Οι Έλληνες έχουμε μια παράξενη συνήθεια· γιορτάζουμε κάποιες ήττες μας περισσότερο από τις νίκες και πανηγυρίζουμε κάποιους θανάτους ως να πρόκειται για μεγάλες χαρές! Αυτή είναι η «χαρμολύπη» του Γένους μας, λέξη μοναδική, λέξη αμετάφραστη σε ξένες γλώσσες.
Το Σάββατο του Λαζάρου είναι μια τέτοια γιορτή – μάλιστα, διπλή γιορτή: Είναι η Ανάσταση του Λαζάρου και η Έξοδος του Μεσολογγίου. Οι διπλές γιορτές στον λαό μας είναι πάντα εθνικές και εκκλησιαστικές: 26 Οκτωβρίου, ο άγιος Δημήτριος και η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης· 28 Οκτωβρίου, το ΟΧΙ του ’40 και η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου· 25 Μαρτίου, ο Ευαγγελισμός και η αρχή της Επανάστασης του ’21· 8 Νοεμβρίου, η Σύναξη των αγίων Αγγέλων και το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου… Όχι τυχαία, μα επειδή η Εκκλησία του Δήμου και η Εκκλησία του Χριστού είναι οι δύο όψεις της Ιστορίας του λαού μας. Κατακαημένη Ρωμιοσύνη, μην ξεχνάς τις διπλές σου γιορτές! Αυτοί που θέλουν να τις ξεχάσεις, είναι οι ίδιοι που αρπάζουν όχι μόνο το πορτοφόλι σου, μα και την ψυχή σου, οι ίδιοι που απλώνουν τα νύχια τους όχι μόνο στην περιουσία σου, μα και στα παιδιά σου!
Σάββατο του Λαζάρου 1826:
Νύχτα 10ης προς 11η Απριλίου, ξημερώνοντας η Κυριακή των Βαΐων· αντί να προετοιμάζονται με γαλήνη για τη χαρμολύπη και την κατάνυξη της Μεγάλης Εβδομάδας, με το βλέμμα στον πανηγυρισμό της Ανάστασης, οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου προετοιμάζονται για μια διαφορετική χαρμολύπη: την ηρωική Έξοδο, μέσα από τα τουφέκια και τα γιαταγάνια των Τούρκων και των Αιγυπτίων, που έσερναν ένα συνονθύλευμα χιλιάδων πολεμιστών και είχαν πολιορκήσει από στεριά και θάλασσα επί ένα έτος την ηρωική πόλη, καταδικάζοντάς την σε θάνατο αργό και μαρτυρικό.
Η Έξοδος πραγματοποιείται. Περίπου 2.000 ψυχές διαφεύγουν από τον κλοιό. 4.000 πεσόντες, 3.000 αιχμαλωτίστηκαν. Στη μεγάλη πυριτιδαποθήκη, μέσα στην πόλη, ο γηραιός μαχητής Χρήστος Καψάλης ανατινάσσεται με περίπου 400 αμάχους, εξαντλημένους από την πείνα και τις αρρώστιες, που αδυνατούσαν να συμμετάσχουν στην ηρωική απόπειρα. Όταν τελικά ερωτώνται οι διασωθέντες «πόσοι χάθηκαν», απαντούν απρόσμενα: «Κανείς δεν χάθηκε! Άλλοι περπατούν στη γη και άλλοι στον ουρανό!».
Η Ιερά Συμμαχία, ο εχθρός όλων των επαναστατικών κινημάτων, παγώνει. Οι φίλοι της ελευθερίας σε Ευρώπη αλλά στις νεαρές τότε ΗΠΑ, υποκλίνονται. Η θυσία των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» θα φέρει ένα βήμα πλησιέστερα την τελική πράξη της Ελληνικής Επανάστασης. Έτσι θα τους χαρακτηρίσει, «Ελεύθερους Πολιορκημένους», ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολομός, σε ένα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα της ελληνικής ποίησης όλων των εποχών. Πρόκειται για πόιημα ικανό να ξυπνήσει τη συνείδηση και τη ζωή των ανθρώπων. Όμως θάβεται από τα σχολικά βιβλία, αφού η συνείδηση της ελευθερίας και σήμερα πάλι απειλεί να ντροπιάσει τις σύγχρονες «Ιερές» -Ανίερες ουσιαστικά- «Συμμαχίες»!
Σάββατο του Λαζάρου:
Ο Χριστός δακρύζει μπροστά στον πόνο των δύο γυναικών, των αδελφών του κεκοιμημένου φίλου Του. Τις διαβεβαιώνει: «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 11, στίχ. 26). Στη συνέχεια ζητάει από τους ανθρώπους να κάνουν αυτό που μπορούν: να μετακινήσουν τον ογκώδη λίθο που σφράγιζε τον τάφο. Και ο Ίδιος κάνει εκείνο που δεν μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι: προσκαλεί τον Λάζαρο από τον τάφο, ήδη τεσσάρων ημερών νεκρό, και τον επιστρέφει στην ζωή: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ιω. 11, 42).
Δύο Έξοδοι, δύο κλήσεις:
Μία κλήση του Χριστού, από τον τάφο προς τη Ζωή, και μία κλήση της Ιστορίας, από τη σκλαβιά προς την Ελευθερία. Και οι δύο στέλνουν διαχρονικά μηνύματα σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, μα ιδιαιτέρως επίκαιρα για την εποχή και για την πατρίδα μας. Έχουμε το σθένος να τις ακούσουμε και να τις πραγματοποιήσουμε σήμερα; Μας καλεί και ο Χριστός, μας καλεί και η Ιστορία· μας πιέζει ασφυκτικά η ταφόπλακα της αλλοτρίωσης, μας πολιορκούν και οι ορδές κάποιων άλλων βαρβάρων, και δεν εννοούμε μόνο τους «εξ Ανατολών».
Η πρόσκληση είναι για όλους μας: «Ψυχή μου, δεύρο έξω!». Όπως βροντοφώναξε ο οπλαρχηγός Ραζή-Κότσικας, όταν αποφασιζόταν η Έξοδος και οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί δεν έβλεπαν δρόμο διεξόδου: «Υπάρχει δρόμος! Ο δρόμος του Θεού!».