Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

«Χαίρε λιμήν των του βίου πλωτήρων»


 

 


Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου,Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν, Δρος Θεολογίας

   Μέσα στὴν περίοδο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς δεσπόζει ἡ Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν πρὸς τὴν Παρθένο Μαρία, τὴν Βασίλισσα τῶν Οὐρανῶν καὶ τῆς γῆς, τὴν Μητέρα τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας καὶ κατὰ χάριν δική μας Μητέρα.  

Σὲ κάποιο σημεῖο ὁ Ὑμνογράφος χαιρετίζει τὴν Θεοτόκο Μαρία, ἀποκαλώντας την «λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων». Τὸ λιμάνι εἶναι ὁ χῶρος ποὺ ἐπανέρχονται τὰ πλοῖα μετὰ ἀπὸ ταξίδια σὲ πελάγη καὶ ὠκεανούς, ὥστε νὰ ἀνεφοδιάζωνται καὶ νὰ ξεκουράζεται τὸ πλήρωμα. Ὅταν μάλιστα οἱ κυβερνῆτες τῶν πλοίων ἔχουν ἀντιμετωπίσει τρικυμίες κι ἔχουν κινδυνεύσει, τότε τὸ λιμάνι καθίσταται μεγαλύτερη ἀνάπαυση γι᾽ αὐτούς.

  Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπίγεια ζωὴ εἶναι ἕνα πέλαγος διαταραγμένο ποὺ καλεῖται νὰ τὸ διαπλεύσῃ κάθε ἄνθρωπος. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθῇ ὅτι ἡ ζωή του δὲν εἶναι τρικυμιώδης, μέσα στοὺς καθημερινοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ κύματα τῶν προβλημάτων καὶ τῶν θλίψεων. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ γεννηθῇ ὁ ἄνθρωπος μέχρι τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ κλείση τὰ αἰσθητὰ μάτια του διέρχεται τὶς περισσότερες ἡμέρες τῆς ζωῆς του μὲ δάκρυα, στεναγμοὺς καὶ θλίψεις. Πρέπει, ὡστόσο, νὰ γνωρίζῃ τοῦτο:  ὅτι ἡ θλίψη καὶ ἡ λύπη εἶναι δύο εἰδῶν. Ἡ κατὰ Θεὸν καὶ ἡ κατὰ κόσμον.

Ἡ κατὰ κόσμον θλίψη καὶ λύπη ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν στενοχωρία καὶ ἀπ᾽ ἐκεῖ στὴν ἀπογοήτευση, στὴν ἀπελπισία καὶ ἐνδεχομένως στὴν αὐτοκτονία. Στενοχωρία σημαίνει ὅτι στενεύω τὸν χῶρο γύρω μου, παύω νὰ ἔχω κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, κλείνομαι στὸν ἑαυτό μου καὶ προσπαθῶ μόνος μου νὰ λυτρωθῶ ἀπὸ τὶς δοκιμασίες καὶ τὰ ἀδιέξοδα ποὺ ἔχω εἰσέλθει. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὅμως, ἐγκλωβίζεται ὁ ἄνθρωπος στὸν ἐγωκεντρικό του χῶρο καὶ δὲν ἐλπίζει πουθενά, παρὰ μόνον στὸν ἑαυτόν του. Ἡ ἐλπίδα αὐτὴ εἶναι φρούδη ἐπειδὴ ὁ ἑαυτός του τὸν προδίδει, διότι δὲν ἠμπορεῖ νὰ κάνῃ τίποτε καλὸ στὴν ζωή του χωρὶς νὰ ἔχῃ τὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς μᾶς βεβαίωσε: «ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. 15, 5). Κι αὐτὸ διότι εἶναι ὁ Δημιουργός μας, εἶναι ὁ Πατέρας μας, εἶναι ὁ κατὰ χάριν ἀγαπητός φίλος καὶ ἀδελφός μας. Εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ, ὡς Παντοδύναμος Θεός, μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσῃ ἀνὰ πᾶσα στιγμή, πάντοτε καὶ παντοῦ.

Καὶ ἐνῶ ἡ κατὰ κόσμον θλίψη μπορεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ σὲ ὅσα προαναφέραμε ἡ κατὰ Θεὸν ἐμπεριέχει τὴν ἐλπίδα, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Δημιουργό μας Θεὸ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη σὲ Αὐτὸν ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ καὶ θὰ μᾶς ἐνδυναμώσῃ νὰ ὑπομείνουμε καὶ νὰ ὑπερβοῦμε τὴν ὁποιαδήποτε δυσκολία καὶ δοκιμασία. Βιώνουμε, δηλαδή, τὴν αἴσθηση τῆς ἀσφαλείας ἑνὸς ἀπήνεμου λιμανιοῦ. Ἔτσι ἡ βασικὴ μέριμνα τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νὰ εἶναι ἡ μὴ ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα του καὶ ἡ μὴ παρακοὴ στὸ Πανάγιο θέλημά Του.

Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ὁ ὁποῖος ταλαιπωρεῖται στὸ πέλαγος αὐτῆς τῆς ζωῆς ἀπὸ τὶς τρικυμίες καὶ τὰ πάμπολλα κύματα τῶν θλίψεων, ἔχει κάποιο λιμάνι, μέσα στὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ καταφύγῃ, γιὰ νὰ ἡσυχάσῃ, νὰ ἠρεμήσῃ καὶ νὰ γαληνεύσῃ. Καὶ αὐτὸ τὸ λιμάνι εἶναι, κατὰ τὸν Ὑμνογράφο, ἡ Θεοτόκος Μαρία, ἡ ὁποία ἔφερε στὸν κόσμο τὴν Ὄντως Εἰρήνη, τὸν Υἱό Της, τὸν Θεάνθρωπο Κύριο. Αὐτὸς εἶπε στοὺς Μαθητές Του: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν. 14, 27). Ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς βεβαιώνει: «Αὐτὸς (ὁ Ἰησοῦς Χριστός) ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφεσ. 2, 14).

Ὡστόσο, γιὰ νὰ μπορέσῃ ἕνας καπετάνιος νὰ ἀγκυροβολήσῃ σὲ ἕνα λιμάνι ὀφείλει νὰ γνωρίζῃ ποῦ βρίσκεται. Ἀκόμη εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶναι ἔμπειρος πηδαλιοῦχος καὶ νὰ ἔχῃ ἀδιάψευστο πυξίδα, ὥστε νὰ ὁδηγήσῃ ἐκεῖ τὸ σκάφος του καὶ νὰ μὴν τὸ ρίξῃ στὰ βράχια. Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς, ὁ ὁποῖος ἐπιζητεῖ νὰ ἀγκυροβολήσῃ σὲ ἀσφαλὲς πνευματικὸ λιμάνι, ὀφείλει νὰ ἔχῃ ὡς πυξίδα ἀλάνθανστη τὴν ταπεινοφροσύνη. Νὰ χρησιμοποιῇ ὡς πηδάλιο τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῆς Πατερικῆς Διδασκαλίας, τὴν ἀλήθεια, δηλαδή, τῆς Ἐκκλησίας περὶ Θεοῦ καὶ περὶ αἰωνίου ζωῆς.  Καὶ τότε, ἀφοῦ βιώσῃ αὐτὴν τὴν ἀλήθεια καὶ ἀφοῦ δεχθῇ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσῳ τῆς μετοχῆς του στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, θὰ κατανοήση πὼς βρίσκεται στὸ ἀσφαλὲς λιμάνι, ἐκεῖ ὅπου θὰ βρῆ τὴν Σαρκωμένη Εἰρήνη, τὸν Θεάνθρωπο Κύριο, καὶ θὰ διασωθῇ ἀπὸ τὶς τρικυμίες τῆς ζωῆς. Αὐτὴν τὴν Σαρκωμένη Εἰρήνη ἔφερε ἐντός Της καὶ στὸν κόσμο ἡ Θεοτόκος Μαρία καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο κατέστη, μέσῳ τοῦ Υἱοῦ Της, καὶ ἡ Ἴδια εἰρηνικὸ λιμάνι.

Δυστυχῶς ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος δὲν πορεύεται κατ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπον, ὥστε νὰ φθάσῃ στὸ ἀσφαλῆ λιμένα τῆς Θεοτόκου μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Προσφεύγει σὲ ἀστρολόγους, σὲ μέντιουμ, σὲ ἀνατολικὲς μεθόδους ἀταραξίας τύπου γιόγκι, στὰ ναρκωτικά. Αἰχμαλωτίζεται στὸ διαδίκτυο ἢ ζητᾶ βοήθεια ἀπὸ ἀνθρώπους ἐπιστήμονες ἢ μή, τῶν ὁποίων ἡ ζωὴ εἶναι ταραχώδης καὶ προβληματική. Ἔτσι, ἀντὶ νὰ εἰσέλθῃ σὲ ἥρεμο λιμάνι, γκρεμοτσακίζεται στὰ βράχια τῆς ἀπογνώσεως καὶ ἀπελπισίας.

Ἐὰν τὸ κατανοήσῃ ὅτι πορεύεται λανθασμένα καὶ ἀκολουθήσῃ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ὁδό, θὰ εὕρη ὁπωσδήποτε τὸ Λιμάνι, τὴν Θεοτόκο Μαρία. Ἐκεῖ, κοντά Της, μέσα στὴν ἀγκάλη Της, θὰ εὕρῃ τὴν ἀγάπη, τὴν γαλήνη, τὴν εἰρήνη. Θὰ ἀποφύγῃ τὶς τρικυμίες καὶ τοὺς κινδύνους αὐτῆς τῆς ζωῆς, ποὺ ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο καὶ θὰ γευθῆ τὴν χαρὰ τῆς λυτρώσεως καὶ σωτηρία.