Ο π. Θεόδωρος Ζήσης κονιορτοποιεί τις σοφιστείες και τον χαρτοπόλεμο των ...αντι-Οικουμενιστῶν!
http://paterikiparadosi.blogspot.gr/
Μετὰ τὸ πρελούδιο
τῆς συνέντευξης τοῦ καθηγητῆ Τσελεγγίδη, ἦρθε καὶ ἡ φούγκα τῆς «Συνάξεως Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν» γιὰ νὰ ἀναπαράγει τὸν
ἀναποτελεσματικὸ καὶ θεομίσητο (τώρα μποροῦμε καθαρὰ νὰ τὸ ποῦμε)
χαρτοπόλεμο τῶν “ἀντι-Οἰκουμενιστῶν”. Ὁ καθένας φυσικὰ μπορεῖ νὰ κάνει τὶς ἐπιλογές του
καὶ κριτής του εἶναι ὁ Θεός, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ διαγράφει τὴν ἁγιοπατερικὴ Παράδοση
τῆς Ἐκκλησίας περὶ Διακοπῆς τοῦ Μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν
Ἐπισκόπων καί, κυρίως, νὰ διδάσκει αὐτὴν τὴν κακόδοξη θέση καὶ νὰ παρασύρει πρὸς αὐτὴν τοὺς πιστούς.
Θὰ ἐπαναλάβουμε,
λοιπόν, τὰ λόγια τοῦ καθηγητῆ τοῦ Α.Π.Θ. καὶ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση (στὸ τέλος καὶ τὸ σχετικὸ
βίντεο) μὲ τὰ ὁποῖα καταδικάζει
ὁ ἴδιος
τὸν ἑαυτό του καὶ μαζί του (διὰ τῶν λόγων του) καταδικάζονται καὶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν· καὶ ὁ καθένας ἂς βγάλει τὰ συμπεράσματά του.
Λέει ὁ π. Θεόδωρος:
«Δέν είμαι βέβαιος
ότι, αν απόψε με καλέσει ο Θεός καί εκδημήσω ἀπ’ αυτή τή ζωή, δέν ξέρω αν θά
βρώ δικαιολογία μπροστά στούς Αγίους, στούς Ομολογητάς, τους μάρτυρας, γι’
αυτήν τήν στάση τήν οποία κρατούμε όλοι τώρα. Η αίρεση ξεχειλίζει, οι
λατινόφρονες και οι φιλο-Οικουμενιστές είναι όλοι ανάμεσά μας προβατόσχημοι
λύκοι, κι εμείς κάνουμε διακρίσεις καί οικονομούμε. Προσπαθώ νά βρώ μιά
δικαιολογία γιά τόν εαυτό μου...
(...) Αφού οι Επίσκοποι μνημονεύουν τόν
Πατριάρχη καί επομένως υπόκεινται καί αυτοί στόν κανόνα: “ο κοινωνών ακοινωνήτω,
ακοινώνητος έσται”· καί εγώ μνημονεύω τόν Επίσκοπό μου, ο οποίος μνημονεύει τόν
Πατριάρχη, ο οποίος κοινωνεί μέ τόν Πάπα· καί εσείς οι λαϊκοί έρχεστε από μένα,
ο οποίος μνημονεύω τόν Επίσκοπο καί κοινωνάτε καί μέ αποδέχεστε. Επομένως, μία
σειρά –αυτή η σειρά τού παραπτώματος πού αρχίζει από τόν Πατριάρχη, αρχίζει
σιγά-σιγά σάν συγκοινωνούν δοχείον, νά φθάνει σάν ευθύνη μέχρις εμάς!
Αλλά ποιός από τόν
κόσμο τά ξέρει αυτά; Οι περισσότεροι από τούς λαϊκούς, θά πούν: “Μά, αφού τό
κάνει ο Πατριάρχης, αφού τό κάνει ο Πάπας, τί φταίω εγώ;”. Φταίς κι εσύ! Δέν
δικαιολογείται η άγνοια...
Είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Δέν είναι μόνον
υπεύθυνος ο Πατριάρχης. Δέν είναι μόνον υπεύθυνος ο Επίσκοπος ο οποίος σιωπά
καί η οποία σιωπή είναι τρίτο είδος αθεϊας. Είμαστε υπεύθυνοι καί εμείς οι
Πρεσβύτεροι καί μαζί μέ εμάς, είστε καί σείς οι λαϊκοί, πού έρχεστε μαζί μέ μάς
καί δέν μάς λέτε (σ.σ.: δεν μας
δηλώνετε): “Φεύγουμε εμείς”.
Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν
Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν
Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΟΥ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΠΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Οἱ ἀνησυχίες καὶ ἡ ἀγωνία τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἔκβαση τῶν ἐργασιῶν τῆς λεγόμενης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπαληθεύθηκαν. Ἡ σύναξη αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε σύνοδος οὔτε ἁγία οὔτε
μεγάλη.
Δὲν εἶναι σύνοδος,
διότι δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας· διακόπτει
τὴν παράδοση τῶν ὀρθοδόξων συνόδων, δὲν ἀποτελεῖ συνέχειά τους, συνιστᾶ συνοδικὴ
παρεκτροπὴ καὶ κανονικὴ καινοτομία. Ἡ ἐκκλησιολογικὰ κυνικὴ καὶ προκλητικὴ ὁμολογία
τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας ὅτι «δὲν εἶναι ἀντίγραφο τῶν παλαιῶν συνόδων ἀλλὰ ἕνα
νέο εἶδος συνόδου», ἐπαινεθεῖσα ἀπὸ τὸν πρωτοστάτη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἰκουμενικὸ
πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸν καὶ πρόεδρο τῆς «Συνόδου», καθιστᾶ ὅλους τοὺς
συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς, ποὺ τὴν ἀποδέχθηκαν ἀδιαμαρτύρητα, καινοτόμους καὶ
παραβάτες τῆς μακραίωνης συνοδικῆς καὶ κανονικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὑποκείμενους
στὴν κρίση μιᾶς μελλοντικῆς ἀληθοῦς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἡ εἰκόνα τῶν
συμπροσευχομένων μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους αἱρετικῶν παρατηρητῶν, Μονοφυσιτῶν, Παπικῶν
καὶ Προτεσταντῶν καὶ οἱ φιλόφρονες πρὸς αὐτοὺς λόγοι καὶ ἐκδηλώσεις βοοῦν καὶ
κραυγάζουν γιὰ τὴν πρωτοφανῆ συνοδικὴ καινοτομία καὶ τὴν εὐθεία προσβολὴ τῶν Ἱερῶν
Κανόνων.
Δὲν εἶναι
ἁγία, διότι ὁρισμένα σημαντικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐνέκρινε εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς
ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες διὰ τῶν αἰώνων ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν
Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν. Δὲν εἶναι
δυνατὸν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸν ἑαυτό του· ἄλλοτε νὰ
καταδικάζει, στὶς ὄντως ἅγιες συνόδους, τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ἀναθεματίζει τοὺς αἱρετικούς,
καὶ ἄλλοτε, ὅπως στὴν «σύνοδο» τῆς Κρήτης, νὰ τὶς θεωρεῖ ἐκκλησίες. Καὶ ἐπειδὴ
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι εὐθές, ἀναλλοίωτο καὶ ἄτρεπτο, διεστραμμένες καὶ ἀλλοιωμένες
εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις τῆς συνάξεως τοῦ Κολυμπαρίου ποὺ ἔχουν κατεξοχὴν
δογματικὸ περιεχόμενο. Δὲν ἐλήφθησαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀλλ᾽ ἐν ἄλλῳ πνεύματι,
σκολιῷ καὶ ἀλλοτρίῳ.
Δὲν εἶναι ἐπίσης
μεγάλη ἡ «σύνοδος» γιὰ δύο λόγους. Τὸ μεγαλεῖο ἐν πρώτοις συνδέεται μὲ τὴν
θεοσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητα. Ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε μεγάλους ὅσους Ἁγίους
διακρίθηκαν εἴτε στὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας εἴτε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα
ἢ καὶ στὰ δύο· Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Κωνσταντῖνος, Μέγας Βασίλειος, Μέγας Ἀντώνιος,
Μέγας Εὐθύμιος καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης στὴν ὑπεράσπιση τῆς
πίστεως ὄχι μόνον δὲν παίρνει μεγάλο βαθμό, ἀλλὰ ἡ ἐπίδοσή της εἶναι ἀρνητική,
κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀφοῦ δὲν καταπολεμεῖ, ἀλλὰ ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις.
Οἱ ἀνησυχίες καὶ ἡ ἀγωνία τοῦ ὑγιοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἔκβαση τῶν ἐργασιῶν τῆς λεγόμενης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐπαληθεύθηκαν. Ἡ σύναξη αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε σύνοδος οὔτε ἁγία οὔτε
μεγάλη.
Δὲν εἶναι σύνοδος,
διότι δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας· διακόπτει
τὴν παράδοση τῶν ὀρθοδόξων συνόδων, δὲν ἀποτελεῖ συνέχειά τους, συνιστᾶ συνοδικὴ
παρεκτροπὴ καὶ κανονικὴ καινοτομία. Ἡ ἐκκλησιολογικὰ κυνικὴ καὶ προκλητικὴ ὁμολογία
τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλβανίας ὅτι «δὲν εἶναι ἀντίγραφο τῶν παλαιῶν συνόδων ἀλλὰ ἕνα
νέο εἶδος συνόδου», ἐπαινεθεῖσα ἀπὸ τὸν πρωτοστάτη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, οἰκουμενικὸ
πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸν καὶ πρόεδρο τῆς «Συνόδου», καθιστᾶ ὅλους τοὺς
συμμετέχοντες ἀρχιερεῖς, ποὺ τὴν ἀποδέχθηκαν ἀδιαμαρτύρητα, καινοτόμους καὶ
παραβάτες τῆς μακραίωνης συνοδικῆς καὶ κανονικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὑποκείμενους
στὴν κρίση μιᾶς μελλοντικῆς ἀληθοῦς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου.
Ἡ εἰκόνα τῶν
συμπροσευχομένων μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους αἱρετικῶν παρατηρητῶν, Μονοφυσιτῶν, Παπικῶν
καὶ Προτεσταντῶν καὶ οἱ φιλόφρονες πρὸς αὐτοὺς λόγοι καὶ ἐκδηλώσεις βοοῦν καὶ
κραυγάζουν γιὰ τὴν πρωτοφανῆ συνοδικὴ καινοτομία καὶ τὴν εὐθεία προσβολὴ τῶν Ἱερῶν
Κανόνων.
Δὲν εἶναι
ἁγία, διότι ὁρισμένα σημαντικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα ἐνέκρινε εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς
ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ληφθεῖσες διὰ τῶν αἰώνων ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν
Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τῶν αἱρετικῶν. Δὲν εἶναι
δυνατὸν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸν ἑαυτό του· ἄλλοτε νὰ
καταδικάζει, στὶς ὄντως ἅγιες συνόδους, τὶς αἱρέσεις καὶ νὰ ἀναθεματίζει τοὺς αἱρετικούς,
καὶ ἄλλοτε, ὅπως στὴν «σύνοδο» τῆς Κρήτης, νὰ τὶς θεωρεῖ ἐκκλησίες. Καὶ ἐπειδὴ
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι εὐθές, ἀναλλοίωτο καὶ ἄτρεπτο, διεστραμμένες καὶ ἀλλοιωμένες
εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις τῆς συνάξεως τοῦ Κολυμπαρίου ποὺ ἔχουν κατεξοχὴν
δογματικὸ περιεχόμενο. Δὲν ἐλήφθησαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀλλ᾽ ἐν ἄλλῳ πνεύματι,
σκολιῷ καὶ ἀλλοτρίῳ.
Δὲν εἶναι ἐπίσης
μεγάλη ἡ «σύνοδος» γιὰ δύο λόγους. Τὸ μεγαλεῖο ἐν πρώτοις συνδέεται μὲ τὴν
θεοσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητα. Ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε μεγάλους ὅσους Ἁγίους
διακρίθηκαν εἴτε στὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας εἴτε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα
ἢ καὶ στὰ δύο· Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Κωνσταντῖνος, Μέγας Βασίλειος, Μέγας Ἀντώνιος,
Μέγας Εὐθύμιος καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης στὴν ὑπεράσπιση τῆς
πίστεως ὄχι μόνον δὲν παίρνει μεγάλο βαθμό, ἀλλὰ ἡ ἐπίδοσή της εἶναι ἀρνητική,
κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀφοῦ δὲν καταπολεμεῖ, ἀλλὰ ἐκκλησιοποιεῖ τὶς αἱρέσεις.