Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ [: Κολ. 3,4-11] Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ» [11-12-1983] [Β105]


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ [:Κολ. 3,4-11]

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

μὲ θέμα:

«ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 11-12-1983]

[Β105]

Στὴν σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ἀγαπητοί μου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος θέλει νὰ μᾶς δείξει ὅτι ἀνάμεσα σὲ ἕναν σπουδαῖο προορισμό, σὲ μία σπουδαία κλήση ποὺ μᾶς κάνει ὁ Χριστὸς καὶ στὴν δική μας τὴν στάση πρέπει νὰ ὑπάρχει μία συνέπεια. Ὅτι δηλαδὴ Ἐκεῖνος θὰ δώσει αὐτά· ἐμεῖς ποιοὶ πρέπει νὰ σταθοῦμε ἔναντι ἐκείνων ποὺ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς δώσει; Συγκεκριμένα: «Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ». «Ὅταν ὁ Χριστὸς θὰ φανερωθεῖ, κατὰ τὴν Δευτέρα Του παρουσία, ποὺ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή μας, τότε κι ἐσεῖς μαζὶ μὲ Ἐκεῖνον θὰ φανερωθεῖτε ἔνδοξοι».

«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς». «Ὥστε λοιπόν, προκειμένου νὰ φθάσετε σὲ ἐκείνη τὴν ἔνδοξη κατάσταση, νεκρώσατε τὰ μέλη σας, τὰ μέλη τοῦ σώματός σας καὶ ὅ,τι ἀφορᾷ στὴν ψυχή σας, νεκρώσατέ τα αὐτά, ποὺ ὑπηρετοῦν τὴν ἁμαρτία ἐπάνω ἐδῶ εἰς τὴν γῆ».

Ὥστε ὑπάρχει μιὰ συνέπεια, ἀγαπητοί. Ναί. Διότι τὸ θέμα τῆς σωτηρίας δὲν εἶναι ἕνα θέμα ποὺ προσφέρεται κατὰ παθητικὸ τρόπο στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ δεχθεῖ νὰ σωθεῖ, ἁπλῶς ἂν πεῖ ἕνα «ναὶ» ἢ ἴσως κι αὐτὸ τὸ «ναὶ» νὰ μὴν εἶναι καὶ δικό του. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος θὰ σωθεῖ ἐὰν πεῖ τὸ «ναί», δηλαδὴ πιστέψει, ἀποδεχθεῖ καὶ ἀγωνισθεῖ. Φυσικὰ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος ἔχει νὰ προσφέρει ἔναντι ἐκείνων ποὺ πρόκειται νὰ τοῦ προσφερθοῦν εἶναι πολὺ λίγα. Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι δὲν εἶναι ἄξια τὰ παθήματα τούτου τοῦ καιροῦ, αὐτῆς τῆς παρούσης ζωῆς, μπροστὰ στὴν «μέλλουσαν ἀποκαλυφθῆναι δόξαν».  Μπροστὰ σὲ ἐκείνη τὴν δόξα ποὺ πρόκειται νὰ μᾶς ἀποκαλυφθεῖ. Συνεπῶς εἶναι σὰν νὰ μὴν προσφέρομε τίποτε. Ἀλλὰ σὰν νὰ  μὴν προσφέρομε τίποτε. Στὴν πραγματικότητα πρέπει νὰ προσφέρομε. Συγκριτικὰ σὰν νὰ μὴν προσφέρομε τίποτε.

Ἀλήθεια, ἔχετε σκεφθεῖ αὐτὸν τὸν μεγάλο προορισμό μας; Ὄχι ἀπόλυτος προορισμός. Ὄχι, θέλομε δὲν θέλομε θὰ γίνει αὐτό. Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει ἑτοιμάσει γιὰ μᾶς κι ἐφόσον ἐμεῖς ἀποδεχθοῦμε αὐτὸ τὸ κάτι; Τὸ ἔχετε σκεφθεῖ; Τὸ ξαναδιαβάζω: «Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ». Πράγματι. Ἡ ζωὴ τοῦ πιστοῦ εἶναι κρυμμένη μέσα στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ δὲν φαίνεται ἡ ζωὴ τοῦ πιστοῦ. Καὶ ἡ ζωὴ τοῦ πιστοῦ εἶναι κατ᾿ ἀρχὰς πνευματική. Βεβαίως ἡ πνευματικὴ ζωὴ φαίνεται, ἀλλὰ μόνον ἕνα μικρό της μέρος. Ὅπως ἕνα παγόβουνο στὸ μεγαλύτερό του μέρος εἶναι βυθισμένο μέσα στὸν ὠκεανό. Ἔτσι, ἡ ζωὴ τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου φαίνεται, ἀλλὰ ὄχι ὁλόκληρη. Δὲν μπορεῖ νὰ προσμετρηθεῖ ἡ ζωὴ ἡ πνευματικὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ πλάϊ στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι καὶ ἡ ζωὴ ἐκείνη ποὺ θὰ εἶναι ζωὴ ὀντολογική. Δηλαδὴ ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος θὰ ξαναζήσει! Αὐτὸ τὸ «θὰ ξαναζήσει ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, μὲ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή του, τὴν ὀντολογία του», αὐτὸ εἶναι ὁλότελα κρυμμένο μέσα στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ δὲν φαίνεται. Ἔτσι ὁ πιστὸς τὸν βλέπομε νὰ πεθαίνει, ὅπως καὶ ὁ ἄπιστος, νὰ θάπτεται, ὅπως καὶ ὁ ἄπιστος, καὶ νὰ διαλύεται μέσα στὸ χῶμα τῆς γῆς, ὅπως καὶ ὁ ἄπιστος. Ἔτσι ἂν δοῦμε τὰ ὀστᾶ τοῦ πιστοῦ καὶ τοῦ ἀπίστου, θὰ δοῦμε ὅτι δὲν ὑπάρχει καμία διαφορὰ ἀνάμεσα εἰς τὰ πρῶτα καὶ εἰς τὰ δεύτερα. Καὶ ὅμως ὑπάρχει τρομακτικὰ μεγάλη διαφορά. Διότι ἡ ζωὴ τοῦ πιστοῦ εἶναι κρυμμένη μέσα στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή μας. Ἡ ζωή μας ὄχι ἡ πνευματικὴ μόνο. Ἀλλὰ καὶ ἡ ὀντολογικὴ ζωή μας. Δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ λέμε «ὕπαρξη». Ὄχι ἁπλῶς μία ἀφῃρημένη, ἰδεατὴ κατάσταση. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ λέμε ὕπαρξη. Ἄν τὸ θέλετε, εἶναι αὐτὸ ποὺ τόσο πεινάει καὶ διψᾷ πάντοτε ὁ ἄνθρωπος, ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας πού, ἐπειδὴ δὲν δέχτηκε τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν δέχτηκε τὸ πρόσωπό Του καὶ τὴν Θεανθρωπίνη Του φύση, κατασκευάζει μὲ τὸ μυαλό του φιλοσοφικὰ συστήματα, γιὰ νὰ λύσει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ πρόβλημά του. Τὸ λεγόμενον «ὑπαρξιακόν». Γι᾿ αὐτὸ τὰ σύγχρονα φιλοσοφικὰ ρεύματα εἶναι ὑπαρξιακά, εἶναι ὑπαρξιστικά. Γιατί αὐτὸ θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐπιτύχει· νὰ διατηρήσει τὴν ὕπαρξή του. Ἄλλο ὅτι αὐτὰ τελικά, τὰ κατ᾿ ἐπίνοιαν ρεύματα, τὰ κατ᾿ ἐπίνοιαν συστήματα, τελικὰ ὁδηγοῦν σὲ ἕναν μηδενισμόν. Ἄλλη παράγραφος. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι σκοτισμένος καὶ δὲν γνωρίζει ἀκριβῶς ἐκεῖνο ποὺ θὰ τὸν κάνει νὰ διατηρηθεῖ στὴν ὕπαρξη. Ὄχι ὅμως σὲ μιὰ ὕπαρξη αἰωνίου κολάσεως, ἀλλὰ σὲ μιὰ ὕπαρξη ζωῆς, ἀληθινῆς ζωῆς, μακαριότητος.

Αὐτὴ λοιπὸν ἡ ζωή, ἡ μακαρία ζωή, ἡ ὀντολογική, ποὺ ἀφορᾷ, θὰ τὸ ξαναπῶ ἄλλη μία φορά, σὲ ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι κρυμμένη μέσα στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ· στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Προσέξτε αὐτό. Ὁ Χριστὸς ζεῖ. Ὁ Χριστὸς ζεῖ μὲ τὴν ἀνθρωπίνη Του φύση. Ὄχι ἁπλῶς γιατί ὁ Θεὸς ζεῖ. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Χριστοῦ ζεῖ. Ὁ Χριστὸς στὸν οὐρανὸ ἀνέβηκε μὲ τὴν ἀνθρωπίνη Του φύση. Καὶ ἡ ζωὴ ἡ δική μου εἶναι κρυμμένη μέσα στὴν Θεανθρωπίνη δικὴ Του φύση. Πῶς εἶναι; Ὅταν κοινωνῶ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Τότε, τότε ἡ ζωὴ ἡ δική μου εἶναι μέσα εἰς τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔγινα μέλος Του καὶ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ αὐξάνει, ὁ Χριστός, Αὐτὸς καθ᾿ ἑαυτόν, εἶναι ἡ κεφαλὴ ἑνὸς μεγάλου σώματος, τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ σῶμα Του. Ὄχι τὸ ἠθικὸν σῶμα Του, ὄχι τὸ πνευματικὸν σῶμα Του, ἀλλὰ τὸ ὀντολογικὸν σῶμα Του, τὸ πραγματικό Του σῶμα. Εἶμαι ἐγώ, εἶσαι ἐσύ, εἶσαι ἐσύ, εἶσαι ἐσύ. Εἴμαστε ὅλοι μαζί. Ὅλοι μαζὶ ἀποτελοῦμε τὸ σῶμα Του. Γιατί ὁ καθένας εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος, εἴμεθα «μέλη ἐκ μέρους». Συνεπῶς ἡ ζωή μας εἶναι κρυμμένη μέσα στὸν Χριστό. Πραγματικά. Ὅταν ὁ Χριστὸς θὰ ξανάρθει καὶ θὰ φανερωθεῖ, κατὰ τὴν Δευτέρα Του παρουσία, θὰ φανερωθεῖ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου, ἔ; «Ὅταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ», λέγει εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, θὰ ἔρθει μὲ τὴν ἀνθρωπίνη Του φύσῃ, τότε θὰ ἀναστηθῶ κι ἐγώ, θὰ ἀναστηθεῖτε κι ἐσεῖς. Καὶ τότε ἡ ὕπαρξίς μας, ποὺ δέχτηκε τὸ σῶμα Του καὶ τὸ αἷμα Του καὶ εἴμεθα μέλη Του ἀδιάσπαστα, τόσο ἀδιάσπαστα, ὅπως λέει ὁ Καβάσιλας, ὅτι τὰ πάντα μπορεῖ νὰ τὰ χάσουμε - κι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς τὸ λέγει αὐτό, λέγει: «μπορεῖ νὰ σᾶς πάρουν τὰ ροῦχα, τὰ σπίτια, τὴν περιουσία, νὰ σᾶς βγάλουν καὶ τὸ πετσί, νὰ σᾶς συντρίψουν τὰ κόκκαλα, τὸν Χριστὸ δὲν μποροῦν νά σᾶς Τὸν βγάλουν». Ἡ ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι ἀκατανόητα ἰσχυρά. Τότε, ὅταν ἐγὼ θὰ ἀναστηθῶ καὶ θὰ σταθῶ μπροστά Του, θὰ μοῦ πεῖ: «Εὐλογημένο παιδί... δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, ἔλα στὴν Βασιλεία μου». Καὶ θὰ ζήσω στὴν μακαριότητά Του. Νὰ ποῦ εἶναι ἡ ζωή μου κρυμμένη καὶ πῶς θὰ φανερωθεῖ.

Μπροστὰ σὲ αὐτὸν τὸν θαυμάσιον προορισμὸν ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ἔρχεται τώρα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νὰ μᾶς πεῖ: «Ἐσεῖς, τί πρέπει νὰ κάνετε; Πῶς πρέπει νὰ ἀνταποκριθεῖτε μπροστὰ σὲ ἐκεῖνο ποὺ ὁ Χριστὸς ἐργάστηκε γιά σᾶς;». «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία». «Αὐτά», λέγει, «ὅλα ἀφήσατέ τα. Νεκρώσατέ τα. Ὄχι ἀφήσατέ τα· νεκρώσατέ τα». Στὴ συνέχεια: «Νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν (:Ἀποθέσατε -λέει- ὅλα αὐτά. Τὴν ὀργή, τὸν θυμό, τὴν κακία, τὴν βλασφημία, τὴν αἰσχρολογία ἀπὸ τὸ στόμα σας)· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους (:μὴ λέτε ψέματα ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον), ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ (:γδυθεῖτε τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο μαζὶ μὲ τίς πράξεις του) καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν (:καὶ ντυθεῖτε τὸν καινούριο ἄνθρωπο, αὐτὸν ποὺ θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴ βαθιὰ γνώση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἴμαστε φτιαγμένοι κατὰ τὴν εἰκόνα τὴ δική Του)».

Τρία ρήματα: «Νεκρώσατε», «ἀπόθεσθε», «ἀπεκδύσασθε». Τὸ «νεκρώσατε» ἀναφέρεται στὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα. Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ζωικὸς ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος βρίσκεται κάτω μόνον ἀπὸ τοὺς βιολογικοὺς νόμους καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ ἄνθρωπος αὐτός, μόνο ποὺ θὰ ἀκούσει «νέκρωση» τῶν δυνάμεών του αὐτῶν, καὶ δὴ τῶν σαρκικῶν του δυνάμεων, συγκεκριμένα τὸ «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος» καὶ μόνον γιατί θὰ ἀκούσει τὴν νέκρωσιν τῶν ἑδρῶν τῆς ἡδονῆς ὅπου ἑδράζει ἡ ἡδονή, μόνο γιατί θὰ τὸ ἀκούσει, ταράσσεται καὶ ἀπορρίπτει τὸ Εὐαγγέλιο. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς σάρκας. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν ἔχει... δὲν στοιχεῖ τῷ Πνεύματι τῷ Ἁγίῳ. Δὲν ἔχει γνώση, γεύση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι βιολογικὸς ἄνθρωπος, ζωικὸς ἄνθρωπος. Ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος, «ψυχικός». «Ψυχικὸς» θὰ πεῖ ζωικὸς ἄνθρωπος.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν εἶναι τὸ «Νεκρώσατε». Τὸ ἄλλο εἶναι τὸ «ἀπόθεσθε». Ἀποθέτω. Κάτι ποὺ μὲ βαραίνει καὶ τὸ βγάζω καὶ τὸ ἀφήνω κάπου ἀλλοῦ. «Ἀποθέσασθε». Τί «ἀποθέσασθε»; Τὰ ψυχικὰ τώρα ἁμαρτήματα: θυμόν, ὀργήν, κακίαν κ.τ.λ. Καὶ τὸ τρίτο. «Ἀπεκδύσασθε». «Γδυθεῖτε, βγάλετε, ὁλόκληρον τὸν παλιὸν ἄνθρωπο καὶ ντυθεῖτε τὸν καινούριον».

Ἐπειδή, ἀγαπητοί μου, εἶναι πολλὰ καὶ σπουδαῖα ὅλα αὐτὰ καὶ ὁ χρόνος πρέπει νὰ εἶναι πολὺς γιὰ ὅλα αὐτά, ἐπιτρέψατέ μου νὰ ποῦμε λίγα λόγια πάνω στὸ «ἀπόθεσθε», ἀναφερόμενοι στὰ ψυχικὰ ἁμαρτήματα· τὰ ὁποῖα, ὅπως μᾶς λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, εἶναι ἡ ὀργή, ὁ θυμός, ἡ κακία, ἡ βλασφημία καὶ ἡ αἰσχρολογία. Μὲ πάρα πολὺ σύντομη ματιά, θὰ τὰ δοῦμε αὐτά, γιατί εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ δοῦμε.

Καὶ πρῶτα εἶναι ὁ θυμός. Ὁ θυμὸς εἶναι καρπὸς τοῦ ἐγωισμοῦ. Γιατί θυμώνει ὁ ἄνθρωπος; Ὁ ἄνθρωπος θυμώνει γιατί δὲν γίνεται αὐτὸ ποὺ θέλει. Βέβαια πρόκειται περὶ μιᾶς παρεκτροπῆς. Ποιὰς παρεκτροπῆς; Ὅτι ὁ θυμὸς εἶναι ἰδιότητα τῆς ψυχῆς φτιαγμένη ἀπὸ τὸν Θεό. Μὲ σκοπὸ ὁ ἄνθρωπος νὰ θυμώσει, θὰ πεῖ: «νὰ τανύσει τὸ νεῦρο τῆς ψυχῆς», νὰ γίνει νευρώδης ἡ ψυχή του, νευρώδης, ὅταν θὰ σταθεῖ μπροστά του τὸ κακό, νὰ πεῖ τὸ «ὄχι». Δηλαδὴ ὅταν ἦρθε ὁ διάβολος μέσα στὸν Παράδεισον καὶ ἀρχίζει τὴν ἀπάτη του μὲ μαεστρία, ἀντιλαμβανόμενοι οἱ πρωτόπλαστοι τὴν ἀπάτη, θὰ ἔπρεπε νὰ ὀρθώσουν τὸ ἀνάστημά τους, νὰ θυμώσουν, κατὰ τὸν Μέγα Βασίλειον, νὰ θυμώσουν, δηλαδὴ νὰ τανύσει τὸ νεῦρο τῆς ψυχῆς καὶ νὰ τοῦ ποῦν, ὅ,τι εἶπε ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ, εἰς τὸν διάβολον, ποὺ πῆγε νὰ τὸν πειράξει στὴν ἔρημον. «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ». Τί θὰ πιστεύατε, ὁ πρᾶος Κύριος, ποὺ εἶπε «Μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷος εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» στὴ φράση αὐτὴ ὅπως εἶναι διατυπωμένη στὴν Ἁγία Γραφή, τὸ «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» τὸ εἶπε ἤρεμα-ἤρεμα; Ἡ διατύπωσις τῆς φράσεως δείχνει τὸ νεῦρο. Δὲν θὰ εἶπε ἀσφαλῶς «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» (ὁ γέροντας μιλάει ἀργά-ἀργά). Ὄχι τέτοιο πρᾶγμα. Μὲ νευρώδη τρόπο τὸ εἶπε ὁ Κύριος. «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ!». Τὸ ξανάπε ὁ Κύριος αὐτό, στὸν ἀπόστολο Πέτρο- καλύτερα, στὸν διάβολο πάλι, ποὺ ἐμφανίζεται στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Καὶ τοῦ λέγει: «Κύριε, μὴν πᾶς στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ σταυρωθεῖς». «Σατανᾶ», τοῦ λέει ὁ Κύριος, «οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ». Ἄλλη μία φορὰ τὸ εἶπε ὁ Κύριος. Τὸ εἶπε μὲ νεῦρο ἐκεῖ. Λοιπόν; Ὁ θυμός; Ἔπαθε διαστροφή. Ἀντὶ νὰ θυμώσουμε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, θυμώνομε ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν, ἐναντίον τῶν ἀντικειμένων τῆς δημιουργίας, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι μία παρεκτροπὴ τοῦ θυμοῦ. Δὲν τὸν χρησιμοποιοῦμε ἐκεῖ ποὺ πρέπει νὰ τὸν χρησιμοποιήσουμε καὶ τὸν χρησιμοποιοῦμε ἐκεῖ ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸν χρησιμοποιήσουμε. Συγκεκριμένα, ἔρχεται νὰ ὑπηρετήσει τὸν ἐγωισμό μας καὶ ὄχι τὴν σωτηρία μας.

Ἡ ὀργή. «Ἀποθέσατε», λέει, «τὸν θυμόν, τὴν ὀργήν...».... Τί εἶναι ἡ ὀργή; Ἡ ὀργὴ εἶναι ὁ παρατεταμένος θυμός. Ὁ θυμὸς ποὺ δὲν ἔχει ξεθυμάνει· ποὺ παραμένει. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ ἔχει μέσα του θυμό, ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἐξάψεως ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια τῆς μνήμης. Νὰ κάνει τίς δουλειές του ἤρεμα, νὰ κοιμᾷται ἤρεμα, ἀλλὰ νὰ μὴν ξεχνάει ἕνα ζήτημα. Καὶ ὅταν τὸ ζήτημα αὐτὸ ἀναζωπυροῦται, ἐπανέρχεται, τότε νὰ γίνεται θηρίο. Ὥστε νὰ λέει κανείς: «Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ξεθύμανε;». Αὐτὸ λέγεται ὀργή. Δηλαδὴ ὁ χρονισμένος θυμὸς εἶναι ἡ ὀργή. Ἡ ὀργή, καταλαβαίνετε, εἶναι ἕνα πάθος τῆς ψυχῆς δεμένο μὲ τὴν μνησικακία, δεμένο μὲ πολλὰ πράγματα καὶ ποὺ εἶναι φοβερόν, ὅταν ἔχει κανεὶς μπροστά του ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει ὀργήν.

Κατόπιν ἡ κακία. Βέβαια ὅλα αὐτὰ κακίες εἶναι. Μὲ μία ὀνομασία, θὰ λέγαμε, «ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ κακία». Παρὰ ταῦτα ἔχει καὶ μία εἰδικὴ σημασία, ὅταν λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος «κακία». Καὶ ἐννοεῖ τὰ πάθη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς. Ἀκούσατέ τα πολὺ πολὺ γρήγορα, ἐκεῖνα ποὺ στὸ τέλος λέμε τὸν ἄλλον ὅτι εἶναι «κακὸς ἄνθρωπος». Τὸ λέμε αὐτό. Τὸν πόρνο τὸν λέμε κακὸν ἄνθρωπο; Τὸν μπεκρῆ τὸν λέμε κακὸν ἄνθρωπο; Τὸν φιλάργυρο τὸν λέμε κακὸν ἄνθρωπο; Δὲν τοὺς λέμε κακοὺς ἀνθρώπους αὐτούς. Λέμε «ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, ἔχει τὰ πάθῃ του». Ἀλλὰ πότε λέμε ἕναν ἄνθρωπο ὅτι εἶναι κακός; Λέμε «εἶναι κακός». Ἢ λέμε πολλὲς φορές, «θυμώνει, ἁρπάζεται, φωνάζει, ἀλλὰ δὲν εἶναι κακός». Ἄρα λοιπὸν ἡ ἔννοια τοῦ κακοῦ, τῆς κακίας ἔχει μία διαφοροποίηση ἐδῶ. Δὲν εἶναι γενικὰ ὅ,τι εἶναι ἁμαρτία.

Τί εἶναι λοιπὸν αὐτὴ ἡ κακία, ὅπως ἐδῶ μᾶς τὴν λέγει στὴν ἐπιστολή του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Εἶναι πρῶτα πρῶτα ἡ στρεβλότης τῆς ψυχῆς. Αὐτὸς ποὺ εἶναι θυμώδης ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ εἶναι εὐθύς. Ὁ στρεβλὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι θυμώδης. Ἀλλὰ  εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει στραβὴ ψυχή, τεθλασμένη ψυχή, στραβωμένη ψυχή. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀντιδρᾷ, ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος κινεῖται ἀνάποδα ἀπ᾿ ὅ,τι πρέπει, ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ ἀνάποδα, ἐσὺ λὲς ἄσπρο, ἐγὼ μαῦρο, ἐσὺ λὲς μαῦρο, ἐγὼ ἄσπρο, στραβὴ ψυχή. Παράξενο πρᾶγμα, παράξενο πρᾶγμα! Εἶναι κάτι φοβερό! Μάλιστα ἡ ἐποχή μας ἔχει αὐτὸ τὸ θέμα εἰς ὑπερθετικὸν βαθμόν. Βλέπετε τοὺς ἀνθρώπους πῶς ἀντιδροῦν. Καὶ ἀντιδροῦν μὲ πάθος. Ἔτσι ποὺ νὰ ποῦμε: «Εἶναι κακὸς ἄνθρωπος αὐτός».

Μετὰ εἶναι ἡ ὑποψία, ἡ καχυποψία. Ὅταν πάντοτε λέμε: «Αὐτὸς τί σκέπτεται γιὰ μένα;». Καὶ εἶμαι ὁ περίεργος, νὰ πάω νὰ μάθω, τί λέει, τί σκέπτεται. Καὶ βάζω μὲ τὸ μυαλό μου πράγματα, ποὺ ὁ ἄλλος οὔτε κἂν τὰ ἐσκέφτηκε γιὰ μένα. Καὶ αὐτὸ εἶναι στὴν κατηγορία τῆς κακότητος.

Ἀκόμα εἶναι ἡ ἀνυπομονησία. Σᾶς φαίνεται παράξενο; Δὲν εἶναι ἡ ἀνυπομονησία ποὺ καμία φορὰ βιαζόμαστε γιὰ κάτι. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος, ὅταν τὸν πειράξουν, δὲν μακροθυμεῖ. Καὶ πάει ἀμέσως νὰ ἐκδικηθεῖ. Ἔχω προσέξει καὶ ἔχω τρομάξει: ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἢ θὰ γράψουν γι᾿ αὐτοὺς στὴν ἐφημερίδα κάτι ἢ θὰ τοὺς ποῦν κάτι προσωπικὰ ἢ θὰ μάθουν κάτι, θὰ πάρουν τὸ τηλέφωνο ἀμέσως νὰ βρίσουν! Θὰ πάρουν τὸ μολύβι ἀμέσως νὰ γράψουν ἐπιστολή, νὰ ἀπαντήσουν! Καὶ θὰ μιλήσουν μὲ βρασμὸ ψυχῆς! Ἄνθρωποι, περιμένετε λιγάκι, δείξατε μία μακροθυμία λιγάκι, μιά... ἔτσι, ἄνεση ψυχῆς ἔναντι τῶν ἄλλων. Ὄχι! Δὲν χαρίζουν στὸν ἄλλον τίποτα. Καὶ θέλουν ὅ,τι θὰ κάνουν, τώρα, τώρα, τώρα, τώρα! Αὐτὸ λέγεται ἀνυπομονησία. Ἀλλὰ εἶναι κακότητα τῆς ψυχῆς.

Καὶ ἡ κακοβουλία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ κακῶς σκέπτεται, κακῶς ἐπιθυμεῖ, κακῶς ἐνεργεῖ. Δηλαδὴ μέσα του ἐλατήριο καὶ κίνητρο ἔχει τὸ κακό. Γιατί; Ἔτσι. Κοιτᾶξτε τί εἶπα: Ἔτσι. Δηλαδὴ ὅπως πολλὲς φορὲς λέμε: «Ἀγαπῶ νὰ εἶμαι καλὸς ἄνθρωπος, γιατί ἀγαπῶ νὰ εἶμαι καλὸς ἄνθρωπος». Καὶ ὁ κακός: «Θέλω νὰ εἶμαι κακός». Σκοπός σου, ποιός; «Ἔτσι».

«Δηλαδή;». «Ἔτσι, θέλω νὰ εἶμαι κακός!». Δηλαδὴ εἶσαι διάβολος. Μόνο ὁ διάβολος τὸ λέει αὐτό. «Ἔτσι. Θέλω ἐγὼ ἔτσι». Φοβερὸ πρᾶγμα. Ἀγαπητοί μου, βάθος δυσθεώρητον τὸ τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς τὸ βάθος, ὅταν ἔχει κακία. Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα. Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ Ἀπόστολος «ἀπόθεσθε». «Ἀποθέσατέ τα ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς· τὴν ὀργήν, τὸν θυμόν, τὴν κακίαν, τὴν βλασφημίαν, τὴν αἰσχρολογία ἀπὸ τὸ στόμα σας».

Ἄ, εἶναι καὶ ἡ βλασφημία! Χμ. Ποιά εἶναι ἡ βλασφημία; Ἡ βλασφημία, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶναι μόνον ἐκεῖνο ποὺ οἱ ἄνθρωποι βλασφημοῦν. Ἡ ρίζα «βλάσ-»  εἶναι ἀπὸ τὸ ρῆμα βλάπτω. Βλασφημία εἶναι τὸ «βλάπτω τὴν φήμη τοῦ ἄλλου». Καὶ βλάπτω τὴν φήμη τοῦ ἄλλου...πολλὰ πράγματα σημαίνει: συκοφαντῶ, κατηγορῶ, διαστρέφω... Κι ἔτσι τὸν ἄλλον τὸν σκοτώνω μὲ κάθε τρόπο. Βλασφημῶ ἀκόμη τὸν Θεόν. Πῶς; Τίνι τρόπῳ; Οἱ κοινὲς βλασφημίες; Ναί, ἀναμφισβήτητα εἶναι καὶ οἱ κοινὲς βλασφημίες. Εἶναι ἀνατριχιαστικὸ νὰ ἀκοῦς ἕναν ἄνθρωπο νὰ βλασφημᾷ τὰ θεῖα. Σημαίνει δὲν ξέρει ποιός εἶναι ὁ Θεός. Πω πω! Φρίκη! Φρίκη! Νὰ βλασφημᾶς Ποῖον; Σὺ ποιός εἶσαι; Καὶ βλασφημᾶς. Ποῖον, ἀδελφέ μου; Ποῖον; Συνέλαβες Ποιός εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ποιός εἶσαι ἐσύ; Ἀλλὰ καθετὶ ποὺ ἀποδίδεται στὴν κακὴ φήμη τοῦ Θεοῦ... ὅταν πῶ «ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δίκαιος», ὅταν πῶ ὅτι «ὁ Θεὸς μεροληπτεῖ», ὅταν πῶ ὅτι «ὁ Θεὸς εἶναι ἀδύναμος», ὅτι «ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἀγαθός», εἶναι βλασφημία. Γιατί; Τοῦ ἀφαιρῶ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι. Καὶ Τοῦ ἀποδίδω ἐκεῖνα ποὺ δὲν εἶναι. Συνεπῶς βλάπτω, προσβάλλω τὴν φήμη Του, τὸ ὄνομά Του. Εἶναι βλασφημία.

Καὶ ἡ αἰσχρολογία ἀπὸ τὸ στόμα σας. Γιατί λέγει «ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν»; Αἰσχρολογοῦμε μήπως καὶ μὲ τὰ φρύδια μας; Ἀγαπητοί μου, ἐδῶ ὑπάρχει ἕνας ὑπαινιγμός. Κατ᾿ ἀρχὰς εἶναι βεβαίως ἡ αἰσχρολογία ὅλα ἐκεῖνα τὰ σόκιν ποὺ θὰ ποῦμε, εἶναι ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἀθυροστομίες ποὺ μποροῦμε νὰ ποῦμε, ἐκεῖνα τὰ χοντρὰ πράγματα, τὰ χοντρά, τὰ βρώμικα. Ἐκεῖνα ποὺ πολλὲς φορὲς κοιτάζομε μήπως μᾶς ἄκουσε ἡ μάνα μας, ἡ γυναῖκα μας, τὸ παιδί μας, γιὰ νὰ τὰ ποῦμε στὴν παρέα μας. Δηλαδὴ ποὺ φοβόμαστε νὰ μὴν μᾶς ἀκούσει κάποιος ποὺ δὲν θὰ θέλαμε. Ὅλη αὐτὴ ἡ αἰσχρολογία βγαίνει σὰν ὀχετὸς ἀπὸ τὸ στόμα. Γιατί λέγει «ἀπὸ τὸ στόμα σας»; Γιατί αὐτὸ τὸ στόμα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δέχεται τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ λέγει πιὸ σαφέστερα ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος. «Ἀπὸ τὸ στόμα», λέει, «αὐτὸ ποὺ ὑμνεῖς καὶ εὐλογεῖς τὸν Θεόν, βγάζεις καὶ βόρβορον; Εἶδες πουθενὰ καμία πηγὴ νὰ ρέει καὶ γλυκὸ καὶ ἁλμυρὸ νερό; Ἀλλὰ τί; Ἐνῶ δὲν ὑπάρχει στὴ φύση αὐτό, ἐσὺ μετέβαλες τὸ στόμα σου ποὺ ρέει ἀπὸ κεῖ καὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν». Ἄν θέλετε, δέχεσαι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ βγάζεις ἀπὸ μέσα ὅ,τι βρώμικο, ὅ,τι βορβορῶδες. «Ὄχι», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σὲ μία ἄλλη του ἐπιστολή, «πᾶς λόγος σαπρὸς (:κάθε σάπιος λόγος) ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω -σάπια εἶναι τὰ λόγια τὰ βρώμικα- (:κάθε σάπιος λόγος ἀπ᾿ τὸ στόμα σας νὰ μὴν βγαίνει) ἀλλ᾿ εἴ τις ἀγαθὸς (:μόνο καλὰ λόγια νὰ βγαίνουν) πρὸς οἰκοδομὴν τῆς χρείας (:γιὰ νὰ οἰκοδομήσει, νὰ ὠφελήσει τὴν στιγμὴ ἐκείνη, τὴν ἀνάγκη τῆς παρούσης ἐκείνης στιγμῆς) ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι (:γιὰ νὰ δώσει χάρη, νὰ δώσει ὠφέλεια, νὰ δώσει ὀμορφιά, εὐχαρίστηση σὲ ἐκείνους ποὺ ἀκοῦν)». Διότι ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ ἀκούει βρώμικα πράγματα, δὲν ἔχει μόνο διεστραμμένο στόμα· καὶ διεστραμμένα αὐτιά. Κάποτε οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ λένε βρώμικα πράγματα, ἔχουν διεστραμμένα αὐτιὰ καὶ θέλουν νὰ ἀκοῦν τὰ ἴδια τους τὰ λόγια. Ἔτσι, χοντρὰ χοντρά. Χοντροὶ ἄνθρωποι πού -σκέπτεται κανείς-  λείπει κάθε καλλιέργεια. Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα. Ἀγαπητοί μου, εἴτε μόνοι μας εἴμαστε, εἴτε μὲ πολὺ οἰκείους μας, εἴτε μὲ εὐρὺ κοινό, νὰ ἔχομε καθαρὸ στόμα. Καὶ ἔτσι τὸ στόμα μας, ὅταν εἶναι καθαρὸ θὰ βγάζει καὶ πάντοτε ἀγαθὰ πράγματα. Ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας, ὅταν κι αὐτὴ εἶναι καθαρή, θὰ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα πάντοτε καθαρὰ πράγματα.

Ἀλλὰ ἂς κλείσουμε, ἀγαπητοί. Λέει ὁ Κύριος, λέγει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ». «Ἐλᾶτε, λοιπόν», λέγει, «ἐλᾶτε νὰ γδυθοῦμε τὸν παλιὸν ἄνθρωπον μαζὶ μὲ τίς πράξεις του. Μὴν κοιτάζομε νὰ διορθώσουμε αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο, σὲ ἕνα ροῦχο ποὺ εἶναι βρώμικο, ἔχει τρῦπες. Δὲν καθόμαστε ἐκεῖ νὰ τὸ πλύνομε σὲ μιὰν ἀκρίτσα. Τὸ βγάζομε ὁλόκληρο. Ἔτσι, βγάλτε τα ὅλα αὐτά, βγάλτε τα ὅλα. Γίνετε καινούριοι ἄνθρωποι. Ὄχι μπαλωμένοι, ἀλλὰ καινούριοι ἄνθρωποι». Καὶ «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Ὅποιος εἶναι μὲς στὸν Χριστὸ εἶναι καινούρια δημιουργία». Ἔτσι, ἂν κάποτε συνειδητοποιήσομε ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι κρυμμένη μὲς στὸν Χριστὸ καὶ ὅτι θὰ φανερωθεῖ ὅταν κι Ἐκεῖνος θὰ φανερωθεῖ, τότε ἀναμφισβήτητα, ἀγαπητοί μου, θὰ καθαρίζομε τὸν ἑαυτόν μας, θὰ νεκρώνομε τὰ σαρκικά μας πάθη, θὰ ἀποθέτομε τὰ ψυχικά μας ἁμαρτήματα καὶ θὰ γδυνόμαστε διαρκῶς τὸν παλιὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ ντυνόμεθα τὸν καινούριο, τὸν ἀνακαινισμένο, τὸν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

ψηφιοποίηση τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας καὶ ἐπιμέλεια:

Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

•   Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.

•   http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 213.mp3

__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»