Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

Δημήτρης Δασκαλάκης: Ἡ Ἐκκλησία ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρός καί τό ἐμβόλιο



Γράφει ὁ Δημήτριος Νικ. Δασκαλάκης, Δικηγόρος Ἀθηνῶν


«Νὰ πίνετε ἁγιασμό, ὅσο πιὸ συχνὰ μπορεῖτε. Αὐτὸ εἶναι τὸ καλύτερο καὶ ἀποτελεσματικότερο φάρμακο. Μιλάω ὄχι μόνο ὡς ἱερέας, ἀλλὰ ὡς ἰατρός. Ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μου στὸν τομέα τῆς Ἰατρικῆς».

Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρός, Ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καὶ Κριμαίας.

(Ἡ ἀνωτέρω συμβουλὴ δὲν προβάλλεται συχνὰ ἀπὸ τὰ ἐκκοσμικευμένα χείλη τῶν ἐπισκόπων οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν πειθήνια τὶς ὑποδείξεις μιᾶς στρατευμένης καὶ ἀκριβοπληρωμένης ἐπιστήμης ποὺ προωθεῖ τὴν πολιτικὴ τοῦ παγκόσμιου ἐμβολιασμοῦ).

Θλιβόμαστε ἰδιαίτερα καὶ πικραινόμαστε ἀπὸ τὴν στάση της Διοικούσας Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδας ἡ ὁποία ἀσκεῖ ἀφόρητες πιέσεις, φανερὲς ἢ κρυφές, στὰ παιδιά της, δηλ. σὲ ἱερωμένους ἀλλὰ καὶ σὲ λαϊκοὺς προκειμένου νὰ ἐμβολιαστοῦν μὲ πειραματικὰ καὶ ἐν δυνάμει ὑγειοβλαπτικὰ φαρμακευτικὰ προϊόντα, ἐνῶ τὴν ἴδια στιγμὴ παραμένουν ἀκόμη ἄγνωστες οἱ μεσοπρόθεσμες καὶ μακροπρόθεσμες παρενέργειες καὶ ἐπιπτώσεις τοῦ ἐμβολιασμοῦ στὴν ἀνθρώπινη ὑγεία.

Ἐκ τῆς θέσεως αὐτῆς, εἴμαστε ὡστόσο ὑποχρεωμένοι νὰ ὑπενθυμίσουμε στὰ μέλη τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου ὅτι ὁ ἀληθινὸς καὶ γνήσιος ποιμένας τοῦ Χριστοῦ (καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ ἐμφανίζεται στοὺς καλοπροαίρετους καὶ ἀφελεῖς, ὡς προβατόσχημος λύκος) σέβεται τὴν ἐλεύθερη καὶ ἀβίαστη ἐπιλογὴ ἑκάστου ἀνθρώπου ἐνῶ ὀφείλει νὰ ἀπέχει συνειδητὰ ἀπὸ κάθε πράξη ἢ λόγο ποὺ ἀποσκοπεῖ στὴν ὑποταγὴ τῆς συνειδήσεως καὶ στὴν ἐξουδετέρωση τῆς ἀτομικῆς βούλησης τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.

Στὴν δισχιλιετῆ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καὶ παράδοση ὑπάρχουν φωτεινὰ παραδείγματα ἀσυμβίβαστων Ὀρθόδοξων Ἱεραρχῶν ποὺ ἤλεγξαν μὲ ἀποφασιστικότητα καὶ σθένος ἀλλὰ καὶ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους, κάθε κρατικὴ αὐθαιρεσία, ἀδικία καὶ ἠθικὴ παρεκτροπὴ τῶν πολιτικῶν ἀρχόντων, ἀποτελῶντας παραδείγματα ἀπαράμιλλου ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους καὶ ὀρθόδοξης βιοτῆς γιὰ τὸν πιστὸ λαό.

Στὸ κατὰ Ἰωάννη Εὐαγγέλιο (κεφ. ι', στίχοι 11-13), παρέχεται ἀπὸ τὴν ἀψευδῆ γραφίδα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ τῆς Ἀγάπης ὁ ὁρισμὸς τοῦ καλοῦ Ποιμένος ὅπου ἀναφέρονται χαρακτηριστικὰ τὰ ἑξῆς: «ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων. Ὁ μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὧν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα. Ὁ δὲ μισθωτὸς φεύγει, ὅτι μισθωτὸς ἐστὶ καὶ οὗ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων».

Κατὰ τὴν σημερινὴ ὅμως ἐποχὴ ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν μεγάλη ἀποστασία καὶ τὸ ἐκκοσμικευμένο φρόνημα, ὡς μεταδοτικὸς ἰὸς ἔχει μολύνει σχεδὸν ὁλοκληρωτικὰ τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό, οἱ ἀρχιερεῖς ἐμφανίζονται «ὡς μισθωτοὶ» ποὺ στεροῦνται τοῦ ἀρχαίου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος καὶ ἤθους, ἀνταλλάσσοντας ἀδιακρίτως φιλοφρονήσεις καὶ δῶρα μὲ τοὺς ἐκπροσώπους τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς ἐξουσίας καὶ θυσιάζοντας τὸ ποίμνιό τους στὴν λατρεία τοῦ ἐμβολίου.

Ὑπάρχει ἕνας συγκεκριμένος ἀρχιερέας ὁ ὁποῖος στὴν προσπάθειά του νὰ ἐξουδετερώσει τὶς πνευματικὲς ἀντιστάσεις καὶ ἀντιρρήσεις τῶν πιστῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας ἐν σχέσει πρὸς τὸν ἐμβολιασμό, ἐπικαλεῖται διαρκῶς καὶ μὲ πείσμονα προπαγανδιστικὴ διάθεση τὸν Ἅγιο Λουκᾶ τὸν Ἰατρὸ (ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾷ τὴν ἁγία του μνήμη στὶς 11 Ἰουνίου) καὶ τὸν προβάλλει ὡς τὸ τέλειο πρότυπο πίστης ἐπιστήμης, στὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίου συνυπάρχουν ἁρμονικὰ ἡ βαθιὰ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἡ προσήλωση στὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα.

Ὁ συγκεκριμένος Μητροπολίτης ἐπιλέγει σκόπιμα ὁρισμένα περιστατικὰ τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ τὰ ὁποῖα παρερμηνεύει προκειμένου νὰ στηρίξει τὸν ἐμβολιαστικὸ φανατισμό του, ἀποσιωπῶντας ἐσκεμμένα νὰ ἀναφερθεῖ στὴν συνολικὴ μαρτυρικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου, ὡς διωκόμενου Ὀρθόδοξου Ἐπισκόπου καὶ παραλείποντας νὰ ἑστιάσει στὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ταλαιπωρίες καὶ οἱ θλίψεις ποὺ δοκίμασε στὴν ζωή του ὀφείλονταν ὄχι ἀσφαλῶς στὴν ἰατρική του ἰδιότητα ἀλλὰ στὴν ἀσυμβίβαστη χριστιανική του πίστη καὶ στὴν ἀποφασιστικότητά του νὰ ὑπερασπιστεῖ μὲ κάθε τίμημα τὴν χλευαζόμενη Εὐαγγελικὴ Ἀλήθεια.

Γιατί ὁλόκληρη ἡ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Ἰατροῦ ὑπῆρξε μιὰ μαρτυρικὴ πορεία πόνου, φυλακίσεων, διώξεων καὶ ἐξορίας ἀπὸ ἕνα ἄθεο καὶ ἀντίχριστο καθεστώς, τὸ ὁποῖο τιμοῦσε τὸν Ἅγιο ὡς ἰατρό, ἐνῶ τὴν ἴδια ὥρα τὸν κατεδίωκε ὡς πιστὸ Χριστιανό, ἀφοῦ τοῦ ἀπαγόρευε νὰ διδάσκει στὸ πανεπιστήμιο φορῶντας τὸ ράσο καὶ ἐπιστήθιο σταυρό, χωρὶς ὅμως κατ᾿ ἐλάχιστον ἡ ἰατρικὴ ἰδιότητά του νὰ ἐπισκιάσει τὴν ἀκλόνητη ἀγάπη ποὺ ἔτρεφε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ χωρὶς οἱ ἀπειλὲς καὶ οἱ ἀπαγορεύσεις τῶν ἀρχῶν νὰ λυγίσουν τὸ ὁμολογιακὸ φρόνημά του.

Ὅσοι ἀξιοποιοῦν προπαγανδιστικὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ ἀποκρύπτουν τὴν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι ὁ Ἅγιος ἐπέλεξε νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος ἐν μέσῳ ἑνὸς πρωτοφανοῦς διωγμοῦ ποὺ εἶχε ἐξαπολύσει τὸ ἄθεο καθεστὼς τῶν μπολσεβίκων χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ συνυπολογίσει τὶς ἀντιδράσεις τῆς ἀντίθεης ἐξουσίας (ἄραγε ποιός ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς μητροπολῖτες θὰ ἀποτολμοῦσε νὰ πράξει κάτι ἀνάλογο;) γιατί μέσα του βάρυνε ἡ κλήση τοῦ Εὐαγγελίου νὰ γίνει «θεριστὴς τοῦ Χριστοῦ» καὶ καθ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει στὶς παράνομες καὶ παράλογες ἐντολὲς τῶν ἀρχῶν ποὺ προσέκρουαν στὴν θρησκευτική του πίστη καὶ συνείδηση.

Αὐτοὶ ποὺ διαρκῶς ἐπικαλοῦνται τὸν Ἅγιο Λουκᾶ προσκολλῶνται μὲ τυπικὴ φαρισαϊκὴ διάθεση στὶς διδαχές του χωρὶς νὰ ἐνστερνίζονται τὸ βαθύτερο νόημα τοῦ μαρτυρικοῦ του βίου ποὺ συμπυκνώνεται στὴν ἀνιδιοτελῆ καὶ θυσιαστικὴ ἀγάπη τοῦ Ἁγίου γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ λογικὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ.

Γιατί ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρὸς δὲν ἁγίασε γιὰ τὴν προσφορά του στὴν Ἰατρικὴ Ἐπιστήμη, ποὺ ὑπῆρξε πράγματι τεράστια, ἀλλὰ γιατί στάθηκε ἐλεύθερος καὶ ἀτρόμητος ἀπέναντι σὲ κάθε ἀπειλὴ καὶ ἐκβιασμὸ τῆς ἀνάλγητης καὶ ἀντίθεης κρατικῆς ἐξουσίας καὶ κατέδειξε πῶς μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ παραμείνει ἐλεύθερος καὶ δυνατὸς ἀπέναντι σὲ ὁποιοδήποτε καθεστὼς δουλείας, συμμόρφωσης καὶ ἐπιτήρησης.

Ἑπομένως ἐρωτᾷται, ποιοὶ ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς μητροπολῖτες ποὺ διαρκῶς ἐπικαλοῦνται καὶ μνημονεύουν τὸν Ἅγιο Λουκᾶ τὸν Ἰατρό, ἔχουν ὀρθώσει τὸ ἀνάστημά τους στὸ καθεστὼς ἐμβολιαστικῆς δουλείας ποὺ ἐπιβάλλεται στὶς μέρες μας;

Ὁ ἀληθινὸς ὅμως ποιμένας τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νὰ διαχωρίζει τὴν θέση του καὶ νὰ μὴν συμμετέχει ἄμεσα ἢ ἔμμεσα στὴν ἄσκηση τῆς κυβερνητικῆς πολιτικῆς ἀλλὰ πρέπει νὰ μεριμνᾷ γιὰ τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ πιστοῦ λαοῦ, θέτοντας τὸν ἑαυτὸ στὴν διακονία τοῦ ποιμνίου καὶ ὄχι τοῦ ἐμβολίου.

Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς σύγχρονους μητροπολῖτες ἀλλότριοι πρὸς τὸ πνεῦμα τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης, ἔχουν μεταβληθεῖ σὲ διαπρύσιους κήρυκες τοῦ ἐμβολιασμοῦ καὶ ἀντὶ νὰ ἐλέγχουν (ὅπως θὰ ἔπραττε ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρὸς) τὴν κρατικὴ ἐξουσία ποὺ ἐπιβάλλει τὴν ἐπιστημονικὴ αἰχμαλωσία καὶ τὸν ἐξανδραποδισμὸ τοῦ Ἀνθρώπου στὰ ἄνομα καὶ ἀπάνθρωπα κελεύσματα τῶν διαχειριστῶν τῆς ὑγειονομικῆς κρίσης, ἐναγκαλίζονται καὶ χαριεντίζονται μαζί της, ἀδιαφορῶντας γιὰ τὸ ποίμνιο ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστὸς καὶ ἀπολαμβάνοντας τὴν ἐφήμερη καὶ μάταιη δόξα ποὺ τοὺς προσφέρει ἡ συναναστροφὴ μὲ τοὺς πολιτικοὺς ἄρχοντες.

Ὅμως ἡ ἐπιβλητικὴ ἁγιογραφικὴ ἀπεικόνιση τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ στέλνει ἕνα ἠχηρὸ μήνυμα γενναίου ἀδούλωτου φρονήματος ἀφοῦ μᾶς λέγει: «τὴ ἐλευθερία οὖν, Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῶ δουλείας ἐνέχεσθε» δηλ. μείνετε σταθεροὶ στὴν ἐλευθερία μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἐλευθέρωσε ὁ Χριστὸς καὶ μὴν ὑποκύπτετε πάλι σὲ ζυγὸ δουλείας. (Ἀποστόλου Παύλου, Ἐπιστολὴ Πρὸς Γαλάτας, κεφ. Ε', στίχος 1).

Ὁρισμένοι πάλι μητροπολῖτες διατυπώνουν τὴν θέση ὅτι πρέπει νὰ ἀκοῦμε τὴν ἐπίσημη ἐκκλησία καὶ ὄχι τὶς μεμονωμένες φωνές.

Ὁ καθοριστικὸς ὅμως καὶ κρίσιμος παράγοντας ποὺ θὰ ρυθμίσει τὴν συμπεριφορά μας εἶναι ἂν ἡ ἐπίσημη ἐκκλησία ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς Ἀληθείας.

Ἀξίζει νὰ ἐπισημανθεῖ μὲ ἔμφαση ὅτι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ γνώση κατακτῶνται μέσα ἀπὸ τὴν πολυφωνία, τὴν ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης, τὴν ἐπιστημονικὴ διχογνωμία, τὴν σύνθεση τῶν διαφορετικῶν ἀπόψεων καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀποφυγὴ τοῦ διαλόγου, τὸν χλευασμό, τὴν εἰρωνεία καὶ ἀπαξίωση τῆς διαφορετικῆς γνώμης.

Ἡ ἐπίσημη ἐκκλησία σφάλλει δυστυχῶς καὶ πλανᾷται στὸ ζήτημα τοῦ ἐμβολιασμοῦ τῶν πιστῶν, ὅπως τοῦτο ἄλλωστε εὔλογα συνάγεται ἀπὸ τὴν ἐπίμονη, ἀκατανόητη καὶ συστηματικὴ ἄρνησή της νὰ διαλεχθεῖ δημόσια μὲ ὅρους ἰσηγορίας καὶ δικαιοσύνης μὲ τὴν πλευρὰ τῶν διαφωνούντων γιὰ τὴν ἀσφάλεια, τὴν ἀποτελεσματικότητα καὶ τὴν ἀνοσιακὴ προστασία τῶν ἐμβολίων ποὺ προκαλοῦν σημαντικὲς πνευματικές, κοινωνικὲς καὶ ἰατρικὲς συνέπειες στὴν πορεία τῆς ζωῆς ἑνὸς ἀνθρώπου καὶ ὡς ἐκ τούτου ὑπὸ τὶς διαγραφόμενες συνθῆκες, δὲν στοιχειοθετεῖται σὲ καμία περίπτωση ἡ ὑποχρέωση τοῦ πιστοῦ λαοῦ νὰ ἀκολουθήσει τὶς συστάσεις καὶ ὑποδείξεις της.

Ὁρισμένοι μητροπολῖτες ἀξιώνουν παπικῷ φρονήματι μία τυφλή, ἀπροϋπόθετη καὶ ἀδιάκριτη συμμόρφωση καὶ ὑποταγὴ τῶν ἀνθρώπων στὴν ἐπισκοπική τους αὐθεντία, ἡ ὁποία ὅμως δὲν προσιδιάζει στὸ πιστὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀλλὰ περισσότερο σὲ ὀπαδοὺς πολιτικοῦ κόμματος ποὺ ἀκολουθοῦν πειθήνια τὸν ἑκάστοτε ἀρχηγό, ἐνῶ ὁ ἐνσυνείδητος Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ὀφείλει νὰ ἀγωνίζεται μὲ σθένος καὶ ἀποφασιστικότητα γιὰ τὴν περιφρούρηση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τὴν ἀπαρασάλευτη τήρηση τῆς Ἱερᾶς Παράδοσης.

Τὸ χρέος καὶ ἡ εὐθύνη τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπισημαίνεται στὴν ἱστορικὴ ἐγκύκλιο τοῦ 1848 τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁρίζεται ὅτι : «Παρ᾿ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς Θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ».

Ὅπως εἶχε πεῖ προσφυῶς ὁ ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι καράβι τοῦ κάθε Ἐπισκόπου, νὰ κάνει ὅ,τι θέλει». (Ἰσάακ Ἱερομονάχου, Βίος Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὅρος 2009, Ἱερὸν Ἡσυχαστήριο «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος», Μεταμόρφωση Χαλκιδικής, σελ. 731).

Ἑπομένως τὸ ἀποφασιστικὸ κριτήριο καθορισμοῦ τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἔναντι της διοικούσας ἐκκλησίας εἶναι ἂν ὁ λόγος της γλυκαίνει, δροσίζει, ἀναπαύει καὶ πληροφορεῖ μυστικὰ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων.

Ἡ ὑποχρεωτικὴ χρήση τῆς μάσκας, τὰ ἀντισηπτικά, τὰ συνεχῆ καὶ ἐπαναλαμβανόμενα ράπιντ τέστ, οἱ ἰσχυρὲς συστάσεις γιὰ ἐμβολιασμό, ἔχουν μετατρέψει τὴν ἐκκλησία, δηλ. τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ, σὲ κοινόχρηστο χῶρο δημόσιας ὑπηρεσίας.

Ὅποιος ἀναπαύεται ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἐμφάνιση τῶν Ἱερῶν Ναῶν ἂς συνεχίζει νὰ πηγαίνει, ὅσοι ὅμως ἐπιδιώκουν τὴν ἐπαναφορὰ τῆς Ἐκκλησίας στὸ ἀρχαῖο της κάλλος, γιατί πρέπει νὰ διώκονται καὶ νὰ στιγματίζονται ὡς ἀρνητὲς καὶ φονταμενταλιστές;

Στὸ πλαίσιο κάθε δημοκρατικῆς εὐνομούμενης πολιτείας, ἡ διατύπωση διαφορετικῆς γνώμης, θέσης ἢ ἄποψης εἶναι ἀπολύτως θεμιτὴ καὶ συμβατὴ μὲ τὴν συνταγματικὰ κατοχυρωμένη ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης.

Ὅταν διατυπώνεται μιὰ πρόταση μὲ ἐκκλησιαστική, θεολογικὴ καὶ ἰατρικὴ τεκμηρίωση, ἡ ὁποία ὅμως δὲν εὐθυγραμμίζεται μὲ τὴν ἐπίσημη θέση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδας, τότε σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση γιὰ τὴν ἄρση τοῦ κοινωνικοῦ ἀδιεξόδου, πρέπει νὰ ἀναλαμβάνεται ἡ πρωτοβουλία γιὰ τὴν διεξαγωγὴ ἑνὸς δημοσίου, ἐλεύθερου, ἀνοιχτοῦ καὶ δημοκρατικοῦ διαλόγου μὲ τὴν ἀντιπαράθεση ἐπιστημονικῶν στοιχείων καὶ δεδομένων, ὥστε νὰ ἀποτραπεῖ ἡ διαμόρφωση κλίματος πόλωσης καὶ διχασμοῦ μέσα στὴν κοινωνία.

Μὲ θλίψη ὅμως παρατηροῦμε ὅτι ἡ διαφοροποιημένη (ἐν σχέσει πρὸς τὸ ἐπίσημο ὑγειονομικὸ ἀφήγημα τῆς κυβέρνησης) ἐπιστημονικὴ ἔκφραση γνώμης ἄποψης γιὰ τὸ κρίσιμο ζήτημα τοῦ ἐμβολιασμοῦ, πυροδοτεῖ κοινωνικὲς ἐντάσεις, πάθη φανατισμό, τοῦτο συνιστᾷ μιὰ πολὺ ἰσχυρὴ ἔνδειξη διολίσθησης τῆς κοινωνίας σὲ ἕναν μεσαιωνικὸ σκοταδισμὸ μὲ ὁλοκληρωτικὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ἀπειλεῖ νὰ ἐξαφανίσει τὴν ἐλευθερία τῆς σκέψης, τῆς ἔκφρασης καὶ τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας.

Ἡ μαρτυρία τῆς προσωπικῆς συνείδησης, τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος καὶ ἡ ἀμετακίνητη ὁμολογιακὴ στάση τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ τοῦ Ἰατροῦ ποὺ ἔζησε σὲ μιὰ θυελλώδη καὶ σκοτεινὴ περίοδο γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ἡ ἐλευθερία τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης, τὸ δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης ἔκφρασης ἦταν ἔννοιες ἀπαγορευμένες καὶ ὑπὸ διωγμό, ἀποτελοῦν γιὰ τὴν σημερινὴ δυστοπικὴ ἐποχὴ τοῦ ἄκρατου ἐμβολιασμοῦ καὶ τῆς ψηφιακῆς ἐπιτήρησης, μία ἀνεξάντλητη πηγὴ ἔμπνευσης, θάρρους καὶ ἀγωνιστικοῦ φρονήματος.

Σήμερα ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ ἕνα ὑγειονομικὸ ὁλοκληρωτικὸ καθεστὼς μὲ ἐπιστημονικὰ μελετημένο καὶ ὀργανωμένο τρόπο, ἡ ἴδια ἀκριβῶς προσπάθεια τοῦ ἀπώτερου παρελθόντος ποὺ ἀποσκοπεῖ στὴν ἐξουδετέρωση τῆς ἐλεύθερης βούλησης, στὴν ἀπεμπόληση τοῦ αὐτεξουσίου στὴν ὑποταγὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴν λατρεία ὄχι τοῦ κόμματος ἀλλὰ τῆς ἐπιστήμης.


Ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔδωσε ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρὸς μέσα σὲ ἕνα καθεστὼς στρατευμένης ἀθεΐας νὰ ἀποτελέσει γιὰ ἐμᾶς κίνητρο καὶ στήριγμα ἀκλόνητο, ὥστε νὰ δώσουμε ἄφοβα τὴν δική μας μαρτυρία συνειδήσεως μέσα στὸ σκοτάδι τοῦ κοινωνικοῦ φόβου καὶ τῆς ψυχολογικῆς τρομοκρατίας ποὺ ἐπιβάλλει τὸ σύγχρονο καθεστὼς ὑγειονομικῆς τυραννίας.