Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον Ὁ Μητροπολίτης Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιος 1917 – 1984


  Ὁ ὁμολογητὴς Ἱεράρχης Ἀμβρόσιος ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὰς σημαντικωτέρας προσωπικότητας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τῆς ἀπελευθερώσεως τοῦ νεο-ἑλληνικοῦ κράτους μας.

   Οἱ ἀγῶνες του εἶναι πασίγνωστοι. Ἱστορικοὶ εἶναι οἱ ἀγῶνες του ἐναντίον τοῦ «μεταθετοῦ» τῶν Ἐπισκόπων, ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» (εἶναι ὁ πρῶτος, ὁ ὁποῖος εἶχε παύσει τὸ μνημόσυνον τοῦ ὀνόματος τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα!), ἐναντίον τῆς ἐπιβολῆς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἱερωνυμικοῦ καθεστῶτος. Εἶναι ὁ πρῶτος, τὴν ἐποχὴ τῆς δικτατορίας, ποὺ κατέφυγε εἰς τὸ Συμβούλιον τῆς Ἐπικρατείας καὶ ἀκύρωσε τὴν συγκρότησιν τῆς Συνόδου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου, γεγονὸς τὸ ὁποῖον συν­ετέλεσεν ἀποφασιστικὰ εἰς τὴν κατάργησιν τοῦ δικτατορικοῦ αὐτοῦ καθεστῶτος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Ἐξ ἴσου ὅμως ἐπολέμησε καὶ ὡρισμένας ἐνεργείας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ὅπως ἐπίσης καὶ τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου.

   Πολλάκις ἐκινδύνευσε, κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου ν’ ἀπολέση τὸν θρόνον του. Τὸ τότε καθεστὼς τοῦ Ἱερωνύμου πολλάκις εἶχε διατάξει εἰς βάρος του ἀνακρίσεις. Ὁ ἴδιος ὅμως ἦτο πάντοτε ἕτοιμος νὰ «πέση ἡρωϊκὰ μαχόμενος»! Ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Ὅταν κάποτε ρώτησαν τὸν Κανάρη, ποῦ βρῆκε τόσο θάρρος καὶ πῆγε νὰ κάψη τὴν ναυαρχίδα τῶν Τούρκων, ἐκεῖνος ἀπάντησε. Τὸ πρᾶγμα εἶναι εὔκολο. Προτοῦ ξεκινήσω, εἶπα στὸν ἑαυτό μου. Κωνσταντή, θὰ πεθάνης! Ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα, ὅλα ἦταν εὔκολα. Ἔτσι, κι’ ἐγώ. Εἶπα: Ἀμβρόσιε, θὰ πεθάνης!» Γι’ αὐτὸ ὁ Ἀμβρόσιος ἦτο πάντοτε ἕτοιμος νὰ «πεθάνη»!

   Ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» εἶχε στενωτάτους δεσμοὺς μαζί του. Ὅταν ἐπὶ ἡμερῶν τῆς δικτατορίας ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος» ἐσύρετο εἰς τὸ Στρατοδικεῖον διὰ τὴν ἐναντίον τοῦ καθεστῶτος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου πολεμικήν, πρῶτος συμπαραστάτης καὶ μάρτυς ὑπερασπίσεώς μας ἦτο ὁ Ἀμβρόσιος! Ὅλας τὰς δηλώσεις του, τὰς ὁμιλίας του καὶ τὰ κείμενά του, τὰ ἔδινε πρὸς δημοσίευσιν πρῶτα εἰς τὸν «Ὀρθόδοξον Τύπον», τὸν ὁποῖον ὑπερηγάπα.

   Ἐπεσκέπτετο τακτικὰ τὰ γραφεῖα μας, συνωμιλοῦσε μὲ τοὺς συνεργάτας μας καί, ἰδίως κατὰ τὴν ἐποχὴν τῆς δικτατορίας, ἔδινε θάρρος εἰς τοὺς ἀγῶνας μας. Ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος», ὅταν ἐκοιμήθη, ἔχασε εἰς τὴν γῆν ἕνα πολύτιμον φίλον. Ἀπέκτησεν ὅμως εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἕνα παντοτεινὸν μεσίτην, ποὺ εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι παρακαλεῖ τὸν Κύριον νὰ εὐλογῆ τοὺς ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀγῶνας μας.

   Ἐπί τῇ συμπληρώσει σαράντα χρόνων (27-7-1984) ἀπό τήν ἐκδημίαν τοῦ ἀπτοήτου, ὁμολογητοῦ μακαριστοῦ Ἱεράρχου Ἀμβροσίου παραθέτομεν ἀπόσπασμα ἀπό τήν Διαθήκην του:

   «Ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία νὰ τελεσθῆ εἰς τὸν Ἱ. Ν. Ἁγίου Νικολάου. Δὲν θὰ κατατεθοῦν στέφανοι καὶ οὐδεὶς ἐπικήδειος λόγος θὰ ἐκφωνηθῆ. Ἡ ταφὴ νὰ γίνη εἰς τὴν Ν. Πέραμον καὶ παραπλεύρως τοῦ τάφου τῆς μητρός μου. Καὶ τώρα ἐγκαταλείπων τὸ προσφιλές μου ποίμνιον, τοὺς Χριστιανοὺς δηλονότι τοῦ ἀκριτικοῦ Παγγαίου, τὸ ὁποῖον ὑπηρέτησα μὲ τόση ἀγάπην καὶ διάθεσιν καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον οὐδεμία δύναμις κατώρθωσε νὰ μὲ ἀποσπάση, παρὰ μόνον ὁ Θάνατος, αἰσθάνομαι ἱερὸν χρέος καὶ ἐπιταγὴν νὰ τὸ ἀποχαιρετήσω καὶ μὲ πόνον ψυχῆς νὰ παρακαλέσω πάντας, ὅπως παραμείνουν πιστά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τέκνα. Δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦν ὅτι ὁ μέγας θησαυρὸς τοῦ Ἔθνους εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, τὴν ὁποίαν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, πρέπει νὰ προστατεύσουμε ἀπὸ οἱασδήποτε ἀπειλάς. Μείνατε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Εἰρηνεύσατε μεταξύ σας, καὶ πρὸ πάντων ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Πολλάκις λόγῳ χαρακτῆρος, σᾶς ἐπίκρανα. Ζητῶ γονυκλινὴς τὴν συγγνώμην σας. Ἐπίσης παρέχω ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καὶ ψυχῆς τὴν συγγνώμην μου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀπέραντον ἀγάπην μου, πρὸς τοὺς ἀδικήσαντας καὶ καθ’ οἱονδήποτε τρόπον διώξαντάς με. Πολλοὶ καὶ μάλιστα φίλοι, ἐπικράνθησαν καὶ ἐπόνεσαν ἀπὸ τὴν ἄσκησιν αὐστηρᾶς κριτικῆς καὶ γενικῶς ἀπὸ τὸν ὑπ’ ἐμοῦ ἀσκηθέντα ἔλεγχον κατὰ τὸ 26ετές διάστημα τῆς Ἀρχιερατικῆς μου ζωῆς. Πιστεύσατε, ποὺ τὴν στιγμὴν αὐτὴν εὑρίσκομαι ἐνώπιον τοῦ Δικαίου Κριτοῦ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποκρίνωμαι πολλῷ δὲ μᾶλλον νὰ ψεύδωμαι, ὁ ἀγὼν ὑπῆρξεν ἀπρόσωπος. Πᾶν ὅ,τι ἔπραξα, τὸ ἔπραξα κατὰ τὰς ὑπαγορεύσεις τῆς Ἐπισκοπικῆς μου συνειδήσεως καὶ πρὸς ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας. Τοὺς πικραθέντας παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσουν καὶ νὰ προσεύχωνται ὑπὲρ τῆς ψυχῆς μου καὶ τῆς σωτηρίας μου. Περιουσίαν δὲν ἀπέκτησα. Ἀπέρχομαι τοῦ κόσμου τούτου πένης καὶ μὲ πολλὰ χρέη. Μὲ πάμπολλα χρέη, τὰ ὁποῖα ὁ ἀδελφός μου καλεῖται νὰ ἐξοφλήση μὲ τὸ ἀναλογοῦν εἰς ἐμὲ μερίδιον, τοῦ πατρικοῦ μας οἴκου, τὸν ὁποῖον παραχωρῶ αὐθωρεί.

   Θὰ ἦτο ἀσυγχώρητος παράλειψις δι’ ἐμέ, ἐὰν ἐλησμόνουν τὸ προσωπικόν τοῦ γραφείου, αἰδεσ. πατέρας Ἀθανάσιον, Δῆμον καὶ Δημήτριον, οἱ ὁποῖοι σχεδὸν ἀνιδιοτελῶς, ὑπηρετοῦν ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν τὴν Ἱ. Μητρόπολιν. Εὔχομαι ἅπαντας, ἵνα ὁ Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν τοὺς μακροημερεύῃ ἐν ὑγείᾳ καὶ εὐλογῇ αὐτοὺς καὶ τοὺς οἴκους αὐτῶν πλουσίως, παρακαλῶ δὲ νὰ λάβουν εὐλογίαν καὶ δι’ ἀνάμνησιν ἀπὸ ἕνα ράσον μου τῆς ἀρεσκείας των. Πρὸς τοὺς συνεργάτας τῆς Μητροπόλεως, ἄνδρας καὶ γυναῖκας καὶ λοιπὸν προσωπικὸν αὐτῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τάς θερμάς εὐχαριστίας διὰ τὰς ὑπηρεσίας, τὰς ὁποίας προσέφεραν εἰς τὴν Ἱ. Μητρόπολιν, προσεύχομαι, ἵνα ὁ Κύριος τούς εὐλογῆ.

  Τὴν στιγμὴν αὐτὴν ὁ νοῦς μου καὶ ἡ καρδία μου στρέφονται εὐγνωμόνως πρὸς τὸν ἔξοχον ἐκκλησιαστικὸν ἄνδρα, τὸν συμπαθέστατον ἀγωνιστήν, τὸν ἀσκητήν, τὸν κορυφαῖον τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας Ἱεράρχην Μητροπολίτην Φλωρίνης σεβαστόν μου π. Αὐγουστῖνον. Πρὸ τοῦ σεπτοῦ αὐτοῦ Ἐπισκόπου ὑποκλίνομαι βαθυσεβάστως, τὸν εὐχαριστῶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου δι’ ὅσα πνευματικὰ μοῦ προσ­έφερε. Τὸν παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήση διὰ τὰς παρεκτροπάς καὶ ἄλλα πρὸς αὐτὸν παραπτώματά μου καὶ ἀσπαζόμενος μετὰ βαθυτάτου σεβασμοῦ τὸ Ἅγιον χέρι του παρακαλῶ νὰ προσεύχεται, αὐτὸς καὶ ἡ περὶ αὐτὸν Ἁγία Ἀδελφότης ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς μου.

   Καὶ τελειώνων, ἅπαξ ἔτι συγχωρῶ ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας ἅπαντας τούς εἰς ἐμὲ πταίσαντας. Παρακαλῶ ὅλους τούς ἐξ αἰτίας μου πικραθέντας νὰ μὲ συγχωρήσουν καὶ νὰ παρακαλέσουν, ὅπως ὁ πολυεύσπλαγχνος Κύριος, μὲ πᾶσαν ἐπιείκειαν μὲ κρίνη καὶ εὐδοκήση νὰ μὲ κατατάξη εἰς τὴν τελευταίαν καὶ ἐντελῶς ἄσημον γωνίαν τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας Του, Ἀμήν, γένοιτο».

Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον Ὁ Μητροπολίτης Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιος 1917 – 1984 - Ορθόδοξος Τύπος