Πέμπτη 21 Μαρτίου 2019

Άγιος Λουκάς ο Ανδριανουπολίτης ο εν Μυτιλήνη [23.3] από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο



Λουκάς Όσιος εκ δε του ξίφους πέλει,
Συνθιασώτης του χορού των Mαρτύρων
”.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΦΑΝΙΑ ΣΤΟ ΞΕΝΟΔΟΥΛΕΜΑ: Ο Άγιος Λουκάς, γεννήθηκε από τον Αθανάσιο και τη Δομνίτσα στην Αδριανούπολη της Θράκης. Σε ηλικία έξι χρονών έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του τον παρέδωσε σ' έναν Ζαγοραίο πραγματευτή. Ο έμπορος αυτός πήρε μαζί του τον μικρό Λουκά αρχικά στη Ρωσία και ύστερα στην Κωνσταντινούπολη όπου είχε και κατάστημα.
13 ΕΤΩΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΕΞΟΜΩΤΗΣ: Μια μέρα ο Λουκάς έτυχε να μαλώσει μ’ ένα τουρκόπουλο και το έδειρε. Οι Τούρκοι που ήσαν παρόντες, βλέποντας το περιστατικό ώρμησαν σα θηρία ανήμερα και άρπαξαν τον Λουκά και ήσαν έτοιμοι να τον ξεσκίσουν από την οργή τους. Ο Λουκάς, παιδί ακόμη, φοβήθηκε και φώναξε: “Αφήστε με και τουρκεύω”. Αμέσως ηρέμησαν.
Την ίδια στιγμή ένας ονομαστός Τούρκος τον πήρε και με μεγάλη χαρά τον πήγε στο σπίτι του. Εκεί τον πρόσταξε να αρνηθεί τον Χριστό και να αποδεχθεί τη δική του αντίχριστη θρησκεία. Όταν ηρέμησε ο μικρός Λουκάς, συνειδητοποίησε το κακό που έπαθε και αμέσως μετανόησε. Κι ενώ ο αγάς του έταζε διάφορα, ο άγιος, αν και μικρό παιδί, δεν εξαπατήθηκε αλλά περιφρονούσε όλα αυτά. Δεν μπορούσε όμως να φύγει από το σπίτι εκείνο. Έστειλε όμως μήνυμα στο αφεντικό του μήπως και μπορέσει να τον γλυτώσει, πριν του κάνουν την περιτομή. Το αφεντικό του έτρεξε στον πρέσβη της Ρωσίας παρακαλώντας τον να λυτρώσει την ψυχή του μικρού που κινδύνευε. Εκείνος έστειλε άνθρωπο δικό του να ζητήσει το παιδί. Ο αγάς του δήλωσε χωρίς περιστροφές πως δεν θα το έδινε διότι μόνο του πήγε εκεί και δεν το πίεσε να γίνει Μωαμεθανός. Έτσι ο απεσταλμένος έφυγε άπρακτος. Ο αγάς επειδή φοβήθηκε μήπως ξαναζητήσουν το παιδί, το έδεσε και του έκανε βίαια την περιτομή!
ΦΥΓΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ: Λίγες μέρες αργότερα ο Λουκάς κατάφερε να φύγει από το σπίτι του αγά και πέρασε στον Γαλατά. Εκεί κάποιοι πιστοί του έδωσαν χριστιανικά ρούχα και τον έβαλαν σε καράβι για τη Σμύρνη. Από τη Σμύρνη πήγε στη Θήρα. Εκεί συνέβη να αρρωστήσει με πόνους στα μάτια. Αυτό τον ανάγκασε να πάει σε ένα πνευματικό και να φανερώσει όσα είχαν γίνει. Ο πνευματικός τον συμβούλευσε ότι συμφέρον είναι να φύγει από τους τόπους που είναι Τούρκοι και να πάει στο Άγιο Όρος, να επιμεληθεί τη σωτηρία του. Ο Λουκάς τον άκουσε και έφυγε για τον Άθωνα. Αρχικά επισκέφτηκε την Ι. Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου υπηρέτησε στο αρχονταρίκι. Κατόπιν πήγε στη Μονή Ιβήρων, όπου εξομολογήθηκε στον ηγούμενο την κατάστασή του και εκείνος τον έστειλε στη Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, όπου έκανε τον κανόνα της διόρθωσης, υπακούοντας στον πνευματικό, και επανεντάχθηκε στην Εκκλησία κατά την τάξη της. Ακολούθως στη Μονή Σταυρονικήτα πήρε το σχήμα του δόκιμου μοναχού. Επισκέφθηκε πολλές μονές στο Άγιο Όρος αλλά ο διάβολος δεν του επέτρεπε να αναπαυθεί κάπου και αναγκαζόταν να φεύγει. Βγήκε από το Άγιο Όρος για ένα διάστημα, αλλά και έξω ο πειρασμός δεν τον άφηνε να ηρεμήσει και επανήλθε, στη Σκήτη της Αγίας Άννης τη φορά αυτή, όπου και τον δέχτηκε με πολλή αγάπη ένας παπα-Βησσαρίων, στον οποίο αποκάλυψε την πτώση του, τον αγώνα του αλλά και την επιθυμία του για ομολογία. Ο γέρων προσπάθησε να τον αποτρέψει, μιλώντας τον για τα βασανιστήρια και το θάνατο ενώ παράλληλα του υπέδειξε τη σωτηρία μέσα από το δρόμο της μοναχικής ζωής. Επειδή όμως ο άγιος επέμενε, τον έστειλε σ’ ένα πνευματικό της Σκήτης, τον πατέρα Ανανία, στον οποίο εξέθεσε τον πόθο του για μαρτύριο. Όμως και ο πνευματικός αυτός του υπέδειξε τις δυσκολίες ενός τέτοιου αγώνα. Ο άγιος επέμενε πως με τη χάρη του Χριστού θα κατορθώσει να τα υπομείνει. Τότε ο πνευματικός του, υποχωρώντας, του είπε πως πρέπει να προετοιμασθεί πνευματικά και να δοκιμαστεί για ένα χρονικό διάστημα με έντονο πνευματικό αγώνα με τη συμφωνία και τη συμπαράσταση του γέροντα Βησσαρίωνα. Αφού προετοιμάστηκε με αυστηρή νηστεία, λίγο ψωμί και νερό, άπαξ ημερησίως, μετάνοιες, αδιάλειπτη προσευχή και άλλες δοκιμασίες, εκάρη μοναχός και αναχώρησαν μαζί με τον γέροντα Βησσαρίωνα, με την ευχή του πνευματικού.
ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ: Κάποτε οι δυο τους κατέληξαν στα Πάμφιλα της Λέσβου. Εκεί ο άγιος προετοιμάστηκε, με συνεχή εξαγόρευση των λογισμών στο γέροντά του, με το μυστήριο του Ευχελαίου και της Θείας Ευχαριστίας, με τη συμπαράσταση του εφημερίου του χωριού, π. Παρθενίου, με τις παρακλήσεις που τελούσαν και τη συνεχή και έντονη προσευχή όλων. Έπειτα, αφού ο παπα-Παρθένιος του φόρεσε κατάσαρκα το καλογερικό παραμάντι1, μετά αγιοταφίτικο σάβανο και από πάνω κοσμικά ρούχα, τον σταύρωσε με λάδι από τον Πανάγιο Τάφο και του έδεσε πάνω του ένα κομματάκι από το ματωμένο πουκάμισο του νεομάρτυρος της Μυτιλήνης Θεοδώρου, ο άγιος ξεκίνησε για την Μυτιλήνη και εμφανίστηκε στον δικαστή.
ΟΜΟΛΟΓΙΑ: “Εγώ”, του λέει, “σαν ήμουν μικρό παιδί, δεκατριών ετών, ξεγελάστηκα από εσάς και ήρθα στη θρησκεία σας, μη μπορώντας να ξεχωρίσω την αλήθεια από το ψέμα. Έμεινα στη θρησκεία σας λίγο αλλά, όταν ενηλικιώθηκα, κατάλαβα ότι η θρησκεία σας είναι ψεύτικη και αυτός που τον λέτε για προφήτη είναι απατεώνας που εξαπάτησε όλους σας και τον πιστέψατε. Αφού λοιπόν έμαθα πως η θρησκεία σας είναι σκοτάδι, την αρνούμαι μπροστά σας και ομολογώ τη χριστιανική πίστη μου, που είναι το αληθινό φως. Πιστεύω και προσκυνώ τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, Θεό αληθινό”. Ο δικαστής τον ρώτησε διάφορα και αρχικά με ηρεμία του είπε: “σε λυπούμαι, παιδί μου, διότι, αν δε μ΄ ακούσεις, έχεις να υποστείς πολλά βασανιστήρια, τέτοια που δεν άκουσες ποτέ σου και που δε μπορείς να φανταστείς”. Ο άγιος του απάντησε με πολύ θάρρος: “τα σκέφτηκα όλα αυτά τα βάσανα, ό,τι έχετε να μου κάνετε, κάντε το μια ώρα αρχύτερα, μην αργοπορείτε. Χριστιανός είμαι, την πίστη μου δεν την αρνούμαι, τον Χριστό μου προσκυνώ, τον Χριστό μου ποθώ, Χριστιανός θέλω να πεθάνω”. Άρχισαν τότε από τη μια τα καλοπιάσματα οι παρόντες Τούρκοι που του ΄ταζαν διάφορα οφέλη και από την άλλη οι φοβέρες. Ο δικαστής τον έστειλε στο ναζίρη, τον έφορο δηλαδή των βακουφίων, γιατί η Μυτιλήνη ήταν τότε βακούφι.
ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗ ΣΤΟ ΝΑΖΙΡΗ: Στο δρόμο συνάντησαν τον μητροπολίτη τυχαία και ο άγιος του ζήτησε να κάνει δέηση υπέρ αυτού. Πράγματι ο μητροπολίτης έστειλε γράμματα σε όλα τα χωριά να κάνουν παρακλήσεις για χάρη του μάρτυρος. Έτσι σ’ όλο το νησί γινόταν προσευχή για την ενίσχυση του αγίου μάρτυρος. Ο ναζίρης άρχισε τις κολακείες και τα ταξίματα, μάταια όμως. Στο μεταξύ μαζεύτηκαν οι αγάδες του νησιού για να διαβαστεί ένα φιρμάνι του σουλτάνου. Έφεραν και τον μάρτυρα να τον εξετάσουν και τότε ο άγιος όχι μόνο δεν δέχτηκε τις προτάσεις για επιστροφή στο Μωαμεθανισμό, αλλά με θεία φώτιση, έκανε μια ακόμη θαυμαστή ομολογία πίστεως.
ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ: Τον έκλεισαν στη φυλακή, στο τιμωρητικό ξύλο. Ο μητροπολίτης και οι δημογέροντες προσπάθησαν να στείλουν άνθρωπο στη φυλακή να του συμπαρίσταται και να του φέρνει τη Θεία Κοινωνία. Την Κυριακή 23 Μαρτίου του 1802, τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον οδήγησαν στο ναζίρη, ο οποίος του έκανε μια τελευταία πρόταση για επιστροφή στο ισλάμ. Μετά την αρνητική του απάντηση ο άγιος οδηγήθηκε για απαγχονισμό στην λεγόμενη αγορά των Ρωμιών, χαίρων και προσευχόμενος σα να πήγαινε σε γάμο. Ήταν μόλις δεκαεννέα ετών.
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ: Το τίμιο λείψανό του Μάρτυρα έμεινε κρεμασμένο τρεις μέρες, φαινόταν δε σα να κοιμάται. Το θαυμαστότερο είναι πως ανέδιδε μια άρρητη ευωδία, την οποία αισθάνονταν όλοι όσοι περνούσαν από εκεί. Μετά τις τρεις ημέρες κατέβασαν το άγιο λείψανο, το έβαλαν σε μια βάρκα και αφού του έδεσαν μια πέτρα το έριξαν στη θάλασσα. Βλέπεις πάντα οι βάρβαροι Οθωμανοί δεν επέτρεπαν στους ραγιάδες χριστιανούς ούτε τη χαρά της ευλογίας των αγίων λειψάνων. Το μαρτυρικό σώμα όμως δεν βυθίστηκε, μόνο έσερνε τη βάρκα σαν πτερό. Ακολούθησε φοβερή θαλασσοταραχή με αποτέλεσμα το καΐκι να συντριβεί στους βράχους και μόλις γλύτωσαν οι επιβαίνοντες. Οι Χριστιανοί και ιδιαιτέρως ο γέροντάς του στεναχωρήθηκαν πολύ διότι δεν μπόρεσαν να ενταφιάσουν τον άγιο. Τη νύχτα όμως παρουσιάστηκε ο άγιος στον ύπνο του παπα-Βησσαρίωνα και του είπε: “μη λυπάσαι, πάτερ, έξω από τη θάλασσα είμαι”. Πράγματι η θάλασσα το είχε βγάλει έξω και κάποιοι Χριστιανοί το ενταφίασαν κρυφά. Μεγάλα θαύματα και θεραπείες ακολούθησαν, με την πρεσβεία του αγίου νεομάρτυρος Λουκά. Σήμερα, μέρος των Ιερών Λειψάνων του Αγίου βρίσκονται στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα Αγίου Όρους. Άγιε Μάρτυς Λουκά πρέσβευε και υπέρ ημών!
Απολυτίκιο [Ήχος δ']: “Ασκητικώς προγυμνασθείς εν τω Άθω, τας νοητάς των δυσμενών παρατάξεις, την πανοπλίαν ώλεσας παμμάκαρ του Σταυρού, αύθις δε προς άθλησιν, ανδρικώς απεδύσω, κτείνας τους της πίστεως, αισθητούς πολεμίους, Οσιομάρτυς ξίφει νοητώ, διό εστέφθης, Λουκά διττοίς στέμμασι”. Κοντάκιο [Ήχος δ']: “Εν παννύχοις άσμασι, τους σε υμνούντας, και προς σε ορθρίζοντας, μετ` ευλαβείας ιεράς, σκέπε και φρούρει πρεσβείαις σου, Οσιομάρτυς Λουκά παναοίδιμε”. Μεγαλυνάριο: “Δόξη Αθλοφόρε μαρτυρική, παρεστώς τω θρόνω, του παντάνακτος, και Θεού, μέμνησο των πίστει, την μνήμην σου τελούντων, Λουκά Οσιομάρτυς, Χριστού πανθαύμαστε”.
1. Παραμάντι<παρα-μανδύας, είναι μέρος των ενδυμάτων που φορά ο μοναχός κάτω από τα ράσα, μαζί με τον υφασμένο σταυρό.