Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου: ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΟΣ, (ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ).

 


Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου

Θεολόγου- Ιατρού- συγγραφέως

Ι. Μ. Κυθήρων και Αντικυθήρων

 

 2α  Νοεμβρίου 2025

 

    Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η πέμπτη Κυριακή του Λουκά και το μεν αποστολικό ανάγνωσμα είναι μια περικοπή από την προς Γαλάτας επιστολή του αποστόλου Παύλου, ενώ το ευαγγελικό μια περικοπή από το 16ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Στην περικοπή αυτή ο ευαγγελιστής Λουκάς μας παραθέτει την γνωστή σε όλους μας παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, την οποία αναγινώσκει η Εκκλησία μας κάθε χρόνο την περίοδο αυτή.

    Στη παραβολή αυτή ο Κύριος μας παρουσιάζει την εδώ ζωή και την μετά θάνατον ζωή στα πρόσωπα δύο ανθρώπων, ενός πλουσίου και ενός φτωχού, που λεγόταν Λάζαρος. Από το ένα μέρος έχουμε τον πλούσιο, ο οποίος απολαμβάνει όλα τα υλικά αγαθά, όλες τις απολαύσεις της παρούσης ζωής. Ντύνεται με πολυτελή ρούχα, τρώει και πίνει τα καλύτερα φαγητά και πιοτά, γλεντάει και διασκεδάζει κάθε μέρα, ζεί κυριολεκτικά μέσα στην ασωτεία, χωρίς να σκέπτεται την μετά θάνατον ζωή, η οποία γι’ αυτόν απλά δε υπάρχει. Από το άλλο μέρος έχουμε τον φτωχό Λάζαρο, ο οποίος παρουσιάζεται σε κατάσταση εσχάτης πτωχείας και στερήσεως. Βρίσκεται πεταμένος στην άκρη του δρόμου, έξω από την πόρτα του σπιτιού του πλουσίου γεμάτος πληγές. Προσπαθεί να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Δεν έχει σπίτι, δεν έχει ανθρώπους να τον συμπαρασταθούν και να τον βοηθήσουν στις ανάγκες του. Τα ρούχα είναι κουρελιασμένα. Το σώμα του είναι γεμάτο πληγές, τις οποίες έρχονταν και τις έγλυφαν τα σκυλιά, αφού δεν είχε χρήματα να πάει στο γιατρό και να πάρει φάρμακα, ώστε να θεραπευθεί. Όμως κάνει υπομονή. Υποφέρει αγόγγυστα αυτό το σταυρό της φτώχειας, χωρίς να παραπονείται εναντίον κανενός.

    Κάποτε ήρθε η ώρα να φύγουν από την παρούσα ζωή και οι δυό τους. Πέθανε ο Λάζαρος και η ψυχή του πήγε  στον κόλπο του Αβραάμ, δηλαδή στον παράδεισο, ζώντας τώρα σε μια κατάσταση απερίγραπτης χαράς και αγαλλιάσεως. Πέθανε και ο πλούσιος, αλλά η δική του ψυχή πήγε στον άδη, ζώντας τώρα σε μια κατάσταση απερίγραπτης οδύνης και πόνου, βασανιζόμενος μέσα σε φλόγες που αποτελούσαν ένα φοβερό και συνεχές μαρτύριο.

    Εν προκειμένω τίθενται τα ερωτήματα: Γιατί άραγε ο πλούσιος πήγε στον άδη βασανιζόμενος; Απλώς διότι ήταν πλούσιος; Και γιατί ο πτωχός κέρδισε τον παράδεισο; Απλώς γιατί ήταν φτωχός; Οι άγιοι Πατέρες που μας ερμηνεύουν την περικοπή, μας εξηγούν ότι ο μεν πλούσιος δεν έχασε την ψυχή του, επειδή απλώς ήταν πλούσιος, διότι ο πλούτος, αυτός καθ’ εαυτόν δεν είναι κακός, αφού και ο Αβραάμ, για τον οποίο γίνεται λόγος πιο κάτω στην παραβολή, ήταν μεν πλούσιος, αλλά ήταν και άνθρωπος φιλόξενος και ελεήμων. Το κακό δεν βρίσκεται στον πλούτο, αλλά στην κακή διαχείριση του πλούτου. Επομένως ο πλούσιος κολάσθηκε επειδή, ενώ έβλεπε κάθε μέρα τον φτωχό Λάζαρο σε κατάσταση εσχάτης ανάγκης, δεν τον συμπαραστάθηκε, δεν ενδιαφέρθηκε να τον βοηθήσει, να καλύψει τις βασικές ανάγκες του για στέγη, τροφή, ρουχισμό και ιατρική βοήθεια, δεν έδειξε σ’ αυτόν έμπρακτη αγάπη. Έμεινε ψυχρός και αδιάφορος, εγκλωβισμένος στη φιλαυτία και τον εγωκεντρισμό του. Η ψυχή του κατάντησε σκληρότερη και από την πέτρα. Επίσης ο φτωχός δεν κέρδισε τον παράδεισο επειδή απλώς ήταν φτωχός, αλλά διότι ενώ ήταν φτωχός υπέμεινε το σταυρό της φτώχειας με καρτερία και υπομονή χωρίς να γογγύζει και να αγανακτεί, δοξάζοντας τον Θεόν. Υπάρχουν σήμερα στην κοινωνία μας πάρα πολλοί φτωχοί σε κατάσταση εσχάτης πτωχείας, οι οποίοι όμως αγαπούν τον πλούτο, υβρίζουν και καταριούνται τους πλουσίους και δεν διστάζουν να καταφύγουν ακόμη και σε κλοπές και άλλες παράνομες πράξεις, για να εξασφαλίσουν τα προς το ζήν.

    Στη συνέχεια της παραβολής ο Κύριος μας παρουσιάζει ένα πολύ ενδιαφέροντα διάλογο μεταξύ του πλουσίου και του Αβραάμ, που έχει για όλους μας πολύ διδακτικό περιεχόμενο. Παρουσιάζει τον πλούσιο να παρακαλεί τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο, να βρέξει λίγο το δαχτυλάκι του στο νερό και να έρθει εκεί για να δροσίσει τα χείλη του, διότι πονάει αφόρητα μέσα σ’ αυτή τη φλόγα. Όμως ούτε αυτή η ελάχιστη παρηγοριά, που ζητάει ο πλούσιος δεν μπορεί να γίνει, διότι όπως εξηγεί ο Αβραάμ, μεταξύ του άδου και του παραδείσου υπάρχει χαώδης απόσταση, ώστε να είναι αδύνατη η μετάβαση από την μία κατάσταση στην άλλη.

    Αυτό άραγε τι σημαίνει για μας; Σημαίνει ότι εκείνοι που θα χάσουν τελικά την ψυχή τους και θα καταλήξουν στην κόλαση, θα την χάσουν για πάντα, χωρίς να υπάρχει ούτε η ελάχιστη πιθανότητα να κερδίσουν τον παράδεισο. Θα μετανοούν βέβαια, αλλά η μετάνοιά τους δεν θα γίνεται δεκτή από τον Θεόν. Θα κλαίνε με μικρά δάκρυα και γοερούς θρήνους και θα ζητούν έστω κάποια μικρή παρηγοριά, αλλά δεν θα εισακούονται. Εν όσω ακόμη ζούμε στην παρούσα ζωή ο Θεός δέχεται τη μετάνοιά μας και τα δάκρυα της μετανοίας μας έχουν αξία. Όταν φύγουμε από αυτόν τον κόσμο, όσα δάκρυα και αν χύσουμε, δεν θα έχουν καμία αξία ενώπιον του Θεού.

    Άρα λοιπόν, αδελφοί μου, ό,τι έχουμε να κάνουμε για τη σωτηρία μας πρέπει να το κάνουμε στην παρούσα ζωή. Δεν μπορεί δηλαδή να πεί κάποιος ότι «Ε, ας πάμε εκεί και βλέπουμε, τι θα κάνουμε». Για πολλά θέματα και προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην παρούσα ζωή, μπορούμε να πούμε «ας έρθει εκείνη η ώρα και βλέπουμε, τι θα κάνουμε», με την έννοια δηλαδή ότι θα αποφασίσουμε ανάλογα με τα γεγονότα, τις περιστάσεις και τα δεδομένα εκείνης της ώρας. Εδώ δεν έχει τέτοια. Στο θέμα της σωτηρίας μας δεν ισχύουν αυτά, διότι όταν φύγουμε από αυτόν τον κόσμο, δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Μια φορά θα ζήσουμε και μια φορά θα πεθάνουμε. Έζησες εδώ κυνηγώντας τη δόξα, τον πλούτο, τις ηδονές; Έζησες με σκληρότητα και απανθρωπιά, απέναντι στις ανάγκες των πτωχών αδελφών μας, ενώ μπορούσες να τους βοηθήσεις, δείχνοντας έμπρακτη αγάπη; Θα χάσεις την ψυχή σου. Έζησες εδώ με καρτερία και υπομονή, βαστάζοντας τον σταυρό των θλίψεων, των στερήσεων, δείχνοντας έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον και μετέχοντας στη ζωή και στα μυστήρια της Εκκλησίας μας, δοξάζοντας τον Κύριο; Θα κερδίσεις τη σωτηρία σου.

    Κάτι ακόμη: Την ημέρα της κρίσεως κανείς από μας δεν θα μπορέσει να δικαιολογηθεί και να πεί ότι να «εγώ δεν έμαθα τίποτε, δεν άκουσα τίποτε, κανείς δεν με πληροφόρησε για την πέραν του τάφου πραγματικότητα, για τον παράδεισο και την κόλαση», διότι για όλες αυτές τις μεγάλες αλήθειες μας ομιλεί και μας προειδοποιεί η αγία Γραφή.  Έχει μεγάλη σημασία αυτό που παρά κάτω αναφέρει ο Κύριος στην παραβολή, ότι δηλαδή ο πλούσιος παρακάλεσε τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο στη γη να μιλήσει στα πέντε αδέλφια του για τα βάσανα της κολάσεως, ώστε τουλάχιστον αυτοί να αποφύγουν την κόλαση. Και τι απαντάει ο Αβραάμ; «Έχουσι Μωυσέα και τους προφήτας. Ακουσάτωσαν αυτών». Δηλαδή ας διαβάσουν τον Μωυσή και τους προφήτες, που ομιλούν για την κόλαση και ας τα λάβουν υπ’ όψη τους. Εμείς βέβαια οι χριστιανοί δεν έχουμε απλώς τον Μωυσή και τους προφήτες, αλλά τον ίδιο τον Κύριο και ολόκληρο το ευαγγέλιο, που μας ομιλούν γι’ αυτά τα θέματα.

    Ας προσέξουμε αδελφοί μου και ας λάβουμε σοβαρά υπ’ όψη μας όλα όσα μας αποκαλύπτει στην παραβολή αυτή ο Κύριος, διότι έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τη σωτηρία μας. Ας μην αδιαφορήσουμε για την αιώνια σωτηρία μας. Ας μάθουμε να δείχνουμε έμπρακτη αγάπη στους πτωχούς αδελφούς μας με όποιο τρόπο μπορούμε και ανάλογα με τις δυνατότητές μας. Ας μάθουμε να μελετούμε το ευαγγέλιο, το οποίο μας δείχνει πως πρέπει να ζήσουμε στην παρούσα ζωή για να ευαρεστήσουμε στον Κύριο και μας αποκαλύπτει όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζουμε για τη σωτηρία μας. Πράγμα το οποίο εύχομαι να γίνει σε όλους μας με τη Χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τις πρεσβείες της Κυρίας Θεοτόκου και όλων των αγίων. Αμήν.