Νεκτάριος Δαπέργολας
Καὶ φυσικά, μέσα στὸ εὐρύτερο ἔργο της ἀπο-ιεροποίησης καὶ τῆς διαστρέβλωσης τῆς πίστης μας ἀπὸ τοὺς θλιβεροὺς ἐπισκόπους τῶν ἐσχάτων χρόνων καὶ μέσα ἐπίσης στὴν πλήρη ἀφωνία τους πάνω σὲ κάθε πραγματικὸ σοβαρὸ πνευματικὸ ἀλλὰ καὶ ἐθνικὸ θέμα, συνεχίζεται πάντα καὶ αὐτὸ τὸ ἄθλιο πανηγύρι μὲ τὴν χρήση τῶν ἱερῶν ναῶν γιὰ συναυλίες καὶ λοιπὲς κοσμικὲς πομφόλυγες. Τελευταῖο (ἀλλὰ προφανῶς ὄχι καὶ στερνὸ) κροῦσμα, ἡ συναυλία 50μελοῦς χορωδίας (γυναικείας κατὰ τὸ μεγαλύτερό της μέρος), ποὺ συνοδείᾳ μουσικῶν ὀργάνων τραγούδησε μικρασιάτικα τραγούδια σὲ ναὸ τῆς Νέας Φιλαδέλφειας (τίτλος τῆς συναυλίας: «Τά ἔμμορφα τραγούδια μας»), μὲ τὴν παρουσία βεβαίως τοῦ γνωστοῦ (ἀλλὰ βασικὰ γιὰ τοὺς λάθος λόγους) τοπικοῦ μητροπολίτη.
Ἀσφαλῶς ἐννοεῖται ὅτι ὅλα αὐτὰ γίνονται πάντοτε μὲ τὸν φερετζέ της δῆθεν παράδοσης – δὲν ἔχουμε δηλαδὴ δεῖ (ἀκόμη) συναυλία π.χ. heavy metal, ἂν καὶ κάποια στιγμὴ διὰ τῆς γνωστῆς διαδικασίας τοῦ βραστοῦ βατράχου ἴσως φτάσουμε καὶ ἐκεῖ. Ἀκόμη ὅμως καὶ γιὰ τὸν συγκεκριμένο φερετζέ, νὰ ἀποσαφηνίσουμε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ὅτι πρόκειται γιὰ δούρειο ἵππο καὶ «ἐπιχείρημα» ξεκάθαρου ἀποπροσανατολισμοῦ: ὁ ὀρθόδοξος ναὸς εἶναι ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη λατρεία καὶ γιὰ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ: οὔτε γιὰ ὁμιλίες, οὔτε γιὰ ἐκδηλώσεις, οὔτε γιὰ μουσικὰ δρώμενα, οὔτε κἂν γιὰ συναυλίες βυζαντινῆς μουσικῆς (ἀπὸ τέτοιες ἄλλωστε ἦταν ποὺ ξεκίνησε πρὸ δεκαετιῶν νὰ ξηλώνεται τὸ πουλόβερ καὶ φτάσαμε στὸ σημερινὸ χάλι). Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὑπάρχουν οἱ αἴθουσες τῶν ἐνοριακῶν κέντρων, ὑπάρχουν οἱ αἴθουσες ἐκδηλώσεων τῶν μητροπόλεων καὶ ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καὶ τὰ θέατρα.
Ὁ ναὸς εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀποκλειστικὰ γιὰ τὴν λατρεία Του καὶ ἀπολύτως κανεὶς δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα οὔτε νὰ γυρνάει τὰ νῶτα του στὸ φρικτὸ Θυσιαστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας (ἀκόμη καί ἐν ὀνόματι τῆς ὁποιασδήποτε παράδοσης), οὔτε νὰ παίζει πενιές, οὔτε νὰ χτυπάει παλαμάκια, οὔτε νὰ ἐκτελεῖ ἄριες, οὔτε γενικὰ νὰ καλλιεργεῖ μὲ οἱονδήποτε ἄλλο τρόπο ἐκεῖ μέσα τὴν ὅποια ματαιοκενοδοξία του.
Κάθε ἄλλος συμβιβασμὸς εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ, ἐκτὸς καὶ ἂν ὀφείλεται σὲ ἄγνοια καὶ ἀσχετοσύνη, ποὺ καὶ αὐτὴ ὅμως εἶναι πλέον ἀσυγχώρητη. Καὶ δὲν ἀποτελεῖ «οἰκονομία», ὅπως ἔγινε τῆς μόδας νὰ λένε πλέον κάποιοι ἐκκλησιαστικοί μας ταγοὶ γιὰ νὰ δικαιολογοῦν τὶς συνεχεῖς ἐκτροπές τους. Ἀποτελεῖ πτώση καὶ κατάπτωση…