Στο Σταυρό (ποίημα 18/4/22 - Αριστείδης Δασκαλάκης)
Απ’ ένα
ψεύτικο φιλί η αιματηρή πορεία ,
εκκίνησε
στου Γολγοθά το δύσβατ’ ανηφόρι,
πήραν βουλή
αρχιερείς, ελήφθη απριόρι,
για Σἐνα
που μας πρόσφερες δώρο, υιοθεσία.
Φραγκελωμένος,
με βρισιές , σέρνεσαι σαν τον σκλάβο,
ύβρεις
και σχόλια καρφιά , σε συνοδεύουν στα ψηλά,
σβαρνίζεσαι
με το Σταυρό , μόνος , ελπίδα πουθενά,
της τιμωρίας
τ’ όργανο, βαρύ, στου Γολγοθά το μαύρο .
Κι
εκεί στην άγια την κορφή, τα χέρια Σου ανοίξαν,
καρφιά
τους βάλαν στο σταυρό, αυτά που ευλογάνε ,
οι
λοιδορίες δε λείπουνε, πολλοί κακολογάνε,
και
λόγχη στ’ άγια τα πλευρά οι άπιστοι σου μπήξαν.
Μα με
δυο χέρια ανοιχτά, μια αγκάλη ετοιμάζεις,
ακόμα
και στους σταυρωτές σου, έλεος παρευθύς
,
ξεχύνεις
σαν τη θύελλα με ένα «άφες αυτοίς»,
κανένας
δεν Σε άκουσε κει πάνω να στενάζεις.
Κι
εκεί που δεν κατάλαβαν το νόημα των
Λόγων,
σαν
λόγια στέρφα και ξερά σε άνυδρη ψυχή,
ακούστηκε
ένα «μνήσθητι» ανώνυμου ληστή,
λουλούδι
ολάνθιστο μαβί , καρπός μεγάλων πόνων.
Χρόνια
χώρεσαν στη στιγμή, φράση που είπες θλιβερή,
εκεί
επάνω στο Σταυρό , το αίμα έρρεε πυκνό,
καίει
το πρόσωπο, καυτό, από τον ήλιο τον θερμό,
μια
λέξη με έννοια διττή , ΔΙΨΩ! και σπας τη σιωπή.
Διψώ
σαν άνθρωπος τρωτός, δροσιά στα χείλη καρτερώ,
αγάπη,
έλεος , πνοή , μες στου ανθρώπου την
ψυχή,
μετάνοια
, πίστη , κι αντοχή, εκεί που ο εχθρός καραδοκεί,
διψώ
σαν άνθρωπος εδώ, μα σαν Θεός στον ουρανό.
Άνθρωποι
σώπασαν μα τα, στοιχεία της φύσης αχολογούν ,
οι
μαθητές σου πουθενά, έχουν λουφάξει στα κρυφά,
άνδρες
, μα λύγισε η καρδιά, μπροστά στης βίας τη θωριά,
μα οι γυναίκες αγρυπνούν, με θάρρος και
μοιρολογούν.
Στον
Άδη μέγα οχλοβοή, πόσες ψυχές σε
προσδοκούν,
κει
που το σκότος σαν φονιάς, χυμά στην άπιστη καρδιά,
μα
μια ελπίδα αναπηδά, μες στου Λογγίνου τη λαλιά,
είν’
η Ανάσταση κοντά, οι προφητείες μαρτυρούν.
Τετέλεσται
είπε η ΦΩΝΗ , του αναμάρτητου ευχή,
η απ’
αιώνων αποστολή , του πεπτωκότα ο
διωγμός,
τελείωσε
στο Γολγοθά, ακούεται ψιθυρισμός ,
ΝΙΚΗ
στο θάνατο γιατί , γλυκοχαράζει η αυγή.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!