σύμφωνα μὲ τὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο
[Ὑπομνηματισμὸς στὰ ἐδάφια Ματθ. 27,45-56]
«Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότὸς ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης. περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ ᾿Ιησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων· ἠλὶ ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί; τοῦτ᾿ ἔστι, Θεέ μοῦ Θεέ μου, ἱνατί μὲ ἐγκατέλιπες; τινὲς δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστώτων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν φωνεῖ οὗτος. καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν αὐτόν. οἱ δὲ λοιποὶ ἔλεγον· ἄφες ἴδωμεν εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων αὐτόν
(:καὶ ἀπὸ τίς δώδεκα τὸ μεσημέρι ἔγινε σκοτάδι σ᾿ ὅλη τη γῆ ἕως τίς τρεῖς τὸ ἀπόγευμα. Καὶ στὶς τρεῖς τὸ ἀπόγευμα φώναξε ὁ Ἰησοῦς μὲ φωνὴ μεγάλη καὶ εἶπε: "Ἠλί, ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;". Ἡ φράση αὐτὴ σημαίνει: "Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;" Μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ ἐκείνους ποὺ στέκονταν ἐκεῖ καὶ δὲν γνώριζαν τὴν ἀραμαϊκὴ γλῶσσα, ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ ἔλεγαν ὅτι αὐτὸς φωνάζει τὸν Ἠλία. Κι ἀμέσως ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔτρεξε καὶ πῆρε ἕνα σφουγγάρι, κι ἀφοῦ τὸ βούτηξε στὸ ξύδι, τὸ τύλιξε σ᾿ ἕνα καλάμι καὶ προσπαθοῦσε νὰ τοῦ δώσῃ νὰ πιεῖ Οἱ ὑπόλοιποι ὅμως ἔλεγαν: Ἄφησε νὰ δοῦμε ἐὰν θὰ ἔλθει ὁ Ἠλίας νὰ τὸν σώσῃ.)» [Ματθ. 27,45-49].Αὐτὸ εἶναι τὸ σημεῖο, τὸ ὁποῖο ὅταν στὸ παρελθὸν ζητοῦσαν ὑποσχέθηκε νὰ τοὺς δώσῃ λέγοντας: «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰμὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου (:Γενιὰ πονηρὴ καὶ μοιχαλίδα, ποὺ πρόδωσε τὴν πίστη της πρὸς τὸν οὐράνιο Νυμφίο, ἐπιμένει νὰ ζητᾷ θαῦμα ποὺ νὰ δείχνῃ ξεκάθαρα τὴν ἀποστολή μου. Ἀλλὰ τέτοιο θαῦμα δὲν θὰ τῆς δοθῇ, παρὰ τὸ θαῦμα ποὺ προτυπωνόταν καὶ προεικονιζόταν ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ προφήτη)» [Ματθ. 12,39], ἐννοῶντας τὴ σταύρωση καὶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ταφὴ καὶ τὴν ἀνάσταση.
Ἄλλος πάλι φανερώνοντας τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ ἔλεγε: «ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγὼ εἰμι, καὶ ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ μὲ ὁ πατήρ μου, ταῦτα λαλῶ (:ὅταν ὑψώσετε πάνω στὸν σταυρὸ τὸν υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου, τότε θὰ μάθετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ μόνος Σωτῆρας, καὶ ὅτι τίποτε ἀπολύτως δὲν κάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ συμφωνῶ ἀπολύτως μὲ τὸν Πατέρα μου. Καὶ γιὰ νὰ σᾶς μιλήσω σύμφωνα μὲ ὅσα συμβαίνουν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νὰ μὲ καταλάβετε καλύτερα, σᾶς προσθέτω: Ὅπως μὲ δίδαξε ὁ Πατέρας μου, ἔτσι μιλάω καὶ αὐτὰ ἀκριβῶς λέω)» [Ιω. 8,28]. Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ ἐννοεῖ εἶναι τὸ ἑξῆς: «ὅταν μὲ σταυρώσετε καὶ νομίσετε ὅτι μοῦ ἔχετε ἐπιβληθεῖ, τότε ἀκριβῶς θὰ γνωρίσετε τὴ δύναμή μου»· διότι μετὰ τὴ σταύρωση καταστράφηκε ἡ πόλη, καταργήθηκαν τὰ ἰουδαϊκὰ ἤθη καὶ ἔθιμα, ἔχασαν τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐλευθερία τους, τὸ κήρυγμα ἤκμασε, στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης ἐξαπλώθηκε ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ. Ἡ ξηρὰ καὶ ἡ θάλασσα, τόσο ἡ κατοικούμενη ὅσο καὶ ἡ ἀκατοίκητη, διακηρύσσουν διαρκῶς τὴ δύναμή Του.
Καὶ αὐτὰ λοιπὸν ἐννοεῖ καὶ ἐκεῖνα ποὺ συνέβησαν κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς σταυρώσεως· διότι πράγματι αὐτὰ ἔγιναν κατὰ πολὺ πιὸ θαυμαστὸ τρόπο ὅταν καρφωνόταν ἐπάνω στὸν σταυρὸ παρὰ ὅταν βάδιζε στὴ γῆ. Καὶ δὲν ἦταν μόνο γι᾿ αὐτὸ τὸ παράδοξο, ἀλλὰ καὶ διότι ἔγινε ἀπὸ τὸν οὐρανό, αὐτὸ τὸ ὁποῖο ζητοῦσαν, καὶ μάλιστα σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο οὐδέποτε ἄλλοτε στὸ παρελθὸν εἶχε συμβεῖ, παρὰ μόνο στὴν Αἴγυπτο, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ τελεστῇ τὸ Πάσχα. Καὶ τοῦτο διότι καὶ ἐκεῖνα ἦσαν προτύπωση αὐτῶν. Καὶ πρόσεξε πότε γίνεται. Στὸ μέσο τῆς ἡμέρας, γιὰ νὰ τὸ μάθουν ὅλοι ὅσοι κατοικοῦν στὴ γῆ· ὅταν σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη ἦταν μέρα, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἦταν ἀρκετὸ νὰ τοὺς ἐπιστρέψει, ὄχι μόνο μὲ τὸ μέγεθος τοῦ θαύματος, ἀλλὰ καὶ διότι συνέβῃ στὴν κατάλληλη στιγμή.
Διότι ἔγινε μετὰ ἀπὸ ὅλες τίς πράξεις τῆς μέθης καὶ τῆς παράνομης διακωμωδήσεως, ὅταν ἀπέβαλαν τὸν θυμό, ὅταν ἔπαψαν νὰ γελοῦν, ὅταν χόρτασαν νὰ κοροϊδεύουν καὶ εἶπαν ὅλα ὅσα ἤθελαν νὰ ποῦν. Παρουσιάζει τὸ σκοτάδι τότε, μήπως ἔστω καὶ ἔτσι, ἀφοῦ ἄφησαν τὴν ὀργή, ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὸ θαῦμα· διότι ἀπὸ τὸ νὰ κατεβῇ ἀπὸ τὸν Σταυρό, αὐτὸ ἦταν περισσότερο ἄξιο θαυμασμοῦ, τὸ νὰ κάνῃ αὐτὰ εὑρισκόμενος ἐπάνω στὸν Σταυρό· διότι, εἴτε πίστευαν ὅτι τὰ ἔκανε Ἐκεῖνος, ἔπρεπε νὰ πιστέψουν καὶ νὰ φοβηθοῦν, εἴτε πίστευαν ὅτι δὲν τὰ ἔκανε Ἐκεῖνος, ἀλλὰ ὁ Πατήρ, καὶ πάλι ἔπρεπε νὰ συγκινηθοῦν βαθέως· διότι τὸ σκοτάδι ἐκεῖνο ἦταν ἐνέργεια ὀργῆς γιὰ ὅσα εἶχαν ἀποτολμηθεῖ.
Καί τὸ ὅτι δὲν ἦταν ἔκλειψη, ἀλλὰ ὀργὴ καὶ ἀγανάκτηση, δὲν φαίνεται μόνο ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ διάρκεια· διότι παρέμεινε γιὰ τρεῖς ὧρες, ἐνῶ ἡ ἔκλειψη γίνεται ἐντὸς ἐλαχίστου χρονικοῦ διαστήματος· καὶ τὴ γνωρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ τὴν εἶδαν, διότι συνέβῃ καὶ στὴ δική μας γενεά. «Καὶ πῶς δὲν θαύμασαν ὅλοι», θὰ ρωτήσῃ κανείς, «οὔτε πίστεψαν ὅτι εἶναι Θεός;». Ἐπειδὴ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων τότε διακατεχόταν ἀπὸ πολλὴ νωθρότητα καὶ κακία. Καὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ ἕνα ἦταν καὶ ἀφοῦ ἔγινε, ἀμέσως πέρασε καὶ κανεὶς δὲν φρόντισε νὰ ἐρευνήσῃ τὴν αἰτία, διότι εἶναι μεγάλη ἡ πρόληψη στὴν ἀσέβεια καὶ ἡ συνήθεια. Ἔτσι, οὔτε γνώριζαν ποιά ἦταν ἡ αἰτία τοῦ φαινομένου, ἴσως μάλιστα καὶ νὰ νόμιζαν ὅτι τοῦτο εἶχε γίνει ἀπὸ ἔκλειψη ἢ ἀπὸ κάποια ἄλλη αἰτία φυσική.
Καὶ γιατί ἀπορεῖς γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς οἱ ὁποῖοι δὲν γνώριζαν τίποτε, οὔτε ἐπιδίωξαν νὰ μάθουν ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀδιαφορίας τους, τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἐκεῖνοι ποὺ βρίσκονταν σὲ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν Ἰουδαία, ὕστερα ἀπὸ τόσα θαύματα, ἐξακολουθοῦσαν νὰ Τὸν ὑβρίζουν, μολονότι τοὺς ἔδειχνε καθαρὰ ὅτι Ἐκεῖνος τὸ εἶχε κάνει αὐτό; Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἄλλωστε ὁμιλεῖ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτό, γιὰ νὰ μάθουν ὅτι ἀκόμη ζεῖ καὶ ὅτι Αὐτὸς τὸ ἔκανε γιὰ νὰ γίνουν καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἐπιεικέστεροι. Καὶ λέγει: «Ἠλὶ ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;», γιὰ νὰ δοῦν ὅτι μέχρι τὴν τελευταία πνοή Του τιμᾷ τὸν Πατέρα καὶ δὲν εἶναι ἀντίθεος. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ ἔβγαλε αὐτὴν τὴν προφητικὴ φωνή, ἐπιβεβαιώνοντας μέχρι τὴν τελευταία ὥρα τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Μάλιστα ὄχι μόνο προφητική, ἀλλὰ καὶ ἑβραϊκὴ φωνή, γιὰ νὰ τοὺς φανῇ γνωστὴ καὶ καταφανής. Καὶ γενικὰ μὲ ὅλα δείχνει τὴ συμφωνία Του πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ Τὸν γέννησε.
Ἀλλὰ κοίτα καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὴν ἀσέλγεια καὶ τὴν ἀκολασία καὶ τὴ μωρία τους. Νόμισαν, λέγει ὁ εὐαγγελιστής, ὅτι καλεῖ τὸν Ἠλία καὶ ἀμέσως Τὸν πότισαν ξύδι. Ἐνῶ ἄλλος προσῆλθε καὶ τρύπησε τὴν πλευρά Του μὲ λόγχη. Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ γίνῃ περισσότερο παράνομο καὶ θηριῶδες, ἀπὸ αὐτοὺς τῶν ὁποίων ἡ μανία ἔφτασε μέχρι τέτοιου σημείου, ὥστε νὰ ἐξυβρίζουν ἀκόμη καὶ νεκρὸ σῶμα; Ἐσὺ ὅμως κάνε μου τὴ χάρη νὰ προσέξῃς τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τίς παρανομίες τους γιὰ τὴ δική μας σωτηρία· διότι μετὰ ἀπὸ τὴν πληγὴ Ἐκείνου, ἀνέβλυσαν ἀπὸ ἐκεῖ οἱ πηγὲς τῆς σωτηρίας μας.
«Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ ἀφῆκε τὸ πνεῦμα (:καὶ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ πάλι φώναξε μὲ δυνατὴ φωνή, ἄφησε μόνος Του καὶ θεληματικὰ τὴν ψυχή Του νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ σῶμα Του)» [Ματθ. 27,50]. Αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγε ὅτι «οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμοῦ, ἀλλ᾿ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν· ταύτην τὴν ἐντολὴν ἔλαβον παρὰ τοῦ πατρός μου (:κανεὶς δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ πάρῃ τὴ ζωή μου καὶ νὰ μὲ θανατώσῃ ἐὰν δὲν τὸ θελήσω Ἐγώ. Ἀλλὰ ἐγὼ ἀπὸ μόνος μου τὴν παραδίδω. Ἔχω ἐξουσία νὰ προσφέρω τὴ ζωή μου, καὶ ἔχω ἐξουσία πάλι νὰ τὴν πάρω πίσω. Αὐτὴ τὴν ἐντολὴ πῆρα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, νὰ θυσιάσω τὴ ζωή μου πάνω στὸν σταυρὸ καὶ νὰ τὴν πάρω πάλι μὲ τὴν Ἀνάσταση. Ἔτσι θὰ ἀναδειχθῶ ὁ αἰώνιος ἀρχιερεὺς καὶ μεσίτης γιὰ τὴ σωτηρία τῶν προβάτων μου)» [Ιω. 10,18]. Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε φώναξε, γιὰ νὰ φανῇ ὅτι ὁ θάνατος γίνεται μὲ τὴ δική Του ἐξουσία. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος λοιπὸν λέγει ὅτι ὁ Πιλᾶτος ἀπόρησε πῶς πέθανε τόσο γρήγορα [Μάρκ. 15,44: «ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε (:Ὁ Πιλᾶτος μάλιστα ἔμεινε ἔκπληκτος κι ἀπόρησε ποὺ τόσο γρήγορα εἶχε κιόλας πεθάνει ὁ Ἰησοῦς. Κι ἀφοῦ προσκάλεσε τὸν ἑκατόνταρχο, τὸν ρώτησε ἐὰν εἶχε ὥρα πολλὴ ποὺ πέθανε)» καὶ ὅτι ὁ ἑκατόνταρχος γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν κυρίως πίστεψε, διότι πέθανε μὲ ἐξουσία [Μάρκ. 15,39: «Ἰδὼν δὲ ὁ κεντυρίων ὁ παρεστηκὼς ἐξ ἐναντίας αὐτοῦ ὅτι οὕτω κράξας ἐξέπνευσεν, εἶπεν· ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος υἱὸς ἦν Θεοῦ (:καὶ ὁ ἑκατόνταρχος ποὺ στεκόταν ἀπέναντί Του, ὅταν εἶδε μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἔκτακτα σημεῖα ποὺ συνέβησαν καὶ ὅτι ὁ Ἰησοῦς ξεψύχησε ὄχι ἀπὸ ἐξάντληση, ὅπως πέθαιναν οἱ σταυρωμένοι, ἀλλὰ ἀφοῦ ἔβγαλε δυνατὴ φωνή, ποὺ δὲν ἔδειχνε κανένα σημεῖο θανάτου, εἶπε: "Ἀληθινά, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν Υἱὸς Θεοῦ")»].
Αὐτὴ ἡ φωνὴ ἔσχισε τὸ παραπέτασμα τοῦ ναοῦ καὶ ἄνοιξε τὰ μνημεῖα καὶ ἔκανε ἔρημο τὸν ναό. Τὸ ἔκανε δὲ αὐτὸ ὄχι γιὰ νὰ δείξῃ ἀσέβεια πρὸς τὸν ναό- διότι πῶς θὰ τὸ ἔκανε αὐτό, Αὐτὸς ποὺ λέγει: «καὶ τοῖς τὰς περιστερὰς πωλοῦσιν εἶπεν· ἄρατε ταῦτα ἐντεῦθεν· μὴ ποιεῖτε τὸν οἶκον τοῦ πατρὸς μου οἶκον ἐμπορίου (:καὶ σ᾿ ἐκείνους ποὺ πουλοῦσαν τὰ περιστέρια εἶπε: "Σηκῶστε τα ἀπὸ ἐδῶ. Μὴν μετατρέπετε τὸ σπίτι τοῦ Πατέρα μου σὲ ἐμπορικὸ κατάστημα")»; [Ιω. 2,16], ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξῃ ὅτι αὐτοὶ εἶναι ἀνάξιοι ἀκόμη καὶ τοῦ νὰ μένουν ἐκεῖ, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὅταν παρέδωσε τὸν ναὸ στοὺς Βαβυλωνίους. Ἀλλὰ αὐτὰ δὲν ἔγιναν μόνο γιὰ τὸν λόγο αὐτόν. Ὅ,τι ἔγινε ἦταν καὶ μιὰ προφητεία τῆς μελλοντικῆς ἐρημώσεως τοῦ ναοῦ, καὶ τῆς μεταθέσεώς Tου πρὸς τὰ ἀνώτερα καὶ ὑψηλότερα, καὶ τῆς δυνάμεώς Tου.
Μαζὶ δὲ μὲ αὐτά, φανέρωνε τὸν ἑαυτὸ Του καὶ μὲ ἐκεῖνα ποὺ ἀκολούθησαν, μὲ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, μὲ τὴ συσκότιση τοῦ φωτός, μὲ τὴν ἀλλοίωση τῶν στοιχείων τῆς φύσεως. Διότι ἐπὶ μὲν τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἐλισαίου ἕνας νεκρὸς ὅταν ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ νεκρὸ ἀναστήθηκε [Δ΄ βασιλ. 13,21], αὐτοὺς δὲ τώρα τοὺς ἀνέστησε φωνή, ἐνῶ τὸ σῶμα βρισκόταν ἐπάνω στὸν Σταυρό. Ἄλλωστε καὶ ἐκεῖνα ἦσαν προτυπώσεις αὐτοῦ· διότι ἐκεῖνο ἔγινε γιὰ νὰ πιστευτῇ αὐτό. Καὶ δὲν ἀνίστανται μόνο, ἀλλὰ σχίζονται καὶ οἱ πέτρες καὶ σείεται ἡ γῆ, γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι καὶ αὐτὸς μποροῦσε νὰ τοὺς ἀκρωτηριάσῃ καὶ νὰ τοὺς σχίσῃ· διότι Ἐκεῖνος ποὺ ἔσχισε τίς πέτρες καὶ σκότισε τὴν οἰκουμένη, πολὺ περισσότερο θὰ μποροῦσε νὰ κάνῃ τὰ ἴδια σὲ ἐκείνους, ἐὰν βέβαια ἤθελε. Δὲν θέλησε ὅμως, ἀλλὰ ἀφοῦ ἐκδήλωσε τὴν ὀργή του στὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως, ἐκείνους θέλησε νὰ τοὺς σώσῃ ἀπὸ ἐπιείκεια.
Ἀλλὰ δὲν ἐλάττωσαν τὴ μανία τους· διότι ὁ φθόνος καὶ ἡ ζήλεια, δὲν ὑποχωροῦν εὔκολα. Τότε μὲν λοιπὸν συμπεριφέρονταν μὲ ἀναισχυντία πρὸς τὰ ἴδια τὰ φαινόμενα. Ἔπειτα δὲ ἀπὸ αὐτά, ὅταν ἀναστήθηκε ἐνῶ ὁ τάφος ἦταν ἐσφραγισμένος καὶ τὸν φύλασσαν στρατιῶτες, ἔδωσαν καὶ ἀργύρια, γιὰ νὰ διαφθείρουν καὶ ἄλλους καὶ νὰ διαψεύσουν τὸ κήρυγμα τῆς Ἀναστάσεως.
Μὴν ἀπορεῖς λοιπόν, ἂν καὶ τότε ἔδειχναν ἀγνωμοσύνη, ἀφοῦ οὕτως ἢ ἄλλως ἦσαν διατεθειμένοι νὰ δείχνουν ἀναισχυντία πρὸς ὅλα. Πρόσεξε μόνο ἐκεῖνο, πόσο μεγάλα θαύματα ἔκανε, ἄλλα μὲν ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἄλλα δὲ ἐπάνω στὴ γῆ καὶ ἄλλα μέσα στὸν ναό, δείχνοντας ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τὴν ἀγανάκτησή Του, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ ὅτι τὰ ἄβατα θὰ γίνουν βατὰ καὶ ὁ οὐρανὸς θὰ ἀνοίξῃ καὶ τὰ πράγματα θὰ μετατεθοῦν στὰ ἀληθινὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων.
Καὶ ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν: «Ἐὰν εἶναι βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ, ἂς κατεβεῖ ἀπὸ τὸν Σταυρό», ἐνῶ Αὐτὸς δείχνει ὅτι εἶναι ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης βασιλιᾶς. Ἐπίσης ἐκεῖνοι ἔλεγαν: «Ἐσὺ ποὺ γκρεμίζεις τὸν ναὸ αὐτὸν καὶ σὲ τρεῖς μέρες τὸν ἀνοικοδομεῖς», Αὐτὸς δὲ δείχνει ὅτι ὁ ναὸς θὰ ἐρημωθῇ ὁλοκληρωτικά. Πάλι, αὐτοὶ μὲν ἔλεγαν: «Ἄλλους ἔσωσε, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ σώσῃ τὸν ἑαυτό του», Αὐτὸς δὲ παραμένοντας ἐπάνω στὸν Σταυρό, ἔδειχνε αὐτὸ μὲ πολλὴ ἀφθονία στὰ σώματα τῶν δούλων· διότι ἐὰν τὸ νὰ ἐξέλθῃ ὁ Λάζαρος ἀπὸ τὸν τάφο μετὰ ἀπὸ τέσσερις ἡμέρες ἦταν σπουδαῖο, πολὺ σπουδαιότερο ἦταν νὰ ἐμφανιστοῦν ζωντανοὶ ὅλοι μαζὶ οἱ νεκροὶ ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἦταν σημείον τῆς μελλοντικῆς ἀναστάσεως· διότι «καὶ τὰ μνημεῖα ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων ἠγέρθη (:καὶ τὰ μνημεῖα ποὺ ἦταν στοὺς βράχους ποὺ σχίσθηκαν, ἄνοιξαν, καὶ ἀπὸ τὰ μνημεῖα ποὺ ἄνοιξαν τὴ στιγμὴ ἐκείνη, πολλὰ σώματα τῶν πεθαμένων ἁγίων ἀναστήθηκαν, ὅταν μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἀναστήθηκε πρῶτος ὁ Χριστός)», λέγει, «καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν αὐτοῦ εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς (:κι ἀφοῦ βγῆκαν ἀπὸ τὰ μνημεῖα μετὰ τὴν ἀνάστασή Του, μπῆκαν στὴν ἁγία πόλη καὶ ἐμφανίστηκαν σὲ πολλούς)» [Ματθ. 27,52]. Γιὰ νὰ μὴ νομιστῇ δηλαδὴ ὅτι τὸ γεγονὸς εἶναι φανταστικό, ἐμφανίζονται ἐνώπιον πολλῶν στὴν πόλη.
Ἀκόμη καὶ ὁ ἑκατόνταρχος τότε δόξαζε τὸν Θεὸ λέγοντας: «Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ τηροῦντες τὸν ᾿Ιησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρὰ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος (:ὁ ἑκατόνταρχος ἐξάλλου κι ἐκεῖνοι ποὺ μαζί του φύλαγαν τὸν Ἰησοῦ, ὅταν εἶδαν το σεισμὸ καὶ ὅσα ἔγιναν, φοβήθηκαν πολὺ κι ἔλεγαν: Πράγματι αὐτὸς ἦταν υἱὸς Θεοῦ)». «Καὶ τὰ πλήθη δὲ ποὺ εἶχαν ἔλθει γιὰ νὰ δοῦν τὸ θέαμα, ἐπέστρεφαν χτυπῶντας τὰ στήθη τους». Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου, ὥστε ὕστερα ἀπὸ τόσους χλευασμοὺς καὶ διακωμωδήσεις καὶ πειράγματα, καὶ ὁ ἑκατόνταρχος νὰ συγκινηθῇ βαθιὰ καὶ ὁ ὄχλος. Μερικοὶ μάλιστα λένε ὅτι καὶ μαρτύρησε ὁ ἑκατόνταρχος αὐτός, ἀφοῦ ἀνδρώθηκε στὴν πίστη ὕστερα ἀπὸ αὐτά [Λουκᾶ 23,47-48: «ἰδὼν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος τὸ γενόμενον ἐδόξασε τὸν Θεὸν λέγων· ὄντως ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος ἦν. καὶ πάντες οἱ συμπαραγενόμενοι ὄχλοι ἐπὶ τὴν θεωρίαν ταύτην, θεωροῦντες τὰ γενόμενα, τύπτοντες ἑαυτῶν τὰ στήθη ὑπέστρεφον (:ὅταν ὁ ἑκατόνταρχος εἶδε αὐτὸ ποὺ ἔγινε, τὸ σκοτάδι δηλαδὴ καὶ τὸ σεισμό, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος ποὺ ὅριζε τὴ ζωή του παρέδωσε τὸ πνεῦμα Του στὸν Πατέρα Του, δόξασε τὸν Θεὸ μὲ τὴν ὁμολογία αὐτὴ καὶ εἶπε: "Πραγματικὰ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἦταν δίκαιος καὶ ἦταν ἀληθινὸ αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ". Ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ποὺ εἶχαν μαζευτεῖ ἐκεῖ ἀπὸ περιέργεια γιὰ νὰ δοῦν τὸ θέαμα αὐτὸ τῆς θανατικῆς ἐκτελέσεως, ὅταν εἶδαν αὐτὰ ποὺ ἔγιναν, γύριζαν πίσω στὴν πόλη χτυπῶντας τὰ στήθη τους, γιὰ νὰ ἐκδηλώσουν ἔτσι τὴ λύπη τους καὶ τὴ μετάνοιά τους)».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλία ΠΘ΄ (ἐπιλεγμένα ἀπόσπασματα), πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» (ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 375-381 ἀντίστοιχα.
- Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 69, σελ. 176-177 καὶ σελ. 190-193:
- http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika keimena/Eurethrio/Agios Iwannhs o Xrusostomos Apanta.htm
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
- Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
- Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ