Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

Δημήτρης Δασκαλάκης: Το «βραχιολάκι» της ηλεκτρονικής επιτήρησης ως στημένη επιλογή ελευθερίας



Γράφει ο Δημήτριος Νικ. Δασκαλάκης, Δικηγόρος Αθηνών

 
Όπως έχει γίνει ήδη γνωστό, η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Εύα Καϊλή «αποφυλακίστηκε» μετά από 4,5 μήνες κράτησής της στις βελγικές φυλακές εξαιτίας της εμπλοκής του ονόματός της στο σκάνδαλο χρηματισμού και διαφθοράς, γνωστό ως «Qatargate», που συγκλόνισε τις Βρυξέλλες και έθεσε υπό σοβαρή αμφισβήτηση το κύρος των ευρωπαϊκών θεσμών.

Κατ’ ακρίβεια, πάντως, η κ. Καϊλή δεν αποφυλακίστηκε, αλλά τέθηκε σε αυστηρό κατ’ οίκον περιορισμό, υπό καθεστώς ηλεκτρονικής επιτήρησης, με την χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων (βραχιολάκι).

Η ευρωβουλευτής, μόλις πληροφορήθηκε την θετική (για την ίδια) δικαστική εξέλιξη έσπευσε να δηλώσει πασίχαρη στην εφημερίδα «La Repubblica» τα εξής: «Περιμένω με ανυπομονησία να βρεθεί το ηλεκτρονικό βραχιόλι για να βγω από τη φυλακή»1.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι ως κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά προσδιορισμένο στην ανακριτική διάταξη κτήριο (ή σύμπλεγμα κτηρίων), το οποίο αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο της διαμονής ή της κατοικίας του.

Για να τεθεί ο κατηγορούμενος σε κατ’ οίκον περιορισμό, υπό καθεστώς ηλεκτρονικής επιτήρησης, απαιτείται να έχει προηγηθεί η υποβολή σχετικού αιτήματός του, ότι δηλ. ο ίδιος συναινεί και αποδέχεται την εικοσιτετράωρη επιτήρησή του, μέσω ενός συστήματος γεωεντοπισμού, που ελέγχει και καταγράφει διαρκώς την γεωγραφική του θέση, ενώ τα δεδομένα που αφορούν την μετακίνησή του αποθηκεύονται σε ψηφιακό αρχείο.

Το ηλεκτρονικό βραχιολάκι επιτήρησης λειτουργεί με σύστημα GPS, τοποθετείται στον αστράγαλο του προσώπου που τίθεται υπό παρακολούθηση και δεν μπορεί να αφαιρεθεί χωρίς ειδική άδεια του αρμόδιου ανακριτή. Μάλιστα, ο κατηγορούμενος αναλαμβάνει την ρητή υποχρέωση να μην παρεμβαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Τα «βραχιολάκια» της ηλεκτρονικής επιτήρησης αξιοποιούνται από τις αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές, προκειμένου να καταστεί εφικτή η 24ωρη παρακολούθηση των υποδίκων, καθώς η συγκεκριμένη τεχνολογία χρησιμοποιεί σήματα ραδιοσυχνοτήτων, τα οποία αποστέλλονται στον σταθμό παρακολούθησης και επομένως καταγράφεται συνεχώς και η παραμικρή κίνηση του ελεγχόμενου προσώπου.

Η κ. Καϊλή –και στο πρόσωπό της, κάθε υπόδικος κατηγορούμενος– αντιμετώπισε το εξής δίλημμα: είτε να παραταθεί η κράτησή της στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Haren των Βρυξελλών, είτε να αποδεχθεί τον κατ’ οίκον περιορισμό της, υπό καθεστώς όμως ασφυκτικής ηλεκτρονικής επιτήρησης.

Ο Etienne Augé, συγγραφέας του βιβλίου «Μικρή πραγματεία της προπαγάνδας» αναλύει ένα από τα κλασσικά εργαλεία κρατικής προπαγάνδας και χειραγώγησης των μαζών, το οποίο αποκαλεί «στημένη επιλογή».

Σύμφωνα με τον Augé, οι νεοταξίτικες κυβερνήσεις που επιδιώκουν σταθερά τον έλεγχο και την χειραγώγηση των ανθρώπων, ενθαρρύνουν τον πολίτη να διαλέξει μέσα από ένα συγκεκριμένο φάσμα προτεινόμενων λύσεων, ενισχύοντας κάθε φορά την πεποίθησή του ότι συμμετέχει ενεργά ο ίδιος στην λήψη της απόφασης που τον αφορά.

Στην πραγματικότητα ο προπαγανδιστής επιχειρεί να κατευθύνει την σκέψη των ανθρώπων προς μια ορισμένη και κατάλληλα διαμορφωμένη από τον ίδιον επιλογή, ευτελίζοντας το δικαίωμα της ελεύθερης βούλησής τους.

Ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της «στημένης επιλογής» μπορεί να περιγραφεί ως εξής: για την αντιμετώπιση ενός σημαντικού προβλήματος προτείνονται δύο λύσεις. Η πρώτη εμφανίζεται ως απαράδεκτη και αποκρουστική επιλογή, η οποία πρέπει άμεσα να απορριφθεί (π.χ. η παρατεινόμενη κράτηση στην φυλακή ενός υποδίκου) και η δεύτερη (π.χ. ο κατ’ οίκον περιορισμός, υπό καθεστώς όμως ηλεκτρονικής επιτήρησης), αποτελεί μεν σαφώς δυσάρεστη και μη επιθυμητή επιλογή, αλλά, συγκρινόμενη με την πρώτη, παρουσιάζεται ως η μόνη ενδεδειγμένη και ικανή να οδηγήσει στην επιτυχημένη διαχείριση μιας επιτακτικής ανάγκης.

Κορυφαίο παράδειγμα «στημένης επιλογής» που αξίζει να καταχωριστεί στα επίσημα εγχειρίδια κρατικής προπαγάνδας αποτέλεσε η δήλωση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου, ο οποίος, μιλώντας εν σχέσει προς το ζήτημα του εμβολιασμού, τοποθετήθηκε ως εξής: «Εδώ είναι το εμβόλιο, εκεί είναι ο τάφος. Διάλεξε και πάρε...».

Η πιο πάνω μνημειώδης φράση του Αρχιεπισκόπου συνιστά ανεξάλειπτο όνειδος για την Διοικούσα Εκκλησία της Ελλάδας –η οποία κατά την διάρκεια της υγειονομικής κρίσης επέλεξε τον ρόλο της «κακιάς μητριάς» αποτελώντας το θλιβερό δεκανίκι της απολυταρχικής, ιατροφασιστικής εξουσίας– και ειπώθηκε με αποκλειστικό σκοπό την χειραγώγηση και τρομοκράτηση του εκκλησιαστικού πληρώματος, προκειμένου να συρθεί ενάντια στην βούλησή του στην δυνητικά θανατηφόρα εμβολιαστική καρέκλα.

Δηλαδή, ο κ. Ιερώνυμος Λιάπης αξιοποίησε συνειδητά το προπαγανδιστικό δίλημμα της «στημένης επιλογής», γνωρίζοντας ότι η δήλωσή του θα προκαλέσει ταραχή, φόβο και ανασφάλεια ιδιαίτερα στους θρησκευόμενους ανθρώπους. Επειδή οι πολίτες που εκκλησιάζονταν, εξέφραζαν (σε μεγαλύτερη κλίμακα από άλλους) έντονο σκεπτικισμό και δυσπιστία εν σχέσει προς την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των πειραματικών σκευασμάτων, έπρεπε το ταχύτερο δυνατό να καμφθεί η αντίσταση του εκκλησιαστικού χώρου.

Στην εξυπηρέτηση του πιο πάνω σκοπού συνέβαλε αποφασιστικά η  εμφατικά προκλητική και κυνική δήλωση του Αρχιεπισκόπου, που οδήγησε αφενός μεν στην απενεργοποίηση των διανοητικών αντανακλαστικών των θρησκευόμενων πολιτών, αφετέρου στην διαφήμιση της αξίας του εμβολίου, ως δήθεν μοναδικού και αποτελεσματικού μέσου αναχαίτισης της πανδημίας και σωτηρίας του ανθρώπου από τον βέβαιο θάνατό του!

Επομένως, όσοι εκ των πολιτών επέλεξαν τον εμβολιασμό δεν έλαβαν την σχετική απόφαση επί τη βάσει ορθολογικών επιστημονικών κριτηρίων, αλλά, ευρισκόμενοι υπό καθεστώς «διανοητικής αιχμαλωσίας», απέβαλαν την ιδιότητα του κριτικά σκεπτόμενου πολίτη και μεταμορφώθηκαν σε άβουλο και φοβισμένο κοπάδι που πλημμύρισε τα εμβολιαστικά κέντρα. Οι δυστυχείς συνάνθρωποί μας παραδόθηκαν αμαχητί στην υποκριτική λογική ενός προσεκτικά σχεδιασμένου και εκφοβιστικού διλήμματος «στημένης επιλογής».

Με την πιο πάνω μέθοδο οι Νεοταξίτες πολιτικοί επιχειρούν να καλλιεργήσουν στους πολίτες την ψευδαίσθηση ότι οι αποφάσεις που αφορούν την ζωή τους συνιστούν προϊόν της ελεύθερης βούλησής τους, ενώ στην πραγματικότητα ωθούνται (ανεπίγνωστα), αλλά εξαναγκαστικά, σε μία και μοναδική (προ)επιλογή, καθώς η σκέψη και η συμπεριφορά τους υπόκεινται σε χειραγώγηση, μέσω ενός τεχνητά κατασκευασμένου διλήμματος.

Ο συγγραφέας Άλντους Χάξλευ στο εξαιρετικό του βιβλίο «Επιστροφή στον θαυμαστό καινούριο κόσμο» σημειώνει με την διεισδυτική του ματιά πολύ εύστοχα τα εξής:

«Η φύση του ψυχολογικού καταναγκασμού είναι τέτοια, ώστε εκείνοι που ενεργούν κάτω από καταναγκασμό, μένουν με την εντύπωση ότι ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία. Το θύμα της νοητικής χειραγώγησης δεν γνωρίζει πως είναι θύμα. Γι’ αυτόν οι τοίχοι της φυλακής του είναι αόρατοι και ο ίδιος πιστεύει πως είναι ελεύθερος. Το ότι δεν είναι ελεύθερος είναι εμφανές μόνο στους άλλους. Η σκλαβιά του είναι αυστηρά αντικειμενική»2.

Η συγκλονιστική είδηση της κράτησης της κ. Καϊλή «έκανε τον γύρο του κόσμου», επομένως και η έξοδός της (ως λογικό επακόλουθο) από τις φυλακές υψίστης ασφαλείας με «ηλεκτρονικό βραχιολάκι» έγινε οπωσδήποτε γνωστή σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης.

Ως εκ τούτου, κρίνεται πολύ πιθανό η ευαίσθητη πληθυσμιακή ομάδα των υποδίκων –υπό την απειλή της παράτασης του εγκλεισμού τους στην φυλακή– να εργαλειοποιείται από την αντίχριστη υπερεθνική ελίτ ως πρόπλασμα, με σκοπό την εκπαίδευση και την εξοικείωση της υπόλοιπης κοινωνίας με το σύστημα της παγκόσμιας ηλεκτρονικής επιτήρησης, στο όνομα πάντοτε της ασφάλειας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.

Οι νεοταξίτες πολιτικοί, καθώς «οραματίζονται» την εγκαθίδρυση ενός αδυσώπητου και ολοκληρωτικού καθεστώτος ψηφιακού ελέγχου και παρακολούθησης, αξιοποιούν ανάλογες ειδήσεις που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των παγκόσμιων ΜΜΕ, ώστε, μέσω της ευρύτατης τηλεοπτικής κάλυψης ενός σπουδαίου γεγονότος, να προετοιμάσουν τους πολίτες για την επελαύνουσα δυστοπική κοινωνία, στην οποία κάθε έννοια προστασίας του ιδιωτικού βίου και της προσωπικής ζωής θα αποτελούν «όνειρο θερινής νυκτός»!

Η εκούσια υποταγή της Ελληνίδας ευρωβουλευτού στο απάνθρωπο σύστημα του ηλεκτρονικού ελέγχου εμπεριέχει ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό μήνυμα, το οποίο δύναται να αποκωδικοποιηθεί ως εξής:

Αν οι πολίτες επιθυμούν στο μέλλον να απολαμβάνουν κάποια ψήγματα «ελεύθερης μετακίνησης» ή αν αποζητούν την συντροφιά των αγαπημένων τους προσώπων, θα εκχωρούν υποχρεωτικά την προσωπική τους αξιοπρέπεια και ελευθερία στο παγκόσμιο ψηφιακό κράτος, αποδεχόμενοι σιωπηλά και αδιαμαρτύρητα την εξουθενωτική επιτήρησή τους.

Είναι πολύ πιθανό στο άμεσο μέλλον η ευάλωτη ομάδα των υποδίκων να αξιοποιηθεί ως «λαγός» ενός διαφοροποιημένου συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, το οποίο θα βασίζεται στην υποχρεωτική εμφύτευση εγκεφαλικών ή υποδόριων μικροτσίπ RFID, με τα οποία δεν θα καταγράφεται μόνο η μετακίνησή τους, αλλά θα ελέγχονται και θα παρακολουθούνται επιπλέον η σκέψη, η έκφραση και η συναισθηματική κατάσταση των ανθρώπων.

Ο πολίτης εκείνος που θα φέρει στα ενδύματά του ή θα έχει ενσωματώσει τα τεχνολογικά επιτεύγματα της «πονηρής ανθρώπινης σοφίας» –η οποία στο λεξικό της πολιτικής ορθότητας αποδίδεται ως επιστημονική πρόοδος, που όμως δεν υπηρετεί σε καμία περίπτωση τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, αλλά ικανοποιεί την εωσφορική δίψα των απάνθρωπων νεοταξιτών για έλεγχο και εξουσία– θα έχει εκχωρήσει σε μια απρόσωπη παγκοσμιοποιημένη ψηφιακή αρχή τα δύο δομικά συστατικά της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλ. την Ελευθερία και Αξιοπρέπειά του, χάνοντας μια για πάντα την ψυχή του.

Ο τσιπαρισμένος άνθρωπος θα υπόκειται σε διαρκή παρακολούθηση, διανοητικό έλεγχο ακόμη και σε πιθανή διαγραφή της μνήμης του με την ταυτόχρονη «επαναφόρτωση νέων δεδομένων», γεγονός το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα να οδηγείται σε απώλεια της παλαιάς του ταυτότητας, αποκτώντας μια νέα προσωπικότητα, την οποία θα επιλέγουν για τον ίδιο οι σατανικοί νόες της ψηφιακής τεχνολογίας.

Όσοι πολίτες επιλέγουν τα αόρατα δεσμά της απάνθρωπης ψηφιακής επιτήρησης, προκειμένου να αποφύγουν τα ορατά δεσμά της παραδοσιακής φυλακής, στην πραγματικότητα εισάγονται σε ένα αόρατο ψηφιακό στρατόπεδο διαρκούς παρακολούθησης και ελέγχου, στο οποίο δεν θα είναι απλώς φυλακισμένοι, αλλά υπάνθρωποι σκλάβοι των πολυεθνικών τεχνολογικών κολοσσών που θα καταδυναστεύουν και θα τυραννούν την ψυχή και το μυαλό τους.

Οι τελευταίοι επιδιώκουν σταθερά την συγχώνευση (διεπαφή) μεταξύ του ανθρώπου και της υπολογιστικής μηχανής τεχνητής νοημοσύνης (μέσω ηλεκτρονικών ή ιατρικών μοσχευμάτων), με σκοπό τον βιολογικό μετασχηματισμό του σε ψηφιακό υβρίδιο μετανθρώπου (meta-homo digitalis), ανατρέποντας οριστικά την ανθρώπινη οντολογία.

Στο δυστοπικό μέλλον η παραδοσιακή φυλακή ίσως να αποτελέσει μια πραγματική όαση ελεύθερης σκέψης, συμπεριφοράς και έκφρασης, εν αντιθέσει προς την κοινωνία των πολιτών, η οποία θα έχει μεταλλαχθεί σε ένα «κοπάδι βιομετρικά μαρκαρισμένων ζώων» που θα περιφέρεται φοβισμένο, υποταγμένο και άβουλο σε μια αόρατη ψηφιακή φυλακή, ενώ την ίδια στιγμή θα παρακολουθείται, θα ελέγχεται και θα επιτηρείται για λογαριασμό της αντίχριστης υπερεθνικής ελίτ από τις δομές Τεχνητής Νοημοσύνης.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε σε συμπτυγμένη μορφή στις 23-7-2023, στο φύλλο της «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ», σελ. 07β/23.

 


 
2 Από το βιβλίο του Άλντους Χάξλευ «Επιστροφή στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο», Μετάφραση και σχόλια: Στεφ. Παϊπέτης, εκδ. Μέδουσα, Αθήνα 2014, σελ. 161. 
 
«Πᾶνος»