Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Στ. Σπανουδάκης: Γιατί βρε παιδιά τοξεύετε τον ουρανό; Μα δεν βλέπουν ότι Τα μάτια Της Παναγίας δακρύσαν;

 

-«Καλύτερα να ανέθεταν τις γιορτές τους στο Τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού, διότι οι Τούρκοι θα σέβονταν αυτή την ηρωική χούφτα ανθρώπων που γονάτισε για του “Χριστού την Πίστη την Αγία”, την “παντοδύναμη” αυτοκρατορία τους»

Στ. Σπανουδάκης: Γιατί βρε παιδιά τοξεύετε τον ουρανό;

Μελωδικός στις συνθέσεις του, μαχητικός στις απόψεις του, μοναχικός στη ζωή του. Ο ίδιος, προτιμά να είναι απομονωμένος- αν εξαιρέσει κανείς τον φύλακα-  άγγελό του, τη σύζυγό του και τα πανέμορφα ζώα συντροφιάς, ενδεχομένως και κάποιους πολύ κοντινούς ανθρώπους- καθώς δεν σταματά να συνθέτει. Ακόμα και μέσα στην καραντίνα, όταν πολλοί γκρινιάζουν, ο Σταμάτης Σπανουδάκης έγραψε ένα καινούργιο έργο, αφιερωμένο στην Ελλάδα, που ελπίζει να παρουσιάσει το επόμενο καλοκαίρι, εφόσον όλα έχουν πάει καλά με την πανδημία.

«Μα δεν βλέπουν ότι ‘Τα μάτια Της δακρύσαν’;» αναρωτιέται για όσους αντέδρασαν στην προβολή της εικόνας με την Παναγία στη Βουλή. Και μιλώντας στο liberal.gr σημειώνει πως υπάρχει πόλωση ως προς τους όρους πατρίδα και θρησκεία, πως τα «παιδιά» τοξεύουν τον ουρανό, ενώ τους προειδοποιεί: «Δεν θα κουνήσει από κει που είναι και τα βελάκια σας θα επιστρέψουν σε σας».

Πιστεύει στον έρωτα και στην αγάπη, που, μέσω της θρησκείας, κινούν τα πάντα. Το νέο του έργο το είχε ανακοινώσει, όταν έμαθε για τις "μη γιορτές", όπως τι χαρακτηρίζει  για το 1821 και ποιοι τις ανέλαβαν. Τότε είπε ότι θα έγραφε το δικό του 1821, για να τιμήσει και αποτίσει  φόρο τιμής, «στους ήρωες, τους αγωνιστές και την μαρτυρική εκκλησία, που τόσο ουσιαστικό ρόλο έπαιξε». Υπό αυτό το πρίσμα θα έβλεπε και τον εορτασμό της επετείου: να ψάξουμε την ψυχή της Ελλάδας.

Συνέντευξη στην Αγγελική Κώττη

-Ανήμερα της Αγίας Αικατερίνης, στη Βουλή προβλήθηκε ένα σποτ διάρκειας 6 λεπτών, στο οποίο μάλιστα αναφερόταν εκ παραδρομής, ότι ακουγόταν μουσική δική σας. Σε αυτό το σποτ, η εικόνα της Παναγίας προξένησε διαμαρτυρίες. Μέχρι και για κιτς μίλησαν. Επειδή είστε θρησκευόμενος, θα θέλατε να σχολιάσετε τις αντιδράσεις; 

Τι ακριβώς να σχολιάσω; Την καταστροφική των προσκολλημένων στην στείρα αντίδραση, η άλλως των πραγματικών κιτς;   ‘H την χαρά της σιωπηλής και ουσιαστικής πλειοψηφίας των Ελλήνων; Είναι σαφές σε όσους με ξέρουν, τι θα απαντούσα σε αυτό το μη δίλημμα. Μα δεν βλέπουν ότι «Τα μάτια Της δακρύσαν»;

-Θα φτάσουμε, τελικά, να μην τολμάμε να αναφέρουμε τις λέξεις πατρίδα και θρησκεία; Υπάρχει τόση πόλωση στην ελληνική κοινωνία, που αυτές οι λέξεις να θεωρούνται διχαστικές;

Ναι υπάρχει αυτή η πόλωση. Το θέμα είναι ποιοι είναι οι προκαλούντες. Και εδώ όμως η απάντηση εύκολη. Γιατί βρε παιδιά τοξεύετε τον ουρανό;  Δεν θα κουνήσει από κει που είναι και τα βελάκια σας θα επιστρέψουν σε σάς.  Η τόλμη, τώρα, και όχι οι τζάμπα μαγκιές, είναι πάντα από την μεριά αυτών που συνεχίζουν ακλόνητοι, να υποκλίνονται σε αυτά που προστάζει η ψυχή τους. 

-Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα πού; Σε ανηφόρα, σε πλατεία, σε σταυροδρόμι, στον βυθό  της θάλασσας; Και πώς βλέπετε πως θα βρεθούμε στις περήφανες κορυφές των βουνών- αν υποτεθεί πως αυτό μπορεί να γίνει. 

Μα είμαστε στην «κορυφή των βουνών». Απλά ο πολύς κόσμος δεν το βλέπει, δεν το τολμάει, η ακόμη δεν τολμάει να το ονειρευτεί. Το πώς βλέπω το ανέβασμα ως εκεί; Πρέπει να καταλάβετε την πίστη μου στην μονάδα. Ένας φτάνει για να «γεννήσει» ήρωες και αγωνιστές. Η ιστορία για τους έχοντες την λογική ως πυξίδα, είναι απόδειξη αυτού που λέω. 

Για όσους όμως θέλουν κάτι παραπάνω, η πίστη στα μη βλεπόμενα, «η υπέρ νούν όρασις» είναι το επόμενο βήμα. Και ποιος είναι ο Ένας που  συνδυάζει τα δύο;  Ο Ιησούς Χριστός ο εσταυρωμένος.

-“Άλλο να σ’ ανεβάσουνε, κι άλλο ν’ ανέβεις μόνος. Η θέα ειν’ ολόιδια, μ’ αλλιώτικος ο πόνος”. Είναι έτσι;

Αυτός ο στίχος μου, αφορούσε και δυστυχώς, εξακολουθεί να αφορά την ελληνική «καλλιτεχνική» κατ´ όνομα μόνον πραγματικότητα. Διαλέξτε, ή  την θέα, ή τον αλλιώτικο πόνο.  Πάντως για μένα: «Δεν υπάρχει αγάπη, δίχως πόνο».

-«Λίγο πιο ψηλά τα βλέμματα, Έλληνες» είχατε πει κάποτε, πολύ προ πανδημίας. Σήμερα τι λέτε;

Ακριβώς το ίδιο. Αν το άγιο όνομα του Θεού που μας δίνει στην αποκάλυψη μέσω του αγαπημένου μαθητή Ιωάννη, είναι:   Ο Ων, ο Ην και ο Ερχόμενος, εξ’ αυτού και καλλιτεχνική αδεία ορμώμενος, το ψηλά για μένα σημαίνει, παρελθόν, παρόν και μέλλον, ενωμένα. Ένα από τα τρία αν στερήσεις από την Ελλάδα την πατρίδα σου βρε, την πολεμάς. Βρείτε ποιοι λυσσάνε να την στερήσουν από το παρελθόν της και να οι «ένοχοι».

-Είστε ένας καλλιτέχνης που έχει αγαπηθεί πολύ από το κοινό. Δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα να γεμίζετε, ας πούμε, το Ηρώδειο ή το Παλλάς κάθε φορά και να μένουν και πολλοί παραπονεμένοι που δεν βρήκαν εισιτήριο. Ωστόσο, ενώ είστε τόσο απλός. Είστε ταυτοχρόνως και ακριβοθώρητος. Τι σας ωθεί σε μια τέτοια στάση ζωής;

Η μουσική και η πίστη μου. «Φεύγε τους ανθρώπους για να πλησιάσεις τον Θεό» Η και την μουσική, θα πρόσθετα εγώ. Πως να αγγίξεις το αιώνιο, όταν προσκολλάσαι στο τώρα; Το τώρα, αλλάζει κάθε στιγμή. Το αιώνιο ποτέ.

-Στο έργο σας το Θείον και ο Έρωτας κατέχουν μεγάλο μέρος. Κάποιοι φωτισμένοι ιερείς λένε πως στον Έρωτα αναζητούμε τον Θεό στο πρόσωπο του άλλου. Το νιώθετε κι εσείς αυτό; Πόσο και οι δύο έχουν υπάρξει κινητήριες δυνάμεις για εσάς και γιατί;

Γιατί αυτός είμαι. Ο έρωτας και η αγάπη σε όλα με κινούν. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για την αγάπη προς ένα αναλοίωτα ερωτικό και κατ’ εξοχήν αγαπητικό πρόσωπο. «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον.».  Να τη πάλι η αιωνιότης με την αγάπη μαζί.

-Πόσο σας βοήθησαν αυτοί οι δύο πυλώνες (Έρωτας και Θεός) στους δύσκολους καιρούς που ζούμε; Έχετε πολύ καιρό να συναντηθείτε με όσους αγαπούν τη μουσική σας, καθώς δεν δίνονται συναυλίες. Τι σας λείπει, τι βιώσατε μέσα στην πολλαπλή καραντίνα; Έχετε πει πως χρειάζεστε αυτές τις ζωντανές επαφές για να πάτε παρακάτω, παρόλο το άγχος και την αγωνία της προετοιμασίας.

Δεν είναι οι συναυλίες που γεμίζουν την ψυχή ενός συνθέτη. Είναι απλά μια απ’ τις  «στιγμές που περνάν και χάνονται». Βέβαια είναι μεγάλη η χαρά που παίρνω από τα βλέμματα και τα κύματα αγάπης των ανθρώπων που είναι εκεί και ελπίζω να την ανταποδίδω έστω και στο ελάχιστον.

 Η πραγματική όμως χαρά του συνθέτη, η και του στιχουργού, είναι την ανεπανάληπτη στιγμή, που έρχεται εκείνη η μελωδία η ο στίχος από τον ουρανό, που σε κάνει να γονατίσεις δακρυσμένος και να πεις: Ευχαριστώ. Αυτό αποζητάω και γι’ αυτό υπάρχω.

-Οι άνθρωποι που αγαπούν τη μουσική σας, και είναι πολλοί, ίσως περιμένουν κάτι καινούργιο από εσάς. Γράφετε κάτι αυτό τον καιρό; Τι χρειάζεστε για να σας επισκεφθεί η έμπνευση;

Τίποτε δεν χρειάζομαι εκτός από μοναξιά, δουλειά, προσευχή και έμπνευση. Και δόξα τω Θεώ τα έχω, μέχρι στιγμής τουλάχιστον. Όλον αυτόν τον καιρό έχω δουλέψει ένα δίσκο: «Για την «Ελλάδα». Ορχηστρική και χορωδιακή μουσική για όλα όσα αγαπάω σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο. Σύντομα θα κυκλοφορήσω έναν ύμνο, για την αιώνια αγαπημένη. Λέγεται «ο Αητός». Είναι ένα πρώτο χορωδιακό κομμάτι από τον δίσκο.     

-Τι πρώτα να βάλει και τι να κρατήσει κανείς σε ένα τέτοιο θέμα. Την ψυχή του, οπωσδήποτε- αλλά για εσάς αυτό είναι ο κανόνας που ισχύει πάντοτε. Τι ξεπηδά μέσα από αυτό το νέο έργο σας; ελπίδες; απογοητεύσεις, ανατάσεις; αναστάσεις; καημοί; Πόσα χρόνια στην πραγματικότητα δούλευε μέσα σας το ανεξάντλητο αυτό θέμα;

Είχα ανακοινώσει, όταν έμαθα για τις "μη γιορτές" για το 1821 και ποιοι τις ανέλαβαν, ότι θα έγραφα το δικό μου 1821, για να τιμήσω και αποτίσω  φόρο τιμής, στους ήρωες, τους αγωνιστές και την μαρτυρική εκκλησία, που τόσο ουσιαστικό ρόλο έπαιξε.

-«Καλύτερα να ανέθεταν τις γιορτές τους στο Τουρκικό Υπουργείο Πολιτισμού, διότι οι Τούρκοι θα σέβονταν αυτή την ηρωική χούφτα ανθρώπων που γονάτισε για του “Χριστού την Πίστη την Αγία”, την “παντοδύναμη” αυτοκρατορία τους» είπατε για τις εκδηλώσεις για το 1821. Εξακολουθείτε να έχετε την ίδια άποψη; Τι θα περιμένατε από την κυβέρνηση; Ποια στοιχεία θα έπρεπε να έχει κατ’ εσάς ο εορτασμός της επετείου;

Να μυρίζει μία Ελλάδα που οι ασχολούμενοι με τις «γιορτές», συμπεριλαμβανομένης της κυβερνήσεως, δεν αισθάνονται καν ότι υπάρχει. Η ακόμη χειρότερα, δεν τους ενδιαφέρει. Πόσο μάλλον το να γονατίσουν ευλαβικά μπροστά της, η και σε όσους αγωνίζονται ακόμη να την κρατήσουν όρθια. Και δεν μιλάω για την υγεία και το πορτοφόλι της. Μιλάω για την ψυχή της.

πηγή