά και υπερβαίνουσα τη δική μας. Το να γεννηθούμε όμως όχι από αίμα, μήτε από θέλημα σαρκός και ανδρός αλλά από Πνεύμα άγιο, προμήνυε τη μελλοντική γέννησή μας που μας υπερβαίνει και που σκόπευε να μας χαρίσει μέσω του Πνεύματος. Το ίδιο νόημα είχαν και όλα τα άλλα. Τέτοιο ήταν το βάπτισμα· είχε κάτι από το παλαιό και κάτι από το νέο. Το παλαιό το φανέρωνε το ότι βαπτίστηκε από τον προφήτη, η κάθοδος του Πνεύματος υπογράμμισε το νέο. Και όπως κάποιος που στέκεται στο μεταίχμιο δύο πραγμάτων που απέχουν το ένα από το άλλο, τα ενώνει, αν απλώσει τις χείρες του από το ένα και το άλλο μέρος, έτσι έκανε και αυτός· ένωσε την παλαιά με τη νέα, τη θεία με την ανθρώπινη, τα δικά Του με τα δικά μας.
Είδες την αστραπή της πόλεως, με πόση φεγγοβολή σε περιέλαμψε από την αρχή; Πώς σου έδειξε αμέσως τον βασιλιά στη δική σου μορφή, σαν να είστε σε στρατόπεδο; Διότι εκεί ο βασιλέας δεν επιδεικνύει φανερά πάντοτε το αξίωμά του, αλλά αφήνει την πορφύρα και το στέμμα, και ενδύεται συχνά τη στολή του στρατιώτη. Και εκεί μεν για να μην αναγνωριστεί και προσελκύσει προς τον εαυτό του τους εχθρούς, ενώ εδώ το αντίθετο, για να μην αναγνωριστεί και κάνει τον εχθρό να αποφύγει τη συμπλοκή μαζί του και προκαλέσει την ταραχή όλων των δικών του· διότι αποβλέπει στη σωτηρία και όχι στον τρόμο.
Για τούτο και έδωσε στον εαυτό Του το όνομα Ιησούς. Το όνομα Ιησούς δεν είναι βέβαια ελληνικό. Υπάρχει στην εβραϊκή γλώσσα και στην ελληνική εξηγείται Σωτήρας. Και Σωτήρας ονομάζεται από το ότι έσωσε τον λαό Του.
Είδες πώς έδωσε φτερά στον ακροατή; Ενώ μίλησε για τα συνηθισμένα, με αυτά φανέρωσε συνάμα σε όλους εμάς τα πέρα από προσδοκία. Και τα δύο αυτά ονόματα είχαν μεγάλη διάδοση μεταξύ των Ιουδαίων. Επειδή τα μέλλοντα να συμβούν ήσαν παράδοξα, προέτρεξαν οι τύποι των ονομάτων, ώστε από τον ουρανό να διαλυθεί κάθε θόρυβος για μια καινοτομία.
Ως γνωστόν Ιησούς λέγεται εκείνος που διαδέχτηκε τον Μωυσή και εισήγαγε τον λαό στη γη της Επαγγελίας[Στους Αριθμούς, τέταρτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης(13,17),μαθαίνουμε ότι ο Ιησούς του Ναυή ονομαζόταν προηγουμένως Αυσή. Σε Ιησού τον μετονόμασε ο Μωυσής μετά την αποστολή του μαζί με άλλους ένδεκα εκπροσώπους των φυλών προς κατασκόπευση της γης Χαναάν]. Είδες τον τύπο; Πρόσεξε την αλήθεια. Εκείνος[:ο Ιησούς του Ναυή] τον έφερε στη γη της επαγγελίας, Αυτός[:ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός] στον ουρανό και στα ουράνια αγαθά. Εκείνος μετά τον θάνατο του Μωυσή, Αυτός μετά την παύση της ισχύος του νόμου. Εκείνος ως ηγέτης του λαού, Αυτός ως βασιλέας. Και για να μην ακούσεις Ιησούς και εξαιτίας της ομωνυμίας παραπλανηθείς, πρόσθεσε: «Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ». Ο Ιησούς του Ναυή δεν προερχόταν από τη γενεά του Δαβίδ, αλλά από άλλη φυλή.
Και για ποιο λόγο ονομάζει ο ευαγγελιστής το Ευαγγέλιό του «Βίβλον γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ (: κατάλογο γενεαλογικό του Ιησού Χριστού)», μολονότι δεν περιλαμβάνει μόνο τη γέννηση, αλλά ολόκληρη τη θεία οικονομία; Απλούστατα, διότι ολόκληρου του μυστηρίου της θείας οικονομίας αυτό είναι το κεφάλαιο, καθώς και η αρχή και ρίζα όλων των αγαθών, τα οποία προέκυψαν για εμάς. Δηλαδή όπως ακριβώς ο Μωυσής ονομάζει τη συγγραφή του «Βίβλον γενέσεως οὐρανοῦ καὶ γῆς (:Βιβλίο της δημιουργίας του ουρανού και της γης)»,έστω κι αν δεν κάνει λόγο μόνο για τον ουρανό και τη γη, αλλά και για όλα όσα βρίσκονται μεταξύ αυτών, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Ευαγγελιστής έδωσε ονομασία στο βιβλίο του από το βασικότερο σημείο των αγαθών. Πραγματικά, το γεγονός το οποίο προκαλεί μεγαλύτερη κατάπληξη και υπερβαίνει κάθε ελπίδα και προσδοκία είναι το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Αφού συνέβη αυτό, όλα τα άλλα γεγονότα γενικώς ακολουθούν κατά λογική σειρά και τάξη.
Και γιατί δεν είπε πρώτα «υἱοῦ Ἀβραάμ» και έπειτα να προσθέσει «υἱοῦ Δαυΐδ»; Όχι βέβαια, όπως νομίζουν μερικοί, διότι ήθελε να παρουσιάσει την γενεαλογία εκ των κάτω προς τα άνω, διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να εργαστεί όπως ο ευαγγελιστής Λουκάς, που αρχίζει από τον Ιωσήφ και φθάνει μέχρι τον Αδάμ· τώρα όμως κάνει ακριβώς το αντίθετο. Για ποιο λόγο λοιπόν ανέφερε πρώτα τον Δαβίδ; Επειδή όλοι οι Ιουδαίοι ανέφεραν και θυμούνταν τον Δαβίδ διαρκώς και λόγω της δόξας του και λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος που είχε μεσολαβήσει από τον θάνατό του, διότι δεν είχε βέβαια πεθάνει προ τόσων πολλών ετών, όσο ο Αβραάμ. Εξάλλου είναι γεγονός ότι ο Θεός είχε δώσει υποσχέσεις και στους δύο, αλλά η υπόσχεση προς τον Αβραάμ, ως πολύ παλαιά λησμονούνταν, ενώ η άλλη ως πολύ πρόσφατη και νεότερη, διαδιδόταν από όλους. Οι ίδιοι εξάλλου οι Ιουδαίοι λέγουν:« Οὐκ ἐκ τοῦ σπέρματος ∆αυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν ∆αυῒδ, ἔρχεται ὁ Χριστός.;(:Δεν είπε η Γραφή ότι ο Χριστός κατάγεται από το γένος του Δαβίδ και έρχεται από το χωριό Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και έζησε ο Δαβίδ;)» [Ιω. 7, 42]. Εντούτοις κανείς δεν Τον ονομάζει «Υἱόν Ἀβραὰμ» αλλά όλοι «Υἱόν ∆αυίδ», διότι όπως είπα προηγουμένως ο Δαβίδ διατηρείτο καλύτερα στη μνήμη όλων και εξαιτίας του λίγου σχετικά χρόνου από τον θάνατό του και εξαιτίας της ενδόξου βασιλείας του.
Για τον λόγο αυτόν ακριβώς και όσους τιμούσαν ως βασιλείς έπειτα από αυτόν έδιναν σε αυτούς το όνομά του και αυτοί και ο Θεός. Και ο Ιεζεκιήλ, ως γνωστό, αλλά και άλλοι προφήτες έλεγαν ότι θα έλθει και θα αναστηθεί προς χάριν του Δαβίδ. Δεν εννοούσαν εκείνον που είχε πεθάνει, αλλά τους ζηλωτές της αρετής εκείνου. Αλλά και ο Θεός λέγει στον Εζεκία: «καὶ ὑπερασπιῶ ὑπὲρ τῆς πόλεως ταύτης δι᾿ ἐμὲ καὶ διὰ Δαυὶδ τὸν δοῦλόν μου(:Εγώ θα υπερασπίσω την πόλη αυτήν για εμένα και προς χάριν του δούλου μου Δαβίδ)»[Δ΄Βασ.19,34]· έλεγε και στον Σολομώντα επίσης ότι «καὶ οὐ μὴ λάβω τὴν βασιλείαν ὅλην ἐκ χειρὸς αὐτοῦ, διότι ἀντιτασσόμενος ἀντιτάξομαι αὐτῷ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ, διὰ τὸν Δαυὶδ τὸν δοῦλόν μου, ὃν ἐξελεξάμην αὐτόν(:Δεν θα αφαιρέσω όλο το βασίλειό του από τα χέρια του, αλλά θα αντιταχθώ υπέρ αυτού και θα διατηρήσω αυτόν στη βασιλεία του, για όσο χρόνο ζει. Τούτο δε προς χάριν του δούλου μου Δαυίδ, τον οποίο εγώ εξέλεξα ως βασιλέα)»[Γ΄Βασ.11,34]. Είχε μεγάλη δόξα ο Δαβίδ και πλησίον του Θεού και μεταξύ των ανθρώπων. Για τον λόγο αυτόν αρχίζει αμέσως από τον πιο γνωστό και ανατρέχει στον πατέρα· θεώρησε περιττό να αναφερθεί σε πιο μακρινό χρόνο απευθυνόμενος προς Ιουδαίους. Αυτοί οι δύο θαυμάζονταν περισσότερο ο ένας ο προφήτης και βασιλέας(:ο Δαβίδ), ο άλλος ως πατριάρχης και προφήτης(:ο Αβραάμ).
Ίσως κάποιος να ρωτήσει: «Πώς αποδεικνύεται όμως ότι ο Ιησούς κατάγεται από τον Δαβίδ; Διότι εάν γεννήθηκε μόνο από γυναίκα, χωρίς τη συνεργασία ανδρός, πώς θα βεβαιωθούμε ότι είναι απόγονος του Δαβίδ, αφού η Παρθένος δεν έχει θέση στη γενεαλογία;».
Στο σημείο αυτό τίθενται δύο ζητούμενα· για ποιο λόγο η Παρθένος δεν γενεαλογείται και γιατί μνημονεύεται από τους Ευαγγελιστές ο Ιωσήφ, ο οποίος κανένα ρόλο δεν παίζει στη Γέννηση. Το δεύτερο εκ πρώτης όψεως φαίνεται περιττό, ενώ τα πρώτο φαίνεται σαν έλλειψη. Ποιο πρόβλημα λοιπόν είναι ανάγκη να ερευνήσουμε πρώτα; Το πώς αποδεικνύεται ότι η Παρθένος κατάγεται από τον Δαβίδ. Και πώς θα μάθουμε ότι είναι απόγονος του Δαβίδ; Άκουσε λοιπόν ποια εντολή δίνει ο Θεός στον Γαβριήλ, να μεταβεί «πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρὶ, ᾧ ὄνομα Ἰωσὴφ, ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς ∆αυῒδ καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ (: σε μία παρθένα κόρη που ήταν αρραβωνιασμένη με έναν άντρα που λεγόταν Ιωσήφ. Η παρθένος αυτή κόρη καταγόταν από τη γενιά του Δαβίδ, και το όνομά της ήταν Μαριάμ)»[Λουκ. 1, 27]. Ποια σαφέστερη απόδειξη ζητείς από αυτήν, όταν ακούς ότι η Παρθένος κατάγεται από το γένος και την οικογένεια του Δαβίδ;
Συνεπώς από αυτό γίνεται φανερό ότι και ο Ιωσήφ είχε την ίδια καταγωγή, διότι, ως γνωστόν, υπήρχε νόμος ο οποίος δεν επέτρεπε να λαμβάνει κανείς σύζυγο από άλλη φυλή, παρά μόνο από τη δικιά του. Αλλά και ο πατριάρχης Ιακώβ προέλεγε ότι ο Ιησούς θα κατάγεται από τη φυλή του Ιούδα με τα εξής λόγια: «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα, οὐδὲ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ,ἕως ἂν ἔλθῃ ᾧ ἀπόκειται· καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν (: Δεν θα εκλείψει άρχοντας από τη φυλή του Ιούδα και αρχηγός από τη γενιά του, μέχρις ότου έλθει Εκείνος, στα χέρια του Οποίου απόκεινται οι εξουσίες· και Αυτός θα είναι η ελπίδα και η προσμονή των λαών, ο Μεσσίας) »[Γέν. 49, 10].
Η προφητεία αυτή βέβαια φανερώνει ότι κατάγεται από τη φυλή του Ιούδα, αλλά δεν αποδεικνύει ακόμη ότι ανήκει στο γένος του Δαβίδ. Μα μήπως στη φυλή του Ιούδα υπήρχε ένα μόνο γένος, δηλαδή το γένος του Δαβίδ; Όχι βέβαια. Αντίθετα υπήρχαν και πολλά άλλα γένη. Και συνέβαινε κάποιος να κατάγεται μεν από την φυλή του Ιούδα, χωρίς όμως να ανήκει στο γένος του Δαβίδ. Αλλά για να μην υποστηρίζεις αυτό το πράγμα, σου αφαίρεσε αυτήν την υποψία ο Ευαγγελιστής, όταν είπε ότι κατάγεται από το γένος και την οικογένεια του Δαβίδ.
Αν όμως θέλεις να πεισθείς περί αυτού με διαφορετικό συλλογισμό, δε θα δυσκολευτώ να σου παρουσιάσω και άλλη μία απόδειξη. Λοιπόν, δεν απαγορευόταν μόνο να λάβουν σύζυγο από άλλη φυλή, αλλά και από άλλη οικογένεια, μη συγγενική δηλαδή. Συνεπώς εάν τη φράση «από το γένος και την οικογένεια του Δαβίδ» την αποδώσουμε στην Παρθένο, ευσταθεί η έκφραση, εάν όμως την αποδώσουμε στον Ιωσήφ, πάλι το ίδιο επιτυγχάνουμε. Πραγματικά, εάν ο Ιωσήφ καταγόταν από το γένος και την οικογένεια του Δαβίδ, δεν θα μπορούσε να λάβει σύζυγο από άλλο γένος, παρά μόνο από εκείνο που και ο ίδιος καταγόταν.
Ναι, αλλά αν δεν συμμορφώθηκε στο νόμο αυτό; Μα γι’ αυτό ακριβώς πρόφτασε και διαβεβαίωσε ο ευαγγελιστής ότι ο Ιωσήφ ήταν δίκαιος[πρβλ. Ματθ.1,19:«Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν(:και ο Ιωσήφ ο αρραβωνιαστικός της, όταν αντιλήφτηκε την εγκυμοσύνη, επειδή ήταν ενάρετος και αγαθός και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει για δημόσιο παραδειγματισμό, σκέφτηκε να της δώσει μυστικά διαζύγιο)»], ώστε να μην υποστηρίζεις την άποψη αυτή, αλλά, αφού πληροφορηθείς την αρετή του, να καταλάβεις και αυτό, ότι δηλαδή, δεν ήταν δυνατόν να παραβεί τον νόμο· διότι πώς μπορούσε να γίνει παραβάτης του νόμου χάριν της ηδονής, αυτός, που διακρινόταν για τη μεγάλη του φιλανθρωπία και ήταν απαλλαγμένος από κάθε πάθος, τη στιγμή που δε θέλησε να τιμωρήσει την παρθένο, μολονότι η υποψία τον προωθούσε σε αυτό; Επίσης, αυτός που σκέφθηκε ανώτερα από τον νόμο (διότι το να την αφήσει ελεύθερη, και μάλιστα να την απελευθερώσει κρυφά, είναι γνώρισμα ανθρώπου σκεπτόμενου ανώτερα από τον νόμο), πώς ήταν δυνατόν να διαπράξει κάτι παράνομο, όταν μάλιστα, δεν τον υποχρέωνε καμία αιτία;
Επομένως το ότι η Παρθένος καταγόταν από το γένος του Δαβίδ αποδεικνύεται ολοφάνερα από τα παραπάνω. Είναι, όμως, ανάγκη να πούμε στη συνέχεια για ποιο λόγο δεν παρέθεσε την γενεαλογία της Παρθένου, αλλά γενεαλόγησε τον Ιωσήφ μόνο. Για ποιο λόγο, λοιπόν; Διότι δεν υπήρχε νόμος στους Ιουδαίους να γενεαλογούνται οι γυναίκες. Για να συμμορφωθεί όμως προς τη συνήθεια και να μη δώσει την εντύπωση ότι από το προοίμιο ακόμη την παραβαίνει, γι’ αυτό και αποσιώπησε τους προγόνους της και έδωσε την γενεαλογία του Ιωσήφ. Αν όμως έκανε αυτό για την Παρθένο, θα έδινε την εντύπωση ότι καινοτομεί. Εάν πάλι αγνοούσε εντελώς τον Ιωσήφ, δε θα ήμασταν σε θέση να πληροφορηθούμε τους προγόνους της. Συνεπώς με σκοπό να μάθουμε ποια ήταν η Μαρία και από ποιους καταγόταν, αλλά συγχρόνως να μείνει αμετακίνητη και η επιταγή του νόμου, γενεαλόγησε τον μνηστήρα και μας απέδειξε ότι κατάγεται από το γένος του Δαβίδ. Αφού όμως αποδείχθηκε αυτό, αποδείχθηκε συγχρόνως και εκείνο, ότι δηλαδή και η Παρθένος καταγόταν από το ίδιο γένος, καθόσον, όπως παραπάνω ανέφερα, ο δίκαιος Ιωσήφ δε θα δεχόταν να λάβει σύζυγο από διαφορετική οικογένεια.
Είναι δυνατόν να αναφέρουμε και άλλο λόγο περισσότερο μυστικό, για τον οποίο αποσιωπήθηκαν οι πρόγονοι της παρθένου. Την αιτία αυτήν δεν είναι ώρα να την αποκαλύψουμε, επειδή είναι πολλά όσα έχουν ειπωθεί. Για τον λόγο αυτόν, ας σταματήσουμε εδώ τον λόγο για τα ζητήματα αυτά και ας κρατήσουμε στο εξής με ακρίβεια όσα αποκαλύψαμε σε σας. Το γιατί π.χ. μνημόνευσε τον Δαβίδ πρώτα, γιατί αποκάλεσε το σύγγραμμά του «Βίβλον γενέσεως», γιατί είπε «τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ », πώς η γέννηση είναι και δεν είναι κοινή, από πού φάνηκε ότι η Μαρία προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και για ποιο λόγο περιλήφθηκε στη γενεαλόγηση του Ιωσήφ, ενώ αποσιωπήθηκαν οι δικοί της οι πρόγονοι.
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως – Υπομνηματισμός των εδαφίων 1-16 του πρώτου κεφαλαίου του «κατά Ματθαίον» Eυαγγελίου από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (Ματθ.α΄1-25)
Υπομνηματισμός των εδαφίων 1-16 του πρώτου κεφαλαίου
του «κατά Ματθαίον» Ευαγγελίου
από τον άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τον Χρυσόστομο
[ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ]
Βρισκόμαστε στην τρίτη ομιλία της σειράς αυτής και δεν κατορθώσαμε ακόμη να ολοκληρώσουμε την εξέταση του προοιμίου. Δεν έκανα επομένως λάθος, όταν έλεγα ότι το περιεχόμενό του είναι από τη φύση του πολύ βαθύ. Εμπρός λοιπόν, ας ασχοληθούμε σήμερα με τα αμέσως επόμενα.
Τι είναι λοιπόν εκείνο, που θα εξετάσουμε τώρα; Το εξής: για ποιο λόγο περιλαμβάνεται στο γενεαλογικό δένδρο του Χριστού ο Ιωσήφ, αφού δεν συνέβαλε καθόλου στην γέννηση. Σε προηγούμενη ομιλία ανέφερα ήδη μια αιτία. Είναι όμως απαραίτητο να σας εκθέσω και την άλλη, η οποία είναι περισσότερο μυστική και απόρρητη από την προηγούμενη. Ποια είναι αυτή; Το ότι ο ευαγγελιστής δεν ήθελε να αποκαλύψει στους Ιουδαίους, τη στιγμή ακριβώς που η Εκκλησία βρισκόταν στην αρχή της ιδρύσεώς της, ότι ο Χριστός γεννήθηκε εκ Παρθένου. Μην ταράσσεστε, όμως, για το παράδοξο αυτού που λέγεται· διότι δεν είναι δική μου γνώμη, αλλά των αποστολικών Πατέρων μας, οι οποίοι υπήρξαν θαυμαστοί και περίφημοι άνδρες[Αποστολικοί Πατέρες ονομάζονται ιστορικά και γραμματολογικά οι εκκλησιαστικοί εκείνοι συγγραφείς του 2ου αι. π.Χ. Βαρνάβας, Κλήμης ο Ρώμης, Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Πολύκαρπος Σμύρνης, ο Ερμάς και ο Παπίας. Έζησαν και έδρασαν ευθύς μετά τους Αποστόλους, δηλαδή κατά τα τέλη του πρώτου αιώνα και το πρώτο μισό του δευτέρου].
Πραγματικά, εάν πολλά γεγονότα ο ίδιος ο Ιησούς τα παρουσίασε συνεσκιασμένα από την αρχή, όπως όταν ονόμαζε τον εαυτό Του « Υιό του ανθρώπου», και δεν μας φανέρωσε καθαρά σε κάθε περίπτωση την ισότητά Του προς τον Πατέρα, γιατί παραξενεύεσαι, εάν και τότε το απέκρυψε αυτό, οικονομώντας κάποιο θαυμαστό και μέγα γεγονός; «Και ποιο ήταν άξιο θαυμασμού;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος ίσως. Το να διασωθεί η Παρθένος και να απαλλαγεί από την πονηρή υποψία.
Διότι, εάν αποκαλυπτόταν αυτό από την αρχή στους Ιουδαίους, ασφαλώς θα θανάτωναν με λιθοβολισμό την Παρθένο, κακοποιώντας την εξαιτίας της αποκαλύψεως αυτής, και θα την καταδίκαζαν για μοιχεία. Εάν για άλλες πράξεις του Κυρίου, για τις οποίες πολλές φορές είχαν αντίστοιχα παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη, συμπεριφέρονταν φανερά με αναίδεια( έτσι π.χ. επειδή εξεδίωκε τους δαίμονες Τον ονόμαζαν δαιμονισμένο και επειδή θεράπευε κατά την ημέρα του Σαββάτου, Τον θεωρούσαν εχθρό του Θεού, μολονότι βέβαια πολλές φορές στο παρελθόν είχε καταλυθεί η αργία του Σαββάτου) σκέψου τι υπάρχει, το οποίο δεν θα το υποστήριζαν, εάν και αυτό αποκαλυπτόταν;
Είχαν βέβαια ως συμπαραστάτη στους ισχυρισμούς τους ολόκληρο το παρελθόν, κατά τη διάρκεια του οποίου δεν είχε παρουσιαστεί παρόμοιο γεγονός πριν από αυτό. Αφού, λοιπόν, ύστερα ακόμη κι από τόσα πολλά θαύματα θεωρούσαν τον Ιησού ως υιό του Ιωσήφ, πώς ήταν δυνατόν να πιστεύουν πριν καν δουν θαύματα ότι γεννήθηκε από Παρθένο; Για τον λόγο αυτό και γενεαλογείται ο Ιωσήφ και μνηστεύεται την Παρθένο. Όταν όμως ακόμη και ο ίδιος ο Ιωσήφ, ο οποίος ήταν δίκαιος και αξιοθαύμαστος άνθρωπος, χρειάστηκε πολλές αποδείξεις, δηλαδή και την εμφάνιση του αγγέλου και την αποκάλυψη μέσω των ονείρων, καθώς και τη μαρτυρία των προφητών για να παραδεχθεί το συμβάν, πώς ήταν δυνατόν να παραδεχθούν την ιδέα αυτή οι Ιουδαίοι, οι οποίοι ήσαν πονηροί και διεφθαρμένοι και διέκειντο τόσο εχθρικά απέναντι στον Ιησού; Οπωσδήποτε θα τους έφερνε μεγάλη σύγχυση το παράδοξο και πρωτοφανές αυτό γεγονός και ακόμη το ότι δεν είχαν, έστω και μία προφορική μαρτυρία από τους προγόνους τους ότι συνέβη κάτι παρόμοιο στην εποχή τους.
Εκείνος, όμως, ο οποίος μια φορά θα πίστευε ότι ο Ιησούς είναι Υιός του Θεού, δεν θα διατύπωνε πλέον αμφιβολίες για τον τρόπο της γεννήσεως. Όποιος όμως θεωρεί Αυτόν πλάνο και ασεβή, πώς είναι δυνατόν να μη σκανδαλισθεί περισσότερο από τη γέννηση και να μην οδηγηθεί προς εκείνη την υποψία; Επομένως γι’ αυτό και οι απόστολοι δεν διακηρύσσουν αμέσως το γεγονός αυτό της εκ Παρθένου γεννήσεως του Κυρίου από την αρχή· μιλούν ωστόσο κυρίως συνεχώς και αναφέρουν πολλά για την ανάσταση, επειδή υπήρχαν πολλά παραδείγματα γι’ αυτήν από το παρελθόν, μολονότι, βέβαια, δεν ήσαν απολύτως όμοια με αυτή. Το ότι όμως γεννήθηκε από Παρθένο δεν το αναφέρουν συνεχώς.
Μα ούτε και η ίδια η Μητέρα τόλμησε να δώσει δημοσιότητα σε αυτό το γεγονός. Κοίταξε, λοιπόν, τι λέγει η Παρθένος και προς τον ίδιο τον Ιησού· «Ἰδοὺ ἐγὼ καὶ ὁ πατήρ σου ἐζητοῦμέν σε(:Ο πατέρας σου και εγώ σε ζητούσαμε με μεγάλη ανησυχία)»[Λουκ. 2,48]. Συνεπώς εάν δε γινόταν πιστευτό αυτό, δεν θα γινόταν βέβαια πιστευτό και ότι είναι απόγονος του Δαβίδ. Εάν πάλι, δεν γινόταν πιστευτό αυτό, θα προέκυπταν στη συνέχεια και πολλά άλλα κακά[όπως π.χ. εκείνο το οποίο αναφέρει ο Ευαγγελιστής: «ἄλλοι ἔλεγον· οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται;(:Άλλοι έλεγαν: “Αυτός είναι ο Μεσσίας Χριστός”. Άλλοι έλεγαν: ‘’Δεν είναι δυνατόν να είναι ο Μεσσίας· διότι μήπως ο Μεσσίας είναι να έρθει από τη Γαλιλαία; Δεν είπε η Αγία Γραφή ότι ο Μεσσίας Χριστός θα προέρχεται από το γένος του Δαβίδ και από το χωριό της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δαβίδ;’’)»[Ιω.7,42]]. Για τον ίδιο λόγο, ούτε και οι άγγελοι ανακοινώνουν σε όλους αυτό, παρά μόνο στη Μαρία και τον Ιωσήφ το αποκαλύπτουν, ενώ, όταν γνωστοποιούσαν τη Γέννηση στους ποιμένες, δεν πρόσθεσαν και το χαρακτηριστικό της αυτό.
Αλλά για ποια αιτία, ενώ όταν μνημόνευσε τον Αβραάμ και ανέφερε ότι απέκτησε ως γιο του τον Ισαάκ και ότι ο Ισαάκ στη συνέχεια απέκτησε τον Ιακώβ, δεν ανέφερε και τους αδελφούς του[:αδερφοί του Αβραάμ ήταν ο Ναχώρ και ο Ααρών,ενώ του Ιακώβ αυτός που παρακάτω αναφέρεται, ο Ησαύ], ενώ όταν έφθασε στον Ιακώβ, μνημόνευσε και τον Ιούδα και τους αδελφούς του; Μερικοί, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι αποσιώπησε τον Ησαύ εξαιτίας του κακού του χαρακτήρα και των προηγούμενων πονηρών ενεργειών του. Εγώ, όμως, δεν θα δεχθώ την άποψη αυτή· διότι εάν συνέβαινε αυτό, τότε γιατί λίγο παρακάτω ανέφερε τέτοιας χαμηλής ηθικής υπόστασης γυναίκες στη γενεαλογία Του; Πραγματικά, από τα αντίθετα αποδεικνύεται εδώ η δόξα του Ιησού, δηλαδή, δεν δοξάζεται επειδή είχε μεγάλους προγόνους, αλλά επειδή καταγόταν από μικρούς και αφανείς. Διότι στον διάσημο προσδίδει μεγάλη δόξα το να κατορθώσει να ταπεινωθεί πάρα πολύ.
Μα γιατί λοιπόν δεν τους ανέφερε; Επειδή εκείνοι δεν είχαν τίποτε το κοινό με το γένος των Ισραηλιτών, δηλαδή οι Σαρακηνοί, οι Ισμαηλίτες και οι Άραβες και όσοι κατάγονταν από τους προγόνους αυτούς. Ώστε γι’ αυτό τους αποσιώπησε, αλλά σπεύδει να αναφέρει τους προγόνους του Ιησού και του ιουδαϊκού λαού. Γι’ αυτό λέγει: «Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν, καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ». Στο σημείο λοιπόν αυτό χαρακτηρίζεται το υπόλοιπο γένος των Ιουδαίων.
«Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ». Τι επιδιώκεις, άνθρωπε, υπενθυμίζοντας ιστορία, η οποία περιέχει παράνομη συνουσία; Και γιατί το λέγει αυτό; Ασφαλώς, εάν κάποιος κατέγραψε την γενεαλογία ανθρώπου καταγόμενου από ασήμαντο γένος, ήταν φυσικό να απέκρυπτε αυτά τα γεγονότα. Τώρα, όμως, που γενεαλογεί τον Σαρκωθέντα Θεό, όχι μόνο δεν πρέπει να αποσιωπά αυτά, αλλά αντιθέτως, πρέπει να τα φέρει στη δημοσιότητα, για να αποδείξει την πρόνοια και την δύναμη Αυτού· διότι γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό κατήλθε ο Κύριος στη γη, όχι βέβαια για να αποφύγει τις δικές μας αμαρτίες, αλλά για να τις εξαφανίσει. Όπως ακριβώς προκαλεί τον θαυμασμό, όχι επειδή πέθανε, αλλά επειδή υπέστη σταυρικό θάνατο.(Είναι, βέβαια, επονείδιστος αυτός ο θάνατος, αλλά όσο πιο επονείδιστος είναι, τόσο πιο φιλάνθρωπο αποδεικνύει τον Ιησού).
Το ίδιο είναι δυνατόν να λεχθεί και για τη Γέννηση. Δεν είναι, δηλαδή, δίκαιο να θαυμάζουμε Αυτόν μόνο επειδή περιεβλήθη το σώμα και έγινε άνθρωπος, αλλά και επειδή καταδέχθηκε να έχει αυτού του είδους τους συγγενείς, χωρίς σε καμία περίπτωση να αισθανθεί ντροπή για τα δικά μας κακά. Και αυτό το διακήρυσσε από την ίδια την αρχή της γεννήσεως ότι δηλαδή, για κανένα από τα δικά μας δεν ντρέπεται, διδάσκοντας και εμάς με το παράδειγμά Του να μη νιώθουμε ντροπή για την κακία των προγόνων μας, αλλά ένα μόνο να επιθυμούμε διακαώς, την αρετή.
Διότι, αφού δεν είναι δυνατόν να ζημιωθεί ο ενάρετος έστω και αν η μητέρα του είναι αλλόφυλη, έστω και αν είναι πόρνη, έστω και αν είναι οτιδήποτε άλλο· διότι, αφού δεν είναι καθόλου προσβλητική για τον ίδιο τον πόρνο που μετανόησε η προηγούμενη ζωή του, πολύ περισσότερο δεν είναι δυνατόν να είναι ενοχλητική για τον ενάρετο η ανηθικότητα των προγόνων του, επειδή η μητέρα του ήταν πόρνη και μοιχή. Και τα έκανε αυτά όχι μόνο για να διδάξει εμάς, αλλά και για να δαμάσει τον εγωισμό των Ιουδαίων. Επειδή δηλαδή αδιαφορούσαν για τις ψυχικές τους αρετές και πρόβαλλαν παντού την αρετή του Αβραάμ με την εσφαλμένη σκέψη ότι μπορούν να στηρίζονται στην αρετή των προγόνων τους, τους διδάσκει εξαρχής ότι πρέπει να καυχόμαστε όχι για τους προγόνους μας, αλλά για τα δικά μας κατορθώματα.
Εκτός από αυτό επιδιώκει και κάτι άλλο, να δείξει ότι όλοι είναι αμαρτωλοί, ακόμη και οι πρόγονοί τους. Ο πατριάρχης τους, από τον οποίο πήραν και το εθνικό τους όνομα, είναι γνωστό ότι υπέπεσε σε μεγάλη αμαρτία· διότι παρουσιάζεται η Θάμαρ και τον κατηγορεί για την πορνεία του. Και ο Δαβίδ επίσης απέκτησε τον Σολομώντα από γυναίκα με την οποία περιέπεσε στην πορνεία, τη Βηρσαβεέ. Και αφού δεν κατόρθωσαν οι σπουδαίοι να μην παραβούν τον μωσαϊκό νόμο, πολύ περισσότερο δεν το κατόρθωσαν οι ασήμαντοι. Και αφού τον παρέβαιναν, ήσαν αμαρτωλοί όλοι και ήταν αναγκαία η ενανθρώπηση του Χριστού.
Για τον λόγο αυτόν ανέφερε και τους δώδεκα πατριάρχες, για να αμβλύνει πάλι με αυτόν τον τρόπο τον εγωισμό τους για την καταγωγή τους από σπουδαίους προγόνους· διότι πολλοί από αυτούς είχαν γεννηθεί από μητέρες δούλες. Αλλά η κοινωνική διαφορά των γονέων δεν έγινε αιτία διαφοράς και των παιδιών, διότι ήσαν όλοι εξίσου και πατριάρχες και φύλαρχοι. Διότι η Εκκλησία μας υπερέχει σε αυτό. Αυτή έχει την πρωτοκαθεδρία για την αξιολόγηση της αρετής μας, επειδή έχει ως πρότυπο όσα συμβαίνουν στους ουρανούς. Επομένως, αν είσαι δούλος ή ελεύθερος, δεν έχεις ούτε κέρδος ούτε ζημία από αυτό, αλλά υπάρχει ένας όρος απαράβατος, η ψυχική διάθεση και ο χαρακτήρας σου.
Εκτός από όσα είπαμε, υπάρχει και κάτι άλλο, για το οποίο αναφέρει αυτήν την ιστορία. Δεν ανέφερε δηλαδή χωρίς λόγο εκτός από τον Φαρές, και τον Ζαρά· διότι, αφού αναφέρει τον Φαρές, από τον οποίο θα γενεαλογούσε τον Χριστό, δε χρειαζόταν και ήταν περιττό να αναφέρει και τον Ζαρά. Γιατί λοιπόν τον ανέφερε; Όταν ήλθε η ώρα να τους γεννήσει η Θάμαρ και άρχισε ο τοκετός, έβγαλε πρώτος το χέρι ο Ζαρά. Μόλις το είδε η μαμή, το έδεσε με κάτι κόκκινο, για να γνωρίζουν το πρώτο από τα παιδιά. Αλλά μόλις το έδεσε τράβηξε το παιδί το χέρι του και μόλις το τράβηξε, προηγήθηκε ο Φαρές και ακολούθησε ο Ζαρά. Όταν τα είδε αυτά η μαμή, είπε: «τί διεκόπη διὰ σὲ φραγμός;(: γιατί έφυγε από το μέσο ο φραγμός του προηγουμένου αδελφού και άνοιξε για σένα ο δρόμος;)»[Γέν.38,29].Βλέπεις πόσο παράξενος είναι αυτός ο υπαινιγμός; Και ασφαλώς δεν είναι τυχαία η αναγραφή του. Δεν έχει δηλαδή σκοπό η διήγηση να μας κάνει γνωστό τι είπε η μαμή. Ούτε έχει σκοπό να μας μάθει ότι έβγαλε πρώτος το χέρι του ο δεύτερος.
Ποιο είναι λοιπόν το βαθύτερο νόημα; Την πρώτη απάντηση στο ερώτημα μας τη δίνει το όνομα του παιδιού·διότι Φαρές σημαίνει διαίρεση και διακοπή. Τη δεύτερη μας τη δίνει το ίδιο το περιστατικό. Διότι δεν ήταν φυσικό να βγάλει το χέρι του και να το αποσύρει πάλι μόλις το έδεσαν. Η κίνηση λοιπόν αυτή δεν οφειλόταν ούτε σε λογική σκέψη ούτε σε φυσική κατάσταση. Ίσως βέβαια να είναι φυσικό να προπορευτεί το χέρι του ενός και να γεννηθεί πρώτος ο άλλος. Δεν είναι όμως σύμφωνο προς όσα συμβαίνουν κατά τη γέννηση να αποσύρει το χέρι του και να αφήσει τον άλλο να περάσει. Αλλά βρισκόταν εκεί, κοντά στα παιδιά, η χάρις του Θεού, ρύθμιζε όσα γίνονταν και σχεδόν μας ζωγράφιζε με αυτόν τον τρόπο την εικόνα όσων επρόκειτο να συμβούν.
Τι σημαίνουν λοιπόν αυτά; Μερικοί από εκείνους που εξέτασαν με προσοχή αυτά τα πράγματα, λένε ότι αυτά τα παιδιά συμβολίζουν τους δύο λαούς. Έπειτα λένε ότι δεν παρουσιάστηκε το παιδί ολόκληρο, αλλά το χέρι του τεντωμένο, και το απέσυρε μετά από λίγο, για να μάθεις ότι ακτινοβόλησε πρώτα ο δεύτερος λαός με τον τρόπο ζωής του και ακολούθησε ο πρώτος λαός. Γεννήθηκε λοιπόν ο πρώτος αδελφός μετά τη γέννησή του δευτέρου. Αυτό συνέβη και με τους δύο λαούς. Κατά τους χρόνους δηλαδή του Αβραάμ[:ο Αβραάμ τοποθετείται ιστορικώς μεταξύ του 23ου και 20ού π.Χ. Ο Μωυσής τον 13ο αι. π.Χ.] εμφανίζεται η εκκλησιαστική πολιτεία, η οποία όμως παρήκμασε εν τω μεταξύ και παρουσιάστηκε ο ιουδαϊκός λαός και ο μωσαϊκός νόμος και τότε έχουμε την εμφάνιση ολόκληρου του νέου λαού και των νόμων του. Για τον λόγο αυτόν είπε η μαία: ««τί διεκόπη διὰ σὲ φραγμός;». Διότι ήλθε εν τω μεταξύ ο μωσαϊκός νόμος και έθεσε φραγμό στον ασύδοτο τρόπο ζωής των Ισραηλιτών.
Η Αγία Γραφή ονομάζει πράγματι πολύ συχνά φραγμό τον νόμο. Και ο προφήτης ομιλεί ως εξής:«καθεῖλες τὸν φραγμὸν αὐτῆς καὶ τρυγῶσιν αὐτὴν πάντες οἱ παραπορευόμενοι τὴν ὁδόν(:γιατί τώρα γκρέμισες τον φράκτη που ολόγυρα την περιέβαλε, την προστασία σου, ώστε όλοι οι διερχόμενοι από την οδό διαβάτες να τρυγούν τους καρπούς της;)»[Ψαλμ.79,13]. Και «φραγμὸν περιέθηκα(:έστησα ολόγυρα φράκτη)»[Ησ.5,2]. Και ο Παύλος: «αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας(:διότι Αυτός είναι η ειρήνη όλων μας, ο οποίος τον Ιουδαϊσμό και τον Εθνισμό, τους δύο αντιμαχόμενους αυτούς κόσμους, τους έκανε ένα. Αυτός γκρέμισε και κατέλυσε τον τοίχο που δημιουργούσε ο φραγμός του νόμου που ορθωνόταν ανάμεσα στους δύο λαούς και τους χώριζε)»[Εφ.2,14].
Άλλοι πάλι λένε ότι με τη φράση «τί διεκόπη διὰ σὲ φραγμός;» γίνεται υπαινιγμός για τον νέο λαό· διότι Αυτός είναι που ήλθε και κατάργησε τον νόμο.
Βλέπεις ότι δεν είναι λίγοι και ασήμαντοι οι λόγοι, για τους οποίους αναφέρει τη Ρουθ[:η Ρουθ ήταν Μωαβίτισσα. Η παροχή βοήθειας από αυτήν στους Ισραηλίτες κατασκόπους θεωρήθηκε ως αναγνώριση και υποταγή των ειδωλολατρών στο θέλημα του ενός και αληθινού Θεού των Ισραηλιτών] και τη Ραάβ, από τις οποίες η πρώτη ήταν από άλλη φυλή και η δεύτερη ήταν πόρνη, για να βεβαιωθείς ότι ήλθε για να εξαλείψει όλες τις κακίες μας· διότι ήρθε για να διαδραματίσει ρόλο ιατρού και όχι δικαστού. Όπως λοιπόν εκείνοι πήραν πόρνες για γυναίκες τους, έτσι πήρε και ο Θεός και προστάτεψε την ανθρωπότητα, που είχε γίνει πόρνη και ανήθικη. Μερικοί προφήτες μάλιστα λένε ότι αυτό έγινε παλιότερα στην εκκλησία των Ισραηλιτών, τη συναγωγή. Αλλά εκείνη αποδείχτηκε αχάριστη προς τον προστάτη της. Η Εκκλησία μας αντίθετα απαλλάχτηκε οριστικά από τις προγονικές αμαρτίες και παραμένει ακλόνητα πιστή στον Νυμφίο της.
Πρόσεξε λοιπόν ότι, όσα συνέβησαν με την Ρουθ, είναι όμοια με τα δικά μας. Εκείνη δηλαδή ήταν αλλόφυλη και είχε καταντήσει πολύ πτωχή. Όταν την είδε όμως ο Βοόζ, δεν έλαβε υπόψη την ανέχειά της ούτε θεώρησε αποκρουστική την καταγωγή της. Έτσι ακριβώς και ο Χριστός, αν και βρήκε την Εκκλησία αλλόφυλη, ειδωλολατρική δηλαδή, και σε ελεεινή κατάσταση, την έκανε μέτοχο των μεγάλων Του αγαθών. Αλλά όπως δε θα έκανε αυτόν τον επιτυχημένο γάμο η Ρουθ, αν δεν εγκατέλειπε προηγουμένως τον πατέρα της και δεν ντρόπιαζε την πατρική της οικογένεια και τους ομοφύλους και την πατρίδα και τους συγγενείς της, έτσι και η Εκκλησία μας αγαπήθηκε από τον Νυμφίο της, επειδή εγκατέλειψε την νοοτροπία των προγόνων μας.
Αυτό ακριβώς της λέγει και ο προφήτης Δαβίδ απευθυνόμενος προς αυτήν: «ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου(:λησμόνησε εντελώς τον λαό, στον οποίον μέχρι τώρα ανήκες, και αυτόν ακόμη τον πατρικό σου οίκον. Τότε ο βασιλέας νυμφίος σου θα αγαπήσει το κάλλος σου)»[Ψαλμ.44,11-12]. Αυτό έκανε και η Ρουθ. Για τούτο έγινε μητέρα βασιλέων, όπως ακριβώς η Εκκλησία μας· διότι από τη Ρουθ κατάγεται ο Δαβίδ. Επειδή λοιπόν ήθελε ο Ματθαίος να τους φιλοτιμήσει και να τους πείσει να μην είναι εγωιστές, περιέλαβε στη γενεαλογία όλα αυτά τα γεγονότα και ανέφερε τις γυναίκες αυτές. Η Ρουθ λοιπόν γέννησε έμμεσα τον μέγα βασιλέα Δαβίδ, ο οποίος δεν αισθάνεται καμία ντροπή γι' αυτό.
Είναι λοιπόν σφάλμα, είναι μεγάλο σφάλμα να θεωρείται κανείς ηθικός ή ανήθικος, ασήμαντος ή σημαντικός εξαιτίας της αρετής ή των ελαττωμάτων των προγόνων του, αλλά- ας πω κάτι που θα θεωρηθεί πολύ παράξενο- ακτινοβολεί περισσότερο όποιος δεν κατάγεται από λαμπρούς προγόνους, αλλά είναι ενάρετος ο ίδιος. Για τον λόγο αυτόν δεν πρέπει ασφαλώς να καμαρώνει κανείς για την καταγωγή του, αλλά, αφού λάβει υπόψη του τους προγόνους του Κυρίου, ας αποβάλει κάθε εγωισμό και ας υπερηφανεύεται για τα δικά του κατορθώματα. Μάλλον όμως ας μην υπερηφανεύεται ούτε για αυτά. Διότι αυτή η νοοτροπία έφερε τον Φαρισαίο σε κατώτερη θέση από τον τελώνη. Αν θέλεις λοιπόν να θεωρηθεί μεγάλο το κατόρθωμά σου, μην υπερηφανεύεσαι για αυτό. Έτσι θα αποδείξεις ότι είναι μεγαλύτερο. Μη νομίσεις ότι έκανες κάτι και εξάντλησες όλες σου τις δυνατότητες· διότι αν όταν είμαστε αμαρτωλοί, επειδή συνειδητοποιήσαμε την πραγματική μας κατάσταση, γινόμαστε ενάρετοι, όπως ακριβώς συνειδητοποίησε και ο τελώνης, πόσο μάλλον θα συμβεί αυτό, αν είμαστε ενάρετοι και θεωρούμε τους εαυτούς μας αμαρτωλούς;
Αφού λοιπόν η ταπεινοφροσύνη μάς μεταβάλλει από αμαρτωλούς σε ενάρετους- αν και αυτό δεν είναι ασφαλώς ταπεινοφροσύνη, αλλά ευγνωμοσύνη-, αφού λοιπόν η ευγνωμοσύνη έχει τόση επίδραση επί των αμαρτωλών, σκέψου πόσο μπορεί να επιδράσει η ταπεινοφροσύνη επί των εναρέτων. Μην καταστρέψεις λοιπόν τους κόπους σου, μην αχρηστεύσεις τους ιδρώτες σου, μην τρέχεις άδικα, αφού μετά από πάρα πολλά τρεχάματα σπαταλάς άδικα τους κόπους σου· διότι ο Κύριος γνωρίζει καλύτερα και από εσένα τα κατορθώματά σου. Και δεν παραλείπει να αμείψει ούτε και ένα ποτήρι κρύο νερό που προσφέρεις. Αν δώσεις έστω και μία δραχμή, αν αναστενάζεις απλώς, θα το δεχτεί με πολλή ευχαρίστηση και θα το λάβει υπόψη Του και θα σε αμείψει γενναία για αυτό.
Γιατί διηγείσαι τα κατορθώματά σου και μας τα προβάλλεις κάθε στιγμή; Δεν γνωρίζεις ότι δε θα σε επαινέσει ο Θεός αν επαινείς συνεχώς τον εαυτό σου; Όπως δεν θα πάψει να σε επαινεί ασφαλώς ενώπιον όλων, αν ελεεινολογείς τον εαυτό σου· διότι δεν θέλει βεβαίως να μειώσει την αξία των προγόνων σου. Τι λέω δεν θέλει να μειώσει την αξία τους; Είναι βέβαιο ότι κάνει το παν και φροντίζει να σε αμείψει γενναία και για το παραμικρό και επιζητεί να βρει κάποια αφορμή, για να μπορέσεις να απαλλαγείς από την αιώνια κόλαση.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
· Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδοτικός οίκος «Το Βυζάντιον», Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαίον εὐαγγέλιον, ομιλία Β΄(επιλεγμένα αποσπάσματα) τόμος 9, σελ. 53-69, Θεσσαλονίκη 1978
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 63, σελ. 41 - 96. (https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLbUtJbURIc2hhZFE/view)
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
· http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html