Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Κ. Τραμπούλης,
Διευθυντὴς Συντάξεως τοῦ «Ο.Τ.» καὶ Πρόεδρος τῆς Π.Ο.Ε.
«Ἡ πέννα μας θά συμβουλεύη,
θά δέχεται συμβουλάς, θά ἐξαίρη τά καλά.
Ἀλλά θά στηλιτεύη καί θά καυτηριάζη τά κακά»
ΤΗΝ 30ΗΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ
Ζητοῦμεν τάς προσευχάς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ,
τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, πού ἐπί ἑξῆντα ἔτη ἐστήριξε
καί στηρίζει μέ κάθε τρόπον τήν κυκλοφορίαν
τοῦ ἀνιδιοτελοῦς αὐτοῦ ἐντύπου.
Δίκη κατά τῶν ὑπευθύνων τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» θά πραγματοποιηθῆ τήν 30ή
Σεπτεμβρίου στό Πρωτοδικεῖο Ἀθηνῶν, ἀγωγή πού ἀσκήθηκε ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Αὐστραλίας Μακάριο μέ ἀφορμή ἄρθρων πού δημοσιεύθηκαν τόσο στήν ἐφημερίδα ὅσο καί στήν ἱστοσελίδα orthodoxostypos.gr καί ἀφοροῦσαν τόν Σεβασμιώτατο καί τόν τρόπο πού ἐξασκεῖ τήν δημόσια ἐκκλησιαστική ἐξουσία του. Ὁ Σεβασμιώτατος ὅμως ἀντιλήφθηκε τήν καλοπροαίρετη κριτική τῆς ἐφημερίδος ὡς «συκοφαντική ἐκστρατεία», ὡς «διαπόμπευση», μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποστῆ «ἠθική βλάβη», ὅπως σημειώνει στήν ἀγωγή του καί νά ζητᾶ ἀπό τούς ἐναγόμενους «νά μοῦ καταβάλουν τό ποσό τῶν 260.000 εὐρώ, ὡς χρηματική ἱκανοποίηση λόγω τῆς ἠθικῆς μου βλάβης».
«Γνωρίζομεν, ὅτι πολλοί
θά ἀγωνιοῦν κάθε φοράν,
πού θά βλέπουν τό φύλλον»
Θά θέλαμε νά βεβαιώσουμε τόν Σεβασμιώτατο ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος Τύπος δέν
δημοσιογραφεῖ μέ σκοπό νά τιμωρήση οὔτε βέβαια νά συκοφαντήση, πόσο μᾶλλον γιά νά διαπομπεύση.
Στό ἱδρυτικό φύλλο τῆς ἐφημερίδας, πού κυκλοφόρησε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1961, σημειώνεται ὅτι:
«Ὁ “ΤΥΠΟΣ Ἑλληνικός Ὀρθόδοξος” (ἡ πρώτη ὀνομασία τῆς ἐφημερίδος), δέν εἶναι ἐπαγγελματική ἐπιχείρησις. Δέν εἶναι ὄργανον προβολῆς φιλοδοξιῶν. Δέν εἶναι -δέν πρόκειται νά εἶναι, ποτέ δέν θά εἶναι- σκανδαλοθηρικόν ἔντυπον, ἐκβιαστικῆς πανώλης, κακῶς νοουμένης δαμόκλειος σπάθη κατά προσώπων, ἀτόμων, ὁμάδων, θεσμῶν καί καταστάσεων. Ἡ ἐφημερίς μας εἶναι ἀπαύγασμα, εἶναι βλάστημα ἁγνῆς καί ἀτρέπτου Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Πίστεως… εἶναι καρπός συντόνου προσευχῆς. Οἱ γράφοντες εἶναι ἄνθρωποι ποικίλης καταρτίσεως, θέσεως καί διαμορφώσεως. Εἶναι καί Καθηγητές Πανεπιστημίου καί Ἀκαδημαϊκοί καί ἐργάται καί θεολόγοι καί δημοσιογράφοι καί ἁπλοί πιστεύοντες καί εὐσεβεῖς Χριστιανοί καί σεμνοί Κληρικοί καί στρατιωτικοί καί ἀγρόται καί ἄλλοι τιμίως ἐργαζόμενοι στήν κονίστρα τοῦ βίου.
Μᾶς συνενώνει ὅλους ἕνα κοινόν γνώρισμα: ἡ ἀνιδιοτέλεια τῶν ἀναζητήσεών μας· ἡ προσευχή, ἡ θερμή ἐπίκλησις τοῦ Παναγίου καί Τελεταρχικοῦ Πνεύματος· ἡ συναίσθησις ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία κινδυνεύει καί ἡ Πατρίς κλυδωνίζεται ἐν μέσῳ θυέλλης. Μᾶς συνδέει ἡ ἐπίγνωσις τῶν τρομερῶν κινδύνων ἐκ τῶν αἱρέσεων… Γράφομεν τήν ἐφημερίδα, ἐνῶ γύρω μας ἐπισυμβαίνουν σεισμοί καί ἀκούονται οἱ μυκηθμοί τῆς λαίλαπος ἀπό τά ἐξαπολυθέντα πρωτόγονα ἀνθρώπινα ἔνστικτα εἰς μακρυνάς Ἠπείρους καί εἰς γειτνιαζούσας Ἐπικρατείας.
Συντάσσομεν τόν “ΤΥΠΟΝ” δίδοντες, ἀντί μελάνης, σταγόνας αἵματος ἀπό τήν ἰδίαν τήν καρδίαν μας, ἀντί σχημάτων ρητορικῶν λέγομεν τήν ἀλήθειαν, ὑπογραμμίζοντες αὐτήν μέ τούς στεναγμούς μας καί μέ τά πύρινα δάκρυά μας. Τήν δημοσιογραφίαν -τό θεῖον αὐτό καί τόσον κακοποιημένον λειτούργημα!- ἀσκοῦμεν ἀπό σήμερον μέ ἕνα γνώμονα: τόν φωτισμόν ἐκ τοῦ Πατρός τῶν φώτων, ἐξ οὗ πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον. Ἡ πέννα μας θά συμβουλεύη, θά δέχεται συμβουλάς, θά ἐξαίρη τά καλά. Ἀλλά θά στηλιτεύη καί θά καυτηριάζη τά κακά, ὅταν, μετά πρώτην καί δευτέραν νουθεσίαν καί ὑπόμνησιν, τό κακόν δέν θά ἐννοῆ νά παραχωρῆ τήν θέσιν του εἰς τό καλόν. Γνωρίζομεν, ὅτι, μέ τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ θά ἀποκτήσωμεν μυριάδας φίλων… Γνωρίζομεν, ὅτι πολλοί θά ἀγωνιοῦν κάθε φοράν, πού θά βλέπουν τό φύλλον. Ἄλλοι μέν, διότι θά ἔχουν ἀνήσυχον τήν συνείδησιν διά πλημμελήματα καί κακήν ἐκτέλεσιν τοῦ καθήκοντός των, ἄλλοι δέ, διότι θά ἠξεύρουν ὅτι ὁ “ΤΥΠΟΣ” ἔχει ἀντιληφθῆ τήν προσπάθειάν των, θά τούς δικαιώνη καί θά τούς παραστέκεται ποικιλοτρόπως.
Προειδοποιοῦμεν πάντας ὅτι αἱ διόπτραι, τά περισκόπια, τά ραντάρ καί τά καλειδοσκόπια τῶν συνεργατῶν τῆς ἐφημερίδος θά εἶναι ἄγρυπνα ἡμέρας τε καί νυκτός καί ἐν λειτουργίᾳ. Ἡ κριτικὴ δέν πρόκειται νά ἐκφύγη τῆς γραφίδος μας, ἀλλά καί ἡ χριστιανική συγκατάβασις, καλωσύνη δέν θά ἐγκαταλείπη οὐδ’ ἐπί στιγμήν τήν καρδίαν καί τά χείλη μας κατά τήν ἐπί τοῦ χάρτου ἀποτύπωσιν τῶν στοχασμῶν μας. Προβλέπομεν ὅτι ἀναποφεύκτως θά δημιουργήσωμεν καί ἐχθρούς. Ἴσως θά στεναχωρήσωμεν καί ὡρισμένους ἐκ τῶν φίλων καί ἀδελφῶν συνεργατῶν μας. Τί ποιητέν; Ὁ Χριστός μας εἶναι αἱμόφυρτος ἀκόμη ἐπί τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ Του Σταυροῦ. Ἡ Ἐκκλησία του βάλλεται καί ριπτάζεται ὑπό κυμάτων λυσσομανῶν. Ἡ ποίμνη του χειμάζεται ἀξιοθρηνήτως. Λύκοι βαρεῖς, προβατόσχημοι καί ἀκόρεστοι ἐπέπεσαν καί κατακόπτουν αὐτήν μοχθηρῶς. Ἡ παντοία Ἡγεσία φωρᾶται καταφώρως καί ἀνυποφόρως χωλαίνουσα τόν ὁδηγητικόν ρόλον της καί ἀνίκανος νά συλλάβη εἰς τήν ἀγχώδη αὐτήν στιγμήν τοῦ ἐθνικοῦ, θρησκευτικοῦ καί κοινωνικοῦ βίου… Ποῦ ἡ κοινωνική ἀλληλεγγύη…
Ὁ “ΤΥΠΟΣ Ἑλληνικός Ὀρθόδοξος” θά εἶναι ἐγερτήριον σάλπισμα… Ἐμπνευστής μας; Ὁ αἱμάσσων ἐπί τοῦ Σταυροῦ Χριστός. Δυναμισμός μας; Ἡ συνείδησις τοῦ ὅτι θυσίαν ἐπιτελοῦμεν… Ὁ Κύριος ἄς ἐνισχύη τούς ἀγῶνες μας διά τήν ἐπιτυχίαν τῆς ἀποστολῆς μας, πρός δόξαν τοῦ Ὀνόματός Του… Μέ αὐτάς τάς ἀρχάς, μέ αὐτάς τάς ἰδέας, μέ αὐτάς τάς πεποιθήσεις. Μέ αὐτήν τήν βαθεῖαν συναίσθησιν τῶν εὐθυνῶν μας καί τήν ὁλόψυχον ἑτοιμότητα διά πᾶσαν θυσίαν, ξεκινοῦμεν σήμερον εἰς τό ἔργον μας, πού τό ἐννοοῦμεν ὡς Γολγοθᾶν καί ὡς ὑπερτάτην ἀποστολήν μας»
Ἡ Π.Ο.Ε.
Στόχος νά ὑποδείξωμεν
τά κακῶς κείμενα ὡς μέλη
τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ
Μέ αὐτές τίς ἀρχές, μέ αὐτές τίς ἰδέες, μέ αὐτές τίς πεποιθήσεις πορευόμαστε καί ἐμεῖς σήμερα, ἀνάξιοι ὄντες, ἀξίων ὅμως Πατέρων. Σκοπός μας, ἀσκώντας κριτική στόν Σεβασμιώτατο, δέν ἦταν νά ὑπονομεύσουμε τήν φήμη καί τήν ἐργασία του στήν Ἐκκλησία τῆς Αὐστραλίας. Δέν ἦταν δυσφήμηση ὡς ἀντίποινα γιά τίς ἀπόψεις, τίς πράξεις ἤ τίς πεποιθήσεις του, δέν ἦταν γιά νά παραπληροφορήσουμε μέ σκοπό νά πλήξουμε τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ ποιμνίου του ἔναντι τοῦ προσώπου του. Δέν εἴχαμε σκοπό νά προσβάλουμε τόν χαρακτήρα του. Στόχος ἦταν νά ὑποδείξουμε τά κακῶς κείμενα, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ ἡ θέση τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι «μέ τήν Ἐκκλησία, ὑπό τήν Ἐκκλησία καί διά τήν Ἐκκλησία».
Ὁ σκοπός τῶν ἄρθρων δέν ἦταν οὔτε νά θίξη προσωπικότητες οὔτε νά τιμωρήση οὔτε νά ἐκφοβίση, ἀλλά νά ἀνοίξη ἕνα διάλογο γιά τήν βελτίωση τῶν δυστοκιῶν πού εἶχε παρουσιάσει ἡ ἀρχιεπισκοπική διοίκηση. Ἐπίσης, δέν κατανοοῦμε οὔτε τήν αἴσθηση τοῦ ἀλαθήτου ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῶν ταγῶν καί τήν εὐαισθησία νά προσωποποιοῦνται καταστάσεις θεσμικῆς δυσλειτουργικότητος. Ἐλπίζαμε, ὅταν δημοσιεύαμε τά κείμενα, ὅτι ἡ κριτική θά γινόταν ἀσμένως ἀποδεκτή γιά τό καλό καί τοῦ κλήρου καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς Αὐστραλίας. Δυστυχῶς τά πράγματα δέν ἦλθαν ἔτσι καί ὁδηγούμαστε στά δικαστήρια, γιά νά κρίνη ἡ Ἑλληνική Δικαιοσύνη τήν οὐσία τῆς ὑποθέσεως. Στὴν προσπάθειά μας νὰ ἐπιλύσουμε τὴν διαφορὰ ποὺ προκλήθηκε ἀπὸ τὴν παρεξήγηση τῶν προθέσεών μας, ἐπικοινωνήσαμε μὲ τὴν πλευρὰ τοῦ καταγγέλλοντος, χωρὶς νὰ καταστῆ δυνατὸν νὰ γεφυρωθοῦν οἱ ἀπόψεις μας γιὰ τὴν διαφύλαξη τοῦ κύρους τῶν θεσμῶν.
Ἐνώπιον αὐτῶν τῶν ἀδιεξόδων ὁδηγούμεθα ἐνώπιον τῆς Ἐλληνικῆς Δικαιοσύνης, ἀπό τήν ὁποία ἐλπίζουμε νά διευκρινισθῆ τί συνιστᾶ νόμιμη κριτική καί τί ὄχι καί τί συνιστᾶ συκοφαντική δυσφήμηση καί ὅτι τά ἐπίδικα ἄρθρα ἀποτελοῦν ἄσκηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ τύπου καί δέν ὑπερβαίνουν τό μέτρο, ὥστε νά θεωροῦνται προσβλητικά.
Ζητοῦμεν τὰς προσευχὰς
τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ
Κατόπιν αὐτῶν ζητᾶμε ἀπό τούς φίλους ἀναγνῶστες τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου τήν συμπαράσταση κάθε μορφῆς καί ἰδίως διά τῆς προσευχῆς. Ὥστε ὅλες οἱ πλευρές νά ὠφεληθοῦν ἀπό αὐτήν τήν κατάσταση, διότι ὅπως λέει εὐαγγελικός λόγος, ὁ σκοπός μας δέν εἶναι ἁπλῶς νά βρεθοῦμε ἐμεῖς ὡς ἐφημερίδα ἐν δικαίῳ, ἀλλά νά κερδίσουμε τούς ἀδελφούς μας, δηλαδή τούς διῶκτες μας, γιά τούς ὁποίους δέν ἐπιτρέπουμε στόν ἑαυτόν μας οὐδεμία αἴσθηση μνησικακίας. Ζητοῦμε τίς προσευχές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πού ἐπί ἑξῆντα χρόνια στήριξε καί στηρίζει μέ κάθε τρόπο τήν προσπάθεια κυκλοφορίας τοῦ ἀνιδιοτελοῦς αὐτοῦ ἐντύπου. Τοῦ λαοῦ πού ἀγωνίζεται γιά τήν δόξα τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν ἀκεραιότητα τῆς Παραδόσεως, γιά τήν διατήρηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους, ὅπως αὐτό τό παρέδωσαν οἱ Πατέρες, μόνον καί μόνον πρός δόξα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας του. Ζητοῦμε τίς προσευχές τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν εἶναι ἄλογο ποίμνιο, ἀλλά τό ζωντανό χαρισματικό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Τέλος, ἐπειδή τό κῦρος τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀναιρεῖται μέσῳ τοῦ ἐλεγκτικοῦ κηρύγματος, ἀλλά ἀντιθέτως ἐξυψώνεται, εἰδικά στήν συνείδηση τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, γιά αὐτό οἱ δημόσιοι ἄνδρες πρέπει νά μάθουν νά μή ἐνοχλοῦνται, ἀλλά νά ἀνέχωνται τήν κριτική τῶν ἐφημερίδων καί νά μή ἀποφεύγουν, ἀλλά νά ἐπιδιώκουν τόν διά τῶν ἐφημερίδων διάλογο.