(Οἱ ὑπογραμμίσεις τοῦ
ἄρθρου δικές μας)
Αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦμε τώρα νὰ κάνουμε ἐδῶ εἶναι νὰ παρουσιάσουμε πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ἡ ὁποία ἀπειλοῦσε ἐσωτερικὰ τὴν Ἐκκλησία, ἔχουσα τὴν ὑποστήριξη αὐτοκρατόρων, ἡγεμόνων, πατριαρχῶν καὶ
ἐπισκόπων, ὅπως συμβαίνει καὶ σήμερα μὲ τὶς παναιρέσεις τοῦ
Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ εἶναι πολὺ
πιὸ ἐπικίνδυνες, γιατὶ
ἀναιροῦν τὸ σύνολο τῶν δογμάτων τῆς πίστεως καὶ μεταβάλουν τὴν θεϊκὴ
διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου σέ συνήθη ἀνθρώπινη διδασκαλία, ἀποσύρουν τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, τοὺς Ἁγίους καὶ τοὺς Πατέρας, καὶ ἐγκαθιστοῦν τὸν ἀλάθητο πάπα τῆς Ρώμης
καὶ τὴν πανσπερμία τῶν αἱρέσεων τοῦ
Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν δῆθεν Ἐκκλησιῶν. Ἡ παρουσίαση αὐτὴ εἶναι πολὺ
διδακτικὴ καὶ γιὰ ὅσους καμώνονται πὼς δὲν βλέπουν τὸν κίνδυνο, γιὰ "σοβαροὺς" πνευματικοὺς ποὺ
παρασύρουν ἢ φέρνουν σὲ πολὺ δύσκολη θέση τὰ
πνευματικὰ τους παιδιά, ποὺ βλέπουν
καλύτερα μὲ τὰ μάτια τῶν Ἁγίων καὶ
ἀρχίζουν νὰ ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ἀξιοπιστία τῆς πνευματικῆς καθοδήγησης.
Καὶ ἀσφαλῶς οἱ Ἅγιοι εἶναι πιὸ ἀξιόπιστοι ἀπὸ τοὺς οποιουσδήποτε Γέροντες
καὶ πνευματικούς, ὅταν δὲν ὁργίζονται γιὰ τὴν αἵρεση
καὶ δὲν ἀγωνίζονται νὰ τὴν φανερώσουν καὶ νὰ τὴν ἀποδιώξουν.
Ἄφησε λοιπὸν γιὰ δεύτερη φορὰ ὁ Μέγας Ἀντώνιος τὴν ἔρημο καὶ κατέβηκε
στὴν Ἀλεξάνδρεια, τῆς ὁποίας ὁ ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος καὶ πατριάρχης,
ὁ Μ. Ἀθανάσιος, βρισκόταν ὑπὸ συνεχὴ διωγμὸ
καὶ διαδοχικὲς ἐξορίες καὶ τὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο ὑπὸ τὴν διαποίμανση Ἀρειανῶν αἱρετικῶν, ὅπως
τώρα ὑπὸ τὴν διαποίμανση οἰκουμενιστῶν ἢ φιλοοικουμενιστῶν πατριαρχῶν καὶ
ἐπισκόπων.
Ὁ Μ. Αντώνιος, ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ «Βίος» του, καὶ στὰ
θέματα τῆς πίστεως «πάνυ
θαυμαστὸς ἦν καὶ εὐσεβής». Δὲν εἶχε καμμία κοινωνία μὲ
τοὺς σχισματικοὺς
Μελιτιανούς, γιατὶ γνώριζε ἀπὸ τὴν
ἀρχὴ τὴν πονηρία καὶ τὴν ἀποστασία τους. Ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς Μανιχαίους καὶ
ἄλλους αἱρετικοὺς δὲν μίλησε ποτὲ φιλικά, παρὰ μόνο γιὰ νὰ τοὺς νουθετήσῃ καὶ νὰ τοὺς μεταβάλῃ σὲ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθοδόξους. Πίστευε
καὶ ἐδίδασκε ὅτι ἡ φιλία καὶ ἡ συναναστροφὴ μαζί τους εἶναι βλάβη καὶ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς. Ἐσιχαίνετο καὶ τὴν αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν καὶ παρήγγελε
σὲ ὅλους οὔτε νὰ τοὺς πλησιάζουν οὔτε νὰ δέχονται τὴν κακή τους πίστη.
Ὅταν τὸν ἐπισκέφθηκαν κάποτε κάτι φανατικοὶ Ἀρειανοί, ἀφοῦ συζήτησε
μαζί τους καὶ κατάλαβε πὼς εἶναι ἀσεβεῖς, τοὺς ἔδιωξε ἀπὸ τὸ ὄρος
ποὺ ἀσκήτευε, λέγοντας ὅτι τὰ λόγια τους εἶναι χειρότερα καὶ ἀπὸ τὸ δηλητήριο
τῶν φιδιῶν(*).
Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀποτελεῖ θὰ λέγαμε
κανόνα, ὁ ὁποῖος ὁλοκάθαρα μᾶς
παρουσιάζει, ἀψευδέστατα καὶ ἀπλανέστατα, πῶς πρέπει νὰ γίνονται οἱ διάλογοι μὲ τοὺς αἱρετικούς, καὶ πῶς πρέπει ἀνθρώπινα καὶ
κοινωνικὰ νὰ ρυθμίζουμε τὴ σχέση μας
μαζί τους, ἀλλὰ συγχρόνως δείχνει πὼς σήμερα γκρεμίζονται ὅλα τὰ ὅρια ποὺ ἔθεσαν οἱ Πατέρες ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι ἀγκαλιάζουν τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀσπάζονται ὡς εὐσεβεῖς καὶ ὁμοπίστους
καὶ οὔτε διανοοῦνται
ὄχι νὰ τοὺς διώξουν καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνουν, ἀλλὰ οὔτε νὰ τοὺς νουθετήσουν νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ὀρθοδοξία.
Οἱ διάλογοι γίνονται ἐπὶ ἴσοις
ὅροις. Ἐξίσωση τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀλήθειας, τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης.
Ὅταν διαλέγεσαι ἐπὶ «ἴσοις ὅροις», αὐτὸ σημαίνει ὅτι δίνεις τὶς ἴδιες
πιθανότητες νὰ ἐπικρατήσῃ τὸ ψεῦδος ἐπὶ τῆς ἀλήθειας,
ὅτι ἀμφιβάλλεις γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ ψάχνεις νὰ τὴν βρῇς. Ὁ διάλογος ὅμως τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων, εἶναι ὅπως ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Σαμαρείτιδα, τῶν
Ἀποστόλων πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ἐθνικούς, τῶν Πατέρων
πρὸς τοὺς αἱρετικούς, πρόσκληση καὶ νουθεσία
νὰ ἐπανέλθουν στὴν ἀλήθεια, νὰ συναχθοῦν μέσα στὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἕνωση καὶ εἰρήνη, τὰ ἄλλα εἶναι ψευδοενώσεις, ψευδοειρῆνες καὶ ψευδοδιάλογοι».
* * *
Ἔτσι, πατερικά–ἀγωνιστικά μιλοῦσε ὁ π. Θεόδωρος τὸ 2007, καταθέτοντας
τὴν ποιμαντικὴ στάση τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὅταν ἐπρόκειτο γιὰ τὴν στάση μας ἔναντι
τῶν αἱρετικῶν. Καὶ αὐτὴ τὴν στάση περὶ ἀπομακρύνσεως–ἀποτειχίσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπικροτοῦσαν καὶ πολλοὶ ἄλλοι
πατέρες· τότε.
Σήμερα, ὅμως, ἄλλαξαν
θέση, χωρὶς νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἀνάγκη νὰ δικαιολογήσουν αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ μὲ
θεολογικὸ λόγο. Ἡ στάση, ὅμως, τῶν Ἁγίων Πατέρων παραμένει ἡ ἴδια, παράδειγμα
γιὰ μᾶς ποὺ σήμερα μὲ ἄφατη θλίψη βλέπουμε νὰ ἐπιβάλλεται ἡ παναίρεση τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ, ἐπειδὴ οἱ σύγχρονοι ποιμένες ἀρνοῦνται νὰ ἐφαρμόσουν στὴν πράξη,
ὅσα ἔχουν διαπιστώσει, ὡς διδασκαλία τῶν Ἁγίων, στὴ θεωρία.
Καὶ μιὰ ἐρώτηση σὲ κάποιο
μητροπολιτικὸ «Γραφεῖο ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ Παραθρησκειῶν».
Ποιά σύνοδος, ἄραγε
προηγήθηκε, καὶ καταδίκασε τοὺς σχισματικοὺς Μελιτιανούς, καὶ τοὺς αἱρετικούς
Μανιχαίους ἀλλὰ καὶ ἄλλους αἱρετικούς, ὥστε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος (στηριζόμενος στὴν
Σύνοδο αὐτή) νὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς σχισματικοὺς καὶ αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς
του; Δὲν τὸ ἔκανε αὐτό, χωρὶς κάποια Σύνοδος νὰ τοὺς καταδικάσει, μόνο καὶ μόνο
ἐπειδὴ οἱ θέσεις τους ἀντιστρατεύονταν τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση τῆς
Ἐκκλησίας;
Γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσουμε
ἀκόμα περισσότερο νὰ καταλάβουν τὴν ἀθεολόγητη στάση τους, τοὺς προσφέρουμε
ἄλλο ἕνα κείμενο (ἀπὸ τὴ γραφίδα συμπρεσβυτέρου τους, πανεπιστημιακοῦ ἱερωμένου):
«Ἡ εἰσαγωγὴ τῆς
αἱρέσεως, ἀντίκειται μεγίστως καὶ
οὐσιαστικῶς στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ καταργεῖ
τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῶν αἱρεσιαρχῶν
καὶ τῶν ὀπαδῶν τους καὶ
διαρρήσσει τὴν προσωπική τους σχέση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τοὺς
ὑπολοίπους πιστούς.
Αὐτὸ εἶναι
φανερὸ τοὐλάχιστον καὶ ἀπὸ τρία γνωστὰ σὲ ὅλους μας περιστατικά. Ἀπὸ τὴν
ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου μὲ σχισμένο χιτῶνα στὸν Ἅγιον Πέτρον Ἀλεξανδρείας, πρὸ τῆς συνοδικῆς καταδίκης τοῦ Ἀρείου, διὰ
τῆς ὁποίας ἐμφανίσεως ὁ Κύριος προειδοποιεῖ τὴν Ἐκκλησία ἐναντίον τοῦ
αἱρεσιάρχου. Ὅπως λέγει ἡ σχετικὴ διήγηση ὁ
Κύριος προειδοποίησε τὸν
Ἅγιον Πέτρον Ἀλεξανδρείας νὰ μὴ δεχθῇ οὔτε ὁ ἴδιος τὸν Ἄρειο σὲ κοινωνία, οὔτε
οἱ διάδοχοί του, Ἀχιλλᾶς καὶ Ἀλέξανδρος». (“Μελενικιώτης”,
Οἱ Οἰκουμενιστὲς θέτουν ὄντως ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας).
___________________
(*) «Καὶ τὰ πίστει δὲ πάνυ θαυμαστὸς ἦν καὶ εὐσεβής. Οὔτε γὰρ Μελιτιανοῖς τοῖς σχισματικοῖς ποτε κεκοινώνηκεν, εἰδὼς αὐτῶν τὴν ἐξ ἀρχῆς πονηρίαν καὶ ἀποστασίαν, οὔτε Μανιχαῖοις ἢ ἄλλοις τισὶν αἱρετικοῖς ὠμίλησε φιλικά, ἢ μόνον ἄχρι νουθεσίας τῆς εἰς εὐσέβιαν μεταβολῆς, ἡγούμενος καὶ παραγγέλλων τὴν τούτων φιλίαν καὶ ὀμιλίαν βλάβην καὶ ἀπώλειαν εἶναι ψυχῆς. Οὔτω γοῦν καὶ τὴν τῶν Ἀρειανῶν αἵρεσιν ἐβδελύσσετο, παρήγγελέ τε πᾶσι μήτε ἐγγίζειν αὐτοῖς μήτε τὴν κακοπιστίαν αὐτῶν ἔχειν. Ἀπελθόντας γοῦν ποτέ τινας πρὸς αὐτὸν τῶν Ἀρειομανιτῶν, ἀνακρίνας καὶ μαθὼν ἀσεβοῦντας, ἐδίωξεν ἀπὸ τοῦ ὄρους λέγων ὄφεων ἰοῦ χείρονας εἶναι τοὺς λόγους αὐτῶν».