Ἐνθρονιστήριος λόγος Ἀρχ. Ἱερωνύμου: «Τό
σεπτό κέντρο τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀσφαλής ἐγγυητής τῆς ἑνότητος».
Τελικά, ποῖος ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας;
Γράφει ὁ κ. Γεώργιος
Τραμπούλης, θεολόγος
Μέ τούς χειρισμούς τοῦ Μακαριωτάτου οἱ ἀσκοί τοῦ αἰόλου
ἔχουν ἀνοιχθῆ. Ὁ τρόπος πού χειρίσθηκε τήν ἀναγνώριση τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας
τῆς Οὐκρανίας ἀλλά καί ἡ παρουσία του στήν Θεσσαλονίκη, ὅπου συλλειτούργησε μέ
τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος δέν
στάθηκε στό ὕψος οὔτε τῆς ἀρχιερατικῆς του θέσης οὔτε καί στό ὕψος τῶν
περιστάσεων.
Ἠθετήθη ὁ
συνοδικός τρόπος λήψεως ἀποφάσεων
Ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας κατά τόν ἐνθρονιστήριο
λόγο του τόν Φεβρουάριο 2008, ἀναφερόμενος στό συνοδικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας,
ἔλεγε ὅτι «Ἡ χάραξη τῆς πορείας τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, ἡ λήψη τῶν ἀποφάσεων, ἡ
ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων ποὺ κατὰ καιροὺς προκύπτουν καὶ ἡ ἀντιμετώπιση ὅλων
τῶν ἄλλων ζητημάτων, γιὰ τὰ ὁποῖα ἔχει ἁρμοδιότητα ἡ Ἱεραρχία, ὀφείλουν νὰ εἶναι
καρπὸς συνεργασίας τῶν μελῶν της, οἱ ὁποῖοι συναποφασίζουν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι μὲ ἦθος
συνοδικό. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὡς πρόεδρος ἔχει καθῆκον νὰ διασφαλίζει τὴ λειτουργία
τοῦ συνοδικοῦ συστήματος καί, ὡς πρῶτος μεταξὺ ἴσων, νὰ εἶναι ὁ ἐγγυητὴς τῆς εὔρυθμης
λειτουργίας του. Κατὰ προέκταση ἔχει τὴν εὐθύνη νὰ μεριμνᾶ, ὥστε αὐτὸ τὸ
συνοδικὸ πνεῦμα νὰ διαποτίζει κάθε πτυχὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου καὶ νὰ
καθορίζει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο λειτουργοῦν ὅλες οἱ δομὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς
πραγματικότητας». Ὅμως τό Σάββατο 9 Ὀκτωβρίου ὁ Μακαριώτατος ἀπέδειξε ὅτι οἱ
λόγοι αὐτοί ἦσαν κενοὶ περιεχομένου, ἀφοῦ δέν διενεργήθηκε ἡ ψηφοφορία τῆς Ἱεραρχίας,
πού τό ἐπιβάλλει ὁ Καταστατικός Χάρτης, οὔτε ἐπί τοῦ θέματος τῆς ἀναγνωρίσεως τῶν
οὐκρανικῶν σχισματικῶν παρατάξεων, ἀλλά οὔτε καί ἐπί τοῦ θέματος τῆς ἐγκρίσεως
τῶν ἀποφάσεων τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου. Χαρακτηριστικά γράφει τό κείμενο πού ἀπέστειλε
ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας γιά τό θέμα «Ἐγείρονται σοβαροί φόβοι, ὅτι ἐν
προκειμένῳ ἀθετήθηκε ὁ συνοδικός τρόπος λήψεως ἀποφάσεων, πού εἶναι εὐλογημένος
ἀπό τά λόγια τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: «Ἔδοξε γάρ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν», καθώς
καί τήν ὑπερχιλιετῆ ἱστορία τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας».
Οἱ Ἱεράρχαι ἀπεποιήθησαν
τάς εὐθύνας τους
Ἀλλά καί ἡ πλειοψηφία τῶν Μητροπολιτῶν δέν ἀποδείχθηκαν
γενναῖοι νά σηκώσουν μέ θάρρος τόν σταυρό τῶν εὐθυνῶν τους, τήν στιγμή πού ὁ ἐπωμισμός
τῆς εὐθύνης ἀποτελεῖ εὐαγγελική προσταγή, παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί
στοιχεῖο θεμελιακό τοῦ ἐπισκοπικοῦ διακονήματος. Δυστυχῶς, οἱ Ἕλληνες Ἱεράρχες ἀποδείχθηκαν
πολύ ἐλλιπεῖς γιά τήν θέση τους, ἀφοῦ προτίμησαν νά ἀποποιηθοῦν τίς εὐθύνες
τους καί νά κρυβοῦν πίσω ἀπό τόν πρῶτο. Βέβαια ὑπάρχουν καί οἱ φωτεινές ἐξαιρέσεις,
ὅπως αὐτή τοῦ ὁμολογητοῦ Μητροπολίτου Κυθήρων, κ. Σεραφείμ.
Στό φαινόμενο τῆς ἀπουσίας τῆς εὐθύνης ὑπάρχουν καί ἐκεῖνοι
οἱ Μητροπολίτες, οἱ ὁποῖοι στήν πραγματικότητα μέ τήν στάση τους ἀποσκοποῦν στήν
μελλοντική τους προσωπική ἀνάδειξη καί σχεδιάζουν τήν αὐριανή τους προώθηση
στόν ἀρχιερατικό θρόνο. Ἡ ἐπιστολή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἐπ’ αὐτοῦ γράφει
χαρακτηριστικά «σύμφωνα μέ πολλές μαρτυρίες ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἄσκησε
μία ἄνευ προηγουμένου πίεση στούς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος… ὡς μία ὑπόθεση
προαποφασισμένη σάν νά μή ἐπρόκειτο γιά μία ἀνεξάρτητη ἀπόφαση τῆς Αὐτοκεφάλου
Τοπικῆς Ἐκκλησίας».
Ἡ εἰκόνα ὅμως εἶναι ἀποκαρδιοτική, ὄχι μόνον γιά τούς
πολιτικούς ἡγέτες τῆς Χώρας, ἀλλά καί γιά τούς ἐκκλησιαστικούς, ἀφοῦ ἀναζητεῖς ἄνθρωπο
εὐθύνης καί δέν τόν βρίσκεις. Ἔλεγε κάποιος πραγματικά σεβάσμιος Ἱεράρχης
κάποτε «ὀγδόντα ἀρχιερεῖς διαθέτει ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία μας, ὅλοι μέ ἐμφάνιση ἐντυπωσιακή,
ὅταν ὅμως τολμήσεις νά πλησιάσεις ἐγγύτερα καί νά φωτογραφήσεις τίς
δραστηριότητες καί τίς φανερές ἤ σκοτεινές ἐπιδιώξεις τους, καταποντίζεσαι στήν
ἀπόγνωση».
Ἀσυνέπεια
καί ἀνακολουθία λόγων
Ὁ Μακαριώτατος τό 2008 τόνιζε «Ἡ ἑνότητα τῶν ὀρθοδόξων
εἶναι σήμερα τὸ μεγάλο ζητούμενο. Ἰδιαίτερα καθὼς ἡ παγκόσμια κοινότητα στρέφει
τὸ βλέμμα πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία καὶ προσδοκᾶ λόγο καινούργιο καὶ διαφορετικό,
μαρτυρία καὶ ἔμπρακτη συμβολὴ στὴν ἀντιμετώπιση τῆς προκλητικῆς σύγχρονης
πραγματικότητας». Ἡ ἀσυνέπεια καί ἡ ἀνακολουθία στό μεγαλεῖο της. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Ἱερώνυμος δέκα χρόνια μετά ἀποδεικνύεται χωρίς ὅραμα τόσο γιά τήν Ἐκκλησία ὅσο
καί γιά τήν Ἑλλάδα, εὐάλωτος στίς ὅποιες πιέσεις γιά λόγους πού ὁ ἴδιος
γνωρίζει. Ὅμως ἡ ρωσική ἐπιστολή εἶναι ξεκάθαρη, σημειώνοντας: «ἄγνωστο
παραμένει ποιός ἀκριβῶς ἔλαβε τήν ἀπόφαση καί ὑπό ποιά μορφή. Σειρά ὁλόκληρη ἔγκριτων
Ἱεραρχῶν ἐφιστοῦσαν τήν προσοχή τῆς Συνόδου στήν κρίσιμη κατάσταση τῆς ἀνά τήν
οἰκουμένη Ὀρθοδοξίας, στήν μεγάλη περίσκεψη καί ἐμβριθῆ μελέτη τοῦ προβλήματος
χωρίς βιασύνη καί τίς ἔξωθεν πιέσεις».
Ἡ πρώτη εὐθύνη τοῦ ἐπισκόπου δέν εἶναι ἡ ἄλογη ὑποταγή,
ἀλλά τό «ὀρθοτομεῖν τόν λόγον τῆς ἀληθείας». Τελικά, ἡ αὐθεντία τοῦ πρώτου
γοητεύει ὄχι μόνον τούς ἐνοίκους τοῦ Φαναρίου ἀλλά καί ἐκείνους τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, πού θά πρέπει νά πρυτανεύη στόν συνοδικό θεσμό, ὁ ἐλεύθερος
διάλογος, ἡ ἀμεροληψία, ὁ σεβασμός πρός τούς Ἱερούς Κανόνες, ὁ κατά Χριστόν ἀντίλογος,
ἔχουν ἐκλείψει ἀπό τήν σύγχρονη ἐκκλησιαστική ζωή. Καί ἐνῶ ὁ Μακαριώτατος ἀδυνατεῖ
νά ἀντιμετωπίση τήν προκλητική ἐποχή μας, ἡ ρωσική ἐπιστολή σημειώνει μέ
κατηγορηματικό τρόπο «Λύπη προκαλεῖ ὅτι ἡ ἱστορική προσφορά τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ
στή μεταλαμπάδευση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀνταλλάσσεται μέ πρόσκαιρα πολιτικά κέρδη καί
ὑποστήριξη τῶν ἀλλοτρίων πρός τήν Ἐκκλησία γεωπολιτικῶν συμφερόντων. Ὅμως αὐτές
οἱ καταχρήσεις τοῦ ἐθνικοῦ αἰσθήματος δέν θά σταφανωθοῦν μέ ἐπιτυχία. Δέν θά
μπορέσουν νά ὑπονομεύσουν τήν ἑνότητα τῆς πίστεώς μας, ἡ ὁποία ἐξαγοράσθηκε μέ
τό αἷμα τῶν νεομαρτύρων καί ὁμολογητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας… Δέν θά καταστρέψουν
τήν αἰώνια φιλία τοῦ Ἑλληνικοῦ καί τῶν Σλαβικῶν λαῶν».
Ἐκκλησία τῆς
Ρωσίας: «Ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι περιορισμένη ὡς πρός τό αὐτοκέφαλο
καθεστώς αὐτῆς»
Ὁ Μακαριώτατος κατά τόν ἐνθρονιστήριο λόγο του εἶχε ἀναφέρει
ὅτι «ὀφείλουμε νὰ καταβάλλουμε κάθε δυνατὴ προσπάθεια ὑπερβάσεως τῶν
προβλημάτων, μὲ ἐπίγνωση ὅτι ὑπάρχει ὁ ἀσφαλὴς ἐγγυητὴς τῆς ἑνότητας, ὁ ὁποῖος
εἶναι τὸ Σεπτὸ Κέντρο τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ πολύπαθο Οἰκουμενικό μας
Πατριαρχεῖο». Κακῶς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος προσδίδει στόν Πατριάρχη τόν ρόλο τοῦ «ἀσφαλῆ
ἐγγυητῆ τῆς ἑνότητας», ἀφοῦ κανένας Ἱερός Κανόνας δέν τοῦ μαρτυρεῖ τέτοιον
ρόλο, ἡ πράξη του αὐτή καί ἀντικανονική εἶναι καί ὑπέρβαση ἁρμοδιοτήτων του
δηλώνει. Ἀπόρροια αὐτῆς τῆς ἀντικανονικότητας εἶναι ἡ παράνομη ὑπέρβασή του σέ
δικαιοδοσία ξένης Ἐκκλησίας μέ ἀποτέλεσμα νά ὁδηγούμεθα σήμερα σέ σχίσμα. Ποιές
εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Μακαριωτάτου, γιά νά ἐπιλυθῆ ἡ κρίση; Τό συλλείτουργο μέ
τόν Πατριάρχη, τήν στιγμή πού σεπτοί Ἱεράρχες καί διάκονοι τῆς Ἐκκλησίας τόν
παρακαλοῦσαν νά τό ἀποφύγη;
Ὅμως ὑπάρχουν καί οἱ πνευματικοί νόμοι, οἱ ὁποῖοι θά
λειτουργήσουν, ὅταν ἔλθη ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ χρόνου. Γράφει ἡ ρωσική ἐπιστολή «Ἡ
θέση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἡ ὁποία εἶναι περιορισμένη οὐσιαστικά ὡς πρός τό
αὐτοκέφαλο καθεστώς αὐτῆς, περιπλέκεται μέ τήν διπλή δικαιοδοσία σημαντικῆς
μερίδας τῆς Ἱεραρχίας της, πού ἱεροκανονικῶς ἐξαρτᾶται ἀπό τήν
Κωνσταντινούπολη, π.χ. στούς Ἱεράρχες αὐτούς κοινοποιήθηκε ἐγκύκλιο γράμμα μέ ἀπαίτηση
νά ἀναγνωρίσουν ἄμεσα τήν νεόδμητη ψευδο-εκκλησιαστική δομή». Σέ ἄλλο σημεῖο
σημειώνει σχετικά μέ τό ζήτημα χορηγήσεως αὐτοκεφάλου «Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία
δέχθηκε τελικά τήν ἀπόσυρση αὐτοῦ τοῦ ζητήματος ἀπό τήν Ἡμερήσα Διάταξη τῆς
Συνόδου (τῆς Κρήτης) μόνον ὅταν τόν Ἰανουάριο 2016 ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος,
παρουσίᾳ τῶν λοιπῶν Προκαθημένων, διαβεβαίωσε ὅτι ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς
Κωνσταντινουπόλεως δέν εἶχε προθέσεις νά προχωρήσει σέ κάποιες ἐνέργειες, πού
νά ἀφοροῦν στήν ἐκκλησιαστική ζωή στήν Οὐκρανία, οὔτε κατά τήν Ἁγία καί Μεγάλη
Σύνοδο, ἀλλά οὔτε καί μετά».
Καί ἐγείρονται τά ἑξῆς ἐρωτήματα, τήν στιγμή πού ὁ
Πατριάρχης ἀθέτησε τόν λόγο του καί ἔθεσε θέμα αὐτοκεφαλίας τῆς Οὐκρανίας: Ὁ
Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐκβίασε τήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία, ὅτι θά θέση θέμα τῶν
Μητροπόλεων τῆς Βορείου Ἑλλάδος σέ περίπτωση πού δέν ἀναγνωρίση ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία
τούς σχισματικούς; Τελικά «ὁ ἀσφαλὴς ἐγγυητὴς τῆς ἑνότητας, τὸ Σεπτὸ Κέντρο τῆς
Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ πολύπαθο Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο» πόσο ἀσφαλής
καί ἐγγυτής τῆς ἑνότητας εἶναι; Μήπως τό «Σεπτό Πατριαρχεῖο» ἀποτελεῖ τεράστιο
κίνδυνο τόσο γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὅσο καί γιά τόν Ἑλληνισμό;
Μήπως γιά αὐτό ἡ ρωσική ἐπιστολή τονίζει ὅτι «ὅλη τήν εὐθύνη τοῦ διχασμοῦ ἐπωμίζεται
ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί ἐκεῖνες οἱ ἐξωτερικές δυνάμεις ὑπέρ τῶν ὁποίων
νομιμοποιήθηκε τό οὐκρανικό σχίσμα»;
Ὁ Ἕλληνας Προκαθήμενος στόν ἐνθρονιστήριο λόγο του
παραλληλίζοντας τόν ἑαυτό του μέ τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό ἔλεγε ὅτι «Ἐγὼ μὲ τὴ
Χάρη τοῦ Θεοῦ, μήτε σακούλα ἔχω, μήτε κασέλα, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ράσο ἀπὸ αὐτὸ
ποὺ φορῶ. Καὶ τὸ σκαμνί, ὅπου ἔχω, δὲν εἶναι ἐδικό μου, διὰ λόγου σας τὸ ἔχω. Ἄλλοι
τὸ λένε σκαμνὶ καὶ ἄλλοι θρόνον. Δὲν εἶναι καθὼς τὸ λέγετε. Ἀμὴ θέλετε νὰ
μάθετε τί εἶναι; Εἶναι ὁ τάφος μου καὶ ἐγὼ εἶμαι μέσα ὁ νεκρὸς ὁπού σᾶς ὁμιλῶ. Ἐτοῦτος
ὁ τάφος ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ διδάσκει βασιλεῖς καὶ πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς,
ἄνδρας καὶ γυναίκας, παιδιὰ καὶ κορίτσια, νέους καὶ γέρους καὶ ὅλον τὸν
κόσμον». Λόγοι βαρεῖς ἀλήθεια.
Ἐντιμότης καί
μετάνοια
Νομίζουμε ὅμως ὅτι βασικά στοιχεῖα τῆς ἐκκλησιαστικῆς
ζωῆς εἶναι ἡ ἐντιμότητα καί ἡ μετάνοια. Τά κείμενα τῶν Γραφῶν εἶναι γεμάτα ἀπό ἐξιστορήσεις
παραπτωμάτων, πού διαπράχθηκαν ἀπό ἱερά πρόσωπα. Οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς
δέν φοβήθηκαν νά τά καταγράψουν, ἀλλά καί ἡ Ἐκκλησία δέν ἀπέφυγε νά τά
μνημονεύη. Μέ σκοπό ὁ ἄνθρωπος πού θά προβῆ σέ ὁποιοδήποτε παράπτωμα νά ὁδηγηθῆ
στήν μετάνοια καί στήν ἀλήθεια καί ὄχι στήν διπλή ζωή· νά μή κρύβη μία ὄψη τῆς
ζωῆς του καί νά προβάλη μία ἄλλη.
Γιά τούς λόγους αὐτούς καί ἐπειδή πονᾶμε καί ἀγωνιοῦμε
γιά τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἐπειδή τό σκαμνί τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ εἶναι
βαρύ, ἀφοῦ τόν ὁδήγησε στό μαρτύριο, κάτι τό ὁποῖο ὁ Μακαριώτατος δέν εἶναι
διατεθειμένος νά τό ἐπωμισθῆ, ἀπό ὅ,τι φάνηκε, θά ἦταν καλύτερα γιά αὐτόν, τώρα
πού βρισκόμαστε στήν ἀρχή τῶν πιέσεων, νά παραιτηθῆ, ἀφοῦ τά δύσκολα ἕπονται.
Ἡ ἱκεσία μας αὐτή ἐκφράζει τόν πόνο μας καί τήν ἀγωνιστικότητά
μας, ἀλλά καί τόν πόνο καί τήν ἀγωνιστικότητα ὅλου τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί
τήν ἀγάπη μας πρός τήν Ἐκκλησία, τήν λαχτάρα μας νά τήν δοῦμε ἄσπιλη καί ἀμώμητη,
μέ ποιμένες γνήσιους, ἀφοσιωμένους στό ἔργο τους, διότι ὅταν ἀπουσιάζει ἡ ὑπευθυνότητα
ἀπό τούς ἐπισκόπους ἡ Ἐκκλησία μένει ἀπροστάτευτη καί ἔκθετη στίς σκοτεινές ἐπιβουλές.