Κάποιοι πού ἔζησαν κρυφές ζωές καί ἀναπαύονται σέ ἀνώνυμους τάφους…
τοῦ
Διδάκτορος
Ἱστορίας
Ἀνάμεσα πάντως σέ τόσες κινηματογραφικές ταινίες πού θυμίζουν ἔντονα τόν δυστοπικό ζόφο τῶν ἡμερῶν μας, ἴσως καί νά ἔβαζα στήν κορυφή τό συγκλονιστικό «A hidden life» (Μία κρυφή ζωή) τοῦ περίφημου δημιουργοῦ Τέρενς Μάλικ («Λεπτή Κόκκινη Γραμμή», «Το δέντρο της ζωής»). Ἕνα πραγματικό κινηματογραφικό ἀριστούργημα, πού ἐστιάζει πάνω στήν ἀντίσταση καί γίνεται ὕμνος τοῦ ἀνθρώπινου χρέους ἀπέναντι στή βαρβαρότητα καί τόν ὁλοκληρωτισμό.
Βασισμένο σέ
πραγματικά γεγονότα, εἶναι ἡ ἱστορία ἑνός πολίτη στή ναζιστική Αὐστρία τοῦ
1939, πού ὅταν συνειδητοποιεῖ τί συμβαίνει γύρω του, ἀρνεῖται νά δηλώσει πίστη
στό καθεστώς καί νά ὑπηρετήσει στόν στρατό, μένοντας ἐφεξῆς ἀταλάντευτος στήν
ἐπιλογή του παρά τά ἀρχικά καλοπιάσματα, στή συνέχεια τίς πιέσεις, ἔπειτα τόν
κοινωνικό κανιβαλισμό (ξεκάθαρη ἡ άντιμετώπιση ἀπό τούς συγχωριανούς του ὡς
«ἐχθροῦ του λαοῦ»), ἀκολούθως τούς ἐκβιασμούς, τή φυλακή, τίς ἀπειλές, τά
βασανιστήρια.
Μέσα ἀπό μία
καταπληκτική κινηματογράφηση (μαγευτική πραγματικά ἡ φωτογραφία καί τρομερό τό
μοντάζ), καταδεικνύεται ὅλος ὁ ζόφος τοῦ πιό στυγνοῦ καί ἀποτρόπαιου
ὁλοκληρωτισμοῦ, ἀλλά, ὅπως ἤδη προανέφερα, ἡ ταινία ἐπικεντρώνεται βασικά στό
φῶς, ὄχι στόν ζόφο. Τό σκοτάδι εἶναι βέβαια πάντοτε ἐκεῖ, ἀλλά ἀποτυπώνεται
κυρίως γιά νά ἀναδειχθεῖ το φῶς ἐνός ἀνθρώπου. Ἐνός ἄσημου ἄνθρώπου, μιᾶς
«κρυφῆς ζωῆς», πού ἐπιλέγει τη μοναχική ὁδό τῆς ἀντίστασης, κινούμενος ἀπό μία
ἐκπληκτική αἴσθηση τοῦ καθήκοντος ἀπέναντι στό ἴδιο τό ἀξιακό του σύστημα (πού
ἀρνεῖται νά προδώσει) καί συνάμα ἀπό μία πραγματικά θαυμαστή καί ἀξιοζήλευτη
πίστη στόν Θεό (πού τόν κρατᾶ δυνατό ὥς τό τέλος), καί ἀρνεῖται μέ πρωτοφανῆ
γενναιότητα καί άποφασιστικότητα νά συμπαρασυρθεῖ μαζί μέ τό πλῆθος στόν
κατήφορο τῆς ἀποκτήνωσης και τοῦ ἐξευτελισμοῦ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Ἔνας
συγκλονιστικά ἐλεύθερος ἄνθρωπος, πού θά μποροῦσε νά εἶναι κάλλιστα ἕνας
μάρτυρας τῶν πρώτων αἰώνων, ἕνας ἅγιος τῶν σοβιετικῶν γκουλάγκ, ἀλλά καί ἕνας
ὁμολογητής τῶν ἐσχάτων χρόνων στούς ὁποίους ἤδη βαδίζουμε, ἀπέναντι στά ὄργανα
τοῦ δαιμονικοῦ νεοεποχίτικου ὁλοκληρωτισμοῦ (δέν λείπουν ἄλλωστε ἀκόμη καί οἱ
ἀπευθείας ἀναφορές στόν Ἀντίχριστο). Στήν ταινία μάλιστα ἀναδύονται συνεχεῖς -
ἕως και ἀναπάντεχες ἐνίοτε - θεολογικές ἀναφορές - καί εἶναι καί αὐτό ἐπίσης
μία μεγάλη ἔκπληξη. Καταγράφω ἀπλῶς δύο χαρακτηριστικά σημεῖα, μεταξύ πολλῶν.
Ἀρχικά τη
στάση πού κρατᾶ ὁ μοναχικός ἥρωας σέ ὅσους, συμβουλεύοντάς τον «γιά τό καλό
του», τοῦ λένε νά ὁρκιστεῖ πίστη στόν Χίτλερ καί ἄς πιστεύει ὅ,τι θέλει ἀπό
μέσα του: «ὁ Θεός βλέπει τί ἔχεις στήν καρδιά σου, δέν χρειάζεται καί τά λόγια
σου» τοῦ λένε. Τά χείλη ὅμως δεν μποροῦν νά λένε ἄλλο ἀπό τήν καρδιά, τόν Θεό
δέν μπορεῖς νά τόν εξαπατήσεις. Δεν εἶναι ἄραγε ἡ ἄρνηση τῶν ἀρχαίων μαρτύρων
πού τούς πίεζαν νά ρίξουν λίγο θυμίαμα στά εἴδωλα, γιά νά γλιτώσουν τό
μαρτύριο, καί ἄς παραμένουν μέσα τους Χριστιανοί; Δέν εἶναι ἠ απάντηση πού
έδωσε ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής σέ ὅσους τόν πίεζαν νά ὑπογράψει τόν Ὅρο τῶν
αἱρετικῶν καί ἄς πιστεύει ἀπό μέσα του ὅ,τι θέλει; «Ὁ Θεός» τούς εἶχε
ἀπαντήσει, «δέν περιόρισε στήν καρδιά ὅλη τή σωτηρία, ἀλλά εἶπε: Ὁ ὁμολογῶν με
ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω αὐτόν ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν
οὐρανοῖς. Καί ὁ θεῖος Ἀπόστολος διδάσκει ὡς ἐξῆς: Kαρδία μεν πιστεύεται εἰς
δικαιοσύνην. στόματι δέ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν. Ἄν λοιπόν ὁ Θεός καί οἱ
προφῆται καί οἱ ἀπόστολοι τοῦ Θεοῦ προτρέπουν νά ὁμολογεῖται μέ τούς λόγους τῶν
Ἁγίων τό μυστήριο, τό μεγάλο καί φρικτό καί σωτήριο γιά ὅλο τόν κόσμο, δέν
πρέπει νά σιωπήσει μέ κανένα τρόπο ἡ φωνή πού τό κηρύττει, γιά νά μή
κινδυνεύσει ἡ σωτηρία τῶν σιωπώντων». Ἤ μήπως δέν ἔρχονται στόν νοῦ αὐτά πού
ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος γιά ὅσους θά ποῦν ὅτι δέν πειράζει νά δεχθεῖς ἀκόμη καί τό
χάραγμα, γιατί σημασία ἔχει ἀπό μέσα σου νά πιστεύεις;
Καταγράφω
ὅμως καί τή σεκάνς ὅπου ὁ πρόεδρος τοῦ στρατοδικείου, αἰσθανόμενος ἄβολα (καί
προφανῶς ἐλεγχόμενος ἀπό τη συνείδησή του) ἀπέναντι στό ἀνένδοτο μεγαλεῖο τοῦ
ἥρωα, τόν ρωτάει κατ’ ἰδίαν ἄν αἰσθάνεται ἀνώτερος ἀπό αὐτόν καί ἐκεῖνος τοῦ
ἀπαντᾶ με ταπείνωση: «δέν σᾶς κρίνω, δέν κρίνω κανέναν, ἐγώ ὅμως δέν μπορῶ νά
κάνω αὐτό πού θεωρῶ λάθος». Καί τελικά μένει αταλάντευτα συνεπής καί πιστός σέ
αυτό πού θεωρεῖ σωστό. Μέχρι τέλους. Μά ἡ θυσία του δέν εἶναι ἄσκοπη, ὅπως
πιστεύουν οἱ περισσότεροι γύρω του. Κανείς αγώνας δέν πάει χαμένος, ἄν εἶναι
ἀγώνας γιά τή δικαιοσύνη καί τήν ἀρετή, ὅσο μοναχικός καί ἄν εἶναι, ὅσο μάταιος
καί ἄν φαντάζει στά μάτια ἑνός στεγνοῦ ὀρθολογιστῆ. Τό ἀποτυπώνει θαυμάσια καί
ἡ φράση τοῦ Ἔλιοτ, ἀπό τήν ὁποία εἶναι ἐμπνευσμένος ὁ τίτλος τῆς ταινίας καί
πού ἐμφανίζεται ἐπιλογικά στήν τελευταία της σκηνή: «Ἡ ἀρετή αὐτοῦ τοῦ κόσμου
προέκυψε ἐν μέρει ἀπό πράξεις πού ἡ Ἱστορία δέν κατέγραψε. Καί ἄν τά πράγματα
δέν εἶναι τόσο άσχημα, ὅσο θά μποροῦσαν, αὐτό σέ μεγάλο βαθμό ὀφείλεται σέ
κάποιους πού ἔζησαν ἀφοσιωμένα κρυφές ζωές καί ἀναπαύονται σέ ἀνώνυμους
τάφους».
Βαθύτατα ὀρθόδοξο καί αὐτό (καί ἄς μήν τό συνειδητοποίησε προφανῶς ποτέ ὁ δημιουργός του). Γιατί αὐτές οἱ «κρυφές ζωές» εὐαρεστοῦν καί συγκινοῦν τόν Θεό, τό αἷμα τους εἶναι πού ποτίζει τό δέντρο τῆς λευτεριᾶς (ἔστω καί ἄν αὐτό εἶναι νά ἀνθίσει καί νά καρπίσει πολύ ἀργότερα), οἱ ἀγῶνες καί οἱ θυσίες τους δημιουργοῦν παρακαταθῆκες ἐν οὐρανοῖς πού μιά μέρα, στό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐνεργοποιοῦν τούς πνευματικούς νόμους. Ὡς βασικές ἀντίρροπες δυνάμεις ἐνάντια στό πλεόνασμα τῆς ἁμαρτίας καί στό περίσσευμα τῆς φρίκης. Γραμμένοι μέ χρυσά γράμματα στή βίβλο τοῦ Θεοῦ - καί ἄς ἔχουν ἀπομείνει κρυφοί καί ἄσημοι γιά τά μάτια τῶν ἀνθρώπων. Περιπτώσεις ἄγνωστες καί μυστικές, κρυμμένες σέ ἀνώνυμους τάφους…