

Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κυθήρων & Ἀντικυθήρων κ.ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Εἰς τιμήν καί μνήμην τοῦ ἀξιομακαρίστου Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος κυροῦ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
[Ἐπιμνημόσυνος λόγος εἰς τόν Ἱερόν Μητροπολιτικόν Ναόν
Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου Λεβαδείας (16-3-2025)]
«Τό σῶμα αὐτοῦ ἐν εἰρήνῃ ἐτάφη, τό δέ ὄνομα αὐτοῦ ζῆ εἰς γενεάς,
σοφίαν αὐτοῦ διηγήσονται λαοί καί τόν ἔπαινον ἐξαγγέλει Ἐκκλησία» (Σοφία Σειράχ, μθ ́ 14-15)
Σεβασμιώτατε καί σεπτέ Ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου ταύτης
Ἐπαρχίας κ. Γεώργιε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Γουϊνέας κ. Γεώργιε,
Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Εὐλαβεῖς Χριστιανοί,
Κατά τήν δεύτερη σημερινή Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁπότε ἡ Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία τιμᾶ καί γεραίρει «τόν θεμελιωτή τοῦ θεολογικοῦ ἡσυχασμοῦ, τήν μεγαλύτερη θεολογική προσωπικότητα τῆς ὑστεροβυζαντινῆς περιόδου», τόν μέγαν ἀσκητήν καί ἡσυχαστήν Ἅγιον Γρηγόριον Ἀρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης τόν Παλαμᾶν, ὁ ὁποῖος «δι’ ἄκρας ἡσυχίας ἐχρημάτισε θεοειδέστατον ἔσοπτρον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀνελθών εἰς τό ἀκρότατον ὕψος τῆς κατά Θεόν ἀσκητικῆς πράξεως καί θεωρίας», κατ' αὐτήν, λοιπόν, τήν εὔσημον ἑορτήν τοῦ θεοπτικοῦ αὐτοῦ καί νηπτικοῦ Ἱεράρχου ἐπιτελοῦμε, συνήθως, κατ' ἔτος τό ἱερόν μνημόσυνον τοῦ πρό 18ετίας ἐκδημήσαντος πρός Κύριον φιλαρέτου, φιλαγίου καί μαρτυρικοῦ Ἐπισκόπου Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων κυροῦ Κωνσταντίνου.
Καί δέν εἶναι αὐτό συμπτωματικό, ἀλλά οἰκονομία τῆς Θείας Προνοίας. Γιατί ὁ ἀείμνηστος Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος μέ τήν ἀφιερωμένη κατά πάντα στόν Θεό ἐνάρετη ζωή καί πολιτεία του, μέ τό ἀγωνιστικό καί ἐκκλησιαστικό του φρόνημα, μέ τήν θυσιαστική του ἀγάπη στόν Χριστό καί τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία καί μέ τούς κραταιούς καί ἰσόβιους ἀγῶνες του γιά τήν ἐκλεκτή Νύμφη τοῦ Χριστοῦ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τήν Πατρίδα, καθώς σέ ὅλη του τήν ζωή ὑπῆρξε μιμητής τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἁγίων μας, ἔχει κοινά σημεῖα μέ τόν τιμώμενο σήμερα Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, παρ’ ὅτι ἦταν γόνος εὐγενοῦς καί εὐσεβοῦς οἰκογενείας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀνετράφη κατά τά πρῶτα του ἔτη στά αὐτοκρατορικά ἀνάκτορα ἐπί Ἀνδρόνικου Β ́ τοῦ Παλαιολόγου, περιφρόνησε τά ὑψηλά ἀξιώματα, γιά τά ὁποῖα τόν προόριζαν οἱ ἀγαπῶντες αὐτόν καί μετανάστευσε ἀπό τήν πατρίδα του στό Ἅγιον Ὄρος. Ἀργότερα ἐμόνασε στή Σκήτη τῆς Βεροίας καί ἀνεδείχθηκε μέγας ἀσκητικός καί νηπτικός Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας μέ πλούσια ἀσκητικά συγγράμματα.
Διακρίθηκε ὁ θεῖος Γρηγόριος στόν ἀγώνα τῶν Ὀρθοδόξων κατά τοῦ αἱρεσιάρχου Καλαβροῦ Μοναχοῦ Βαρλαάμ, διακηρύξας ὅτι τούς Ὀρθοδόξους χωρίζουν ἀπό τούς Λατίνους οὐσιώδεις διαφορές καί ὄχι ἀσήμαντα πράγματα ἤ ὀνόματα. Τίς θεολογικές ἀντιθέσεις καί διαφορές ἐνέτεινε ἀργότερα ἡ διαφωνία τῶν ἡσυχαστῶν μέ τούς ἀντιησυχαστάς γιά τήν ἀσκητική μέθοδο. Τότε ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἐκπροσωπώντας τούς ἡσυχαστάς, μετέβη στή Θεσσαλονίκη καί στήν Κωνσταντινούπολι γιά τήν ὑποστήριξι τῶν νηπτικῶν καί ἀσκητικῶν θέσεών του, οἱ ὁποῖες ἐπικυρώθηκαν ἀπό τήν διπλή στήν Κωνσταντινούπολι Σύνοδο τοῦ 1341.
Στή δεύτερη φάσι τῆς ἡσυχαστικῆς ἔριδος βρίσκονταν στή φυλακή τόν περισσότερο καιρό καί πολεμοῦσε θεολογικά τούς ἀντιησυχαστάς, ἐνῶ στήν τρίτη φάσι ἐξελέγη Θείᾳ Προνοίᾳ Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, χωρίς νά σταματήση καί τότε τόν θεολογικό ἀντιαιρετικό του ἀγώνα. Ἡ μεγάλη δραστηριότητα του στούς ὑπέρ τῆς ἀληθείας καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀγῶνας ἐστοίχισε στόν ἅγιο αὐτό ὑπέρμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας μεταξύ ἄλλων καί μιά αἰχμαλωσία ἀπό Τούρκους πειρατάς.
Ἐρχόμενοι τώρα στή μορφή, τήν ζωή καί τήν διακονία, τοῦ ἀξιομακαρίστου Ἐπισκόπου Θεσσαλιώτιδος κυροῦ Κωνσταντίνου καί κάνοντας συσχετισμό μέ τά προλεχθέντα γιά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, παρατηροῦμε τά ἑξῆς:
Ἀπό πτωχή πολύτεκνη οἰκογένεια τῶν Δουμενῶν τῶν Καλαβρύτων κατάγονταν ὁ ἀείμνηστος Ἱεράρχης. Στήν Πάτρα συνδέθηκε πνευματικά μέ τόν πρόσφατα ἀνακηρυχθέντα ἅγιο Γερβάσιο (Παρασκευόπουλο) καί μέ τό πνευματικό του περιβάλλον. Ἐφοίτησε ἐργαζόμενος σέ Νυκτερινό Γυμνάσιο τῶν Πατρῶν καί ἀργότερα στή Θεολογική Σχολή τῶν Ἀθηνῶν, διαμένοντας σέ ἕνα ἄτυπο φοιτητικό οἰκοτροφείου ἑνός εὐσεβοῦς Χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε Ἁγιορείτης Μοναχός καί ἐκοιμήθη ὁσιακά στό Ἅγιον Ὄρος.
Αὐτό τό Οἰκοτροφεῖο ἀνέδειξε καί ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Μετά τήν στρατιωτική του θητεία ὑπηρέτησε ἐνζήλως σέ διάφορες Ἱερές Μητροπόλεις, καί τελευταῖα στή Θεόσωστη αὐτή Ἐπαρχία Θηβῶν καί Λεβαδείας, ὡς λαϊκός ἀρχικά καί κατόπιν ὡς Κληρικός Ἱεροκήρυξ.
Ἁπλοῦς, ταπεινός, ἀνεπιτήδευτος, ἀσκητικός, ἀφοσιωμένος ὁλοκληρωτικά στό πνευματικό, ποιμαντικό καί ἱεραποστολικό ἔργο τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας «ἀπό φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτός» καί ἀπό νυκτός ἕως πρωΐας συνήθως, ἐπετέλεσε ἀθόρυβα, δημιουργικά καί ἀποδοτικά σέ πνευματική καρποφορία καί ἔργα Χριστιανικῆς Πίστεως καί ἀγάπης τήν Ἱεροκηρυκτική του διακονία.
Ἀναδειχθείς δέ παρ’ ἐλπίδα, ἐν ἀγνοίᾳ του καί χωρίς νά τό ἐπιδιώξει, Ἀρχιερεύς τοῦ Χριστοῦ καί Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων, παρέδωκε καί ἐδῶ ὁλοκληρωτικά, ἄνευ ὅρων καί ὁρίων, τόν ἑαυτό του στήν διακονία καί διαποίμανσι τῆς λαχούσης αὐτῷ Θεοσώστου Ἐπισκοπῆς. Κυριολεκτικά «οὐκ ἔδωκε ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις αὐτοῦ». Ἄγρυπνος, ἄοκνος, ἀκαταπόνητος, ἀκατάβλητος, ἀεικίνητος, ὁλοπρόθυμος, ἀνυποχώρητος καί χαλκέντερος εἶναι οἱ χαρακτηρισμοί, πού τοῦ ταιριάζουν. Καί ὄχι μόνον αὐτοί. Καί, κατά τό Εὐαγγελικόν λόγιον, «ὁ ἑωρακώς μεμαρτύρηκε καί ἀληθινή ἐστίν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ».
Πέρα τούτων, θά ἀρκεσθῶ διά τό περιορισμένο τοῦ χρόνου τοῦ Θείου Κηρύγματος, στή μαρτυρία ἑνός ἐφήβου τότε καί νῦν καταξιωμένου Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κ. Γεωργίου Κρουσταλάκη, πνευματικοῦ τέκνου τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου, τοῦ ὁποίου τό ἄριστο σύγγραμμα θά παρουσιασθῆ σήμερα σέ εἰδική τελετή στό φιλανθρωπικό Ἵδρυμα τῆς Ἁγίας Ταβιθᾶ τῆς πόλεως αὐτῆς.
Γράφει ὁ προσφιλέστατος ἐλλογιμώτατος κ. Καθηγητής στό περισπούδαστο ἔργο του «Ὁ Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος, Πνευματικός Πατέρας καί Παιδαγωγός»: «Σ’ ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο προσπαθοῦμε νά ὁρίσουμε ἐννοιολογικά καί νά κατανοήσουμε πληρέστερα τήν ἱεραποστολική λειτουργία τοῦ πατρός Κωνσταντίνου, ὅπως αὐτή διαγράφεται μέσα στή θυσιαστική ἀφιέρωσή του στή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση μελετᾶμε τήν παιδαγωγοῦσα διακονία τοῦ σεβάσμιου Γέροντα μας ὡς Πνευματικοῦ Πατέρα τῶν νέων κυρίως ἀνθρώπων, στήν κεφαλαιώδους σημασίας περίοδο τοῦ Ἐπισκοπικοῦ του Γολγοθᾶ.
»Ὁ π. Κωνσταντῖνος ἦταν ἕνας Ἀποστολικός Μοναχός. Ἦταν Ἐπίσκοπος ἐπιφανής, ἀλλά εἶχε συνείδηση Μοναχοῦ καί ἔζησε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του ὡς ἀφανής καί ἁπλός Μοναχός. Ὁ Χριστοκεντρικός του στοχασμός τόν ὁδήγησε στίς πηγές τῆς ἀσκητικῆς παράδοσης καί στή Θεολογία τῶν Νηπτικῶν Πατέρων...»
Καί σέ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ σεβαστός καθηγητής: «τέτοιο πρότυπο συμβούλου, κυρίως τῶν νέων ἀνθρώπων, ὑπῆρξε ὁ πατήρ Κωνσταντῖνος.
Ἦταν μιά ἱερή φυσιογνωμία, πού λειτουργοῦσε τή θεία πατρική σχέση μέ τά πνευματικά του παιδιά, μέ λεπτότητα καί διάκριση, κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινότητας. Μέ τήν πνευματική καθοδήγηση, δηλαδή μέ τρόπο μυστικό καί πνευματικό, συνέβαλε σύμφωνα μέ τήν πατερική ἐμπειρία στή «γέννηση» καί «ἀναγέννηση» τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν διά τοῦ Εὐαγγελίου».
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα κ. Γεώργιε,
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὅσοι ἔχουμε μελετήσει τά τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ἱερά του συγγράμματα βλέπουμε νά ὑπάρχουν ὁμοιότητες ὡς πρός τήν διακονία τῆς Πνευματικῆς Πατρότητος καί τῆς παιδαγωγικῆς μεθόδου τοῦ Ἁγίου Πατρός μέ τόν ἀλησμόνητο Ἱεράρχη Κωνσταντῖνο.
Ἐκεῖνο, ὅμως, πού ἰδιαίτερα τούς συνδέει εἶναι ὁ ὑπέρ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί τῆς Ἁγιωτάτης Αὐτοῦ Ἐκκλησίας διωγμός καί ἡ κακοπάθεια ὑπέρ τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Εἴδαμε προηγουμένως ὅτι ὁ θεῖος Γρηγόριος, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, φυλακίστηκε γιά τήν Ὀρθόδοξη Πίστι καί Παράδοσι καί αἰχμαλωτίστηκε ἀπό Τούρκους πειρατές.
Καί ὁ ἀξιομακάριστος καί ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος κατέστη ὑπερόριος, δηλαδή ἐξόριστος, ὄχι δύο καί τρία, ἀλλά 33 ὁλόκληρα χρόνια, μακριά ἀπό τό προσφιλέστατο ποίμνιό του «ἕνεκεν ἀληθείας καί δικαιοσύνης», δυνάμει νόμων -συντακτικῶν πράξεων τοῦ δικτατορικοῦ καθεστῶτος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Καί ὅμως δέν ἐκάμφθη, δέν ἐλύγισε, δέν ὀπισθοχώρησε καί δέν παρεσπόνδησε. Τόν τόπο τῆς ἐξορίας του, τόν μετέβαλε σέ παραδεισένιο τόπο, τόπο εἰρήνης καί εὐλογίας. Μέ τήν φιλάδελφη ἀγάπη τοῦ τότε Ποιμενάρχου μακαριστοῦ Νικοδήμου καί μέ τόν σεβασμό καί τήν εἰλικρινῆ ἀγάπη τοῦ τότε Πρωτοσυγκέλλου καί μετέπειτα Μητροπολίτου Θηβῶν καί Λεβαδείας καί νῦν Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου οἱ Νεανικές Κατασκηνώσεις Ἀράχωβας τῆς «Ἁγίας Ταβιθᾶ», ὅπου τώρα ἀναπαύεται τό ἱερό σκήνωμά του, ὑπῆρξαν τό εὐλογημένο Ἡσυχαστήριό του, ἀλλά καί τό ἱερό ὁρμητήριό του γιά πνευματικούς ἀγῶνας μέχρι τήν ἔσχατη ἀναπνοή του.
Ἦταν συγκινητική ἡ στιγμή, ὅταν ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος Κωνσταντῖνος, εὑρισκόμενος στήν ἐπιθανάτιο κλίνη τοῦ Εὐγενίδειου Νοσοκομείου Ἀθηνῶν, ζήτησε νά ἀσπασθῆ τό χέρι τοῦ νῦν Μακαριωτάτου κ. Ἱερωνύμου, εὐχαριστώντας τον ἀπό καρδιᾶς γιά τήν 33χρονη ἐγκάρδια φιλοξενία του στή Μητρόπολί του καί μέ τό προορατικό του ὄμμα προεῖδε τήν ἀνάρρησι τοῦ τότε Μητροπολίτου Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Ἱερωνύμου στόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο.
Περαίνων τήν ὁμιλία μου αὐτή, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστήσω θερμά τόν προσφιλέστατο Ἀδελφό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Θηβῶν, Λεβαδείας καί Αὐλίδος κ. Γεώργιο γιά τήν ὁλοπρόθυμη παροχή τῆς εὐλογίας του γιά τήν τέλεσι τοῦ κατ' ἔτος ἱεροῦ μνημοσύνου αὐτοῦ στόν Καθεδρικό Ἱερό Ναό τῆς Λιβαδειᾶς καί τήν ἐν συνεχείᾳ παρουσίασι τοῦ Τιμητικοῦ Τόμου, πού εὐσεβάστως καί φιλοπόνως συνέγραψε ὁ Καθηγητής κ. Κρουσταλάκης, ἀλλά καί γιά τόν σεβασμό καί τήν τιμή του πρός τόν ἀξέχαστο καί μαρτυρικό Ἐπίσκοπο Κωνσταντῖνο, τόν ὁποῖο ἐγνώριζε ἐκ τοῦ σύνεγγυς.
Κωνσταντίνου τοῦ Σεβασμιωτάτου καί Θεοπροβλήτου Μητροπολίτου, τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων αἰωνία ἡ μνήμη!