Σάββατο 29 Απριλίου 2023

Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ


     Κατά Μάρκον, κεφ. ΙΕ΄, εδάφια 42-47 και κεφ. ΙΣΤ΄, εδάφια 1-8

    


Κεφ. ΙΕ΄
42 Κα δη ψας γενομνης, πε ν παρασκευ, στι προσββατον, 43 λθν ᾿Ιωσφ π ᾿Αριμαθαας, εσχμων βουλευτς, ς κα ατς ν προσδεχμενος τν βασιλεαν το Θεο, τολμσας εσλθε πρς Πιλτον κα τσατο τ σμα το ᾿Ιησο. 44 δ Πιλτος θαμασεν ε δη τθνηκε, κα προσκαλεσμενος τν κεντυρωνα πηρτησεν ατν ε πλαι πθανε· 45 κα γνος π το κεντυρωνος δωρσατο τ σμα τ ᾿Ιωσφ. 46 Κα γορσας σινδνα κα καθελν ατν νελησε τ σινδνι κα κατθηκεν ατν ν μνημείῳ, ν λελατομημνον κ πτρας, κα προσεκλισε λθον π τν θραν το μνημεου. 47 δ Μαρα Μαγδαλην κα Μαρα ᾿Ιωσ θερουν πο τθεται.

    Κεφ. ΙΣΤ’  1 Καί διαγενομνου το σαββτου Μαρα Μαγδαλην κα Μαρα το ᾿Ιακβου κα Σαλμη γρασαν ρματα να λθοσαι λεψωσιν ατν. 2 Κα λαν πρω τς μις σαββτων ρχονται π τ μνημεον, νατελαντος το λου. 3 Κα λεγον πρς αυτς· τς ποκυλσει μν τν λθον κ τς θρας το μνημεου; 4 Κα ναβλψασαι θεωροσιν τι ποκεκλισται λθος· ν γρ μγας σφδρα. 5 Κα εσελθοσαι ες τ μνημεον εδον νεανσκον καθμενον ν τος δεξιος, περιβεβλημνον στολν λευκν, κα ξεθαμβθησαν. 6 δ λγει ατας· μ κθαμβεσθε· ᾿Ιησον ζητετε τν Ναζαρηνν τν σταυρωμνον· γρθη, οκ στιν δε· δε τπος που θηκαν ατν. 7 λλ᾿ πγετε επατε τος μαθητας ατο κα τ Πτρ τι προγει μς ες τν Γαλιλααν· κε ατν ψεσθε, καθς επεν μν. 8 Κα ξελθοσαι φυγον π το μνημεου· εχε δ ατς τρμος κα κστασις, κα οδεν οδν επον· φοβοντο γρ.

Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα

   Κεφ. ΙΕ΄ 42 Και σαν άρχισε πλέον να βραδιάζει, επειδή ήταν ημέρα Παρασκευής και προετοιμασίας, δηλαδή παραμονή του Σαββάτου, προτού δύσει ο ήλιος και αρχίσει η ημέρα του Σαββάτου, η οποία συνέπιπτε και με το πάσχα, 43 ήλθε ο Ιωσήφ που καταγόταν απ’ την πόλη Αριμαθαία, ένα σεβαστό και επίσημο μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου, που είχε πιστέψει κι αυτός στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και περίμενε τη βασιλεία αυτή χωρίς να κλονιστεί η ελπίδα του από τον θάνατο του Ιησού˙ αυτός λοιπόν τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. 44 Ο Πιλάτος μάλιστα έμεινε έκπληκτος και απόρησε που τόσο γρήγορα είχε κιόλας πεθάνει ο Ιησούς. Κι αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε εάν είχε ώρα πολλή που πέθανε. 45 Κι όταν έμαθε από τον εκατόνταρχο ότι πραγματικά πέθανε ο Ιησούς, χάρισε το σώμα του στον Ιωσήφ. 46 Κι εκείνος, αφού αγόρασε καινούργιο και αμεταχείριστο σεντόνι και κατέβασε τον Ιησού από τον σταυρό, τύλιξε το σώμα του στο σεντόνι και τον έβαλε κάτω σε ένα μνημείο, το οποίο ήταν σκαλισμένο μέσα στον βράχο˙ και κύλισε ένα μεγάλο λίθο πάνω στο στόμιο του μνημείου, κλείνοντας έτσι την είσοδο του μνημείου. 47 Στο μεταξύ η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή παρακολουθούσαν προσεκτικά και με πολύ ενδιαφέρον πού τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.

    Κεφ.ΙΣΤ΄   1 Αφού πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα, για να έλθουν το πρωί στον τάφο και να αλείψουν το σώμα του Ιησού.  2 Και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας έρχονται στο μνημείο την ώρα που ο ήλιος άρχισε να διαλύει το πρωινό σκοτάδι, καθώς πήρε ν’ ανατέλλει κάτω απ’ τον ορίζοντα. 3 Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλίσει τη μεγάλη πέτρα μακριά από την είσοδο του μνημείου;».   4 Μόλις όμως έστρεψαν τα μάτια τους προς τα εκεί, είδαν ότι είχε μετατοπιστεί η πέτρα μακριά απ’ το μνημείο. Και τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους, διότι η πέτρα αυτή ήταν πολύ μεγάλη και δεν ήταν εύκολο να μετακινηθεί.  5 Και αφού μπήκαν στο μνημείο, είδαν έναν νέο που καθόταν στα δεξιά του μνημείου και ήταν ντυμένος με λευκή στολή, και γέμισαν με τρόμο και κατάπληξη. 6 Αυτός όμως τους είπε: «Μην τρομάζετε και μη φοβάστε. Ξέρω ποιον ζητάτε. Ζητάτε τον Ιησού τον Ναζαρηνό, τον εσταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να, είναι αδειανό το μέρος που τον έβαλαν. 7 Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές Του και ιδιαιτέρως στον Πέτρο, που έχει ανάγκη παρηγοριάς και βεβαιώσεως ότι συγχωρήθηκε για την άρνησή του, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε πριν σταυρωθεί».  8 Εκείνες τότε βγήκαν κι έφυγαν από το μνημείο. Ήταν μάλιστα γεμάτες τρόμο και έκσταση. Δεν είπαν όμως τίποτε σε κανένα, διότι ήταν φοβισμένες.