ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ
ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ(:Προς Εβραίους, β΄11-18)
Ερμηνεία της αποστολικής
περικοπής
από
τον Άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Χρυσόστομο
[ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ]
«ὅ τε γὰρ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι
ἐξ ἑνὸς πάντες.
δι᾿ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται
ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν»: «Υπάρχει στενός σύνδεσμος μεταξύ του αρχηγού
της σωτηρίας και εκείνων που σώζονται μέσω Αυτού. Διότι και ο Ιησούς που μας
αγιάζει και μας σώζει», λέγει ο
Απόστολος Παύλος, «και εμείς που
αγιαζόμαστε και σωζόμαστε, όλοι καταγόμαστε από έναν Πατέρα. Γι' αυτήν ακριβώς
την αιτία και ο Χριστός δεν ντρέπεται να ονομάζει αυτούς, που καλεί σε σωτηρία,
αδελφούς Του». Να πάλι πώς ενώνει
τιμώντας αυτούς και παρηγορώντας και κάνοντάς τους αδελφούς Του Χριστού,
σύμφωνα με αυτό, με το ότι κατάγονται
όλοι από τον ίδιο Πατέρα. Στη συνέχεια πάλι βεβαιώνοντας αυτό και για να
δείξει, ότι εννοεί την κατά σάρκα ένωση,
πρόσθεσε το «ὅ τε γὰρ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι
(:Εκείνος που αγιάζει και
αυτοί που αγιάζονται)». Βλέπεις πόση είναι η διαφορά; Γιατί Εκείνος
αγιάζει και εμείς αγιαζόμαστε. Και παραπάνω ονόμασε τον Ιησού Αρχηγό της
σωτηρίας των ανθρώπων. Γιατί ένας είναι
ο Θεός, από τον οποίο προέρχονται τα πάντα.
«Δι᾿ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται
ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν (:Για τον λόγο αυτόν δεν ντρέπεται να τους
ονομάζει αδελφούς)». Βλέπεις
πάλι πώς δείχνει την υπεροχή; Γιατί
με το να πει «δεν ντρέπεται», δείχνει
ότι το παν δεν προέρχεται από τη φύση του πράγματος, αλλά από τη φιλοστοργία Εκείνου που δεν ντρέπεται
και την πολλή Του ταπεινοφροσύνη. Αν
και όλοι δηλαδή καταγόμαστε από έναν Πατέρα, Αυτός όμως αγιάζει και εμείς
αγιαζόμαστε. Είναι μεγάλη η διαφορά· Αυτός
προέρχεται από τον Πατέρα, ως Υιός γνήσιος, δηλαδή από την ουσία Του· εμείς όμως ως κτίσμα, δηλαδή από την αρχική
ανυπαρξία. Επομένως είναι μεγάλη η
διαφορά. Γι’ αυτό, λέγει ο Απόστολος Παύλος, «οὐκ ἐπαισχύνεται
ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν, λέγων·
ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου
τοῖς ἀδελφοῖς μου (:δεν ντρέπεται να τους ονομάζει αδελφούς
Του λέγοντας: ‘’θα διακηρύξω και θα ομολογήσω το όνομά σου στους αδελφούς μου’’)»[πρβλ.
Ψαλμ.21,23: «διηγήσομαι τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε.].
Γιατί, όταν ντύθηκε τη σάρκα, ντύθηκε επομένως και την αδελφική ιδιότητα προς
τους ανθρώπους, και συνεισήλθε μαζί με τη σάρκα και η αδελφική σχέση.
Και
αυτό βέβαια εύλογα το λέγει, όμως το «ἐγὼ ἔσομαι
πεποιθὼς ἐπ᾿ αὐτῷ (:Εγώ ο Μεσσίας ως άνθρωπος θα στηρίξω την
εμπιστοσύνη μου πάνω σε Αυτόν, τον Θεό και Πατέρα)», τι το θέλει; Και το
επόμενο εύλογα το είπε· «ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός (:ιδού εγώ και τα παιδιά που μου έδωσε ο Θεός)»[πρβλ.
Ησ.8,18]. Όπως δηλαδή εδώ δείχνει τον
εαυτό Του Πατέρα, έτσι εκεί τον δείχνει αδελφό· «Θα διακηρύξω και θα ομολογήσω», λέγει ο Ιησούς, «το όνομά σου στους αδελφούς μου».
Και
πάλι δείχνει την υπεροχή και τη μεγάλη διαφορά με τα επόμενα που λέγει: «ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία». «Επειδή λοιπόν τα παιδιά του Θεού»,
λέγει, «κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος(:είναι άνθρωποι και έχουν συμμετάσχει όλα
στην ασθενική και φθαρτή ανθρώπινη φύση)». Βλέπεις ότι εννοεί την ομοιότητα; Ως προς τη σάρκα. «καὶ αὐτὸς
παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν (:γι' αυτό και αυτός παρόμοια μετέσχε στην
ίδια ανθρώπινη φύση και αληθινά έγινε άνθρωπος)». Ας ντρέπονται όλοι οι αιρετικοί, ας
κρυφτούν όσοι λέγουν ότι ο Ιησούς ήρθε φαινομενικά και όχι πραγματικά.
Γιατί δεν είπε μόνο ότι πήρε τα ίδια και ύστερα σιώπησε(αν και βέβαια κι αυτό
να έλεγε θα ήταν αρκετό),αλλά ο Απόστολος Παύλος φανέρωσε κάποιο άλλο
μεγαλύτερο, προσθέτοντας το «παραπλησίως (:παρόμοια)». «Ούτε
φανταστικά ούτε εικονικά», λέγει, «αλλά
πραγματικά»· γιατί το «παραπλησίως» δεν επιδέχεται
αμφισβήτηση.
Στη συνέχεια δείχνει την αδελφική σχέση και
αναφέρει την αιτία της οικονομίας του πράγματος· «ἵνα διὰ τοῦ θανάτου
καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου,
τοῦτ᾿ ἔστι τὸν
διάβολον»: «Για να καταστήσει», λέγει, «με τον θάνατό Του ανίσχυρο εκείνον που είχε
τη δύναμη και την εξουσία του θανάτου, δηλαδή τον διάβολο». Εδώ δείχνει
κάτι που είναι άξιο θαυμασμού, ότι δηλαδή με
εκείνο που εξουσίαζε ο διάβολος, με εκείνο ηττήθηκε, και ότι με εκείνο που ήταν ισχυρό όπλο του
εναντίον της οικουμένης, ο θάνατος, με αυτό τον έπληξε ο Χριστός· ακόμη
φανερώνει και τη μεγάλη δύναμη του νικητή. Βλέπεις πόσο καλό προξένησε
ο θάνατος του Ιησού;
«Καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους,
ὅσοι φόβῳ θανάτου
διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν
δουλείας»: «Κι έτσι
να απαλλάξει αυτούς», λέγει, «οι
οποίοι, επειδή φοβούνταν τον θάνατο, σε ολόκληρη τη ζωή τους, κατακρατούνταν
από τη δουλεία της ανησυχίας και της αγωνίας μήπως πεθάνουν και στερηθούν τη
ζωή αυτήν, και υποστούν έπειτα και τα δεινά της καταδίκης μετά τον θάνατο)». «Για
ποιο λόγο τρομάζετε», λέγει, «γιατί
φοβάστε αυτόν που καταργήθηκε; Δεν είναι πια φοβερός, αλλά καταπατήθηκε,
εξευτελίσθηκε, είναι ασήμαντος και τιποτένιος». Τι όμως σημαίνει το «ὅσοι φόβῳ θανάτου
διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν
δουλείας (:όσοι
από φόβο του θανάτου ήταν υποδουλωμένοι σε όλη τους τη ζωή)»; Τι
εννοεί με αυτό; Ότι όποιος φοβάται τον
θάνατο, είναι δούλος και δέχεται τα πάντα για να μην πεθάνει· ή το άλλο
εννοεί, ότι δηλαδή όλοι ήταν δούλοι του
θανάτου και εξουσιάζονταν απ’ αυτόν που δεν είχε ακόμη καταλυθεί· ή αν δεν
είναι αυτό, ότι οι άνθρωποι ζούσαν
διαρκώς με φόβο. Γιατί, περιμένοντας πάντοτε ότι θα πεθάνουν και φοβούμενοι
τον θάνατο, δεν μπορούσαν να γνωρίσουν καμία ευχαρίστηση, επειδή είχαν το φόβο
αυτόν. Γιατί αυτό υπαινίχθηκε, λέγοντας, «σε
όλη τους τη ζωή».
Εδώ δείχνει ότι ταλαιπωρούνται, όσοι
πιέζονται, όσοι διώκονται, ενώ όσοι δεν έχουν πατρίδα και περιουσία και όλα τα
άλλα, ζουν πιο ευχάριστα και πιο ελεύθερα από εκείνους που παλαιότερα ζούσαν με
απολαύσεις, που δεν έπαθαν τίποτε τέτοιο, που ευημερούσαν. Γιατί εκείνοι,
περνώντας όλη τους τη ζωή κάτω από αυτόν τον φόβο, ήταν και δούλοι, ενώ αυτοί είναι απαλλαγμένοι από τον φόβο
αυτόν και περιφρονούν εκείνο που έτρεμαν εκείνοι. Όπως κάποιος δηλαδή που
ενθαρρύνει με πολλή ευγένεια τον φυλακισμένο που πρόκειται να θανατωθεί και το
περιμένει πάντοτε αυτό, κάτι τέτοιο ήταν την παλιά εποχή ο θάνατος. Τώρα όμως
έγινε το ίδιο, όπως αν κάποιος, διώχνοντας αυτόν τον φόβο, τον προέτρεπε με
ευγένεια να αγωνίζεται, και ορίζοντας και τον αγώνα, υποσχόταν να τον οδηγήσει
όχι στον θάνατο, αλλά στη βασιλεία.
Από ποιους λοιπόν θα ήθελες να είσαι; Από
τους φυλακισμένους που ενθαρρύνονται και καθημερινά περιμένουν την απόφαση, ή
από αυτούς που αγωνίζονται πολύ και κουράζονται με τη θέλησή τους για να
φορέσουν το διάδημα της βασιλείας; Βλέπεις πώς ενθάρρυνε την ψυχή τους και τους
ανέβασε ψηλά; Και δείχνει ότι όχι μόνο ο
θάνατος έχει καταλυθεί, αλλά ότι με αυτόν έχει καταργηθεί και εκείνος που
επιχειρούσε και κάνει πάντοτε τον άσπονδο πόλεμο εναντίον μας, δηλαδή ο
διάβολος. Γιατί εκείνος που δε
φοβάται τον θάνατο είναι έξω από την τυραννική εξουσία του διαβόλου.
Αν κάποιος δηλαδή για να σώσει το δέρμα του
θα έδινε άλλο δέρμα και για να σώσει τη ζωή του θα έδινε τα πάντα [Ιώβ 2,4: « ὑπολαβὼν δὲ ὁ διάβολος
εἶπε τῷ Κυρίῳ· δέρμα ὑπὲρ
δέρματος· καὶ πάντα, ὅσα ὑπάρχει ἀνθρώπῳ, ὑπὲρ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ ἐκτίσει·(:
Ο διάβολος παίρνοντας τον λόγο είπε προς τον
Κύριο· “για να σώσει κανείς το δέρμα του, ευχαρίστως δίνει άλλο δέρμα. Όλα όσα
έχει ο άνθρωπος μπορεί να τα θυσιάσει, αρκεί να διατηρήσει έτσι την ζωή του)», όταν κανείς αποφασίζει να περιφρονήσει ακόμη
και τη ζωή του, τίνος θα είναι στη συνέχεια δούλος; Κανέναν
δε φοβάται, κανέναν δεν τρέμει· από όλους είναι ανώτερος και από όλους περισσότερο ελεύθερος. Γιατί,
εκείνος που περιφρονεί τη ζωή του, πολύ
περισσότερο θα περιφρονήσει τα άλλα. Όταν
ο διάβολος βρει μια τέτοια ψυχή, τίποτε από τα δικά του δε θα μπορέσει να κάνει
σε αυτήν. Τι δηλαδή, πες μου, θα τη φοβερίσει με απώλεια χρημάτων και
ατίμωση και εξορία από την πατρίδα;
Αυτά όμως είναι ασήμαντα γι’ αυτόν που δε θεωρεί τη ζωή του πολύτιμη, σύμφωνα με
τον Απόστολο Παύλο[Πραξ. 20,24: «ἀλλ᾿ οὐδενὸς λόγον
ποιοῦμαι οὐδὲ ἔχω τὴν ψυχήν
μου τιμίαν ἐμαυτῷ, ὡς τελειῶσαι τὸν δρόμον
μου μετὰ χαρᾶς καὶ τὴν
διακονίαν ἣν ἔλαβον παρὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ,
διαμαρτύρασθαι τὸ εὐαγγέλιον
τῆς χάριτος
τοῦ Θεοῦ(:Εγώ όμως τίποτε
απ’ αυτά δεν λογαριάζω, ούτε θεωρώ τη ζωή μου πολύτιμη για μένα, όσο θεωρώ
σπουδαίο και πολύτιμο να τελειώσω με ανάπαυση συνειδήσεως και χαρά το δρόμο της
αποστολής μου και να ολοκληρώσω τη διακονία που μου ανέθεσε ο Κύριος Ιησούς: να
δίνω δηλαδή τη μαρτυρία μου για το ευαγγέλιο, το οποίο γνωστοποιεί στους
ανθρώπους τη χάρη που τους έδωσε ο Θεός)»].
Βλέπεις
ότι απομάκρυνε την τυραννία του θανάτου και συγχρόνως διέλυσε τη δύναμη του
διαβόλου; Γιατί εκείνος που γνωρίζει να φιλοσοφεί πολύ για την ανάσταση, πώς θα
φοβάται τον θάνατο και πώς θα τρομάζει στη συνέχεια; Μη στενοχωριέστε, λοιπόν,
λέγοντας «για ποιο λόγο τα πάθαμε αυτά
και εκείνα;» , γιατί έτσι η νίκη γίνεται λαμπρότερη. Δε θα ήταν όμως λαμπρή
αν δεν κατέλυε τον θάνατο με θάνατο. Και το
θαυμαστό είναι τούτο, ότι τον νίκησε με αυτά με τα οποία ήταν δυνατός αυτός,
δείχνοντας παντού την εφευρετικότητα και την επινοητικότητά Του. Ας μην
αρνηθούμε λοιπόν τη δωρεά που μας δόθηκε. «οὐ γὰρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεὸς Πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ
σωφρονισμοῦ»:
«Γιατί
δε λάβαμε», λέγει, «πνεύμα
δειλίας, αλλά πνεύμα δύναμης και αγάπης και σωφρονισμού»[Β΄Τιμ.1,7].Ας
σταθούμε λοιπόν γενναία, περιφρονώντας τον θάνατο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
·
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
·
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα
στην Προς Εβραίους επιστολή, ομιλία Δ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο
Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες
302-307
·
Π. Τρεμπέλα, Η
Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική),
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
·
Η Καινή
Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα,
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
·
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα,
Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος
θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
·
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
==========================================================================
ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ
ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ(:Προς Εβραίους, β΄11-18)
Ερμηνεία της αποστολικής
περικοπής
από
τον Άγιο Ιωάννη, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Χρυσόστομο
[ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: η πρέπουσα στάση του Χριστιανού μπροστά στο
πένθος]
Πραγματικά μου έρχεται να αναστενάξω πικρά, αναλογιζόμενος πού μας ανέβασε ο Χριστός
και πού κατεβάσαμε εμείς τον εαυτό μας. Γιατί, όταν βλέπω τους θρήνους που
γίνονται στην αγορά, τις κραυγές που βγάζουν για εκείνους που πεθαίνουν, τους
οδυρμούς, τις άλλες ασχημοσύνες, πιστέψτε με, ντρέπομαι και τους εθνικούς και
τους Ιουδαίους και τους αιρετικούς που βλέπουν και όλους γενικά εκείνους που
μας περιγελούν γι΄ αυτό. Όσα κι αν πω τώρα, θα τα πω στα χαμένα φιλοσοφώντας
για την ανάσταση. Γιατί; Επειδή οι εθνικοί
δεν προσέχουν αυτά που λέγω εγώ, αλλά αυτά που κάνετε εσείς· αμέσως δηλαδή
θα πουν: «Πότε κάποιος από αυτούς θα
μπορέσει να περιφρονήσει τον θάνατο, τη στιγμή που δεν μπορεί να δει άλλον
πεθαμένο;».
Τα λεγόμενα από τον Παύλο είναι καλά και
άξια των ουρανών και της φιλανθρωπίας του Θεού. Τι λέγει δηλαδή; «Καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους,
ὅσοι φόβῳ θανάτου
διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν
δουλείας(:Κι έτσι
να απαλλάξει αυτούς οι οποίοι, επειδή φοβούνταν τον θάνατο, σε ολόκληρη τη ζωή
τους, κατακρατούνταν από τη δουλεία της ανησυχίας και της αγωνίας μήπως
πεθάνουν και στερηθούν τη ζωή αυτήν, και υποστούν έπειτα και τα δεινά της
καταδίκης μετά τον θάνατο)». Αλλά εσείς δεν αφήνετε να πιστεύονται αυτά,
γιατί τα πολεμάτε με τα έργα σας, αν και ο
Θεός αντέταξε πολλά εναντίον αυτού του πράγματος, για να εξαλείψει αυτή την
κακή συνήθεια. Γιατί πες μου: ποιο σκοπό επιτελούν οι aνθοστόλιστες λαμπάδες στις κηδείες; Όχι
επειδή προπέμπουμε τους Χριστιανούς νεκρούς μας σαν αθλητές; Και τι θέλουν
λοιπόν οι ύμνοι; Δεν δοξάζουμε τον Θεό
και δεν Τον ευχαριστούμε επειδή ήδη στεφάνωσε τον νεκρό, τον απάλλαξε από τους
κόπους, απομάκρυνε τον φόβο του και τον έχει κοντά Του; Δεν αναπέμπονται γι’ αυτό οι ύμνοι; Δε
λέγονται γι’ αυτό οι ψαλμωδίες; Όλα αυτά είναι εκδηλώσεις ανθρώπων που χαίρονται,
γιατί λέγει ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος:«εὐθυμεῖ τις; ψαλλέτω(:βρίσκεται κάποιος σε ευθυμία;Ας ψάλλει».[Ιακ.5,13].
Αλλά οι εθνικοί δεν προσέχουν σε αυτά.
«Μη λοιπόν», θα
μπορούσε να πει κάποιος ειδωλολάτρης, «μη
μου πεις για εκείνον που κάνει πνευματικό αγώνα σε στιγμή που δε βρίσκεται σε
θλίψη και δοκιμασία, γιατί αυτό δεν είναι καθόλου σπουδαίο, ούτε θαυμαστό, αλλά
δείξε μου αυτόν που φιλοσοφεί πώς συμπεριφέρεται κατά τη διάρκεια του πάθους
και της δοκιμασίας του θανάτου προσφιλών του προσώπων, και τότε θα πιστέψω στην
ανάσταση». Και να το κάνουν βέβαια αυτό οι γυναίκες του κόσμου δεν είναι
καθόλου παράξενο, αν και αυτό είναι φοβερό· γιατί και απ’ αυτές απαιτείται η
ίδια φιλοσοφία.
Γι’ αυτό και ο Παύλος λέγει: «Οὐ θέλομεν
δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί,
περὶ τῶν
κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα.(:Δε θέλουμε, αδελφοί μου, να βρίσκεστε σε
άγνοια σχετικά με αυτούς που πέθαναν, για να μη λυπάστε και εσείς όπως και οι
άλλοι που δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως και αιωνίου ζωής)»[Α΄Θεσ.4,13]. Δεν
τα έγραφε σε μοναχούς αυτά ούτε σε παρθένους, αλλά και σε κοσμικές γυναίκες που
ήταν παντρεμένες και ζούσαν μέσα στον κόσμο. Αλλά δεν είναι τόσο φοβερό αυτό·
όταν όμως κάποια γυναίκα ή κάποιος άνδρας βγάζει τις τρίχες και εκείνη οδύρεται
πολύ, τι υπάρχει πιο άσχημο από αυτό; Πιστέψτε με που λέγω αυτά· αν δε γίνεται
όπως έπρεπε να γινόταν, για πολύ χρόνο θα έπρεπε να είναι γι’ αυτούς κλειστές
οι πόρτες της εκκλησίας. Γιατί εκείνοι
που πραγματικά είναι άξιοι για πένθος είναι αυτοί που ακόμη φοβούνται και
τρέμουν τον θάνατο, που δυσπιστούν για την ανάσταση.
«Αλλά»,
θα έλεγε κάποιος, «δε δυσπιστώ για την
ανάσταση, αλλά επιζητώ τη συνήθεια του πράγματος». Γιατί, λοιπόν, πες μου,
όταν φεύγεις σε ταξίδι, και μάλιστα σε ταξίδι μακρινό, δεν κάνεις τα ίδια; «Κλαίω και τότε», θα απαντούσε, και «επιζητώ τους θρήνους». Αλλά εκείνο είναι
απόδειξη εκείνης που πραγματικά επιζητεί τη συνήθεια, ενώ αυτό εκείνης που
έχασε την ελπίδα της για την επιστροφή. Σκέψου τι ψάλλεις την ώρα εκείνη· «ἐπίστρεψον,
ψυχή μου, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν
σου, ὅτι Κύριος
εὐηργέτησέ
σε(:ξαναγύρισε, ψυχή μου, στην
ανάπαυσή σου, γιατί ο Κύριος σε έχει ευεργετήσει)»[Ψαλμ.114,7]· και πάλι: « ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς
θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ᾿ ἐμοῦ εἶ(:ακριβώς, διότι εσύ, Κύριε, είσαι ο στοργικός
προστάτης μου και ποιμένας, εάν βαδίσω και περάσω διαμέσου σκοτεινών και
απόκρημνων περιοχών και εάν αντικρύσω τον θάνατο, δε θα φοβηθώ μήπως πάθω κάτι
κακό, διότι Εσύ θα είσαι μαζί μου)»[Ψαλμ.22,4]. Και πάλι: «σύ μου εἶ καταφυγὴ ἀπὸ θλίψεως
τῆς
περιεχούσης με(:Εσύ είσαι
η καταφυγή μου στον καιρό της θλίψεως που με έχει κυριεύσει)»[
Ψαλμ.31,7]. Σκέψου το νόημα αυτών των
ψαλμών.
Δεν προσέχεις όμως, αλλά μεθάς από το
πένθος. Τουλάχιστο μελέτησε καλά στις κηδείες των άλλων, για να έχεις φάρμακα
στις δικές σου. «Ξαναγύρισε, ψυχή μου,
στην ανάπαυσή σου, διότι ο Κύριος σε έχει ευεργετήσει», λέγεις και
δακρύζεις; Δεν είναι θεατρινισμός αυτά και υποκρισία; Γιατί, αν πράγματι πιστεύεις σε αυτά που λέγεις,
είναι περιττό να πενθείς· αν όμως παίζεις και υποκρίνεσαι και τα θεωρείς
αυτά παραμύθια, γιατί ψάλλεις; Γιατί ανέχεσαι αυτούς που παρευρίσκονται
εκεί; Γιατί δε διώχνεις αυτούς που ψάλλουν;
«Αυτό», θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος, «είναι απόδειξη παρανοϊκών ανθρώπων». Και
εκείνο πολύ περισσότερο.
Τώρα λοιπόν συμβουλεύω αργότερα όμως με την
πάροδο του χρόνου θα χρησιμοποιήσω αυστηρότερα το πράγμα. Γιατί πραγματικά φοβάμαι πάρα πολύ, μήπως με αυτόν τον τρόπο εισχωρήσει
κάποια φοβερή αρρώστια στην εκκλησία. Αυτόν λοιπόν τον θρήνο θα τον
διορθώσουμε αργότερα. Τώρα όμως παραγγέλλω και διακηρύττω σε πλουσίους και
φτωχούς, σε γυναίκες και σε άνδρες. Είθε λοιπόν όλοι σας να φύγετε από τη ζωή
χωρίς να σας πενθήσουν, και σύμφωνα με τον νόμο που αρμόζει οι πατέρες, αφού
γεράσουν να προπέμπονται από τους γιους τους και οι μητέρες από τις θυγατέρες
και τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους σε βαθιά γηρατειά και πουθενά να μη
συμβαίνει πρόωρος θάνατος. Είθε λοιπόν να γίνει αυτό, και αυτό εύχομαι και
παρακαλώ τους επισκόπους και όλους εσάς να προσευχηθείτε στον Θεό ο ένας για
τον άλλον και να κάνετε όλοι μαζί αυτήν την προσευχή.
Αν όμως, πράγμα που είθε να μην τύχει και
να μη συμβεί, γίνει κάποιος πικρός θάνατος(και
πικρός, εννοώ όχι ως προς τη φύση, γιατί δεν είναι πια πικρός ο θάνατος,
καθόσον δε διαφέρει καθόλου από τον ύπνο, αλλά πικρός εννοώ ως προς τη δική μας
διάθεση), αν λοιπόν συμβεί αυτός ο θάνατος και μερικοί πληρώσουν αυτές τις
γυναίκες που θρηνούν, πιστέψτε με που το λέγω, γιατί δε θα το πω διαφορετικά
αλλά όπως μπορώ, και όποιος θέλει ας οργίζεται: θα τον απομακρύνω για πολύ χρόνο από την εκκλησία σαν τον ειδωλολάτρη.
Γιατί αν ο Παύλος ονομάζει ειδωλολάτρη
τον πλεονέκτη[Κολ. 3,5: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία(:Νεκρώστε λοιπόν
τα μέλη σας που επιθυμούν τις γήινες απολαύσεις και ηδονές. Νεκρώστε την
πορνεία, την ακαθαρσία, κάθε πάθος και υποδούλωση στο κακό, κάθε κακή επιθυμία
και την πλεονεξία, η οποία είναι λατρεία στο είδωλο του χρήματος)»], πολύ
περισσότερο αυτόν που εισάγει στην περίπτωση του πιστού τις ειδωλολατρικές συνήθειες.
Για ποιο λόγο, πες μου, καλείς τους
πρεσβύτερους και τους ψάλτες; Όχι για να παρηγορήσεις, όχι για να τιμήσεις αυτόν που πέθανε; Γιατί λοιπόν τον υβρίζεις; Γιατί
τον διαπομπεύεις; Και γιατί παίζεις όπως στη θεατρική σκηνή; Εμείς ερχόμαστε φιλοσοφώντας τα σχετικά με
την ανάσταση, διδάσκοντας όλους, και αυτούς που δεν έχουν πληγεί ακόμη, με την
τιμή που αποδίδουν σε εκείνον, αν ποτέ συνέβαινε κάτι τέτοιο, να υποφέρουν με
γενναιότητα, και εσύ φέρνεις αυτούς που καταργούν τα δικά μας, όσο βέβαια
μπορούν;
Τι
υπάρχει χειρότερο από αυτήν τη γελοιοποίηση και τον χλευασμό; Τι είναι βαρύτερο
από αυτήν την ανωμαλία; Κοκκινίστε και ντραπείτε. Αν όμως δε θέλετε, εγώ δεν
ανέχομαι να εισάγετε τέτοιες ολέθριες συνήθειες στην εκκλησία. «Εκείνους που αμαρτάνουν», λέγει σε άλλη
του επιστολή ο Παύλος, «να τους ελέγχεις
ενώπιον όλων»[ Α΄Τιμ. 5,20: «τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε»]. Αλλά
και εκείνες τις ταλαίπωρες και άθλιες γυναίκες, τις επαγγελματίες
μοιρολογίστρες, μιλώντας σε σας τις απαγορεύουμε να έρχονται στις κηδείες των
πιστών, για να μην τις αναγκάσουμε πραγματικά να θρηνούν τα δικά τους κακά και
να τις μάθουμε να μην τα κάνουν αυτά σε ξένα κακά, αλλά να οδύρονται
περισσότερο για τις δικές τους συμφορές. Γιατί και ο φιλόστοργος πατέρας, όταν
έχει παιδί άτακτο, δε συμβουλεύει μόνο αυτό να μην πλησιάζει τους κακούς, αλλά
και εκείνους φοβερίζει. Να, λοιπόν, συμβουλεύω και σας και εκείνες, μιλώντας σε
σας, ώστε ούτε εσείς να καλείτε αυτές τις γυναίκες ούτε εκείνες να έρχονται.
Και είθε ο λόγος να επιτύχει κάτι
περισσότερο και η απειλή να το κατορθώσει. Αν όμως, πράγμα που εύχομαι να μη
συμβεί, με περιφρονήσετε, θα αναγκασθώ να πραγματοποιήσω στο μέλλον την απειλή,
τιμωρώντας εσάς με τους εκκλησιαστικούς νόμους και εκείνες όπως τις ταιριάζει.
Και αν κάποιος δείχνοντας αυθάδεια τα
περιφρονεί αυτά, ας ακούει τον Χριστό που λέγει και τώρα: ««Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός
σου, ὕπαγε καὶ ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου· ἐάν σου ἀκούσῃ, ἐκέρδησας
τὸν ἀδελφόν
σου· ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσῃ, παράλαβε
μετὰ σοῦ ἔτι ἕνα ἢ δύο, ἵνα ἐπὶ στόματος
δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθῇ πᾶν ῥῆμα.
ἐὰν δὲ παρακούσῃ αὐτῶν, εἰπὲ τῇ ἐκκλησίᾳ· ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας
παρακούσῃ, ἔστω σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης»(: Από το
ενδιαφέρον του Θεού για κάθε χαμένο πρόβατό του διδαχθείτε κι εσείς πώς πρέπει
να φέρεσθε σε κάθε αδελφό σας που παραπλανήθηκε. Εάν δηλαδή σου φταίξει σε κάτι
ο αδελφός σου, πήγαινε και υπόδειξέ του το φταίξιμό του αυτό ιδιαιτέρως, μεταξύ
σας εσύ κι εκείνος μόνο, χωρίς να είναι παρών κανένας άλλος. Εάν σε ακούσει και
αναγνωρίσει το σφάλμα του, κέρδισες τον αδελφό σου.Εάν όμως δεν ακούσει, πάρε
μαζί σου ακόμη έναν ή δύο, για να μπορεί να αποδειχθεί κάθε υπόθεση που θα
εξετασθεί και θα κριθεί, αφού θα βεβαιώνεται από το στόμα δύο ή τριών
μαρτύρων.Εάν όμως παρακούσει και σ’ αυτούς, πες το αδίκημά του στην Εκκλησία.
Κι αν ακόμη και στην Εκκλησία παρακούσει, μην τον θεωρείς πλέον ως αληθινό
μέλος της Εκκλησίας, αλλά να τον θεωρείς όπως τον ειδωλολάτρη και τον τελώνη)»[Ματθ.
18,15-17]. Αν λοιπόν αυτόν που αμαρτάνει
σε μένα, όταν δεν υπακούσει, προστάζει έτσι να τον αποστρέφομαι, εσείς να
κρίνετε πώς πρέπει να συμπεριφέρομαι σε
εκείνον που αμαρτάνει στον εαυτό του και στον Θεό· γιατί εσείς με
κατηγορείτε ότι δε φέρομαι ήπια σε σας.
Αν κάποιος περιφρονεί τους περιορισμούς που
επιβάλλω, ας τον συνετίζει πάλι ο Χριστός που λέγει· « Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται
δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται
λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ(:Αληθινά σας λέω,
όσα αμαρτήματα δέσετε και τα κηρύξετε ασυγχώρητα πάνω στη γη, θα είναι δεμένα
και ασυγχώρητα και στον ουρανό από μένα
και τον Πατέρα μου˙ και όσα λύσετε και συγχωρήσετε πάνω στη γη, θα είναι λυμένα
και συγχωρημένα στον ουρανό από μένα και τον Πατέρα μου)»[Ματθ.18,18].
Αν και βέβαια εγώ είμαι ταλαίπωρος και τιποτένιος και άξιος για περιφρόνηση,
όπως και πραγματικά είμαι, όμως δεν
εκδικούμαι ο ίδιος, ούτε ανταποδίδω οργή, αλλά φροντίζω για τη δική σας σωτηρία.
Κοκκινίστε, παρακαλώ, και ντραπείτε. Γιατί, αν κάποιος ανέχεται τον φίλο όταν
τον επικρίνει αυστηρότερα από όσο πρέπει, εξετάζοντας τον σκοπό του και επειδή
το κάνει αυτό από φιλική διάθεση και όχι από αλαζονεία, πολύ περισσότερο
οφείλει να ανέχεται τον διδάσκαλο που ούτε ο ίδιος τα λέγει αυτά αυθεντικά,
ούτε σαν άρχοντας, αλλά σαν κηδεμόνας. Γιατί δεν τα λέγω αυτά θέλοντας να
επιδείξω εξουσία(πώς θα τα έλεγα εγώ που εύχομαι να μην τα γνωρίσετε αυτά;),
αλλά επειδή στενοχωριέμαι και κόπτομαι
για σας.
Συγχωρείστε με λοιπόν για τα λεγόμενα και
κανείς ας μην περιφρονεί τα εκκλησιαστικά δεσμά. Γιατί δεν είναι άνθρωπος αυτός που δένει, αλλά ο Χριστός που μας έδωσε
αυτήν την εξουσία και κάνει τους ανθρώπους άξιους μιας τόσο μεγάλης τιμής.
Εμείς βέβαια θέλουμε να χρησιμοποιούμε την εξουσία στο να λύνουμε τα δεσμά· ή
καλύτερα ούτε την ανάγκη αυτού του πράγματος θέλουμε να έχουμε. Γιατί δε
θέλουμε να υπάρχει σε μας κανένας δεμένος και ασυγχώρητος· δεν είμαστε τόσο
άθλιοι και ταλαίπωροι, αν και είμαστε πάρα πολύ ασήμαντοι. Αν όμως αναγκαστούμε, συγχωρείστε μας. Γιατί δεν θέτουμε τα δεσμά
των επιτιμίων και των κανόνων από ευχαρίστηση, ούτε επειδή θέλουμε, αλλά επειδή λυπούμαστε για σας τους δεμένους.
Και αν κάποιος τα περιφρονεί, θα έρθει ο καιρός της κρίσης που θα τον διδάξει. Τη
συνέχεια δε θέλω να την πω για να μην πλήξω τον νου σας.
Εγώ λοιπόν πρώτα εύχομαι να μην έρθω στην ανάγκη· αν όμως έρθω, εκπληρώνω το καθήκον
μου, θέτω τα δεσμά. Και αν κάποιος σπάσει τα δεσμά, εγώ έκαμα το χρέος μου και
είμαι ανεύθυνος για τη συνέχεια· γι’ αυτό όμως θα απολογηθείς σε Εκείνον που με
πρόσταξε να σε δέσω. Γιατί αν ενώ ο βασιλιάς κάθεται πρώτος, πάρει κάποιος από
τους παρόντες σωματοφύλακες εντολή να δέσει κάποιον από τους στρατιωτικούς και
να του θέσει τα δεσμά, και αυτός όχι μόνο τον απωθήσει αλλά και σπάσει τα
δεσμά, δε θα υβρισθεί ο σωματοφύλακας, αλλά πολύ περισσότερο ο βασιλιάς που
έδωσε την εντολή. Αν λοιπόν όσα γίνονται στους πιστούς ο Θεός τα θεωρεί ότι
γίνονται στον εαυτό του, όταν υβρίζετε αυτούς που πήραν την εντολή να διδάσκουν,
πολύ περισσότερο θα συμπεριφερθεί σαν να υβρίζεται ο ίδιος. Αλλά είθε κανείς από όσους βρίσκονται στην
εκκλησία αυτή να μην έρθει στην ανάγκη αυτών των δεσμών. Γιατί, όπως το να μην
αμαρτάνει κανείς είναι καλό, έτσι το να ανέχεται την επιτίμηση είναι χρήσιμο.
Ας ανεχόμαστε λοιπόν την επίπληξη και ας
φροντίζουμε να μην αμαρτάνουμε. Αν όμως αμαρτήσουμε, ας ανεχόμαστε την
επιτίμηση. Γιατί, όπως είναι καλό
βέβαια να μην πληγώνεται κανείς, αλλά αν συμβεί αυτό είναι χρήσιμο να μπαίνει
το φάρμακο πάνω στην πληγή, έτσι πρέπει να γίνεται και εδώ. Μακάρι όμως να
μη χρειασθεί κανείς από αυτά τα φάρμακα. «Πεπείσμεθα δὲ περὶ ὑμῶν, ἀγαπητοί,
τὰ
κρείττονα καὶ ἐχόμενα
σωτηρίας, εἰ καὶ οὕτω λαλοῦμεν(:Για σας όμως, αδελφοί, αν και σας ομιλούμε
τόσο επιτιμητικά, έχουμε ακλόνητη την πεποίθηση, ότι προοδεύετε προς τα
καλύτερα και προς εκείνα, τα οποία συνδέονται με την αιώνια σωτηρία σας)»[Εβρ.6,9].Μίλησα
όμως αυστηρότερα για περισσότερη ασφάλεια. Γιατί είναι προτιμότερο να με θεωρείτε θρασύ και σκληρό και αυθάδη, παρά να
μην κάνετε αυτά που αρέσουν στο Θεό. Και πιστεύω στον Θεό ότι δε θα υπάρξει
σε σας ανώφελη αυτή η επιτίμηση, αλλά θα αλλάξετε τόσο, ώστε να χρησιμοποιείτε
αυτά τα λόγια στα δικά σας εγκώμια και τους επαίνους.
Εύχομαι να ζούμε όπως αρέσει στον Θεό, για
να αξιωθούμε όλοι να επιτύχουμε τα αγαθά εκείνα, που υποσχέθηκε ο Θεός σε
εκείνους που Τον αγαπούν, με τη βοήθεια του Κυρίους μας Ιησού Χριστού, μαζί με
τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και
η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
·
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα
στην Προς Εβραίους επιστολή, ομιλία Δ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο
Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες
308-321
·
Η Παλαιά
Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις
του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή»,
έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
·
Π. Τρεμπέλα, Η
Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική),
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
·
Η Καινή
Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα,
εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
·
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm