Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

«Η Ιερή εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού» (Ως θέμα πίστεως)

 


Ο εορτασμός των Χριστουγέννων, ως πηγή φωτισμού και σημείο αναφοράς της σωτηρίας μας, μεταφέρει τον εαυτό μας σε κατάσταση οικοιώσεως με το Μυστήριο της Γεννήσεως, κατά τρόπο βιωματικό, με αδιαφοροποίητη θεολογική θαλπωρή, που σε συνάπτει με την Μυστηριακή (διαχρονική) Εκκλησία.

Η Ορθόδοξη Εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού έχει εκθαμβωτική αίγλη, γεμάτη θεία χάρι, που φωτίζει – περιλούζει τις ψυχές των πιστών με τη λάμψη του Μυστηρίου.

Απόκοσμο και ιδιότροπο φαινόμενο είναι οι «προσθήκες» στην Ιερά εικόνα το «λουτρό με τις μαίες».

Εάν η εικόνα δεν αποδίδει την αλήθεια του Ευαγγελίου, τότε η εικόνα είναι ψευδής, όπως παρατηρεί ο Νικηφόρος ο Ομολογητής – μεγάλος Πατήρ της εποχής της Εικονομαχίας. Τόνισε: «Μηδέ είναι το παράπαν εικόνα»∙ το ίδιο τονίζει και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: «Ουκ αν είη εικών» (P.G. 99, 504B).

Πουθενά δεν αναφέρεται στο Ευαγγέλιο, ούτε στη διδασκαλία της Εκκλησίας, «λουτρό και μαίες».

«Αλόχευτον τον εκ της Παρθένου θείον τόκον ομολογούντες, ως και ασπόρως συστάντα…» (Κανόνας Οθ΄, ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου).

Ο Άγιος Νικόδημος σχολιάζει – ερμηνεύει:

«Ώσπερ γαρ άσπορον και εκ πνεύματος Αγίου ομολογούμεν της Θεοτόκου την Σύλληψιν, ούτης παρομοίως και της αυτής Γέννησιν ανωτέραν συνομολογούμεν πάσης λοχείας, ήτις εστίς η μετά πόνων του βρέφους γέννηση, και η ακόλουθος των αιμάτων ρύσις κατά τον Ζωναράν…» (Πηδάλιον, εκδ. «Αστέρος», Ερμηνεία ΟΘ΄ Καν. Σελ. 289).

Μία δεύτερη σημαντική (ερμηνευτική) παρατήρηση του Αγίου Νικοδήμου είναι και η εξής:

«Όθεν δεν πρέπει να ιστορούσιν οι ζωγράφοι την Θεοτόκον εν τη εορτή της Χριστού γεννήσεως κειμένην επί κλίνης και ωσάν αποκαμωμένην από τους πόνους… κατά γαρ τον Νύσσης Γρηγόριον, συμφωνούντα τη Συνόδω ταύτη, η του Χριστού γέννησις μόνου, χωρίς λοχείας εγένετο και ουκ εστίν επί της αφθόρου και απειρογάμμου κυρίως το όνομα της λοχείας ειπείν∙ το δε να ιστορούνται γυναίκες τινες πλύνουσαι τον Χριστόν εν λεκάνη, ως οράται εν πολλαίς εικόσι της Χριστού γεννήσεως, τούτο είναι παντάπασιν ατοπώτατον και σαρκικών ανθρώπων εφεύρημα…» (Υποσημείωσις εις την ερμηνείαν του ΟΘ΄ Κανόνα, ε.α. σελ. 290).

Παραθέτω και την παρατήρηση του Αγίου Νικοδήμου στον Ξ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων:

«Δεν κάμνουσιν λοιπόν καλά εκείνοι όπου επ’ εκκλησίας αναγινώσκουσι την ιστορίαν όπου επιγράφεται εις το όνομα του Ιακώβου του αδελφοθέου, κατά την εορτήν του γενεθλίου της Θεοτόκου: ένα μεν, διότι περιέχει πολλά αλλόκοτα πράγματα, τα οποία ουδείς άλλος Πατήρ της Εκκλησίας μας αναφέρει, καθώς μάλιστα είναι εκείνο όπου λέγει, πως ο μνήστηρ Ιωσήφ έφερε μαίαν δια να υπηρετήση εις τον φρικτόν και άσπορον εκείνον και υπέρ διάνοιαν εκ της παρθένου τοκετόν του Κυρίου μας. Και άλλο δε, διότι ο ρηθείς άγιος Μελέτειος συγκαταριθμεί και ταύτην την ιστορίαν με τας νόθους και ψευδεπιγράφους βίβλους των αιρετικών…» (Πηδάλιον, ε.α. σελ. 78-79).

Η σύγχρονη γλώσσα της εικόνας, παρουσιάζει τον Ιωσήφ κατηφή, προβληματισμένο, ακούγοντας «ένα γέρο με μπαστούνι» (διάβολος) να διαβάλλη το Αειπάρθενο της Θεοτόκου∙ παρουσιάζει δηλ. η θεώρηση των ψευδοευαγγελίων (Απόκρυφων) τον Ισάγγελον Ιωσήφ σε άθλια πνευματική – ψυχολογική κατάσταση, ενώ στην πραγματικότητα γνώριζε ότι «το γεννηθέν εν αυτή εκ Πνεύματος Αγίου Εστί» (Ματθ. α΄, 19-24).

Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί δεν πρέπει να προσκυνούν εικόνες της Γεννήσεως με αντο-ρθόδοξα στοιχεία (Μαίες, λουτρά κλπ.).

1ο Σχόλιο:

Έχω την βεβαιότητα, ότι ο Λεωνίδας Ουσπένσκυ είχε επηρεασθεί από τα νοήματα των αποκρύφων Ευαγγελίων. Στο βιβλίο του «Ο Μυστικός Κόσμος των Βυζαντινών εικόνων» - Α΄ τόμος σελ. 45 – Χ. Γκότση, γράφει για τη Θεοτόκο: «η στάσι της αυτή και η έκφρασίς της δείχνουν την εξάντλησίν της από τους πόνους του τοκετού και μας υπενθυμίζουν την ανθρώπινην φύσιν του Κυρίου μας».

Είναι τοποθέτηση βλάσφημη – αιρετική, έχουσα αφετηρία τα ψευδο-ευαγγέλια. Να υπογραμμίσω, ότι στο παραπαίον Βυζάντιο (11 – 14 αιών), οι τότε αγιογράφοι ιστόρησαν αρκετές τέτοιες «εικόνες», αποκρυφιστικής χρειάς. Στους σημερινούς καιρούς οι πιστοί, λόγω αγνοίας και του οικουμενισμού, έχουν απολέσει σημαντικά το αίσθημα της διαφοράς μεταξύ αλήθειας και ψεύδους.

Έχουν εισέλθει στον εκκλησιαστικό χώρο μίγματα αλήθειας και ψεύδους, που αποδίδονται σε «αποστόλους», «αδελφοθέους», «νυκτερινούς μαθητές» κλπ, εις τρόπον ώστε να διαδίδονται γρήγορα – εύκολα στο πλήρωμα (τέλος σχολίου).

Παραθέτω ως ερμηνευτικό σχήμα επιλόγου τις εξής πατερικές διδασκαλίες:

Α) Μέγας Αθανάσιος:

«”Εγένετο εν τω είναι αυτούς εκεί, επλήσθησαν αι ημέραι του τεκείν αυτήν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον∙ και εσπαργάνωσεν αυτόν, και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη”. Βλέπε την μυστικήν αποκύησιν της Παρθένου∙ αύτη έτεκεν, αύτη εσπαργάνωσεν. Επί των κοσμικών γυναικών άλλη τίκτει και άλλη σπαργάνει∙ Επί δε της Παρθένου ουχ ούτως∙ αύτη έτεκε και αύτη εσπαργάνωσε∙ και αύτη άκοπος μήτηρ και αδίδακτος μαία, ου συνεχώρησεν ανάγνοις χερσίν οίψασθαι τινά του αχράντου τόκου∙ αύτη δι’ εαυτής του εξ αυτής, προ αυτής και υπέρ αυτής εθεράπευσεν∙ “και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη, διότι ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι”» (Μέγ. Αθανάσιος, ΒΕΠ 36, 222).

Β) Άγιος Μάρκος, επίσκοπος Εφέσσου (ο Ευγενικός)

Ως εξής αποδίδει τη στάση της Θεοτόκου στη Γέννηση του Χριστού (Υιού της):

«… Αυτή δε η πανάμωμος νύμφη πως αν άλλως, τον απαθή και θείον εμήνυσε τόκον, ή λαμπράν ούτω σώζουσαν την ασπτραπήν του προσώπου και μήτε ταπεινόν και στυγνόν μηδέν βλέπουσα, μήτε συμπεπτωκυία και ωχριώσα, ή οπωσούν τεταραγμένη την όψιν; Ή μηδέν γουν κατακλίσεως εδέησεν όλων…» (Μάρκου Ευγενικού «Εικόνες και Επιστολές», που εκδόθηκε πρώτα από τον G.L. KAYSER, Έκδοση Χαϋδελβέργης 1840 σελ. 129 – 180. Το ίδιο βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη (Ε.Φ. 9421)).

2o Σχόλιο

Οι αποκρυφιστικές «προσθήκες» έχουν παρουσία και στην υμνογραφία της Εκκλησίας, όπου ο υμνογράφος «πλάθει» νοήματα (διαφοροποιείται) από τις μαρτυρίες του Ευαγγελίου, που θα παρουσιάσουμε εν καιρώ. (τέλος σχολίου)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ