Κατά Μάρκον, κεφ. ΙΕ΄, εδάφια 42-47 και κεφ. ΙΣΤ΄, εδάφια 1-8
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Καὶ ἤδη ὀψίας γενομένης, ἐπεὶ ἦν παρασκευή, ὅ ἐστι προσάββατον, 43 ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. 44 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· 45 καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. 46 Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. 47 Ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται.
Κεφ. ΙΣΤ’ 1 Καί διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. 2
Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. 3
Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; 4
Καὶ ἀναβλέψασαι
θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. 5
Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς,
περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. 6
Ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. 7
Ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε,
καθὼς εἶπεν ὑμῖν. 8
Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις,
καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
Ερμηνευτική απόδοση από τον
μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Και σαν άρχισε
πλέον να βραδιάζει, επειδή ήταν ημέρα Παρασκευής και προετοιμασίας, δηλαδή
παραμονή του Σαββάτου, προτού δύσει ο ήλιος και αρχίσει η ημέρα του Σαββάτου, η
οποία συνέπιπτε και με το πάσχα, 43 ήλθε ο Ιωσήφ που καταγόταν απ’
την πόλη Αριμαθαία, ένα σεβαστό και επίσημο μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου, που
είχε πιστέψει κι αυτός στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και
περίμενε τη βασιλεία αυτή χωρίς να κλονιστεί η ελπίδα του από τον θάνατο του
Ιησού˙ αυτός λοιπόν τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του
Ιησού. 44 Ο Πιλάτος μάλιστα έμεινε έκπληκτος και απόρησε που τόσο
γρήγορα είχε κιόλας πεθάνει ο Ιησούς. Κι αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον
ρώτησε εάν είχε ώρα πολλή που πέθανε. 45 Κι όταν έμαθε από τον
εκατόνταρχο ότι πραγματικά πέθανε ο Ιησούς, χάρισε το σώμα του στον Ιωσήφ. 46
Κι εκείνος, αφού αγόρασε καινούργιο και αμεταχείριστο σεντόνι και κατέβασε τον
Ιησού από τον σταυρό, τύλιξε το σώμα του στο σεντόνι και τον έβαλε κάτω σε ένα
μνημείο, το οποίο ήταν σκαλισμένο μέσα στον βράχο˙ και κύλισε ένα μεγάλο λίθο
πάνω στο στόμιο του μνημείου, κλείνοντας έτσι την είσοδο του μνημείου. 47
Στο μεταξύ η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή παρακολουθούσαν προσεκτικά
και με πολύ ενδιαφέρον πού τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.
Κεφ.ΙΣΤ΄ 1 Αφού πέρασε
το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη
αγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα, για να έλθουν το πρωί στον τάφο και να
αλείψουν το σώμα του Ιησού. 2
Και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας έρχονται στο μνημείο την ώρα που
ο ήλιος άρχισε να διαλύει το πρωινό σκοτάδι, καθώς πήρε ν’ ανατέλλει κάτω απ’
τον ορίζοντα. 3 Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλίσει τη
μεγάλη πέτρα μακριά από την είσοδο του μνημείου;». 4 Μόλις όμως έστρεψαν τα μάτια
τους προς τα εκεί, είδαν ότι είχε μετατοπιστεί η πέτρα μακριά απ’ το μνημείο.
Και τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους, διότι η πέτρα αυτή ήταν πολύ μεγάλη και δεν
ήταν εύκολο να μετακινηθεί. 5
Και αφού μπήκαν στο μνημείο, είδαν έναν νέο που καθόταν στα δεξιά του μνημείου
και ήταν ντυμένος με λευκή στολή, και γέμισαν με τρόμο και κατάπληξη. 6 Αυτός
όμως τους είπε: «Μην τρομάζετε και μη φοβάστε. Ξέρω ποιον ζητάτε. Ζητάτε τον
Ιησού τον Ναζαρηνό, τον εσταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να, είναι
αδειανό το μέρος που τον έβαλαν. 7 Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους
μαθητές Του και ιδιαιτέρως στον Πέτρο, που έχει ανάγκη παρηγοριάς και
βεβαιώσεως ότι συγχωρήθηκε για την άρνησή του, ότι πηγαίνει πριν από σας στη
Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε πριν
σταυρωθεί». 8 Εκείνες τότε
βγήκαν κι έφυγαν από το μνημείο. Ήταν μάλιστα γεμάτες τρόμο και έκσταση. Δεν
είπαν όμως τίποτε σε κανένα, διότι ήταν φοβισμένες.