ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά
12, 16-21]
Απομαγνητοφωνημένη
ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου
με θέμα:
«Η ΦΙΛΑΥΤΙΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά
Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-11-1987] [Β 185]
Η παραβολή του άφρονος πλουσίου, αγαπητοί μου, πάντοτε, μετά από το άκουσμά της μας αφήνει μελαγχολικούς και προβληματισμένους. Έχει στοιχεία πλουσίας διδασκαλίας η παραβολή αυτή· κυρίως αρνητικής. Από μιαν άποψη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παραβολή του άφρονος πλουσίου είναι μία ιστορία της φιλαυτίας. Και αυτό γίνεται φανερό, κάνει μία κατάχρηση, εδώ, της κτητικής αντωνυμίας. «Τούς καρπούς μου», λέγει ο άφρων πλούσιος, «τας αποθήκας μου, τα γεννήματά μου, τα αγαθά μου, την ψυχή μου».
Βλέπετε, πέντε φορές κάνει χρήση αυτής της κτητικής αντωνυμίας, το μου. Και καθώς ακούμε αυτήν την παραβολή, αισθανόμεθα ένα αίσθημα πνιγηρό, με αυτά τα αλλεπάλληλα «μου». Να ακούτε έναν άνθρωπο να λέγει διαρκώς για τον εαυτόν του, με έναν τρόπον έντονον είναι κάτι που αισθάνεσθε άσχημα.
Και μέσα σε αυτήν, αγαπητοί μου, την πνιγηρότητα ζει και κινείται ο
φίλαυτος: μόνος, αυτάρκης, ακοινώνητος. Κι όπως λέγει ο Θεοφύλακτος: «Οὐδένα
φησὶν ἔχω κοινωνὸν», λέγει ο φίλαυτος, «Δεν έχω κανέναν συντροφιά». «Οὐδένα μεριστὴν ποιοῦμαι (:Κανέναν δεν ζητώ να μοιράσω τα υπάρχοντά
μου). Οὐ τοῦ Θεοῦ εἰσὶν ἀλλ’ ἐμὰ (:Δεν
είναι του Θεού αυτά που έχω, είναι δικά μου). Μόνος οὖν ἀπολαύσω (:Μόνος μου θα τα απολαύσω αυτά που έχω).
Οὐ
τὸν Θεὸν προσλήψομαι εἰς τὴν τούτων ἀπόλαυσιν(:Δεν θα προσλάβω τον Θεό, όταν θα ΄θελα εγώ αυτά τα αγαθά μου να τα
απολαύσω)». Και πώς προσλαμβάνεται ο Θεός; Ο Θεός λέγει να κάνομε ελεημοσύνη. «Ε, δεν θέλω λοιπόν! Τα αγαθά είναι δικά μου.
Όλοι είναι τεμπέληδες. Εγώ είμαι προκομμένος. Δικά μου είναι. Μόνο εγώ θα τα
κρατήσω. Μόνον για τον εαυτόν μου». Κοινωνικόν
φαινόμενον ο φίλαυτος, αγαπητοί μου.
Αλλά τι είναι η φιλαυτία; Λέγει ο
άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Φιλαυτία ἐστὶν ἡ πρὸς τὸ σῶμα ἄλογος φιλία».
«Είναι», λέγει, «φιλαυτία η αγάπη προς το σώμα, αλλά η παράλογος αγάπη προς το σώμα».
Προσέξτε αυτό. Η παράλογος αγάπη προς το
σώμα. Είναι βέβαια πολύ φυσικό να φροντίζει ο άνθρωπος για το σώμα του, για
την υγεία του, για την διατροφή του και για την ζωή του. Είναι πάρα πολύ φυσικό.
Όταν όμως ξεπεράσει κάποια όρια,
τότε λέγεται «ἄλογος φιλία πρὸς τὸ σῶμα», κατά τον άγιο πατέρα Μάξιμον τον
Ομολογητήν.
Θυμηθείτε όταν οι Εβραίοι ήσαν
στην έρημο και επρόκειτο ο Θεός να δώσει το μάννα, είχε δώσει την εξής εντολή: «Θα μαζεύετε μάννα, μόνον όσο χρειάζεστε για
την ημέρα εκείνη. Δεν θα μαζεύετε περισσότερον μάννα». Και τούτο γιατί ο Θεός ήθελε ο κάθε Ισραηλίτης να
αισθάνεται την εξάρτησή του από τον Θεό. Να μην αισθάνεται ότι είναι μόνος
του, αλλά ότι θα έχει την εξάρτηση από τον Θεό. Όταν, αγαπητοί μου, ο Θεός
έριξε το μάννα, τότε μερικοί βρέθηκαν να μαζέψουν για πολλές, πολλές ημέρες
μάννα. Σημειώσατε δε, ο Θεός έδινε κι ένα σημείον. Το μάννα το χθεσινό, σήμερα σκουλήκιαζε. Δεν μπορούσε να κρατήσεις.
Έξω από το μάννα της Παρασκευής, που το κρατούσαν για το Σάββατο, αυτό δεν
σκουλήκιαζε. Κι αυτό σημείον. Για να
καταλάβει εκείνος που μαζεύει τα αγαθά, τι θα γίνουν τα αγαθά του. Να το
μάθει αυτό.
Ε, λοιπόν, βρέθηκαν, σας είπα, μερικοί να μαζέψουν για πολλές, πολλές
ημέρες μάννα. Γιατί το έκαναν; Γιατί ήσαν φίλαυτοι. Έκαναν τον εξής φίλαυτον
συλλογισμόν: «Δεν ξέρεις…μπορεί αύριο ο
Θεός να μετανοήσει και να μην ρίξει μάννα. Εμείς τουλάχιστον να έχομε να φάμε.
Ίσως αύριο πεθάνει ο Θεός! Εμείς τουλάχιστον να έχομε να τρώμε». Βλέπετε,
αγαπητοί μου, ανοησία; Βλέπετε, όπως θα έλεγε ο Ιερός Χρυσόστομος, «ἂνοιαν»;
Βλακεία. Γιατί τι άλλο μπορεί να πει κανείς και πώς μπορεί να χαρακτηρίσει έναν
άνθρωπο που μπορεί έτσι να σκέπτεται;
Ακόμα η φιλαυτία είναι σε ό,τι
αφορά στην ψυχή. Όχι μόνο στο σώμα ό,τι σας είπα μέχρι τώρα. Λέγει ο άγιος
Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Φιλαυτία ἐστὶν τὸ ἀγαπᾶν τὰ ἴδια θελήματα
καὶ νοήματα». Τι είναι φιλαυτία; Να αγαπάς τα δικά σου θελήματα και τις
δικές σου σκέψεις, εκείνα που σκέπτεσαι εσύ. Αυτά να αγαπάς. Δηλαδή είναι μια αυταρέσκεια, που έχει ο φίλαυτος
και που ζει έναν, θα λέγαμε, ψυχικόν ναρκισσισμόν και που δεν ενδιαφέρεται για
τους άλλους.
Υπάρχει για τους άλλους μια
υποτίμηση της αξίας των. Θεωρεί σωστά μόνον εκείνα τα οποία αυτός μπορεί να
θέλει ή να σκέπτεται. Όταν ομιλεί, κι ακόμα χειρότερα, όταν ομιλεί θείον
λόγον, θρησκευτικά θέματα ή θεολογικά θέματα, δεν ενδιαφέρεται αν ο άλλος τα
καταλαβαίνει, αρκεί που αυτός τα είπε και ικανοποιείται με εκείνα τα οποία
είπε, έστω σε μια γλώσσα ακατάληπτη, υψηλή, ίσως θεολογική, ίσως φιλοσοφική. Δεν τον ενδιαφέρει αν έγινε κατανοητός.
Αρκεί που ο ίδιος ευχαριστήθηκε να τα λέγει. Επάνω σ’ αυτό, λέγει ο
Απόστολος Παύλος: «Ἐν ἐκκλησίᾳ», λέγει ο απόστολος Παύλος: «Ἐν ἐκκλησίᾳ», λέγει, «θέλω
πέντε λόγους διά τοῦ νοὸς μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω ἢ μυρίους λόγους
ἐν γλώσσῃ». «Προτιμώ», λέει, «όταν βρίσκομαι στην Εκκλησία, ή
γενικότερα, σε μία σύναξη ανθρώπων, να πω πέντε σωστά, καθαρά, σαφή λόγια, που
να είναι κατανοητά, παρά να πω μύριους φιλολογικούς λόγους που να μείνουν
ακατανόητοι». Ή ακόμα, όπως λέγει στην προς Κορινθίους επιστολή του: «Μηδεὶς
τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος». «Ο
καθένας να μη γυρεύει την δική του ικανοποίηση, αλλά πώς θα δοθεί η ικανοποίηση
εις τον άλλον». Διότι όταν ζω πάντοτε εγώ την δική μου ικανοποίηση, είμαι
φίλαυτος.
Αν θέλετε και μου το επιτρέπετε να σας το πω, ο άνθρωπος που ζει στην πορνεία, είναι φίλαυτος. Το λέγει ένας
σύγχρονος ψυχολόγος: «Αν θέλετε»,
λέγει, «να θεραπεύσετε την φιληδονίαν,
θεραπεύσατε τον εγωισμόν». Η φιλαυτία δε είναι μία μορφή, ένα πρόσωπον του
εγωισμού. Ας μου το επιτρέψετε να σας το πω με έναν κάπως αναλυτικότερον τρόπον
αυτό. Όταν πηγαίνεις να αμαρτήσεις με
ένα πρόσωπο, το άλλο πρόσωπο γίνεται καθρέπτης, τρόπον τινά, που μέσα σε αυτό
βλέπεις τον εαυτόν σου. Διότι ζητάς τον άλλον για να ικανοποιηθείς εσύ. Και
γίνεται ο άλλος καθρέπτης προβολής του ιδίου σου εγώ. Και ο άλλος
αντιστοίχως σε βλέπει εσένα σαν έναν καθρέπτη που βλέπει τον εαυτό του μέσα σε
εκείνον τον καθρέπτη για να ικανοποιηθεί μόνο ο εαυτός του. Αν το θέλετε, μη
μου πείτε, ξέρω τα επιχειρήματα, μη μου τα πείτε, το θέμα είναι ότι πάντοτε σε αυτές τις καταστάσεις, ουσιαστικά
ο καθένας βλέπει τον εαυτόν του. Θα λέγαμε, θέλεις να θεραπεύσεις την
ανηθικότητα; Θεράπευσε την φιλαυτία.
Λέγει η εντολή: «Ἀγαπήσεις
τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». «Να
αγαπήσεις», λέει, «τον πλησίον σου,
όπως τον εαυτόν σου». Ώστε, λοιπόν, προϋποθέτει η εντολή ότι εγώ αγαπώ τον
εαυτό μου. Ναι. Θα ήταν αδιανόητο να μην αγαπώ τον εαυτόν μου. Αλλά μέχρις ενός
βαθμού. Όταν διαγράψω από τον ορίζοντά
μου τον άλλον άνθρωπο, τότε έχω μίαν άκρατη φιλαυτία. Αλλά τι λέγει; Λέγει:
«Με μέτρο και κριτήριο τον εαυτόν σου
–γιατί ο καθένας από φύση του αγαπάει τον εαυτόν του- να αγαπάς και τον άλλον άνθρωπο». Τώρα, αν αγαπήσεις τον άλλον πιο πάνω από τον εαυτόν σου, τότε υπερβαίνεις
την εντολή και παρουσιάζεις το φαινόμενο της αυτοθυσίας. Και όρια δεν
υπάρχουν σε αυτό το θέμα. Πάντως βλέπετε ότι μπορώ να αγαπώ τον εαυτόν μου, αλλά με τον όρο ότι από τον οπτικό μου
ορίζοντα δεν θα εξαφανιστεί ο πλησίον. Θα επαναλάβω, θα κρατήσω ως κριτήριο
την δική μου αγάπη προς τον εαυτό μου, για να αγαπήσω τον άλλον. Φερειπείν,
αγαπώ την ησυχία μου. Θα ήθελα να έχει και ο άλλος την ησυχία του και να μην
τον ενοχλήσω. Θα αγαπούσα να με προσέχουν. Θα φροντίσω να προσέχω κι εγώ τον
άλλον άνθρωπο, γιατί αγαπώ κι εγώ αυτό. Τότε, με αυτήν την έννοια, ξέφυγα πια
από την φιλαυτίαν και βρίσκομαι μέσα εις τον χώρον της εντολής, δηλαδή της
αρετής.
Πάντως, εάν εξαφανίσω τον πλησίον
μου από τον ορίζοντά μου, τότε έχω μία διαστροφή της προσωπικότητός μου, η
οποία πρώτα σημειώθηκε εις τους πρωτοπλάστους. Αυτοί εξηπατήθησαν από τον
διάβολον δια της φιλαυτίας και δια της ηδονής. «Ωραίος», λέγει, «ο καρπός»,
λέγει η Εύα, «είναι ωραίος να τον
βλέπεις, αλλά πιο ωραίος να τον δοκιμάζεις». Βλέπετε η ηδονή, η
ευχαρίστηση. Αλλά η φιλαυτία πώς; Διαχωριζόμενοι
οι πρωτόπλαστοι από την αγάπη του Θεού, θα έμεναν στην αγάπη του εαυτού των.
Δεν θα είχαν πια ανάγκη από τον Θεό. Γιατί ο διάβολος τους εσφύριξε ότι… «θα γίνετε θεοί· δεν έχετε λοιπόν ανάγκη από
τον Θεό». Βλέπετε πότε γεννήθηκε η φιλαυτία; Μέσα στον Παράδεισον γεννήθηκε,
εις τους πρωτοπλάστους. Γι΄αυτό και σε
εποχές αποστασίας, σημειώνεται φιλαυτία. Αυτή πάντως είναι σε όλη της την
δόξα και την μεγαλοπρέπεια η φιλαυτία.
Ποια, όμως, είναι η ανατομία της φιλαυτίας; Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο
Ομολογητής: «Ἡ φιλαυτία μήτηρ τῶν κακῶν (:Τι
είναι –λέει- η φιλαυτία; Η μάνα όλων
των κακών)». Και συνεχίζει: «Ἀρχὴ
μὲν πάντων τῶν παθῶν ἡ φιλαυτία (:Η
αρχή όλων των παθών, η ρίζα, το ξεκίνημα, η αφετηρία όλων των παθών είναι η
φιλαυτία. Όταν αγαπώ τον εαυτούλη μου).
Τέλος
δὲ ἡ ὑπερηφανία (: Η αρχή είναι η
φιλαυτία. Το τέρμα δε είναι η υπερηφάνεια. Η φιλαυτία και η υπερηφάνεια είναι η
αρχή και το τέλος ενός μόνου, μοναδικού άξονος). Ὁ ταύτην ἐκκόψας, συνέκοψε πάντα
τὰ πάθη τα ἐξ αὐτῆς(: Εκείνος που ήρθε να κόψει, να ξεριζώσει την
φιλαυτίαν, τότε όλα τα άλλα πάθη τα έχει κόψει)». Σας είπα. Τα σαρκικά αμαρτήματα, που έχουν την ρίζα τους. Κόψε την φιλαυτία, δεν έχεις πουθενά να
καθρεπτιστείς. Δεν έχεις να σταθείς πουθενά, ως προς την αμαρτία εννοώ. Δεν
έχεις ερείσματα της αμαρτίας.
Και ποια είναι τα πάθη που εκπηγάζουν,
που βλασταίνουν από την φιλαυτίαν; Λέγει ο άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος: «Τέκνα
φιλαυτίας εἰσίν (:Τα παιδιά της
φιλαυτίας είναι) ἔπαινοι ἐν καρδίᾳ - «Ααα…, με επαινούν»-· αὐταρέσκεια
-να θέλω να αρέσω εγώ στον εαυτό μου και να απολαμβάνω. Σας είπα προηγουμένως
την λέξιν «ναρκισσισμός». Να σας το πω. Ο Νάρκισσος ήταν ένας νέος, ο οποίος
είχε ερωτευτεί τον εαυτόν του. Και ήθελε να τον βλέπει στον καθρέπτη. Δεν
υπήρχαν τότε καθρέπτες. Έβαζε μία λεκάνη με νερό και εκαθρεπτίζετο μέσα εις την
επιφάνειαν του ηρεμούντος νερού. Και έβλεπε και ξανάβλεπε και συνεχώς
ερωτευόταν τον εαυτόν του. Αυτός είναι ο Ναρκισσισμός. Και αυτή είναι η
αυταρέσκεια. Να θέλω να αρέσω εις τον εαυτόν μου. Να καμαρώνω τον εαυτόν μου.
Να κάθομαι στον καθρέπτη, να βλέπω τον εαυτόν μου, να τον επαινούν ποικιλοτρόπως-·
γαστριμαργία
-είναι ένα παιδί της φιλαυτίας- πορνεία -αυτό που σας είπα
προηγουμένως- κενοδοξία, φθόνος καὶ ἡ κορωνὶς πάντων, ὑπερηφανία». Και η κορωνίδα όλων αυτών είναι η υπερηφάνεια. Και όπως λέγει πάλι ο
άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Ὁ ἔχων τὴν φιλαυτίαν, δῆλον ὅτι ἔχει πάντα
τὰ πάθη (:Είναι φανερό. Εκείνος που έχει την φιλαυτία, έχει όλα τα
πάθη)».
Από πού προέρχεται, όμως, η φιλαυτία; Προφανώς έρχεται από ένα
αρρωστημένο «εγώ». Το «εγώ» είναι άρρωστο. Το
«εγώ» συνιστά την προσωπικότητα. Δεν είναι κακό πράγμα. Αντιθέτως, συνιστά,
σας είπα, την προσωπικότητα. Και την
αυτοσυνειδησία· ότι «εγώ είμαι ο πατήρ Αθανάσιος». Αυτό συνιστά την
αυτοσυνειδησία. Όταν όμως αρρωστήσει αυτό το «εγώ», τότε βγάζει χούγια, επιτρέψατέ
μου να το πω έτσι. Δηλαδή αρχίζει να βγάζει πράγματα τα οποία δεν είναι σωστά.
Ένα που θα βγάλει είναι… κατ’αρχάς η αρρώστια του «εγώ», λέγεται εγωισμός. Η αρρώστια του «εγώ», λέγεται εγωισμός
Ένα πρωτότοκο παιδάκι είναι αυτό που είπαμε· η φιλαυτία. Να αρχίσω να αγαπώ τον
εαυτό μου.
Όμως λέγει εδώ ο άγιος Μάξιμος μια ωραία λεπτή
παρατήρηση. Προσέξατέ την. Λέγει: «Ἐκ γὰρ τῆς περὶ Θεοῦ ἀγνοίας ἡ φιλαυτία».
Από πού γεννιέται; Από την άγνοια του
Θεού. Όταν δεν ξέρεις τον Θεό. Γι'αυτό οι πρωτόπλαστοι χωρίστηκαν από τον Θεό
και έπεσαν στην αγάπη του εαυτού των. Προσέξτε εδώ. Πολύ προσέξτε αυτό το
σημείο. Αποτείνομαι σε εκείνους που θέλουν να λέγονται ευσεβείς άνθρωποι. Αυτό το φαινόμενον της αγνοίας του Θεού και
συνεπώς της γεννήσεως της φιλαυτίας, παρατηρείται στη θεολογία του προτεσταντικού
κόσμου. Ο Προτεσταντισμός πιστεύει στην ατομική σωτηρία. «Θα σωθώ μόνος μου! Δεν έχω ανάγκη από
κανέναν άλλον». Δηλαδή εφόσον μελετά υποκειμενικά και ερμηνεύει
υποκειμενικά την Αγία Γραφή…. «Πάρε»,
λέγει, «διάβασε την Γραφή. Τι θα
καταλάβεις; Ό,τι καταλάβεις εσύ. Δεν
υπάρχει εκκλησιαστικόν κριτήριον».
Αφού λοιπόν υπάρχει το υποκειμενικό κριτήριο, είναι πολύ φυσικό να
δημιουργείται και υποκειμενικό κριτήριο σωτηρίας: «Εγώ θέλω να σωθώ. Άρα δεν θα σωθώ μέσα εις την Εκκλησίαν». Ακούς
όμως τι λέγει ο απόστολος Παύλος; Γράφει στους Κορινθίους: «Καθὼς
κἀγὼ μὴ ζητῶν τὸ ἐμαυτὸν συμφέρον ἀλλὰ τὸ τῶν πολλῶν, ἵνα σωθῶσιν». «Μες
στην Εκκλησία, δεν γυρεύω το δικό μου το συμφέρον. Δεν γυρεύω τι, πώς εγώ θα
ικανοποιηθώ, αλλά το συμφέρον των πολλών». Έτσι, αυτό το πνεύμα της σωτηρίας έξω της Εκκλησίας, προσέξτε, έξω της
Εκκλησίας, σήμερα, κατά τρομερή δυστυχίαν,
είναι διάχυτο μέσα εις αυτόν τον ορθόδοξον κόσμον μας. Όταν
εκκλησιαζόμαστε, επί παραδείγματι, αγνοούμε ποιος είναι ο πλαϊνός μας. Κάποτε στην αρχαία Εκκλησία, όταν έλεγε ο
διάκονος «Τάς θύρας, τάς θύρας» -θα
πει «Τις πόρτες, τις πόρτες!»- διότι
έπρεπε οι μη βαπτισμένοι, τα μη μέλη της Εκκλησίας, οι κατηχούμενοι έπρεπε να
φύγουν. Ο καθένας δεν είχε παρά να κοιτάξει τον πλαϊνό του, τους πλαϊνούς του.
Εκείνον που δεν ήξερε ή τον ήξερε ότι δεν είναι βαπτισμένος -δεν μπορούσε να
σταθεί κανείς μες στην Εκκλησία. Σήμερα
μπαίνει ο πιο άπιστος, ο πιο άθεος, ο πιο αιρετικός μες στην Εκκλησία. Ποιος
τον ξέρει; Έρχεται να κοινωνήσει. Ποιος
τον ξέρει; Δεν τον ξέρει κανένας. Αυτή λοιπόν η άγνοια που έχομε για τα μέλη
της Εκκλησίας. Και το χειρότερο, δεν μας ενδιαφέρουν τα μέλη της Εκκλησίας,
ούτε τι κάνουν, ούτε ποιοι είναι, ούτε πού μένουν, ούτε πώς τους λένε.
Όταν έχομε μνημόσυνο, θα το έχετε προσέξει μύριες φορές, γίνεται μετά
την απόλυση, αφού τελειώσουν όλα όλα, βάζει «Εὐλογητός» ο ιερεύς για να πει το
μνημόσυνον, όλο το εκκλησίασμα φεύγει από μέσα! Γιατί, αδελφοί μου, φεύγετε; «Μα είναι κάποιος που πέθανε και του κάνουν
το μνημόσυνο». Ποιοι του το κάνουν; «Οι
συγγενείς του». Κάνετε λάθος. Το
κάνει η εκκλησιαστική κοινότητα. Και ένα μέλος της εκκλησιαστικής μας
κοινότητας, της ενορίας, έφυγε στην άλλη ζωή. Δεν σας ενδιαφέρει αυτό; Θα
θέλαμε να βρεθούμε όλοι στη Βασιλεία του Θεού. Εκεί να βρεθούμε, εδώ όχι; Βλέπετε κάτι αντινομίες, βλέπετε ότι ζητάμε
την σωτηρία έξω από αυτό που λέγεται Εκκλησία; Θα μείνεις στο μνημόσυνο. «Μα
δεν τον ξέρω». Μα είναι βαπτισμένος άνθρωπος και είναι μέλος του σώματος του Χριστού, είναι
μέλος της Εκκλησίας.
Το ίδιο πράγμα για την βάφτιση, το ίδιο πράγμα για τον γάμο. Κάποτε ήταν γεγονός η βάφτισις ενός νέου
μέλους. Όλη η Εκκλησία συμπαρίστατο. Ένα νέο μέλος εισέρχεται εις την Εκκλησίαν
δια της βαπτίσεως. Σήμερα σου λέει: «ιδιωτική υπόθεση». Καλούμε τους
συγγενείς, δίνομε κάποιες προσκλήσεις, θα ΄ρθουν εκείνοι να βαπτίσομε το παιδί
και τίποτε άλλο. Δεν μας ενδιαφέρει τίποτε περισσότερο…
Όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι ό,τι σας είπα προηγουμένως. Είναι η αντίληψις της σωτηρίας έξω από την
Εκκλησία, κατά ιδιωτικόν τρόπον. Χωρίς δηλαδή να μετέχουν οι πιστοί στο όλο
σώμα της Εκκλησίας. Ενώ οι Πατέρες της Εκκλησίας ενδιαφέροντο για ολόκληρη την
Εκκλησία. Ο Μέγας Βασίλειος έστελνε
προς πάσαν κατεύθυνσιν επιστολές, όταν μάθαινε, άκουγε κάτι, κάπου σε
κάποια επισκοπή, σε κάποια άκρη του κόσμου, κάτι που δεν ήταν σωστό και ήταν
στραβό. Θα του ‘λεγε κανείς: «Κοίταξε την
επισκοπή σου». «Όχι. Δεν είναι το
θέμα. Θα ποιμάνω την επισκοπή μου αλλά ενδιαφέρομαι για ολόκληρη την Εκκλησία».
Πολλοί, φερειπείν, σήμερα δεν
εκκλησιάζονται, ισχυριζόμενοι ότι είναι καλοί χριστιανοί, αλλά λένε ότι στην
Εκκλησία σκανδαλίζονται. Έτσι έχομε μίαν φίλαυτον αντίληψιν περί της
σωτηρίας. Φίλαυτον αντίληψιν. «Εγώ για
τον εαυτόν μου, πώς θα σωθώ εγώ. Τι, θα πάω στην Εκκλησία, να βλέπω τον έναν
και τον άλλον ή θα ανέχομαι τον κακόν ψάλτην ή τον παράξενον ιερέα; Εγώ θα
καθίσω σπίτι μου, εγώ θα σωθώ. Θα κάνω την προσευχή μου και τελείωσε αυτή η
ιστορία». Το καταλάβατε; Έχομε μίαν φίλαυτον αντίληψιν περί της σωτηρίας,
αγαπητοί. Όταν προσευχόμεθα, ο Κύριος μάς δίδαξε να λέμε «Πάτερ ἡμῶν ». Δεν μας είπε να λέμε «Πάτερ μου». Κι εκείνο το «Πάτερ ἡμῶν», το «ἡμῶν» σημαίνει ότι είναι κοινός ο Πατέρας και κοινή η προσευχή.
Αναπέμπομε εις τον Θεόν και Πατέρα.
Ακόμα η
Θεία Λειτουργία δεν μπορεί να γίνει με ένα άτομο, ένα πρόσωπο, αλλά με πολλά
πρόσωπα. Γιατί; Γιατί δείχνει ότι η σωτηρία είναι μέσα στην Εκκλησία. Γι’
αυτόν τον λόγο, ας το καταλάβομε, ότι η
σωτηρία είναι υπόθεσις εκκλησιαστική. Ενώ, αντιθέτως, η φιλαυτία είναι μία υπόθεσις αντιεκκλησιαστική και αντικοινωνική.
Βέβαια η φιλαυτία έχει την μερίδα της πάντοτε, αγαπητοί μου, ανάμεσα
στους Χριστιανούς, όμως θα αποτελέσει
ένα εξόχως φαινόμενον εσχατολογικόν. Γράφει ο Απόστολος Παύλος στον
Τιμόθεο, στη δευτέρα του επιστολή: «Τοῦτο δὲ γίνωσκε (:αυτό να ξέρεις) ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις (:τις έσχατες ημέρες της Ιστορίας) ἐνστήσονται
καιροί χαλεποί (:θα σταθούν
δύσκολοι καιροί). Ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι (:γιατί οι άνθρωποι θα είναι) φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι,
βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἀκρατεῖς, ἀφιλάγαθοι,
φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι». Προσέξτε. Ο χαρακτηρισμός «φίλαυτοι» μπαίνει
πρώτος πρώτος. Αν το θέλετε, όλα τα άλλα που ακολουθούν είναι καρποί της
φιλαυτίας. Όταν εγώ είμαι ηδονιστικός τύπος, ξέρω γω, δεν ενδιαφέρομαι για
τους γονείς μου, όταν είμαι αφιλάγαθος άνθρωπος, όλα αυτά δεν είναι καρποί της
φιλαυτίας; Όλα αυτά λοιπόν που σας διάβασα, αγαπητοί μου, είναι γεννήματα της φιλαυτίας. Είναι ό,τι
είπε ο Κύριος κάποτε. Ότι «ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν ψυγήσεται». Αυτό
είναι. Ακριβώς γιατί οι άνθρωποι θα έχουν γίνει φίλαυτοι. Και η αγάπη θα έχει
γίνει ψυγείον. Και οι άνθρωποι θα είναι
περιφερόμενα ψυγεία.
Αλλά και η πίστις, και αυτή ακόμη εσχατολογικά, θα έχει μειωθεί. Ο
Κύριος είπε: «Καλά, αλλά, πλήν, ὁ Υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου», λέει, «όταν θα έρθει στη
Γη, εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς Γῆς;». Γιατί; Διότι η φιλαυτία από τη φύση της είναι μυωπική. Και δεν μπορεί το όμμα, το
μάτι του ανθρώπου να διαπερνά το αισθητόν σύμπαν. Και θα μένει μόνο σε ό,τι
βλέπει. Και η πίστις θα έχει πεθάνει.
Αγαπητοί μου, η φιλαυτία είναι
φαινόμενον θρησκευτικού εκφυλισμού· που περνά ο άνθρωπος από την κοινωνία
στην έννοια «άτομο». Μια θαυμασία και πιστοτάτη εικόνα μας έδωσε ο Κύριος εις
την παραβολή του άφρονος πλουσίου. Ζει μόνος αυτός και μόνον δια τον εαυτόν
του· αγνοώντας και τον Θεό και τους ανθρώπους. Η φιλαυτία είναι ασθένεια βαριάς μορφής· που το φάρμακό της είναι η
διαρκής άνθησις της πίστεως, της θεολογίας και της αγάπης. Ο Κύριος θα πει
εν ημέρα Κρίσεως: «Ήμουν ασθενής και
επεσκέψασθέ με». «Και ήρθατε και με βρήκατε»· που δείχνει ότι στο πρόσωπο του
συνανθρώπου- η Θεολογία- υπάρχει ο Χριστός, υπάρχει η πίστις, υπάρχει η αγάπη.
Και δεν υπάρχει η φιλαυτία. Αλλά θα πει: «Ήμουν
άρρωστος και δεν ήρθατε σε μένα». Το αντίστροφο· που θα πει: «Είσαστε πεπληρωμένοι, γεμάτοι από φιλαυτία».
Ο Θεός, από αγάπη, αγαπητοί μου, «ἐξῆλθεν» από τον εαυτόν Του, και δημιούργησε
το παν, τον ορατόν και αόρατον κόσμον. Άλλη μία φορά ο Θεός «εξέρχεται» από τον
εαυτόν Του και ενανθρωπίζει. Πάλι από αγάπη. Η φιλαυτία δεν υπάρχει στον Θεό. Και οφείλει να μην υπάρχει ούτε εις
τον άνθρωπον. Εξάλλου, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, «ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς»,
«δεν γυρεύει τα δικά της». Και όπου υπάρχει η αγάπη, υπάρχει κι ο
Θεός. Και όπου υπάρχει ο Θεός, η φιλαυτία έχει πεθάνει. Και πρέπει και οφείλει η φιλαυτία, αγαπητοί
μου, να πεθάνει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη
ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό
γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη,
φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
·
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
·
https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_375.mp3
