Παρασκευή 18 Απριλίου 2025

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ [Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων: Ματθ. 27,11-26]


 
 
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ

[Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων: Ματθ. 27,11-26]

«Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις. καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο (:Ὁ Ἰησοῦς λοιπὸν στάθηκε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα. Καὶ ὁ ἡγεμόνας Τὸν ρώτησε: "Ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων;" Ὁ Ἰησοῦς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: "Ἐσὺ  λὲς ὅτι εἶμαι βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων, χωρὶς ὅμως νὰ κατανοῇς καὶ τὸν πνευματικὸ χαρακτῆρα τῆς βασιλείας μου". Καὶ ἐνῶ Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι, δὲν ἔδωσε καμία ἀπάντηση)» [Ματθ. 27,11-12].

Βλέπεις τί ἐξετάζεται πρῶτα; Ἐκεῖνο γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο συνεχῶς περιστρέφονταν· διότι ὅταν εἶδαν ὅτι ὁ Πιλᾶτος δὲν κάνει λόγο γιὰ τίς νομικὲς παραβάσεις, στρέφουν τὴν κατηγορία στὰ δημόσια ἐγκλήματα. Ἔτσι ἔκαναν καὶ γιὰ τοὺς ἀποστόλους προβάλλοντας πάντοτε αὐτὰ καὶ λέγοντας ὅτι περιφέρονται κηρύσσοντας ὡς βασιλέα κάποιον Ἰησοῦ, μιλῶντας γιὰ αὐτὸν σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ κάποιο ἁπλὸ ἄνθρωπο, προσάπτοντας σὲ αὐτοὺς καὶ κάποια ὑποψία ἐξέγερσης κατὰ τῆς ἐξουσίας. Ἀπὸ αὐτὸ εἶναι φανερό, ὅτι καὶ τὸ ὅτι ξέσκισε τὸν χιτῶνα του καὶ τὸ ὅτι ἐξεπλάγησαν ἦταν πρόσχημα. Καὶ ὅλα τὰ ἀνακάτευαν καὶ τὰ διέστρεφαν ἔτσι, ὥστε νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸν θάνατο.

Αὐτὸ λοιπὸν ρώτησε τότε καὶ ὁ Πιλᾶτος: «Σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; (: ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων;)». Καὶ τί ἀπάντησε ὁ Χριστός; «Σὺ λέγεις (:ἐσὺ  λὲς ὅτι εἶμαι βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων, χωρὶς ὅμως νὰ κατανοῇς καὶ τὸν πνευματικὸ χαρακτῆρα τῆς βασιλείας μου")». Ὁμολόγησε ὅτι εἶναι βασιλιᾶς, ἀλλὰ βασιλιᾶς οὐράνιος· αὐτὸ τὸ ὁποῖο καὶ ἀλλοῦ τὸ ἔλεγε μὲ περισσότερη σαφήνεια, ὅταν ἀπαντοῦσε στὸν Πιλᾶτο ὅτι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου· εἰ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἦν ἡ βασιλεία ἡ ἐμή, οἱ ὑπηρέται ἂν οἱ ἐμοὶ ἠγωνίζοντο, ἵνα μὴ παραδοθῶ τοῖς Ἰουδαίοις· νῦν δὲ ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐντεῦθεν (:ἡ δική μου βασιλεία δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν, οὔτε στηρίζεται πάνω σὲ κάποια ἀνθρώπινη θέληση ἢ κοσμικὴ δύναμη. Ἐὰν ἦταν ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν ἡ βασιλεία μου, οἱ ὑπηρέτες μου θὰ ἔκαναν ἀγῶνα γιὰ νὰ μὴν παραδοθῶ στοὺς Ἰουδαίους. Τώρα ὅμως βλέπεις κι ἐσὺ ὅτι ἡ βασιλεία μου δὲν προέρχεται ἀπὸ ἐδῶ, ὅπως οἱ ἄλλες βασιλεῖες τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Καὶ γι᾿ αὐτὸ οὔτε ἐπιβάλλεται μὲ ἐπανάσταση καὶ πόλεμο, οὔτε χρησιμοποιεῖ τὴ δύναμη τῆς βίας καὶ τῶν ὑλικῶν ὅπλων)» [Ἰω. 18,36], γιὰ νὰ μὴν ἔχουν δικαιολογία οὔτε αὐτός, οὔτε αὐτοὶ ποὺ τοῦ ἀπέδιδαν αὐτὲς τίς κατηγορίες. Διατυπώνει μάλιστα καὶ συλλογισμὸ ἀναντίρρητο λέγοντας ἀκριβῶς τὰ παραπάνω λόγια. Ἀκριβῶς μάλιστα γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο, γιὰ νὰ ἀποκρούσῃ αὐτὴν τὴν ὑπόνοια ὅτι ἦταν ἐπίγειος βασιλιᾶς, κατέβαλε καὶ φόρο, καὶ τοὺς ἄλλους προέτρεπε νὰ καταβάλλουν, καὶ ὅποτε ἤθελαν νὰ τὸν ἀνακηρύξουν βασιλέα, ἔφευγε.

«Γιατί λοιπὸν δὲν τὰ ἀνέφερε ὅλα αὐτά», ἀναρωτιέται ἴσως κάποιος, «τότε ποὺ κατηγοροῦνταν ὅτι ἐπιβουλεύονταν τὴν ἐξουσία;». Διότι ἂν καὶ εἶχε μύριες ἀποδείξεις τῆς δύναμης καὶ τῆς πραότητας καὶ τῆς ἠπιότητάς Του, ἐν γνώσει τους τυφλώνονταν καὶ κακουργοῦσαν, καὶ τὸ δικαστήριο ἦταν διεφθαρμένο. Γι᾿ αὐτὰ ἀκριβῶς δὲν ἀπαντᾷ σὲ τίποτε, ἀλλὰ σιωπᾷ ἢ ἀποκρίνεται σὲ λίγα, γιὰ νὰ μὴν θεωρηθῇ αὐθάδης ἀπὸ τὴ συνεχῆ σιωπή, ὅπως ὅταν Τὸν ὅρκισε ὁ ἀρχιερέας καὶ Τὸν ρώτησε ὁ ἡγεμόνας· πρὸς τίς κατηγορίες ὅμως αὐτῶν τίποτε πλέον δὲν λέει· διότι δὲν ἐπρόκειτο νὰ τοὺς πείσῃ. Ὅπως καὶ ὁ προφήτης ἐκφράζοντας αὐτὸ ἄνωθεν, ἔλεγε: «ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται; ὅτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ, ἀπὸ τῶν ἀνομιῶν τοῦ λαοῦ μου ἤχθη εἰς θάνατον (:μέσα στὴν ταπείνωση καὶ τὸν ἐξευτελισμό, ὅπου βυθίστηκε, παραγνωρίστηκε καὶ καταπατήθηκε τὸ δίκαιό Του ἐν τῇ κρίσει. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὰ παθήματά Του καὶ τὸν ἄδικο θάνατο Του, ποιός θὰ ὑπάρξῃ καὶ ποιός θὰ τολμήσῃ νὰ διηγηθεῖ τὴν γενεὰ Αὐτοῦ; Διότι ἀφαιρέθηκε βίαια καὶ ἄδικα ἀπὸ τὴν γῆ ἡ ζωὴ Αὐτοῦ. Ἀλλὰ ὁδηγήθηκε σὲ θάνατο ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ μου)» [Ἠσ. 53,8].

Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὁ ἡγεμόνας ἀποροῦσε· διότι πράγματι ἦταν ἄξιο θαυμασμοῦ νὰ βλέπῃ νὰ ἐπιδεικνύει τόση ἠπιότητα καὶ νὰ σιωπᾷ, Αὐτὸς ποὺ ἔχει νὰ πῇ ἄπειρα. Ἄλλωστε οὔτε ἐκεῖνοι Τὸν κατηγοροῦσαν ἐπειδὴ γνώριζαν κάτι πονηρὸ σὲ βάρος Του, παρὰ μόνο ἀπὸ κακολογία καὶ φθόνο. Ὅταν λοιπὸν βρῆκαν ψευδομάρτυρες, διότι ὅταν δὲν εἶχαν νὰ ποῦν τίποτα, ἐπέμεναν ἀκόμη, καὶ γιατί, ἀφοῦ εἶδαν ὅτι ὁ Ἰούδας ἀπέπνευσε, δὲν συγκινήθηκαν, καθὼς καὶ ὅταν ὁ Πιλᾶτος ἔνιψε τὰ χέρια του; Διότι πολλὰ εἶχε κάνει ὁ Κύριος κατὰ τὸν προηγούμενο καιρὸ γιὰ νὰ ἀνανήψουν καὶ νὰ συνέλθουν, ἀλλὰ μὲ κανένα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἔγιναν καλύτεροι.

Τί λέγει λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος; «Οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι; (:Δὲν ἀκοῦς πόσα μαρτυροῦν ἐναντίον σου;)» [Ματθ. 27,13]· διότι ἤθελε νὰ ἀπαλλαγῇ ἀφοῦ ἀπολογηθεῖ,  γιὰ αὐτὸ τὰ εἶπε αὐτά. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Ἰησοῦς δὲν ἀπάντησε, ἐπινόησε καὶ κάτι ἄλλο. Ποιό λοιπὸν εἶναι αὐτό; Ὑπῆρχε συνήθεια σὲ αὐτοὺς νὰ ἀπελευθερώνουν ἕναν ἀπὸ τοὺς καταδίκους, καὶ μὲ αὐτὴν ἐπιχείρησε νὰ Τὸν γλυτώσῃ. «Διότι ἐὰν δὲν θέλετε», λέει, «νὰ τὸν ἀφήσετε ἐλεύθερο ὡς ἀθῶο, ἔστω καὶ ὡς κατάδικο χαρίστε του τὴ ζωὴ λόγῳ τῆς ἑορτῆς».

Βλέπεις πῶς ἀναστράφηκε ἡ κατάσταση; Διότι ἡ μὲν αἴτηση ὑπὲρ τῶν καταδίκων ἦταν συνήθεια νὰ γίνεται ἀπὸ τὸν λαό, ἐνῶ ἡ ἀπόλυση ἀπὸ τὸν ἄρχοντα· ἐνῶ τώρα ἔγινε τὸ ἀντίθετο καὶ ὁ ἄρχοντας κάνει αἴτηση στὸν λαό, καὶ οὔτε ἔτσι γίνονται ἥμεροι, ἀλλὰ ἐξαγριώνονται περισσότερο καὶ Τὸν φονεύουν ἀπὸ τὸ πάθος βακχικῆς μανίας· διότι δὲν εἶχαν μὲ τί νὰ Τὸν κατηγορήσουν, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι Ἐκεῖνος σιωποῦσε, ἀλλὰ ἐλέγχονταν καὶ μὲ τὴ σιωπὴ ἀπὸ τὴν κατάχρηση τῶν δικαιωμάτων τους, καὶ ἐνῶ σιωποῦσε, νικοῦσε αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν μύρια καὶ ἐμαίνοντο.

«Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ αὐτοῦ λέγουσα· μηδὲν σοὶ καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾿ ὄναρ δι᾿ αὐτόν (:καὶ ἐνῶ καθόταν στὴ δικαστική του ἔδρα, ἡ γυναῖκα του τοῦ ἔστειλε αὐτὸ τὸ μήνυμα: "Μὴν ἀναλάβεις εὐθύνες γιὰ τὸν δίκαιο αὐτὸν ἄνθρωπο καὶ μὴν κάνεις τίποτε ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ ἀθώου· διότι ἐξαιτίας του πολλὲς ἀνησυχίες καὶ φόβους εἶχα σήμερα στὸ ὄνειρό μου")» [Ματθ. 27,19]. Κοίταξε τί συνέβῃ πάλι ἱκανὸ νὰ τοὺς ἐπαναφέρῃ ὅλους· διότι μετὰ ἀπὸ τὴν ἐκ τῶν πραγμάτων ἀπόδειξη, καὶ τὸ ὄνειρο δὲν ἦταν μικρῆς σημασίας. Καὶ γιὰ ποιό λόγο δὲν βλέπει τὸ ὄνειρο ὁ ἴδιος ὁ Πιλᾶτος ἀλλὰ ἡ γυναῖκα του; Ἢ διότι ἐκείνη ἦταν περισσότερο ἄξια, ἢ διότι ἐὰν τὸ ἔβλεπε αὐτός, δὲν θὰ γινόταν πιστευτὸς ὅπως ἐκείνη ἢ δὲν θὰ τὸ ἀποκάλυπτε. Γι᾿ αὐτὸ οἰκονομεῖται νὰ τὸ δεῖ ἡ γυναῖκα, γιὰ νὰ γίνῃ γνωστὸ σὲ ὅλους. Καὶ ὄχι μόνο βλέπει τὸ ὄνειρο, ἀλλὰ καὶ ὑποφέρει πολλά, ὥστε καὶ ἀπὸ τὴν συμπάθειά του πρὸς τὴν γυναῖκα νὰ γίνει πιὸ διστακτικὸς ὁ ἄντρας της σχετικὰ μὲ τὸν φόνο τοῦ δικαίου.

Ἀλλὰ καὶ ὁ καιρὸς δὲν συνέβαλε λίγο· διότι τὸ εἶδε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νυκτός. «Ἀλλὰ δὲν ἦταν γι᾿ αὐτὸν ἀκίνδυνο», θὰ ἰσχυριζόταν ἴσως κάποιος, «νὰ Τὸν ἀφήσῃ ἐλεύθερο, ἐπειδὴ εἶπαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνακήρυττε τὸν ἑαυτό του βασιλέα». Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ ζητήσῃ νὰ βρεῖ ἀπὸ τὴ δράση τοῦ Ἰησοῦ ἀποδείξεις καὶ ἐπιχειρήματα καὶ ὅσα ἄλλα ἀποτελοῦν τεκμήρια τῆς ἐπίγειας ἐξουσίας· ἐὰν συνάθροιζε στρατιῶτες, ἐὰν συγκέντρωνε χρήματα, ἐὰν κατασκεύαζε ὅπλα, ἐὰν ἐπιχειροῦσε τίποτε ἄλλο σχετικό· ἐνῶ αὐτὸς ἁπλὰ ἀποσύρεται. Γι᾿ αὐτὸ οὔτε αὐτὸν θεωρεῖ ὁ Χριστὸς ἀπαλλαγμένο τῆς εὐθύνης, λέγοντας: «ὁ παραδιδοὺς μὲ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει (:ὁ Καϊάφας καὶ τὸ συνέδριο τῶν Ἰουδαίων ἔχουν μεγαλύτερη ἁμαρτία ἀπὸ σένα· διότι αὐτοὶ μὲ παρέδωσαν σὲ σένα ἀπὸ φθόνο καὶ μῖσος καὶ σὲ πιέζουν νὰ μὲ καταδικάσῃς. Κι ἐσὺ τώρα, ἐπειδὴ τοὺς φοβᾶσαι, κάνεις κατάχρηση τῆς ἐξουσίας σου)» [Ἰω. 19,11]. Ὥστε ἡ συγχώρηση καὶ ἡ μετὰ ἀπὸ τὴ μαστίγωση παράδοση στοὺς Ἰουδαίους ἦταν ἐνέργειες ἀδυναμίας.

Ὁ Πιλᾶτος μὲν λοιπὸν ἀποδείχθηκε ἄνανδρος καὶ ἀσθενικοῦ χαρακτῆρα, ἐνῶ οἱ  ἀρχιερεῖς πονηροὶ καὶ κακοῦργοι· διότι ὅταν ἐπινόησε κάποια δικαιολογία, τὸν νόμο τῆς ἑορτῆς, ὁ ὁποῖος ὅριζε νὰ ἐλευθερώνουν ἕναν κατάδικο, τί μηχανεύονται; «Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ ᾿Ιησοῦν ἀπολέσωσιν (:οἱ ἀρχιερεῖς ὅμως καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν στὸ μεταξὺ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ νὰ ζητήσουν νὰ ἐλευθερωθῇ ὁ Βαραββάς, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς νὰ θανατωθῇ)» [Ματθ. 27,20].

Βλέπεις πόση φροντίδα λαμβάνει Ἐκεῖνος γιὰ νὰ τοὺς ἀπαλλάξῃ ἀπὸ τὸ ἔγκλημα, καὶ πόση προσπάθεια καταβάλλουν αὐτοί, ὥστε νὰ μὴν ἀφήσουν οὔτε ἴχνος δικαιολογίας γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους; Διότι τί ἔπρεπε νὰ γίνῃ; Νὰ ἀφεθῇ ἐλεύθερος ὁ ἀποδεδειγμένος λῃστὴς ἢ ὁ ἀμφισβητούμενος; Διότι ἐὰν ἔπρεπε νὰ ἀφήνονται ἐλεύθεροι οἱ κατηγορούμενοι γιὰ ἀποδεδειγμένα ἐγκλήματα, πολὺ περισσότερο ἔπρεπε νὰ ἀφήνονται ὅσοι κατηγοροῦνται μὲ ἀμφιβολία· διότι βέβαια δὲν ἐθεωρεῖτο ὅτι Αὐτὸς ἦταν χειρότερος ἀπὸ τοὺς ἀποδεδειγμένους δολοφόνους. Γι᾿ αὐτὸ ἄλλωστε δὲν εἶπε ἁπλῶς «εἶχαν κάποιον  λῃστή», ἀλλὰ «δέσμιον ἐπίσημον (:ἕναν φυλακισμένο ξακουστὸ γιὰ τὰ ἐγκλήματά του)», δηλαδὴ περιβόητο σὲ κακία, ὁ ὁποῖος εἶχε κάνει ἄπειρους φόνους.

Ἀλλὰ ὅμως καὶ ἐκεῖνον τὸν προτίμησαν νὰ τὸν ἀπελευθερώσουν παρὰ τὸν Σωτῆρα τῆς οἰκουμένης καὶ οὔτε τὴν περίοδο τοῦ Πάσχα σεβάστηκαν ἡ ὁποία ἦταν ἅγια, οὔτε τοὺς νόμους τῆς φιλανθρωπίας, οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπὸ αὐτά· ἀλλὰ τοὺς ἀποτύφλωσε τελείως ὁ φθόνος. Καὶ μαζὶ μὲ τὴ δική τους κακία διαφθείρουν καὶ τὸν λαό, γιὰ νὰ ὑποστοῦν τὴν ἐσχάτη τῶν ποινῶν, ἐξαιτίας τῆς ἀπάτης ἐκείνων.

Ὅταν λοιπὸν ζήτησαν τὸν Βαραββᾶ νὰ ἀπελευθερώσῃ, ὁ Πιλᾶτος τότε λέει: «τί οὖν ποιήσω ᾿Ιησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; (:Τί λοιπὸν νὰ τὸν κάνω τὸν Ἰησοῦ, ποὺ λέγεται Χριστός;)» [Ματθ. 27,22]. Καὶ μὲ αὐτὸ ἤθελε πάλι νὰ τοὺς κάνῃ νὰ ἀλλάξουν γνώμη, μὲ τὸ νὰ τοὺς κάνῃ ὑπεύθυνους τῆς προτίμησής τους, μὲ τρόπο ὥστε ἔστω καὶ ἀπὸ ντροπὴ νὰ ζητήσουν τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ πᾶν νὰ γίνῃ ἀπὸ τὴ φιλοτιμία τους· διότι μὲ τὸ «δὲν ἁμάρτησε», ποὺ εἶπε, τοὺς ἔκανε περισσότερο νὰ πεισμώσουν· ἐνῶ ἡ ἀξίωσή του νὰ σωθῇ ὁ Χριστὸς ἀπὸ φιλανθρωπία, προδίκαζε ἀναντιρρήτως τὴν πειθὼ καὶ τὴν αἴτηση γιὰ ἀπελευθέρωση.

Αὐτοὶ ὅμως καὶ πάλι ὅλοι ἔλεγαν: «Σταυρωθήτω (:Νὰ σταυρωθῇ)». ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη· τί γὰρ κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς ἔκραζον λέγοντες· σταυρωθήτω (:Ὁ ἡγεμόνας ὅμως ρώτησε: "Μὰ γιατί; Ποιό κακὸ ἔκανε;" Αὐτοὶ ὅμως περισσότερο κραύγαζαν κι ἔλεγαν: "Νὰ σταυρωθῇ"). ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου λέγων·· ἀθῷος εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε (:Σὰν εἶδε λοιπὸν ὁ Πιλᾶτος ὅτι δὲν πετύχαινε τίποτε, ἀλλὰ ἀντίθετα γινόταν μεγαλύτερη ἀναστάτωση, πῆρε νερὸ κι ἔνιψε καλὰ τὰ χέρια του μπροστὰ στὸ πλῆθος καὶ εἶπε: "Εἶμαι ἀθῶος ἀπ᾿ τὸ αἷμα αὐτοῦ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου. Σὲ σᾶς θὰ πέσῃ ἡ εὐθύνη κι ἐσεῖς θὰ φροντίσετε νὰ ἀπαλλαγεῖτε ἀπ᾿ τὴν ἐνοχὴ γιὰ τὸ ἄδικο αὐτό")» [Ματθ. 27,23-24].

Γιατί λοιπὸν Τὸν παραδίδεις, Πιλᾶτε; Γιατί δὲν Τὸν ἅρπαξες ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος τὸν Παῦλο; [βλ. Πράξ. 23,10: «Πολλῆς δὲ γενομένης στάσεως εὐλαβηθεὶς ὁ χιλίαρχος μὴ διασπασθῇ ὁ Παῦλος ὑπ᾿ αὐτῶν, ἐκέλευσε τὸ στράτευμα καταβῆναι καὶ ἁρπάσαι αὐτὸν ἐκ μέσου αὐτῶν ἄγειν τε εἰς τὴν παρεμβολήν (:Καὶ ἐπειδὴ δημιουργήθηκε μεγάλη ἀναστάτωση, ὁ χιλίαρχος φοβήθηκε μήπως τὸν κομματιάσουν τὸν Παῦλο. Γι᾿ αὐτὸ διέταξε τοὺς στρατιῶτες του νὰ κατεβοῦν καὶ νὰ τὸν ἁρπάξουν ἀπὸ ἀνάμεσά τους καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸ στρατόπεδο)» [Πράξ. 23,10]· διότι καὶ ἐκεῖνος γνώριζε νὰ χαρίζεται στοὺς Ἰουδαίους, καὶ ἔγινε στάση καὶ θόρυβος γι᾿ αὐτόν, ἀλλὰ ὅμως ἀντιστάθηκε πρὸς ὅλα αὐτά. Αὐτὸς ὅμως ὄχι, ἀλλὰ ἀποδείχθηκε ἄνανδρος καὶ πολὺ ἀσθενικοῦ χαρακτῆρα, καὶ καταστρέφονταν ὅλοι μαζί· διότι οὔτε αὐτὸς ἀντέδρασε πρὸς τὸ πλῆθος, οὔτε τὸ πλῆθος πρὸς τοὺς Ἰουδαίους· καὶ ἀπὸ παντοῦ ἡ δικαιολογία τους ἀνατράπηκε, διότι «περισσῶς ἔκραζον (:περισσότερο κραύγαζαν)», δηλαδὴ φώναζαν περισσότερο καὶ πιὸ ἐπίμονα «νὰ σταυρωθῇ»· διότι δὲν ἤθελαν μόνο νὰ Τὸν φονεύσουν, ἀλλὰ καὶ μὲ πονηρὴ δικαιολογία καί, ἐπειδὴ ὁ δικάζων εἶχε ἀντίρρηση, ἐπέμεναν φωνάζοντας τὰ ἴδια.

Εἶδες πόσα ἔκανε ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ τοὺς κερδίσῃ καὶ πάλι; Διότι ὅπως ἀναχαίτιζε τὸν Ἰούδα πολλὲς φορές, ἔτσι καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀνέκοπτε, καὶ μὲ ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῆς δίκης· διότι ὅταν εἶδαν τὸν ἄρχοντα καὶ δικαστὴ νὰ νίπτῃ τὰ χέρια καὶ νὰ λέγει «ἀθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου (:εἶμαι ἀθῶος ἀπ᾿ τὸ αἷμα αὐτοῦ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου)», ἔπρεπε νὰ συγκινηθοῦν καὶ ἀπὸ τὰ λόγια καὶ ἀπὸ τὴν πράξη· καὶ ὅταν εἶδαν τὸν Ἰούδα ποὺ ἀπαγχονίστηκε, καὶ ὅταν ὁ Πιλᾶτος παρακαλοῦσε νὰ πάρουν ἄλλον ἀντὶ αὐτοῦ· διότι ὅταν ὁ κατήγορος καὶ προδότης καταδικάζει τὸν ἑαυτό του, καὶ ὁ δικαστὴς ἀπεκδύεται τὴν εὐθύνη τοῦ ἐγκλήματος, καὶ ἐμφανίζεται τέτοιο ὄνειρο κατὰ τὴν ἴδια νύχτα, καὶ ζητεῖ τὴν ἀπαλλαγή Του ὡς καταδίκου, ποιά δικαιολογία θὰ ἔχουν; Διότι ἐὰν δὲν ἤθελαν νὰ εἶναι ἀθῶος, δὲν ἔπρεπε ὅμως νὰ προτιμήσουν ἀντὶ Αὐτοῦ ἕναν λῃστή, αὐτὸν ποὺ ἦταν ἀποδεδειγμένος καὶ πολὺ διαβόητος γιὰ τὰ ἐγκλήματά του.

Τί κάνουν λοιπὸν ἐκεῖνοι; Ὅταν εἶδαν τὸν δικαστὴ νὰ νίπτῃ τὰ χέρια καὶ νὰ λέῃ «εἶμαι ἀθῶος ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου αὐτοῦ ἀνθρώπου», φώναζαν «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν (:ἡ ἐνοχὴ καὶ ἡ εὐθύνη γιὰ τὸ χύσιμο τοῦ αἵματός του ἂς πέσει πάνω μας καὶ πάνω στὰ παιδιὰ μας)» [Ματθ. 27,25]. Τότε ἀκριβῶς λοιπόν, ὅταν ἐξέδωσαν ἐναντίον του δικαστικὴ ἀπόφαση, ἐπέτρεψε νὰ γίνουν ὅλα αὐτά. Καὶ κοίταξε καὶ ἐδῶ τὴν μεγάλη παραφροσύνη· διότι τέτοια εἶναι ἡ βία καὶ ἡ πονηρὴ ἐπιθυμία· δὲν ἀφήνει νὰ δοῦν τίποτα ἀπὸ ὅσα πρέπει· διότι ἔστω· καταταράσσετε τοὺς ἑαυτούς σας· γιατί ἐπεκτείνετε τὴν κατάρα καὶ στὰ παιδιά σας;

Ἀλλὰ ὅμως ὁ φιλάνθρωπος Θεός, ἂν καὶ χρησιμοποίησαν τόση μανία καὶ ἐναντίον τῶν ἑαυτῶν τους καὶ ἐναντίον τῶν παιδιῶν τους, δὲν ἐπικύρωσε τὴν ἀπόφασή τους ὄχι μόνο σὲ βάρος τῶν παιδιῶν, ἀλλὰ καὶ σὲ βάρος αὐτῶν, ἀλλὰ ἀντιθέτως καὶ ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα δέχθηκε ὅσους μετανόησαν καὶ τοὺς ἀξίωσε ἀπείρων ἀγαθῶν· διότι καὶ ὁ Παῦλος ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν καὶ οἱ μυριάδες ἐκείνων ποὺ πίστευαν στὰ Ἱεροσόλυμα (διότι λέει: «οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐδόξαζον τὸν Κύριον, εἶπὸν τε αὐτῷ· θεωρεῖς, ἀδελφέ, πόσαι μυριάδες εἰσὶν Ἰουδαίων τῶν πεπιστευκότων, καὶ πάντες ζηλωταὶ τοῦ νόμου ὑπάρχουσι (:αὐτοί, ὅταν τὰ ἄκουσαν, δόξαζαν τὸν Κύριο γιὰ τὰ ὅσα εἶχαν ἐπιτευχθεῖ, καὶ τοῦ  εἶπαν: "Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσο μεγάλος εἶναι ὁ ἀριθμὸς τῶν Ἰουδαίων ποὺ ἔχουν πιστέψει στὸν Κύριο κι ἔγιναν Χριστιανοί. Κι ὅλοι αὐτοὶ μὲ ζῆλο ὑπερασπίζονται τὸ κῦρος τοῦ νόμου")» [Πράξ. 21,20]) ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν. Ἐὰν λοιπὸν ἀπέμεναν μερικοί, ἂς ἀναλογιστοῦν τὴν τιμωρία γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους.

«Τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ ᾿Ιησοῦν φραγελλώσας παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ (:τότε τοὺς ἀπελευθέρωσε τὸν Βαραββᾶ, ἐνῶ τὸν Ἰησοῦ, ἀφοῦ διέταξε καὶ τὸν μαστίγωσαν, τὸν παρέδωσε γιὰ νὰ σταυρωθῇ)» [Ματθ. 27,26]. Καὶ γιατί Τὸν μαστίγωσε; Ἢ ὡς κατάδικο, ἢ ἐπειδὴ ἤθελε νὰ προσδώσῃ στὴ δίκη κάποια ἐπίφαση, ἢ γιὰ νὰ χαριστῇ σὲ ἐκείνους. Ἄν καὶ βεβαίως ἔπρεπε νὰ ἀντιδράσῃ· διότι καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸ εἶπε: «λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς καὶ κατὰ τὸν νόμον ὑμῶν κρίνατε αὐτόν (:ἀφοῦ λοιπὸν ἔχετε τὴν ἀξίωση νὰ εἶστε μόνοι σας δικαστὲς στὴν ὑπόθεση αὐτή, πᾶρτε τον ἐσεῖς καὶ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο σας δικάστε τον)» [Ἰω. 18,31]. Καὶ πολλὰ ἦταν ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα μποροῦσαν καὶ αὐτὸν καὶ ἐκείνους νὰ ἀναχαιτίσουν, καὶ τὰ προμηνύματα καὶ τὰ θαύματα καὶ ἡ μεγάλη ἀνεξικακία Ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἔπασχε ὅλα αὐτὰ καὶ προπαντὸς ἡ ἀπερίγραπτη σιωπή Του· διότι ἀφοῦ ἔδειξε τὴν ἀνθρώπινη φύση Του μὲ ὅσα ἀπολογήθηκε καὶ μὲ ὅσα προσευχήθηκε, ἐπιδεικνύει πάλι τὴν ἀνωτερότητα καὶ τὴν εὐγένεια τῶν αἰσθημάτων Του μὲ τὴ σιωπὴ καὶ τὴν περιφρόνηση ὅσων λέγονταν, ὠθῶντας αὐτοὺς μὲ ὅλα αὐτὰ πρὸς τὸ δικό Του θαῦμα· ἀλλὰ μὲ τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν θέλησαν νὰ ὑποχωρήσουν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 

ΠΗΓΕΣ:

  • http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
  • Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ  ἔργαὙπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιονὁμιλία ΠΣΥ΄ (κατ᾿ ἐπιλογήν), πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος  Παλαμᾶς» (ΕΠΕ), ἐκδοἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 290-307.
  • Βιβλιοθήκη τῶν ἙλλήνωνἍπαντα τῶν ἁγίων ΠατέρωνἸωάννου Χρυσοστόμου ἔργατόμος 69, ὁμιλία ΠΣΤ΄(κατ᾿ ἐπιλογήν), σελ. 135-146.
  • ΠΤρεμπέλα Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων « Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτηἈθήνα 2014.
  •  Καινὴ ΔιαθήκηΚείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάραἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων « Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτηἈθήνα 2009.
  •  Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκονταΚείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάραἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων « Ζωή», ἔκδοση τέταρτηἈθήνα 2005.
  • Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm

_________________________________

Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ

«Πᾶνος»