Ἐν Πειραιεῖ 4-10-2017
ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΜΟΝΑΧΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ
Τί λέγει ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος
Ἀγγελακόπουλος, ἐφημ. Ἱ. Ν. Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου - Παναγίας Ὀδηγητρίας
Λόφου Βώκου
Ἡ
γενική στάση τῶν ἐν τῷ κόσμῳ καί τῶν Ἁγιορειτῶν μοναχῶν ἔναντι τῶν αἱρέσεων καί
δή ἔναντι τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ
Οἰκουμενισμοῦ ἕως τίς προηγούμενες δεκαετίες ὑπῆρξε ὑποδειγματική καί
καθοδηγητική. Ἐν τούτοις, συναντᾶται ταυτόχρονα καί ἡ ἀπευκταία, ἀρνητική στάση
τῶν μοναχῶν.
Ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν περιπτώσεις μοναχῶν, πού ἀποδείχθηκαν καί ἀποδεικνύονται
εἰσηγητές, ἔξαρχοι ἤ ἔνθερμοι ὑποστηρικτές τῶν αἱρέσεων καί τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ.
Πολλοί μοναχοί, ἐπίσης, παρασύρθηκαν καί παρασύρονται ἀπό τούς αἱρετικούς καί τούς
Οἰκουμενιστές, μέ ἀποτέλεσμα τήν προσωρινή ἤ καί παντοτινή ἀποκοπή τους ἀπό τήν
Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἄλλοι, ἄν καί εἶχαν ἤ ἔχουν
Ὀρθόδοξο φρόνημα, ἐνέδιδαν ἤ ἐνδίδουν στίς ποικίλες προκλήσεις τῶν αἱρετικῶν καί
τῶν Οἰκουμενιστῶν, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπ’ὅ,τι
προστάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία συμπεριφορά τους πρός τούς αἱρετικούς καί τούς
Οἰκουμενιστές. Ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν, τέλος, περιπτώσεις μοναχῶν, οἱ ὁποίοι
νόμιζαν ἤ νομίζουν ὅτι εἶναι προσηλωμένοι στήν ἀκριβῆ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί
Παραδόσεων, ἀλλά ἀπό ἀδιακρισία, ἐμπάθεια, φιλοδοξία καί ἐγωϊσμό δημιούργησαν ἤ
δημιουργοῦν σχίσματα, τά ὁποία φυσικά εἶναι καταδικαστέα ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Εἶναι
βέβαια ἀπορίας ἄξιον τό ὅτι ἀρκετοί αἱρεσιάρχες προῆλθαν καί ἀπό τούς κόλπους τῶν
μοναχῶν καί τῶν αὐστηρῶν ἀσκητῶν. Σύμφωνα μέ τόν Ὅσιο καί Θεοφόρο Πατέρα Βαρσανούφιο,
οἱ μοναχοί, πού πίστευαν ἤ δίδασκαν αἱρετικά δόγματα δέν ἔκαναν δέηση καί
προσευχή στόν Θεό, γιά νά τούς δείξει, ἄν αὐτά εἶναι ἀληθινά. Γι’αὐτό καί ὁ
Θεός τούς ἄφησε στήν δική τους προσωπική γνώση[1]. Ὁ δέ
Ὅσιος καί Θεοφόρος Πατήρ ἡμῶν Μᾶρκος ὁ ἀσκητής, ἀπαντώντας στήν ἐρώτηση, γιατί
πίπτουν οἱ μοναχοί καί οἱ πνευματικοί ἄνδρες, λέγει : «Δέν πίπτουν αὐτοί, πού κρατᾶνε τόν νόμο, ἀλλά αὐτοί, πού τόν ἐγκαταλείπουν
καί ἀμελοῦν τά καίρια σημεῖα του, δηλ. τήν προσευχή καί τήν ταπεινοφροσύνη, ἐπειδή
ἔχουν κλαπεῖ ἀπό τήν βιοτική μέριμνα καί τήν κενοδοξία»[2].
Σέ
διάφορες περιόδους καί ἰδιαίτερα στήν σημερινή συναντᾶται ἡ ἀδυναμία ἀρκετῶν
μοναχῶν στό νά ἀντιμετωπίσουν μέ κατάλληλο τρόπο τούς αἱρετικούς. Κατά τίς
περιόδους τῶν διαφόρων αἱρέσεων, ἀλλά καί τήν σημερινή περίοδο τοῦ σιωνιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
ὑπῆρξαν καί ὑπάρχουν ἡγούμενοι Μονῶν, ἐντός καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, οἱ ὁποῖοι,
γιά λόγους δῆθεν οἰκονομίας, μᾶλλον δειλίας, ὑποχωροῦσαν ἤ ὑποχωροῦν στίς
πιέσεις τῶν αἱρετικῶν καί τῶν Οἰκουμενιστῶν καί ἐπικοινωνοῦσαν ἤ ἐπικοινωνοῦν ἐκκλησιαστικά
μαζί τους μέ διαφόρους τρόπους.
Μέ
ἄφατη καρδιακή θλίψη καί πόνο διαπιστώνει κανείς ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τό Ἅγιον Ὄρος,
ἡ ὀρθόδοξη δογματική καθίζηση καί παράδοση στόν σατανοκίνητο Οἰκουμενισμό
φανερώθηκε ἀποροκάλυπτα ἀπό τήν ἐπιεικῶς ἀπαράδεκτη στάση τῆς Ἱερᾶς Κονότητος
τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τῶν Πανοσιολογιωτάτων Καθηγουμένων τῶν εἴκοσι Ἱερῶν Ἁγιορειτικῶν
Μονῶν ἔναντι τῆς ληστρικῆς, αἱρετικῆς, οὐνιτικῆς καί οἰκουμενιστικῆς
ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης (Ἰούνιος 2016). Συμμετεῖχαν στήν ψευδοσύνοδο μέ ἐκπρόσωπό
τους τόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυρονικητα π. Τύχωνα, ὁ ὁποῖος, ὡς μέλος-σύμβουλος
τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου[3], ὄχι
μόνο δέν εἴχε δικαίωμα λόγου καί ψήφου κατά τή διάρκεια τῆς ψευδοσυνόδου, ἀλλά μέ
τήν παρουσία του σ’αὐτή καί τό ἐπακολουθῆσαν ἐξυμνητικό τῆς ψευδοσυνόδου κείμενό
του[4], ἀποδέχθηκε
καί ἐπεκύρωσε τήν ψευδοσύνοδο, μή ἐφαρμόζοντας προηγούμενες ὁδηγίες, πού κινοῦνταν
πρός τήν ὀρθόδοξη κατεύθυνση, τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν δογματικῶν
θεμάτων[5]. Τό τραγικώτερο
ἦταν ἡ ἔκδοση τοῦ καθησυχαστικοῦ μηνύματος τῆς Ἔκτακτης Διπλῆς Ἱερᾶς Συνάξεως τοῦ
Ἁγίου Ὄρους (30-6-2017)[6], στό ὁποῖο
ἰσχυρίζονταν ἡγούμενοι καί ἀντιπρόσωποι ὅτι δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς καί οὐσιαστικά
ἀπάλλασσαν καί ἀθώωναν τήν ψευδοσύνοδο ἀπό τά σοβαρά δογματικά ἀτοπήματά της. Εἶναι,
βεβαίως, γνωστόν ὅτι τά ἀνωτέρω δέν ἔχουν γίνει ἀποδεκτά ἀπό τό σύνολο σχεδόν τῶν
ἁγιορειτῶν μοναχῶν, κελλιωτῶν καί ἀσκητῶν καί ὅτι ὑπάρχουν σοβαρές ἀντιδράσεις
καί ὀρθόδοξες φωνές, τίς ὁποῖες οἱ φιλοοικουμενιστές ἡγούμενοι προσπαθοῦν νά
καταστείλουν μέ κάθε θεμιτό καί ἀθέμιτο μέσον. Ἡ κύρια καί βασική εὐθύνη, ὅμως,
βαραίνει τούς ὤμους καί τίς πλάτες τῶν Πανοσιολογιωτάτων Καθηγουμένων, πού ἐν
πολλοῖς συμπορεύονται μέ τήν ὁλέθρια γιά τήν Ἐκκλησία μας γραμμή τοῦ προεστῶτος
τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στόν Ὀρθόδοξο χῶρο Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.
Βαρθολομαίου.
Ἄς
ἀφήσουμε, ὅμως, τόν μεγάλο Ὁμολογητή καί μοναχό Ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, νά ἀπαντήσει στούς ἀνωτέρω ἡγουμένους
θαυμάσια, ἀποκαλυπτικά, ἐλεγκτικά καί ἰδιαίτερα διδακτικά.
Λέγει
ὁ Ὅσιος ὅτι σέ περιόδους αἱρέσεως «χρέος
νά ἀγωνίζεται, νά ὁμιλεῖ καί νά διδάσκει τόν λόγο τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχει, ὄχι μόνο
αὐτός, πού ὑπερέχει σέ βαθμό καί γνώση, ἀλλά ἀντιθέτως, ἀκόμη κι αὐτός, πού
κατέχει τήν θέση τοῦ μαθητῆ, ὀφείλει νά διακηρύττει τήν ἀλήθεια καί νά ὁμιλεῖ ἐλεύθερα.
Τά λόγια αὐτά δέν εἶναι ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλά τοῦ θείου Χρυσοστόμου καί ἄλλων
Πατέρων. Οἱ ἡγούμενοι, ὅμως, πού συνελήφθησαν ἀπό τόν βασιλιά, δέν ἔπραξαν ὅσα
προανέφερα, ἄν καί ἦταν ἀνώτεροι σέ ἀξίωμα καί γνώση ἀπό ὅλους τούς ἡγουμένους
αὐτῆς τῆς χώρας, ἀλλά ἀπεναντίας μᾶλλον σιώπησαν˙ καί δέν ἔπραξαν μόνο αὐτό, τό
ὁποῖο ἄλλωστε ἦταν τρομερό, ἀλλά ὑπέγραψαν καί ἔγγραφη βεβαίωση ὅτι δέν θά
συνεδριάζουν μεταξύ τους, οὔτε θά διδάσκουν. Ἡ πράξη τους αὐτή εἶναι προδοσία τῆς
ἀληθείας, ἄρνηση τοῦ ἀξιώματός τους καί καταστροφή, ὄχι μόνο τῶν ὑποτακτικῶν
τους, ἀλλά καί τῶν ἰσοτίμων τους.
Οἱ
Ἀπόστολοι, ὅταν ἔλαβαν διαταγή ἀπό τούς Ἰουδαίους νά μήν διδάσκουν στό ὄνομα τοῦ
Χριστοῦ, εἶπαν τά ἐξῆς : «Σκεφθεῖτε καί
κρίνετε μόνοι σας, ἐάν εἶναι ὀρθό καί δίκαιο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά ὑπακούουμε
περισσότερο σ’ἐσᾶς, παρά στόν Θεό»[7]. Καί
πάλι : «Πρέπει νά ὑπακούουμε στόν Θεό
περισσότερο καί ὄχι στούς ἀνθρώπους»[8].
Τέτοια καί παρόμοια θά ἔπρεπε οἱ ἡγούμενοι
νά ποῦν σ’αὐτούς, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Θεός δι’αὐτῶν, γιά νά οἰκοδομήσουν τούς Ὀρθοδόξους,
γιά νά στηρίξουν τά μοναστήρια, γιά νά ἐνισχύσουν αὐτούς, πού πάσχουν στίς ἐξορίες.
Ἀλλά, γιατί προτιμᾶμε τά μοναστήρια
περισσότερο ἀπό τόν Θεό, καθώς καί τήν ἀνάπαυση, πού αὐτά μᾶς παρέχουν ἀπό τήν
κακοπάθεια τῆς ὁμολογίας; Ποῦ εἶναι τό «Μιλοῦσα
μπροστά στούς βασιλεῖς καί δέν ντρεπόμουν»[9];
Ποῦ εἶναι τό «Νά, δέν θά ἐμποδίσω τά χείλη μου, ὥστε νά διακηρύξουν τίς χάριτές
Σου˙ Κύριε, Ἐσύ τό γνωρίζεις αὐτό»[10];
Ποῦ εἶναι ἡ δόξα καί ἡ ἰσχύς τοῦ μοναχικοῦ μας τάγματος; Πῶς οἱ μακάριοι
Σάββας καί Θεοδόσιος, ὅταν ὁ τότε βασιλεύς Ἀναστάσιος θέλησε νά ἀσεβήσει, ἀντέδρασαν
μέ σθένος καί ὑπερασπίσθηκαν τήν πίστη, ἀναθεματίζοντας ἀφ’ἑνός μαζί μέ τούς
μοναχούς τους μέσα στήν Ἐκκλησία τούς κακοδόξους, ἀφ’ἑτέρου δέ στέλνοντας τήν ἐπιστολή
τους στόν βασιλέα, διά τῆς ὁποίας διεκήρυξαν ὅτι θά προτιμήσουν τόν θάνατο ἀπό τό
νά ἀνεχθοῦν ὁποιαδήποτε ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως;
Ἀλλά, ἀποκρίνονται, καθώς λέγουν, οἱ
κύριοι ἡγούμενοι : «Καί ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς,
γιά νά διαμαρτυρηθοῦμε»; Πρῶτον, εἶναι Χριστιανοί οἱ ὁποῖοι ὀφείλουν αὐτή
τήν στιγμή ὁπωσδήποτε νά μιλήσουν˙ ἔπειτα εἶναι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι δέν
παρασύρονται τόσο εὔκολα, ἐπειδή εἶναι ἐλεύθεροι καί ἀδέσμευτοι ἀπό τά πράγματα
τοῦ κόσμου˙ κατόπιν ἡγούμενοι, οἱ ὁποῖοι διορθώνουν καί τίς ἀτέλειες τῶν ἄλλων
καί ἔχουν χρέος νά μή δίνουν σέ κανένα αἰτία σκανδάλου, «γιά νά μή γίνει κατά
κανένα τρόπο θέμα μομφῆς καί ἐμπαιγμοῦ ἡ διακονία, πού τούς ἀνέθεσε ὁ Κύριος»[11],
καθώς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος.
Εἶναι
δέ ἀναγκαῖο νά χαρακτηρίσω τό μέγεθος τοῦ σκανδάλου καί τῆς μομφῆς ἤ μᾶλλον τῆς
συγκαταθέσεως, πού προκάλεσαν διά τοῦ γράμματος, πού ὑπέγραψαν ἰδιοχείρως;
Διότι, ἐάν ἡ σιωπή εἶναι μέρος τῆς συγκαταθέσεως, πόσο ἀκόμη πιό φοβερό εἶναι ἡ
ἔγγραφη ἐπικύρωση ἐνώπιον ὅλης τῆς Ἐκκλησίας τῆς συγκαταθέσεως καί τῆς
συμφωνίας τους αὐτῆς»[12];
Σέ
ἄλλη του ἐπιστολή ὁ μέγας Θεόδωρος κατακρίνει τόν ἡγούμενο Θεόφιλο, πού εἶχε
καταδεχθεῖ νά κοινωνήσει μέ τούς εἰκονομάχους : «Ὤ τῆς πωρώσεως! Ὤ τῆς θεομαχίας! Μέ τήν περιφρόνηση τῆς εἰκόνος Του, ἔχει
γίνει ἄρνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῆς Θεοτόκου καί ὁποιουδήποτε Ἁγίου.
Ἐξ αἰτίας τῶν ἁγίων εἰκόνων ὁ ἀρχιεπίσκοπος (ἅγιος Νικηφόρος) ἐκδιώχθηκε, ἐπίσκοποι
ἐξωρίσθηκαν, ἐνῶ ἡγούμενοι ὑπέστησαν τά ἴδια δεινά μαζί μέ μοναχούς, μοναχές,
λαϊκούς καί λαϊκές. Ἄλλοι δέρνονται, ἄλλοι φυλακίζονται, μερικοί πεθαίνουν ἀπό
τήν πεῖνα, ἄλλοι βασανίζονται, μερικοί φεύγουν διά θαλάσσης καί ἄλλοι στίς ἐρήμους.
Οἱ ἐρημιές καί τά σπήλαια ἔχουν γεμίσει˙ γεμάτα εἶναι τά ὄρη καί οἱ λαγκαδιές.
Σάρκες κατακόβονται, αἵματα τρέχουν, ὅλη ἡ χώρα μας συνταράσσεται ἀπό τόν
διωγμό. Ὅλη ἡ ὑφήλιος, θά ἔλεγα, θρηνεῖ καί ὀδύρεται.
Καί
σύ, ὤ τρισάθλιε, ἐνῶ ἐνέδωσες στήν θανάσιμη κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς καί
διαμένεις στό «ὀλετήρι», γιά νά τό πῶ ἔτσι, καί ὄχι στό μοναστήρι, λέγεις ὅτι ὅλα
πᾶνε καλά, κοροϊδεύοντας μέ ἰουδαϊκό τρόπο τούς χριστοφόρους - ἤ μᾶλλον τόν ἴδιο
τόν Χριστό - γιά τόν Ὁποῖο καί πάσχουν; Καί ποιό ναό διέσωσες, ἐσύ πού μόλυνες
τόν ναό τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν ἑαυτό σου; Ποιούς ἀδελφούς προφύλαξες; Ἐκείνους,
πού καταστράφηκαν ἀπό τήν συγκοινωνία σου μέ τούς αἰρετικούς, ἔστω καί μέ ἁπλή
συνεστίαση; Ἔγινες σκάνδαλο τοῦ κόσμου, παράδειγμα ἀρνήσεως, προτροπή ἀπωλείας,
σάρκα καί ὄχι πνεῦμα, «σκοτήρ» καί ὄχι φωστήρ. Αὐτά φωνάζει ἡ ἴδια ἡ ἀλήθεια
πρός ἐκείνους, πού ἀσεβοῦν μέ αὐτό τόν τρόπο, τούς ὁποίους, ἐάν δέν μετανοήσουν
γιά τίς ἄθεες ἐπιλογές τους, δέν πρέπει νά τούς θεωροῦμε Χριστιανούς»[13].
Σέ
ἄλλη του δέ ἐπιστολή πρός τόν ἡγούμενο Εὐστράτιο, ὁ σοφός Πατήρ λέγει τά ἑξῆς
χαρακτηριστικά : «Δέν φαίνεται ἀνεύθυνο
τό ὅτι, ἐνῶ συνελήφθηκες ἀπό ἄνθρωπο τοῦ βασιλέως, ἐν τούτοις ἔμεινες ἀβλαβής,
δηλαδή σέ ἄφησαν ἐλεύθερο. Διότι, αὐτό συνοδεύει τά ὅσα διαδίδονται γιά τό
πρόσωπό σου. Ἄλλωστε, εἶναι πανθομολογούμενο ὅτι κανείς ἀπό ὅσους ἔχουν ὁμολογήσει
μέ θάρρος τήν Ὀρθόδοξη πίστη δέν μένει χωρίς φυλάκιση ἤ τουλάχιστον ἐξορία,
δηλαδή φυγάδευση. Ἀντιθέτως δέ, ὅσοι διαφεύγουν αὐτές τίς τιμωρίες, σημαίνει ὅτι
ἐξαπατήθηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς, γιά νά μή μιλήσω σκληρότερα καί σέ λυπήσω.
Ἤ μήπως δέν διέκρινες, ἐσύ ὁ τόσο
διορατικός, τόν φοβερό διωγμό τοῦ θηριωνύμου Λέοντος, τοῦ ὁποίου τό ἐγκληματικό
χέρι συνέλαβε ἀκόμη καί τούς ἀλλοεθνεῖς Εἰκονοφίλους καί τούς σκότωσε καί τούς ἀφάνισε,
ἤ - στήν πιό φιλάνθρωπη περίπτωση - τούς ἔθεσε ὑπό φρούρηση, ἔπειτα ἀπό σκληρή
μαστίγωση, ἐκτός φυσικά ἀπό ὅσους ἔδειξαν ὑποταγή. Ἐφόσον, λοιπόν, ἐσύ δέν ὑπέστης,
μετά τήν σύλληψή σου, τίποτε ἀπό αὐτά, συγχώρησέ
με, ἀλλά ὑποχώρησες ὁσιώτατε. Καί μή ἰσχυρίζεσαι ὅτι διατηρεῖς ἀσφαλεῖς τίς Ἐκκλησίες
σου καί ἀπείραχτες τίς ἁγιογραφίες τους, καθώς καί τό μνημόσυνο τοῦ ἁγιωτάτου
πατριάρχου μας (Νικηφόρου)˙ διότι, τέτοιου εἴδους φλυαρίες λέγουν καί ἄλλοι,
πού παρασύρθηκαν καί ὑπέκυψαν στούς εἰκονομάχους. Δέν θά ἦταν δυνατόν νά
διατηρηθοῦν αὐτά, παρά μόνο ἐάν πραγματοποιήθηκε προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας.
Διότι, ποιό εἶναι τό ὄφελος ἀπό τό νά περιποιούμαστε ἀψύχους ναούς, τήν
στιγμή κατά τήν ὁποία ἐμεῖς καταστραφήκαμε, πού εἴμαστε καί ὀνομαζόμαστε ναός
τοῦ Θεοῦ; Οὔτε ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τῆς Θεοτόκου, οὔτε κανενός Ἁγίου κινδυνεύουν
νά πάθουν τίποτε, διότι διαμένουν μέσα σ’αὐτές ὡς πρωτότυπα. Ἀντιθέτως, καταστρέφονται ψυχικά ὅσοι νομίζουν ὅτι
τίς ἀφανίζουν, ἀλλά καί ὅσοι - γιά νά
φυλάξουν δῆθεν τίς εἰκόνες - ἀποφεύγουν τήν ὁμολογία καί τήν ἐπακόλουθη
κακοπάθεια. Ἀλοίμονο! Ἄλλοι πεθαίνουν, ἄλλοι ἐξορίζονται, ἄλλοι
μαστιγώνονται, ἄλλοι φυλακίζονται, τά ὄρη, οἱ ἔρημοι, τά βράχια καί τά σπήλαια
φιλοξενοῦν τούς μακαρίους διωγμένους, καί ἐμεῖς,
μένοντας στά μοναστήρια μας, νά νομίζουμε ὅτι δέν θά πάθουμε κανένα κακό;
Καθόλου»[14]!
Τέλος,
σέ ἐπιστολή του πρός πρεσβύτερο, πού ὑπέγραψε, ὁ ἱερός Πατήρ λέγει : «Ἄν ἰσχυρίζεσαι ὅτι, ὑπογράφοντας, ἔκραζες ὅτι
προσκυνᾶς τίς ἅγιες εἰκόνες, συγχώρησέ με, ἀδελφέ, ἀλλά καί ὁ Πιλάτος, ἀθωώνοντας
μέ τό στόμα τόν ἑαυτό του ἀπό τήν σφαγή τοῦ Χριστοῦ, μέ τόν κάλαμο κύρωσε τόν
θάνατο»[15].
Εὐχή
καί προσευχή μας εἶναι οἱ Πανοσιολογιώτατοι Καθηγούμενοι νά ἀκούσουν, ὄχι τά
δικά μας λόγια, ἀλλά τά λόγια τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου˙ νά συνειδητοποιήσουν
τό μέγα πλῆγμα, πού ἀτυχῶς ἐπέφεραν στό Σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί δή
στό Περιβόλι τῆς Παναγίας, τό Ἁγιώνυμο Ὄρος˙ νά μετανοήσουν ἐμπράκτως˙ νά ἀνακαλέσουν
τήν συγκατάθεσή τους˙ νά ἀποσύρουν τό ἁγιορείτικο
μήνυμα τῆς 30ης Ἰουνίου 2017˙ νά προβοῦν στήν σύνταξη καί
κυκλοφόρηση ἑνός ὄντως ὀρθοδόξου καί ὁμολογιακοῦ κειμένου, ὅπου θά δηλώνεται ἡ
πλήρης ἀντίθεσή τους στόν Οἰκουμενισμό καί τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης˙ καί
τέλος, νά ἐφαρμόσουν τό ἱεροκανονικό δικαίωμα, πού παρέχεται ἀπό τόν 15ο
Ἱερό Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου[16], τῆς
παύσεως τῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου τους, τοῦ αἱρετίζοντος
Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, μιμούμενοι τούς παλαιοῦς Ἁγιορεῖτες
Πατέρες, πού διέκοψαν τήν μνημόνευση τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ καί μασόνου Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα. Μόνο μέ τίς ἀνωτέρω τολμηρές καί θεάρεστες ἀποφάσεις
θά κατορθώσουν, μέ τήν χάρη τῆς Κυρίας Θεοτόκου, νά ἐπαναφέρουν καί νά ἐξυψώσουν
καί πάλι τό κῦρος καί τήν αἴγλη τοῦ Ἁγιωνύμου Ἄθω.
[1]
ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Βίβλος
Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, ἀπόκρισις χδ΄, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 1997,
σ. 287.
[2]
ΟΣΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ, Ἀντιβολή πρός
σχολαστικόν, P.G. 65, 1076B.
[3]
Ὁ
Ἠγούμενος τῆς Μονῆς Σταυρονικήτα Τύχων στήν ἀντιπροσωπεία τοῦ Οἰκ.
Πατριαρχείου
στήν Πανορθόδοξη Σύνοδο,
http://www.amen.gr/article/o-igoumenos-tis-monis-stavronikita-tyxon-stin-adiprosopeia-tou-oikpatriarxeiou-stin-panorthodoksi-synodo
[4] Ἠγούμενος
Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα : Ναί στούς θεολογικούς διαλόγους, ἀλλά…., 3-8-2017, http://www.katanixis.gr/2017/08/blog-post_73.html
[5] Ἡ
εἰσήγηση τῆς Ἱεροκοινοτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπί τῶν τελικῶν κειμένων
τῆς Μεγάλης Συνόδου, 26-11-2016,
http://thriskeftika.blogspot.gr/2017/01/blog-post_23.html
[6] Ἅγιον
Ὄρος γιά Μεγάλη Σύνοδο : ''Δέν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς'', 30-6-2017,
http://www.romfea.gr/agioritika-nea/15666-agion-oros-gia-megali-sunodo-den-uparxei-logos-taraxis
[7]
Πράξ. 4, 19.
[8]
Πράξ. 5, 29.
[9]
Ψαλμ. 118, 46.
[10]
Ψαλμ. 39, 10.
[11]
Β΄ Κορ. 6, 3.
[12]
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, Ἐπιστολή β΄,
βιβλίο β΄, PG
99, 1120B-1121A.
[13]
Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή πθ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1337A-C.
[14]
Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή ρστ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1364D-1364B.
[15]
Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή στ΄, βιβλίο β΄, PG 99, 1128D. Σχ. βλ. Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ
τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 343, 345,
347-350.
[16] ΟΣΙΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ.
Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 358.