Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

"Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ 1967-1974 - Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση" ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ (διδακτορικό) ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ή ΤΥΜΒΩΡΥΧΙΑ ;;;


 ερωτηση στον προλογισαντα  ομοτ. καθηγητη κ. ιωαννη κονιδαρη 

 Δημοσίευμα  της Εφημερίδος :ΑΓΩΝΑΣ  αρ φυλ. 243 /2017 http://www.agonas.org/

 ΤΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΤΑΣΙΟΠΟΥΛΟΥ ΕΚΔΟΤΟΥ – ΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΕΦΗΜ. «ΑΓΩΝΑΣ»

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Απάντηση σε άρθρο της εφημερίδος «Αγώνας» για το βιβλίο «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967 – 1974» του Χαράλαμπου Μ. Ανδρεόπουλου
Το επίμαχο βιβλίο

 Δημοσίευμα  της Εφημερίδος :ΑΓΩΝΑΣ  αρ φυλ. 244/2017 http://www.agonas.org/


Ο Εκδότης της εφημερίδος «ΑΓΩΝΑΣ» ΤΡΙΝΤΑΦΥΛΛΟΣ ΤΑΣΙΟΠΟΥΛΟΣ Αντικρούει τα επιχειρημάτα του κ. Χαράλαμπου Ανδρεόπουλου που πραγματεύεται στην διατριβή του :“Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ 1967-1974”και ΕΔΩ:
https://agonasax.blogspot.gr/2017/10/1967-1974.html

Οι φωτογραφίες που μιλούν
 Ο Βαρθολομαίος στην Ελασσώνα  και ο λαμβάνον  βαθυσεβάστως ευλογία κ. Χαράλαμπος Μ. Ανδρεόπουλος δημοσιογραφών τότε, τώρα δρ. θεολόγος

Ο κοσμίτωρ της θεολογικής ΑΠΘ κ. Κωνσταντίνου Μιλτ. Ο αντικανονικός  Ιγνάτιος Λάππας δεσπότης Λαρίσης  ο κ. Ν. Παύλου και ο Χαράλαμπος (Χάρης) Ανδρεόπουλος στο επισκοπείο Λαρίσης

Στήν Ἑπταμελῆ Ἐξεταστική Ἐπιτροπή συμμετεῖχαν, ἐπίσης, ὁ Κοσμήτορας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, καθηγητής τοῦ Τμήματος Θεολογίας κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, ὁ καθηγητής τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας κ. Βασίλειος Κουκουσᾶς καί οἱ ἐπίκουροι καθηγητές τοῦ Τμήματος Θεολογίας κ.κ. Νικόλαος Μαγγιῶρος καί Χρῆστος Τσιρώνης. 
Στήν διαδικασία παρέστησαν, μεταξύ τῶν πολλῶν ἀκροατῶν, ὁ ὁμότιμος καθηγητής κ. Ἰωάν. Καραβιδόπουλος, οἱ καθηγητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς κ.κ. Θεοδ. Γιάγκου, Βάσ. Τσίγκος, ὁ ἐπίκουρος καθηγητής κ. Διον. Βαλαής καί ἡ λέκτορας κ. Ἀντ. Κυριατζή.-
 Ο υποψήφιοςδρ. κ. Χάρης  Ανδρεόπουλος 2ος εξ αριστερών.



απο δεξιά ο κ.Χαράλαμπος Μ. Ανδρεόπουλος  και Μιλτ. Κωνσταντίνου στη Λαρίσα
Αριστερά ο Χαρ. Ανδρεόπουλος με τον Αντικανονικό Ιγνάτιο  Λάππα Λαρίσης



"Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΚΤΑΚΤΟΡΙΑ 1967-1974 -  Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση"   
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ (διδακτορικό) ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ή ΤΥΜΒΩΡΥΧΙΑ ;;;
 απαντηση στον προλογισαντα  ομοτ. καθηγητη ιωαννη κονιδαρη 
Οπως σας είχαμε προαναγγείλει στο προηγούμενο φύλλο της εφημερίδος "ΑΓΩΝΑΣ" αρ. φυλ. 241-242 http://www.agonas.org/ «πράγματι θα ’χουμε και συνέχεια, διότι οι άνθρωποι μικροί (ποταποί) προσπαθούν ν’ ανέβουν πατώντας επάνω στο ψέμα, ξεχνώντας ότι: “Ουδέν έρπει ψεύδος εις γήρας χρόνου”». Δεν περιμέναμε το “περισπούδαστο” αυτό σύγγραμμα, που προσπαθεί να παραποιήσει την ιστορία και όχι να την καταγράψει, ότι θα κυκλοφορούσε τόσο σύντομα, διότι, ο ίδιος είχε δηλώσει ότι η “διατριβή είναι δεσμευμένη στην Γραμματεία του Πανεπιστημίου από τον συγγραφέα (μέχρι και 4/2019)”. Η επιστημονική του διατριβή κυκλοφόρησε δύο χρόνια ενωρίτερα. “Άγνωσται αι βουλαί των ανθρώπων”.

Το “επιστημονικό” έργο δεν κάνει τίποτα άλλο από το να εκτοξεύει με πείσμα βέλη φαρμακερά εναντίον ενός σιωπηλού, ανύστακτου ιερουργού της υπερτάτης αγάπης, που έδωσε τα πάντα στην εκκλησία. Μπήκε στην εκκλησία φτωχός και έφυγε φτωχότερος. Που είχε “Πνεύμα σοφίας” – “πνεύμα συνέσεως” και βίο διάφανο, τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Ελλάδος κυρό Ιερώνυμο Α΄ Κοτσώνη.

Αρχή κάνουμε με τον προλογίσαντα το “επιστημονικό” σύγγραμμα καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ιωάν. Κονιδάρη. Για το όλο έργο του κ. Χαρ. Ανδρεόπουλου θα δώσουμε απάντηση από τα ίδια του κείμενα που επικαλείται ως ιστορικές πηγές, αργότερα λόγω του μεγάλου όγκου των στοιχείων. 


(Ερώτημα στον ομότιμο καθηγητή του Εκκλ. Δικαίου της Νομικής Σχολής του Παν. Αθηνών κ. Ιωάννη Μ. Κονιδάρη).

Στις αρχές Ιουνίου ε.ε. διάβασα, στην μία και μοναδική εφημερίδα της Λάρισας, κριτική – χωρίς να αναφέρεται ο κριτικός γιατί είναι μάλλον ο ίδιος – για έκδοση ενός διδακτορικού έργου αναφερόμενου σε μία από τις πλέον σκοτεινές και δυσερμήνευτες περιόδους της σύγχρονης εκκλησιαστικής ιστορίας, με τίτλο «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974». (βλ. φωτ. σελ. 6)

Η κυκλοφορία του συνδύασε ο συγγραφέας να συμπέσει με την συμπλήρωση 50 χρόνων από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας το 1967 και με πολύ στόμφο αναφέρει ότι προλογίζεται, και εκθειάζεται μάλιστα, χαρακτηριζόμενο ως «έργο-σταθμό για την εκκλησιαστική ιστορία, αλλά και εφαλτήριο για περαιτέρω αναζητήσεις σε συναφείς κλάδους, όπως το Εκκλησιαστικό Δίκαιο ή/και την Πολιτική ιστορία του τόπου μας».

Κύριε καθηγητά, διαβάζοντας κι εγώ αυτό το “επιστημονικό”, «έργο-σταθμό», που κατά την άποψή σας ο συγγραφέας έχει «εδραία επιστημονική κατάρτιση και αντικειμενική κρίση», προβληματίστηκα διότι είχα διαμορφώσει άλλη γνώμη – όπως και πολλοί άλλοι – σχετικά με τις θέσεις που είχατε εκφράσει κατά καιρούς ως καθηγητής του Εκκλ. Δικαίου με άρθρα σε εφημερίδες ή ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ήταν κάπως διαφορετικές απ’ αυτές που εκφράζετε προλογίζοντας το “επιστημονικό” σύγγραμμα.

Γι’ αυτό απορώ και ζητώ να μάθω αν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στην ιστορική βιβλιογραφία. Διότι, σύγγραμμα 380 σελίδων για το οποίο χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 350 βοηθήματα, [βιβλία (μελέτες), δεκάδες “ηλεκτρονικές πηγές” (Διαδικτυακός τόπος, Youtube, Διαδίκτυο), 52 Νομοθεσίες, τόμοι ολόκληροι (Αρχεία – πρακτικά, Βουλή των Ελλήνων, Ακαδημίας, διημερίδες…), Συνοδικαί Εγκύκλιοι (1957-1995) χιλιάδων σελίδων, 14 ογκωδέστατοι τόμοι (Στράγκα, Ράλλη, Καραμανλή), αφιερώματα, εφημερίδες, περιοδικά] – καθ’ υπολογισμόν 200 χιλιάδων σελίδων και πλέον – και ο “δόκιμος” – κατά την επιστημονική σας άποψη –, πολυγραφώτατος ερευνητής, που μόχθησε για να φέρει σε αίσιο πέρας την πραγματεία του, δεν βρήκε ΤΙΠΟΤΑ, μα ΤΙΠΟΤΑ το καλό στον “καταραμένο” Ιερώνυμο Κοτσώνη;

Οι ιστορικοί, ακόμη και για τον μεγαλύτερο εγκληματία έχουν γράψει και κάτι, έστω μικρό καλό, γι’ αυτόν. Ακόμα και για τον τρομερό λήσταρχο Γιαγκούλα – με τις 54 φρικιαστικές δολοφονίες που προκαλούν τρόμο – ο βιογράφος του δεν δίστασε να αναφέρει ότι υπήρξε προστάτης των τυραννουμένων, προίκισε με χρήμα δεκάδες πτωχές κοπέλες και γενικά βοήθησε τον φτωχό κόσμο.

Εδώ ο “δόκιμος” συγγραφέας δεν είδε, δεν διάβασε ούτε άκουσε τίποτα καλό για τον Ιερώνυμο; Και το φοβερότερο ήταν, ότι για να υπερπηδήσει διάφορα γεγονότα ή φάσεις που του ήταν “εμπόδιο” στην εργασία του, αφαιρούσε τα επίμαχα σημεία ή – το χειρότερο – επιστράτευε κάποιον με αντίθετη γνώμη κόβοντας και ράβοντας στα μέτρα του, προκαλώντας αμφιβολίες και ερωτηματικά στον αναγνώστη ως προς το ποιο είναι το σωστό.

Κύριε καθηγητά (Ι. Κονιδάρη), έχω μερικές απορίες σαν ένας απλός πολίτης. Σε μια ιστορική έρευνα υπάρχουν οι δικοί μας και οι απέναντι; Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο “δόκιμος” συγγραφέας, όσους έγραψαν εναντίον του αρχιεπ. Ιερωνύμου και την εκκλησιαστική του πορεία, τους ανύψωσε στα ουράνια δίνοντας τίτλους («Σύγχρονες προσωπικότητες της Ορθοδοξίας», «Διακεκριμένοι επιστήμονες», «άνθρωποι σοβαρότητας και εντιμότητας», «κορυφαίοι βιβλικοί Θεολόγοι»…), ενώ τους ασχολούμενους με το έργο και την προσφορά του Ιερωνύμου τους έστειλε στα Τάρταρα χαρακτηρίζοντάς τους υποτιμητικά – και ας είναι επιστήμονες τεράστιας εμβέλειας – (“οργανωσιακούς”, “Ιερωνυμικούς”, “παραεκκλησιαστικούς”, “χουντικούς”…) αφήνοντας υπονοούμενα μάλιστα ότι τα γραφόμενά τους δεν έχουν και κύρος!

Δεύτερη απορία: Ένα βιβλίο εκατοντάδων σελίδων που ασχολείται με την έρευνα μίας περιόδου της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας, γραμμένο μάλιστα και από θεολόγο, είναι δυνατόν να μην περιλαμβάνει ούτε μία φορά τη λέξη – όχι όνομα – Θεός, Παναγία, Απόστολος, άγιος της Εκκλησίας; Αλλά και το φοβερότερο, από τη μία να επικαλείται δεκάδες φορές τους Ιερούς Κανόνες, τους δε συντάξαντες αυτούς να παραβλέπει σαν τον διάβολο το θυμίαμα;

Μπορεί να αντιλέξετε – και ίσως να έχετε δίκαιο – λέγοντας: Τι δουλειά έχει ένα βιβλίο που ασχολείται με τη δομή της Εκκλησίας να αναφέρει το Χριστό και τους αγίους, αφού ο απώτερος σκοπός του είναι ο “ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ” Ιερώνυμος Κοτσώνης; Γι’ αυτό ό,τι “εποίησε” ο Ιερώνυμος από την γέννηση μέχρι το θάνατό του το στέλνει στο “πυρ το εξώτερον”. Σφίγγεται η καρδιά σου όταν βλέπεις τέτοιο κατάντημα ανδρός, και μάλιστα Θεολόγου να παραποιεί τόσο βάναυσα ιστορικά – ιεροκανονικά γεγονότα!

• Από Αριστίνδην Σύνοδο ο Αθηναγόρας δεν έγινε από διάκονος μητροπολίτης, Αρχιεπίσκοπος, Πατριάρχης; Αυτός όμως έγινε επειδή ήταν μασόνος.

• Ο Μ. Μεταξάκης από αριστίνδην και με πολιτική παρέμβαση δεν έγινε Αθηνών και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αναστατώνοντας την εκκλησία με την αυθαίρετη αλλαγή του ημερολογίου; Αλλά λόγω της Μασονικής του ιδιότητας ήταν “κανονικός”.

• Ο Χρυσ/μος Παπαδόπουλος έγινε αρχιεπίσκοπος μόνο με τρεις ψήφους από Αριστίνδην Σύνοδο, γιατί έπρεπε να αλλάξουν το ημερολόγιο. Και όμως η εκλογή του δεν αμφισβητήθηκε επειδή ήταν μασόνος.

• Πλήθος μνηστήρων των εκκλησιαστικών θρόνων κατέλαβαν αυτούς με καθαρές διαδικασίες; Ασφαλώς όχι, αλλά κατά τον ειρημένο Θεολόγο ήταν “κανονικοί”.

• Κι ο Χρυσόστομος Β΄ (Χατζησταύρου) κατέλαβε την αρχιεπισκοπή, μετά από απαίτηση του Καραμανλή να παραιτηθεί ο κανονικός Ιάκωβος Βαβανάτσος, και στη συνέχεια έκανε πραξικόπημα – εκβιαζόμενος – με την μισή ιεραρχία να κάνει εκλογές και επανέφερε το ποθούμενο «μεταθετό». Ήταν όλα αυτά “κανονικά” αφού στη περίπτωση εδώ, για όλα έφταιγε η Κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Ξέχασε ο συγγραφέας, φαίνεται, ότι ο Χρυσόστομος όρκισε την προηγούμενη δικτατορική Κυβέρνηση και με το πέρας της ορκωμοσίας μοίραζε σε όλους συγχαρητήρια», την δε επομένη (22-7-1967) με ομόφωνη απόφαση η ΔΙΣ έστειλε επείγον συγχαρητήριο τηλεγράφημα για μακροημέρευση της “εθνικής Κυβέρνησης”.

• Ο Σεραφείμ Τίκας αναρριχήθηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο με 19 ψήφους από 65 Ιεράρχες. Υπό κανονικές συνθήκες αν αφαιρέσουμε τους 12 που είναι σιμωνιακοί – “ευλογημένοι του … πνεύματος” – μας μένουν 7 και αν δεν ήταν από πάνω η σπάθη του δικτάτορα Ιωαννίδη δεν ξέρουμε εάν εύρισκε και τη δική του. Κατά τον “δόκιμο” Θεολόγο όμως όλα έγιναν κατά την “κανονική” τάξη της Εκκλησίας!

• Οι Συντακτικές Πράξεις 3 & 7/1974 που ακολούθησαν, οι αποκεφαλισμοί 12 μητροπολιτών, τα Ιεροδικεία Κεφαλληνίας, Κυθήρων, … με την πρόσθετη διάταξη τον Καταστατικό Χάρτη το 1983 και με εφαρμογή του άρθρου 34 παρ. 3 Κ.Χ. 590/1977 (… είναι όχι μόνον αντικανονική, αντιδογματική, αντιεκκλησιαστική και αντισυνταγματική – Ι. Κονιδάρης 8-1-92) ο Σεραφείμ έγινε απόλυτος δικτάτορας. Όλα αυτά κατά την “διδακτορική διατριβή” έγιναν «κατά τάξιν και ευσχημόνως».

Όσα έκανε ο Σεραφείμ τα φόρτωναν στους “τενεκέδες ξεγάνωτους” πολιτικούς, στις “παραεκκλησιαστικές, παραθρησκευτικές” οργανώσεις, στους “ιερωνυμικούς” μητροπολίτες, στα “καθίκια” και σε άλλους. Ο Σεραφείμ “λευκή περιστερά”.

Είναι δυνατόν; Και όμως συμβαίνει. Σε όλη την συγγραφική πραγματεία του ο κ. Χάρης Ανδρεόπουλος – θεολόγος, όλα τα έργα και τις ημέρες της δικτατορίας τα φόρτωσε στον Ιερώνυμο Κοτσώνη.

Τρίτη απορία: Ο “πολυγραφώτατος ερευνητής” με την “οξυδέρκεια και την ευθυκρισία” που τον κατέχει, αναφέρει πάνω από 300 φορές το “κανονικός - αντικανονικός” και τους “Ιερούς Κανόνες”, αλλ’ όμως δεν κατονομάζει κανέναν, λες και είναι κάτι το αόριστο και αφηρημένο.

Ενώ τους επικαλείται, φαίνεται σαν να μην γνωρίζει ότι οι Ιεροί Κανόνες είναι η ιστορία της Εκκλησίας· έχουν ονοματεπώνυμο, που με την πιστή εφαρμογή τους οριοθετούν και χειραγωγούν τους ποιμένες της Εκκλησίας στην πνευματική λεωφόρο, αποτρέποντας το ενδεχόμενο της παρέκκλισης και αποκοπής από την Ιερά φάλαγγα της Εκκλησίας!

Οι Απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες, καθηγητά και κ. Ανδρεόπουλε, συνοδικώς συνέταξαν και ομοφώνως αποφάσιζαν «έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν» πράξ. ιε 88 (φάνηκε ορθό στο Άγιο Πνεύμα και σε μας) γι’ αυτό οι αποφάσεις τους έχουν ευρύτητα και μεγάλη πληρότητα και καλύπτουν όλο το φάσμα των προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν στην πορεία της Εκκλησίας μας, γιατί είναι “εν αγίω Πνεύματι”.

Ο “δόκιμος” ερευνητής Θεολόγος με το πρόσχημα του “αντικανονικός” χρησιμοποιεί τους Ιερούς Κανόνες στην “επιστημονική διατριβή του” ως πολεμικά κανόνια για να εξαφανίσει τον Ιερώνυμο και τους 12 “ιερωνυμικούς” αγίους μητροπολίτας που θέλησαν να τα βάλουν με την Μασονία και τόλμησαν να χαλάσουν το “αδελφάτο”, καλύτερα το “ιερό τάγμα” Φωστίνη, Κορίνθου… Έκτοτε όλη η πολεμική μηχανή έπεσε πάνω τους και αφού δεν είχαν τίποτα να τους προσάψουν χρησιμοποιούν ως μόνο επιχείρημα το “αντικανονικός”!

Τέταρτη απορία: Βλέπω με πόνο ψυχής, κ. καθηγητά, τον συγγραφέα του “επιστημονικού” εγχειρήματος να κρατάει στο χέρι του ένα τόξο, και ταμπουρωμένος πίσω από επώνυμους και ανώνυμους (μητροπολίτες, καθηγητές, Πατριάρχες…) να τοξεύει κατά των χριστιανικών οργανώσεων (σε όλο το βιβλίο αναφέρονται πάνω από 100 φορές) λες και είναι εχθρικός στρατός που πάει να καταλάβει το κάστρο που λέγεται Εκκλησία. Φθάνοντας μάλιστα σε τόσο χαμηλό σημείο κατάπτωσης, ισχυρίζεται ότι το ιδεολογικό υπόβαθρο της δικτατορίας στηρίχθηκε στην «πρωτογενή ιδεολογία του “Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού” την οποία είχε καλλιεργήσει από την δεκαετία του ’60 η “χριστιανική κίνηση” που είχε ως βασικό φορέα την Αδελφότητα Θεολόγων “Ζωή”…

«Στην διάρκεια της Επταετίας – γράφει – η δράση των “οργανώσεων” υπήρξε πολύπλευρη και πολυδιάστατη… Σε ρόλο ιδεολογικού καθοδηγητού της Κινήσεως, τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ο πανεπιστημιακός καθηγητής Εμπορικού Δικαίου στην Νομική Σχολή του Ε.Κ.Π.Α. Αλεξ. Τσιριντάνης, ο θεωρηθείς ως ο “Spiritus rectror” της Κινήσεως, διαμόρφωνε, με κύριο άξονα μια φαλκιδευμένη θεώρηση του “ελληνοχριστιανισμού”… και στην οποία στηρίχθηκε, εν πολλοίς, το δικτατορικό καθεστώς της Επταετίας για να επιτύχει την ηθική και κοινωνική του νομιμοποίηση… Την ιδεολογική θέση του Τσιριντάνη συμμερίζονταν και ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος…».

Και όλο αυτό στηρίχθηκε σε μερικές σκέψεις, απόψεις που ακόμα και θέσεις του γράφτηκαν από τον Τσιριντάνη και όχι από την οργάνωση του 1950-1960. Μπορεί μέρος αυτών να εκμεταλλεύτηκε η δικτατορία μετά από δέκα και είκοσι χρόνια. Και αυτό τί σημαίνει; Ενώ γνωρίζει ο εν λόγω κύριος ότι όλοι αυτοί στις αδελφότητες ζουν σαν αγωνιστές και βέβαια ποτέ δεν ζήτησαν το αλάνθαστο.

Η Οργάνωση “Ζωή” στην περίοδο 1950-1960 είχε εκατοντάδες επιστήμονες και χιλιάδες σ’ όλη την Ελλάδα. Εάν ένας ή πέντε είχαν κάποιες άλλες απόψεις, δε σημαίνει ότι όλη η οργάνωση συμφωνούσε;

Αυτούς τους αγωνιστές ανθρώπους τους συκοφαντούν για χρόνια, τους κήρυξαν τον πόλεμο, έναν πόλεμο σκληρό και αδυσώπητο, χωρίς στιγμή ανακωχής. Τους χαρακτήρισαν, για να τους μειώσουν, “παραεκκλησιαστικούς”, “εξωεκκλησιαστικούς”, “προτεσταντίζοντες” και πολλά άλλα επίθετα, και όλα αυτά γιατί κρατούν γερά την πίστη, την παράδοση και τους χαλούν τα σχέδια που θέλουν την Εκκλησία του Χριστού έναν “εντευκτήριον οίκο” που όλα εκεί να επιτρέπονται.

Για το σύγγραμμα αυτό, “έργο-σταθμό”, ο Θεολόγος καθηγητής κ. Χάρης Ανδρεόπουλος βραβεύτηκε με διδακτορικό. Το υπουργείο δε Φίλη-Γιαγκάτζογλου τον προήγαγε σε αναμορφωτή των καθηγητών στα νέα θρησκευτικά του μοντέρνου ΚΑΙΡΟΥ στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, για να διδάξουν στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας τη νέα άθεη πλέον θεολογία!

Κύριε Κονιδάρη, θα αναφερθώ σε δύο (2) ψέματα του συγγραφέα. (Για το σύνολο της “επιστημονικής έρευνας” θα προσπαθήσουμε όσο πιο σύντομα γίνεται – λόγω του μεγάλου όγκου – να παρουσιάσουμε τα στοιχεία που ο συγγραφέας “ξέχασε” να αναφέρει ώστε να μάθει ο κόσμος και να συγκρίνει). Και για να μην ισχυρισθεί τα του Ισπανού Φιλοσόφου Σανταγιάνα Τζώρτζ ότι: «Η ιστορία είναι σύνολον των ψεμάτων για γεγονότα που ποτέ δεν έγιναν από ανθρώπους που ποτέ δεν ήταν εκεί». Ο Συγγραφέας λόγω της δημοσιογραφικής ιδιότητας γνωρίζει την αλήθεια, αλλά και διότι ο ίδιος στα πολλά ήταν αυτόπτης μάρτυς.

ΠΡΩΤΟ ΨΕΜΑ

Γράφει στο “επιστημονικό” του έργο και στην σελίδα 63: «Σε εγκύκλιό του, – ο αρχιεπ. Σεραφείμ – τον Φεβρουάριο του 1992, μ’ αφορμή σειρά επεισοδιακών συμβάντων στην Λάρισα από υποστηρικτές του Μητροπολίτου Θεολόγου (Πασχαλίδη) εις βάρος του υπό της Δ.Ι.Σ. ορισθέντος ως Τοποτηρητού της Ι.Μ. Λαρίσης Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος Κλέοπα (Θωμοπούλου) και του Μητροπολίτου Σεργίου (Σιγάλα), ο οποίος παρεμποδίσθηκε να διεξαγάγει στη Λάρισα το ανακριτικό έργο που τον ανέθεσε η Δ.Ι.Σ.».

Και ενώ γράφει αυτά αποφεύγει να αναφέρει το δικό του άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα (Ημερήσιος Κήρυκας, 18-1-1992) ώστε να γνωρίσει ο κόσμος εάν έγιναν γεγονότα και ποια ήταν η παρεμπόδιση του ανακριτή μητροπολίτη Γρεβενών Σεργίου!

Αντίθετα για να θολώσει τα νερά, παραπέμπει τον αναγνώστη στις υποσημειώσεις αρ. 87 και γράφει: «“Ημερήσιος Κήρυκας” Λαρίσης, 26.02.1992 (η ιστορία με τον ανακριτή έγινε 18.01.1992) σ.1 και 5, σε ρεπορτάζ υπό τον τίτλο “πόλεμο με τα εκκλησιαστικά σωματεία ανοίγει ο Αρχιεπίσκοπος”. Σύμφωνα με αυτό το ρεπορτάζ την περίοδο εκείνη στη Λάρισα ενεργό δράση είχαν οι εξής χριστιανικές οργανώσεις και σωματεία: (και αναφέρει πέντε “ευσεβιστικά”, “εξωεκκλησιαστικά”… σωματεία). Και συνεχίζει. Εκτιμάται ότι ως ενεργά μέλη συμμετείχαν στις χριστιανικές αυτές οργανώσεις περίπου 2000 Λαρισαίοι». Μήπως αναφέρει πολλά (!).

Για την αλήθεια των γεγονότων σας μεταφέρουμε αυτούσια την ιστορία ως δημοσιεύτηκε τότε: «Αξίζει να σημειωθεί ότι στον περίβολο του Ιερού ναού (Αγ. Τεσσαράκοντα) συγκεντρώθηκαν πάνω από 100 υποστηρικτές του κ. Θεολόγου, που απέφυγαν να προβούν σε διαμαρτυρίες κατά του κ. Σεργίου ή σε επευφημίες του κ. Θεολόγου. Η παραμονή τους διήρκεσε εκεί περί τις τρεις ώρες και διαλύθηκαν όταν αποχώρησε ο κ. Θεολόγος, μετά την υποβολή της ένστασης…» (“ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, 19-1-92).

Για ποια επεισόδια και ποια παρεμπόδιση στον ανακριτή αναφέρεται χωρίς ντροπή; Αλλά ας δούμε το ρεπορτάζ της εφημ. ΒΗΜΑ, της μεγαλύτερης και πιο έγκυρης, στην οποία δεκάδες χρόνια εξέθετε, κ. καθηγητά, τις επιστημονικές σας απόψεις. Γράφει: «ΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΙΕΣ του “αγίου” Γρεβενών διεπράχθησαν το πρωί του Σαββάτου, 19 Ιανουαρίου ε.ε., στο Βαπτισθέν από τον ίδιο “Τοποτηρητείο” της μητρόπολης Λάρισας, ήτοι το πνευματικό κέντρο του ναού των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων Λάρισας, όπου είχε εγκατασταθεί ο “άγιος” ανακριτής με τον “άγιο” γραμματέα του. Πρόκειται για έναν παχύσαρκο αρχιμανδρίτη, συνταξιούχο φοιτητή της Θεολογίας, μη αξιωθέντος να πάρει μέχρι σήμερα πτυχίο…».

«“Φύγετε! Βγείτε έξω από δω!”, εκραύγαζε ο “άγιος” Γρεβενών μόλις αντίκρισε τους δικηγόρους κ.κ.» (του Θεολόγου).

«Εναντίον αυτού (του Θεολόγου) ο κ. Σεραφείμ και οι συν αυτώ έστησαν τις προκατασκευασμένες από τους ιδίους κατηγορίες για υποκίνηση σε εχθροπάθεια, απείθεια και καταφρόνηση της Ιεράς Συνόδου κ.λ.π.».

«“Φύγετε… Δεν σας δέχομαι”, εκέκραξε και πάλι πολύ οργισμένος ο “άγιος” ανακριτής. Οι τρεις δικηγόροι επέμειναν, εμπρός στον κ. Σέργιο και αυτός, έξαλλος, φώναζε: “Βγείτε έξω…”».

«Κατόπιν μπήκε στη μάχη, για την τιμή των όπλων, ο γραφικός γραμματέας. “Δεν μας αφήνετε να κάνουμε τη δουλειά μας…”, είπε με βαρύ ύφος ο βαρέων βαρών γραμματικός».

«ΕΠΕΙΤΑ προσήλθε ο κ. Θεολόγος, ο οποίος δήλωσε τα εξής: “Είμαι ο νόμιμος, κανονικός και εν ενεργεία μητροπολίτης Λαρίσης και έχω επισκοπείον, εις το οποίον έπρεπε ο σεβασμιώτατος ανακριτής να προσέλθει εφόσον ενεργεί την ανάκρισιν εν Λαρίση και όχι να προσέλθει εις το “γραφείον τοποτηρητείας”… δεδομένου ότι εις την Λάρισαν είμαι εγώ, ο αναγνωρισμένος και εν ενεργεία μητροπολίτης, ο οποίος εμφανίζομαι και δηλώ τα ανωτέρω”».

«Η δήλωση του κ. Θεολόγου… εξόργισε τον ανακριτή κ. Σέργιο, ο οποίος μάζεψε τα χαρτιά του και έφυγε από την “τοποτηρητεία” του λέγοντας: “Διακόπτεται η ανάκριση”» (αρ. πρωτ. 10/18-1-92 διακοπή).

Το αποτέλεσμα!!! Θαυμάστε Έλληνες και Ελληνίδες!!!

Ο κ. ανακριτής συνέταξε την ανακριτική έκθεση-πόρισμα που φέρνει αρ. πρωτ. 12 Αθήνα 21-1-92, “ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ” και λέει:

«Εκείνο όμως όπερ, κατά την ανάκρισιν έχει μείζονα την σημασίαν, είναι ότι το γραφέν αυτό πρακτικόν το φέρον και την υπογραφήν του κατηγορουμένου, ως Λαρίσης, και έχων γραπτάς τας πίστεις και θέσεις αυτού περί το, δια των, εν λόγω ανακρίσεων ερευνώμενων θέμα, είναι ΠΛΗΡΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ περί της ενοχής αυτού και μάλιστα δι’ ΑΠΑΝΤΑ τα εις το κατηγορητήριον διαλαμβανόμενα κανονικά παραπτώματα.

Κατά συρροήν λοιπόν και εξακολουθητικώς, άνευ σταγόνος μεταμελείας και γυμνή τη κεφαλή συνεχίζει ο κατηγορούμενος (Θεολόγος) την πρακτικήν ταύτην…». Διατελώ βαθυσεβάστως… Ο Γρεβενών Σέργιος.

(Το κείμενο αυτό ολόκληρο όταν το διαβάζει κανείς, νοιώθει ρίγος, από την ασυνταξία, την ασυναρτησία, το ψεύδος και την διαστροφή).

Θα μπορούσα να ξεδιπλώσω συμπιεζόμενες ατελείωτες ιστορίες φρίκης στην παρτιτούρα ενός θρηνητικού εμβατηρίου που είναι γνωστές στον τότε δημοσιογράφο, αλλά τώρα για δικούς του λόγους τις έχει εντάξει μέσα στις “κανονικότητες” του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ.

Στις 8 Ιανουαρίου 1992, δέκα μέρες πριν την ανάκριση Σεργίου, ο Σεραφείμ στην Δ.Ι.Σ. “ως ταύρος ωρυόμενος εν υαλοπωλείο” απειλούσε τους πάντες. “Να πάει να κόψει το λαιμό του ο Θεολόγος” και άλλα τινά που δυστυχώς δεν γράφονται. Πήραν την απόφαση με τους υποτακτικούς του να τιμωρήσουν τον Θεολόγο με εξάμηνη διαθεσιμότητα με τον “δημοκρατικό” Νόμο Κακλαμάνη που επιβάλλεται σε εν ενεργεία μητροπολίτες ενώ τον Θεολόγο δεν τον αναγνώριζαν ως εν ενεργεία μητροπολίτη.

Ανατρέχοντας το ιστορικό αρχείο, κ. Κονιδάρη, άκουσα την φωνή σας – μάλλον οργισμένη – που μετέδωσε αυθημερόν, ο Ραδιοφ. Σταθμός της Πειραϊκής Εκκλησίας να παρεμβάλλεται στο “σύντομο δελτίο επικαιροτήτων” και να λέτε: «Πρώτο πράγμα το οποίο θα ήθελα να πω, είναι ότι θλίβεται κανείς για την εξέλιξη στο χώρο της Εκκλησίας… Εφαρμόζεται ένας θεσμός ξένος… Διαθεσιμότης αρχιερέα δεν είναι νοητή κατά το Κανονικόν Δίκαιον… Μήπως θα έπρεπε να καταργηθή αυτή η διάταξη (Κακλαμάνη 1983) η οποία επιβάλλεται κατά παντός Μητροπολίτου, πλην του Αρχιεπισκόπου…; Μιας διατάξεως, η οποία χωρίς αμφιβολία είναι όχι μόνον αντικανονική, αντιδογματική, αντιεκκλησιαστική αλλά και αντισυνταγματική καθώς επιτρέπει εις τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπον Αθηνών… να συντελή στην αλλαγή του δημοκρατικού πολιτεύματος της διοικήσεως της Εκκλησίας».

Με την παράνομη αυτή διάταξη φόρτωσαν στον Θεολόγο μια καταδίκη χωρίς καν να τον δουν και να τον ακούσουν.

Ακολουθεί η πολυθρύλητη ανάκριση Σεργίου που διεκόπη για να πάρει οδηγίες και να ορίσουν νέα ημερομηνία. Η υπόθεση όμως δούλευε υπόγεια. Το Σ.τ.Ε. ακύρωνε τη μία μετά την άλλη όλες τις παράνομες αποφάσεις του Σεραφείμ. Η εξάμηνη διαθεσιμότητα του Θεολόγου είχε τελειώσει. Ο Σεραφείμ στρυμωγμένος ζητούσε χρόνο.

Στις 2 Ιουνίου συγκαλεί Ιεραρχία και αποφασίζει να μεταθέση τον Θεολόγο στην μητρόπολη Ν. Λιοσίων που “κατασκεύασε” συνεργία του υπ. Παιδείας Γ. Σουφλιά - σφόδρα πολέμιου του Θεολόγου- σε άσχετο νομοθέτημα, για τον «εθελοντή πυροσβέστη»!

Την χρονιά αυτή διαδραματίστηκαν τέτοια γεγονότα που προκαλούν τρόμο!

Στις 5 Νοεμβρίου 1992 το “πρωτοβάθμιο δι’ Αρχιερείς Δικαστήριο” καλούσε τον Θεολόγο “ίνα εμφανισθήτε αυτοπροσώπως… την 12 Ιανουαρίου 1993… ίνα δικασθήτε κατηγορούμενος επί … α) …, β) …, γ) …, δ) … κατά συρροήν διαπραχθείσι, σαφώς προβλεπομένοις και ρητώς τηρωμένοις υπό των Θείων και Ιερών Κανόνων…” Οι κατηγορίες ήταν στηριγμένες στο ψεύτικο ανακριτικό πόρισμα του Γρεβενών Σεργίου. «Ο Πρόεδρος του Πρ/θμιου Δικαστηρίου».

Το τι έγινε σ’ αυτό το Δικαστήριο δεν περιγράφεται! Δεν υπάρχει στην ιστορία παρόμοια δίκη ούτε στον Μεσαίωνα.

Το δικαστήριο ήταν στημένο με ένα και μόνο σκοπό, να καταδικάσει τον Θεολόγο. Όλα είχαν σχεδιαστεί. Δεν χρειάστηκαν απολογίες. Δεν προσκλήθηκαν μάρτυρες, και απείλησαν τους συνηγόρους υπεράσπισης. Ο Θεολόγος κατέβηκε στο δικαστήριο με πολύ υψηλό πυρετό που τον βασάνιζε εκείνες τις ημέρες αλλά και η ίωση του είχε προσβάλλει την ακοή και σχεδόν δεν άκουγε.

Μόλις δρασκέλισε την εξωτερική καγκελόπορτα του εκκλ. Δικαστηρίου, τα σίδερα έκλεισαν ερμητικά… Ο Θεολόγος μέσα από τα κάγκελα (φωτογραφίες και ρεπορτάζ του Χάρη Ανδρεόπουλου “Ημερήσιος Κήρυκας” βλ. σελ. 7) μίλησε για λίγο με τους δημοσιογράφους. Στην πόρτα του μεγάρου έγινε μάχη. Με σπρωξιές και με βρισιές προσπάθησαν να εμποδίσουν τους δικηγόρους να μπουν στο εσωτερικό του κτιρίου.

Η δίκη άρχισε. Εδώ φάνηκε ο εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Φάκελος δικαστικός δεν υπήρχε. Οι ανακρίσεις του Γρεβενών Σεργίου είχαν διακοπεί αλλά μπροστά τους ανοίξανε οι δικαστές δεσποτάδες το ψεύτικο πόρισμα για να αποτελέσει τη βάση της δίκης.

Οι μισοί δικαστές έπρεπε να εξαιρεθούν διότι είχαν πεφρασμένη άποψη, αφού είχαν καταλάβει παράνομα μητροπόλεις των 12 εκδιωχθέντων μητροπολιτών. Αυτοί αρνήθηκαν την αντικατάστασή τους από αναπληρωματικούς όπως προβλέπει η νομοθεσία.

Αρνήθηκαν στον κατηγορούμενο να έχει συνηγόρους υπερασπίσεως, παρ’ ότι το προέβλεπε ο Νόμος 1700/1987.

Οι “άγιοι” δικαστές απέρριψαν την ιατρική Νοσοκομειακή βεβαίωση ότι ήταν δύσκολο να παρακολουθήση την δικαστική διαδικασία. Ο Πρόεδρος Σαλαμίνος Βαρθολομαίος είπε και τούτο το αμίμητο: «Δεν είναι ανάγκη να ακούσει ο κατηγορούμενος (Θεολόγος) όσα θα λέγονταν. Αυτοί θα διαβάσουν τα χαρτιά και θα αποφασίσουν…».

Ο Τύπος έγραφε την επόμενη: «… πρωτοφανής ήταν η σκληρότητα της πλειοψηφίας του Δ.Σ. κατά του “αδελφού” τους. Δεν αποφάσισαν αναβολή, παρ’ ότι τον έβλεπαν αδύναμο, άρρωστο και με έντονο πρόβλημα ακοής από ίωση. Το ύφος τους ήταν ψυχρό και οι ίδιοι πελιδνοί και σαν υπνωτισμένοι» (τύπος Κυρ. 17/1/1993).

Οι συνήγοροι δήλωσαν: «Κατά την έναρξη της δίκης καταξετευλίσθηκε κάθε έννοια δικαίου… Τα έκτακτα στρατοδικεία και η Ιερά Εξέταση ωχριούν μπροστά στον τρόπο που το εκκλησιαστικό δικαστήριο μας αντιμετώπισε ως συνηγόρους υπερασπίσεως του κ. Θεολόγου… Προπηλακιστήκαμε, όταν μπήκαμε στο Συνοδικό Μέγαρο. Τέτοια αντιμετώπιση σε δικηγόρους ούτε στα απολυταρχικά καθεστώτα δεν παρουσιάζεται…».

Μετά από τέσσερις ώρες συζητήσεων, η δεσποτοδικαστική πλειοψηφία δεν άκουγε τίποτα. Οι συνήγοροι υπεράσπισης αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν και σε λίγο τους ακολούθησε και ο Θεολόγος. Ο Δημητριάδος Χριστόδουλος (μετά αρχιεπίσκοπος), είς εκ των δικαστών, αγανακτισμένος επειδή όλες οι προτάσεις του που είχε θέσει επί δικονομικών παραβάσεων απερρίφθησαν χωρίς συζήτηση, έκανε την παρακάτω δήλωση: «Επειδή διαπιστώνω ότι αι μετά λόγου τοποθετήσεις μου, επί τιθεμένων συνεχώς κυρίως ζητημάτων επί της ενώπιον του παρόντος Συνοδικού Δικαστηρίου δικαζομένης υποθέσεως, συστηματικώς απορρίπτονται από την εσχημαζομένην πλέον πλειοψηφίαν του Δικαστηρίου τούτου, θεωρώ περιττήν την έκφρασιν οιασδήποτε γνώμης μου και περιορίζομαι εις ακροατήν των εν τη αιθούση ταύτη συντελουμένων».

Ο Θεολόγος ταλαιπωρημένος από το ταξίδι, την πολύωρη παραμονή στην δικαστική αίθουσα και τον υψηλό πυρετό που τον βασάνιζε – αποχωρώντας σταμάτησε στην απάντηση των δημοσιογράφων και δήλωσε, γιατί αποχώρησε:

«Πιστέψαμε ότι μας δίδονταν μία μοναδική ευκαιρία, για να τελειώσει επί τέλους αυτή η υπόθεση, που για τόσα χρόνια τώρα ταλαιπωρούσε και ταλαιπωρεί την Ορθόδοξο Εκκλησία.

Δυστυχώς διαψευστήκαμε από την πρώτη στιγμή όταν είδαμε τις διαθέσεις των υπευθύνων να απομακρύνουν τους συνηγόρους.

Αυτό δεν μπορούσε να το φανταστεί κανείς… Τους δικηγόρους τους άκουσαν ανεπισήμως και τους απομάκρυναν επισήμως λέγοντας ότι δεν έχουν σχέση και θέση στο δικαστήριο. Περάσαμε πραγματικά δύσκολες στιγμές. Υπήρχαν σοβαρές λογομαχίες.

Είδα ευθύς εξαρχής ότι δεν υπήρχε καμία διάθεση και η απόφαση είχε ήδη παρθεί…

Λίγο πριν αποχωρήσω από τη δίκη και απευθυνόμενος στον πρόεδρο του δικαστηρίου μητροπολίτη Μεγάρων κ. Βαρθολομαίο, του εξέφρασε τα πικρά παράπονά μου για την ανάρμοστη συμπεριφορά των αδελφών μου.

Μας φέρθηκαν σαν να ήμασταν κακοποιοί, δημόσιος κίνδυνος, ο πιο επικίνδυνος εχθρός της Εκκλησίας. Προσπάθησα πολλές φορές να πείσω τον εαυτό μου ότι βρισκόμουν στην αίθουσα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου… Δεν το κατόρθωσα όμως και λυπάμαι γι’ αυτό βαθύτατα… Τους ευχαρίστησα και έφυγα…».

Η δίκη διέκοψε τα μεσάνυχτα ενώ συζητούσαν καβγαδίζοντας μεταξύ τους. Την επομένη συνεχίστηκε, χωρίς την παρουσία του κατηγορουμένου, εξ άλλου δεν τον χρειάζονταν αφού ο Σεραφείμ στη Σύνοδο είχε πει: «Τι θέλεις, άγιε αδελφέ, να καλέσουμε εδώ τον Θεολόγο να μας χε…».

Από την αίθουσα ακούγονταν φωνές και αντάρα. Το μεσημέρι περίπου ένας από τους δικαστές, ο Πειραιώς Καλλίνικος πετάχτηκε ταραγμένος έξω και τόβαλε στα πόδια. Δημοσιογράφοι που τον σταμάτησαν δήλωσε αγανακτισμένος: «Δεν επιθυμώ να συμμετάσχω εις την παρωδίαν δικαστηρίου…». Και ενώ έπρεπε να διακοπεί η διαδικασία για να ’ρθει ο αναπληρωματικός και ν’ αρχίσει από την αρχή η δίκη, συνέβη το αναπάντεχο. Έφεραν, άρον-άρον, τον Περιστερίου Χρυσόστομο το απόγευμα, και χωρίς να το πολυσυζητούν το πράγμα , έβγαλαν την απόφαση: 10 ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΓΙΑ !!!

«Οι δέκα μητροπολίτες, που απετέλεσαν τους “δημίους” του κ. Θεολόγου, κηλίδωσαν τη σύγχρονη εκκλησιαστική ιστορία της χώρας μας. Η άδικη, παράνομη και ανίερη πράξη τους θυμίζει στυγνές κοσμικές εξουσίες σκοτεινών αιώνων που όλη η ανθρωπότητα θέλει να ξεχάσει» (“ΤΥΠΟΣ” Κυριακής 17/1/93).

Σε όλα αυτά ο κ. Ανδρεόπουλος ήταν παρών.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Για την ανακριτική έκθεση – πόρισμα του Γρεβενών Σεργίου το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Λάρισας με την υπ’ αρ. 26/1994 απόφασή του παρέπεμψε τον ανακριτή Γρεβενών να δικαστή για α) παράβαση καθήκοντος ανακριτού και β) για «συκοφαντική δυσφήμιση», που έβλαψε την τιμή και την υπόληψη του μητρ. Θεολόγου. Και τον γραμματέα Αρχιμανδρίτη Χριστοφ. Παπαδόπουλο, ηγούμενο της Μονής Πετράκη, τον παρέπεμψε, κατηγορούμενο για «ψευδή αναφορά στην αρχή», πράξη που φέρεται να τέλεσε στις 18-1-1992.

Για την πολύκροτη δίκη (13-14 Ιανουαρίου) που αναφέραμε πιο πάνω. Ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών την επομένη ημέρα της δίκης διέταξε προκαταρκτική έρευνα για τον εντοπισμό παρατυπιών κατά την διεξαγωγή της “δίκης”.

Στις εξετάσεις που διενήργησε ο αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών, έκρινε ένοχους τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ μαζί με τους εννέα μητροπολίτες δικαστές, όπως επίσης κρίθηκαν ένοχοι και 24 ακόμη μητροπολίτες, δύο Συνοδικών περιόδων,  επειδή δεν εφάρμοσαν τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, που κατ’ επανάληψη δικαίωναν τους μητροπολίτες Θεολόγο, Νικόδημο και Κωνσταντίνο  για “παράβαση καθήκοντος”, παραπέμποντάς τους όλους σε δίκη. Όμως αυτή ΟΥΔΕΠΟΤΕ έγινε!!! Το γιατί; Απολαύστε το:

Ο τότε Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, με εισήγηση της υπουργού Δικαιοσύνης Α. Ψαρούδα-Μπενάκη και του υπουργού Παιδείας Γ. Σουφλιά, συγκάλεσαν – παρακαλώ – την κυβερνητική επιτροπή και ανέστειλαν κάθε ποινική δίωξη των ανωτέρω με το αιτιολογικό – άκουσον-άκουσον – ότι «κινδυνεύουν… οι εξωτερικές σχέσεις της Χώρας» (!!!).

Κύριε καθηγητά, για χρόνια αγωνίστηκαν και εξακολουθούν να αγωνίζονται επώνυμοι και ανώνυμοι, Μ.Μ.Ε., και ο συγγραφέας του “επιστημονικού” συγγράμματος να πείσουν το λαό: 1) Πως η αναρρίχηση του Σεραφείμ Τίκα, τη ενεργεία του εκλεκτού της Χούντας Ιωαννίδη, στην αρχιεπισκοπική καθέδρα ήταν επανεκτροχιασμός στην κανονική τάξη. 2) Πως η σφαγή των 12 μητροπολιτών, ήταν πράξη θεάρεστη, εναρμονισμένη στο γράμμα και στο πνεύμα των Ιερών Κανόνων. 3) Πως η σεραφεμική εγκαθίδρυση της τρομοκρατίας στην Ιερά κοινότητα των επισκόπων είχε προσαρμογή στη θεολογία και την πράξη των θεοφόρων αγίων. 4) Πως οι καταδίκες του αγίου Θεολόγου, χωρίς ποτέ να τον ακούσουν ή να του απαγγείλουν κανονική κατηγορία (τον καταδίκαζαν ερήμην), αποτελούσε γι’ αυτούς κορυφαία πράξη της Νομοκανονικής συνέπειας για την “ειρήνη” στην Εκκλησία.

Και όμως, ενώ τα έζησε και τα γνώριζε από δημοσιογραφική ιδιότητα και ιδίοις όμασι, αλλά έγραφε τότε και άλλα λέει τώρα λανσάροντας ψευδώς στο “επιστημονικό” του εγχειρίδιο ότι «παρεμποδίσθηκε ο ανακριτής να διεξάγει το ανακριτικό του έργο». Κατά της κατάπτυστης αυτής “κανονικής” απόφασης έγινε έφεσης. Το αποτέλεσμα…

Η έφεση ποτέ δεν εκδικάστηκε γιατί μπήκε στο χρονοντούλαπο – ΑΡΧΕΙΟ –, και όταν επανήλθε επί Χριστοδούλου, η απάντηση ήταν: … Τον προσδιορισμόν της εφέσεως ην είχε ούτος ασκήσει ενώπιον του Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου κατά της υπ’ αριθ. 22/1993 αποφάσεως του Πρωτ/ου Δικαστηρίου – διότι δήθεν τελεί ούτος και νυν υπό την κανονικήν ποινήν της δεκαετούς αργίας… – η απάντηση ήταν: … κατά την αψευδή πρόβλεψιν του Δομήτορος της Εκκλησίας Κυρίου «όσα αν δήσητε επί της γης έσται δεδεμένα εν τω ουρανώ και όσο αν λύσητε επί της γης έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματ. ΙΗ΄ 18).

Ο Αρχιγ/ας της Ι.Σ. Αρχ. Δ. Πουρτσουκλής.

Φαίνεται ξέχασε ο κ. Ανδρεόπουλος ότι ορκίσθηκε σαν Θεολόγος και δημοσιογράφος να λέει και να γράφει την αλήθεια.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΨΕΜΑ

Στις 20 Απριλίου 2015 δημοσιεύθηκε στην τοπική εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” άρθρο, στη θέση “ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ”, με τίτλο, υπότιτλους και πολύ “ενδιαφέρον” θέμα για την μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου, που τιτλοφορούνταν “48 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ: «ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ» και αμέσως από κάτω με χονδρά και σκούρα γράμματα: Όταν η νύμφη δεν ήτο «εθνικόφρων»…” και συνέχιζε: Τα «κοινωνικά φρονήματα» και το μυστήριο του γάμου επί επταετίας. Και προχωρούσε με το: «Οι περιπτώσεις των γάμων στρατιωτικών υπό προϋποθέσεις».

Ελκυστικός ο τίτλος και με πολύ ενδιαφέρον τα υπόλοιπα. Διαβάζοντας έπεσα από τα σύννεφα, όταν, ψάχνοντας να βρω τις παραπομπές σε κείμενα που επικαλούνταν, ή δεν υπήρχαν, ή άλλο εννοούσαν, ή ήταν παραποιημένες. Είχε δε τέτοια απήχηση το άρθρο που το είχαν αναρτήσει πρώτο θέμα σε όλο σχεδόν το διαδίκτυο και όχι μόνο. Στο μυαλό μου ήρθε αμέσως η αγγλική παροιμία: “Το ψέμα θα γυρίσει όλη τη γη πριν προφθάσει η αλήθεια να φορέσει τα παπούτσια”. Αναγκάστηκα να επισημάνω μερικές αναλήθειες στέλνοντας σχετική απάντηση στην εφημερίδα που τα δημοσίευσε, καθώς επίσης και σε μερικά ιστολόγια που το είχαν αναπαράγει. Δυστυχώς κανείς, μα κανείς δεν το ανάρτησε. Τότε κατάλαβα τι θα πει δημοκρατική πολυφωνία!!!

Την απάντηση αυτή την δημοσιεύσαμε στην εφημ. “ΑΓΩΝΑΣ” (φύλλο 220 Σεπτ. 2015) αποδεικνύοντας, με τον πιο σαφή τρόπο τα ψέματα που έγραφε στο άρθρο του καθότι για όλα που συνέβησαν στα χρόνια της δικτατορίας έφταιγε ο “καταραμένος” αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α΄ Κοτσώνης. Τι έγραφε ο παλαιός δημοσιογράφος και τώρα Θεο-λόγος και μάλιστα ΔΟΚΤΩΡ Χάρης Ανδρεόπουλος;;; Διαβάστε.

«Υπήρχε περίοδος που στη χώρα μας η διενέργεια του Ιερού μυστηρίου του γάμου (κατά τον Απ. Παύλο “μέγα το μυστήριον” Εφεσ. 5, 25-32) τελούσε, όχι υπό τους δεδομένους για την χριστιανική θρησκεία θεολογικούς όρους και προϋποθέσεις, αλλά πολιτικούς! Γυρνάμε 48 χρόνια πίσω, στη θλιβερή επέτειο της εγκαθιδρύσεως της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967…, κατά τη διάρκεια της οποίας για να δημιουργήσει οικογένεια ένας αξιωματικός… θα έπρεπε προηγουμένως να ελέγξει το πολιτικό “ποιόν” της αγαπημένης του, διότι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της τότε εποχής… το “Ησαΐα χόρευε” καθίστατο απαγορευτικό καθώς η “Υπηρεσία” ηρνείτο να εγκρίνει την τέλεση γάμου και οι επιμένοντες να νυμφευθούν απειλούντο με απόταξη. Οι παρεμβάσεις της δικτατορίας και στην προκείμενη περίπτωση υπήρξαν κατάφωρα αντίθετες προς το κανονικό δίκαιο και την τάξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας (1)». Και προσέξετε πως συνεχίζει – «Αυτό όμως δεν είναι τόσο περίεργο, το πραγματικά περίεργο ήταν ότι στις αντικανονικές αυτές παρεμβάσεις συνέδραμε και η ίδια η υπό τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α΄ (Κοτσώνη) διοίκηση της Εκκλησίας (2)».

Βρισκόμαστε μπροστά σε απερίγραπτες καταστάσεις. Να τι περιγράφει: «Για τις αντιχριστιανικές αυτές συμπεριφορές η τότε, υπό τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α΄ (τον καθηγητή Κανονικού Δικαίου), διοικούσα Εκκλησία, ενώ θα όφειλε, ασφαλώς, να ορθώσει το ανάστημα της και υπερασπίζοντας το Ευαγγέλιο και τους Ιερούς Κανόνες, ν’ αντιδράσει δυναμικά στην συγκεκριμένη ωμή πολιτική παρέμβαση… εν τούτοις αδράνησε αντιμετωπίζοντας την εν λόγω αντιχριστιανική παρέμβαση (όρα υποσημείωση 1) με “στωϊκή απάθεια”. Αλλά και επί της ουσίας, συνέδραμε στο έργο της δικτατορίας καθώς τις αντισυνταγματικές και προδήλως αντιχριστιανικές προϋποθέσεις της “εθνικοφροσύνης” που εθέσπισε (3) το καθεστώς για να παραχωρήσει άδεια γάμου σε μελλονύμφους στρατιωτικούς, η Εκκλησία τις ενσωμάτωσε σε “οδηγίες” και εγκυκλίους της, συνεργώντας στην κατάφωρη παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο ίδιος ο Ιερώνυμος Α΄ μάλιστα, ως Αθηνών, συνέδραμε στο έργο της δικτατορίας δίδοντας εντολές (οι οδηγίες εδώ γίνονται εντολές) στους ιερείς της Αρχιεπισκοπής, για τις περιπτώσεις των μελλονύμφων που ήταν στρατιωτικοί να ζητούν την “άδεια της Υπηρεσίας τους που τους επιτρέπει να κάνουν το γάμο τους” [βλ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου, 1829 ημέραι (17 Μαΐου 1967-16 Μαΐου 1972)] εις το πηδάλιον, τ. Α΄ («Το έργον της Αρχιεπισκοπής Αθηνών»), εν Αθήναις, 1972, σ. 195). (4)  

Η παραποίηση της πραγματικότητας είναι ασύλληπτη!!! Γράφει: «Αν και ανεγνώριζε και διακήρυττε, εξ αφορμής της προθέσεως της δικτατορίας το 1968 να καθιερώσει το θεσμό του “αυτομάτου διαζυγίου”, ότι εξ απόψεως θεολογικής “η Εκκλησία, ως φύλαξ των μυστηρίων, έχει χρέος ιερόν και αμετακίνητον να αρνηθή άνευ συζητήσεως και άνευ συμβιβασμών οιανδήποτε κατά του θείου μυστηρίου του γάμου παρέμβασιν” (βλ. αρχιεπ. πρώην Αθηνών Ιερωνύμου, “Το δρόμο ενός Αρχιεπισκόπου”, σσ. 113-119), εν τούτοις για το θέμα της πολιτικοποιήσεως του ιερού μυστηρίου του γάμου εσιώπησε, προφανώς, για να μη τραυματισθούν οι ιδεολογικοπολιτικές σχέσεις της Εκκλησίας με το δικτατορικό καθεστώς».

Δεν γνωρίζω εάν υπήρξε ή θα υπάρξει μεγαλύτερος διαστροφέας ιστορικών γεγονότων από τον Δόκτορα θεολογίας κ. Ανδρεόπουλο. Αφού έκοψε ένα μικρό κομμάτι από την διαμαρτυρία Ιερωνύμου προς την τότε κυβέρνηση και απ’ αυτό αφαίρεσε λέξεις αλλοιώνοντάς το, το παρουσίασε ως ντοκουμέντο να ξευτελίση τον Ιερώνυμο.

Το κείμενο είναι καταπέλτης προς την κυβέρνηση και καταρρίπτει τον ψευδέστατο ισχυρισμό του, ότι ο Ιερώνυμος εσιώπησε για να μη διαταραχθούν οι ιδεολογικοπολιτικές σχέσεις Εκκλησίας με το δικτατορικό καθεστώς».

Το πλήρες κείμενο θα είναι στην μεγάλη και συγκεντρωτική απάντηση που θα κατατεθεί αρμοδίως και θα δημοσιοποιηθεί όσο γίνεται πιο σύντομα. Εδώ σας μεταφέρουμε ένα μικρό αλλά αυτούσιο τμήμα για να το αντιπαραβάλλετε:

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

«… Τοιούτος γάμος όμως, ούτω μονομερώς λυόμενος, δεν είναι γάμος και πάντως δεν είναι το μέγα μυστήριον, το οποίον ευλογεί η Εκκλησία. Και δεν δύναται η Εκκλησία να ανεχθή τοιαύτην λύσιν, χωρίς να εγκαταλείψη την ιεράν και θεόσδυτον αποστολήν αυτής, ως ταγού και φύλακος πάντων με των Ιερών αυτή παραδεδομένων και παρακατατεθημένων θεσμών, εξαιρέτως δε των πανσέπτων μυστηρίων, εν οίς και το, κατά τον Θείον Απόστολον, μέγα μυστήριον του γάμου. Και ως φύλαξ των μυστηρίων η εκκλησία έχει έναντι του θείου αυτής Αρχηγού χρέος ιερόν και αμετακίνητον να αρνηθή άνευ συζητήσεως και άνευ συμβιβασμών οιανδήποτε τοιαύτην κατά του θείου μυστηρίου επέμβασιν. (συγκρίνατε τα δύο κείμενα και τα συμπεράσματα δικά σας). Εμμένει όθεν η Ιερά Σύνοδος της 30/10/1965, καθ’ ήν ομοφώνως απεφάνθη ότι: 

“1) Αποκρούει πάσαν συζήτησιν επί της προτάσεως θεσπίσεως 4ου γάμου, 2) Επ’ ουδενί λόγω δέχεται το αυτόματον διαζύγιον και 3) Ουδένα έτερον λόγον δέχεται διαζυγίου ως ο αντικειμενικός κλονισμός της συζυγίας» (βγάλτε συμπεράσματα!), (Απόσπασμα από «το δράμα ενός Αρχιεπισκόπου», σσ. 113-119).

Συνεχίζοντας τα ψέματα γράφει: «Επί Αρχιεπισκοπείας Σεραφείμ (Τίκα) και ειδικά για τις Εκκλησιαστικές Σχολές (όχι για τους γάμους στρατιωτικών) τα πράγματα αλλάζουν άμεσα… αντί του πιστοποιητικού “κοινωνικών φρονημάτων” θα ζητείται πιστοποιητικό “χρηστοήθειας” (βλ. την υπ’ αρ. 3180/29-7-1976 προκήρυξη της Ιεράς Συνόδου). α) Το πιστοποιητικό “χρηστοήθειας” υπήρχε και πριν τον Ιερώνυμο (βλ. Ημερολόγιον – Τυπολόγιο 1961 της Εκκλ. της Ελλάδος σελ. 294) αλλά και επί Ιερωνύμου. Και το άμεσα του Σεραφείμ είναι! 12 Ιαν. 1974 ο Σεραφείμ έγινε αρχιεπίσκοπος και στις 29 Ιουλίου 1976 – δυόμισι χρόνια μετά, ήταν η ΑΜΕΣΗ δήθεν αλλαγή!!! Θαυμάστε ψεύδος και ατιμία!

Τέτοια παραληρήματα συνεχίζει με την εκκλησιαστική εκπαίδευση, θεολογικές σχολές, “Σωτηρολογία”, “η Ολυμπιάς”… που θα αντιπαραταχθούν με τα πραγματικά περιστατικά σύντομα όπως ακριβώς είναι καταγεγραμμένα.

Θα σας επισημάνω κ. Κονιδάρη 3 σύντομα και διαφορετικά περιστατικά για να σας υπενθυμίσω πόσο “έγκυρο” και “επιστημονικό” είναι το βιβλίο που προλογήσατε!

Όλο το “επιστημονικό” σύγγραμμα στηρίχτηκε σε μερικούς, αλλά και στον λόγιο μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, καθηγητή Ανδρέα Νανάκη – με τον οποίο θα ασχοληθούμε προσεχώς – και στον μακαρίτη Κορίνθου Παντελεήμονα Καρανικόλα – θεωρητικός του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ο πιο, τάχατης, “ειδικός” στους Ιερούς Κανόνες, που συνέγραψε και το βιβλίο “Κλείς των Ιερών Κανόνων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας” – τον οποίο αναφέρει περί τις δέκα επτά φορές.

1) Αυτό ήταν η πιο, ίσως, άτυχη αναφορά του συγγραφέα Ανδρεόπουλου αφού ο Κορίνθου ήταν ο μεγαλύτερος παραβάτης των Ιερών Κανόνων όπως το γνωρίζετε καλύτερα από τον καθένα μας. Διότι:

α) Εξελέγη ως επίσκοπος Αχαΐας το 1958 από την μικρά Σύνοδο, (αφού τακτοποιήθηκε, μετά ισχυρίζονταν, ότι οι εκλογές από την μικρά Σύνοδο είναι αντικανονικές).

β) Διορίστηκε Κορινθίας μετά το πραξικόπημα που έκανε μερίδα μητροπολιτών το 1965 σέρνοντας τον γέροντα αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄, σχεδόν με το φορείο, να καταλάβουν τις μητροπόλεις με τα γνωστά τραγελαφικά γεγονότα (θα αναφερθούμε προσεχώς).

γ) Οι Κανόνες ορίζουν ότι ο μοναχός είναι ακτήμων, ενώ αυτός έγινε μοναχός, ιερομόναχος με ένα ράσο και πέθανε μητροπολίτης Κορινθίας με μια αμύθητη περιουσία. Γι’ αυτό το προσωνύμιό του ήταν Κροίσος Β΄.

δ) Οι Ιεροί Κανόνες ρητά απαγορεύουν για τις “συνείσακτες”, ενώ αυτός διατηρούσε την πολύ νεότερή του και κομψή “οικονόμο” κα Λούλα. Μόνο γι’ αυτό θάπρεπε να είχε καθαιρεθεί.

ε) Καταδικάστηκε για απάτη πρωτόδικα από το Τριμελές Εφετείο σε 12 μήνες φυλακή και η “συνείσακτος” οικονόμος σε 8 χρόνια. Η έφεση δεν έγινε ποτέ διότι λόγω των συνεχών αναβολών, εξεδήμησαν εις Κύριον.

στ) Στα τελευταία του αφόρισε όλους τους συνεργάτες (κληρικους και λαϊκούς) που είχε στην μητρόπολή του!

Για τον Κορίνθου, ο ασκητής που δεν έδωσε ίχνος δικαιώματος αμφισβήτησης (Ιερώνυμος Κοτσώνης) ήταν ο “αντικανονικός”.

2) Για να “καταρρίψη” την εκλογή του Ιερωνύμου, ότι δεν έγινε όπως την αφηγήθηκε ο Βασιλικός Επίτροπος καθηγητής Πανεπιστημίου κ. Μάρκος Σιώτης και το επιβεβαίωσαν και οι Συνοδικοί μητροπολίτες, αλλά όπως τα λέει, ο αδελφός του Μεθοδίου Φούγια (Παναγιώτης Φούγιας), που είναι από τους “νεωτέρους ερευνητές”(!) (Θεσ. 2011) που τα εκμυστηρεύτηκε ο αδελφός που τότε ήταν Α΄ Γραμματέας της Ι. Συνόδου.

Και γιατί δεν ρωτούσε ο κ. Ανδρεόπουλος τον ίδιο τον Μ. Φούγια για τα λεγόμενα, τα οποία του Σιώτη, αφηγήθηκε κάποια ημέρα στο επισκοπείο της Λαμίας μπροστά μου, στον μακαριστό Φθιώτιδος Δαμασκηνό και δύο ακόμα ομοτράπεζους μετά την Θεία Λειτουργία;

Εδώ δείχνεται η κακότητα του ανθρώπου.

3) Για να συκοφαντήση τις Χριστιανικές Οργανώσεις και να αναστήσει το “πνευματικό και μορφωτικό” γόητρο του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, επικαλείται γελοία επιχειρήματα παρμένα από τον Γιαν. Χατζηφώτη ο οποίος έγραφε: «Στις προσπάθειες των θρησκευτικών κύκλων να βγάλουν “αγράμματο” τον Σεραφείμ», θα αντιπαραβάλλει εμφαντικά το γεγονός ότι, «Ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ είχε πνευματικές σχέσεις και διάλογο με λογίους όπως ο Κώστας Τσιρόπουλος και Χρήστος Γιανναράς· ο τελευταίος μάλιστα τον αποκαλούσε “ο Γέροντας”…» (σ.σ. 280). Να κλαύση ή να γελάση κανείς με αυτό το ανέκδοτο που θεωρείται επιστημονική εργασία!

 Κύριε Κονιδάρη, που προλογίζετε αυτή την “ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση”, ο συγγραφέας κ. Χάρης Ανδρεόπουλος, σε ένα βιβλίο εκατοντάδων σελίδων όλα τα βρήκε “μαύρα κι άραχνα”, τον δε αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο τον έριξε στα Τάρταρα. Και σε μερικά γεγονότα που ήταν αδύνατο να υπερπηδήσει, παρακολουθήστε πώς τα αχρηστεύει, μνημονεύουμε μέρος αυτών.

α) «Κυρίως στα πρώτα χρόνια της επταετίας – υπήρξαν – θετικά αποτελέσματα… Κύρια – και αδιαμφισβήτητη – επιτυχία του υπήρξε η κατόπιν των δικών του ενεργειών ένταξη των κληρικών στο μισθολόγιο του δημοσίου…, οικονομική αναβάθμιση των κληρικών, αύξηση των συντάξεων… βοηθημάτων του Τ.Α.Κ.Ε., μέριμνα για υπερήλικες, “Χριστιανική Αλληλεγγύη”, αναβάθμιση της εκκλ. Εκπαίδευσης, “Εκκλησιαστική Ακαδημία”, κατασκευή του Διορθ. Κέντρου Πεντέλης».

Αλήθεια μόνο αυτά είδε ο κ. Ανδρεόπουλος, ενώ υπάρχουν δεκάδες άλλα, όπως το Νοσοκομείο Κληρικών, τα τεράστια κτίσματα στη Μονή Πετράκη στα οποία μεταφέρθηκε η Σύνοδος της Ιεραρχίας, ο εξοπλισμός της Απ. Διακονίας… (βλ. απάντηση στον Αλκαλοχωρίου “ΑΓΩΝΑΣ”, φ. 241-242, σ. 13).

Και συνεχίζει: «Αποτελούν αναμφιβόλως τον θετικό απολογισμό ενός έργου το οποίο, όμως, σκιάσθηκε από…, επί των ημερών του, επισυμβάντος εκτροχιασμού της Εκκλησίας από την κανονικότητα».

Εδώ πρόκειται για σχιζοφρενική άποψη. Το “υποκριτά” του Χριστού, με το πρόσχημα της “κανονικότητας”, ίσως είναι πολύ λίγο: «Υποκριτά, συ που υπό το πρόσχημα του σεβασμού του Σαββάτου κρύπτεις φθόνον και μοχθηρίαν…» (Λουκ. 13, 15 μεταφ. Π. Τρεμπέλα).

β) Είχαμε το γνωστό αρχιερατικό πραξικόπημα του 1965 – γνωστό ως “σεισμός Αγαδίρ” – στο οποίο μια ομάδα αρχιερέων σχίζοντας διατάγματα και μη υπολογίζοντας Σύνταγμα και Νόμους, σήκωσε το λάβαρο της ανταρσίας.

Η κυβέρνηση μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο με την υπ’ αριθμ. 60277/129 απόφαση απευθύνθηκε σε ομάδα καθηγητών του Πανεπιστημίου να εκφραστούν ελεύθερα και κανονικά στο εάν μπορεί να δώση λύση μια Αριστίνδην Σύνοδος από αρχιερείς που δεν ανήκαν στους πραξικοπηματίες.

Η 8μελής επιτροπή αποτελούνταν από καθηγητές Πανεπιστημίου (3 του Εκκλησιαστικού Δικαίου – συνάδελφοί σας – 2 του Κανονικού Δικαίου και οι υπόλοιποι σε διάφορους τομείς της Θεολογικής επιστήμης).

Η επιτροπή στις 7 Δεκεμβρίου 1965 παρέδωσε την γνωμάτευσή της στον Πρωθυπουργό Στ. Στεφανόπουλο και η οποία έλεγε: «Ουδέν κανονικόν κώλυμα υπάρχει δια την συγκρότησιν νέας διοικούσης διαρκούς Ιεράς Συνόδου, καθόσον οι Ιεροί Κανόνες σιωπούν σχετικώς, η δε πράξις της Εκκλησίας παρουσιάζει Συνόδους διαφερούσας κατά τόπους και χρόνους ως προς την σύνθεσιν και τας αρμοδιότητας αυτών» (Αρχιμ. Θεοκλ. Στράγκας τομ. Ζ΄ σελ. 4654-6).

Εδώ έχουμε μια “ειρηνική” αντίδραση από τον κ. Ανδρεόπουλο διότι λέει: α) Η κυβέρνηση που όρισε την επιτροπή ήταν (των “αποστατών”) και β) Οι προταθέντες οκτώ (8) καθηγητές ήταν αναξιόπιστοι, σύμφωνα με την μετά 30 χρόνια ομολογία του π. Γεωργίου Μεταλληνού, που άλλα έλεγε πρώτα. (Τον “αξιόπιστο” π. Μεταλληνό επικαλείται ο κ. Ανδρεόπουλος, ο οποίος “αγιοποίησε” τον Σεραφείμ Τίκα, στο δε άκουσμα του ονόματος του Ιερωνύμου Κοτσώνη, βγάζει αφρούς).

γ) Η κακότητα του “επιστημονικού” αυτού εγχειρήματος έφθασε στο σημείο ακόμα και τον θάνατο του π. Ιερωνύμου να σκυλεύσει. Αυτό ίσως να μην έχει προηγούμενο.

«Για τον Ιερώνυμο – γράφει ο Αλκαλοχωρίου Ανδρέας (σελ. 269) – η εξιλέωση θα έλθει όχι τόσο με την παραίτηση όσο με τη μαρτυρική διαθήκη, στην οποία ζήτησε η κηδεία του να είναι “απέριττος” και απλή, ως αναξίου μοναχού. Ήτοι “μετά το εκ του Παναγίου Τάφου σάββανόν μου, να περιβληθώ εν απλούν ζωστικόν κα μίαν δερματίνην ζώνην, ως κάλυμμα δε της κεφαλής, έναν σκούφον (…). Να μην εκφωνηθούν ούτε επικήδειοι, ούτε επιτάφιοι λόγοι…”» (η ιδιόχειρος διαθήκη του πρ. Αθηνών κυρού Ιερωνύμου).

Ο κ. Ανδρεόπουλος γράφει (σελίδα 307-308), Β) “Η κοίμηση του Ιερωνύμου (1988) και η διαθήκη του”. Αφού περιγράφει τα της κοίμησης και τι ακολούθησε, μας μεταφέρει στο πρωινό της 16 Νοεμβρίου 1988 όπου η σορός του μεταφέρθηκε από την Αθήνα στην ιδιαίτερη πατρίδα του – την Τήνο – και τον εναπόθεσαν στον ιερό ναό της Παναγίας για προσκύνηση όλη τη νύκτα. “Το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, μετά την θεία λειτουργία η σορός μεταφέρθη στο χωριό Υστέρνια και στον ιερό ναό της Παναγίας της Ευβλεπούσης, όπου κατά την επιθυμία του εψάλη η εξόδιος ακολουθία, παρισταμένων αρχιερέων, ιερέων, μοναχών και πλήθος λαού από το νησί και άλλα μέρη της Ελλάδος. Η ταφή έγινε έξω από το χωριό στον προαύλιο χώρο του οικογενειακού του ναού του Αγ. Αθανασίου…”. Ο κ. Ανδρεόπουλος, για να γνωρίσουμε την “αλήθεια” και να βάλλει αμφιβολίες στις επόμενες γενιές, μας μεταφέρει από κάτω, στην παράγραφο 64 λέγοντας:

Όχι κύριοι, δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Συνόδου κ. Ιωάν. Χατζηφώτης, που γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους σας τα πράγματα, μας περιγράφει: «Σύμφωνα με τη διαφορετική εκδοχή… η κηδεία έγινε στον ιερό ναό της Παναγίας της Μεγαλόχαρης, στην Τήνου, προεξάρχοντος του μητρ. Σύρου Δωροθέου (Στέκα) και ακολούθησε η ταφή στα Υστέρνια» (βλ. Χατζηφώτη, Ιωάννη, “Μαρτυρίες και τεκμήρια”, σ. 440). Είναι κανείς να μην αγανακτεί!!;

Ο αρχιμανδρίτης Αυγουστίνος Καντιώτης (μετέπειτα επίσκοπος Φλώρινας) δημοσίευσε άρθρο στην εφ. “ΣΠΙΘΑ” (Ιούλιος 1960) με τίτλο “Ο ΤΥΜΒΩΡΥΧΟΣ” (έχει σκίτσο με ύαινα να σκάπτη τάφο) και γράφει: «… Ασφαλώς προκαλεί βδελυγμίαν η θέα ύαινας, η οποία ανασκάπτει τάφον… αλλ’ ασυγκρίτως μεγαλυτέραν βδελυγμίαν προκαλεί η θέα ανθρώπου, όστις ανοίγει τάφον νεκρού… όχι για να συλήσει τον νεκρόν αλλά δια να ρίψη επί του νεκρού τον βόρβορον της ακαθάρτου καρδίας του, σπιλώνων δια συκοφαντίας την μνήμη αυτού». Και αναφέρει τον έναν και μόνο λόγο που είπε ο δεσπότης του “Ιερού Τάγματος” Παντελεήμων Φωστίνης για τον κοιμηθέντα πατέρα του, και τον ονόμασε ΤΥΜΒΩΡΥΧΟ.

Τι θάλεγε ο Αυγουστίνος Καντιώτης για τον συγγραφέα του πονήματος «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974» που έσκαψε πάνω από 200 χιλιάδες σελίδες, για να βρει σημεία επιλήψιμα – ηθικά, οικονομικά, θεολογικά κ.ά. – ώστε ν’ αρχίσει την αποδόμηση με τα προσφιλή ψέματα, και αφού δεν βρήκε ΤΙΠΟΤΑ! Τον έριξε στο βόρβορο… με τα ψυχοφάρμακά του, “χουντικός”, “Συνεργάτης της δικτατορίας”, “άνθρωπος του παλατιού”, των “οργανώσεων”, “αντικανονικός” κ.ά., που πιάνουν στον “δημοκρατικό” κόσμο!

Γι’ αυτό σας ρωτώ κ. καθηγητά του Εκκλησιαστικού δικαίου κ. Ιωάννη Κονιδάρη: Είναι επιστημονικό “διδακτορικό” σύγγραμμα ή Τυμβωρυχία ;;;

Λάρισα, 31/8/2017

ΤΡΙΑΝΤ. ΤΑΣΙΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΚΔΟΤΗΣ – ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ

ΕΦΗΜ. «ΑΓΩΝΑΣ»

ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ – ΤΗΣ ΜΑΥΡΗΣ

ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛ. ΙΣΤΟΡΙΑΣ 
 ==================================



ΣΧΕΤΙΚΑ:


Τήν 19η Ἀπριλίου 2016 καί ὤρα 13.00 στήν αἴθουσα συνεδριάσεων τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) ἔγινε ἡ παρουσίαση τῆς διδακτορικῆς διατριβῆς τοῦ θεολόγου ἐκπαιδευτικοῦ Β/θμιας κ. Χαράλαμπου (Χάρη) Ἀνδρεόπουλου μέ θέμα «Σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας στήν Ἑλλάδα κατά τήν Ἑπταετία (1967 – 1974)», μέ ἐπιβλέποντα τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἀρκαλοχωρίου κ. Ἀνδρέα Νανάκη, καθηγητή τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. καί μέλη τῆς Τριμελοῦς Συμβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς τόν κ. Εὐάνθη Χατζηβασιλείου, καθηγητή τοῦ Τμήματος Ἱστορίας καί Ἀρχαιολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (Ε.Κ.Π.Α.) καί τήν κ. Εὐαγγελία Ἀμοιρίδου, ἀναπληρώτρια καθηγήτρια τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ.
...η συνέχεια στην ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟ 
Δημοσιεύτηκε 26th April 2016 από τον χρήστη Xaris Andreopoulos   

Απάντηση σε άρθρο της εφημερίδος «Αγώνας» για το βιβλίο «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967 – 1974»


ΠΡΟΣ: Εκδότην μηνιαίας εφημερίδος                                  Λάρισα, 16.9.2017
«ΑΓΩΝΑΣ» της Λαρίσης,
(έντυπη και ηλεκτρονική έκδοση)
Ιδιοκτήτην – εκδότην
Κον Τριαντάφυλλον Τασιόπουλον,
              Οδ. Αιόλου 20 & Αργοναυτών
ΤΚ 41221 Λάρισα,
              http://www.agonas.org,
              http://efimerida-agonas.blogspot.gr,
 e-mail: info@agonas.org


Απάντηση σε άρθρο της εφημερίδος «Αγώνας» για το
βιβλίο «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967 – 1974»
                                              
                                           «ο τα πολλά λέγων και αντακούσεται» (Ιωβ, 11,2)

Κύριε Τασιόπουλε,
ασχολείσθε για πολλοστή φορά με την ταπεινότητά μου σχολιάζοντας ότι βρείτε μπροστά σας που φέρει (ή συνδέεται με) τ΄ όνομά μου: άρθρα, διατριβές, βιβλία, την επαγγελματική μου ιδιότητα. Πάντα με το ίδιο γνωστό σας ύφος, αυτό του παμμεγίστου κριτού της οικουμένης, βάζετε στο «στόχαστρό» σας Πατριάρχες, Αρχιεπισκόπους, Μητροπολίτες, απλούς ιερείς, Καθηγητές Πανεπιστημίου, θεολόγους εκπαιδευτικούς και εκτοξεύετε τα πυρά σας, τα οποία όμως είναι άσφαιρα, γιατί το υλικό τους είναι φτιαγμένο από ψέμα. Φυσικά, από το στόχαστρο της κριτικής σας έχετε εξαιρέσει τους κατά καιρούς «αγωνιζόμενους» δόκτορες και «αγωνιζόμενους» τρανούς θεολόγους συναγωνιστές σας που σας γύρισαν την πλάτη. Αντε το πολύ – πολύ (έτσι για ξεκάρφωμα…)  κάποιο (επι-) κριτικό μονόστηλο, μια τουφεκιά στον αέρα για κάποιους (γενικώς και αορίστως και μη κατονομαζομένους…) «Αγωνιζομένους μηδίσαντες» («Αγώνας, φυλ. 217, Ιουνίου 2015, σελ. 3, στήλη 4). Για τον Ανδρεόπουλο ολόκληρα «αφιερώματα» σε μέγεθος της μισής ύλης της εφημερίδος!... Μεγάλη η χάρη μου…

Στο υπ΄ αριθμ. 237 (Φεβρουαρίου, σελ. 16) φύλλο της εφημερίδος σας με παρουσιάζετε ως «γνωστό για τις απόψεις μου στο “μοντέρνο” μάθημα των Θρησκευτικών, από εισηγήσεις σε πάνελ και δημοσιεύματα στον Τύπο, ως και από το «βραβείο» του δόκτορα που απέκτησε πατώντας πάνω στον «χουντικό» (σ.σ.: δική σας η έκφραση, εγώ ουδέποτε χρησιμοποίησα τον χαρακτηρισμό αυτό.  Επανέρχομαι αναλυτικά για το θέμα αυτό παρακάτω) Ιερώνυμο Α’», ενώ στο φύλλο 243 (Αυγούστου 2017, το οποίο κυκλοφόρησε εντός του Σεπτεμβρίου) αφιερώνετε στην ταπεινότητά μου σχεδόν την μισή ύλη (!) της εφημερίδος (σελ. 1, 5, 6, 7 και 8) επικρίνοντας με περισσή κακουβουλία και πληθώρα διαστρεβλωτικών αναφορών το προσφάτως κυκλοφορήσαν σύγγραμμά μου για τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας κατά τη δικτατορία (Ανδρεοπούλου Χαραλάμπους, Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967 – 1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2017).
Επί του παρόντος σας απαντώ - για ένα προς ένα στα κύρια θέματα που σας απασχολούν στα φύλλα 237 και 243 και αφορούν στο πρόσωπό μου – τα εξής, για ενημέρωση των καλόπιστων αναγνωστών της εφημερίδος σας:
1) Για τις απόψεις μου αναφορικά με το θρησκευτικό μάθημα έχετε ασφαλώς το δικαίωμα της κρίσεως. Ως δημοσιογράφος παλαιότερα και ως δάσκαλος Θρησκευτικών στη Β/θμια Εκπαίδευση στη συνέχεια, απέδειξα διαχρονικά ότι αποδέχομαι τις καλοπροαίρετες κριτικές. Δεν παριστάνω την αυθεντία. Πάντοτε θεωρούσα - και εξακολουθώ να θεωρώ - την αντιπαράθεση ως ευκαιρία συγκρίσεως διαφορετικών απόψεων και σε καμμία περίπτωση ως αφορμή συγκρούσεως, ως ευκαιρία να παίξουμε «μπόξ». Ουδέποτε εξ΄ άλλου διεξεδίκησα το αλάθητο και κάθε άλλη, διαφορετική άποψη, την αντιμετώπισα με  απόλυτο σεβασμό. Ετσι, μέχρι στιγμής με αυτό το σκεπτικό, ήτοι την δεδομένη ανοχή μου σε κριτικές που αφορούν στις απόψεις μου για το μάθημα των Θρησκευτικών, απέφυγα να απαντήσω σε κατά καιρούς κακόβουλα σχετικά σχόλια που γράφτηκαν στην εφημερίδα σας αναφορικώς με τις απόψεις μου για το μάθημα των Θρησκευτικών, τη συμμετοχή μου σε σχετικές εκδηλώσεις της Ιεράς Μητροπόλεως, κ.λ.π.  Φαίνεται, όμως, κ. Τασιόπουλε ότι πήρατε πολλή φόρα.  Άλλο η (καλοδεχούμενη) κριτική κι άλλο το ψέμα, η συκοφαντία. Σε ανώνυμο άρθρο στο φυλ. 237, σελ. 16,  της εφημερίδος σας γίνεται αναφορά για ένα «βραβείο του δόκτορα», το οποίο, σύμφωνα με πληροφορίες (;) της εφημερίδος «απέκτησα πατώντας πάνω στο “χουντικό” Ιερώνυμο Α΄» (!!!). Επί τούτων - και επί του παρόντος - σας απαντώ τα εξής:
α) Εις ό, τι αφορά στον χαρακτηρισμό αυτό («χουντικός») για τον πρόσωπο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Α΄ (Κοτσώνη) μου είναι ξένος. Οπως και οι χαρακτηρισμοί «παρεκκλησιαστικοί», «χουντικοί» που αδίκως μου χρεώνετε για τους συνεργάτες του. Ουδέποτε τους χρησιμοποίησα εις άρθρα ή εις την διατριβήν (και το βιβλίο) μου,  οπότε, καθηκόντως, σας τους επιστρέφω. Σημειώνω απλώς ότι στη διατριβή (και στο βιβλίο) υπάρχουν αναφορές περί «ιερωνυμικής» και «σεραφειμικής» παρατάξεως, με την επισήμανση ότι χρησιμοποιούνται σαφέστατα ως technicus terminous (βλ. στο βιβλίο μου, εις Εισαγωγή, υποσημ. 22, σελ. 31). Οπου δε υπάρχουν οι σχετικοί χαρακτηρισμοί αυτοί έχουν τεθεί εντός εισαγωγικών («….. ») ως καταγραφή – μεταφορά απόψεως τρίτων και όχι δικής μου. Ο κάθε αναγνώστης του βιβλίου μου είναι εις θέσιν τούτο να το διαπιστώσει. Θα πρέπει – εσείς και οι συνεργάται σας - «να εντρέπεσθε», όπως συνήθιζε να λέει για τους κατηγόρους του ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α’  (Κοτσώνης). Η υπό τον τίτλο «Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας στην Ελλάδα κατά την Επταετία (1967 – 1974)» διατριβή μου αποτελείται εκ 465 σελίδων και εκ 199.327 λέξεων. Είναι διαθέσιμη στη Βιβλιοθήκη του Α.Π.Θ. και στην Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Εις ουδένα σημείο της διατριβής (και του βιβλίου το οποίο κυκλοφορεί από τον περασμένο Ιούνιο και είναι διαθέσιμο στα βιβλιοπωλεία) υπάρχει παρόμοιος δικός μου χαρακτηρισμός («χουντικός», «παρεκκλησιαστικός», κλπ) για τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο (Α΄), συνεπώς οι σχετικές αναφορές σας ότι τάχα χρησιμοποιώ παρόμοιους χαρακτηρισμούς αποτελούν αποκυήματα νοσηράς (νοσηροτάτης!) φαντασίας. Αντιμετώπισα την περίπτωση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών κυρού Ιερωνύμου Α΄ (Κοτσώνη), όπως και του διαδόχου του μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Σεραφείμ (Τίκα) και όλων των πρωταγωνιστών εκείνης της περιόδου (1967 – 1974) με απόλυτο σεβασμό στη μνήμη τους - με καθαρά ιστορικά και νομοκανονικά κριτήρια, όχι με πολιτικά και λαϊκιστικά. Μιας και αναφερθήκατε με εξιδιασμένο ενδιαφέρον κ. Τασιόπουλε για την περίπτωση του μακαριστού Ιερώνυμο (Α΄), σας υπενθυμίζω ότι άλλοι τον είχαν μηνύσει – το γνωρίζετε καλά, πολύ καλά! - στην Ιερά Σύνοδο «επί αιρέσει» (!!!) και «επί προτεσταντισμώ» (!!!), κατηγορίες τα μάλα (τρισ-) χειρότερες για ορθόδοξο κληρικό σε σχέση με τον πολιτικής χροιάς χαρακτηρισμό «χουντικός» που ορισμένοι δημοσιογράφοι και ιστορικοί (πάντως όχι εγώ) του προσήψαν. Αλλα αν δεν σας βοηθά η μνήμη σας  (για το ποιοι «επί μακρά έτη είχον πολεμήσει και τόσο δυσφημίσει», αλλά και είχαν μηνύσει στην Ιερά Σύνοδο (από την εποχή που ήταν ακόμη αρχιμανδρίτης) τον μακαριστό Ιερώνυμο Κοτσώνη «επί αιρέσει» [!!!] και «επί προτεσταντισμώ» [!!!], όπως αναλυτικά τα έχει περιγράψει ο ίδιος στο «Δράμα» του, βλ. επανέκδοση 2003, σελ. 56 – 57, και, ιδίως την σχετική υποσημείωση στις ίδιες σελίδες), ευχαρίστως να σας την φρεσκάρω – οπότε, αν θα χρειασθεί, θα επανέλθω Επί του παρόντος θα υπενθυμίζω - και παραπέμπω - στα όσα έχει μεταφέρει ο μακαριστός Μητροπολίτης Αττικής κυρός Νικόδημος (Γκατζιρούλης) στο βιβλίο του «Ιερώνυμος Κοτσώνης. Ο Αρχιεπίσκοπος των αποστολικών οραματισμών» (εκδ. Σπορά, 1990) για τις «Αθλιότητες» (σελ. 153 - 167) που διέπραξαν εις βάρος του Ιερωνύμου κληρικοί και θεολόγοι, προερχόμενοι από συγκεκριμένους συλλόγους και θρησκευτικά σωματεία (όχι από Αδελφότητες Θεολόγων). Υπάρχει πολύ υλικό για τους (σκληρούς) πολεμίους του αρχιμανδρίτου και μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου οι οποίοι στη διάρκεια της μεταπολιτεύσεως «μετεμορφώθησαν» σε (ακραιφνείς) υποστηρικτές του... Όταν στην Ιστορία είναι δεδομένο το «scripta manent» για καταστάσεις, γεγονότα και πρόσωπα, οι όποιες επιχειρούμενες διαστρεβλώσεις γίνονται «boomerang» στα χέρια των πλαστογράφων.
β) Για το «βραβείο» («του δόκτορα»): Mάλλον θα διέλαθε της προσοχής του ανωνυμογράφου της εφημερίδος σας ότι τα  ελληνικά Πανεπιστήμια δεν δίδουν «βραβεία» σε διδάκτορες αλλά απονέμουν διπλώματα, κατόπιν επισταμένης αξιολογικής επιστημονικής κρίσεως ειδικής, κατά περίπτωσιν, 7μελούς Επιτροπής. Μήπως μπερδέψατε – εσείς και οι συνεργάται σας - τα (διδακτορικά) διπλώματα των ελληνικών Πανεπιστημίων με τα Βραβεία που απονέμουν δια του Ποντιφικού Πανεπιστημίου τους  ο Πάπας της Ρώμης και το Βατικανό, όπως αυτά που απενεμήθησαν - εν χορδαίς και οργάνοις, παρακαλώ -  τον Νοέμβριο του 2015 (και) εις «διακριθέντας» εξ Ελλάδος και μάλιστα σε κάποιους κι΄  από  τα μέρη μας... (Θα τα διαβάστε πιστεύω κ. Τασιόπουλε, ε;… Yποθέτω ότι τα παρακολουθείτε όλα και για  όλους και όχι μόνο αυτά που γράφονται για την ελαχιστότητά μου, ε;…). H ταπεινότης μου ουδέποτε ηξιώθη παρομοίου (ποντιφικού) Βραβείου (περί του οποίου, κρίσιν σας – θετικήν ή αρνητικήν – δεν είδα στην εφημερίδα σας κ. Τασιόπουλε, αν και παρήλθον μήνες… Σχωράτε με αν κάνω λάθος). Η ημετέρα αναξιότης ενός σεμνού διδακτορικού διπλώματος ηξιώθη εκ μέρους του σεμνού και ταπεινού Αριστοτελείου (Πανεπιστημίου, του φέροντος ως έμβλημα τον Αγιο Δημήτριο – μεγάλη η Χάρη του). Γράφετε για την ταπεινότητά μου ότι «το υπουργείο Φίλη – Γιαγκάζογλου τον προήγαγε σε αναμορφωτή (σ.σ. sic!) των καθηγητών στα νέα Θρησκευτικά του μοντέρνου ΚΑΙΡΟΥ στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, για να διδάξουν στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας τη νέα άθεη πλέον Θεολογία!». Καμμία προαγωγή κ. Τασιόπουλε, μην αγχώνεθε, μην ανησυχείτε… Περί επιλογής σε θέση Επιμορφωτή (για τα νέα προγράμματα σπουδών στα Θρησκευτικά) πρόκειται – σε μια από τις 70 συνολικά θέσεις Επιμορφωτών ΠΕ01 – μέσω δημόσιας προσκλήσεως ενδιαφέροντος που προκήρυξε το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.), με κριτήρια καθαρά ακαδημαϊκά / επιστημονικά.  Πέρασαν κ. Τασιόπουλε οι καιροί που ίσχυαν - ως π.χ. επί Επταετίας - τα κριτήρια των «υγιών κοινωνικών φρονημάτων» και της «νομιμοφροσύνης» για να γίνεις Επιμορφωτής / Σύμβουλος, κ.ο.κ. των Θρησκευτικών, ή για να  πάρεις υποτροφία για Θεολογικές σπουδές (βλ. σχετ. εις Μέρος Β΄, Κεφ, 4, § 4 και, ιδίως υποσημ. 525 του βιβλίου). Η αξιολόγηση / μοριοδότηση που αφορά εις την εν έτει 2016 επιλογή των Επιμορφωτών για τα νέα Π.Σ. στα Θρησκευτικά είναι δημοσιευμένη στην «Διαύγεια» (με ΑΔΑ: 7ΩΦΚΟΞΛΔ-ΠΘ7 / 19-10-2016). Μην αγχώνεσθε κ. Τασιόπουλε και μην ανησυχείτε… Απλός δάσκαλος Θρησκευτικών παραμένω και μάλιστα «εν εξορία» διατελών, εδώ και μια 7ετία, αφού υπηρετώ 250 χλμ. μακριά από το σπίτι και την οικογένειά μου, αλλά δοξάζω τον Θεό  αναμένοντας ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί μια θέση υπηρετήσεως στον Ν. Λαρίσης - ή έστω πέριξ αυτού - και για την αναξιότητά μου.
 Πάμε στην ουσία των ζητημάτων:
2)  Για το έργο του Ιερωνύμου: Από την μία με «εγκαλείτε» - εν είδει απορίας – στην εφημερίδα σας ότι σ΄ ένα ολόκληρο σύγγραμμα 380 σελίδων «δεν βρήκατε τίποτα, μα τίποτα καλό στον «καταραμένο» (σ.σ.: δικός σας ο χαρακτηρισμός…) Ιερώνυμο Κοτσώνη;» («Αγώνας», φυλ. 243, σελ. 5, στήλη 1), και, συγχρόνως, με «κατηγορείτε» ότι στο βιβλίο μου όλα τα «βρήκα μαύρα κι άραχνα για τον Ιερώνυμο» κι ότι (τον Ιερώνυμο) τον «έριξα στα Τάρταρα» («Αγώνας», φυλ. 243, σελ. 8, στήλη 2), κι από την άλλη προσπαθώντας να «μπαλώσετε» τις τρύπες των ψευδολογιών σας παραθέτετε ορισμένες από τις θετικές αναφορές μου στο βιβλίο για το έργο του Ιερωνύμου. Συγκεκριμένα αντιγράφοντας απόσπασμα από το βιβλίο μου παραθέτετε ορισμένα από τα έργα που εις αυτό περιγράφονται όπως η ένταξη των κληρικών στο μισθολόγιο του Δημοσίου, η αύξηση των συντάξων και των επιδομάτων / βοηθημάτων του ΤΑΚΕ, ο ίδρυση του Οργανισμού της «Χριστιανικής Αλληλεγγύης» που είχε την ευθύνη της μερίμνης για τους υπερήλικες, η αναβάθμιση της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, η κατασκευή του Διορθοδόξου Κέντρου Πεντέλης (βλ. εις Μέρος Β΄, Κεφ. 7, § 3, σελ. 279 του βιβλίου) και πολλά άλλα, όπως τις καθαρά αυτοδιοικητικού χαρακτήρος θετικές διατάξεις του Ν.Δ. 126/1969 «Περί Καταστατικού Χάρτου» με τις οποίες, επί Ιερωνύμου, αναγνωρίσθηκε στην Εκκλησία το δικαίωμα της νομοθετικής εξουσίας και τις οποίες ρυθμίσεις απεδέχθη και διετήρησε μετά την πτώση της δικτατορίας και η νέα υπό τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ (Τίκα) εκκλησιαστική ηγεσία (βλ. εις Μέρος Β΄ Κεφ. 4, § 1, σελ. 202 – 203 και ιδίως υποσημ. 496).  Ολες αυτές οι αναφορές μου (και πολλές άλλες, όπως, π.χ, για τα ακαδημαϊκά προσόντα, την μόρφωση και το ήθος του μακαριστού Ιερωνύμου, βλ. εις Μέρος Β΄, Κεφ. 7, § 1, σελ. 272) είναι για σας ένα….«τίποτα»;;; Eίναι πράξεις του μακαριστού Ιερωνύμου που τις αντιμετωπίζω στο σύγγραμμά ως …«μαύρες κι άραχνες»;;; Eλεος κ. Τασιόπουλε!… Και οι λίθοι κεκράξονται… Εχει και η διαστρέβλωση τα όριά της…  Επί τη ευκαιρία, μιας που μιλάμε για διαστέβλωση, να σας ρωτήσω: πως είναι δυνατόν να με εγκαλείτε («Αγώνας, φυλ. 242, σελ.  5, στήλη 2) και μάλιστα με ειρωνικό τόνο ότι «…ξέχασε φαίνεται ο συγγραφέας (δηλ. η ταπεινότης μου) ότι ο (σ.σ.: ο προ Ιερωνύμου Α΄) Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος (Χατζησταύρου)  όρκισε την δικτατορική κυβέρνηση και με το πέρας της ορκωμοσίας μοίραζε σε όλους συγχαρητήρια την δε επομένη (22 Απριλίου 1967) με ομόφωνη απόφαση της ΔΙΣ έστειλε επείγον συγχαρητήριο τηλεγράφημα για μακροημέρευση της «εθνικής κυβέρνησης», όταν το απόσπασμα αυτό που έχετε καταχωρίσει στην εφημερίδα σας αποτελεί πλήρη αντιγραφή (copy paste!) δικής μου αναφοράς στο βιβλίο μου (βλ. εις Μέρος Β΄, Κεφ. 1, § 1, σελ. 69 – 70);…  Περιμένω απάντηση κ. Τασιόπουλε. Για το έργο του Ιερωνύμου Κοτσώνη, ως Αρχιεπισκόπου, αφιερώνεται στο βιβλίο μου ένα ολόκληρο κεφάλαιο (το 7ο, εις Μέρος Β΄: «Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης. Μια  αποτίμηση της διαδρομής του»), το οποίο κατακλείεται με την άποψη του πανεπιστημιακού του συναδέλφου και φίλου του, του μακαριστού καθηγητού Σάββα Αγουρίδη, ότι  ότι «ο Ιερώνυμος Κοτσώνης θέλησε πράγματι να ανανεώσει την ελλαδική εκκλησιαστική πραγματικότητα», η οποία και με βρίσκει σύμφωνο, θεωρώντας, ωστόσο, ότι (και τούτο αποτελεί την καταγραφομένη δική μου θεώρηση, ότι «η επιλογή του να επιχειρήσει το ανανεωτικό του έργο στηριζόμενος στη δικτατορία και στις θρησκευτικές οργανώσεις καθώς και η τακτική του να στηριχθεί στους ομόφρονές του αρχιερείς παραμερίζοντας –έως και εκτοπίζοντας– τους διαφορετικής ιδεολογικοπολιτικής και εκκλησιολογικής αντιλήψεως ιεράρχες, κατέδειξαν και τα όρια αυτής της προσπάθειας». (βλ. βιβλίο, εις Μέρος Β΄, Κεφ. 7, § 3, σελ. 281). Παρακαλώ τους αναγνώστες της εφημερίδος σας να το αναγνώσουν και να βγάλουν τα συμπεράσματά τους.
3) Για τον τρόπο αναρρήσεως και εκλογής στην Αρχιεπισκοπή του Ιερωνύμου: Eίναι θλιβερό εν έτει 2017 να επιχειρείται η «νομιμοποίηση» της (ψευτο-) «Αριστίνδην» Ιεράς Συνόδου της συγκροτηθείσης υπό του «υπουργού» Παιδείας της (ψευτο-) «Επαναστάσεως» Κων. Καλαμποκιά, την οποία, φυσικά, ουδείς Κανονολόγος έχει δικαιολογήσει πλην του καθηγητού (Κανονικού Δικαίου) και Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Κοτσώνη και υμών κ. Τασιόπουλε. Επιχειρείτε, χωρίς καμμιά συστολή, να παραπλανήσετε τους αναγνώστες σας, επικαλούμενος Γνωμοδότηση 8μελούς «Ειδικής Επιτροπής» που είχε συσταθεί τον Δεκέμβριο του 1965 με απόφαση (αριθμ. πρωτ. 60277/129/1965) του Προέδρου της Κυβερνήσεως (των λεγομένων «αποστατών») Στεφ. Στεφανοπούλου, προκειμένου λόγω της κρίσεως των σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας να εξετασθεί, εν είδει απειλητικής πιέσεως προς την νόμιμη και κανονική Ιεραρχία, η δυνατότητα συγκροτήσεως «Αριστίνδην Συνόδου». Η εν λόγω «Επιτροπή» πράγματι κ. Τασιόπουλε εγνωμοδότησε ότι «ουδέν κανονικό πρόβλημα υπάρχει δια την συγκρότησιν νέας διοικούσης Ιεράς Συνόδου, καθόσον οι Ιεροί Κανόνες σιωπούν σχετικώς… Ουδέν απολύτως κανονικόν ή συνταγματικόν κώλυμα υφίσταται προς σύγκλησιν Αριστίνδην Συνόδου…», κ.λ.π, μόνο η Επιτροπή αυτή μόνο κατ΄ ευφημισμόν ήτο «Ειδική» (δηλ. κανονολογική, καθ΄ ότι το θέμα άπτεται του Κανονικού Δικαίου) καθόσον τα 7 (επτά) από τα 8 (οκτώ) μέλη της ήσαν καθηγητές διαφορετικής του Κανονικού Δικαίου ειδικεύσεως. Εν τούτοις εσείς ανερυθριάστως επιχειρείτε την παραπλάνηση μέσω της συσκοτίσεως. Το επιχειρείτε αναφερόμενος στο φυλ. 241 – 242 (Ιουνίου – Ιουλίου 2017) , σελ. 11, στήλη 2 του «Αγώνα» σας σε «Επιτροπή 8 (οκτώ) καθηγητών του Κανονικού Δικαίου» (!!!). Κάτι …συμβαίνει, όμως, και στο μεσοδιάστημα  οι «8 Κανονολόγοι» αίφνης (κάτι θα προέκυψε, δεν μπορεί…) στο φύλ. 243 (Αυγούστου 2017), σελ. 8, στήλη 3 του «Αγώνα» σας …μεταβάλλονται ως προς την ιδιότητα / επιστημονική τους ειδίκευση: οι σε 3 (τρείς) σε καθηγητές του Εκκλησιαστικού Δικαίου, οι σε 2 (δύο) σε καθηγητές του Κανονικού Δικαίου και «οι υπόλοιποι σε διάφορους τομείς της Θεολογικής επιστήμης». Ποια είναι η πραγματικότητα, η αλήθεια; Ο μόνος με ειδίκευση στα κανονολογικά θέματα στην λόγω «Επιτροπή» ήταν ο τότε αρχιμανδρίτης και καθηγητής του Κανονικού Δικαίου στην Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ Ιερώνυμος Κοτσώνης. Οι υπόλοποι επτά της «Ειδικής Επιτροπής» ήταν οι καθηγητές Π. Μπρατσιώτης καθ. της Καινής Διαθήκης, Γ. Ράμμος καθ. Πολιτικής Δικονομίας, Ι. Καρμίρης καθ. Δογματικής & Συμβολικής, Κ. Μπόνης καθ. Εκκλησιαστικής Γραμματολογίας και Πατρολογίας, Α. Χριστοφιλόπουλος καθ. Εκκλησιαστικού Δικαίου, και ο δικηγόρος Αλ. Βαμβέτσος. Ουδείς, λοιπόν, καθηγητής Κανονικού Δικαίου, πλην ενός (1) του αρχιμανδρίτου Ιερωνύμου Κοτσώνη (που μετά από δυό χρόνια έγινε Αρχιεπίσκοπος μέσω της «Αριστίνδην» του Καλαμποκιά). Σας υπενθυμίζω, μάλιστα, ότι και ο Καθηγητής Κανονικού Δικαίου την εποχή εκείνη εις την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο μακαριστός Κων/ος Μουρατίδης, εις το υπό τον τίτλο «Η σχιζοφρενική πολιτική της δικτατορίας» περισπούδαστο άρθρο του εις τον «Ορθόδοξο Τύπο» είχε καταγγείλει με δριμύτητα ότι το καθεστώς της 21ης Απριλίου «προέβη εις ωμήν και αυθαίρετον επέμβασιν εις τον ιερόν χώρον της Εκκλησίας, παρεμέρισε τα αρμόδια εκκλησιαστικά όργανα – Ι. Σύνοδον της Ιεραρχίας και Διαρκήν Ιεράν Σύνοδον – ανέτρεψε την κανονικήν τάξιν της Εκκλησίας και δι΄ αριστίνδην Συνόδου ανέδειξε τον αρχιμανδίτην κ. Ιερώνυμον Κοτσώνην εις τον αρχιεπισκοπικόν θρόνον Αθηνών, περιβάλλουσα άμα αυτόν δι΄επαναστατικών αυτόχρημα εκκλησιαστικών εξουσιών» (βλ. εις «Ορθόδοξο Τύπο», φυλ. 216, 15.08.1974, σελ. 1. Σημειωτέον ότι ο καθηγητής Μουρατίδης στο ίδιο άρθρο του επεκτείνει την δριμεία, επίσης, κριτική του και για τον τρόπο εκλογής του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και τούτο, επίσης, καταγράφεται και περιγράφεται μετά πάσης σαφηνείας στη διατριβή και στο βιβλίο μου, βλ. εις Μέρος Α΄, § 7, υποσημ. 91 και εις Μέρος Β΄, Κεφ. 1, § 2, υποσημ. 41). 
* Για την ουσία του θέματος, λυπάμαι κ. Τασιόπουλε, αλλά κι εδώ θα με βρείτε απέναντι, κι΄ από εσάς κι΄ από τον απόφανση της «Επιτροπής» Στεφανοπούλου (1965), όσο της αντιστοίχου του Καλαμποκιά (1967). Οι Ιεροί Κανόνες όχι μόνον δεν σιωπούν (όπως διετείνετο η Επιτροπή Στεφ. Στεφανοπούλου και δυό χρόνια μετά ο Καλαμποκιάς), αλλ΄ αντιθέτως βοούν και κράζουν για το πώς πρέπει να διοικείται  η  θεσμική Εκκλησία (υπό τελείας Συνόδου των Επισκόπων, κ.λ.π., βλ  ενδεικτικώς τους Κανόνες: 37ο των Αγίων Αποστόλων, 5ο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, 19ο της Δ΄ Οικουμενικής, 8ο της Πενθέκτης, 6ο της Ζ΄ Οικουμενικής, 20ο της Αντιοχείας, 18ο, 73ο και 76ο της Καρχηδόνος).  Παράλληλα, είναι σαφές, σαφέστατο, ότι με την εκλογή αρχιερέων υπό «Αριστίνδην» Συνόδου  οι Ιεροί Κανόνες που προσβάλλονται και αθετούνται είναι εκτός των άλλων, οι Δ΄ της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου , ΙΘ΄ της Αντιοχείας και Γ΄ της Ζ΄ Οικουμενικής. Για να σας το πώ πιο απλά κ. Τασιόπουλε: σε αντίθεση με εσάς (τον «ογκόλιθο» της θεολογικής επιστήμης που τα βάζει με Πατριάρχες, Μητροπολίτες, καθηγητές Πανεπιστημίου, κ.λ.π.) που θεωρείτε ότι μπορεί η Πολιτεία να ορίζει «Αριστίνδην» Συνόδους στη διοίκηση της Εκκλησίας, εγώ (ο ανάξιος δάσκαλος Θρησκευτικών) με τα λίγα θεολογικά γράμματα που ξέρω, πιστεύω ότι το ποιός είναι άγιος και άριστος το γνωρίζει μόνο ο Θεός. Και τον Θεό (και την Εκκλησία) δεν μπορεί να τον αντικαταστήσει η Πολιτεία και οι άρχοντές της.  Α, και κάτι άλλο: γράφετε και ξαναγράφετε για να δικαιολογήσετε την εκλογή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Κοτσώνη υπό «Αριστίνδην» Συνόδου, ότι δεν εξελέγη μόνο αυτός από «Αριστίνδην», αλλά με παρεμβάσεις της Πολιτείας είχαν προηγηθεί και άλλες τέτοιες παραβιάσεις της κανονικότητας  (εκλογές Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων και Μητροπολιτών υπό «Αριστίνδην» Συνόδου), επιχειρώντας έτσι την «κανονικοποίηση» της εκλογής του υπό «Αριστίνδην», μέσω αυτής της λογικής του συμψηφισμού η οποία  κ. Τασιόπουλε δεν συνάδει με το πνεύμα και τους Κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Σε παρόμοιες περιπτώσεις η Εκκλησία μας δεν λειτουργεί με (μαθηματικού / ορθολογικού  τύπου) αντιλήψεις συμψηφισμού («αφού κανονικοποιήσατε εκείνες τις εκλογές που έγιναν από «Αριστίνδην», πρέπει να κανονικοποιήσετε και τις επόμενες από «Αριστίνδην»…), αλλά με πνεύμα οικονομίας, η οποία, όμως - η άσκηση της εκκλησιαστικής οικονομίας - ενεργείται μεν προς μείζον συμφέρον της Εκκλησίας και για να θεραπεύσει προβλήματα, δεν δικαιώνει, όμως, διαπιστωμένες αντικανονικότητες, ούτε δημιουργεί έθος αφού «το παρά Κανόνας ουχ έλκεται προς υπόδειγμα», σύμφωνα με τον μέγιστο των κανονολόγων Βαλσαμώνα, σε ερμηνευτικό του σημείωμα στον ΙΘ΄ Κανόνα της εν Σαρδική Συνόδου (βλ. Ρ ά λ λ η, Γ. Α. - Π ο τ λ ή, Μ., Σύνταγμα θείων και ιερών Κανόνων, Αθήνησιν, εκ της τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, 1853, τομ. Γ’, τυπ. «Αυγή», φωτοτυπική ανατύπωσις Κασ. Μ. Γρηγόρη 1966, σ. 279). Για την Ιστορία πάντως θα πρέπει ν΄ αναφέρουμε ότι η Ιερά Σύνοδος καίτοι έκρινε αντικανονικό τον τρόπο εκλογής του Ιερωνύμου, με τις κατ΄ οικονομίαν ληφθείσες αποφάσεις της, τον Μάρτιο του 1974, κανονικοποίησε την εκλογή του αναγνωρίζοντας έτσι την αρχιερωσύνη του, ενώ, επίσης, κατ΄ οικονομίαν, του απένειμε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος. 

* Το θέμα του τρόπου εκλογής του Ιερωνύμου επανήλθε στη δημοσιότητα προσφάτως. Τον περασμένο μόλις Φεβρουάριο (2017) επαναδημοσιεύθηκε η μελέτη «Η αλήθεια δια το εκκλησιαστικόν ζήτημα», υπογραφομένη υπό του προ 43ετίας συντάκτου της, τότε (1974) αρχιμανδρίτου και γραμματέως της Ιεράς Συνόδου και νυν μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβροσίου (Λενή), την οποία μελέτη είχε υιοθετήσει η Ιεραρχία. Κυκλοφόρησε μάλιστα  από τις εκδόσεις «Βιβλίο και Εικόνα» της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων ως «πόνημα πνευματικά ωφέλιμο και λίαν ενημερωτικό περί του εκκλησιαστικού ζητήματος της περιόδου 1967-1974».  Ο Καλαβρύτων Αμβρόσιος απαντώντας σε επικριτικά σχόλια του Σεβ. Mητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου (Πρωτοπαπά) –  του μόνου αντιδράσαντος για την εν λόγω επαναδημοσιευθείσα (2017) μελέτη - θα γράψει, μεταξύ άλλων: «O μακαριστός Αρχιεπίσκοπος κυρός Ιερώνυμος ήτο μια εξέχουσα εκκλησιαστική προσωπικότης […], αναμφιβόλως ήτο ασκητικός, σεμνός και με αρίστην έξωθεν καλήν μαρτυρίαν, πλην όμως το μέγιστον λάθος του ήτο το γεγονός ότι, καθηγητής ων του Κανονικού Δικαίου απεδέχθη την εκλογήν του εις τον αρχιεπισκοπικόν θρόνο των Αθηνών υπό μιας Αριστίνδην (οκταμελούς) Συνόδου, τουθ΄ όπερ αντιστρατεύεται εις την εκκλησιαστικήν τάξιν. Ωσαύτως, όλως αντικανονικώς, κατέλαβε τον θρόνον  γεγηρακότος Αρχιεπισκόπου, του από Φιλίππων κυρού Χρυσοστόμου, τον οποίον η τότε Κυβέρνησις κατ’ αρχήν επίεσεν προς παραίτησιν, έπειτα δε –τούτου αρνηθέντος την παραίτησιν– τον απεμάκρυναν βιαίως εκ του αρχιεπισκοπικού του θρόνου. Αναμφισβητήτως ο μακαριστός Ιερώνυμος είχεν αγαθήν πρόθεσιν και ωραία σχέδια διά την Εκκλησίαν, αλλά αυτό δεν αρκεί. “Παν καλόν, μη καλώς γενόμενον, ουκ εστί καλόν”. Ας όψονται οι στενοί συνεργάται του, οίτινες τον εξέθεσαν ανεπανορθώτως! Κυριολεκτικώς τον κατέστρεψαν! Ο Θεός ας τους συγχωρήσει!» (βλ. εις προσωπικόν ιστολόγιον μητροπολίτου Καλαβρύτων Αμβροσίου, «Aπάντησις εις τον Σεβ. Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικόλαον», 06.03.2017 (http://mkka.blogspot.gr/2017/03/blog-post_6.html, όπου αναδημοσιεύονται και τα από 1ης.03.2017 επικριτικά σχόλια του Μητροπολίτου Φθιώτιδος).  Για τα γραφόμενα του Σεβ. Καλαβρύτων δεν αφιερώσατε κ. Τασιόπουλε ούτε (!) μονόστηλο στη εφημερίδα σας (μπάς και δεν το πήρατε χαμπάρι, μήπως;…), για τα δικά μου γραφόμενα – για το ίδιο θέμα - αφιερώσατε την μισή ύλη της εφημερίδας!.. Μεγάλη η χάρη μου! (…αλλά γιατί άρα γε;…)
            4) Για τις χριστιανικές οργανώσεις:  Από ποιά ψέματά σας να ξεκινήσω κ. Τασιόπουλε, από ποιά διαστροφή της αληθείας;  Για να δημιουργήσετε εντυπώσεις αναφέρεσθε γενικώς και αορίστως σε κάποιους (μη κατονομαζομένους)  τρίτους που χαρακτήρισαν τους ανθρώπους των χριστιανικών οργανώσεων, για να τους μειώσουν, ως «παραεκκλησιαστικούς», «εξωεκκλησιαστικούς», «προτεσταντίζοντες» και «πολλά άλλα επίθετα…», επιχειρώντας κατά τρόπο ανέντιμο για εκδότη – δημοσιογράφο και ερευνητή (όπως εσείς αυτοπροσδιορίζεσθε) και ανήθικο για χριστιανό (και μάλιστα «αγωνιζόμενο», όπως αυτοπαρουσιάζεσθε) να συνδέσετε τους χαρακτηρισμούς αυτούς με εμένα και το σύγγραμμά μου, ενώ ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει ότι οι χαρακτηρισμοί που εγώ χρησιμοποιώ στο βιβλίο μου είναι αυτοί με τους οποίους οι οργανώσεις αυτοπροσδιορίζονται στα Καταστατικά τους («θρησκευτικές οργανώσεις», χριστιανικές οργανώσεις», χριστιανικές αδελφότητες», ή «χριστιανικά σωματεία»), πράγμα που διευκρινίζω ευθύς εξ αρχής στο βιβλίο (βλ. εις Εισαγωγή, σελ. 25, υποσημ. 6 και εις Μέρος Α΄, § 5, σελ. 55). Την θέση μου ειδικά για τη «Ζωή» μπορεί ο καλόπιστος αναγνώστης να την διαβάσει στο Μέρος Α΄, § 5, σελ. 55 – 64 του βιβλίου και ιδίως στην υποσημ. 66, όπου κατατίθεται η άποψή μου ότι «όσο κι αν η δράση και η εν γένει στάση της «Ζωής» επικρίθηκε για την περίοδο της Επταετίας, λόγω της στηρίξεως που παρέσχε στο καθεστώς, ουδείς δύναται να παραβλέψει ή να υποτιμήσει την προσφορά αυτής της Αδελφότητος θεολόγων στα ορθόδοξα θεολογικά γράμματα και στην άσκηση της αυτοσυνειδησίας ενός σώματος που ευρίσκεται σε πορεία», παραλλήλως δε εξαίρεται η προσφορά των προερχομένων από τα σπλάχνα της «Ζωής» Αρχιεπισκόπων Αλβανίας Αναστασίου (Γιαννουλάτου), Αμερικής Δημητρίου (Τρακατέλη), του Βασιλείου Γοντικάκη προηγουμένου της Ι. Μ. Ιβήρων Αγ. Ορους και του αρχιμανδρίτου π. Ηλία Μαστρογιαννοπούλου.  Σε προσωπικό επίπεδο θεωρώ τιμή μου το γεγονός της επί 25ετία και πλέον αρίστης συνεργασίας μου, ως δημοσιογράφου και θεολόγου εκπαιδευτικού, με την τοπική Αδελφότητα Θεολόγων «Ζωή» και με τους συναδέλφους – μέλη της.  
            5) Πάμε τώρα τον «Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό»: Γράφετε κ.  Τασιόπουλε πως η αναφορά μου στο βιβλίο ότι «το  ιδεολόγημα του «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού» αντιπροσωπεύει την πρωτογενή ιδεολογία του ίδιου του θρησκευτικοπολιτικού κινήματος της εποχής, την οποία το κίνημα των στρατιωτικών εγκολπώθηκε για λόγους πολιτικής ωφελείας, φαλκιδεύοντάς το», αποτελεί «σημείο κατάπτωσης» (!). Χαίρω για την διαφορά αντιλήψεως, για την διαφωνία. Προσωπικά με βρίσκει σύμφωνο η (ευρισκομένη εις τον αντίποδα της δικής αντιλήψεως) άποψη του καθηγητού Γ. Μπαμπινιώτη, ο οποίος έχοντας ασχοληθεί επισταμένως με το θέμα αναφερόμενος εις τον «ελληνοχριστιανισμό», ως ιδεώδες, γράφει  ότι «πρόκειται για ένα ιδεώδες που δεν αμφισβητήθηκε, βεβαίως, όταν το υποστήριζε ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός με επικεφαλής τον Κοραή και τους Διδασκάλους του Γένους, ιερωμένους τους περισσότερους (τον Ευγένιο Βούλγαρη, το Νεόφυτο Δούκα, τον Άνθιμο Γαζή, τον Κωνσταντίνο Οικονόμο, το Νεόφυτο Βάμβα κ.ά.), ούτε όταν το υποστήριζαν ο Μακρυγιάννης, ο Κολοκοτρώνης και άλλοι αγωνιστές. Αμφισβητήθηκε, όμως, αργότερα, όταν παρασυνδέθηκε μ’ έναν έντονο συντηρητισμό στην εκπαιδευτική πράξη, και ως όρος απαξιώθηκε συγκυριακά, όταν χρησιμοποιήθηκε προπαγανδιστικά στη δικτατορία του Παπαδόπουλου ως εθνικιστικό σύνθημα. Τα πάντα, είναι γνωστό, μπορούν να στρεβλωθούν και να απαξιωθούν, αν αποτελέσουν αντικείμενο σκοπιμοτήτων και προκάλυμμα διαφορετικών προθέσεων…» (βλ. πλήρη ανάλυση περί του φαλκιδευμένου «ελληνοχριστιανισμού» επί δικτατορίας στο βιβλίο, εις Μέρος Α΄, Κεφ. 3, σελ. 45 – 51  και, ιδίως, υποσημ. 37, όπου και η άποψη / θέση Μπαμπινιώτη. Δείτε επίσης τον λίαν καυστικό σχολιασμό του καθηγητού Κων. Μουρατίδου για «το σύνθημα “Ελλάς – Ελλήνων – Χριστιανών” που χρησιμοποίησε ως “σλόγκαν” η χούντα», βλ. εις Μέρος Α΄, §,  7, υποσημ. 91, σελ. 65).
6) Περί του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και των Συντακτικών Πράξεων 3 και 7 του 1974: Εδώ η κακόβουλη κριτική σας, ως η φανέρωση της εμπαθείας σας κ. Τασιόπουλε, προκύπτει μέσα από  μια σύνθεση (απαράμιλλης) διαστροφής και (αρρωστημένης) φαντασιοπληξίας εγγιζούσης τα όρια της σχιζοφρενείας. Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια! Υπερβάλλω; Για να δούμε…. Παραθέτετε τα γεγονότα της εκλογής υπό της αποκληθείσης «Πρεσβυτέρας Ιεραρχίας» του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ καθώς και των αποτελεσμάτων που επέφεραν σε αρχιερείς οι Συντακτικές Πράξεις 4 και 7/1974, ως δήθεν θεωρούμενα από εμένα, ότι «όλα αυτά κατά την διδακτορική διατριβή έγιναν “κατά τάξιν και ευσχημόνως”» !(βλ. «Αγώνας», φυλ. 243, σελ. 5, στήλη 3). Ποια είναι στην πραγματικότητα η δική μου θέση / άποψη;  Την καταγράφω στη διατριβή (και στο βιβλίο μου, βλ. εις Εισαγωγή, σελ. 31 – 32): «…κατά το κρίσιμο διάστημα (1973-1974) της μεταβάσεως της εκκλησιαστικής εξουσίας από τον Ιερώνυμο (Α΄) στον Σεραφείμ, οι ρυθμίσεις στον χώρο της Εκκλησίας αποφασίσθηκαν από ένα εξίσου ανελεύθερο καθεστώς (Δημ. Ιωαννίδη) που αποτελούσε συνέχεια του προηγουμένου (Γ. Παπαδοπούλου). Ένα καθεστώς που είχε, επίσης, καταλύσει το Σύνταγμα και είχε στραγγαλίσει τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα. Συνεπώς, όποιες κι αν ήταν οι ρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν με την ανάληψη της νέας εκκλησιαστικής ηγεσίας, η επιχειρουμένη –στο πλαίσιο εξετάσεως της κανονικότητάς τους– προσέγγιση του προβλήματος, προϋποθέτει να συνυπολογισθούν και να συνεκτιμηθούν συνδυαστικά δύο γεγονότα: πρώτον, ότι και αυτές οι ρυθμίσεις (όπως οι προηγηθείσες, της περιόδου 1967-1973) αποτελούσαν ωμή παρέμβαση στον χώρο της Εκκλησίας ενός δικτατορικού καθεστώτος, ίσως στυγνοτέρου του προηγηθέντος, και, δεύτερον, ότι η νέα –υπό τον Σεραφείμ– ηγεσία της Εκκλησίας, αν δεν τις προκάλεσε η ίδια, με τη θετική –έναντι αυτών των προβληματικών εξ επόψεως νομοκανονικότητας ρυθμίσεων– στάση της, συνήργησε καταλυτικά στην εφαρμογή τους. Η περίπτωση του χειρισμού της υποθέσεως των δώδεκα «ιερωνυμικών»  Μητροπολιτών  οι οποίοι δια των Συντακτικών Πράξεων 3 και 7/1974 θεωρηθέντες ως αντικανονικοί κηρύχθηκαν έκπτωτοι από τους θρόνους τους χωρίς να τους δοθεί το δικαίωμα της απολογίας, είναι χαρακτηριστική όχι ως προσφερόμενο παράδειγμα εκκλησιαστικής θεραπείας σε μια αντικανονικότητα, αλλά σαν παράδειγμα προς αποφυγήν. Και τούτο διότι, όπως απεδείχθη από την εξέλιξη των γεγονότων, οι διατάξεις των Συντακτικών Πράξεων 3 και –ιδίως– 7/1974, ούσες διάτρητες εξ επόψεως νομοκανονικότητας φαλκίδευσαν τον επί της ουσίας στόχο που ήταν η επάνοδος στην εκκλησιαστική τάξη με βάση τους Ιερούς και μόνο Κανόνες και δημιούργησαν μια πρωτοφανή ανωμαλία στη μετέπειτα ζωή της Εκκλησίας της Ελλάδος». Ειδικά για το θέμα των «12» θα παρακαλούσα τους αναγνώστες της εφημερίδος σας να διαβάζουν στο Μέρος Γ΄, Κεφ. 3, § 9 του βιβλίου μου («Αποτίμηση και κριτική ερμηνεία της καταδίκης των “12”», σελ. 346 – 351), για να αντιληφθούν την πλήρη αντίφαση των  λεγομένων σας (ότι τάχα θεωρώ ως «κατά τάξιν και ευσχημόνως» τα γενόμενα κατά την β΄ φάση της δικτατορίας, επί Σεραφείμ) έναντι των γραφομένων στο βιβλίο μου και να διαπιστώσουν την παρ΄ υμών κ. Τασιόπουλε επιχειρουμένη παραποίηση, την διαστροφή!
* Στην ίδια συνάφεια και σε άλλη σελίδα του ιδίου φύλλου (243) της εφημερίδος σας επιδιδόμενος κ. Τασιόπουλε στην από ετών «τυμβωρυχία» σας για το πρόσωπο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ (παρουσιάζοντάς τον από «Τσαουσέσκου της Εκκλησίας» μέχρι και ως «άπιστο»!..) γράφετε (σελ. 16): «..ο Σεραφείμ έλαβε 19 ψήφους εκ των οποίων οι 12 ψήφοι ήταν ψήφοι συναλλαγής (σιμωνία), οπότε έγινε αρχιεπίσκοπος με 7 ψήφους και όλα αυτά τα “θεώρησαν” ότι ο Σεραφείμ “επιτέλεσε εθνικό καθήκον”…», παραπέμποντας στην σελ. 286 του βιβλίου με προφανή σκοπό και στόχο να χρεώσετε σ΄ εμένα αυτή τη θεώρηση (περί «επιτελέσεως εθνικού καθήκοντος», κλπ.). Μόνο που η πραγματικότητα είναι κι εδώ πολύ διαφορετική. Πάλι τα διαστρεβλώνετε τα πράγματα. Στην σελίδα (286) που παραπέμπετε, αφού καταγράφεται η άποψή μου ότι η ορκωμοσία του «Προέδρου» της Δημοκρατίας Φαίδωνος Γκιζίκη  της (ιωαννιδικής) «Κυβερνήσεως» Ανδρουτσοπούλου (25.11.1973)  πραγματοποιήθηκε από τον Ιωαννίνων Σεραφείμ χωρίς την άδεια του επιχωρίου Επισκόπου, δηλ. του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου, «γεγονός που συνιστά αναμφιβόλως το κανονικό αδίκημα της εισπηδήσεως το οποίο προβλέπουν και τιμωρούν οι Ιεροί Κανόνες»  (βλ. εις Μέρος Γ΄,  Κεφ. 1, σελ. 286 και ιδίως υποσημ. 6, όπου παρατίθενται όλοι οι σχετικοί Κανόνες), επισημαίνεται (αυτόθι, υποσημ. 6) ότι «παρά ταύτα η Δ.Ι.Σ., δύο 24ωρα μετά (27.11.1973), δικαιολογώντας τη γενομένη κανονική παράβαση με την επίκληση των “έκτακτων εθνικών περιστάσεων υφ’ ας ευρέθη η πατρίς κατά την 25η Νοεμβρίου 1973” θα θεωρήσει “άπαντα τα γενόμενα ως καλώς πραχθέντα”, εκτιμώντας μάλιστα ότι ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Σεραφείμ “επιτέλεσε εθνικόν καθήκον”». Περί απόψεως της Δ.Ι.Σ. πρόκειται και αυτήν καταγράφω στο βιβλίο μου, όχι δικής μου. Οι δικές μου επισημάνσεις κ. Τασιόπουλε για το ζήτημα αυτό είναι δύο:  1ον), ότι η εν λόγω απόφαση της Δ.Ι.Σ. αυτής - της 117ης συνοδικής περιόδου - ελήφθη «κατ΄ απόλυτον ομοφωνίαν των μελών της» και, 2ον) ότι «στη συνεδρίαση αυτή ακόμη και οι τρεις (3) της «ιερωνυμικής» πτέρυγος της (10μελούς) Δ.Ι.Σ. Μητροπολίτες και συγκεκριμένα οι Ναυπακτίας Δαμασκηνός (Κοτζιάς), Πρεβέζης Στυλιανός (Κορνάρος), προσκείμενοι στον Ιερώνυμο και διατελέσαντες μέλη της υπ’ αυτού προεδευομένης «Αριστίνδην» Συνόδου της περιόδου 1967-1969 καθώς και ο Μυτιλήνης Ιάκωβος (Κλεόμβροτος), σταθερός υποστηρικτής του Ιερωνύμου, άφησαν εκτεθειμένο τον Αρχιεπίσκοπο στη δύσκολη γι’ αυτόν τούτη ώρα και παρότι, εν προκειμένω και τυπικώς, βάσει της κρατούσης καταστάσεως, είχε, ως Αθηνών, όλα τα κανονικά δίκαια με το μέρος του» (βλ. αυτόθι, σελ. 288, υποσημ. 13).   
               
7) Πάμε τώρα και στο κρίσιμο ερώτημά σας («Αγώνας», φυλ. 243, σελ. 8, στήλη 4): «Τι θα έλεγε ο Αυγουστίνος Καντιώτης για τον συγγραφέα του πονήματος «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία;..”, δηλ. για εμένα. Κύριε Τασιόπουλε η διατριβή μου αφορά στην περίοδο 1967 – 1974 και κατά την περίοδο αυτή ο μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης κυρός Αυγουστίνος Καντιώτης είπε και, κυρίως, έπραξε πολλά. Αντί για τις ρητορικές και  υποθετικού χαρακτήρος ερωτήσεις - τις οποίες διατυπώνετε με την χρήση μάλιστα του τεχνάσματος της «λήψεως του ζητουμένου»  (petitio principii) - μπορεί να δοθεί ουσιαστική απάντηση εις το τι έπραξε και τι είπε κατά την ερευνωμένη περίοδο (1967 – 1974) o Φλωρίνης.
α) Τι έπραξε: Ο μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης υπήρξε απέναντι στο εκκλησιαστικό καθεστώς του Ιερωνύμου Κοτσώνη αμείλικτος. Αυτός (ο Αυγουστίνος) μαζί με τον μακαριστό Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως κυρό Αμβρόσιο (Νικολάου) διαμαρτυρόμενοι για την καταστρατήγηση του ΠΣΤ 1850 και της ΠΣΠ του 1928, ήτοι την κατάργηση εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου (συνεργούσης σχετικώς επί τω αυτώ και της δικτατορικής κυβερνήσεως) της διατάξεως περί πρεσβείων αρχιερωσύνης και της κατ΄ ισομοιρίαν αρχιερέων εκ μέρους των Μητροπόλεων του αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος και των Μητροπόλεων των «Νέων Χωρών» συγκροτήσεως της Δ.Ι.Σ., προσέφυγαν στο Σ.τ.Ε., το οποίο (τον Απρίλιο του 1973) έκαμε δεκτή την προσφυγή τους τινάζοντας κυριολεκτικά στον «αέρα» το σύστημα διοικήσεως που ηθέλησε να επιβάλλει ο Ιερώνυμος (συγκρότηση της ΔΙΣ δι΄ εκλογής / διορισμού). Στην κρίσιμη Ιεραρχία της 10ης Μαϊου 1973 ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος υπέστη δεινή ήττα (σ.σ. για τα Πρακτικά αυτής της Ιεραρχίας, τις αντιπαραθέσεις, το εν γένει κλίμα και πως προέκυψαν τα αποτελέσματα, συνιστώ στους ενδιαφερομένους να διαβάσουν το βιβλίο, εις Μέρος Β΄, Κεφ. 6, § 1, σελ. 249 – 255). Η πλειονοψηφία των αρχιερέων απεδοκίμασε το σύστημα διοικήσεως του Ιερωνύμου, μεταξύ δε αυτών (των καταψηφισάντων) και δικά του εκλογικά αναστήματα, όπως ο Φλωρίνης (Αυγουστίνος Καντιώτης), ο Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός (Οικονομίδης), ο Παραθυμίας Παύλος (Καρβέλης), ο Ελασσώνος Σεβαστιανός (Ασπιώτης), κ.α. που με την ψήφο τους (αυτοί οι «ιερωνυμικοί» και όχι οι «σεραφειμικοί»…) έγειραν την πλάστιγγα υπέρ της πατριαρχικής παρατάξεως, επικρατήσαντος, εν τέλει (με ψήφους 33 – 29) του πατριαρχικού συστήματος των πρεσβείων, βάσει των οποίων, τελικώς, συνεκροτήθη η νέα Δ.Ι.Σ. (της 117ης συνοδικής περιόδου περί της οποίας γίνεται λόγος εις την προηγουμένη – την 6η – παράγραφο της παρούσης απαντητικής επιστολής μου) στην οποία ο μακαριστός Ιερώνυμος, όπως ήδη προανεφέρθη,  είχε μόλις τρείς (3) «προσκειμένους», ενώ οι υπόλοιποι επτά (7) ήταν «απέναντι».
β) Τι είπε: Εις εκείνην την Ιεραρχίαν (της 10ης Μαϊου 1973), της οποίας υπήρξε εις εκ των πρωταγωνιστών, ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης της Φλωρίνης, είχε πεί: «Πατριαρχικόν και Ιερωνύμειον σύστημα συνεκρούσθησαν. Ενίκησεν όχι το “Αριστίνδην” του κ. Ιερωνύμου, αλλά το Πατριαρχικόν, η αδιάβλητος αρχή συνθέσεως της Συνόδου κατά πρεσβεία αρχιερωσύνης, η οποία εξασφαλίζει την ισότητα δικαιωμάτων μεταξύ όλων των ιεραρχών και προφυλάσσει την Ιεραρχίαν από φατριαστικάς ενεργείας, φιλονικείας και έριδας, αι οποίαι ήτο επόμενον να παρουσιάζωνται κατά το Ιερωνύμειον σύστημα, το επινοηθέν επί σκοπώ συγκεντρώσεως όλης της εξουσίας εις το πρόσωπον του ενός. Αυτό το φατριαστικόν και απολυταρχικόν πνεύμα διοικήσεως της Εκκλησίας κατεπολεμήθη κατά την χθεσινήν εκλογήν». Ο δε επίσης αγωνιστής Μητροπολίτης Αμβρόσιος Νικολάου, είχε συμπληρώσει, σχετικώς: «H 10η Μαΐου δια τε τον Μακαριώτατον κ. Ιερώνυμον και την εκκλησιαστικήν φατρίαν, υπήρξε, πράγματι, αποφράς ημέρα. Είθε να αποβή, τελικώς, το “βατερλώ” της φατριαστικής σταδιοδρoμίας των…». Αμφότεροι απεδείχθησαν «προφητικοί».

8) …Και για να σας προλάβω κ. Τασιόπουλε… Ναι, μετά την παραίτηση Ιερωνύμου (Δεκέμβριος 1973) οι Μητροπολίτες Φλωρίνης Αυγουστίνος και Ελευθερουπόλεως Νικόλαος εναντιώθηκαν σφοδρώς στις διαδικασίες για την εκλογή νέου Αρχιεπισκόπου και μετά την εκλογή Σεραφείμ βρέθηκαν απέναντί του, ασκώντας του δριμεία κριτική, γεγονότα, που επίσης καταγράφονται λεπτομερώς – λεπτομερέστατα! - στη διατριβή και στο βιβλίο μου (βλ. εις Μέρος Γ΄, Κεφ. 1, § 2, και 3, σελ. 292 – 299). Επίσης, ναι… Οι σχέσεις Αυγουστίνου – Ιερωνύμου απεκατεστάθησαν το 1985, όταν ο Ιερώνυμος, με πρωτοβουλία του, θα επισκεφθεί την Φλώρινα όπου θα τύχει θερμής υποδοχής και ο Αυγουστίνος, κατά την συνάντησή τους, αφού επισημάνει ότι, κατά την έκφραση του Απ. Παύλου, «ως Επίσκοπος αντέστην τω Αρχιεπισκόπω Ιερωνύμω διαφωνήσας επί της ακολουθητέας γραμμής» θα εκφράσει την άποψη ότι «σπανίως θα εμφανισθεί τοιούτος Αρχιεπίσκοπος, του οποίου το έργον δεν εφάνη εις όλην του την έκτασιν, διότι  διώκησεν εις πολύ δύσκολον και τεταραγμένην υπό των πολιτικών παθών εποχήν» (βλ. εις Μέρος Γ΄, Κεφ. 1, § 7, σελ. 311 και ιδίως υποσημ. 69), Σημειωθήτω, ότι δύο χρόνια πριν (το 1983) είχαν αποκατασταθεί και οι σχέσεις του Ιερωνύμου με τον, επίσης, σφοδρό αντίπαλό του, τον Κορινθίας Παντελεήμονα (Καρανικόλα), όταν ο τελευταίος προσεκάλεσε τον πρώην Αρχιεπίσκοπο να συλλειτουργήσουν στα εγκαίνια του καθολικού της Ι. Μ. Προφήτου Ηλιού Λουτρακίου (η οποία είναι μετόχιο της Ι.Μ. Θεομήτορος Ηλιουπόλεως Αθηνών) και μάλιστα, ως ταπεινός διάκονος ενέδυσε με τα αρχιερατικά άμφια τον Ιερώνυμο και αφού τον προσεφώνησε με λόγια αγάπης και τιμής εκάλεσε το εκκλησίασμα να ψάλλουν όλοι μαζί την φήμη του ως εν ενεργεία Αρχιεπισκόπου. Η πρόσκληση του Κορινθίας, όπως έγραψε ο «Εκκλησιαστικός Αγών» (αρ. φυλ. 192, Οκτωβρίου 1983), θεωρήθηκε «απάντηση Θεού» στην επιθυμία του Ιερωνύμου για αποκατάσταση των σχέσεών του με τον Παντελεήμονα (βλ. σχετ. πλείονα εις Μέρος Γ΄, Κεφ. 1, § 5, σελ. 305, και, ιδίως υποσημ. 57). Για την περίπτωση της αποκαταστάσεως των σχέσεων του Ιερωνύμου με τον Φλωρίνης Aυγουστίνο έχετε γράψει επανειλημμένως - και πολύ καλώς εκάνατε -  για την προηγηθείσα, όμως, αποκατάσταση, των σχέσεών του με τον Κορινθίας Παντελεήμονα δεν αφιερώσατε ούτε αράδα (!)… Γιατί άρα γε; Τι θα΄ λεγε γι΄ αυτήν την άκρως μεροληπτική συμπεριφορά του ιδιοκτήτου – εκδότου και διευθυντού του «Αγώνα»  -  υμών δηλαδή κ. Τασιόπουλε-  ο Ιερώνυμος Κοτσώνης;  Επίσης, μ΄  αφορμή το πρόσφατο (1 – 2 Σεπτεμβρίου 2017)  συνέδριο στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης προς τιμήν του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αμερικής κυρού Μιχαήλ Κωνσταντινίδη, διακεκριμένου μέλους του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.) και πρωτεργάτου της οικουμενικής κινήσεως και ο οποίος προώριζε (όπως πολύ σωστά αναφέρετε σε άρθρο σας στο προηγούμενο φύλλο της εφημερίδος σας, βλ. «Αγώνας», φυλ. 241- 241, σελ. 11, στήλη 3. Επιτέλους, να που σε κάτι συμφωνούμε!) για διάδοχό του το 1958 τον (τότε αρχιμανδρίτη) Ιερώνυμο Κοτσώνη, ενδιαφέρον θα ήταν να τεθεί το ερώτημα: τι θα΄ λεγε ο Ιερώνυμος Κοτσώνης για τα «αντιοικουμενιστικά» λιβελογραφήματά σας εναντίον του Π.Σ.Ε. και του διαχριστιανικού διαλόγου, όντας ο ίδιος, από το 1954 και εξής, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Π.Σ.Ε και πρωτεργάτης της οικουμενικής κινήσεως; Tι θα (σας) έλεγε άρα γε κ. Τασιόπουλε;... 
Τελειώνοντας, ας κάνουμε μια επιστροφή στην αρχή του άρθρου σας, όπου αναφέρετε («Αγώνας», φυλ. 243, σελ. 5, στήλη 1) ότι διαβάσατε «στην μια και μοναδική εφημερίδα της Λάρισας κριτική – χωρίς να αναφέρεται ο κριτικός γιατί μάλλον είναι ο ίδιος – για έκδοση ενός διδακτορικού έργου, με τίτλο “Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία”», κ.λ.π. Για να σας λυθεί η απορία και να μην αναγκάζεσθε να αποφαίνεσθε εν είδει μέντιουμ («…μάλλον είναι ο ίδιος…») για τον συντάκτη του κειμένου της βιβλιοπαρουσιάσεως  στην «εφημερίδα της Λάρισας» την 6η.6.2017, μπορείτε να δείτε την προηγηθείσα χρονικώς δημοσίευση / ανάρτηση της βιβλιοπαρουσιάσεως στην ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου «Επίκεντρο» (http://www.epikentro.gr/index.php?isbn=9789604583119), όπου θα διαπιστώσετε ότι πρόκειται για το ίδιο κείμενο που αποτελεί ανακοίνωση / δελτίο τύπου του εκδοτικού οίκου το οποίο εστάλη και δημοσιεύθηκε σε πληθώρα εντύπων και ψηφιακών μέσων μαζικής ενημερώσεως (ΜΜΕ), όπως συμβαίνει απ΄ όλους τους εκδοτικούς οίκους και για όλες τις νέες εκδόσεις. Για του λόγου μου τ΄ αληθές μπορείτε να ανατρέξετε στο τελευταίο φύλλο της εφημερίδος «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» (φυλ. 993, 7ης Σεπτεμβρίου 2017, σελ. 11), όπου το ίδιο κείμενο / δελτίο τύπου προβολής του βιβλίου μου δημοσιεύεται με την υπογραφή του εκδοτικού οίκου. Στην  ίδια εφημερίδα, την οποία ως γνωστόν ίδρυσε ο γνωστός για τους αγώνες του υπέρ της Εκκλησίας και της Δημοκρατίας, μακαρίτης πρόεδρος της «Χριστιανικής Δημοκρατίας» Νίκος Ψαρουδάκης, στο προηγούμενο φύλλο της (992, 24ης Αυγούστου 2017, σελ. 8), ο στενός συνεργάτης και συναγωνιστής του Ν. Ψαρουδάκη, έγκριτος φιλόλογος και δόκιμος συγγραφέας κ. Αθανάσιος Κουρταλίδης  (μέλος του Πολιτικού Γραφείου της «Χριστιανικής Δημοκρατίας») στο υπό τον τίτλο «Μια επιστολή καταγγελία χωρίς απάντηση. Ο Νικόλαος Ψαρουδάκης και ο Ιερώνυμος Α΄ Κοτσώνης» άρθρο του στην εφημερίδα για το εκκλησιαστικό της περιόδου 1967 – 1974, ενημερώνοντας του αναγνώστες της «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ» αναφέρει ότι, για τα θέματα της εν λόγω περιόδου, «λεπτομέρειες με ακριβή κανονική και νομική ενημέρωση  μπορούμε να βρούμε στη διατριβή του θεολόγου Χαρ. Ανδρεοπούλου «Η Εκκλη­σία κατά τη Δικτατορία 1967-1974, Ιστορική και νομοκανονική προ­σέγγιση» (εκδ. ΕΠΙΚΕ­ΝΤΡΟ, 2017»). Θεωρώ την  αναφορά του κ. Κουρταλίδη ιδιαιτέρως τιμητική, καθόσον προέρχεται από άνθρωπο που έχει ζήσει στο πετσί του την επτάχρονη δικτατορία και τις παρεμβάσεις της στο χώρο της διοικούσης Εκκλησίας, δηλώνοντας, παράλληλα, ότι θα αποδεχθώ και θα σεβασθώ και την όποια αρνητική  κριτική, έστω και την κακόπιστη - ακόμη και την κακοπροαίρετη - φθάνει να στηρίζεται σε ικανά επιχειρήματα κι όχι στην παραποίηση, όχι στην διαστρέβλωση, όχι στην πλαστογράφηση.   
Επιφυλασσόμενος, ως Ελληνας και Ορθόδοξος Χριστιανός, παντός νομίμου δικαιώματός μου και επικαλούμενος την χριστιανική σας υποχρέωση για την παραχώρηση - κατά το βιβλικόν λόγιον «ο τα πολλά λέγων και αντακούσεται» (Ιώβ, 11, 2)  - του δικαιώματος στον αντίλογο για τα όσα γράφετε εις την εφημερίδα σας και ιδίως δια τα εξ αυτών αφορώντα εις το πρόσωπό μου, παρακαλώ η παρούσα απαντητική επιστολή μου να δημοσιευθεί στο επόμενο (244) φύλλο της εφημερίδος σας και στις ίδιες σελίδες στις οποία εδημοσιεύσατε το άρθρο και τα σχόλιά σας περί της ημετέρας ταπεινότητος και του συγγράμματός μου «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967 – 1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση», εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2017». Επίσης, σε περίπτωση αναδημοσιεύσεως του σχετικού άρθρου σας  -  του ήδη καταχωρισθέντος εις την έντυπη έκδοση της εφημερίδος -  (και) εις το ιστολόγιόν σας (http://agonasax.blogspot.gr), παρακαλώ  να δημοσιευθεί (και) εις αυτό (το ιστολόγιόν σας) η επιστολή μου, για λόγους δεοντολογίας, την οποία θέλω να πιστεύω ότι ως εκδότης σέβεσθε και, κυρίως, τηρείτε. Αν και προσωπικά πιστεύω ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις η προβολή / δημοσίευση του αντιλόγου δεν είναι μόνον θέμα δεοντολογίας, αλλά κάτι σημαντικότερο και σπουδαιότερο: Θέμα εντιμότητος. 
Σας ευχαριστώ.                                        
                                                                
                                                               
                                                                           Χαράλαμπος Ανδρεόπουλος,
                                                                           Καθηγητής (ΠΕ01) Β/θμιας Εκπ/σης.
                                                                           Eνορίτης του Ι. Ν. Αγ. 40 Μαρτύρων Λαρίσης.
                                                                           Διαχειριστής του ιστολογίου
                                                                           «Θεολογικός Σύνδεσμος Λάρισας»
                                                                           (http://religiousnet.blogspot.com,
                                                                           e-mail: xaan62@gmail.com )