Ἡ μοναχὴ Μακαρία ἦταν στην Ἱερὰ Μονὴ Κηρύκου καὶ Ἰουλίττης Σιδηροκάστρου καὶ μετὰ πῆγε στὴν ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΟΥΜΕΡΑ στὴν
Μακρυνίτσα (Σιδηροκάστρου)
ΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ
ΣΙΔΗΡΟΚΑΣΤΡΟΥ κ. ΜΑΚΑΡΙΟΝ
ΕΙΣ
ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. ΑΜΗΝ.
Σιδηρόκαστρο, Μ. Τρίτη 3 Ἀπριλίου 2018
Κύριε Μακάριε,
Ἐδῶ καὶ
δεκαετίες, ἀλλὰ κυρίως μετὰ τὴν ψευτοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου, ἐσεῖς καὶ οἱ ὑπόλοιποι
Ἐπίσκοποι, πάσχοντες ἀπὸ ἄνοια Πίστεως, ὡς συνειδητοὶ οἰκουμενιστές, κωφεύετε
στὴν διαστρέβλωση τῶν δογμάτων καὶ τῆς Πίστεως καὶ παράλληλα διατηρεῖτε ἐκκλησιαστικὴ
κοινωνία μὲ τοὺς παναιρετικοὺς ἀντιπροσώπους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀποδίδοντας μία
«ἄτιμον τιμήν» στὸν πατριάρχη ΚΠόλεως κ. Βαρθολομαῖο Ἀρχοντώνη καὶ προωθεῖτε
δουλικῶς καὶ αἰσχρῶς τὴν Παναίρεση, τὴν ὁποία αὐτὸς καὶ οἱ συνεργάτες του
κηρύττουν. Ὑποστηρίζετε καὶ ἀκολουθεῖτε ἕναν ἄνθρωπο καταχραστὴ τῆς Θείας Οἰκονομίας,
τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ τῶν Ἁγίων Συνόδων, διαστρεβλώνοντας αὐτὸς καὶ ἐσεῖς
«γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία καὶ λυμαίνοντας τὸν ἀμπελώνα τοῦ
Κυρίου.
Ἀντὶ σὰν ἐπίσκοπος
νὰ φρουρεῖτε τὴν ποίμνη τὴν ὁποία σᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος –τοῦ ὁποίου ἔπρεπε
νὰ εἶστε τύπος– ἐσεῖς τὴν ἀφήνετε βορὰ τῶν λύκων τοὐτέστιν κακοδόξων οἰκουμενιστῶν
ψευδοποιμένων, τοὺς ὁποίους τιμᾶτε καὶ προβάλλετε ὡς ὀρθοτομοῦντες ἐνῶ αὐτοὶ
κατήντησαν ἀλλόθρησκοι κηρύττοντας βδελυρὲς ἐκκλησιολογίες, ἀνώμαλες θεολογίες,
ἀλλόκοτες ἑρμηνεῖες καὶ καινοφανεῖς ἀερολογίες.
Εἶστε λοιπὸν
πρωτεργάτης τῆς παναιρέσεως. Εἶναι πλέον βέβαιο ὅτι καὶ ὁ Ἄρειος νὰ ἦταν
πατριάρχης, καὶ ὁ Νεστόριος καὶ ὁ Παῦλος καὶ ὁ Βέκκος καὶ ὁ Καλέκας καὶ ὁ
Μητροφάνης, τὸ ἴδιο θὰ κάνατε. Τυφλωμένος ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς Δεσποτοκρατίας
ξεχάσατε, ὅτι ἡ ὑπακοή σας ὀφείλεται πρώτα στὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ θὰ εἶναι
εἰς τὸν αἰῶνα ὁ Ἕνας φύσει καὶ θέσει πρῶτος. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κάνετε χωρὶς ποτὲ νὰ
ρωτήσετε, ἂν τὸ ποίμνιο ἀναπαύεται πνευματικὰ καὶ ψυχικὰ μὲ αὐτές σας τὶς ἐνέργειες.
Ὑποτιμᾶτε τὴν ἀπὸ τὸν Θεὸ δωρισμένη κρίση τοῦ ποιμνίου, τὴν νοημοσύνη του καὶ τὴν
πίστη του. Ὅταν μάλιστα κάποιος τολμήσει νὰ διαμαρτυρηθεῖ δὲν τὸν ἀκοῦτε ὡς
πατέρας, ἀλλὰ τὸν διώκετε καὶ τὸν ἐγκαταλείπετε στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὡς νὰ ἀποτελεῖτε
ἐσεῖς μόνος σας τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἔχετε ὡς νέος Χριστέμπορος καταντήσει ὡς
ἀγρὸν τοῦ Κεραμέως, οἰκόπεδο προδοσίας. Στὸ πρόσωπό σας ἐκπληρώνεται ὁ λόγος τοῦ
Θείου Παύλου:
«...Διότι
γνόντες τὸν Θεὸν οὐχ ὡς Θεὸν ἐδόξασαν ἢ εὐχαρίστησαν, ἀλλ᾿ ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς
διαλογισμοῖς αὐτῶν, καὶ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία· φάσκοντες εἶναι σοφοὶ
ἐμωράνθησαν, καὶ ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος
φθαρτοῦ ἀνθρώπου... οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν
καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα...» (Ρωμ. 1, 21-25).
Ὡς ἐκ τούτου
δηλώνω μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους:
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ καταργοῦν τὸν
σωτηριολογικὸ χαρακτῆρα τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
καὶ τὸν ἱερὸ καὶ διαχρονικὸ χαρακτῆρα τῶν Ἱερῶν Κανόνων Της καὶ τὴν ἰσοτιμεῖ μὲ
τὶς αἱρέσεις στὸ ὀλἐθριο Π.Σ.Ε.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ νοθεύουν καὶ ἀλλοιώνουν
τὴν διδασκαλία καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μας καί προσβάλουν τὴν μνήμη, τὸ
μαρτύριο καὶ τοὺς ἀγῶνες τῶν Ἁγίων γιὰ τὴν Πίστη.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ ὀνομάζουν φίλους αὐτούς,
τοὺς ὁποίους ἡ Παναγία μας ὀνόμασε ἐχθροὺς τοῦ Υἱοῦ Της.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ ἐξαφάνισε τὴν λέξη αἵρεση
ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῆς Ἐκκλησίας.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ κλείνουν τὸν δρόμο τῆς
σωτηρίας τῶν
συνανθρώπων μου καὶ ἀποτελοῦν μέγα κίνδυνο γιὰ τὴν ὀρθόδοξη διαπαιδαγώγησή τους.
συνανθρώπων μου καὶ ἀποτελοῦν μέγα κίνδυνο γιὰ τὴν ὀρθόδοξη διαπαιδαγώγησή τους.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ γίνονται ἀρεστὲς στὸν
σύγχρονο ἀποστάτη κόσμο ἀλλὰ δυσάρεστες στὸν Θεό.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, ποὺ ἐξυμνοῦν τὴν ἀξία τῆς
ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ παράλληλα ὑβρίζουν ὅποιον ἐναντιώνεται σὲ αὐτὲς.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου, οἱ ὁποῖες ἀποφασίστηκαν ἀπὸ
ἐμπαῖχτες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ ὁποῖοι ἐπικαλούμενοι τοὺς Ἅγιους Πατέρες καὶ
τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀψήφησαν τὰ λιτὰ κελιὰ τῶν μοναστηριῶν καὶ
διέμεναν σὲ ἀκριβὰ ξενοδοχεῖα, μεταφέρονταν μετὰ ἀπὸ τὶς συνελεύσεις ἀπὸ
δεξίωση σὲ δεξίωση καὶ ἀπὸ συναυλία σὲ συναυλία, προφυλάσσονταν ἀπὸ μύριους
σωματοφύλακες, ἀπόλαυσαν, ὅ,τι καλὺτερο ὑπάρχει στὴν μαγειρικὴ σὲ μία χώρα ποὺ
πλήττεται ἀπὸ τὴν ἀνεργία, τὴν πεῖνα καὶ τὴν ἐξαθλίωση κουνώντας μάλιστα τὸ
δάκτυλο στὸν δοκιμασμένο λαό ἂν τυχὸν δὲν
ὑπακοῦσε στὶς ἐντολές τους.
-Ἀρνοῦμαι να
δεχθῶ τὶς ἀποφάσεις τῆς ληστρικῆς κολυμπαρίου συνόδου καὶ τῶν ἐπισκόπων, ποὺ
χαρίζουν κοράνια, συμπροσεύχονται μὲ μουφτῆδες, ποὺ εἶναι φίλοι τῶν δυναστῶν καὶ
ἐχθροὶ τοῦ πτωχοῦ, ποὺ, ἐνὼ ἐτάχθησαν κανονικὰ γιὰ τὴν ὑπερὰσπιση τῆς Μίας Ἀλήθειας,
τελικὰ ὑπερασπίζονται μὲ ρηχὲς πολιτικοῦ καὶ κοσμικοῦ περιεχομένου ἀνακοινώσεις
τὸ ψέμα.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ τοὺς ἀντιοικουμενιστὲς αὐτούς, ποὺ ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς λεκτικὰ κατονομάζουν τὴν
αἵρεση καὶ πρακτικὰ συλλειτουργοῦν ἢ χαριτολογοῦν μὲ τοὺς αἱρετίζοντες ἀφήνοντας
μὲ τὴν διγλωσσία τους ἀνυπεράσπιστο τὸ ποίμνιο καὶ ἔκθετη τὴν Ἐκκλησία.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ, ὅτι ὡς ἁμαρτωλὴ δὲν ἔχω δικαίωμα νὰ ὁμολογήσω τὸν Χριστό. Ἀκριβῶς ἐπειδὴ
εἶμαι ἁμαρτωλή, θὰ τὸν ὁμολογήσω.
-Ἀρνοῦμαι νὰ
δεχθῶ στὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὁποιαδήποτε
προσπάθεια ἐξόδου ἢ ἀπομάκρυνσης ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀγῶνας εἶναι
πάντα μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς Κανόνες τὶς ἐντολὲς καὶ τὰ πρότυπα
τῶν Ἁγίων.
Πρὸς ἀπόδειξη
τῶν γραφομένων μου ἀναφέρω συγκεκριμένες πράξεις προβολῆς καὶ ἀποδοχῆς τῆς αἱρέσεως
ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ὄχι μόνον πρὸς στιγμὴν καὶ καὶ μεμονωμένα, ἀλλὰ σὲ
διάρκεια χρόνου καὶ Συνοδικά, διὰ τῶν ὁποίων παγιώνεται βαθμιαίως ἡ παναίρεση
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Οἱ κυριότερες οἰκουμενιστικὲς ἐνέργειες, ἑκάστη τῶν ὁποίων
συνιστᾶ αὐτοτελῆ αἵρεση, εἶναι:
Ι) Ἡ συνοδικὴ
ἄρση τὸ 1965, ἐπὶ πατριάρχου Ἀθηναγόρα, τῶν ἀναθεμάτων κατὰ τῶν Παπικῶν. Αὐτὴ ἡ
ἄρση ἀντίκειται στὴν ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ δὴ στὸ Συνοδικὸ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς
Συνόδου, ἐφ’ ὅσον δὲν ἤρθησαν οἱ αἰτίες ποὺ προκάλεσαν τὰ ἀναθέματα.
ΙΙ) Οἱ
Συμφωνίες τοῦ Σαμπεζὺ (1991) καὶ τοῦ Μπάλαμαντ (1993),
διὰ τῶν ὁποίων οἱ ἐκπρόσωποί μας ἀναγνώρισαν τὰ μυστήρια τῶν Μονοφυσιτῶν καὶ τῶν
Παπικῶν ἀντίστοιχα. Ἀποδέχτηκαν τὸ «κοινὸ βάπτισμα» μὲ τοὺς Παπικούς, ὡσὰν νὰ ἔχουν
καὶ οἱ αἱρέσεις ἔγκυρο Βάπτισμα καὶ νὰ παρέχουν σωτηρία, ὅπως ἡ ΜΙΑ Ἐκκλησία.
Δηλαδὴ ἔγιναν ἀποδεκτὲς ἔκτοτε φανερὰ καὶ κατὰ κυριολεξία οἱ κοινότητες τῶν αἱρετικῶν
ὡς «ἀδελφὲς Ἐκκλησίες»· ἔγιναν ἀποδεκτὲς οἱ «θεωρίες τῶν κλάδων», τῶν «δύο
πνευμόνων» καὶ τῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας».
Ἐφαρμογὴ τῶν
παραπάνω συνιστᾶ ἡ –κατόπιν ἐπισήμου Συνοδικῆς ἀποφάσεως τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας–
«μυστηριακὴ διακοινωνία μὲ τοὺς Μονοφυσίτες καί, ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας,
ἡ «μερικὴ ἀναγνώριση μυστηρίων τῶν Μονοφυσιτῶν» Αἰγύπτου,
ἀλλὰ καὶ ἡ ἀναγνώριση στὴν Κων/πολη τῶν μυστηρίων τῶν Λουθηρανῶν τῆς Γερμανίας
(2004).
ΙΙΙ) Ἡ ἰσότιμη
ἔνταξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸ Π.Σ.Ε., πράξη ἡ ὁποία ἀκυρώνει πλῆθος εὐαγγελικῶν
ἐντολῶν καὶ Ἱερῶν Κανόνων, καὶ διὰ τῆς ὁποίας ἀρνούμεθα τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας
καὶ ὅλη τὴν δισχιλιετῆ ὀρθόδοξη Παράδοση. Αὐτὴ ἡ
προδοσία τῆς ὀρθοδοξίας ἀποτυπώνεται στὴν ἀπόφαση τῆς 9ης Συνελεύσεως τοῦ
Π.Σ.Ε. (Porto Alegre, ΦΕΒ 2006)· ἀπόφαση ποὺ ὑπέγραψαν ἢ ἀποδέχθηκαν ἀδιαμαρτύρητα
οἱ ἐκπρόσωποί μας ἐπίσκοποι καὶ τὴν ὁποία, τὸ μὲν Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο διὰ
τοῦ κ. Βαρθολομαίου ἀποδέχτηκε μὲ ἐνθουσιασμό, ἡ δὲ ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία τὴν ἔχει ἕως
σήμερα ἀποδεχθεῖ σιωπηρῶς.
Στὸ Porto
Alegre οἱ ἐκπρόσωποί μας διὰ τῶν Δημητριάδος κ. Ἰγνατίου καὶ Καλαβρύτων κ. Ἀμβροσίου
δέχθηκαν: 1) Ὅτι τὴν Ἐκκλησία τὴν ἀποτελοῦν ὅλες μαζί, οἱ 350 αἱρετικὲς “ἐκκλησίες”
τοῦ Π.Σ.Ε.», ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ἀριθμεῖται ὡς ἰσότιμος καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ὡς ἐκ τούτου, ἀρνήθηκαν ἐμπράκτως τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως διὰ τοῦ ὁποίου ὁμολογοῦμε
«πίστιν εἰς “Μίαν Ἐκκλησίαν”! 2) Δέχθηκαν, ὅτι ἤδη «εἴμαστε ἑνωμένοι» (ἀοράτως!)
μ’ αὐτὸ τὸ συνονθύλευμα τῶν αἱρετικῶν κοινοτήτων, ἀλλὰ ἀποβλέπουμε στὴν ἐπίτευξη
“πλήρους ὁρατῆς ἑνότητας”. 3) Ὅτι ἡ πληθώρα τῶν κακοδοξιῶν τῶν “ἐκκλησιῶν” τοῦ
Π.Σ.Ε., εἶναι “διαφορετικοὶ τρόποι διατυπώσεως τῆς ἰδίας Πίστης καὶ ποικιλία Χαρισμάτων
τοῦ Ἁγίου Πνευματος”! 4) Ὅτι αὐτὸ ποὺ ὁριοθετεῖ τὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἡ κοινὴ ὀρθὴ
Πίστη, ἡ Παράδοση καὶ ἡ Ἀποστολικὴ διαδοχή, ἀλλὰ τὸ “βάπτισμα”!
IV) Ἐπίσης, ἐνέργειες
ποὺ συντελοῦν στὴν παγίωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι καὶ οἱ συμπροσευχές καί
συνιερουργίες, ποὺ δὲν ἀποτελοῦν πλέον μιὰ σπάνια καὶ κατ’ οἰκονομίαν ἐνέργεια,
ἀλλὰ καθημερινή, σκόπιμη καταστρατήγηση εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καὶ θεοπνεύστων
Κανόνων, ἐνσυνείδητη οἰκουμενιστικὴ προπαγάνδα, ποὺ δέχθηκαν οἱ ἐκπρόσωποί μας
νὰ θεσμοθετηθεῖ ὡς νόμιμη ἐνέργεια καλυπτόμενη ἀπὸ “Κοινὲς Διακηρύξεις”. Στὸ
Porto Alegre ἀποφασίστηκε: «Οἱ συμπροσευχὲς θεωροῦνται ἐπίτευγμα, κατάκτησις τοῦ
Π.Σ.Ε.…Ἡ κοινὴ προσευχὴ σὲ ἕνα οἰκουμενικὸ περιβάλλον μπορεῖ νὰ γίνη κατανοητὴ ὡς
καιρὸς ὁμολογίας στὴν ὁδὸ πρὸς τὴν πλήρη ἑνότητα».
V) Ἀκόμη, ἡ
σταδιακὴ ἀλλοίωση τῆς φυσιογνωμίας τῆς Ἐκκλησίας συντελεῖται:
α) Μὲ τὴν
συμμετοχὴ καὶ παραμονή μας στοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τῆς Ἁγίας
Γραφῆς καὶ πάντων τῶν Ἁγίων Πατέρων γιὰ συζητήσεις καὶ Διαλόγους μὲ αἱρετικούς,
οἱ ὁποῖοι εἶναι ὄχι μόνο κακοπροαίρετοι, ἀλλ’ ἐμφανῶς δόλιοι καὶ ἀμετανόητοι. Ὅταν
οἱ Διάλογοι, ποὺ διεξάγονται μὲ τέτοιες προϋποθέσεις, χρονίζουν, ἀμβλύνεται τὸ ὀρθόδοξο
αἰσθητήριο καί, ἡ ἐμμονὴ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν μας νὰ παραμένουν σὲ αὐτούς,
ἀποδεικνύει τὴν ἀνυπακοή τους στὴν διαχρονικὴ Ἐκκλησία καὶ τὸ βαθμὸ συμβιβασμοῦ
τους μὲ τὴν αἵρεση: Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης δίδασκε, πὼς οἱ Διάλογοι μὲ τοὺς
ἑτερόδοξους ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴν ἐντολὴ «αἱρετικόν ἄνθρωπον μετὰ
πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσία …παραιτοῦ» (Τίτ. γ΄ 10-11). Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος ἀρνήθηκε
νὰ κάνει διάλογο μὲ τοὺς εἰκονομάχους ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος.
β) Γιὰ νὰ
καταλάβει κανεὶς τὸ μέγεθος τῆς ἐξαπάτησης τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἀπὸ τοὺς πατριάρχες
καὶ ἐπισκόπους, σημειώνουμε ὅτι, παρὰ τὴν ὡς ἄνω ἀπαγόρευση συμμετοχῆς μας στοὺς
θεολογικοὺς διαλόγους, οἱ «ὀρθόδοξοι» ἐκπρόσωποί μας, ὄχι μόνο ἐξακολουθοῦν νὰ
διεξάγουν τοὺς διαλόγους, ἀλλὰ ἀνέχονται νὰ συμμετέχουν σ’ αὐτοὺς οἱ Οὐνίτες,
παρὰ τὴν ρητὴ ἀπόφαση τῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως τῆς Ρόδου (1963), ὅτι
προϋπόθεση ἐνάρξεως τοῦ Διαλόγου ἦταν ἡ κατάργηση τῆς Οὐνίας. Ἡ Οὐνία, λοιπόν, ὄχι
μόνο δὲν καταργήθηκε, ἀλλὰ ἀναβαθμίστηκε καὶ συμμετέχει μὲ ἰσότιμο(!) ἐκπρόσωπό
της στοὺς θεολογικοὺς διαλόγους! Ἀφῆστε πού «ὀρθόδοξοι» ταγοί δωρίζουν
συμβολικά δῶρα σέ Οὐνίτες (δισκοπότηρα, ἄμφια
κλπ) σέ ἐκκλησιαστικές πανηγύρεις ὅπως γιά παράδειγμα στή Σύρο κ.α.
γ) Μὲ τὴν ἄρνηση
ἐφαρμογῆς τῆς Ἐντολῆς τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ συνυπογράψαμε
«συμφωνία» μὲ τοὺς ἑτερόδοξους διὰ τῆς «Οἰκουμενικῆς Χάρτας» (τὸ 2001) ἡ ὁποία
λέγει τὰ ἑξῆς: «ὑποσχόμεθα νὰ μὴ προτρέπωμεν ἀνθρώπους νὰ ἀλλάσσουν τὴν Ἐκκλησίαν
αὐτῶν»! (Βασιλειάδη Νικ., Πανθρησκειακὸς Οἰκουμενισμός, σελ. 18, 30). Ἔτσι, ὅμως,
ἀποτρέπουμε τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Ὀρθοδοξία, ὅσων ἑτεροδόξων καλλιεργοῦν κάποια
τέτοια σκέψη ἢ ἐπιθυμία.
δ) Μὲ τὴν ἀκύρωση
τοῦ ἑνὸς νομίμου γάμου καὶ τὴν ὑπογραφὴ διαζυγίων γιὰ ποικίλους λόγους πλὴν τῆς
μοιχείας, ἐνέργεια ποὺ ἀντίκειται στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ
τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Ἐπίσης μὲ τὴν καθιέρωση τῶν μικτῶν γάμων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀδιανόητοι
στὴν ὀρθοδοξη Παράδοση.
VI) Τέλος, ἡ
ἐπίμονη ἄρνηση τῆς Ἱ. Συνόδου νὰ πάρει ἐπίσημα θέση στὸ ἐρώτημα ἂν ἀποτελοῦν αἱρέσεις
ὁ Παπισμὸς καὶ ὁ Οἰκουμενισμὸς —ἐρώτημα ποὺ ἐπανειλλημμένως ἐτέθη τὰ τελευταῖα
χρόνια— καὶ ἡ ἄρνησή της νὰ καταδικάσει αὐτὲς τὶς αἱρέσεις, εἶναι ἐνέργεια ποὺ ἀποτελεῖ
καὶ ἔνδειξη τῆς ἐμπεδώσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στοὺς κόλπους τῆς Ἱεραρχίας.
Ἐσεῖς εἰδικά:
Α) Δὲν καταγγείλατε δημοσίως τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης παρ’ὅλο ὅτι ἔχουν
περάσει σχεδὸν δύο χρόνια ἀπὸ τὴν σύγκλησή της, Β) Ἀποδεχθήκατε στὴν πράξη τὴν
ψευδοσύνοδο, μὲ τὸ νὰ ἐπιτρέψετε τὴν διανομὴ τῆς ψευδοανακοινώσεως πρὸς τὸν
λαό, τῆς Ι.Σ.Ε.Ε. στοὺς Ι.Ναοὺς τῆς Μητροπόλεως καὶ ἔτσι κηρύξατε τὴν αἵρεση
γυμνῆ τῆ κεφαλῆ. Γ) Προσκαλεῖτε, τιμᾶτε καί προβάλλετε τοὺς οἰκουμενιστὲς (ἤτοι
κακῶς συναναστρέφεσθε) στὸ ποίμνιό σας, ἀντὶ νὰ τοὺς πολεμᾶτε μὲ τὰ ὄπλα τῆς
Πατερικῆς Ἀληθείας καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνετε ἀπὸ τὸ ποίμνιο. Δ) Δὲν καταγγείλατε,
οὔτε κἄν ἐλέγξατε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ τοὺς Μητροπολῖτες ποὺ ἐκάλεσαν τοὺς
αἱρετικούς καὶ ἀλλοθρήσκους σὲ συμπροσευχὴ ἐντὸς τῶν Ἱ.Ὀρθοδόξων Ναῶν, μὲ ἀποτέλεσμα
νὰ μολύνεται τὸ ποίμνιο. Ε) Δικαιολογεῖτε τὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς παρὰ
τοὺς Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κοινωνεῖτε μὲ τοὺς συμμετέχοντες σ’ αὐτές.
Ὅλες αὐτὲς τὶς
ἐνέργειες ἔχουν καταγγείλει ἀπὸ χρόνια οἱ ἀγωνιζόμενοι κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
πνευματικοὶ πατέρες καὶ ἔχουν διαπιστώσει θεολογικὰ ὅτι —ἐφόσον οἱ ἕως τώρα
διαμαρτυρίες δὲν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα— ἡ μόνη καὶ ἔσχατη ἐνδεδειγμένη ἐνέργεια
κατὰ τοὺς Ἁγίους εἶναι ἡ διακοπὴ μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν καὶ αἱρετιζόντων ἐπισκόπων,
ἀφοῦ μόνο ἔτσι ἀποφεύγουμε τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὴν αἵρεση καὶ ὑπερασπιζόμαστε τὴν
Ὀρθόδοξη Πίστη.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς
τὶς διαπιστώσεις καὶ ἐξελίξεις καὶ παρὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μου, συναριθμῶ καὶ ἐγώ
ἡ ἀπλὴ καὶ ἐλαχίστη τῶν μοναχῶν τὸν ἑαυτό μου μὲ τὸν ἀριθμὸ ἐκείνων ποὺ ὡς τώρα
ἔχουν ἀποτειχισθεῖ —εἴτε τοὺς γνωρίζουμε, εἴτε ὄχι— ἀκολουθώντας τοὺς Ἱ.
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐφ’ ὅσον ἡ αἵρεση καὶ ἡ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς
καὶ τοὺς αἱρετίζοντες (σύμφωνα μὲ τὴν Πατερικὴ διδασκαλία) μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ
τὸ Θεό.
Γνωστοποιῶ,
λοιπόν, τὴν ἀπόφασή μου νὰ ἀποτειχιστῶ ἀπὸ σᾶς καὶ τοὺς κατὰ τόπους ὑπόλοιπους αἱρετίζοντες
ἐπισκόπους καὶ νὰ μὴν ἔχω ἐκκλησιαστικὴ ἐπικοινωνία μαζί τους, ἕως ὅτου
καταδικάσουν Συνοδικὰ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοὺς
αἱρετικοὺς ποὺ τὴν ὑπηρετοῦν καὶ τὴν προωθοῦν.
Τὸ κείμενο αὐτό,
ἀποτελεῖ Δήλωση Ὁμολογίας καί Ἀποτειχίσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τοὺς κοινωνοῦντας
μὲ τὴν αἵρεση, ἀλλὰ καὶ Δήλωση συντάξεως διὰ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μὲ τὴν ἀνὰ
τοὺς αἰῶνες Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Πρακτικὰ αὐτὸ
σημαίνει, ὅτι (γιὰ νὰ παραμένουμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἀλήθεια καὶ Πίστη) θὰ ἀπέχω ἀπὸ
ἐκκλησιαστικὲς πράξεις καὶ μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ ἱερωμένους ποὺ κοινωνοῦν
καὶ μνημονεύουν αἱρετικοὺς καὶ αἱρετίζοντες ἐπισκόπους καὶ θὰ ἀναζητῶ ἐπισκόπους
καὶ ἱερεῖς ποὺ δὲν τοὺς μνημονεύουν καὶ ἀποκηρύσσουν τὸν Οἰκουμενισμό, σύμφωνα
μὲ τὴν συμβουλὴ τῶν Ἁγίων: «Ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ
τῆς Ἐκκλησίας… σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ
αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἢ μετ' αὐτῶν ἐμβληθῆναι… εἰς τὴν γέενναν
τοῦ πυρός» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐκ τοῦ κατὰ αἱρέσεων, P.G. 35, 33 καὶ ΒΕΠΕΣ 33, 199).
Ἡ ἀπόφασή
μου αὐτή, ξέρω πὼς θὰ διαστρεβλωθεῖ ἀπὸ ἐσᾶς καὶ τοὺς οἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους
(ἤδη ἔχει γίνει σὲ πολλὲς περιπτώσεις) καὶ θὰ παρουσιασθεῖ ὡς σχίσμα ἢ ἀπείθεια
στὸν οἰκεῖο ἐπίσκοπο, καὶ ὡς οἰκειοθελὴς ἔξοδος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό:
Δηλώνω μὲ ἔμφαση
ὅτι παραμένω στὴν Ἐκκλησία, τὴν «κιβωτὸ τῆς σωτηρίας», δὲν διανοηθήκα οὔτε πρὸς
στιγμὴν νὰ δημιουργήσω παράταξη μέσα στὴν Ἐκκλησία, οὔτε προσχωρῶ στὶς
παρατάξεις τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου ἢ ὁποιαδήποτε ἄλλη Σύνοδο. Πιστεύω ἀπολύτως,
ὅτι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἐξέρχονται οἰκειοθελῶς ὅσοι ἀποδέχονται συνειδητὰ οἱαδήποτε
αἵρεση καὶ ὅσοι χαράσσουν ἄλλη ὁδὸ ἀπὸ αὐτὴ ποὺ ὁριοθέτησαν οἱ Πατέρες διὰ τῶν
Οἰκουμενικῶν—Τοπικῶν Συνόδων καί, ἐπίσης, ὅσοι ἐν ἐπιγνώσει τοὺς ἀκολουθοῦν.
Ἐπεξηγῶ ἐπαρκῶς
καὶ μὲ σαφήνεια ὅτι δὲν κάνω τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ ἐφαρμόζω τὴν διδασκαλία τοῦ
Κυρίου μας, τῶν Ἁγίων Του καὶ τοὺς περὶ ἀποτειχίσεως ἰσχύοντες Ἱεροὺς Κανόνες τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, 31ο Ἀποστολικὸ καὶ ΙΕ΄ τῆς ΑΒ Συνόδου, τοὺς ὁποίους
καθόρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὡς ἀσφαλῆ ὁδὸ στὶς ἑκάστοτε περὶ Πίστεως καινοτομίες
τῶν ἐπισκόπων καὶ τοὺς ἐφάρμοσαν οἱ Ἅγιοι
τοῦ Θεοῦ καὶ μιμούμενοι αὐτούς, ἔχουν ἐπίσης ἐφαρμόσει χιλιάδες κληρικοί, μοναχοὶ
καὶ λαϊκοί.
Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν
Ἡ ἐλαχίστη μοναχή Μακαρία