ΕΛΕΟΣ ΠΑΤΕΡΕΣ! ΕΛΕΟΣ!
Στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχου Κπόλεως πρὸς τὸν
Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν (μὲ ἡμερομηνία 18 Νοεμβρίου 2016) μεταξὺ τῶν πολλῶν
θαυμαστῶν ἀναφέρονται καὶ τὰ κάτωθι:
«Τυγχάνει πανθομολογούμενον, ότι η Αγία ημών Ορθόδοξος Εκκλησία, η Μία,
Αγία, Καθολική και Αποστολική, αποφαίνεται και αποφασίζει τα κατά το δόγμα και
το πολίτευμα αυτής εν Ιεραίς Συνόδοις, τοπικαίς, ευρυτέραις, Μείζοσιν ή Αγίαις
και Μεγάλαις, και εν Οικουμενικαίς, αι δε δια της επικλήσεως και εν Πνεύματι
Αγίω λαμβανόμεναι Συνοδικαί αποφάσεις αποτελούσι μίαν φωνήν, ως αποφαίνεται και
ο Ιερός Χρυσόστομος, γράφων ότι "μίαν εν Εκκλησία, δει φωνήν είναι αεί" (Εις Α’ Κορινθίους ΛΣΤ , P.G. 61,
315)».
Στὴν ἑρμηνεία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου τῆς Α΄
πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς, στὸν λστ΄ Λόγον ὁ ἅγιος ἀναφέρει τὴν παραπάνω
μνημονευόμενη φράση.
«Καὶ γὰρ μίαν ἐν ἐκκλησίᾳ δεῖ φωνὴν εἶναι
ἀεί».
Χρησιμοποιεῖται ἡ φράσις αὐτὴ ἀπὸ τὸν κειμενογράφο τῆς
παραπάνω ἐπιστολῆς γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι ὅταν ἡ ἐκκλησία ἀποφαίνεται σὲ συνόδους
αὐτὲς οἱ ἀποφάσεις ἀποτελοῦν τὴν «μία φωνὴν» τῆς Ἐκκλησίας, προετοιμάζοντας τὸ ἔδαφος γιὰ νὰ ὑποστηρίξει παρακάτω ὅτι ὅποιος πεῖ κάτι διαφορετικὸ ἀντιτίθεται στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὰ προκειμένου νὰ παρουσιάσει τὸν ὁποιονδήποτε ἐκφέροντα ἄλλη γνώμη, στὴν συγκεκριμένη περίπτωση ὅσους ἔχουν ἀντιρρήσεις στὰ ἀποφασισθέντα κατὰ τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης, ὡς ἀντιτιθεμένος στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν μία γνώμη ποὺ αὐτὴ ἐκφράζει -τὴν «μίαν φωνὴ» ποὺ κατὰ τὸν κειμενογράφο «ἀποφαίνεται» ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος. Ἄρα ὁ ἀντιλέγων ἀντιλέγει στὴν Ἐκκλησία κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Δὲν ὑπάρχει περιθώριο γιὰ ἄλλη φωνή. Μόνον μία. Ἄλλη γνώμη καμμία. Μόνον ἡ άπόφασις τῆς Συνόδου, χωρὶς καμμία ἀπολύτως προϋπόθεσι.
αὐτὲς οἱ ἀποφάσεις ἀποτελοῦν τὴν «μία φωνὴν» τῆς Ἐκκλησίας, προετοιμάζοντας τὸ ἔδαφος γιὰ νὰ ὑποστηρίξει παρακάτω ὅτι ὅποιος πεῖ κάτι διαφορετικὸ ἀντιτίθεται στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὰ προκειμένου νὰ παρουσιάσει τὸν ὁποιονδήποτε ἐκφέροντα ἄλλη γνώμη, στὴν συγκεκριμένη περίπτωση ὅσους ἔχουν ἀντιρρήσεις στὰ ἀποφασισθέντα κατὰ τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης, ὡς ἀντιτιθεμένος στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν μία γνώμη ποὺ αὐτὴ ἐκφράζει -τὴν «μίαν φωνὴ» ποὺ κατὰ τὸν κειμενογράφο «ἀποφαίνεται» ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος. Ἄρα ὁ ἀντιλέγων ἀντιλέγει στὴν Ἐκκλησία κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Δὲν ὑπάρχει περιθώριο γιὰ ἄλλη φωνή. Μόνον μία. Ἄλλη γνώμη καμμία. Μόνον ἡ άπόφασις τῆς Συνόδου, χωρὶς καμμία ἀπολύτως προϋπόθεσι.
Ἐπειδὴ ἀσφαλῶς καὶ ἡ διαδικασία ὀργανώσεως τῆς
Συνόδου, καὶ ὁ Κανονισμὸς Λειτουργίας της, καὶ ὁ τρόπος διεξαγωγῆς της, καὶ τὰ
συμπεράσματά της πόρρω ἀπέχουν ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ
τὴν γνώμη τῶν Πατέρων, -καὶ αὐτὸ εἶναι ἐμφανέστατο στὰ ἴδια τὰ κείμενα ποὺ
ὑπάρχουν, ὅπου πουθενὰ δὲν ὑπάρχει τεκμηρίωσις τῆς ὀρθότητος τῶν λεγομένων ἀπὸ
τοὺς ἁγίους πατέρες καὶ τὶς προηγηθεῖσες συνόδους -τώρα ἐπιστρατεύονται ρήσεις
τῶν ἀγίων προκειμένου νὰ χρωσθοῦν μὲ λίγο πατερικὸ χρῶμα τὰ ἀντιπατερικὰ
κείμενα, οἱ πρακτικὲς καὶ άποφάσεις τῆς Συνόδου αὐτῆς. Ἔτσι ὅποιος δὲν ἔχει
ὑπ΄ ὅψιν του τὰ κείμενα τῆς Συνόδου αὐτῆς διαβάζοντας κείμενα ὅπως τὸ παραπάνω ,
νὰ θεωρῆσει ὅτι ἐδράζονται ἐπὶ πατερικῶν βάσεων.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος δὲν λέγει τίποτα ποὺ νὰ
ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐπιχειρούμενη κατάχρηση τῶν λόγων του.
Ἂς δοῦμε τὶ λέγει καὶ γιατὶ τὸ λέγει: Στὸν λστ΄ Λόγο
ἀναφέρεται στὴν γλωσσολαλία καὶ στὴν προφητεία ποὺ ὑπῆρχε στὴν πρώτη ἐκκλησία
καὶ στὴν κριτικὴ ποὺ ἀσκεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σὲ αὐτοὺς ποὺ ὲστεναχωροῦντο
γιατὶ δὲν εἶχαν τέτοια χαρίσματα. Λέγει ὅτι ἡ μὲν γλωσσολαλία δὲν χρειάζεται
διότι ὁ μόνος σκοπός της ἦταν νὰ καταπλήξει τοὺς ἀπίστους ποὺ ἄκουγαν, ἀλλὰ
συνήθως κατέληγε σὲ χλευασμὸ ἀπὸ μέρους τους, ἡ δὲ προφητεία ἦταν χρησιμοτέρα
διότι μποροῦσε ὁ προφητεύων ἐν πνεύματι νὰ άποκαλύψει πολλὰ ἀπὸ τὰ κρύφια τοῦ
παρισταμένου ἀπίστου καὶ ἔτσι νὰ τὸν συγκλονήσει καὶ τὸν κάνει νὰ ἐνδιαφερθεῖ
γιὰ τὴν πίστη.
Κατόπιν μεταφέρει τὸν λόγο στὴν σύγχρονή του
ἐκκλησία καὶ ἀναφέρεται στὴν συμπεριφορὰ καὶ τὴν διαγωγὴ τῶν Χριστιανῶν μέσα
στὴν ἐκκλησία. Σὲ κάποιο σημεῖο ἀναφέρεται καὶ σὲ αὐτοὺς ποὺ θορυβοῦν ,
φλυαροῦν καὶ ἐνοχλοῦν μέσα στὸν ναό χωρὶς νὰ προσέχουν τὶ λέγεται:
«Κάθε μέρα κουραζόμαστε καὶ γινόμαστε κομμάτια γιὰ νὰ
φύγετε, ἐχοντας μάθει κάτι χρήσιμο. Καὶ κανείς σας δὲν φεύγει ἔχοντας κερδίσει
κάτι, ἀλλὰ βλάπτεσθε περισσότερο. Μαζεύεστε καὶ καταλήγει σὲ κρίμα καὶ δὲν
ἔχετε πρόφασι γιὰ τὴν ἁμαρτία σας, καὶ τοὺς πιὸ λογικοὺς καὶ πράους ἀναγκάζετε
νὰ βγαίνουν ἔξω ἐνοχλῶντας τους ἀπὸ παντοῦ μὲ τὶς φλυαρίες σας» (Πρὸς Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 314).
Καὶ συνεχίζει παρακάτω -γιὰ νὰ μὴν γίνεται
κουραστικὴ ἡ παράθεσις- ἄν ἐπιτρέπεται νὰ πεῖ κανεὶς κάτι τέτοιο γιὰ τὰ λόγια
τοῦ Χρυσορρήμονος:
«Νὰ ἡσυχάσεις πρέπει, γιὰ νὰ μὴν ἀναγκάζεις
τοὺς ἄλλους νὰ βγαίνουν ἔξω... Δὲν μπορεῖς νὰ ἡσυχάσεις; Βγὲς ἔξω γιὰ νὰ μὴν
προκαλεῖς ζημιὰ καὶ στοὺς ἄλλους. Διότι στὴν Ἐκκλησία μία φωνὴ πρέπει νὰ
ἀκούγεται, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα σώμα. Γι΄ αὐτὸ ὁ ἀναγνώστης διαβάζει μόνος του
καὶ ἀκόμη καὶ ὁ ἐπισκοπος κάθεται χωρὶς νὰ ὁμιλεῖ. Καὶ αὐτὸς ποὺ ψάλλει μόνος
του ψάλλει, καὶ ἄν καὶ ὅλοι ὑποψιθυρίζουν ἡ φωνὴ φέρεται ὡς ἀπὸ ἕνα στόμα. Καὶ
ὁ ὁμιλῶν ὁμιλεῖ μόνος. Ὅταν δὲ πολλοὶ πολλὰ καὶ διάφορα συζητοῦν, τότε ἐμεῖς
γιὰ ποιό λόγο ματαίως προσπαθοῦμε» (Πρὸς Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 315)
Ἔ! ἀπὸ δῶ πῆραν τὴν φράση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου γιὰ νὰ
στηρίξουν τὶς ἀπόψεις τους.
Τί νὰ ποῦμε πλέον; Ἔλεος, πατέρες. Ἔλεος. Τί σχέση ἔχουν τὰ λεγόμενα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου μὲ τὴν προσπάθεια νὰ ἐπιβληθοῦν στὴν
Ἐκκλησία οἱ αὐθαίρετες καὶ ἀνορθόδοξες ἀπόψεις τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης, μπορεῖ
νὰ τὸ διαπιστώσει καὶ ὁ ἔχων νοῦ κώνωπος. Σημειώνω ὅτι καὶ γιὰ τὶς ἄλλες
πατερικὲς παραθέσεις ἰσχύουν τὰ ἴδια, ἀλλὰ θὰ γινόταν μακρὺ καὶ κουραστικὸ τὸ
παρὸν σημείωμα.
Παρεπιμπτόντως ἄς ἐπιτρέψει ὁ κειμενογράφος τοῦ
Πατριάρχη στὴν ἀσημαντότητά μας νὰ τοῦ ὑποδείξουμε ὅτι στὸ συγκεκριμένο κείμενο
τοῦ ἁγίου Ἰωάννου ὑπάρχει χωρίο ποὺ ἔχει κάποια σχέση μὲ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν
σήμερα:
«Μοιάζει ἡ Ἐκκλησία σήμερα μὲ γυναίκα ποὺ ἔχει ξεπέσει
ἀπὸ τὴν παληά της εὐημερία καὶ μόνο τὰ σύμβολα ἔχει πλέον τῆς ἀρχαίας ἐκείνης
εὐπραγίας, καὶ ἔχει μόνο νὰ ἐπιδεικνύει τὶς θῆκες καὶ τὰ κιβώτια τῶν χρυσῶν
κοσμημάτων, ὁ δὲ πλοῦτος τῆς ἔχει ἀφαιρεθῆ. Μὲ αὐτὴν ὁμοιάζει σήμερα ἡ
Ἐκκλησία. Καὶ δὲν τὸ λέγω μόνο γιὰ τὴν ἔλειψι τῶν χαρισμάτων (ἀναφέρεται στὰ
χαρίσματα τῆς γλωσολαλιᾶς καὶ τῆς προφητείας), -δὲν θὰ ἦταν καθόλου φοβερὸ ἄν
ἦταν αὐτό μόνον-, ἀλλὰ γιὰ ἔλειψι βίου καὶ ἀρετῆς» (Πρὸς Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 312)
Ἀντὶ λοιπὸν γιὰ τὶς ἀτελείωτες συζητήσεις μὲ τοὺς
αἱρετικούς, τὶς φαντασμαγορικὲς ἀμερικανοκίνητες Συνόδους μὲ τὰ
προαποφασισθέντα ἀνορθόδοξα πορίσματα καὶ τοὺς διωγμοὺς τῶν ἀδελφῶν καλύτερο θὰ
ἦταν νὰ φροντίσουν νὰ ἔχουν βίο ὀρθὸ καὶ ἀρετή. Τότε, φρονοῦμε, καὶ ὀρθότης
δογμάτων θὰ ὑπῆρχε καὶ ἡ μεγίστη βοήθεια πρὸς τοὺς εὑρισκομένους στὶς αἱρέσεις.
(Ἐπειδὴ ἡ μετάφρασις ἔγινε στὸ πόδι, ὅπως καὶ ὅλο τὸ
σημείωμα, παραθέτω τὸ πρωτότυπο γιὰ τὴν ἀκρίβεια τοῦ πράγματος.
«Κοπτόμεθα καθ' ἑκάστην ἡμέραν καὶ
διασπώμεθα, ἵνα τι χρήσιμον μαθόντες ἀπέλθητε· καὶ οὐδεὶς ὑμῶν τι
κερδάνας ἄπεισιν, ἀλλὰ καὶ βλαβεὶς μειζόνως. Καὶ γὰρ εἰς κρῖμα συνέρχεσθε,
πρόφασιν οὐκέτι περὶ τῆς ἁμαρτίας ἔχοντες, καὶ τοὺς ἐπιεικεστέρους ἐκκρούετε, ταῖς ὑμετέραις φλυαρίαις
ἐνοχλοῦντες πάντοθεν» (Πρὸς Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 314).
«Ἡσυχάζειν ἔδει, ἵνα μὴ τοὺς προσέχοντας ἐκκρούσῃς,
ἵνα σου τὴν ἡσυχίαν καὶ τὴν αἰδὼ ἀποδεξάμενος ὁ Θεός, καὶ τὰ ἀσαφῆ ποιήσῃ δῆλα.
Ἀλλ' οὐ δύνασαι σιγᾷν; Οὐκοῦν ἔξιθι, ἵνα μὴ καὶ
ἑτέροις γένῃ βλάβη. Καὶ γὰρ μίαν ἐν ἐκκλησίᾳ δεῖ φωνὴν εἶναι ἀεί, καθάπερ ἑνὸς ὄντος σώματος. ∆ιὰ τοῦτο καὶ ὁ ἀναγινώσκων μόνος
φθέγγεται· καὶ αὐτὸς ὁ τὴν ἐπισκοπὴν ἔχων ἀνέχεται σιγῇ καθήμενος·
καὶ ὁ ψάλλων ψάλλει μόνος· κἂν πάντες ὑπηχῶσιν, ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος ἡ
φωνὴ φέρεται· καὶ ὁ ὁμιλῶν ὁμιλεῖ μόνος. Ὅταν δὲ πολλοὶ καὶ πολλὰ καὶ διάφορα διαλέγωνται, τίνος ἕνεκεν ἐνοχλοῦμεν ἡμεῖς
εἰκῆ;» (Πρὸς
Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 315).
«Ἀλλ' ἔοικεν ἡ Ἐκκλησία νῦν γυναικὶ τῆς
παλαιᾶς εὐημερίας ἐκπεσούσῃ, καὶ τὰ σύμβολα κατεχούσῃ πολλαχοῦ
μόνον τῆς ἀρχαίας εὐπραγίας ἐκείνης, καὶ τὰς μὲν θήκας τῶν χρυσίων
ἐπιδεικνυμένῃ καὶ τὰ κιβώτια,τὸν δὲ πλοῦτον ἀφῃρημένῃ· ταύτῃ προσέοικεν ἡ
Ἐκκλησία νῦν. Καὶ οὐ
χαρισμάτων ἕνεκεν τοῦτο λέγω· οὐδὲ γὰρ ἦν δεινόν, εἰ τοῦτο ἦν μόνον·
ἀλλὰ καὶ βίου καὶ ἀρετῆς» (Πρὸς
Κορινθίους Α΄, P.G. 61, σελ. 312).
Γ. Κ. Τζανάκης
Ἀκρωτήρι Χανίων, 11 Δεκεμβρίου 2016