Παρασκευή 21 Απριλίου 2023

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2023

Οἱ Ἅγιοι Ἰανουάριος, Πρόκλος, Σῶσσος, Φαῦστος, Δησιδέριος, Ἀκούτιος καὶ Εὐτύχιος οἱ Μάρτυρες


Eις τον Iαννουάριον.
Τὸν Ἰανουάριον ἄνδρα γεννάδαν
Ἀπρίλιος μὴν εἶδεν ἐκτετμημένον.

Eις τον Πρόκουλον, Σώσσον και Φαίστον.
Σὺν τῷ Προκούλῳ Σῶσσον, ἀλλὰ καὶ Φαῦστον,
Πρὸ κουλεοῦ κύψαντας ἔκτεινε ξίφος.

Eις τον Δισιδέριον.
Δισιδέριος τὴν δέριν δοὺς τῷ ξίφει,
Τομὴν ὑπέστη, καὶ παρέστη Κυρίῳ.

Eις τον Aκούτιον και Eυτύχιον.
Φωνῆς ἀκουτίσθητι τῆς, Ἀκουτίου,
Λέγοντος· Εὐτύχιε, συντμήθητί μοι,

Ἰανουαρίοιο κάρην τάμον εἰκάδι πρώτῃ.


Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰανουάριος, Ἐπίσκοπος Βενεβέντου, Πρόκουλος ἢ Πρόκλος, Σῶσσος, Φαῦστος, Ἀκουτίων ἢ Ἀκουστίων καὶ Εὐτύχιος, ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.), ὅταν ἡγεμόνας στὴν Καμπανία τῆς Ἰταλίας ἦταν ὁ Τιμόθεος.

Οἱ Ἅγιοι συνελήφθησαν ἐπειδὴ ἦσαν Χριστιανοὶ καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Ἔμειναν ὅμως σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι στὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ἀφοῦ πρῶτα τοὺς ἔριξαν σὲ καμίνι μὲ φωτιά, τοὺς ἀποκεφάλισαν.

Στὸ Συναξάρι τοῦ Ἁγίου Ἰανουαρίου ἀναφέρεται ὅτι μία γυναίκα, ποὺ ὀνομαζόταν Μαξιμίνα καὶ ἦταν χήρα, εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ χάσει τὸ μονάκριβο παιδί της. Κάποια στιγμή, ἐνῷ θρηνοῦσε, συνῆλθε γιὰ λίγο καὶ κοιτάζοντας ψηλά, εἶδε πάνω ἀπὸ τὴν πύλη τοῦ ναοῦ ἕνα ὕφασμα κρεμασμένο, στὸ ὁποῖο ἦταν ζωγραφισμένη ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Ἰανουαρίου. Τότε ἡ γυναίκα ἔφερε στὸ νοῦ της ἐκεῖνο ποὺ κάποτε ἔκανε ὁ προφήτης Ἐλισσαῖος, ὅταν ἀνέστησε τὸν υἱὸ τῆς Σωμανίτιδος. Ἀφοῦ κινήθηκε λοιπὸν ἡ Μαξιμίνα ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ἔκανε καὶ αὐτὴ τὸ ἴδιο.

Σχημάτισε δηλαδὴ κατάλληλα τὸν υἱό της καὶ ἀκολούθως σχημάτισε τὸ ὁμοίωμα τοῦ Ἁγίου Ἰανουαρίου. Στὴ συνέχεια δέ, στὰ μάτια τοῦ παιδιοῦ της προσάρμοσε τὰ μάτια τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ μὲ τὰ αὐτιά, τὸ στόμα καὶ μὲ τὰ ὑπόλοιπα μέλη. Κάνοντας τὸ ἔργο αὐτὸ ἡ γυναίκα προσευχόταν θερμὰ πρὸς τὸν Ἅγιο Ἰανουάριο λέγοντας: «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ, ἐλέησε με καὶ ἀνάστησε τὸν υἱό μου, γιατί εἶναι τὸ μόνο μου παιδί, δὲν ἔχω ἄλλο». Καὶ πραγματικά, ὁ Ἅγιος ἄκουσε τὴν παράκληση τῆς Μαξιμίνας καὶ ἀνέστησε τὸν υἱὸ αὐτῆς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἱεράρχης καὶ σοφὸς θεηγόρος, τύπος ἐγένου πρὸς ἀθλήσεως πόνους, Πάτερ Ἰανουάριε τοῖς περὶ σεαυτόν. Σῶσος γὰρ καὶ Πρόκουλος, Δισιδέριος Φαῦστος, καὶ σὺν Ἀκουτίωνι, ὁ Εὐτύχιος ἅμα, σὺν σοὶ ἀθλοῦσι μάκαρ εὐσεβῶς· μεθ' ὧν δυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ κόσμῳ λάμψαντες ὥσπερ λυχνία, μυστικῶς ἑπτάφωτος, καταφωτίζετε ἡμᾶς, Ἰανουάριε ἔνδοξε, σὺν τοῖς συνάθλοις, μεθ’ ὧν εὐφημοῦμέν σε.

Μεγαλυνάριον.
Ἰανουαρίου τοῦ θαυμαστοῦ, τοὺς λαμπροὺς ἀγῶνας, τὶς οὐ μέλψει τῶν εὐσεβῶν; Δεῦτε οὖν σὺν τούτῳ, καὶ τῶν συναθλησάντων, τὰς θείας ἀριστείας, ἐγκωμιάσωμεν.

Ἡ Ἁγία Ἀλεξάνδρα ἡ βασίλισσα καὶ οἱ θεράποντες αὐτῆς Ἀπολλώ, Ἰσαάκιος καὶ Κοδράτος οἱ Μάρτυρες


Eις την Aλεξάνδραν.
ᾜδει μενούσης πρόξενον λαμπηδόνος,
Τὴν ἐν ζόφῳ κάθειρξιν ἡ Ἀλεξάνδρα.

Eις τον Aπολλώ και Iσαάκιον.
Λιμαγχόνην οἴσαντες Ἀθληταὶ δύο,
Ψυχοκτόνων φεύγουσι δαιμοναγχόνην.

Eις τον Kοδράτον.
Ζωμοὺς χύτρας σῆς, τοὺς ἱδρῶτας Κορδᾶτε,
Ἅλατι τμηθεὶς αἱμάτων παραρτύεις.

Ἡ Ἁγία Ἀλεξάνδρα ἦταν σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ ἦταν τραχὺς στὰ αἰσθήματα καὶ φίλος τῆς βίας καὶ τοῦ αἵματος, διακρινόταν γιὰ τὴν ἤρεμη ψυχική της διάθεση, τὴν εὐσπλαχνία καὶ τὴν φιλάνθρωπη ζωή της. Καὶ ἡ Χάρη τοῦ Κυρίου αὔξανε μέσα της τὸν φωτισμό. Καὶ τὸ θεῖο ἔλεος τὴν καταξίωσε κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου νὰ αἰσθανθεῖ μέσα της τὴν πνοὴ καὶ τὴν ὁρμὴ τῆς πίστεως στὸν Χριστό.

Τότε, ἀφοῦ στράφηκε πρὸς τὸν αὐτοκράτορα, τὸν παρακάλεσε νὰ διατάξει τὴν παύση τῶν μαρτυρικῶν βασανιστηρίων. Ἐκεῖνος ὑπέθεσε ὅτι ἡ αὐτοκράτειρα, ἀσυνήθιστη σὲ τέτοιου εἴδους θεάματα, κατελήφθη ἀπὸ οἶκτο ἀσυνείδητο καὶ ἀπερίσκεπτο. Τῆς εἶπε λοιπὸν νὰ ἀποσυρθεῖ. Ἀλλὰ ἔλαβε μεγαλόφωνη τὴν ἀπάντηση ὅτι μία τέτοιου εἴδους σκηνὴ εἶναι ἀπάνθρωπη καὶ ἀνάξια τοῦ στέμματος.

Καὶ ὅταν ὁ αὐτοκράτορας ἔβρισε τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐκείνη μὲ ἀνδρεία φωνὴ διακήρυξε ὅτι καταγγέλλει ἐνώπιον τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ τοὺς διῶκτες τῶν Χριστιανῶν καὶ ὁμολογεῖ καὶ αὐτὴ τὴν πίστη της στὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Ὁ αὐτοκράτορας θέλησε νὰ ἑρμηνεύσει τὴν δήλωσή της ὡς διανοητικὴ διατάραξη. Ἀλλὰ ἐκείνη διαμαρτυρήθηκε καὶ ἐπανέλαβε τὴν ὁμολογία της. Ὁ Διοκλητιανὸς τότε ἐξεμάνη. Ἐνῷ αὐτὸς ζητοῦσε νὰ ἐξοντώσει τοὺς Χριστιανούς, ἡ κατάκτησή τους εἰσῆλθε καὶ στὰ ἀνάκτορα καὶ ἡ ἴδια ἡ βασίλισσα προέβαλε φανερὰ τὴν ἴδια πίστη καὶ ἦταν συνήγορός τους. Διέταξε λοιπὸν τὴν ἀπαγωγὴ καὶ τὴ φυλάκισή της.

Στὴν φυλακὴ ἡ Ἁγία πέρασε τὴ νύχτα μὲ προσευχὴ γιὰ τὸν ἑαυτό της καὶ παρακαλώντας τὸν Κύριο γιὰ τὴν Ἐκκλησία Του, ἡ ὁποία τόσο σφοδρὰ κλυδωνιζόταν. Γιὰ τὴν ζωή της δὲν ἐνδιαφερόταν καθόλου. Ἐπιθυμοῦσε μάλιστα νὰ ἐλάμβανε μαρτυρικὸ θάνατο, ἀλλὰ ἀναχαιτιζόταν ἀπὸ ἕνα δισταγμό. Γνώριζε ὅτι γιὰ τὸν σύζυγό της δὲν ὑπῆρχε ἔλεος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ποὺ ἦταν δίκαιος κριτής, δὲν ἤθελε ὅμως νὰ ἐπιβαρυνθεῖ ἡ ἐνοχή του γιὰ τὸ ἔγκλημα μὲ τὸν
δικό της φόνο καὶ δεήθηκε πρὸς τὸν Ὕψιστο νὰ παραλάβει τὴν ψυχή της ἀπὸ τὴν φυλακὴ ἐκείνη καὶ νὰ φανεῖ εὐσπλαχνικὸς πρὸς αὐτή, γιὰ τὸ ὅτι ἐπὶ τόσο καιρὸ ἐκείνη παρακολουθοῦσε ἀπαθὴς τοὺς διωγμοὺς τῶν Χριστιανῶν κοντὰ στὸ πλευρὸ τοῦ διώκτη αὐτῶν.

Ἡ δέησή της εἰσακούσθηκε. Δύο ἡμέρες πρὶν τὴν θανάτωση τοῦ Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου, τὸ ἔτος 303 μ.Χ., παρέδιδε τὴν τελευταία της πνοὴ στὴ φυλακή. Τὸ παράδειγμα τῆς βασίλισσας ἀκολούθησαν καὶ οἱ τρεῖς ἀπὸ τοὺς ἀκόλουθούς της, ὁ Ἀπολλώ, ὁ Ἰσαάκιος καὶ ὁ Κοδράτος. Τίμιοι καὶ ἐνάρετοι ὑπηρέτες, ἀφοσιωμένοι ἀπὸ καρδιὰ στὴν αὐτοκράτειρά τους, τῆς ὁποίας γνώριζαν τὴν ἀγαθότητα, σκέφθηκαν ὅτι ἡ ἀπόφασή της καὶ ἡ πίστη της στὸν Χριστὸ ἔπρεπε νὰ τοὺς κάνει νὰ ἐξετάσουν καὶ αὐτοὶ χωρὶς προκατάληψη τὴν πίστη στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ νὰ κανονίσουν ἀναλόγως τὴ διαγωγὴ τους στὸ μέλλον. Πῆγαν λοιπὸν σὲ ἕναν Χριστιανὸ ἱερέα, τὸν ἄκουσαν καὶ ἀποχώρησαν ἀπὸ τὸ σπίτι του ἔνθερμοι πιστοί, φωτισμένοι ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Παρακλήτου, μὲ τὴν ἀπόφαση νὰ ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμα τῆς βασίλισσάς τους. Καὶ κάποια ἡμέρα ὁμολόγησαν καὶ αὐτοὶ τὴν πίστη τους.

Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὴν θανάτωσή τους. Καὶ τὸν μὲν Κοδράτο τὸν ἀποκεφάλισαν, τοὺς δὲ Ἀπολλὼ καὶ Ἰσαάκιο τοὺς ὑπέβαλαν στὸν θάνατο διὰ τῆς πείνας καὶ τῆς δίψας. Τὸ βασανιστήριο αὐτὸ ὑπῆρξε ὀδυνηρότατο. Ἀλλὰ τὸ ἀντιμετώπισαν μὲ ἀνδρεία, παρηγορούμενοι ἀπὸ τὴν ἐλπίδα ὅτι ἐπρόκειτο νὰ συναντηθοῦν στὰ σκηνώματα τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς μακαριότητας μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία βασίλισσα. Ἡ ἐλπίδα τους ἱκανοποιήθηκε. Ἡ Ἐκκλησία τιμώντας τὴν μνήμη τους, τοὺς συνεορτάζει μαζί της τὴν ἴδια ἡμέρα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῷ Χριστῷ προσελθοῦσα Ἀλεξάνδρα πανεύφημε, διὰ τῶν μεγίστων θαυμάτων Γεωργίου τοῦ Μάρτυρος, κατέλιπες τιμὰς βασιλικάς, καὶ ὤφθης τῶν Μαρτύρων κοινωνός· μεθ’ ὧν πρέσβευε ἀπαύστως ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν πίστει ἐκβοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ σὺν Ἁγίοις Ἀθληταῖς, λαμπρῶς σε ἀριθμήσαντι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Μαρτύρων Χριστοῦ, ἐδείχθης ἰσοστάσιος, δεχθεῖσα λαμπρῶς, τὸ φῶς τῆς θείας πίστεως, ὦ Ἀλεξάνδρα πάνσεμνε· διὰ τοῦτο πιστῶς ἐκβοῶμέν σοι· τὸν βασιλέα τῆς δόξης Χριστόν, δυσώπει ὑπὲρ τῶν εὐφημούντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Αἴγλῃ λαμπρυνθεῖσα τῇ θεϊκῇ, σεμνὴ Ἀλεξάνδρα, ὡμολογήσας τὸν Χριστὸν, καὶ αὐτοῦ τῆς δόξης, συμμέτοχος ἐγένου, ὑπὲρ αὐτοῦ θανοῦσα, γνώμης στερρότητι.

Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανὸς Ἐπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Μαξιμιανός, οὐχ ὁ παμφάγος λύκος,
Ἀλλ' ὁ τροφεὺς τέθνηκε τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανὸς ἢ Μάξιμος γεννήθηκε στὴ Ρώμη καὶ ἦταν ἄνδρας πολυμαθὴς καὶ εὐφυής. Ἐκεῖ ἔλαμψε μὲ τὶς πλούσιες ἀρετές του, τὴν αὐστηρότητα τοῦ βίου του καὶ τὸ ἀπαράμιλλο ἦθος του. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Σισινίου (426 – 431 μ.Χ.). Ὃταν ἀργότερα κοιμήθηκε ὁ Σισίνιος, τὸν διαδέχθηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο ὁ αἱρετικὸς Νεστόριος (428 – 431 μ.Χ.), ἐναντίων τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ ὁποίου ἀντέδρασε σθεναρὰ ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός. Μετὰ τὴν καθαίρεση καὶ τὴν ἐξορία τοῦ Νεστορίου στὸ θρόνο ἀνῆλθε, στὶς 25 Ὀκτωβρίου 431 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός, ἔχοντας τὴν θερμὴ ὑποστήριξη τόσο τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ ὅσο καὶ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τῆς Βασιλεύουσας.

Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός, ἀφοῦ ἐργάσθηκε γιὰ τὴν εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀνέπτυξε πλούσιο φιλανθρωπικὸ ἔργο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 434 μ.Χ. Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.

Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ Ὁμολογητής ὁ Σιναΐτης


Ἀναστάσιος ἐν Σινᾷ Μωσῆς νέος,
Καὶ πρὶν τελευτῆς τὸν Θεὸν βλέπειν ἔχει.

Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια. Γρήγορα ὅμως ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ τὰ βιοτικὰ πράγματα καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἀργότερα ἐπισκέφθηκε τὴν Συρία, τὴν Αἴγυπτο καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ προσκυνήσει τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ κατέληξε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στὸ ὄρος Σινᾶ, τῆς ὁποίας διετέλεσε ἡγούμενος. Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε Ὁμολογητής. Ἐτιμᾶτο ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς σύγχρονούς του, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀποκαλοῦσαν καὶ «νέον Μωυσέα». Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας περὶ τῆς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰῶνος μ.Χ.

Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ἦταν ἀπὸ τοὺς πολυγραφότερους συγγραφεῖς τῆς ἐποχῆς του. Τὰ ἔργα του εἶναι τὰ ἀκόλουθα:

α) «Ὁδηγός». Τὸ ἔργο αὐτὸ ἀποτελεῖται ἀπὸ 24 κεφάλαια καὶ ὀνομάσθηκε ἔτσι διότι ἦταν προορισμένο νὰ χρησιμεύσει ὡς ὁδηγὸς πρὸς ὑποστήριξη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ,
β) «Ἐρωτήσεις καὶ ἀποκρίσεις περὶ διαφόρων κεφαλαίων καὶ διαφόρων προσώπων». Στὸ ἔργο αὐτὸ ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος, ἀκολουθώντας τὴ μέθοδο τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τῶν ἐρωτήσεων καὶ τὸν ἀποκρίσεων, ἐπιλύει διάφορα ζητήματα δογματικά, πρακτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά,
γ) «Λόγος περὶ τῆς ἁγίας συνάξεως καὶ περὶ τοῦ μὴ κρίνειν καὶ μνησικακεῖν», ὅπου ἀναφέρεται στὴ Θεία Εὐχαριστεία.,
δ) «Θεωρίαι ἀναγωγικαὶ εἰς τὴν ἑξαήμερον». Τὸ ὅλο ἔργο ἀποτελεῖται συνολικὰ ἀπὸ δώδεκα βιβλία,
ε) «Ἐκ τοῦ κατ’ εἰκόνα». Δύο λόγοι περὶ τῆς κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου,
στ) «Χρήσεις ἄχρηστοι μιαρῶν δυσσεβῶν Ἀρειανῶν ἀθετοῦσαι τὴν ὁμοούσιον θεότητα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ κτίσμα τὸν Κτίστην τῶν ἁπάντων λέγουσα». Τὸ βιβλίο αὐτὸ περιέχει ἀποσπάσματα ἀπὸ συλλογὴ χωρίων Πατέρων ἐναντίων τῶν αἱρετικῶν. Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ προαναφερθέντα ἔργα ἔχουν γραφεῖ καὶ ἄλλα ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἀναστάσιο.

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ἔζησε τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ασκήτεψε στὴ μονὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Στρομύν, κοντὰ στὴ Μόσχα. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ ἔτος 1392.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Μάρτυρας ὁ Φιλόσοφος

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος τῆς Κάμα, ὁ ἐπονομαζόμενος Φιλόσοφος, μαρτύρησε τὸ ἔτος 1323 ἀπὸ τοὺς Μογγόλους.



Σύναξη της Παναγίας της νήσου Τελένδου

Ο Ναός της Παναγίας στην Τέλενδο χτίστηκε και ιστορήθηκε από δωρεές ναυτικών στις αρχές του 19ου μ.Χ. αιώνα.

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Παλαιοκαστρίτισσας στὴν Κέρκυρα


Τὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Παλαιοκαστρίτισσας πῆρε τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ποὺ εἶχε βρεθεῖ στὸν ἀπέναντι λόφο ποὺ λεγόταν Παλαιὸ Κάστρο. Τὸ Μοναστήρι σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση καὶ τὶς λίγες γραπτὲς μαρτυρίες πρέπει νὰ κτίστηκε τὸ 1228 μ.Χ. Πανηγυρίζει τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου, τῆς Ζωοδοόχου Πηγῆς καὶ ἀνήκει στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Κερκύρας.

Σύναξη της Παναγιάς της Αργοκοιλιώτισσας στην Νάξο




Με το όνομα Παναγία Αργοκοιλιώτισσα φέρεται ιερό εικόνισμα που ανευρέθηκε στην ορεινή Νάξο, στη θέση Αργοκοίλι, εξ ου και το προσωνύμιο, καθώς και το Μοναστήρι που έχει ανεγερθεί στο σημείο εύρεσης, το οποίο και καταλαμβάνει έκταση περίπου 25 στρεμμάτων.

Το 1835 μ.Χ. κατόπιν «καθ΄ ύπνου υπόδειξης», κατοίκου του χωριού Κόρωνος Νάξου και μετά από επανάληψη δεύτερης έρευνας επίσης ομοίας υπόδειξης στη θέση Αργοκοίλι βρέθηκαν τελικά δύο παλαιές βυζαντινές εικόνες της Παναγίας εκ των οποίων η μία παρουσίαζε την Παναγία επί της Ζωοδόχου Πηγής. Οι δύο αυτές εικόνες μεταφέρθηκαν αρχικά στο χωριό Κόρωνος και από εκεί στη Μητρόπολη Παροναξίας.

Τον επόμενο χρόνο, και ανήμερα της εύρεσης, εμφανίσθηκε αγίασμα σε επιφάνειο φρεάτιο μπροστά σε αντικρινό βράχο, από το σημείο εκείνο της εύρεσης. Σκάβοντας στη συνέχεια στο σημείο αυτό αποκαλύφθηκε είσοδος μικρού σπηλαίου εντός του οποίου μέσα από μια μικρή κρύπτη, αριστερά, υπήρχαν λαξευμένες βαθμίδες σχεδόν σε κάθετη διάταξη που οδηγούν στην από οροφής έξοδο. Ολόκληρο αυτό το σπήλαιο αποδίδεται σήμερα ως βυζαντινό παρατηρητήριο φυλάκιο παρά τη βάση του οποίου είχαν αποκρύψει τις εικόνες πιθανώς στη περίοδο της εικονομαχίας. Το σημείο αυτό του βράχου του αγιάσματος είναι ορατό από τη θάλασσα όχι όμως από την ακτή. Βρίσκεται δε σε απόλυτη ευθυγράμμιση με δύο κατ΄ έναντι κορυφές λόφων με κατεύθυνση Ανατολή - Δύση.

Σε σύντομο σχετικά διάστημα στο σημείο εύρεσης αναγέρθηκε στην αρχή μικρή εκκλησία σε ρυθμό βασιλικής, που με το πέρασμα του χρόνου επεκτάθηκε σε μήκος. Περι το 1985 μ.Χ. αναγέρθηκε ο μικρός ναός του αγιάσματος ακριβώς παρά το αρχικό επιφάνειο φρεάτιο το οποίο και περιλήφθηκε στο αριστερό σημείο του εικονοστασίου του ναϊδρίου, ενώ όλη η αριστερή πλευρά είναι η είσοδος του αποκαλυφθέντος σπηλαίου - παρατηρητηρίου. Η άνοδος από τη κρύπτη στην έξοδο της οροφής γίνεται από κάθετες σχεδόν λαξευμένες βαθμίδες φρεατίου που επιτρέπουν λόγω στενότητας μόνο την κατ΄ άτομο διέλευση και με δυνατότητα στήριξης μόνο από τα τοιχώματα του φρεατίου. Παρά ταύτα δεν έχει συμβεί κανένα ατύχημα.

Επίσης στον ίδιο χώρο ολοκληρώθηκε η ανέγερση νέου μεγαλοπρεπή ναού, ανατολικότερα του αρχικού που σε διαστάσεις κρίνεται ο μεγαλύτερος των Κυκλάδων. Πέριξ αυτού προγραμματίζεται η ανέγερση περιμετρικών κελιών φιλοξενίας πιστών καθώς και αίθουσες πολιτιστικών εκδηλώσεων μεταξύ των οποίων και μεγάλο αμφιθέατρο.

Σύναξη της Παναγιάς της Καλόπετρας στην Ρόδο



Σε μια πανέμορφη τοποθεσία στα Ν.Α. του χωριού (Θεολόγου Ρόδου) Θολού στην περιοχή Καλαμώνα και στα όρια της Ψίνθου βρίσκεται το Μοναστήρι της Παναγιάς Καλόπετρας.

Μπορεί κανείς να φθάσει από τη Ψίνθο μα και από το δρόμο μέσω Πεταλουδών περνώντας τα Μαλά και αντικρίζοντας δεξιά το Καστρί.

Η Εκκλησία είναι σ’ ένα μικρό πλάτωμα του βουνού «Λευκόποδα» ή «Λευτόπαγος» χτισμένη από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρο Υψηλάντη (1782 μ.Χ.). Στο χάρτη το βουνό γράφεται και Λευκόπεδα , από το χρώμα του χώματος.

Το Μοναστήρι υπήρχε στα 1489 μ.Χ., γιατί αν δεν προϋπήρχε της κατακτήσεως της Ρόδου το 1522 μ.Χ., οι Τούρκοι δεν θα επέτρεπαν επισκευή ή ανέγερσή του, σύμφωνα με την πολιτική που ακολουθούσαν κατά των χριστιανών. Η δημοσίευση των αρχείων των Ιπποτών επιφύλαξε εκπλήξεις, αλλά είναι αδύνατη η αρχαιολογική ανίχνευση του κτίσματος.

Η πρώιμη αναφορά της Καλόπετρας στα 1314 μ.Χ., μας αναγκάζει να τη συσχετίσουμε μ’ άλλα αξιόλογα μοναστήρια που ανήκουν στην ίδια εποχή, όπως ο Ταξιάρχης στο Καμμυρί, ο Αρταμίτης, το Θάρρι, το Σκιάδι, ο Αγ. Φιλήμονας Αρνίθας, το Φουντουκλί και το Φιλέρημο. Καταδεικνύεται ότι όλα μαζί αποτελούσαν κομβικά σημεία ενός εσωτερικού δικτύου του νησιού που ένωνε σπουδαία χωριά και ήλεγχε στρατιωτικές διαβάσεις. Αποτελούσαν τόπο ξεκούρασης των διερχομένων, άρα συνέλεγαν σημαντικές πληροφορίες υψίστης σημασίας.

Επιπλέον, εμπόδιζαν σε περίοδο επιχειρήσεων τους επιτιθέμενους ή απέκρυπταν στρατιωτικές δυνάμεις σε μυστική αποστολή. Μετέδιδαν, ως φρυκτωρίες, μηνύματα με φωτιά που έφθαναν εγκαίρως στην πόλη της Ρόδου. Ταυτόχρονα αποτελούσαν σημαντικές οικονομικές μονάδες για τον τόπο και θεραπευτήρια ψυχής.

Γραπτές ιστορικές πηγές αποδεικνύουν τη σχέση της Μονής με την οικογένεια του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας. Είναι δύο μαρμάρινες επιγραφές που σήμερα βρίσκονται εντοιχισμένες πάνω από την είσοδο του ναού. Μια μικρή που φέρει τη χρονολογία 1784 μ.Χ. και τα αρχικά ΑΛ ΞΑ ΥΨ ΒΒ ΜΛ ΔΒ (Αλέξανδρος Υψηλάντης, Βοεβόδας Μολδοβλαχίας). Μια άλλη μεγαλύτερη κτητορική επιγραφή, σε διαστάσεις 43x46 εκ. και πάχους 0,7 εκ. από την επιγραφή πληροφορούμεθα ότι ο ναός είναι αφιέρωμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη και ανοικοδομήθηκε στα 1782 - 1784 μ.Χ. έπειτα από τάξιμο που έκανε ο ηγεμόνας στην Παναγία. Προήγηθηκε το 1779 μ.Χ. σεισμός. Την πληροφορία για το σεισμό του Σεπτεμβρίου 1779 μ.Χ. την βρήκαν γραμμένη επάνω στο μηναίο του Σεπτεμβρίου. «Γεννάται τώρα το ερώτημα πως και διατί ο Υψηλάντης κατέφυγεν εις Ρόδον και έκτισεν την μονήν της Καλόπετρας.

Η παράδοση αναφέρει δύο εκδοχές:

«Ενώ η κόρη του Υψηλάντου υπό βαρείας ασθενείας κατατρυχομένη ήτο ετοιμοθάνατη, η δε επιστήμη είχε παραιτηθή πάσης βοηθείας, ο Υψηλάντης καθήμενος πλησίον της κλίνης της πασχούσης θυγατρός του, εκοιμήθη και βλέπει όνειρον ότι γυνή τις δίδει φάρμακον τι προς την θυγατέρα του, ήτις γίνεται εντελώς καλά. Έντρομος αφυπνίζεται ούτος και βλέπει την θυγατέρα του να χαίρει άκρας υγείας. Έκτοτε εβασάνιζε τον Υψηλάντη η ιδέα ποία ήτο η γυνή εκείνη. Μίαν νύκτα βλέπει καθ’ ύπνους την αυτήν γυναίκα, η οποία του είπεν ότι ήτο η Καλόπετρα. Αμέσως ο Υψηλάντης με πλοία σπεύδει εις αναζήτησιν αυτής και μετά πολλάς ημέρας φέρεται εις την παραλίαν του χωρίου Θολού, όπου έμαθεν εις ποίον μέρος ευρίσκεται η Καλόπετρα, εις ην και προσέφερε τας ευχαριστίας του».

Η δεύτερη εκδοχή έχει ως εξής:

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ηγεμόνας της Βλαχίας, μαζί με τους δύο γυιους του για πολλούς λόγους θεωρήθηκαν ένοχοι ανταρσίας ενάντια στην Υψηλή Πύλη και εστάλησαν εξόριστοι στη Ρόδο, που ήταν νησί εξορίας μαζί με την Κύπρο. Ήταν Σεπτέμβριος του 1782 μ.Χ. και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τα δυο παιδιά του περιέπλεαν τη Ρόδο όταν άρχισε τρομερή καταιγίδα και το πλοίο κινδύνευε. Έκαναν τάμα, να κτίσουν μοναστήρι στην Παναγιά, αν σωθούν από την τρομερή τρικυμία, όπως και τελικά έγινε. Ένα δυνατό φως χύθηκε μέσα στο σκοτάδι, το οποίο έφτανε πάνω από ένα βουνό της περιοχής του Θολού. Όταν έφθασε εκεί από όπου έβγαινε το φως, βρήκε την εικόνα της Παναγιάς, στην οποία απέδωσε από θαύμα τη σωτηρία του και ανοικοδόμησε το Ναό. Επίσης, η αβλαβής προσάραξη του Υψηλάντη στη τοποθεσία «Πιλαβάκια» της παραλίας Θολού, απέναντι ακριβώς από την Καλόπετρα σε σημείο που δεν υπήρχε λιμάνι, θα μπορούσε να θεωρηθεί κι άλλο θαύμα προς την οικογένεια Υψηλάντη.

Όσο αφορά την εικόνα της Θεοτόκου, ο Χάρης Κουτελάκης μας κάνει λεπτομερέστατη περιγραφή της εικόνας, που απεικονίζει μια φουρτουνιασμένη θάλασσα, με μισοβυθισμένα καμιά εικοσαριά ιστιοφόρα. Ένα πλοίο φαίνεται μόνο να έχει διασωθεί και η σωτηρία του οφείλεται σε θαύμα της Παναγίας, που εικονίζεται στην πάνω αριστερή γωνία να ξεπροβάλλει μέσα από τον σκοτεινό ουρανό, κρατώντας στο δεξί της χέρι το βρέφος – Χριστό. Στο κάτω μέρος της εικόνας, μέσα σ’ ένα «άσπρο κυματοειδές πλαίσιο», βρίσκεται γραμμένη η λατινική επιγραφή «VOTUM FECIT ET GRATIAM ACCEPIT» δηλαδή «Ευχήν έκαμα και χάριν έλαβα». Με βάση αυτή την επιγραφή έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Άλλοι πιστεύουν ότι η εικόνα αφιερώθηκε από τον Υψηλάντη ως ευχαριστία, άλλοι ότι τη βρήκε εκεί και ανοικοδόμησε το ναό και άλλοι ότι είναι τάξιμο Ροδίου ναυτικού που σώθηκε.

Το Μοναστήρι ήταν Κοινοβιακή Μονή και βρισκόταν σε μεγάλη ακμή ως τις αρχές του 20ου μ.Χ. αιώνα. Διατηρούσε κελιά που χρησίμευαν για κοιτώνες των μοναχών, σαν αποθήκες και σαν αναγνωστήρια. Η προσφορά της Μονής ήταν μεγάλη στην Παιδεία. Κάθε χρόνο έδινε το ποσό των 450 γροσίων για να συντηρήσει την κεντρική σχολή.

Οι Ηγούμενοι που πέρασαν από την Καλόπετρα ήταν ο Φιλόθεος, ο Βενιαμίν, ο Σαμουήλ, ο Παρθένιος και ο τελευταίος Διονύσιος Παπαδάτος. Αυτός ήταν και δάσκαλος για τα παιδιά του Θολού. Στις 1 Οκτωβρίου 1908 μ.Χ. έχουμε ένα έγγραφο – επιστολή του Διονύσιου Παπαδάτου που απευθύνεται στα «φιλόμουσα και πατριωτικά αισθήματα των ομογενών ημών και ζητεί οικονομικήν ενίσχυση η οποία διατίθεται υπέρ της σπουδαζούσης νεότητος και ουχί προς άνετον βίον και ευμάρειαν των καλογήρων…».

Το Μοναστήρι, εκτός από τα κτήματα ως οικονομική μονάδα, εκμεταλλευόταν το δέντρο Ζυά που αφθονούσε, όχι μόνο για το φαρμακευτικό του έλαιο, αλλά γιατί όταν ξεραθεί, χρησιμοποιείται ως λιβάνι. Ταυτόχρονα, ο νερόμυλος στην κοιλάδα πελεκάνου εξασφάλιζε το απαιτούμενο ετήσιο εισόδημα αλεύρων, ενώ η μελισσοκομία και η σηροτροφία φαίνεται να ήταν ανεπτύγμενες. Αναφέρεται ότι χρησιμοποιώντας το φαρμακευτικό έλαιο και καταφεύγοντας στην Παναγιά, εθεραπεύοντο όσοι έπασχαν από βασκανία και εγκεφαλικές νόσους.

Σήμερα στη Μονή σώζονται μερικά εκκλησιαστικά βιβλία τυπωμένα στη Βενετία το 1754 μ.Χ., ένα Ιερό Ευαγγέλιο τυπωμένο στα 1745 μ.χ., ένας μπακιρένιος δίσκος με παραστάσεις του Αδάμ και της Εύας και ένα ασημένιο Δισκοπότηρο με χρονολογία του 1873 μ.Χ. Επίσης, δύο μπρούτζινοι δίσκοι του 14ου μ.Χ. αιώνα με γοτθικές επιγραφές στο χείλος, ίσως του εργαστηρίου της Νυρεμβέργης.

Η Παναγιά Καλόπετρα γιορτάζει εκτός από τις 15 Αυγούστου και την Παρασκευή της Διακαινησίμου.

Σύναξη της Παναγίας της Φιλερήμου στην Ρόδο


Τῆς Φιλερήμου ἡ Εἰκὼν πελαγίζει,
Τοῖς προσιοῦσιν ἰαμάτων τὰ ῥεῖθρα.
Εἰκάδι τετάρτῃ Κούρην Φιλέρημον ὕδωρ.

Η σεβάσμια Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της «Φιλερήμου» ή «των Χαρίτων» είναι έργο του 10ου αιώνα μ.Χ. Κατά την παράδοση έφθασε στη Ρόδο από τα Ιεροσόλυμα και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Μονής του λόφου Φιλερήμου, την ακρόπολη της αρχαίας πόλεως Ιαλυσού, από τον οποίο πήρε και την προσωνυμία. Κατά τη γνώμη μερικών ερευνητών την Εικόνα έφεραν στην Ρόδο οι Ιωαννίτες Ιππότες. Πιθανότερο είναι να υπήρχε πριν την άφιξη των Ιπποτών γιατί διαφορετικά δεν δικαιολογείται η τιμή που απολάμβανε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, από το Ορθόδοξο πλήρωμα της νήσου ήδη από τα πρώτα χρόνια της Ιπποτοκρατίας.

Η Εικόνα παρέμεινε στη Ρόδο μέχρι το 1523 μ.Χ., έτος καταλήψεως της Ρόδου από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή, όταν φεύγοντας οι Ιππότες προς την Δύση, μεταξύ των πολλών άλλων κειμηλίων, την πήραν μαζί τους. Αρχικά μεταφέρθηκε στην Ιταλία (1523 - 1527 μ.Χ.), κατόπιν στη Γαλλία (1527 - 1530 μ.Χ.) και ύστερα στη Μάλτα (1530 - 1798 μ.Χ.). Όταν ο Μέγας Ναπολέων κατέλαβε τη Μάλτα η Εικόνα φυγαδεύτηκε και μέσω της Τεργέστης έφθασε στη Ρωσία, όπου ο τσάρος Παύλος ο Α’ την υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές και διέταξε να την καλύψουν με χρυσή επένδυση και να την κοσμήσουν με πολύτιμους λίθους.

Κατά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 μ.Χ., για να μην καταστραφεί η Εικόνα από τους άθεους, μεταφέρθηκε από τη Μόσχα στην Αγία Πετρούπολη και κατόπιν μέσω Εσθονίας έφθασε στην Κοπεγχάγη (1919 μ.Χ.) και παραδόθηκε, ως αυτοκρατορικός θησαυρός, στη μητέρα της τσαρίνας Μαρία Φιοντόροβνα, η οποία το 1928 μ.Χ. την παρέδωσε για να μεταφερθεί στο Βελιγράδι ή κατ’ άλλους στη Μονή Παντελεήμονος του Αγίου Όρους. Η Εικόνα, με ενδιάμεσο σταθμό τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του Βερολίνου, έφθασε στο Βελιγράδι και παραδόθηκε στην βασιλική οικογένεια των Καρατζώρτζεβιτς. 

Στον Ναό των ανακτόρων του Βελιγραδίου παρέμεινε μέχρι την 6η Απριλίου 1941 μ.Χ., όταν, λόγω των βομβαρδισμών του Βελιγραδίου από τα Γερμανικά στρατεύματα, μεταφέρθηκε για ασφάλεια στην Μονή του Οστρόγου, απ’ όπου την πήρε η Κυβέρνηση του Μαυροβουνίου και την τοποθέτησε στο Εθνικό Θησαυροφυλάκιο (1952 μ.Χ.). Το 1978 μ.Χ. παραδόθηκε στο Εθνικό Μουσείο του Μαυροβουνίου, όπου και βρίσκεται, εντός ειδικά διαμορφωθέντος παρεκκλησίου.

Αντίγραφο της Εικόνας, το οποίο φιλοτεχνήθηκε από τον Μοναχό Λάζαρο, ύστερα από αίτημα του Μητροπολίτη Ρόδου Κυρίλλου, μεταφέρθηκε στη Ρόδο από τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Φιλερήμου την 24 Σεπτεμβρίου του έτους 2008 μ.Χ.

Σήμερα ο ναός της Ιεράς Μονής Φιλερήμου λειτουργεί κάθε Κυριακή και εορτάζει της Ζωοδόχου Πηγής.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
῾Ως ἀπόρθητον τεῖχος, καὶ ἀκρόπολιν ἄσειστον, Ῥόδος ἡ περίφημος νῆσος, τὸν Ναόν σου ἐκτήσατο, ἐν ᾧ ὥσπερ ἐν θρόνῳ ὑψηλῷ, ἐνίδρυται ἡ θεία σου Εἰκών, ἀναβλύζουσα τῆς χάριτος μυστικῶς, τὰ ῥεῖθρα τοῖς ἐκβοῶσι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις σου, δόξα Μῆτερ Φιλέρημε τῇ σῇ, πλουσίᾳ χρηστότητι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ὡς θησαυρὸν τιμαλφῆ, τοῦ πλούτου Φιλέρημε, τῆς μητρικῆς σου στοργῆς, τιμῶμεν οἱ δοῦλοί σου· βρύεις γὰρ ἀενάως, ἐξ αὐτῆς πᾶσι χάριν, τοῖς προσιοῦσι πόθῳ, καὶ πιστῶς ἐκβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τῆς Φιλερήμου τῷ Ναῷ ἐν πίστει δράμωμεν, καὶ τὴν Εἰκόνα εὐλαβῶς αὐτῆς τιμήσωμεν εὐφραινόμενοι τῷ πνεύματι ἑορτίως· ὡς πηγὴ γὰρ ζωηφόρος βρύει πάντοτε, οἰκτιρμῶν τῆς Θεομήτορος τὰ νάματα, τοῖς κραυγάζουσι· Χαῖρε Ῥόδου τὸ καύχημα.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτηρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν
Εἰκόνι τῇ σεπτῇ, τῆς Ἁγνῆς Φιλερήμου, προσπέσωμεν πιστοί, ἐν θερμῇ κατανύξει, καρδίας ὑποκλίνοντες, καὶ τοῦ σώματος γόνατα, καὶ βοήσωμεν· Θεοχαρίτωτε Κόρη, σκέπε πάντοτε, ἐκ πειρασμῶν πολυτρόπων, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν
Τὸ ἀντίτυπον τῆς σῆς, θείας Εἰκόνος Ἀγαθή, τῶν Ῥοδίων ὁ λαός, ὥσπερ ταμεῖον ἀληθῶς, τῶν δωρεῶν κεκτημένος τῆς χάριτός σου, ᾄδει σοι ᾠδήν, χαριστήριον, καὶ τὸν ἀσπασμόν, ἀναφέρει σοι, τοῦ Γαβριὴλ Φιλέρημε Παρθένε, μετ᾿ εὐφροσύνης κραυγάζων σοι· Χαῖρε Μαρία, Εὐλογημένη, σωτηρία τοῦ κόσμου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Η῾ Ῥόδος ἀγάλλεται, Μῆτερ Ἁγνὴ πανδημεί, τιμῶσα τὸ τύπωμα, τῆς θεαυγοῦς σου Μορφῆς, Φιλέρημε σήμερον. Ὅθεν αὐτὴν ὡς πλοῦτον, οἰκτιρμῶν κεκτημένη, ῥύου ταῖς μητρικαῖς σου, πρὸς Χριστὸν ἱκεσίαις, κινδύνων πολυτρόπων ἀεί, καὶ πάσης κακώσεως.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Η῾ Ῥοδόνησος ἀεί, χαίρει Παρθένε ἐπὶ σοί, ὥσπερ θεῖον θησαυρόν, τῶν μητρικῶν σου οἰκτιρμῶν, τῆς σῆς Εἰκόνος τὸ Ἔκτυπον κεκτημένη, καὶ ἐν τῷ Ναῷ, τῷ ἁγίῳ σου, σπεύδουσα πιστῶς, μακαρίζει σε, χαῖρε βοῶσα Ἄχραντε Μαρία, Εὐλογημένη Φιλέρημε· μὴ οὖν ἀπώσῃ, τῶν οἰκετῶν σου, τὰς ἐκ πόθου δεήσεις.

Ὁ Οἶκος
Τάγματα τῶν Ἀγγέλων, ἐν ὑψίστοις ὑμνοῦσι, τὴν δόξαν σου Φιλέρημε Μῆτερ· ἡμεῖς δὲ οἱ ἐν Ῥόδῳ πιστοί, τῇ εὐαγεῖ σου Εἰκόνι προστρέχοντες, εὐνοίας σου λαμβάνομεν, τὰς δωρεὰς ἀναβοῶντες·

Χαῖρε, τοῦ κόσμου ἡ σωτηρία·
χαῖρε, ἀνθρώπων ἡ προστασία.

Χαῖρε, παρθενίας εὐῶδες κειμήλιον·
χαῖρε, σωφροσύνης ὡραῖον παλάτιον.

Χαῖρε, ὅτι ἐσωμάτωσας τὸν φιλάνθρωπον Θεόν·
χαῖρε, ὅτι ἐθανάτωσας τὸν ἀρχέκακον ἐχθρόν.

Χαῖρε, τοῦ Φιλερήμου ἄνασσα πανολβία·
χαῖρε, Δωδεκανήσου θαυμαστὴ θυμηδία.

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἰάσεις λαμβάνομεν·
χαῖρε, δι᾿ ἧς κινδύνων σῳζόμεθα.

Χαῖρε, πηγὴ ζωηφόρος θαυμάτων·
χαῖρε, ἀκτὶς φωτοφόρος χαρίτων.

Χαῖρε, Ρόδου τὸ καύχημα.

Μεγαλυνάριον
Βρύει τῶν θαυμάτων τοὺς ποταμούς, Φιλέρημε Κόρη, ἡ Εἰκών σου ἡ εὐαγής, πληροῦσα ἀῤῥήτου, χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, τοὺς κατασπαζομένους, αὐτὴν ἐκ πίστεως.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίρει ἡ Ῥοδόνησος ἐπὶ σοί, Φιλέρημε Μῆτερ, ὥσπερ χάριτος θησαυρόν, πλουτοῦσα ἐν κόλποις, τὴν θείαν σου Εἰκόνα, ἣν σκέπε ἐκ παντοίων, δεινῶν καὶ θλίψεων.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Εὐφραίνου καὶ ἀγάλλου, ἡ περίφημος Ῥόδος, καὶ τὰς πέριξ νήσους συγκάλεσον, πρὸς ἑόρτιον πανήγυριν, τῆς Κεχαριτωμένης Φιλερήμου· ἰδοὺ γὰρ σήμερον ἡ Θεόνυμφος, τὴν τιμιωτάτην Εἰκόνα αὐτῆς, ὡς σκεῦος μυστικοῦ ἁγιασμοῦ, διὰ πολλὴν εὐσπλαγχνίαν προβάλλεται, καὶ παρέχει δαψιλῶς, τῆς εὐλογίας πᾶσι τὰ δωρήματα. Δεῦτε οὖν πνευματικῶς, αὐτὴν ἀσπασώμεθα, ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος βοῶντες· Θεοτόκε Πανύμνητε, τῆς βοηθείας σου δίδου τὴν ἰσχύν, τῷ λαῷ σου ὡς φιλάγαθος.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Πνευματικὴ πανήγυρις σήμερον, εὐφροσύνης πρόξενος ἡμῖν, ὦ ἀδελφοὶ ἐπεδήμησε. Δεῦτε οὖν δαυϊτικῶς, εἰς οἶκον Κυρίου πορευσώμεθα, καὶ τῇ Εἰκόνι τῆς Ἁγνῆς Θεοτόκου, ἐν κατανύξει προσπέσωμεν· ὡς χρυσέα γὰρ μανναδόχος στάμνος, τὸ μάννα τῆς χάριτος παρέχει ἀεί, τοῖς εὐσεβῶς ἀναβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Φιλέρημε Κυρία Θεονύμφευτε, τῆς Ῥόδου τὸ καύχημα, καὶ Ὀρθοδόξων τὸ κραταίωμα· μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ διὰ σοῦ δωρούμενος ἡμῖν, τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Δεῦτε σήμερον οἱ πιστοί, τῆς Φιλερήμου τὴν ἑόρτιον Σύναξιν, ἐν κατανύξει ἑορτάσωμεν, καὶ τὴν ὑπέρτιμον Εἰκόνα αὐτῆς, ἐν εὐλαβείᾳ τιμήσωμεν· τῶν ἰαμάτων γὰρ ἡμῖν, πηγὴ ἀστείρευτος δείκνυται, νόσους θεραπεύουσα, θλίψεις διασκεδάζουσα, δαίμονας ἀποδιώκουσα, καὶ τὰς δεήσεις πάντων ἐκπληροῦσα, τῶν ἐπ᾿ αὐτῇ πεποιθότων, καὶ ἐκ καρδίας βοώντων·

Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ἡ τῆς Ῥόδου ἀπόρθητος ἀκρόπολις, προστασία καὶ σκέπη, καὶ θεῖον καταφύγιον.

Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος πλ. δ΄.
᾿Εν εὐσήμῳ ἡμέρᾳ ἑορτῆς ἡμῶν σαλπίσωμεν, πνευματικῇ κιθάρᾳ, τῶν Ῥοδίων τὸ θεόλεκτον ποίμνιον· ἡ γὰρ Πανάχραντος Θεοτόκος, ηὐδόκησε τὴν νῆσον ἡμῶν, ὡς πολυτίμητον δῶρον, τὸ ἀντίτυπον τῆς Εἰκόνος αὐτῆς, ὡς εὔσπλαγχνος ἡμῖν δωρησάμενη. Ὅθεν βοήσωμεν αὐτῇ, σὺν τῷ Ἀρχαγγέλῳ Γαβριήλ, ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Κυρία Φιλέρημε Θεόνυμφε, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Σύναξη της Παναγίας της Κεφαλαριώτισσας στην Αργολίδα


Ο Ιερός Ναός της Παναγίας της Κεφαλαριώτισσας (Ζωοδόχου Πηγής) βρίσκεται στο χωριό Κεφαλάρι της Αργολίδας. Χτίστηκε κατά την παράδοση μετά το 1634 μ.Χ., όπου πιθανολογείται και η εύρεση της εικόνας της Παναγίας. Βρίσκεται ακριβώς πάνω από τις πηγές του Ερασίνου ποταμού, ο οποίος πηγάζει από τα έγκατα του όρους Χάον και στου οποίου στην κρημνώδη πλαγιά είναι κτισμένη η εκκλησία, ενώ δίπλα στην είσοδο της βρίσκονται δύο στόμια μιας μεγάλης σπηλιάς.

Δυστυχώς, ο αρχαιότατος και ιστορικός αυτός ναός κατεστράφη στις 18 Μαΐου 1918 μ.Χ. από μια τρομακτική έκρηξη πυρομαχικών που φυλάσσονταν σε στρατιωτικές αποθήκες οι οποίες βρίσκονταν κοντά στο Ναό. Από την τρομερή αυτή έκρηξη ο ναός έγινε σωρός καπνιζόντων ερειπίων και μόνο η Αγία Τράπεζα και η Χάρις Της έμειναν όρθιες. Ο σημερινός ναός ξανακτίσθηκε και εγκαινιάσθηκε το 1928 μ.Χ. στη θέση του κατεστραμμένου ναού από τους Αργείους και ιδιαίτερα με δαπάνες του Παναργειακού Συλλόγου «Ο Δαναός» που βρίσκεται στην Ατλάντα της Αμερικής.

Ἀπολυτίκιον
Ύδωρ το ζωήρρητον της πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν, το νέκταρ το θείον, την ξένην αμβροσίαν, το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.

Σύναξη της Παναγίας της Τρυπητής στο Αίγιο




Aπό τα ωραιότερα και πρωτότυπα θρησκευτικά μνημεία της Ελλάδος είναι το Ιστορικό Προσκύνημα «Ζωοδόχος Πηγή» γνωστό σαν «Παναγία η Τρυπητή» του Αιγίου. Ευρίσκεται στην παραλία Αιγίου, κτισμένο σε απόκρυμνο βράχο ύψους 30μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, μέσα σε Σπήλαιο (τρύπα).

Όποιος επισκέπτεται για πρώτη φορά το προσκύνημα εντυπωσιάζεται από την ομορφιά του τοπίου: υψίκορμα κυπαρίσσια και σκιερά πεύκα δίνουν μία ξεχωριστή και υποβλητική μεγαλοπρέπεια. Μία κλίμακα με 150 σκαλοπάτια ενώνει το Ιερό Προσκύνημα με το δημόσιο δρόμο. Υπάρχει όμως και μία δεύτερη οδός από τον Κυπαρισσώνα. Μόλις ο επισκέπτης, πλησιάσει τα κράσπεδα του Ναού, παρατηρεί εντός του βράχου ένα μικρό σπήλαιο μήκους 3 μέτρων, πλάτους 2 μέτρων και ύψους πάλι 2 μέτρων. 

Το άνοιγμα είναι κτισμένο με πέτρες και έχει μία μικρή πόρτα και παράθυρο. Κατά την παράδοση εκεί ήταν το ασκητήριο του Καπετάνιου - Ναυαγού που βρήκε την εικόνα. Αν όμως ο θαυμασμός του προσκυνητή είναι μεγάλος από την ομορφιά του περιβάλλοντος χώρου, πολύ περισσότερο εντυπωσιάζεται και μένει έκθαμβος, όταν εισέρχεται στον Ιερό Ναό. Στη μαρμαρένια μετώπη του Ναού είναι χαραγμένο το παράγγελμα : «ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣΕΛΘΕΤΕ», για να υπενθυμίζει στους προσκυνητάς την ιερότητα του χώρου και την υποχρέωση τους να πλησιάζουν την θαυματουργό εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη στις καρδιές τους.

Στον πρόναο υπάρχει το Αγίασμα. Καλλιτεχνική μαρμάρινη κρήνη με σταυροειδές σχήμα. Από το στόμα τριών λαξευμένων Αγγέλων τρέχει συνέχεια το αγίασμα που χύνεται σε μαρμάρινη λεκάνη. Στην Κρήνη είναι χαραγμένη η γνωστή καρκινική επιγραφή (διαβάζεται και αντίστροφα) «ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΝΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑ ΝΟΨΙΝ» δηλαδή καθάρισε πρώτα τα ανομήματά σου ειλικρινά με μετάνοια, και όχι την όψη σου επιφανειακά. Στην συνέχεια ο προσκυνητής ανερχεται στον κυρίως Ναόν - η ψυχή κατανύγεται από το υποβλητικό σύνολο του διακόσμου. Δεξιά στο σπήλαιο υπάρχει η εικόνα της Παναγίας με το γλυκύ πρόσωπο και τους δύο ζωηρούς και γεμάτους συμπάθεια οφθαλμούς, που σαγηνεύουν τον προσκυνητή, με το αριστερό της χέρι κρατεί το παιδίον Ιησού, το οποίο με το δεξί ευλογεί και εις το αριστερό κρατεί ειλιτάριο.

Σύμφωνα με την ευλαβή παράδοση - που στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αξιόπιστη - στα μέσα του ΙΣΤ αιώνα δηλαδή περί το 1550 μ.Χ., κάποιος ναυαγός του Κορινθιακού Κόλπου, διακρίνει - μέσα στη νύκτα - ένα φως παρηγοριάς, σημάδι πως βρίσκεται κοντά σε στεριά. Γεμίζει θάρρος και ελπίδα. Επιστρατεύει όλες του τις δυνάμεις για να φθάσει εκεί που λαμπυρίζει το φως. Το πλησιάζει και διαπιστώνει με πολλή έκπληξη, πως βρίσκεται μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, όπου φεγγοβολάει oλόκληρη και φωτίζει ολόγυρα.

Είναι η Χαριτόβρυτη εικόνα της Παναγίας κρυμμένη μέσα στο βραχώδες τούτο σπήλαιο, άγνωστο από πότε. Έτσι ανακαλύφθηκε η εικόνα της «Παναγίας της Τρυπητής». Ο ναυαγός με ευλάβεια και συγκίνηση γονατίζει και την προσκυνά. Την άλλη μέρα ειδοποίησε τις Αρχές της πόλης του Αιγίου. Κλήρος, λαός, άρχοντες ήλθαν, προσκύνησαν κάνοντας και Δοξολόγια.

Ο Ευρετής της εικόνας γίνεται ο πρώτος ασκητής και υπηρέτης της Παναγίας. Στη συνέχεια αρχίζει η μέριμνα για ανοικοδόμηση Ναού. Αρχικά αποφασίστηκε να γίνει ανατολικότερα του μέρους που βρέθηκε η Ιερά Εικόνα, επειδή το μέρος ήταν βράχος. Το βράδυ της πρώτης ημέρας που άρχισαν οι εργασίες οικοδομής, στο βράχο που είχε ευρεθεί η Εικόνα έγινε μία έκρηξη -κατά τρόπο θαυμαστό- και ο χώρος αναμορφώθηκε για μικρό ναό. Έτσι οι κάτοικοι θεώρησαν ότι η Παναγία «έφτιαξε το σπίτι της» και ο Ναός κτίστηκε μεγαλόπρεπα στη θέση που βρίσκεται σήμερα. 

Το κυρίως Σπήλαιο μπροστά στο οποίο ανηγέρθηκε ο Ναός έχει μήκος 11μ., πλάτος 7 μ. και ύψος 4 μ. Για να γίνει η Αγία Τράπεζα στη θέση που βρέθηκε η Ιερά Εικόνα, το Ιερό Βλημα είναι στραμμένο νοτιοανατολικά και όχι ανατολικά που επιβάλλει η Ορθόξη Παράδοση. Με την πάροδο του χρόνου το πρώτο ασκηταριό εξελίσσεται σε λαμπρή Μονή. Ο Ναός πήρε τη σημερινή του μορφή τον 19ο μ.Χ. αιώνα. Η μνημειακή, αναγεννησιακού τύπου, εξωτερική μαρμάρινη σκάλα, η οποία ενώνει τον παραλιακό δρόμο με τον Ναό, κατασκευάστηκε το έτος 1870 μ.Χ. με σχέδιο του μηχανικού Άγγελου Κορυζή.

Με Βασιλικό Διάταγμα της 8ης Μαϊου 1933 μ.Χ. η εορτή της Παναγίας της Τρυπητής καθιερώνεται σαν επίσημη Θρησκευτική Εορτή του Αιγίου. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου τελείται η λιτάνευση της Ιερά Εικόνας με κάθε επισημότητα. Τέλος με την υπ' αριθ. 10/16-5-1970 κανονισμό της Ιερά Συνόδου της Ελλάδος αναγνωρίζεται σαν «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ» και χαρακτηρίζεται Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου.

Με την ανακήρυξη της Παναγίας της Τρυπητής σε Πανελλήνιο Ιερό Προσκύνημα, επισημοποιήθηκε η ευλάβεια των πολυάριθμων ευσεβών Χριστιανών που αθρόα συρρέουν για προσκύνημα. Τα πολλά και εξαίσια Θαύματα της Παναγίας με την πάροδο του χρόνου αναδεικνύουν τον Ιερό τούτο τόπο σε μεγάλο πνευματικό κέντρο Πανελληνίου ακτινοβολίας.

Είναι πολύ συγκινητικό, - την Παρασκευή της Διακαινησίμου, - να βλέπεις χιλιάδες Χριστιανούς από όλη την Ελλάδα - κάθε ηλικίας - να ανεβαίνουν τη μεγάλη σκάλα (150 σκαλοπάτια), αρκετοί γονατιστοί, χωρίς υποδήματα, με δάκρυα στα μάτια και ευγνωμοσύνη στην καρδιά, προκειμένου να εκπληρώσουν το «Τάμα» τους στην Παναγία που τους άκουσε, και δέχθηκε την ικεσία τους και τους απάλλαξε από κάποια ανάγκη ή αρρώστια.

Πολλά είναι τα θαύματα της Παναγίας που έγιναν γνωστά από ομολογίες, επιστολές πιστών καθώς και δημοσιεύσεις σε ημερήσιο τύπο. Πιστό αντίγραφο της Ιερά Εικόνας εξεδόθηκε κατά το έτος 1991 μ.Χ. και διατίθεται σ' όσους πιστούς επιθυμούν.

Σύναξη της Παναγίας στους Αμπελόκηπους (Ταμπάκικα) Λαρίσης



Ως το τέλος της Τουρκοκρατίας οι κάτοικοι της συνοικίας Ταμπάκικα εκκλησιάζονταν στον γειτονικό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου. Το 1877 μ.Χ. οικοδομήθηκε σε κεντρικό σημείο της συνοικίας ένα παρεκκλήσι της Παναγίας Φανερωμένης όπου υπήρχε και κοιμητήριο.

Μετά από λίγο καιρό και την ίδια χρονιά, εμφανίστηκε μία μοναχή ονόματι Θεοφανία, αποφασισμένη να εργασθεί αμισθί στο παρεκκλήσιο και τα μνήματα του μικρού κοιμητηρίου. Η Θεοφανία θεώρησε ως άσκηση να ατενίζει καθημερινά τους τάφους έχοντας στον νου της τον Σοφό Σειράχ «Μιμνήσκου τὰ ἔσχατά σου καὶ εἰς τὸν αἰώνα ἀμαρτήσεται». Η Θεοφανία εγκαταστάθηκε πλησίον του μικρού ναΐσκου σε ένα μικρό κελάκι όπου έκανε και τον μοναχικό της κανόνα.

Ο παντογνώστης Κύριος βλέποντας τα βάθη της ψυχής της αποκαλύπτει με όνειρα ότι στο σημείο που υπάρχει το μαγγανοπήγαδο και στο βάθος του βρίσκεται εικόνα της Θεομήτορος από πολλά χρόνια.

Η μοναχή Θεοφανία ξαναβλέπει σε όνειρο, αυτή τη φορά την Υπεραγία Θεοτόκο, ως γυναίκα απαστράπτουσα, να την οδηγεί στο μαγγανοπήγαδο και να της δείχνει ότι στο βυθό του από όπου αναβλύζει το νερό βρίσκεται η εικόνα της, και της ζητάει να εξέλθει από εκεί.

Γνωστοποιούνται τα όνειρα στον νεωκόρο και στην συνέχεια στον τότε ιερέα του Ναΐσκου και τελικά στον Επίσκοπο Λαρίσης Νεόφυτο, ο οποίος και καλεί την μοναχή στην επισκοπή για να μιλήσουν. Η μοναχή Θεοφανία με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε στον Επίσκοπο τα όνειρά της και εκείνος δίνει εντολή στους ιερείς ανεύρεσης συνεργείου για να αντλήσει το νερό του πηγαδιού.

Με εγκύκλιο γνωστοποιεί το γεγονός στους ιερείς της Μητροπόλεως Λαρίσης και τον πιστό λαό και τους καλεί να παραστούν όλοι στην τελετή.

Έτσι και έγινε. Μία μέρα σχηματίζεται πομπή γύρω από το πηγάδι με τους ιερείς ενδεδυμένους τα ιερά τους άμφια, τον Επίσκοπο επικεφαλής, παρουσία των αρχών και πλήθους κόσμου και αφού προηγήθηκε παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο, αρχίζει η άντληση του νερού οπότε στο βυθό εμφανίζεται η εικόνα λασπωμένη.

Μεγάλη η συγκίνηση και η χαρά όλων και αμέσως αρχίζει πανηγυρικά να ηχεί η καμπάνα του μικρού ξύλινου κωδωνοστασίου του Ναΐσκου.

Ο Μητροπολίτης Νεόφυτος παίρνει στα χέρια του την ιερά εικόνα την καθαρίζει από τις λάσπες και σχηματίζεται πομπή προς τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου όπου εναποτίθεται προς προσκύνηση για σαράντα ημέρες. Την εικόνα αυτή η οποία απεικονίζει την Υπεραγία Θεοτόκο και τον Κύριο (Ρόδον το Αμάραντον) την ονομάζει ο Επίσκοπος, Ζωοδόχο Πηγή, και δίνει εντολή να φιλοξενηθεί στον Μητροπολιτικό Ναό μέχρι ανεγέρσεως Ιερού Ναού. Αργότερα δε φιλοτεχνείτε ένα ασημένιο «πουκάμισο» το οποίο και τοποθετήθηκε επάνω και αναγράφει «ΖΩΟΔΟΧΟΣ ΠΗΓΗ».

Η εικόνα αυτή βρίσκεται μέχρι και σήμερα στον Ιερό Ναό της και από τις 2 Μαΐου 2008 μ.Χ., με την παραίνεση και ευλογία του Ποιμενάρχου της Λάρισας κ. Ιγνατίου και τις φιλότιμες προσπάθειες του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου σε έναν καλαίσθητο και επιβλητικό θρόνο, χαρίζοντας, χάρη, ευλογία, παρηγοριά αλλά και αναρίθμητα θαύματα σε κάθε πιστό άνθρωπο.

Μετά την κατάρτιση ερανικής επιτροπής ανεγέρσεως Ιερού Ναού, με εγκύκλιό του ο Μητροπολίτης Νεόφυτος διορίζει τον ιερέα παπά Δημήτρη Σακελλαρίου για την διενέργεια εράνου σε όλη την Θεσσαλική, ελεύθερη πλέον γη. Έτσι χτίζεται ο πρώτος ναός Βασιλικού ρυθμού, ο οποίος και διατηρήθηκε μέχρι και το 1990 μ.Χ. Με ενέργειες του τότε προϊσταμένου π. Νικολάου Μαυρογιάννη την 1η Ιουνίου 1990 μ.Χ. κατεδαφίζεται ο ναός και λίγο αργότερα στις 28 Ιουνίου 1990 μ.Χ. τελείται ο Αγιασμός των θεμελίων από τον τότε Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Δημήτριο τον Δ΄.

Ο υπόγειος Ναός αποπερατώνεται σε διάστημα μόλις 8 μηνών και γίνονται τα θυρανοίξια την Κυριακή των Βαΐων στις 31 Μαρτίου 1991 μ.Χ. Οι εργασίες του επάνω Ναού ξεκινούν στις 29 Οκτωβρίου 1992 μ.Χ. και τα θυρανοίξιά του γίνονται την 1η Αυγούστου 2001 μ.Χ.

Ο νέος Ιερός Ναός είναι ένα μεγαλοπρεπές κομψοτέχνημα, 850 τμ.(επάνω ναός) και 950 τμ.(κάτω ναός) 38 μ. ύψους, Σταυροειδής μετά τρούλου, με δύο κωδωνοστάσια και άλλους τέσσερις μικρότερους τρούλους, εγκαινιάσθηκε από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιο στις 2 Μαΐου 1997 μ.Χ. ο υπόγειος, και το Σάββατο του Ακαθίστου 20 Απριλίου 2002 μ.Χ. ο επάνω.

Μέχρι και σήμερα τα διάφορα έργα που χρειάζεται ένας ναός, όπως η Αγιογραφία, προχωράνε με φανταστικούς ρυθμούς χάρη στις άοκνες προσπάθειες των συμβουλίων του ναού αλλά και στην αγάπη του πιστού λαού της πόλης της Λάρισας και όχι μόνο. π. 

Κωνσταντίνος Δεληχρήστος
Προϊστάμενος του Ιερού Ναού

Σύναξη της Παναγίας της Κλειβωκάς στην Αρκαδία



Η Μονή της Παναγίας της Κλειβωκάς ή αλλιώς Παναγία η Ζωναρίτισσα, βρίσκεται κοντά στα χωριά Κοντοβάζαινα και Δήμητρα στην επαρχία Γορτυνίας, στον Νομό Αρκαδίας. Το μοναστήρι είναι χτισμένο στην είσοδο σπηλιάς, η οποία λόγω βάθους και στενής διαμέτρου από ένα σημείο και μετά είναι ανεξερεύνητη.

Η τραχιά φυσιογνωμία του τοπίου και το δύσβατο και απροσπέλαστο σχεδόν του εδάφους έχει τροφοδοτήσει πολλούς θρύλους και παραδόσεις σχετικά με την εύρεση της εικόνας της Θεομήτορος και την κτίση του μοναστηριού.

Κατά μια παράδοση, η εικόνα της Παναγίας, που λέγεται ότι είναι μια από τις έντεκα του Απόστολου Λουκά, ήταν στο σημείο όπου σήμερα είναι το εκκλησάκι της Αγίας Άννας στην Κάτω Κλειβωκά, στη θέση Μπέλκος, όπου στην προχριστιανική περίοδο λατρευόταν η θεά Αλουσία Δήμητρα. Στο σημείο αυτό υπήρξε μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων. Το μοναστήρι αυτό διαλύθηκε και ο ναός κατεστράφη επί τουρκοκρατίας και πιθανότατα κατά την απόβαση του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο κατά τα έτη 1825 - 1828 μ.Χ.

Για την τύχη της θαυματουργής εικόνας δεν υπάρχει κανένα επίσημο στοιχείο. Κατά μίαν άποψη, οι Χριστιανοί, οι οποίοι ήξεραν καλά τα κατατόπια και τις ασφαλείς κρυψώνες, μετέφεραν την εικόνα στη σπηλιά, όπου την έκρυψαν, και από το δύσβατο και μυστικό μονοπάτι πήγαιναν και προσεύχονταν. Κατά άλλη άποψη-παράδοση και θρύλο, λέγεται ότι η εικόνα ευρέθη μετά από σχετικό όνειρο από χωρικό, που καταγόταν από το διπλανό χωριό Δήμητρα Αρκαδίας.

Το εκκλησάκι κατασκευάστηκε στο τέλος της περασμένης εκατονταετίας από τον Κοντοβαζαινίτη Σοφιανόπουλο, εγκαταστημένο στο Κάιρο της Αιγύπτου. Το κλιμακοστάσιο κατασκευάστηκε δέκα χρόνια αργότερα με δαπάνη του ιδίου. Από την κτίση του και μετά, το μοναστήρι λειτούργησε σαν γυναικεία μονή. Τη μεγαλύτερη ακμή του γνώρισε επί ηγουμενίας της Μοναχής Μακαρίας Καρρά. Σήμερα (2010 μ.Χ.), στο μοναστήρι διακονεί μία μόνο μοναχή, η Χριστοδούλη, η οποία βρίσκεται εκεί από το 1953 μ.Χ.

Γιορτάζει την Παρασκευή του Πάσχα, της Ζωοδόχου Πηγής. Στα παλαιότερα χρόνια η γιορτή συνδυαζόταν με λαμπρά πανήγυρη στα Φραγκάλωνα και θεωρείτο ένα από τα μεγαλύτερα θρησκευτικά και κοσμικά γεγονότα όλων των γύρω χωριών.

Δυστυχώς, αυτό το έθιμο εξέλειψε και περιορίστηκε μόνο σε προσκύνημα στη χάρη της. Τελευταία καθιερώθηκε άλλη μια γιορτή στις 23 Αυγούστου, στα εννιάμερα της Παναγίας, με μια προσπάθεια αναβίωσης του παλιότερου εθίμου.

Σύναξη της Παναγίας της Σπηλαιώτισσας στα Άγραφα της Πίνδου


Στην πανέμορφη οροσειρά των Αγράφων της Πίνδου, κοντά στο χωριό Κουμπουριανά, μέσα σε δύσβατο τόπο, διακρίνουμε την Ι. Μονή Παναγίας Σπηλαιωτίσσης, αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή.

Είναι κτισμένη επάνω στην προεξοχή ενός βράχου, κάτω από τον οποίο υπάρχει το σπήλαιο ευρέσεως της θαυματουργού εικόνος της Παναγίας, στο οποίο οφείλει και την επωνυμία της.

Στη θέα του απότομου γκρεμού που υπάρχει γύρω της, ο επισκέπτης νιώθει δέος και ίλιγγο. Στο βάθος του γκρεμού διέρχεται παραπόταμος του Αχελώου, ενώ στα ανατολικά της Μονής υπάρχουν απότομοι και απροσπέλαστοι βράχοι.

Η Μονή περιβάλλεται από οχυρωματικό τείχος. Εντός αυτού σώζεται το Καθολικό, ο μεγαλοπρεπής Ναός της Ζωοδόχου Πηγής, Βυζαντινού ρυθμού, καθώς και μικρό παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Σε επιγραφή που συναντάμε έξω από το Καθολικό διαβάζουμε τα εξής: «Ανοικοδομήθη ο θείος και Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής επί έτους ΑΨΛς (1736) μηνί Απριλίω δια συνδρομής Παρθενίου ιερομονάχου και Παπα-Ιωνά και Παπαγαβριήλ και Παπαανανία». Η ανέγερση του παρεκκλησίου χρονολογείται τον 16ο αιώνα μ.Χ., ενώ η τοιχογράφησή του τον 17ο αιώνα μ.Χ.

Το επίχρυσο ξυλόγλυπτο τέμπλο του Καθολικού φιλοτεχνήθηκε από τους τεχνίτες Γεώργιο και Ιωάννη επί Ηγουμένου Γαβριήλ Ιερομονάχου το 1779 μ.Χ., όπως μας πληροφορεί σχετική επιγραφή, και αγιογραφήθηκε από τον αγιογράφο Θεόδωρο από τη Μεγαλοβλαχία το 1737 μ.Χ., όπως αναγράφεται κάτω στη δεσποτική εικόνα του Χριστού.

Η Μονή Σπηλιάς συνέβαλε σημαντικά στην Επανάσταση του 1821 μ.Χ.. Εκεί ο Γεώργιος Καραϊσκάκης διοργάνωνε συχνά πολεμικές συσκέψεις και συμβούλια λόγω της θέσης της.

Επίσης, κατά την επανάσταση των Αγράφων, την οποία υπεκίνησε η Ελληνική Κυβέρνηση για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, υπήρξε στραταρχείο. Εκεί το 1837 μ.Χ. εγκαταστάθηκε η Επαναστατική Κυβέρνηση υπό τον Αλεξανδρή, ενώ επάνω από τη Μονή σώζονται μέχρι σήμερα τα οχυρώματα.

Η Μονή πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και την Παρασκευή της Διακαινισήμου εβδομάδος, της Ζωοδόχου Πηγής, ενώ καθ’όλη τη διάρκεια του έτους και ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, προσέρχεται πλήθος προσκυνητών από όλη την Ελλάδα για να ασπασθεί την περίπυστη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας Οδηγητρίας, η οποία κατά παράδοση είναι έργο του Ευαγγελιστού Λουκά.


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. ἀ’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Την αγίαν εικόνα της θεομήτορος υπό Λουκά ποιηθήσα εν τοις αρχαίοις καιροίς. Σπηλαιώτισσα την θείαν προσκηνήσωμεν ότι Αγράφων ή χαρά, Αργιθέας τε φρουρός εδείχθη ημίν και δόξα και εισακούει ταχέως δεήσεις πάντων των τιμώντων αυτήν.

Μεγαλυνάριον
Ἔχει τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Ἄχραντε Παρθένε, ὡς θεόσδοτον θησαυρόν, πᾶσα Ἀργιθέα καί ἐν αὐτῆ καυχᾶται, ὑμνοῦσά Σου τά θαύματα, Σπηλαιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάθη θεραπεύονται χαλεπά, χάριτι Παρθένε, τῆς Εἰκόνος Σου τῆς σεπτῆς. Ὅθεν ἀεί δίδου, κἀμοί τῶ Σῶ ἱκέτῃ, βοήθειαν ἐν πᾶσιν, ὦ Σπηλαιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἔλυσας στειρώσεως τά δεσμά τῶν προσελθουςῶν Σοι, Σπηλαιώτισσα, εὐλαβῶς, γυναικῶν ἐν πίστει. Διόπερ κἀμοῦ λῦσον τήν στεόρωσιν, Παρθένε, ψυχῆς καί σῶσον με.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαῖρε Ἀειπάρθενε Μαριάμ, ὅτι ὑπερλόγως, Σήν εἰκόνα τήν τοῦ Λουκᾶ, ἔστησας σπηλαίῳ, δεικνύουσα κατ’ ὄναρ, δυάδι τῶν κτιτόρων, τόπον τεμένους Σου.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαῖρε τῶν θαυμάτων ὁ θησαυρός καί τῆς Ἀργιθέας ἡ προστάτις καί ἡ φρουρός. Χαῖρε τῶν Ἀγράφων καί πάσης Θετταλίας, ἀντίληψις ταχεῖα, ἐν περιστάσεσι.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίρει τοῦ Σπηλαίου λαμπρά Μονή, ἔχουσα ὡς πλοῦτον τήν εἰκόνα Σου τήν σεπτήν. Χαίρει καί ἡ θεία Μητρόπολις Καρδίτσης, τήν χάριν δεχομένη Σῆς παρακλήσεως.

Σύναξη της Παναγίας της Λαοδηγητρίας στην Θεσσαλονίκη


Η εκκλησία της Παναγίας Λαοδηγήτριας, γνωστή και ως Λαγουδιανή ή του Λαγουδιάτου, είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο Ζωοδόχο Πηγή και βρίσκεται στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, στη συμβολή των οδών Ολυμπιάδος και Ιουλιανού. Ο ναός ανακατασκευάστηκε εκ βάθρων και ανακαινίστηκε ριζικά στις αρχές του 19ου μ.Χ. αιώνα με έξοδα του μεγαλέμπορα Ιωάννη Καυταντζόγλου. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με γυναικωνίτη, ο οποίος χρησιμοποιούνταν κατά κόρον στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Μακεδονίας στον 19ο μ.Χ. αιώνα. Στη νότια πλευρά του κτηρίου είναι προσαρτημένο παρεκκλήσι με καμαρωτή στέγη, στο οποίο βρίσκεται αγίασμα.

Η Λαοδηγήτρια ανοικοδομήθηκε στη θέση του καθολικού του βυζαντινού γυναικείου μοναστηριού της Παναγίας Λαγουδιανής ή του Λαγουδιάτου, το οποίο ιδρύθηκε πιθανότατα στον 14ο αιώνα και υπήρξε μετόχι της Μονής Βλατάδων. Η ονομασία του μοναστηριού αυτού οφείλεται, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, στον κτήτορά του, τον Λαγουδιάτη ή Λαγουδάτη.

Σύμφωνα, ωστόσο, με την παράδοση, η μονή ονομάστηκε έτσι, επειδή συνέβη το εξής περιστατικό: ένας λαγός, στην προσπάθειά του να σωθεί από κάποιον κυνηγό, έσπευσε να κρυφτεί σε μία τρύπα, στην οποία εντοπίστηκε μία θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου· στον χώρο ανεύρεσης της εικόνας πραγματοποιήθηκε η ανέγερση του μοναστηριού. Αξιοσημείωτο, μάλιστα, και χαρακτηριστικό είναι ότι η μονή στα χρόνια της τουρκοκρατίας καλούνταν «Tavşan Manastır», δηλαδή «μοναστήρι του λαγού».

Σύναξη της Παναγίας της Φανερωμένης στην Ρόδο


Φανερωθεῖσα ἡ Εἰκών σου Παρθένε,
Πᾶσι φανεροῖ τὴν μεγίστην σου χάριν.

Η ιερά και θαυματόβρυτος Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου «της Φανερωμένης» βρέθηκε (φανερώθηκε) κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα μ.Χ. στην παραλία της Ιξιάς, στον τόπο όπου σήμερα βρίσκεται η φερώνυμος Ιερά Μονή, και που τα χρόνια εκείνα αποτελούσε χώρο απομονώσεως ασθενών που έπασχαν από λέπρα.

Ένας από τους λεπρούς που ζούσαν εκεί ανακάλυψε την Εικόνα της Θεομήτορος μέσα στην άμμο του αιγιαλού. Η εύρεσή της χαροποίησε τους απεγνωσμένους εκείνους ανθρώπους και από ευγνωμοσύνη προς τη Μητέρα του Κυρίου, η οποία με ένα τέτοιο θαυμαστό τρόπο έδειξε τη μητρική πρόνοιά της προς αυτούς, οικοδόμησαν κοντά στο μέρος της ευρέσεως μικρό Ναό επ᾿ ονόματί της. Αργότερα, όταν έφυγαν οι λεπροί, οικοδομήθηκε γύρω από τον Ναο Ιερά Μονή, στην οποία θησαυρίζεται μέχρι σήμερα η φανερωθείσα Ιερά Εικόνα. Επειδή ο χώρος, όπου βρίσκεται σήμερα η μονή, ήταν τόπος απομονώσεως των λεπρών, γι᾽ αυτό και η μονή αναφέρεται και ως Παναγία «Λουβιαρίτσα».

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ω῾ς Πηγὴ Ζωοδόχος, Θεοτόκε Πανύμνητε, χύδην ἀναβλύζεις θαυμάτων, τὰ ζωήῤῥυτα νάματα, ξηραίνουσα τὰς νόσους τῆς σαρκός, καὶ πάθη ἀποπλύνουσα ψυχῆς, τῶν ἐν πίστει προστρεχόντων τῷ σῷ Ναῷ, καὶ πόθῳ σοι ἐκβοώντων· Δόξα τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου Ἁγνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις σου, δόξα τῇ θαυμαστῇ σου πρὸς ἡμᾶς, Παρθένε χρηστότητι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν Εἰκόνα σου πόθῳ, κατασπαζόμεθα, ἣν ἐφανέρωσας πάλαι, δι᾿ εὐσπλαγχνίαν πολλήν, τὴν ὀδύνην τῶν λεπρῶν ἐπικουφίζουσα, καὶ μητρικῶν σου δωρεῶν, τὰς ἐκφάνσεις ἐξ αὐτῆς, λαμβάνοντες ἐκβοῶμεν· Χαῖρε Παρθένε Θεοκυῆτορ, Φανερωμένη ἡ προστάτις ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Η῾ Εἰκών σου σήμερον, ὑπὲρ ἡλίου ἀκτίνας, μυστικῶς ἐκλάμπουσα, τῆς χάριτός σου τῇ αἴγλῃ, πρόσωπα, καταφαιδρύνει καὶ τὰς καρδίας, Ἄχραντε Φανερωμένη τῶν προσιόντων· διὰ τοῦτό σε ὑμνοῦμεν, χαῖρε βοῶντες, Μῆτερ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ε᾿ξ ἀκενώτου σου Πηγῆς Θεοχαρίτωτε, ἐπιβραβεύεις μοι πηγάζουσα τὰ νάματα, ἀενάως τῆς σῆς χάριτος ὑπὲρ λόγον· τὸν γὰρ Λόγον ὡς τεκοῦσα ὑπὲρ ἔννοιαν, ἱκετεύω σε δροσίζειν με σῇ χάριτι, ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε ὕδωρ σωτήριον.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Προσέλθωμεν πιστοί, τῇ Πηγῇ τῆς Παρθένου, καὶ ὕδωρ ζωηρόν, ἐξ αὐτῆς ἀπαντλοῦντες, ψυχῶν εἰς περιποίησιν, εὐλαβῶς ἐκβοήσωμεν· Χαῖρε Ἄχραντε, ἡ ἰατρὸς τῶν νοσούντων· χαῖρε Δέσποινα, τῶν ἀσθενούντων ἡ ῥῶσις, καὶ πάντων ἀντίληψις.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὴν ἀένναον κρήνην καὶ ζωηράν, τὴν πηγάζουσαν ῥεῖθρα θείαν Πηγήν, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τὴν χάριν αἰτούμενοι· καθ᾿ ἑκάστην βρύει, καὶ γὰρ τὰ ἰάματα, ὡς ποταμῶν τὰ ῥεύματα, δεικνῦσα ἐλάχιστα. Ὅθεν κατὰ χρέος, προσιόντες ἐν πόθῳ, πιστῶς ἀρυσώμεθα, ἐκ Πηγῆς ἀνεξάντλητον, ῥῶσιν ὄντως ἀθάνατον, δροσίζουσαν σαφῶς τῶν πιστῶν, τὰς καρδίας καὶ χείλεσι κράξωμεν· Σὺ εἶ Θεόνυμφε πάντων, πιστῶν παραμύθιον.

Ὁ Οἶκος
῎Αχραντε Θεοτόκε, ἡ τεκοῦσα ἀῤῥήτως, Πατρὸς τὸν προαιώνιον Λόγον, πλάτυνόν μου τὸ στόμα Σεμνή, συνεισφέρουσά με πρὸς τὸν σὸν ἔπαινον, ὡς ἂν ἀνευφημήσω σε, κραυγάζων τῇ

Πηγῇ σου ταῦτα·
Χαῖρε, πηγὴ χαρμονῆς ἀλλήκτου·
χαῖρε, ῥοὴ καλλονῆς ἀῤῥήτου.
Χαῖρε, νοσημάτων παντοίων κατάλυσις·
χαῖρε, παθημάτων ποικίλων κατάκλυσις.
Χαῖρε, ῥεῖθρον διειδέστατον, ὑγιάζον τοὺς πιστούς·
χαῖρε, ὕδωρ χαριέστατον, τοῖς νοσοῦσι πολλαπλῶς.
Χαῖρε, νᾶμα σοφίας, ἀγνωσίαν ἐξαῖρον·
χαῖρε, κρᾶμα καρδίας, ἀμβροσίαν προῤῥέον.
Χαῖρε, κρατὴρ τοῦ μάννα ζωήῤῥυτε·
χαῖρε, λουτὴρ καὶ νέκταρ θεόῤῥευστε.
Χαῖρε, πορθμὸν ἀσθενείας δεικνῦσα·
χαῖρε, φλογμὸν ἀῤῥωστίας σβεννῦσα.
Χαῖρε, ὕδωρ σωτήριον.

Μεγαλυνάριον
Βλύζει ἡ Πηγή σου ὕδωρ ζωῆς, τοῖς προσερχομένοις, μετὰ πίστεως ἀκραιφνοῦς, καὶ πάθη ἐκπλύνει, ψυχῶν τε καὶ σωμάτων· διὸ Θεοκυῆτορ, σὲ μακαρίζομεν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ, καὶ ἐνδοξοτέραν, ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ, σὲ Φανερωμένη, Παρθένε ἀνυμνοῦμεν, τὴν θείαν σου Εἰκόνα, κατασπαζόμενοι.

Σύναξη της Παναγίας της Κορυφιώτισσας στο Καμάρι Κορινθίας


Πάνω άπ'την κοινότητα Καμαρίου του Δήμου Ξυλοκάστρου υψώνεται μεγαλόπρεπα η Κορυφή, το βουνό της Παναγίας. Εκεί σε υψόμετρο 731 μέτρων βρίσκεται το ομώνυμο μοναστήρι που ονομάζεται και Κορυφιώτισσα (ή Κορφιώτισσα).

Η παράδοση αναφέρει ότι στα ερείπια αρχαίου κτίσματος, κτίστηκε στην αρχή ένα μικρό εκκλησάκι και αργότερα το μοναστήρι, η προεπαναστατική ύπαρξη και ακμή του οποίου προκύπτει από διάφορα «ομόλογα» που χρονολογούνται γύρω στα 1750 μ.Χ. και νωρίτερα. Η σημερινή εκκλησία οικοδομήθηκε στα 1767 μ.Χ. Στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 μ.Χ. το μοναστήρι συνέδραμε τους αγωνιστές «Εδωκεν απ'άρχης της επαναστάσεως εις όνομα του έθνους προς τους εφόρους δημογέροντας και προς τον στρατηγό Ι. Νοταρά, γρόσια 8.104».

Η διαβίωση των μοναχών στην Κορυφή, χωρίς νερό και εύκολη πρόσβαση, ήταν δύσκολη γι'αυτό αποφάσισαν να κατέβουν χαμηλότερα, όπου έκτισαν το κάτω μοναστήρι. Αφορμή για την επανεγκατάσταση των μοναχών στο αρχικό μοναστήρι όπου βρίσκεται και σήμερα ήταν η εξαφάνιση και η ανεύρεση στη συνέχεια στην Κορυφή της εικόνας της Παναγίας, με θαυμαστό τρόπο. Παρουσιάστηκε στον ύπνο μιας κωφάλαλης και της υπέδειξε τον τόπο που βρίσκετε η εικόνα Της. Αυτή αν και ήταν κωφάλαλη, μίλησε και αφηγήθηκε στους συγχωριανούς της το όραμα που είχε δει. Με τη συνδρομή κατοίκων απ' τα γύρω χωριά ανακαινίστηκαν τα κελία και η ερειπωμένη εκκλησία, που είναι αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή.

Η Μονή εορτάζει τη Παρασκευή της Διακαινησίμου, μετά το Πάσχα και στις 15 Αυγούστου και πολλά θαύματα της Παναγίας έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα.

Η Θαυματουργή εικόνα της Κορφιώτισσας (1816 μ.Χ.) είναι τοποθετημένη σε σκαλιστό εικονοστάσι, έργο του ξυλογράφου Ιωάννου Βασιλείου (1916 μ.Χ.). Ο ηγούμενος Ζαφείρης αγιογράφησε τους τοίχους της εκκλησίας στις αρχές του εικοστού αιώνα.

Το μοναστήρι στα 1935 μ.Χ., μετατράπηκε σε γυναικείο. Επίσημα η γυναικεία κοινοβιακή Μονή ιδρύθηκε το 1980 μ.Χ. Οι μοναχές υπό την ηγουμένη Ευαγγελία συνεχίζουν σήμερα το σημαντικό έργο των προκατόχων τους και έχουν μετατρέψει το μοναστήρι σε μια όαση, που οι προσκυνητές βρίσκουν παρηγοριά και ψυχική ηρεμία.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῇ σεπτῇ Σου Εἰκόνι Κορυφιωτίσσης προσπίπτωμεν, κλίνοντες τό γόνυ, Παρθένε, τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος· δεόμενοι ἀντιλήψεως, Ἁγνή, πρεσβείαις πρός Υἱόν Σου καί λιταῖς· ἵνα τύχωμεν, Παρθένε, τῆς παρ’ Αὐτοῦ πλημμελημάτων ἀφέσεως. Δόξα τοῖς μεγαλείοις Σου, Σεμνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις Σου, δόξα ὑπερβαλόντως, Κόρη, τῇ δυναστείᾳ Σου.

Μεγαλυνάριον
Ἑλλάδος ἁπάσης τήν ὁδηγόν, Γένους Ὀρθοδόξων τήν Ὑπέρμαχον Στρατηγόν, τῆς Κορυφιωτίσσης τήν Εἰκόνα νῦν τιμῶμεν, ὡς τῆς Παρθένου λαμπρόν ἀποτύπωμα.

Σύναξη της Παναγίας Βύσσιανης στις Σέρρες



Δέκα χλμ. βόρεια της πόλης των Σερρών και δύο από τον οικισμό του Μετοχίου, μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο η γυναικεία Ι.Μ. Παναγίας της Βύσσιανης.

Η μονή, στη σημερινή της μορφή, ιδρύθηκε το έτος 1972 μ.Χ. με πρωτοβουλία Σερραίων πιστών. Η Μονή πήρε το όνομά της από ένα χωριό που βρίσκεται κοντά της και ονομάζεται Βύσσιανη. Τις πρώτες πληροφορίες γι’ αυτό το χωριό τις παίρνουμε από ένα έγγραφο γραμμένο το έτος 1320 μ.Χ. Περισσότερες πληροφορίες όμως έχουμε από άλλα έγγραφα που γράφτηκαν λίγα χρόνια αργότερα (1328 - 1344 μ.Χ.). Το χωριό αυτό καταστράφηκε το 1916 μ.Χ. από τον βουλγαρικό στρατό και σήμερα σώζονται μόνο τα ερείπιά του. Η μονή κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο Μακεδόνων και ως κρύπτη όπλων και πυρομαχικών. Υπέστη ζημιές την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων 1912 - 1913 μ.Χ. και ερημώθηκε.

Για την διόρθωση των ζημιών της οργανώθηκε μία αδελφότητα που ονομαζόταν «Αγαθοεργός Αδελφότης - Η Κοίμησις της Θεοτόκου Βύσσιανης». Πρώτη μέριμνα της Αδελφότητας, ήταν η ανακατασκευή του παλαιού ναού της μονής. Τα έργα της ανακατασκευής ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1925 μ.Χ. και τελείωσαν το 1928 μ.Χ., ενώ τα εγκαίνια έγιναν στις 17 Σεπτεμβρίου του 1925 μ.Χ. Την θέση αυτής της Αδελφότητας, παίρνει ένα άλλο σωματείο που ιδρύεται την ίδια εποχή. Το σωματείο αυτό ονομάζεται «Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων Βησσάνης».

Στη μονή αυτή βρίσκεται και η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας. Η λαϊκή παράδοση λέει ότι αυτήν την εικόνα την βρήκε ένας γεωργός στο μέρος που χτίστηκε ο Ναός. Ο γεωργός έβλεπε ότι επί τέσσερις νύχτες εκπέμπετο από αυτό το μέρος μυστηριακό φως. Σε θαύμα επίσης αιτιολογούν την ύπαρξη άφθονου νερού.

Το Αγίασμα, επί σειρά ετών αποξηραμένο, σαν από θαύμα της Παναγίας, την παραμονή της γιορτής της (14 Αυγούστου 1996 μ.Χ.), άρχισε να αναβλύζει ασταμάτητα μέχρι και σήμερα. Το Καθολικό της μονής διευρύνθηκε το 1996 μ.Χ. με την προσθήκη νάρθηκα. Επίσης στη θέση του παλαιού καθολικού το οποίο κατεδαφίστηκε χτίσθηκε το Παρεκκλήσι της Παναγίας.

Σήμερα αποτελεί Ιερά Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή. Η πρώτη μοναχή που εγκαταστάθηκε στη μονή ήταν η Πελαγία από τη μονή του Αγίου Μηνά Δράμας το έτος 1972 μ.Χ. Μόνο όμως το έτος 1984 μ.Χ. ο Μακαριστός Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης κυρός Μάξιμος στελέχωσε τη Μονή με γυναικεία Αδελφότητα.

Η εργατικότητα και φιλοκαλία των μοναχών, διακόσμησε τους χώρους της αυλής με λουλούδια. Έτσι καθαρή και όμορφη υποδέχεται τους πιστούς μέσα σε ένα φιλόξενο και ευλαβικό περιβάλλον, όπου κυριαρχεί απαλή και εκστατική γαλήνη.

Η Μονη γιορτάζει στις 15 Αυγούστου στην Κοίμηση της Θεοτόκου και της Ζωοδόχου Πηγής.