Πέμπτη 21 Αυγούστου 2025

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ: «H ΑΠΟΤΕΧΙΣΙΣ» (Μέρος ΣΤ΄, Ζ΄)

 

«H ΑΠΟΤΕΧΙΣΙΣ»

«(Το ύψος του λόγου του ΙΕ κανόνα και ο «υψηλός» λόγος της Δυνητικής θεωρίας)

MΕΡΟΣ Z΄

Μία σημαντική, ιδιαίτερη αρετή του ΙΕ΄ κανόνα, είναι και το Ύψος του λόγου του, που διαφέρει από τον «υψηλό» λόγο της Δυνητικής θεωρίας, της προαιρετικής δηλ. εφαρμογής του Ι. Κανόνα έναντι της αιρετικής διδασκαλίας του οικείου επισκόπου ή, καλύτερα, της «δυνητικής φυγής» των πιστών έναντι της αιρέσεως.

Οι πιστοί της Δυνητικής θεωρίας πιστεύουν ότι η Σωτηρία αναπτύσσεται στα επίπεδά της, στις μορφές της, χωρίς να τους εμποδίζει η κοινωνία τους με την αίρεση του οικουμενισμού. Αυτό είναι λάθος! Δεν οικοδομείται η εν Χριστώ, ορθόδοξη πνευματική ζωή, σε κοινωνία με την αίρεση∙ Αυτό υπογραμμίζουν η Γραφή, οι Ι. Κανόνες και οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Οι της Δυνητικής ερμηνείας δεν διαθέτουν την Αγιοπνευματική σύνδεση της εσωτερικής (καρδιακής) Πίστεως με την έκφραση εξωτερικής αντίθεσης με την αίρεση, με τον οικείο αιρετικό επίσκοπο, σύμφωνα με τον ΙΕ΄ Κανόνα.

Η Δυνητική θεωρία χρησιμοποιεί «υψηλό» λόγο, αναφερόμενη στην διατήρηση της ειρήνης στην Εκκλησία, σε αποφυγή σχίσματος, σε αποφυγή εκκλησιαστικών εντάσεων και σε (αγαστή) συνεργασία με τον αιρετικό επίσκοπο μιας και, έτσι λένε, δεν έχει καταδικαστεί (ακόμη) από Σύνοδο∙

Ο «υψηλός» αυτός λόγος είναι φοβερά και φριχτά παθητικός στην εφαρμογή του, διότι η αίρεση του οικουμενισμού χρησιμοποιεί αυτούς ακριβώς τους όρους, ως κεκαλυμένη πειστικότητα, κρυφή πειστικότητα (The hidden Persuaders), για να φθάση στην ολοκληρωτική αλλοίωση του φρονήματος των Ορθοδόξων Χριστιανών, απλοϊκών και μη.

Αυτή η Δυνητική μεταχείριση του Κανόνα, ουδεμία ενεργητική προστασία παρείχε στην Εκκλησία μέχρι τώρα∙ αντίθετα, βοήθησε στην εξάπλωση του οικουμενισμού! Βοήθησε (με την αδράνειά της) στην προώθηση και υιοθέτηση (κανόνων δικαίου - ποιμαντικής) των οικουμενιστών Πατριαρχών – επισκόπων μέσα στην Εκκλησία (Κρήτη, 2016).

Αναμφίβολα, ο λόγος της Δυνητικής ερμηνείας δεν υψώνεται με τα απλά λόγια στο επίπεδο της ελευθερίας της Εκκλησίας από την αίρεση του οικουμενισμού∙ Εκεί δηλ. που σε υψώνει η έμπρακτη, εκκλησιολογική δύναμη φρονήματος και γλώσσας του ΙΕ Κανόνα.

Ενώ το πνεύμα του Δυνητισμού (συμβιβασμού) καθιστά τον Ορθόδοξο Χριστιανό άγονο σε εκκλησιολογικά αποτελέσματα, αντίθετα, το ύψος του λόγου του Ι. Κανόνα δημιουργεί, συλλήβδην, συνειδήσεις φορείς εκκλησιολογικής – πνευματικής οξυδέρκειας. Το εναγώνιο κλίμα της εποχής επιβάλλει να συγκεντρωθούμε στο ύψος του λόγου του ΙΕ΄ Κανόνα.

Να θυμηθούμε ότι στην αρχή της οικουμενιστικής διεισδύσεως (αλλαγή εορτολογίου, εκτροχιασμοί Πατριάρχη Αθηναγόρα κλπ) το πλήρωμα της Εκκλησίας (γενικά) δεν αντιστάθηκε συνολικά, ώστε να εξορκίσει το πνεύμα της παναιρέσεως, όπως ήτο υποχρεωμένο (το πλήρωμα) από τους Ι. Κανόνες, οπότε σήμερα, που ήλθαν συμφορές, το πλήρωμα θα υποστεί (δυστυχώς) και άλλες στερήσεις και οδύνες. Οι Δυνητικοί, τότε, στάθηκαν ανίκανοι (από τη φύση της θεωρίας) να προβλέψουν∙ αυτό είναι και το πιο βαρύ λάθος τους, ακριβοπληρωμένο εν πολλοίς.

Δυστυχώς, οι σημερινοί ορθόδοξοι δεν έχουν συλλάβει ακόμη, μετά από εκατό (100) χρόνια, το μολυσμό της παναιρέσεως επί των πνευματικών μεγεθών της Ορθοδοξίας∙ δεν έχουν συλλάβει τις συνάφειες των σημερινών επισκόπων με τους όρους ανάπτυξης της αιρέσεως. Ας αναλύσουν, τουλάχιστον, το ερμηνευτικό σχήμα εκκλησιολογικής ολότητας των αποφάσεων της Κρήτης, που ήδη εφαρμόζεται στις Μητροπόλεις.

Το ύψος του λόγου του Ι. Κανόνα στηρίζεται σε μία σταθερή, υπέρτατη αρχή, που είναι η προστασία – σωτηρία της Εκκλησίας και των πιστών από τα σχίσματα και τις αιρέσεις.

Το να εφαρμόσει ένας Επίσκοπος, ένας Ιερέας, ένας μοναχός-μοναχή, ή ένας λαϊκός τον Ι. Κανόνα, σημαίνει πορεία κουβαλώντας το Σταυρό της λύτρωσης, συνειδητά και υπεύθυνα, που απαιτεί νηφάλια – άγρυπνη πνευματική ζωή ακριβείας, με κριτική εκκλησιολογική σκέψη έναντι στους συνεχείς πειρασμούς, εγγενείς με την εφαρμογή του Κανόνα.

O IE΄ Κανόνας στην εφαρμογή του την ορθή, δεν εξασφαλίζει το ακαταδίωκτο από το σημερινό Σύστημα Πολιτείας και Διοικήσεως της Εκκλησίας, διότι όταν προωθείς το παρόν στο μέλλον, το πραγματικό του τώρα στο ιδανικό, εν Χριστώ, η Θεία Πρόνοια επιτρέπει διώξεις: «και πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Τιμ. Β΄ 3,12).

Η Δυνητική ερμηνεία είναι κοινωνικό φαινόμενο, διότι το δημιουργεί η ανθρώπινη – κοινωνική αναγκαιότητα, προς αποφυγή διώξεων και μαρτυρικής (εν Χριστώ) Ζωής.

Αυτή η ερμηνεία ενθαρρύνει τις βλέψεις της ευκολίας, γι’ αυτό και το πλήθος των πιστών κρεμιέται από αυτές (τις βλέψεις). Κάτι πολύ σημαντικό∙ ο ΙΕ΄ Κανόνας είναι συνδεδεμένος (άρρηκτα) με περιστάσεις κινδύνου της Εκκλησίας (από σχίσματα και αιρέσεις) ενώ η προαιρετική εφαρμογή του είναι (επαναλαμβάνουμε) διευκόλυνση ενός αιρετικού επισκόπου, μιας αιρετικής εκκλησιαστικής διοικήσεως.

Οι Πατέρες (συντάκτες) του Ι. Κανόνα γνώριζαν την σκληρή αμαρτητική δυναμική της αιρέσεως, τον τρόπο με τον οποίο αυτή φθείρη το ποίμνιο, το εκκλησιολογικό ορθόδοξο ήθος των πιστών, όπως το νερό και ο άνεμος φθείρουν τους βράχους.

Γι’ αυτό φρόντισαν (οι Πατέρες) να τον διατυπώσουν ως αρματωσιά της Εκκλησίας, που εμποδίζει την φθορά της πίστεως και των συνειδήσεων!

Ερώτημα: Δεν είναι αφύσικο, η αντίσταση στη φθορά της αιρέσεως, να θεωρείται προαιρετική;

Σχόλιο:

Οι πιστοί (ενορίες, Ι. Μονές, Αδελφότητες κλπ.) δεν ανήκουν (απλά) ως μονάδες στην Εκκλησία, ώστε να προτιμούν την θαλπωρή (ασφαλή) των προσωπικών τους επιλογών – συμφερόντων. Ανήκουν στη διαχρονική Ορθόδοξη Εκκλησία, γι’ αυτό και συμπράττουν στην εορτολογική τιμή των Αγίων Πατέρων – Μαρτύρων, που διαμόρφωσαν τη ζωή (ομολογία – άσκηση - μαρτύριο) στην Εκκλησία.

Ο ΙΕ΄ Κανόνας απαιτεί – διακηρύσσει υποχρεωτικά την ανάπτυξη υψηλής εκκλησιαστικής συνείδησης, ώστε να υπερβαίνει (ο πιστός) την απλή αγελαία παθητική συμμετοχή του στη ζωή της Εκκλησίας. Η προτεραιότητα ανήκει στην προετοιμασία της Εκκλησίας και όχι στον πιστό, τον αδρανή, τον απαθή, τον αδιάφορο δηλ. θεατή των εκκλησιαστικών γεγονότων.

Όταν εκλείπει η Ομολογία, τότε δεν έχει νόημα η αυτοτελής ύπαρξη του ατόμου – πιστού μέσα στην Άσκηση, μέσα στην Προσευχή και στα Μυστήρια της Εκκλησίας.

Η Αγιογραφική – Πατερική σύλληψη της Ομολογίας, δεν αφήνει περιθώρια για πιστούς χωρίς ομολογιακή διάσταση. Ακόμη και τα κείμενα (π.χ.) του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Πλάτωνα, του Ευρυπίδη, παρατηρούμε να διδάσκουν: «ότι η σύνδεση ανάμεσα στον πολίτη και στην πολιτεία πρέπει να είναι τόσο έντονη ώστε όταν πάσχει η πολιτεία να συμπάσχει και ο πολίτης».

Σε Εκκλησιαστική εκδοχή – παραδοχή, η σε αναλογία με την θύραθεν παιδεία, εμείς, όταν πάσχει η Εκκλησία, πρέπει να συμπάσχουμε μαζί της! Αυτή η διαχρονική πρόκληση – πρόσκληση κυριαρχεί στον ΙΕ΄ Κανόνα, ως προστασία αποδοτική – αποτελεσματική της Εκκλησίας και του πληρώματός της. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

===============================

«H ΑΠΟΤΕΧΙΣΙΣ»

(Η διαλεκτική του λόγου του ΙΕ κανόνα – 

οι βασικοί κανόνες του)

MΕΡΟΣ ΣT΄

Την πραγματική ανάλυση και ερμηνεία του ΙΕ Κανόνα, στα καλά ξεχωρισμένα πλαίσια – ενότητές του, την δίνουν οι συντάκτες του, όταν προσέξουμε (ιδιαίτερα) την προσωπική – επιστημονική κατάρτισή τους στη Ρητορεία και Ρητορική∙ όταν προσέξουμε τη δομή του λόγου τους.

Σημείωση: Να υπογραμμίσουμε, ότι η τεχνική του λόγου, η αρχιτεκτονική του, ως έκφραση σκέψεων, εννοιών, ιδεών, γνώσης, έμπνευσης κ.λ.π., είναι η Ρητορική – Ρητορεία. Αξιόλογη η μελέτη του Διονυσίου Αλικαρνασέως «περί συνθέσεως ονομάτων».

Ο Μ. Φώτιος, γνωστός για την επιστημονική κατάρτισή του, οδήγησε την Σύνοδο (Α-Β) σε καλώς προσδιορισμένα νοήματα σύμφωνα με (ορισμένα) σχήματα του Ρητορικού λόγου, που είναι:

α) Ο Συμβουλευτικός λόγος β) ο Δικανικός και γ) ο Επιδεικτικός. Για να κατανοηθεί το υποχρεωτικό του Ι. Κανόνα, χρειάζεται η αίσθηση της κατασκευής των φράσεών του∙ χρειάζεται και η Δομική κατανόηση του Ρητορικού λόγου των Πατέρων, συντακτών του Ι. Κανόνα. Το ύψος του λόγου τους (επαναλαμβάνουμε) έχει άξονες, που είναι:

Ο Συμβουλευτικός λόγος που αποβλέπει στο συμφέρον και στο μέλλον∙ ο Δικανικός που αναφέρεται στο παρελθόν και στο νόμιμο – δίκαιο και ο Επιδεικτικός που ασχολείται με το παρόν, μνημονεύει το παρελθόν και εξάγει συμπεράσματα για το μέλλον.

Στον Συμβουλευτικό λόγο εμπεριέχεται ο προτρεπτικός λόγος και ο αποτρεπτικός, για πράξεις καλές ή αρνητικές, αντιστοίχως.

Αρκετές φορές οι νοηματικές συνδέσεις που υπάγονται σ’ ένα λόγο, μετέχουν και στις δύο άλλες μορφές του λόγου.

Ο Συμβουλευτικός λόγος έχει «σκοπό να προτρέψει σε πράξη συμφέρουσα ή να αποτρέψει από πράξη βλαβερή» (Δημήτριος Λ Σταμούλης - Δικηγόρος). Εκφράζει δηλαδή νόημα υποχρεωτικό∙ ο Συμβουλευτικός λόγος του Τρισαγίου Θεού (Εκκλησία) είναι προς το συμφέρον της Σωτηρίας, γι’ αυτό και είναι πάντοτε υποχρεωτικός. Η προαίρεση του ανθρώπου, όμως, οδεύει προς την κατεύθυνση που της δίνουμε εμείς, αν δηλ. τη σωτήρια συμβουλή την τοποθετήσουμε ως πολύτιμη σελίδα στο βιβλίο της ψυχής μας ως εφαρμογή ή, αντίθετα, την τσαλακώσουμε πετώντας τη, στον τενεκέ της αρνητικότητάς μας, χαρακτηρίζοντας την εφαρμογή της ως μη προαιρετική.

Η Ρητορική οπτική του ΙΕ Κανόνα αποτελεί, πιστεύω, κλειδί και προνομιακό είδος κατανόησης των θεολογικών – εκκλησιολογικών νοημάτων του.

Η τεράστια καλλιέργεια του Μ. Βασιλείου, υπογραμμίζει: «Μη παρέργως ακούειν των θεολογικών φωνών, αλλά πειράσθαι τον εν εκάστη λέξει και εν εκάστη συλλαβή κεκρυμμένον νουν εξιχνεύειν» (P.G. 32, 69).

Η Γλωσσο-φιλοσοφία των Πατέρων – συντακτών του Ι. Κανόνα, μας δίνει αφορμή να εκτιμήσουμε καλύτερα (σήμερα) «το κύρος και των αυθεντίαν των Ι. Κανόνων της Εκκλησίας, τα οποία οφείλονται εις την θείαν Επιστασίαν και εις το αλάθητον της Εκκλησίας, η οποία εθέσπισε ή επεκύρωσεν αυτούς δια των Οικουμενικών Συνόδων» (Παν. Ι Μπούμης).

Ο Ι Κανόνας περιέχει μία εισαγωγή (πρόλογο) και δύο κρίσιμα εκκλησιολογικά κέντρα: Το σχίσμα και την αίρεση (Τμήμα Α και Τμήμα Β του Κανόνα). Τα δύο αυτά τμήματα κοινοποιούν το πνευματικό τους περιεχόμενο στους συγκεκριμένους αυτούς τομείς (Σχίσμα-Αίρεση).

Ο πρόλογος του Κανόνα είναι εσωτερικά διαπλεγμένος με τα τμήματα Α και Β μέσα σ’ αυτό που θέλουν να εκφράσουν, την προστασία δηλ. της Εκκλησίας και των πιστών από το Σχίσμα και την Αίρεση.

Α) Η Εισαγωγή του ΙΕ΄ Κανόνα:

«Τα ωρισθέντα περί Πρεσβυτέρων και Επισκόπων και Μητροπολιτών, πολλώ μάλλον επί Πατριαρχών αρμόζει».

Εξηγεί ο Αγ. Νικόδημος: «Εκείνα οπού οι ανωτέρω Κανόνες (ΙΓ, ΙΔ) εδιώρισαν περί Επισκόπων και Μητροπολιτών, τα αυτά διορίζει, και πολλώ μάλλον, ο παρών (ΙΕ΄) Κανών, περί Πατριαρχών».

Τονίζει ο Αγ. Νικόδημος, υπενθυμίζει έμμεσα, τους ΙΓ, ΙΔ΄ Κανόνας της Α-Β Συνόδου, που περιέχουν «τα ωρισθέντα περί Πρεσβυτέρων και Επισκόπων και Μητροπολιτών»∙ είναι οι κανόνες που συμπληρώνονται από τον ΙΕ, ο οποίος ενισχύει το θεσμικό (κανονικό) πλαίσιο περί Αποτειχίσεως.

Σε μικρό πλαίσιο, δίπλα στον ΙΕ΄ Κανόνα, ο Αγ. Νικόδημος (στο Πηδάλιο) παραθέτει και άλλους σχετικούς Ι. Κανόνες, θεωρώντας επιβεβλημένη (διαλεκτικά) τη συναίρεσή τους με τον ΙΕ΄. Αυτοί είναι οι:

Aποστ. Λα΄/της δ΄,ιη΄/της s΄, λα΄, λδ΄/ της α΄και β΄, ιβ΄,ιγ΄,ιδ΄/ της Εν Αντιοχ. Ε΄/ της εν Γάγ. s΄/ της εν Καρθ. ι, ια΄, ζβ΄.

Ο πρόλογος του ΙΕ΄ Κανόνα είναι άκρως Συμβουλευτικός – προτρεπτικός, που άπτεται και των Δικανικών και Επιδεικτικών λόγων, προς αποφυγή συνειδησιακών συγκρούσεων – διλημμάτων των Ορθοδόξων Χριστιανών στη σχέση τους με τον επίσκοπό τους. Στο Α΄ τμήμα του Ι. Κανόνα (περί Σχίσματος και διακοπής μνημοσύνου του οικείου Επισκόπου), ο λόγος της Συνόδου καλύπτεται θεματικά από τον Δικανικό λόγο, ο οποίος διαδέχεται τον Συμβουλευτικό λόγο του προλόγου.

Είναι άκρως φωτισμένες και σοφές οι διατυπώσεις των κειμένων, ώστε να υπάρχει μια βαθύτερη σύνδεση- ώσμωση των δύο αυτών ειδών λόγου.

Διαβάζουμε στο Α΄ τμήμα:

«Ώστε ει τις Πρεσβύτερος, ή Επίσκοπος, ή Μητροπολίτης τολμήσει αποστήναι της προς τον οικείον Πατριάρχην κοινωνίας και μη αναφέρει το όνομα αυτού, κατά το ωρισμένον και τεταγμένον, εν τη Θεία Μυσταγωγία, αλλά προ εμφανείας συνοδικής και τελείας αυτού κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσοι∙ τούτον ώρισεν η αγία Σύνοδος πάσης ιερατείας παντελώς αλλότριον είναι, ει μόνον ελεγχθείη τούτο παρανομήσας. Και ταύτα μεν εσφράγισταί τε και ώρισται περί των προφάσει τινών εγκλημάτων των οικείων αφισταμένων προέδρων, και σχίσμα ποιούντων, και την ένωσιν της Εκκλησίας διασπώντων». Ο καθορισμός ορίων – ποινών κατά τη νομολογία του Α΄ τμήματος έχει υποχρεωτικό, έντονο εκκλησιολογικό – κανονιστικό χαρακτήρα, προς αποφυγή Σχίσματος.

Στο Β΄ τμήματος, διαβάζουμε: «Οι γαρ δι’ αίρεσιν τινά παρά των αγίων Συνόδων, ή Πατέρων, κατεγνωσμένην, της προς τον Πρόεδρον κοινωνίας εαυτούς διαστέλλοντες, εκείνου δηλονότι την αίρεσιν δημοσία κηρύττοντος, και γυμνή τη κεφαλή επ’ Εκκλησίας διδάσκοντος, οι τοιούτοι ου μόνον τη κανονική επιτιμήσει ουχ υπόκεινται προ συνοδικής διαγνώσεως εαυτούς της προς τον καλούμενον Επίσκοπον κοινωνίας αποτειχίζοντες, αλλά και της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται. Ου γαρ Επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίσματι την ένωσιν της Εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι».

Παρατηρούμε, ότι στο Β΄ τμήμα του Ι. Κανόνος, δεν συναντούμε ανεκτικότητα για την αίρεση, για το σφάλμα του Επισκόπου να κηρύττει δημοσία την αίρεση, γυμνή τη κεφαλή, η οποία αίρεση πρέπει να είναι (ως προϋπόθεση διακοπής του μνημοσύνου) υπό συνόδου ή αγίων Πατέρων κατεγνωσμένην, όπως δηλ. είναι σήμερα η παναίρεση του οικουμενισμού.

Η προϋπόθεση που θέτει η Σύνοδος είναι λόγος Συμβουλευτικός (=προτρεπτικός) και Δικανικός, σύμφωνα με την επιστήμη της Ρητορικής. Προτρεπτικός και Δικανικός, ώστε η διακοπή του μνημοσύνου του αιρετικού επισκόπου να είναι δίκαιη. Η λογική του σκοπού της αίρεσης δεν πρέπει να κυβερνά την Εκκλησία. Ακριβώς, αυτή η έμπρακτη άρνηση της λογικής του σκοπού της αίρεσης είναι η ουσία της Αποτείχισης.

Εάν οι πιστοί δεν αντιδρούν τότε όλα τα επί μέρους συστατικά της «λογικής» της αίρεσης καταχωρούνται στη ζωή της Εκκλησίας ως «αληθινά», όπως συμβαίνει και σήμερα με τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου της Κρήτης.

Επειδή η αίρεση δεν εγκαθιδρύεται σε ορισμένη ή προκαθορισμένη ημερομηνία, αλλά λειτουργεί ως συνεχές γίγνεσθαι μέσα στο χώρο της Εκκλησίας, οργανωμένης και ελεγχόμενης (της αιρέσεως) υπό των οικουμενιστών επισκόπων, γι’ αυτό ο Ι. Κανόνας, ως εφαρμογή του, είναι υποχρεωτικός.

Η προαιρετική εφαρμογή του (Δυνητική θεωρία) είναι η θεωρία της αμάθειας ή της αδράνειας του πληρώματος. (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ