Καί ἐπῆγα πάλιν εἰς τούς φίλους μου τούς Ἁγίους. Ἄναψα τά καντήλια καί ἐλιβάνισα λιβάνιν καλόν ἁγιορείτικον. Καί σκουπίζοντας τά δάκρυά μου τούς εἶπα:
"Δέν βλέπετε ποῦ θέλουν νά κάνουν τήν Ἑλλάδα παλιοψάθα; Βοηθεῖστε, διότι μᾶς παίρνουν, αὐτοί οἱ μισοέλληνες καί ἄθρησκοι, ὅ,τι πολύτιμον τζιβαϊρικόν ἔχομεν…
ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΙΔΟΞΟΥΣ ΝΕΡΩΝΕΣ !!
πέτρα ἀπάνω στήν πέτρα νά μήν μείνη, ἡμείς δέν προσκυνοῦμεν.
Αὐτό ὁπού μᾶς φοβερίζεις, νά μᾶς κόψης καί κάψης τά καρποφόρα δέντρα μας, δέν εἶναι τῆς πολεμικῆς ἔργον, διατί τά ἄψυχα δένδρα δέν ἐναντιώνονται εἰς κανένα, μόνον οἱ ἄνθρωποι ὁπού ἐναντιώνονται ἔχουνε στρατεύματα καί σκλαβώνεις, καί ἔτσι εἶναι τό δίκαιον τοῦ πολέμου…ὄχι τά κλαδιά νά μᾶς κόψης, ὄχι τά δένδρα, ὄχι τά σπίτια πού μᾶς ἔκαψες, μόνον πέτρα ἀπάνω στήν πέτρα νά μήν μείνη, ἡμείς δέν προσκυνοῦμεν.
Τί τά δένδρα μας ἄν μᾶς τά κόψης, καί κάψης τήν γῆν δέν θέλει τήν σηκώσης καί ἡ ἴδια ἡ γῆς πού τά ἔθρεψε, αὐτή ἡ ἴδια γῆ μένει δική μας καί τά ματακάνει.
Μόνον ἕνας Ἕλληνας νά μείνη, πάντα θά πολεμοῦμε καί μήν ἐλπίζης πώς τήν γήν μας θά τήν κάμης δική σου, βγάλτο ἀπό τὀ νοῦ σου.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Ἀπομνημονεύματα