Παρασκευή 3 Μαΐου 2024

Στο βάσταγμα του Σταυρού που έκανε ο Κύριος Αγίου Νικοδήμο Αγιορείτου


Στο βάσταγμα του Σταυρού που έκανε

ο Κύριος βαστάζοντάς τον
Α΄. Δημόσια.
Β΄. Γενναία.
Γ΄. Καρτερικά και υπομονετικά.

                                     Α΄.
   Σκέψου, αγαπητέ, τον τρόπο με τον οποίο ο Ιησούς Χριστός βάσταξε τον σταυρό του, για να τον μιμηθής κι εσύ, επειδή χωρίς σταυρό δεν μπορεί κάποιος να πάη στην βασιλεία των ουρανών. Πρώτα, λοιπόν, ο Χριστός βάσταξε τον Σταυρό δημόσια, δηλαδή μπροστά σε όλο το πλήθος την ώρα του μεσημεριού, στο κέντρο της Ιερουσαλήμ, που ήταν γεμάτη από κόσμο και μάλιστα τότε που είχε τόσον κόσμο, όσο δεν είχε ποτέ άλλοτε, λόγω του πλήθους των Ιουδαίων, που συγκεντρωνόταν από όλα τα μέρη του κόσμου, για να γιορτάσουν το Πάσχα στην Ιερουσαλήμ, όπως ώριζε ο νόμος· «Δεν μπορείτε να προσφέρετε την πασχαλινή θυσία σε οποιαδήποτε από τις πόλεις που σας δίνει ο Κύριος ο Θεός σας· θα την προσφέρετε μόνο στov τόπο που θα διαλέξη ο ίδιος για να λατρεύεται εκεί το όνομά του» (Δευτερ. 16, 5).
 Τότε, λέω, βγαίνει ο Ιησούς από το παλάτι του Πιλάτου, βαστάζοντας τον σταυρό στους ώμους του· έχοντας από το ένα του μέρος έναν ληστή και από το άλλο άλλον ληστή, φορώντας στο κεφάλι του ένα αγκάθινο στεφάνι για ατιμία αλλά και για τιμωρία· ντυμένος πάλι με τα δικά του ενδύματα για να τον αναγνωρίζουν όλοι· ανακηρυττόμενος από τον κήρυκα όλων ο οποίος βάδιζε μπροστά και φώναζε με ήχο και φωνή σάλπιγγας ότι είναι ένοχος θανάτου· περικυκλωμένος από τόσους δήμιους και στρατιώτες· συρόμενος στον τόπο της καταδίκης με ένα αναρίθμητο πλήθος λαού και μάλιστα με τους άρχοντες του λαού, με αρχιερείς, με ιερείς, με Φαρισαίους, με γραμματείς, οι οποίοι, αντί να τον λυπούνται και να τον συμπονούν, όλοι με ένα στόμα τον βλασφημούν, τον βρίζουν, τον κοροϊδεύουν· «Και βαστάζοντας τον σταυρό του εξήλθε στον λεγόμενο “Κρανίου τόπο”» (Ιω. 19, 17).
Ω θαυμάσιο θέαμα μπροστά στους Αγγέλους! Διότι ο βασιλιάς του ουρανού και της γης εμπαίζεται από τους δικούς του δούλους· διότι ο κριτής των ζωντανών και των νεκρών, στις
διαταγές του οποίου υπακούουν όλα τα κτίσματα, κατακρίνεται ως άξιος καταδίκης από τους παράνομους κριτές. Διότι ο φοβερός εκείνος Δεσπότης, η απόφασις του οποίου θα κάνη όλον τον κόσμο να τρομάξη κατά την έσχατη ημέρα, τώρα με τα χέρια πίσω δεμένα, με το πρόσωπο λυπημένο, με τα μάτια σκυθρωπά, με την κεφαλή του να γέρνη προς τα κάτω, πηγαίνει ως ένας κατάδικος να θανατωθή για τους αμαρτωλούς και μάλιστα γι’ αυτούς τους ίδιους, που τον θανατώνουν. Και παρόμοια, ω μεγάλη ντροπή μπροστά στους ανθρώπους! Διότι εκείνος ο Κύριος των κυρίων, στον οποίο στέκονται δίπλα του με φόβο και τρέμουν τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και με ασταμάτητες δοξολογίες τον δοξολογούν, τώρα έφθασε σε τέτοια κατάστασι, ώστε όλοι μαζί να τον εμπαίζουν· «Καθένας που με βλέπει με ειρωνεύεται» (Ψαλμ. 21, 8)· και να τον καταφρονούν με τόση αδιαφορία και περιφρόνηση, όποια θα έδειχναν σε ένα σκουλήκι και σε ένα όνειδος του ανθρωπίνου γένους· «Αλλά εγώ είμαι σκουλήκι και όχι άνθρωπος, παρωδία ανθρώπου και απόδιωγμα λαού» (Ψαλμ. 21, 7). [Γι’ αυτό και συ είσαι υποχρεωμένος να λες προς τον Κύριο, εκείνο, που συνήθιζε να λέη προς αυτόν ένας ευσεβής και φιλόθεος· «Όσο ευτελέστερος έγινες για μένα, τόσο περισσότερο επιθυμητός μου είσαι» (παρά τη ασφαλεί Οδηγία)].
Πραγματικά, καλά είπε ένας σοφός διδάσκαλος, ότι όλος ο πόλεμος και όλος ο αγώνας του Ιησού Χριστού ήταν όχι τόσο εναντίον των άλλων αμαρτιών, όσο εναντίον της φιλοδοξίας· και γι’ αυτό βλέπουμε, ότι τα άλλα πάθη και βάσανα, που υπέμεινε ο Κύριος στο αμόλυντο σώμα του, δεν είναι τόσο πολλά και υπερβολικά, γιατί άλλοι μάρτυρες υπέφεραν πολύ μεγαλύτερα βάσανα από αυτά τα του Κυρίου, η ατιμία όμως και η μεγάλη ντροπή, που δοκίμασε ο Κύριος όλων σε κάθε ένα σχεδόν από τα πάθη του, ανάμεσα στις τόσες ιστορίες του κόσμου, δεν βρέθηκε κανένας άλλος άνθρωπος να τα δοκιμάση. Γιατί ο Κύριος γνώριζε ότι το πάθος της φιλοδοξίας είναι η ρίζα και η πηγή όλων των κακών, που έγιναν στον κόσμο και των δαιμόνων στον ουρανό και των ανθρώπων πάνω στην γη και συνέχεια πολεμεί και κυριεύει τον κόσμο· γι’ αυτό και έκανε όλον του τον αγώνα και τον πόλεμο, για να νικήση αυτό το αρχικό κακό και να το εξαλείψη από τον κόσμο. Και ας μη σκεφθή κανείς ότι ο πόλεμος αυτός κατά της φιλοδοξίας είναι μικρός. Πραγματικά, όλοι οι άλλοι αγώνες και πόλεμοι, που γίνονται εναντίον των άλλων παθών, όταν συγκριθούν με τον πόλεμο αυτόν, σχεδόν δεν είναι τίποτε· διότι όσο μεγαλύτερη και δυνατώτερη είναι η φιλοδοξία από όλες τις άλλες κακίες, τόσο ο πόλεμος εναντίον της είναι μεγαλύτερος και δυνατώτερος· και όταν ο άνθρωπος νικήση όλα του τα πάθη, το πάθος της φιλοδοξίας παραμένει μέχρι τον θάνατό του και τον πολεμεί· γι’ αυτό και είπε ο Ηλίας ο Έκδικος μαζί με τους άλλους Πατέρες, ότι το τελευταίο κακό και το υποκάμισο των παθών, που αποβάλλεται τελευταία, είναι η φιλοδοξία [Διότι έτσι λέει· «Όλους τους δερμάτινους χιτώνες πολλοί μπόρεσαν και τους έβγαλαν από πάνω τους, τον τελευταίο, όμως, τον της κενοδοξίας, μόνο εκείνοι, που σιχάθηκαν την μητέρα της, που είναι η αυταρέσκεια» (Κεφ. ρλα’ των πρακτικών και θεωρητικών, σελ. 547 της Φιλοκαλ.)]. Θέλεις να το καταλάβης; Μάθε το από τον Ιώβ, ο οποίος τα άλλα κακά και τις δυστυχίες και αυτήν την λέπρα του σώματος και όλα όσα του προξένησε ο διάβολος τα υπέμενε με ευχαριστία· όταν, όμως, πήγαν να τον επισκεφθούν οι τρεις φίλοι του και βλέποντάς τον έκλαψαν και άρχισαν να του πληγώνουν την υπόληψι και να του λένε, ότι ο Θεός για τις αμαρτίες του τον τιμώρησε, τότε φαίνεται να παραπονιέται και να καταριέται την ημέρα, που γεννήθηκε (Ιώβ 2, 1) και να τους αποκαλή ανθρώπους που τον διεγείρουν στο κακό (Ιώβ 16, 21) και ανελεήμονες (Ιώβ 30, 21), να διηγήται τις αρετές του (Ιώβ 29· 30· 31) και να λέη ακόμη και άλλα παράπονα.
Τώρα εσύ, αδελφέ, που διαβάζεις αυτό, καταλαβαίνεις για ποια αιτία υπέφερε με χαρά τέτοια δημόσια καταισχύνη ο Κύριος; Γνώριζε, λοιπόν, ότι αυτό το υπέφερε για να σου υποδείξη παράδειγμα, για να τον μιμήσαι κι εσύ· δηλαδή για να μη ντρέπεσαι αν τυχόν οι άνθρωποι σε κατηγορούν και σε σχολιάζουν, επειδή τηρείς τις εντολές του Χριστού• που διατηρείς ακέραια και ανελλιπή όχι μόνο τα δόγματα της πίστεως αλλά και τις παραδόσεις της Εκκλησίας και των Αγίων Πατέρων. Γιατί τα δόγματα και οι παραδόσεις της Εκκλησίας μας, το ένα συγκρατεί το άλλο και πάλι το ένα γκρεμίζει το άλλο, όπως αν βγάλη κανείς από κάποια οικοδομή τις μικρές πέτρες μετακινεί ή και γκρεμίζει και τις μεγάλες πέτρες [Γι’ αυτό και η αγία ζ’ Οικουμενική Σύνοδος στην η’ Πράξι της αναθεματίζει εκείνους, που παραβιάζουν τις παραδόσεις της Εκκλησίας, λέγοντας τα εξής: «Εάν κανείς παραβαίνη κάποια παράδοσι έγγραφη ή άγραφη, ας είναι αναθεματισμένος». Και πάλι στην επιστολή προς τους Αλεξανδρείς η ίδια Σύνοδος λέει τα εξής: «Ο,τιδήποτε έγινε αντίθετα προς την εκκλησιαστική παράδοσι και διδασκαλία και διατύπωσι των αγίων και αειμνήστων Πατέρων ή θα γίνη κατόπιν, ας είναι αναθεματισμένο». Αυτό το ίδιο αναφέρεται και στο Τριώδιο την Κυριακή της Ορθοδοξίας]. Για να μη ντρέπεσαι αν σε κατηγορούν που δεν ακολουθείς τους πολλούς αλλά τους λίγους και καλούς· που δεν είσαι αντίθετος στην αλήθεια, αλλά την διαφυλάττεις και την υπερασπίζεσαι, φυλάγοντας αυτό που έχει γραφή· «Μη φέρνης αντίλογο στην αλήθεια» (Σειρ. 4, 25), και πάλι· «Για την αλήθεια ν’ αγωνίζεσαι μέχρι θανάτου και ο Κύριος ο Θεός θα πολεμά για σένα» (Σειρ. 4, 28). Για να μη ντρέπεσαι, αν τυχόν σε κατηγορούν οι άνθρωποι και σε δυσφημούν, γιατί δεν μοιάζεις μ’ αυτούς, ούτε θέλεις να επικοινωνής με τις κακίες και τις παραβάσεις που διαπράττουν, γιατί τους ελέγχεις ή με το έργο και το παράδειγμα της καλής σου ζωής ή με τον λόγο και την μαρτυρία της Αγίας Γραφής και των θεοφόρων Πατέρων. Και για να μιλήσω σύντομα, επειδή θέλεις να είσαι αληθινός χριστιανός και ζητάς την σωτηρία της ψυχής σου· αν, λέω, για όλα αυτά και τα παρόμοια σε κατηγορούν οι άνθρωποι και σε περιφρονούν, μη ντρέπεσαι καθόλου, αδελφέ, ούτε να αισχύνεσαι· αλλά ιδιαίτερα να χαίρεσαι και να δοξάζης τον Θεό, γιατί αξιώθηκες για χάρι του ονόματός του και χάρι της αλήθειας και της δικαιοσύνης του να περιφρονηθής, όπως σε παρηγορεί ο κορυφαίος απόστολος Πέτρος λέγοντας· «Αν υβρίζεσθε εξ αιτίας του ονόματος του Ιησού Χριστού, είσθε μακάριοι, διότι το ένδοξο και δυνατό Πνεύμα, το Πνεύμα του Θεού, αναπαύεται σ’ εσάς» (Α’ Πέτρ. 4, 14). Και πάλι· «Κανείς από σας να μη υποφέρη ως φονιάς ή κακοποιός ή αλλοτριοεπίσκοπος [Αλλοτριοεπίσκοπος είναι εκείνος, που αφίνει τις δικές του αμαρτίες και ασχολείται με τις ξένες και τις διαβάλλει (Βλέπε τον Βαρίνο)]· και αν υποφέρη ως χριστιανός να μη ντρέπεται» (Α’ Πέτρ. 4, 16). Αυτοί οι ονειδισμοί των ανθρώπων και οι κατηγορίες που δέχεσαι για την αλήθεια και για την αρετή, είναι ο σταυρός του Ιησού, τον οποίον πρέπει να βαστάζης και εσύ δημόσια μπροστά σε όλον τον κόσμο, χωρίς καμμία αντίρρησι και ντροπή, όπως τον βάσταξε και αυτός καταφρονώντας κάθε αισχύνη και περιφρόνησι των ανθρώπων, όπως έχει γραφή· «Ο οποίος αντί της χαράς που τον ανέμενε, υπέμεινε σταυρό, αφού περιφρόνησε την αισχύνη» (Εβρ. 12, 2). Αυτές oι περιφρονήσεις και οι κατηγορίες των ανθρώπων είναι η δόξα και το καύχημά σου, αδελφέ. Με τέτοιες κατηγορίες γίνεσαι κι εσύ συγκοινωνός των παθημάτων και της καταισχύνης του Ιησού· αν, λοιπόν, γίνεσαι συγκοινωνός στα πάθη και τις ατιμίες, είναι φανερό, ότι όταν έλθη ο καιρός, θα γίνης συγκοινωνός της χαράς και της δόξας του· «Αν βέβαια πάσχουμε μαζί του, για να δοξασθούμε επίσης μαζί του» (Ρωμ. 8, 17)· διότι όπως ο Κύριος καταδικάσθηκε στο να βαστάση και να υπομένη τον σταυρό και την δημόσια εκείνη καταισχύνη, επειδή είπε την αλήθεια, ότι δηλαδή είναι Υιός του Θεού και δεν κάνει τίποτε αντίθετο προς το θέλημα του Πατέρα του· «Εγώ γι’ αυτό ήλθα στον κόσμο, για να μαρτυρήσω την αλήθεια» (Ιω. 18, 37)· έτσι και συ. Βαστάζεις τον σταυρό του Χριστού και υπομένεις τις περιφρονήσεις των ανθρώπων, επειδή λες την αλήθεια, επειδή διαφυλάττεις τις παραδόσεις και επειδή εκτελείς το θέλημα και τις εντολές του Θεού και όχι το θέλημα και τις εντολές των ανθρώπων.
Γι’ αυτό, αγαπητε αδελφέ, βαστάζοντας βάσταξε αυτόν τον σταυρό [Σημείωσε ότι όλοι οι χριστιανοί, μικροί και μεγάλοι, πρέπει να έχουν πάνω τους τον σταυρό του Χριστού, κατασκευασμένο ή από ξύλο ή από χρυσό ή από ασήμι ή από κάποιο άλλο μέταλλο για φύλαξί τους και σωτηρία, όπως συνήθιζαν οι παλαιοί χριστιανοί. Γιατί ο άγιος Παγκράτιος, επίσκοπος Ταυρομενίας, όταν βάπτιζε τους χριστιανούς, τους έδινε και από ένα σταυρό από κέδρο να τον έχουν πάνω τους· και ο άγιος μάρτυρας Ορέστης είχε κρεμασμένο στον τράχηλό του χρυσό σταυρό και από αυτά αναγνωρίσθηκε, ότι είναι Χριστιανός, όπως αναφέρεται στο μαρτύριο των αγίων Μαρτύρων. Και αυτοί οι ίδιοι οι δαίμονες βιαζόμενοι από τον άγιο Ιωάννη τον Βοστρινό, ωμολόγησαν, ότι φοβούνται τρία πράγματα που έχουν οι χριστιανοί· το βάπτισμα· τον σταυρό, που φορούν στον λαιμό τους, και την Θεία Κοινωνία. Γι’ αυτό και ο Θεολόγος Γρηγόριος θέλοντας να φανερώση ότι κι αυτός βάσταζε σταυρό για απομάκρυνσι κάθε εχθρού, λέει· «Φεύγε δολομήχανε από την καρδιά μου· φεύγε γρήγορα· φεύγε από τα μέλη μου· φεύγε από την ζωή μου… μη σε χτυπήσω με τον σταυρό, τον οποίον τα πάντα τρέμουν· τον σταυρό φέρω στα μέλη μου, τον σταυρό στην ζωή μου· τον σταυρό στην καρδιά· ο σταυρός είναι η δόξα μου». Αλλά και όταν κανείς πίνη νερό ή κρασί, ή όταν αρχίζη κάποιο έργο και κάποια υπόθεσι, πρέπει να κάνη τον σταυρό του] και την περιφρόνησι του Χριστού, χωρίς ντροπή και αντίρρησι του κόσμου, θεωρώντας τον ως τον μεγαλύτερο πλούτο από όλους τους θησαυρούς των βασιλέων, όπως νόμιζε και ο Μωυσής μολονότι ζούσε πριν από τόν νόμο· «Ο Μωυσής αρνήθηκε να ονομάζεται υιός της θυγατέρας του Φαραώ, γιατί θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο από τους θησαυρούς στην Αίγυπτο την περιφρόνησι του Χριστού» (Εβρ. 11, 24), για να συναριθμηθής και συ με όλους τους αγίους παλιούς και νέους που βάσταξαν τον παρόμοιο σταυρό του Χριστού, όπως αναφέρεται· «Γι’ αυτό και ο Ιησούς για να αγιάση τον λαό με το δικό του αίμα, έπαθε έξω από την πύλη. Ας εξερχώμαστε λοιπόν με αυτόν έξω από το στρατόπεδο, βαστάζοντας την περιφρόνησί του» (Εβρ. 13, 12). Και γιατί να ντρέπεσαι, αδελφέ, να βαστάζης τον σταυρό του Κυρίου; Ένας Παύλος καυχόταν στο σταυρό κι εσύ ντρέπεσαι; «Σ’ εμενα ας μη γίνη να καυχηθώ για τίποτε άλλο, παρά για τον σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Γαλ. 6, 14). Σε κατηγορεί, όμως ο κόσμος για την αλήθεια που λες, για την αρετή που έχεις και για την χριστιανική ζωή που ζεις; ας σε κατηγορή, μη σ’ ενδιαφέρει. Αλλά σε μισεί ο κόσμος και σε καταδιώκει; Σε συκοφαντεί; Εσύ να χαίρεσαι γι’ αυτό και να αγάλλεσαι· διότι λέει «Είσθε μακάριοι όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι και όταν σας αφορίσουν και σας ονειδίζουν και δυσφημήσουν το όνομά σας ως πονηρό» (Λουκ. 6, 22). Σε καταριούνται, όμως oι άνθρωποι; Μη τις σκέφτεσαι καθόλου τις κατάρες· διότι αν οι άνθρωποι σε καταριούνται, όμως όλοι οι άνθρωποι και οι άγγελοι του παραδείσου θα σε χειροκροτήσουν και θα σε επαινέσουν και ο Θεός θα σε ευλογήση και θα σε στεφανώση με ένα στεφάνι αιώνιας δόξας· «Αυτοί θα καταρασθούν και συ θα τους ευλογήσης» (Ψαλμ. 108, 27)· γιατί αλλιώς τα κρίνει τα πράγματα ο κόσμος και αλλιώς ο Θεός. Όταν ο Ιησούς Χριστός βγήκε βαστάζοντας τον σταυρό στους ώμους του μπροστά σε όλο το πλήθος ο κόσμος νόμιζε ότι με τον τρόπο αυτόν τον ταπεινώνει πάρα πολύ· αλλά ο Θεός με την ταπείνωσι αυτή την ίδια ώρα υπερύψωσε το όνομά του και το δόξασε· «Τώρα δοξάσθηκε ο Υιός του ανθρώπου» (Ιω. 13, 31). Αυτό συμβαίνει και σε σένα, όταν περιφρονήσαι από τον κόσμο για την αλήθεια και την αρετή. Ο κόσμος νομίζει, ότι με τους ονειδισμούς του και με τις κατηγορίες του σε ταπεινώνει, την ίδια ώρα, όμως ο Θεός σε δοξάζει και θα σε δοξάση γι’ αυτές τις ταπεινώσεις πολύ περισσότερο στην μέλλουσα ζωή.
Αν, όμως κρύβης την αλήθεια και παραβαίνης τις εντολές του Θεού, για να κρατάς τις κακές συνήθειες [Το ότι πρέπει να ανατρέπωνται οι κακές συνήθειες και να διαφυλάσσωνται οι καλές μαρτυρεί ο α’ Κανόνας της αγίας Συνόδου, που έγινε στην Σαρδική λέγοντας· «Η κακή συνήθεια πρέπει να ξερριζωθή εντελώς»· και ο θείος Χρυσόστομος, άλλοτε, λέει· «Μη ζητάς σε παρακαλώ σε κανένα πράγμα την συνήθεια, αλλά το χρήσιμο και όχι αυτό που βλάπτει την ψυχή· κι αν μεν το πράγμα είναι καλό και ωφέλιμο, ας γίνεται και από εμάς και συνήθεια να είναι δεν βλάπτει· αν όμως το πράγμα αυτό ζημιώνει την ψυχή, ας το μισούμε και ας το αποστρεφώμαστε, κι αν ακόμη επικρατή η συνήθεια να γίνεται» (Λόγ. νστ’ εις την Γένεσιν). «Ποτέ ας μη μου λέγη κανείς, ότι είναι συνήθεια· γιατί όπου υπάρχει αμαρτία, εκεί η συνήθεια δεν πρέπει να γίνεται· αλλά αν αυτά που γίνονται είναι κακά, κι αν ακόμη είναι παλιά, κατάργησέ τα· αν όμως δεν είναι κακά, κι αν ακόμη δεν έχη επικρατήσει η συνήθεια, κάμε την ενεργή την συνήθεια αυτή και φύτεψέ την» (Λόγος εις το αποστολικόν ρητόν ‘Διά δε τας πορνείας…’». Και πάλι· «Μη μου αναφέρης την συνήθεια· διότι αν το πράγμα είναι κακό, ας μη γίνεται ούτε μία φορά· αν, όμως, δεν είναι κακό, ας γίνεται πάντοτε» (ομιλ. ιβ’ της Α’ Κορινθ.). Και πάλι· «Περιφρόνησε την παλιά συνήθεια» (Στο τέλος του λόγου «Περί συνεισάκτων»). Ο δε μέγας Βασίλειος λέει στον πζ’ κανόνα, ότι «Η συνήθεια που έχει δύναμι νόμου είναι αυτή που παραδόθηκε από τους αγίους άνδρες». Στους όρους πάλι Κατά πλάτος (όρος μ’) λέει, ότι «δεν πρέπει να ακολουθούμε τις διεφθαρμένες προλήψεις των πολλών και να επιβεβαιώνουμε τα άτοπα με την συμμετοχή μας στην υπόθεσι αυτή». Και ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος λέει· «Πρέπει να περιφρονούμε τον νόμο των ανθρώπων για τον νόμο του Πνεύματος» (Λόγ. α’ ειρηνικός). Αν όμως κάποιος ισχυρισθή, ότι σύμφωνα με το Β’ βιβλίο των Βασιλικών τίτλ. α’ ισχύει η συνήθεια ως άγραφος νόμος, ας μάθη αυτός, ότι ναι, έτσι είναι· αυτό, όμως, γίνεται δεκτό, όταν η συνήθεια αυτή δεν είναι αντίθετη σε γραπτό νόμο, σύμφωνα με το ίδιο βιβλίο των Βασιλικών. «Και επί πλέον αυτό μπορεί να ισχύση, όταν η συνήθεια αυτή, είναι εύλογη και σύμφωνα με τον νόμο και δίκαιη και δοκιμάσθηκε από αξιόλογους άνδρες» (κατά τον Αρμενόπουλον, βιβλ. α’ τίτλ. α’). Όσες, όμως, συνήθειες είναι ασυλλόγιστες και δεν αρμόζουν, δεν πρέπει να διατηρούνται (κατά τον ίδιο Αρμενόπουλο, ό. π.). Και η στ’ Νεαρά του Λέοντος του Σοφού ορίζει, ότι δεν πρέπει να επικρατή η άγραφη συνήθεια, που εμποδίζεται από τους Κανόνες], για να αρέσης στον κόσμο, για να σε επαινούν οι άνθρωποι και για να μη ντρέπεσαι από αυτούς· ουαί και αλλοίμονό σου! Διότι έρριξες κάτω στην γη από τους ώμους σου τον σταυρό του Χριστού και τον καταπάτησες· διότι δεν είσαι πλέον αληθινός χριστιανός και μαθητής και μιμητής του Ιησού Χριστού, του αληθινού σου διδασκάλου, αλλά μαθητής του κόσμου και του διαβόλου. Γιατί, όπως εσύ ντρέπεσαι τώρα να βαστάζης τον σταυρό και την περιφρόνησι του Χριστού και να ακολουθής το δικό του παράδειγμα για την αρέσκεια των ανθρώπων, έτσι και ο Χριστός τότε, κατά την ημέρα της κρίσεως θα ντραπή να σε ονομάση δικό του και να σε κάνη συγκοινωνό της δόξας του και της βασιλείας του· «Όποιος ντρέπεται για μένα στην γενεά αυτή την άπιστη και αμαρτωλή και ο Υιός του ανθρώπου θα αισθανθή ντροπή γι’ αυτόν, όταν έλθη με όλη την δόξα του Πατέρα του μαζί με τους άγιους αγγέλους του» (Μάρκ. 8, 38). Βλέπεις σε ποιο σημείο φθάνει; Βλέπεις πως χάνει και τη χριστιανική πίστι και την βασιλεία του Θεού και καταδικάζεται στην κόλασι όποιος ζητεί ν’ αρέση στους ανθρώπους; Γι’ αυτό καλά είπε ο Κύριος· «Πώς μπορείτε εσείς να πιστέψετε, αφού δέχεσθε τιμές ο ένας από τον άλλον και δεν ζητάτε την τιμή που προέρχεται από τον μόνο Θεό;» (Ιω. 5, 44). Καταραμένες λοιπόν, καταραμένες να είναι οι αντιρρήσεις του κόσμου και οι ντροπές που είναι τόσο άδικες και τόσο επιζήμιες για τους χριστιανούς που τους κάνουν να ντρέπωνται που σηκώνουν τον σταυρό και την σημαία του Χριστού, όπως υποσχέθηκαν στο άγιο Βάπτισμα· δηλαδή τους κάνουν να ντρέπωνται που είναι χριστιανοί.
Αχ!, αδελφέ· άραγε και συ πόσες φορές για τις αντιρρήσεις αυτές και για την ντροπή του κόσμου έκρυψες την αλήθεια και παρέβηκες τις εντολές του Θεού; Γι’ αυτό πρέπει να ντραπής πολύ και αποφάσισε μαζί με τον Χριστό να βαστάσης δημόσια μπροστά σε όλο τον κόσμο τον σταυρό και την περιφρόνησι του χριστιανικού νόμου και στο εξής να ντρέπεσαι όχι που ακολουθείς τον Χριστό, αλλά που δεν τον ακολουθείς και που ενεργείς αντίθετα στα παραδείγματα της ζωής του. Και επειδή ο κόσμος είναι εχθρός του Χριστού και εχθρός δικός σου, παρακάλεσε τον Κύριο να σου δώση δύναμι να περιφρονήσης όλες τις συναναστροφές του κόσμου· όλες τις κρίσεις του κόσμου· όλες τις περιφρονήσεις του κόσμου και να φθάσης σε τέτοιο σημείο αρετής που να μη κάνης διάκρισι ανάμεσα στους επαίνους και τις κατηγορίες του κόσμου, αλλά να θεωρής ένα πράγμα και τα καλά και τα κακά του λόγια, σαν άγγελος Θεού, όπως είπε η Θεκωΐτηδα εκείνη γυναίκα στον βασιλιά Δαυίδ· «Εσύ είσαι σαν ένας άγγελος του Θεού· ξέρεις να διακρίνης το καλό και το κακό» (Β’ Βασιλ. 14, 17).

Β΄.
Σκέψου αγαπητέ, ότι ο Χριστός βάσταξε τον σταυρό όχι μόνο δημόσια, αλλά ακόμη και γενναία και με πολλή ανδρεία. Γνώριζε πολύ καλά ο Κύριος πόσο ήταν το βάρος του ξύλου εκείνου του σταυρού, όχι μόνο κατά το φαινόμενο· επειδή σύμφωνα με την παλιά παράδοσι που έχουμε το μήκος του σταυρού ήταν δέκα πέντε πόδια και το πλάτος οκτώ πόδια [Σημ. μ. δηλαδή μήκος 450 εκ. και πλάτος 240 εκατ.] και το πάχος ανάλογα με το μήκος και το πλάτος. Αλλά και σύμφωνα με αυτό που νοείται, διότι ο σταυρός σήκωνε πάνω του τις αμαρτίες όλου του κόσμου· ήξερε πάρα πολύ καλά πόσο ασθενείς ήταν οι σωματικές του δυνάμεις, λόγω του πλήθους του αίματος που έχυσε στα προηγούμενα βάσανα που έπαθε, και για τους εσωτερικούς και εξωτερικούς πόνους της παναγίας του ανθρωπίνης φύσεως. Και παρόμοια γνώριζε πάρα πολύ καλά την παρανομία της άδικης εκείνης αποφάσεως που έγινε εναντίον του, που καταδίκαζε τον Άγιο των αγίων να πεθάνη σαν ένας παράνομος, σαν ένας απαίσιος άνθρωπος και σαν ένας αρχιληστής καρφωμένος πάνω σ’ ένα σταυρό· και παρόλα αυτά, χωρίς καθόλου να τα υπολογίση, αγκαλιάζει αυτόν τον σταυρό με μεγάλη προθυμία και γενναιότητα. Τον σφίγγει στο στήθος του· τον βλέπει σαν ένα θυσιαστήριο, στο οποίο πρόκειται να θυσιάση την ζωή του· τον βλέπει σαν ένα θρόνο της αγάπης του, σαν δόξα του και καύχημα· σαν σκήπτρο της βασιλείας του· σαν νυφικό θάλαμο της Εκκλησίας του [Έτσι ωνόμασε τον σταυρό ο ιερός Αυγουστίνος, «θάλαμο της αποτικτούσης». Και αποτίκτουσα, βέβαια, είναι η Εκκλησία και νυφικός θάλαμος ο σταυρός, διότι με τον σταυρό η Εκκλησία νυμφεύθηκε τον σταυρωμένο Χριστό και με το αίμα και το νερό που έτρεξε από την πλευρά του, αυτή, που ήταν προηγουμένως στείρα, γέννησε πολλά τέκνα και έγινε συγχρόνως μητέρα πολύτεκνη και καλλίτεκνη, αναγεννώντας με το νερό του βαπτίσματος και ανατρέφοντας αυτά, που γεννήθηκαν, με το σώμα και το αίμα του Κυρίου.] και σαν ένα όργανο της δικής μας απολυτρώσεως και της καταστροφής της αμαρτίας. Γι’ αυτό και προηγουμένως ωνόμασε τον σταυρό ποτήριο, διότι όπως ένας που πίνει ένα ποτήρι από καλό κρασί, χαίρεται και αγάλλεται, έτσι και ο Ιησούς με προθυμία και χαρά βάσταξε την καταδίκη του σταυρού· «Μπορείτε να πιήτε το ποτήρι, το οποίο πρόκειται να πιω εγώ;» (Ματθ. 20,22). Και αλλού θέλοντας να δείξη την προθυμία και την σταθερή απόφασι που είχε στην καρδιά του, για να δεχθή τον σταυρικό θάνατο, έλεγε· «Έχω να βαπτισθώ ένα βάπτισμα, και πόσο στενοχωριέμαι έως ότου γίνη!» (Λουκ. 12, 50). Γι’ αυτό και στις γυναίκες που τον ακολουθούσαν, όταν πήγαινε να σταυρωθή και έκλαιγαν για την καταδίκη που δεχόταν, γύρισε πίσω και τις είπε με γενναία καρδιά· «Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, μη κλαίτε για μένα» (Λουκ. 23, 28), σαν να τις έλεγε εκείνο που είπε ο Παύλος προς εκείνους που έκλαιγαν γι’ αυτόν· «Τι κερδίζετε με το να κλαίτε και να μου ραγίζετε την καρδιά» (Πράξ. 21, 13); εγώ έτοιμος και με προθυμία δέχομαι αυτόν τον σταυρικό θάνατο. Ω, δόξα στην μεγαλοψυχία σου, Θεάνθρωπε Ιησού! η οποία μεγαλοψυχία σου προξένησε όλην την γενναιότητα και τους μάρτυρες και έκανε ακόμη και τα αδύνατα κορίτσια και τα νήπια ακόμη να αγκαλιάζουν τους τροχούς και τα μαχαίρια σαν άνθη και τριαντάφυλλα· που έκανε τους οσίους να σηκώνουν στους ώμους τους για όλη τους την ζωή τον σταυρό και να έχουν τις πολυχρόνιες νηστείες και κακοπάθειες σαν διασκεδάσεις και ξεφαντώματα και έδωσε δύναμι σε όλους τους χριστιανούς να υποφέρουν με προθυμία κάθε θλίψι και δοκιμασία!
Σύγκρινε τώρα εσύ, αδελφέ, με αυτήν την μεγαλοψυχία του Ιησού την δική σου ολιγοψυχία, με την οποία δέχεσαι και βαστάζεις τον σταυρό σου· δηλαδή εκείνο, που πρέπει να κάνης και να υποφέρης για να διαφυλάττης τον νόμο και τις εντολές του Θεού, και θα δης πόσο μακριά είσαι από το παράδειγμα του λυτρωτή σου. Εσύ, κατ’ αρχάς ζητείς κάθε τρόπο, με τον οποίο θα μπορέσης να αποφύγης εκείνο, που φαίνεται βαρύ και οδυνηρό στην διεφθαρμένη σου φύσι. Κατόπιν, όταν αναγκασθής να τον βαστάσης, τον βαστάς με τόση λύπη και μικροψυχία, που πολλές φορές γογγύζεις και εναντίον του Θεού ή εναντίον εκείνων των ανθρώπων, που σε θλίβουν, και με αυτό δείχνεις ολοφάνερα, ότι δεν γνωρίζεις πόσο ωφέλιμος είναι ο σταυρός των θλίψεων, ούτε καν, ότι ο Χριστός τον έκανε εύκολο με το παράδειγμά του και τον έκανε ένα μέσο απαραίτητο, για να απολαύσης την βασιλεία του και την αιώνια δόξα· «Πρέπει να περάσουμε από πολλές θλίψεις για να μπούμε στην βασιλεία του Θεού» (Πράξ. 14, 22). Γι’ αυτό πρέπει να απομακρυνθής από την πλάνη αυτή, αγαπητέ, και να γνωρίζης ότι χωρίς σταυρό δεν πρόκειται να σωθής δηλαδή, χωρίς να νικήσης τον εαυτό σου, χωρίς να υποτάξης τα πάθη σου, χωρίς να δεχθής πειρασμούς και θλίψεις δεν σου δίνεται στέφανος και βραβείο· διότι λέει ο όσιος Ησαΐας, ότι ο σταυρός είναι κατάργησις της αμαρτίας και ο Αββάς Μάρκος λέει ότι κάθε αρετή είναι σταυρός. Αυτός είναι ένας νόμος πολύ βέβαιος τον οποίο δεν πρόκειται να αντικαταστήση ο Θεός εξ αιτίας της δικής σου απολαύσεως. Αυτός είναι ένας δρόμος βασιλικός τον οποίο πρώτος βάδισε ο Υιός του Θεού και κατόπιν τον περπάτησαν γενικά όλοι οι άγιοι, και είσαι υποχρεωμένος να τον βαδίσης κι εσύ, για να μεταβής μέσα από αυτόν τον δρόμο στην ζωή· «Στενή είναι η πύλη και στενόχωρος ο δρόμος που οδηγεί στην ζωή» (Ματθ. 7, 14)· διότι δεν κατασκευάζει ο Θεός για σένα άλλον δρόμο, που να οδηγή στον παράδεισο. Τι λέω; Όχι μόνον πρέπει να υπομένης τις θλίψεις και να βαστάζης τον σταυρό του Χριστού, αλλά πρέπει ακόμη να τον βαστάζης με προθυμία και γενναιότητα, όπως τον βάσταξε ο Κύριος· διότι η προθυμία, σύμφωνα με τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, πολλές φορές κάνει και τα δύσκολα εύκολα, ενώ, αντίθετα, η ολιγοψυχία και η αμέλεια κάνει και τα εύκολα δύσκολα· και όποιος δέχεται με γενναία καρδιά τις θλίψεις και τους πειρασμούς αυτός δέχεται αμέσως παρηγοριά σ’ αυτές και απολαμβάνει τον πνευματικό πλούτο, που βρίσκεται μέσα σ’ αυτές· «Τα χέρια τα φιλόπονα, πλουτίζουν» (Παροιμ. 10, 4)· όποιος όμως τις δέχεται με ολιγοψυχία, αυτός διπλά βασανίζεται, επειδή, σύμφωνα με τον άγιο Ισαάκ, «η ολιγοψυχία είναι μητέρα της κολάσεως» (Λόγ. μστ’ σελ. 287).
Και γιατί να δείχνης μικροψυχία, αδελφέ; Τι φοβάσαι; Πες μου· γιατί δειλιάζεις στις θλίψεις του κόσμου; Δείξε ανδρεία και έχε θάρρος στον Κύριο, διότι αυτός είναι, που θα σε δυναμώση να τις νικήσης· «Στον κόσμο θα έχετε θλίψι, αλλά έχετε θάρρος, εγώ έχω νικήσει τον κόσμο» (Ιω. 16, 33). Φοβάσαι τον διάβολο, που ξεσηκώνει εναντίον σου τους πειρασμούς και τις δυστυχίες; αλλά έχε θάρρος διότι ο Χριστός που είναι μαζί σου, είναι δυνατώτερος και μεγαλύτερος από τον διάβολο· «Εκείνος που είναι μέσα σας είναι μεγαλύτερος από εκείνον, που είναι στον κόσμο» (Α’ Ιω. 4, 4). Τρέμεις για την αδυναμία της φύσεώς σου; Αλλά έλπιζε στον Κύριο, του οποίου η δύναμις τελειώνεται και δοξάζεται στην ασθένεια· «Η δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία» (Β’ Κορ. 12, 9). Εσύ, όταν έλθουν τα Άγια πάθη του Κυρίου, λυπάσαι και χύνεις δάκρυα, που τόσα πολλά υπέφερε ο Κύριος όλων για την δική σου την αγάπη· εσύ την Μεγάλη Παρασκευή συνερίζεσαι πώς να βαστάξης τον σταυρό ή την εικόνα του εσταυρωμένου και δείχνεις τέτοια προθυμία, που σχεδόν λες κι εσύ με τον Πέτρο· «Κύριε, είμαι έτοιμος να πάω μαζί σου και σε φυλακή και σε θάνατο» (Λουκ. 22, 33). Έπειτα, όταν σου έλθη ο αληθινός σταυρός του Χριστού, δηλαδή κάποια θλίψις και πειρασμός τότε γίνεσαι τόσο μικρόψυχος ώστε ρίχνεις κάτω από τους ώμους σου αυτόν τον σταυρό και αποφεύγεις τον πειρασμό, τον οποίο, αν δεχόσουν με μεγαλοψυχία, θα γινόσουν πραγματικά κοινωνός των παθών του Κυρίου· ώστε ψεύτικα είναι εκείνα τα δάκρυα, που χύνεις για τον Κύριο, ψεύτικη είναι εκείνη η προθυμία, που έδειχνες για να βαστάξης την εικόνα του εσταυρωμένου, ψεύτικος ήταν εκείνος ο σεβασμός και η ευλάβεια που έδειχνες, ήταν μόνο στην επιφάνεια και όχι μέσα στην καρδιά, όπως λέει ο Θεός με τον Προφήτη Ησαΐα· «Ο λαός αυτός με το στόμα του με πλησιάζει και με τα χείλη του με τιμά, ενώ η καρδιά του βρίσκεται μακριά από μένα» (Ησ. 29, 13). Έτσι, λοιπόν, κάνεις σαν μερικούς στρατιώτες οι οποίοι, όταν βρίσκονται κάτω από τις σκηνές τους και τρώνε και πίνουν, καυχώνται ότι θα πολεμήσουν με ανδρεία τους εχθρούς· όταν όμως κηρυχθή ο πόλεμος τόσο πολύ κυριεύονται από την δειλία, ώστε λιποτακτούν και εγκαταλείπουν τον πόλεμο.
Να αισθανθής ντροπή, λοιπόν, που μέχρι τώρα έζησες με διαθέσεις τόσο αντίθετες στην σωτηρία σου μη θέλοντας να βαστάξης τον σταυρό της μετάνοιας και κακοπάθειας, μαζί με τον δικό σου αρχιστράτηγο τον δεσπότη Χριστό, ο οποίος προχωρεί πριν από εσένα, για να σε καθοδηγή. Και παρακάλεσέ τον να δυναμώση την αδυναμία σου με την χάρι του και να σου χαρίση κάποιο μέρος από την μεγαλοψυχία του· διότι είσαι αποφασισμένος να τον ακολουθής στον Γολγοθά με τα σημάδια, τα οποία αυτός άφησε ραντισμένα με το πανάγιο αίμα του, μέχρις ότου να ανεβής στον σταυρό και να πεθάνης μαζί του στις διαταγές των προσταγμάτων του, λέγοντας κι εσύ με τον Θωμά· «Ας πάμε κι εμείς, για να πεθάνουμε μαζί του» (Ιω. 11, 16).

Γ΄.
Σκέψου, αγαπητέ, ότι ο Χριστός βάσταξε τον σταυρό όχι μόνον δημόσια και με γενναιότητα, αλλά και με καρτερία και με μεγάλη υπομονή κατά την διάρκεια όλης εκείνης της βασανιστικής πορείας που άρχιζε από το πραιτώριο του Πιλάτου μέχρι το όρος του Γολγοθά. Έτσι βαστάζοντας ο Ιησούς πάνω στους ώμους του τον σταυρό και ανεβαίνοντας όλα τα ανηφορικά μέρη του δρόμου, η άκρη του σταυρού χτυπούσε στην γη και συρόταν και στην συνέχεια σκόνταφτε ο Ιησούς σε κάθε βήμα και γονάτιζε. Και με τον τρόπο αυτόν όχι μόνο γινόταν πάλι νέα η δοκιμασία του, αλλά, μολονότι έπεφτε πολύ συχνά κάτω από το βάρος του σταυρού, δεν τον άφηναν· γι’ αυτό οι στρατιώτες και οι Ιουδαίοι, φοβούμενοι μήπως πεθάνη στον δρόμο, πριν τον σταυρώσουν, θέλησαν τάχα για λίγο να τον ξαλαφρώσουν, δίνοντας τον σταυρό στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, για να τον σηκώση· «Καθώς έβγαιναν βρήκαν άνθρωπο από την Κυρήνη, ο οποίος ωνομαζόταν Σίμων. Αυτόν αγγάρευσαν, για να σηκώση τον σταυρό του» (Ματθ. 27, 32).
Τώρα, σκέψου εσύ, αδελφέ, ότι όπως από την πλευρά των εχθρών του Κυρίου δεν υπήρχε συμπάθεια και ευσπλαγχνία αυτό το ξαλάφρωμα του σταυρού (μολονότι έτσι φαίνεται) αλλά σκληρότητα και πονηρία, επειδή το έκαναν όχι από ευσπλαγχνία, αλλά για να τον σταυρώσουν ζωντανό με περισσότερη ατιμία και περιφρόνησι. Έτσι και από την άλλη πλευρά του Ιησού, δεν υπήρχε βάρος και ακηδία στο να βαστάξη τον σταυρό του, δεν υπήρχε παράπονο ότι έχει κουρασθή πάρα πολύ· δεν υπήρχε διάθεσις να τον ρίξη από τους ώμους του, μακριά μία τέτοια σκέψι· αλλά ήταν μυστήριο, για να μας δώση να καταλάβουμε, ότι αυτός θέλει να μεταδώση τον σταυρό του και σε μας και έτσι να μας κάνη κοινωνούς και μετόχους των δοκιμασιών του και των ουράνιων αγαθών του. Και όπως στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, επακολούθησαν αμέτρητα αγαθά, επειδή σήκωσε τον σταυρό του Κυρίου, μολονότι με αντίστασι και με αγγαρεία· έτσι θα δεχθή και κάθε αγαθό, όποιος άλλος θελήση να μιμηθή τον ίδιο Χριστό και βαστάξη τον σταυρό του. Έτσι ερμηνεύει ο θεοφόρος Μάξιμος· «Σήκωσε ο Κύριος τον σταυρό του μέχρι την πύλη της πόλεως, προς το τέλος όμως αγγάρευσαν τον Σίμωνα και τον σήκωσε· και στον Ιησού, βέβαια, εκπληρώθηκε εκείνο που λέχθηκε “η εξουσία του είναι πάνω στους ώμους του” (Ησ. 9, 6), αυτό όμως που έγινε στον Σίμωνα είναι σημείο, ότι ο Κύριός μας μετέδωσε την μίμησι του πάθους του» (Στην σειρά του κατά Ματθ. κεφ. ις’). Ω θαυμαστή και ακατανόητη υπομονή του γλυκύτατου, και πράγμα και όνομα, Ιησού! Με την οποία υπέφερε να βαστάζη τον σταυρό του, μέχρι που πολλές φορές να πέφτη κάτω από το βάρος του ιδρωμένος και όλος αγωνία, χωρίς να πη τον παραμικρότερο λόγο, χωρίς να παραπονεθή καθόλου· χωρίς να ζητήση καμμία ευσπλαγχνία και χωρίς να βγάλη ούτε ένα μικρό στεναγμό.
Αλλά, εσύ, αγαπητέ αδελφέ, πόσο τυφλός ήσουν μέχρι τώρα και δεν κατάλαβες αυτήν την διδασκαλία και το παράδειγμα της υπομονής του Ιησού Χριστού! Εσύ, μόλις αρχίσης να κάνης κάποιο καλό και βρης την παραμικρή αντίδρασι, δυσκολεύεσαι και δεν το κάνεις· αρκεί μόνο μία μικρή στενοχώρια· αρκεί ένας μικρός πειρασμός και μερικές φορές αρκεί ένας λόγος αστείος για να σε κάνη να εγκαταλείψης τον καλό δρόμο, που άρχισες. Και αυτή είναι η καρτερία σου; αυτή είναι η ανδρεία σου; αυτή είναι η υπομονή σου; έτσι ανταποκρίνεσαι στην τόση μεγάλη υπομονή που έδειξε ο Κύριος για να σε σώση; έτσι μιμείσαι την κεφαλή σου, που είναι ο Χριστός στην μίμησι του οποίου βρίσκεται κάθε σου καλό και όλη σου η σωτηρία; δεν ακούς τον Κύριο, που λέει ότι· «Εκείνος που θα υπομείνη έως το τέλος αυτός θα σωθή;» (Ματθ. 24, 13) [Γνώριζε, αδελφέ, ότι χωρίς υπομονή όχι μόνο δεν μπορείς να τελειώσης τον οίκο της ψυχής σου, αλλά δεν μπορείς ούτε να τον αρχίσης. Πώς, λοιπόν, μπορείς να οικοδομήσης τον οίκο της ψυχής σου, άκουσε. Όπως ένας που θέλει να κατασκευάση έναν αισθητό οίκο, πρώτα ψάχνει να βρη στέρεο έδαφος και κατόπιν βάζει τα θεμέλια, κατόπιν κτίζει τους τέσσερις τοίχους· έτσι και όποιος θέλει να κτίση τον νοητό οίκο της ψυχής του, α’ σαν στέρεη γη πρέπει να βάλη την υπομονή· β’ ως θεμέλιο πρέπει να βάλη την σταθερή πίστι· γ’ αντί για τέσσερις τοίχους, πρέπει να αποκτήση τις τέσσερις γενικές αρετές, δηλαδή την φρόνησι, την σωφροσύνη, την ανδρεία και την δικαιοσύνη· αντί για πέτρες μικρές και μεγάλες, πρέπει να αγωνίζεται να κατορθώση και τις άλλες αρετές, μικρές και μεγάλες· αντί για λάσπη και πηλό, πρέπει να έχη την ταπείνωσι, διότι χωρίς αυτήν δεν μπορούν να σταθούν οι άλλες αρετές, όπως χωρίς την λάσπη δεν μπορούν να κολλήσουν και να παραμείνουν για πολύ οι πέτρες· αντί για στέγη του οίκου, πρέπει να έχη την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, διότι η αγάπη είναι ανώτερη από όλες τις αρετές. Αφού κτισθή έτσι ο οίκος της ψυχής, έρχεται και κατοικεί μέσα σ’ αυτόν ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, ο ένας Θεός, όπως λέει το ιερό Ευαγγέλιο· γι’ αυτό ο άνθρωπος πρέπει να έχη φύλακα τον νου του και θυρωρό, για να προσέχη να μη μπη μέσα κάποιος εχθρός του Θεού, δηλαδή κανένας πόθος ή αγάπη κάποιου άλλου, διότι μόλις μπη άλλος, φεύγει ο Θεός από μέσα· έτσι κατασκευάζεται ο οίκος της ψυχής, όπως γράφει ο άγιος Δωρόθεος], και τον απόστολο, που σου παραγγέλλει να υπομένης στην θλίψι και να χαίρεσαι στην ελπίδα; «Να χαίρετε για την ελπίδα σας, να έχετε υπομονή στην θλίψι» (Ρωμ 12, 12); Εσύ υποσχέθηκες στο άγιο Βάπτισμα, ότι θα βαστάξης τον σταυρό του Κυρίου, δηλαδή πάθη, θλίψεις και πειρασμούς και να ακολουθής τον Χριστό όχι για λίγη ώρα και μέχρι την μέση του δρόμου, αλλά σε όλη σου την ζωή και μέχρι τον Γολγοθά, δηλαδή αν χρειασθή και μέχρι θανάτου. Και πώς τώρα δεν μπορείς να υπομένης ούτε εκείνη την μικρή θλίψι που έχεις, αλλά αφήνεις τον σταυρό του Κυρίου στην μέση του δρόμου και γυρίζεις πίσω; Δεν γνωρίζεις, ότι με αυτό γίνεσαι ανάξιος και απόκληρος της βασιλείας του; Διότι λέει· «Όποιος δεν λαμβάνει τον σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν είναι άξιός μου» (Ματθ. 10, 38). Και πάλι· «Κανείς, που βάζει το χέρι στο αλέτρι και κυττάζει προς τα πίσω, δεν είναι κατάλληλος για την βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 9, 62). Εσύ, λέει ο Μέγας Βασίλειος συμφώνησες με τον Χριστό να δούλεψης όλη την ημέρα στο αμπέλι των αρετών του και να δείξης υπομονή στον καύσωνα και στην στενοχώρια όλης της ημέρας· πώς λοιπόν, πριν τελειώση η ημέρα, δηλαδή η ζωή σου, δεν υπομένεις άλλο, αλλά ζητάς ανάπαυσι; Περίμενε να έλθη το βράδυ, που είναι το τέλος της ζωής σου και ο θάνατος και τότε θα έλθη ο Κύριος του αμπελιού, για να σου αποδώση τον μισθό της εργασίας σου. «Είσαι αθλητής και εργάτης του Χριστού, που υποσχέθηκες να αγωνισθής όλη την ημέρα και να υπομένης τον καύσωνα. Γιατί επιζητείς την καλοπέρασι, χωρίς να έλθη το τέλος της ημέρας Περίμενε να έλθη το βράδυ, το τέλος της παρούσης ζωής ώστε ερχόμενος ο οικοδεσπότης να σου αποδώση τις αμοιβές· “Όταν βράδυασε, είπε ο ιδιοκτήτης του αμπελιού στον επίτροπό του· κάλεσε τους εργάτες και δώσε τους τον μισθό”» (Ματθ. 20, 8) (Ασκητικαί διατάξεις κδ’). Εσύ πολλές φορές λες· καλότυχος ήταν ο Σίμων ο Κηρυναίος που βάσταξε τον σταυρό του Χριστού· και τώρα πώς δεν θέλεις κι εσύ να βαστάξης τον σταυρό του Χριστού και να γίνης όμοιος μ’ εκείνον; Ο μέγας Αθανάσιος λέει, ότι Σίμων σημαίνει υπακοή και Κηρυναίος ετοιμότης. Ο σταυρός δηλώνει την νέκρωσι και ο ώμος την πράξι· λοιπόν, όποιος είναι έτοιμος στο να υπακούη στο Ευαγγέλιο και στις εντολές του Χριστού και είναι πρόθυμος να υπομένη την κακοπάθεια της αρετής και της πράξεως με την νέκρωσι των επίγειων μελών του, αυτός με την θέλησί του γίνεται Σίμων Κυρηναίος χρησιμοποιώντας την αρετή, βαστάζοντας στους ώμους του τον σταυρό και ακολουθώντας τον Χριστό. «Σίμων σημαίνει υπακοή, Κυρηναίος ετοιμότης», όπως ερμηνεύουν οι ερμηνευτές. Κάθε ένας λοιπόν, που είναι έτοιμος για την υπακοή του Ευαγγελίου και πρόθυμος με την νέκρωσι των επίγειων μελών του και με την πρακτική φιλοσοφία να υπομένη την κακοπάθεια για την αρετή, έγινε Σίμων Κυρηναίος με την θέλησί του εξασκώντας την αρετή, έχοντας τον σταυρό στους ώμους του και ακολουθώντας τον Χριστό» (Εν τη σειρά του κατά Ματθαίον) [Αυτό σχεδόν το ίδιο λέει για τoν Σίμωνα με τροποποιημένη την διατύπωσι και ο σοφός Νικήτας Ηρακλείας ο Σερραίος, σχολιάζοντας τον λόγο του μεγάλου Γρηγορίου του Θεολόγου στο Πάσχα].
Πρέπει να ντραπής λοιπόν, αδελφέ, και να μετανοήσης για την τόση ανυπομονησία, που έδειξες μέχρι τώρα και αποφάσισε στο εξής να υπομένης μέχρι τέλους του θανάτου βαστάζοντας τον σταυρό του Χριστού και κάθε θλίψι και στενοχώρια ως μαθητής και ακόλουθος του Χριστού. Διότι, όπως ο Χριστός επειδή βάσταξε το ξύλο του σταυρού στους ώμους του, έγινε βασιλιάς και εξουσιαστής, μολονότι ήταν άνθρωπος στον ουρανό και στην γη, όπως έχει γραφή· «Του οποίου η εξουσία υπάρχει πάνω στον ώμο του» (Ησ. 9, 6)· και όπως λέει ο Δαυίδ στον 95° ψαλμό, στον στίχο 9· «Να πήτε στα έθνη ότι ο Κύριος εβασίλευσε από του ξύλου» (μολονότι οι Εβραίοι από φθόνο έσβησαν από το κείμενο την φράσι “από του ξύλου”, όπως αναφέρει ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος στον διάλογο προς τον Τρύφωνα), όπως λέω, ο Χριστός βασίλευσε, επειδή βάσταξε τον σταυρό· έτσι κι εσύ, αν υπομένης μέχρι τέλους κάθε θλίψι, θα συμβασιλεύσης με τον Χριστό· διότι λέει «Εάν υπομένουμε, θα βασιλεύσουμε μαζί του» (Β’ Τιμ. 2, 12). Και όταν ο σταυρός του Χριστού φανή κατά την ημέρα της κρίσεως στον ουρανό, να αστράπτη περισσότερο και από τον ήλιο, θα πλησιάσης κι εσύ κοντά του με παρρησία, για να δοξασθής και να αστράψης κι εσύ από το φως και την δόξα του, επειδή τον βάσταξες όπως πρέπει. Γιατί, αν με υπομονή υποφέρης τις θλίψεις θα βρης μεγάλη παρηγοριά από αυτές· διότι σύμφωνα με τον άγιο Ισαάκ· «Η υπομονή του ανθρώπου απομακρύνει τις συμφορές του· και όλες οι θλίψεις και οι δοκιμασίες και οι περιστάσεις που δεν αντιμετωπίζονται με υπομονή, προκαλούν διπλή δοκιμασία» (Λόγος μστ’ σελ. 287). Και τέλος πάντων να ευχαριστήσης τον Κύριο, που υπέμεινε για σένα τόσο βάσταγμα του σταυρού και ιδιαίτερα, που ανέχθηκε εσένα τον ανυπόμονο, και παρακάλεσέ τον να σου χαρίση κάποιο μέρος από την υπομονή, που έδειξε ο ίδιος πλαταίνοντας την καρδιά σου στις θλίψεις με την χάρι του, όπως αναφέρεται· «Στην θλίψι με ανακούφισες» (Ψαλμ 4, 1) και εγκαταλείποντάς σε να μη χάσης την υπομονή· για να μη χάσης ταυτόχρονα και την σωτηρία σου χάνοντας την υπομονή, όπως αναφέρεται· «Αλλοίμονο σ’ εκείνους που έχασαν την υπομονή» (Σειρ. 2, 15).
  
(«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ» ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Έκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2008)

Πηγή: "Ἄλλη Ὄψις"