Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

«ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΣ ΑΠΕΛΑΘΕΝΤΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
                                   Επειδή διεμαρτυρήθη δια την επίσκεψιν του Οικουμενικού Πατριάρχου

Υπό του Αγιορείτου Μοναχού Βλασίου, ο οποίος κατά την επίσκεψιν του Οικουμενικού Πατριάρχου εις το Αγιώνυμον Όρος διεμαρτυρήθη δια τον φιλοοικουμενισμόν και φιλοπαπισμόν του Πατριάρχου, με αποτέλεσμα να συλληφθή και να απελαθή επί τριήμερον εκ του Αγίου Όρους, ελάβομεν την ακόλουθον συγκλονιστικήν επιστολήν
:

«
Όταν άκουσα ότι θα ερχόταν ο Πατριάρχης στο Άγιον Όρος σκέφτηκα ότι δεν πρόκειται κανείς να διαμαρτυρηθεί για τα φιλοπαπικά και οικουμενιστικά του ανοίγματα, διότι πριν δύο περίπου χρόνια, που ξαναήρθε για την μνήμην του Οσίου Νήφωνος Διονυσιάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, όχι μόνον δεν διαμαρτυρήθηκαν οι άγιοι Καθηγούμενοι, αλλά και συνελειτούργησαν μαζί του. Εκτός βέβαια της μοναδικής φωνής του αγίου Καθηγουμένου της Ι. Μονής Ξηροποτάμου, που τα είπε ίσια και κοφτά στον Πατριάρχη.
Επειδή οι επιστολές πολλές φορές δεν φτάνουν στον προορισμό τους και πιθανόν να τις σχίζουν οι γραμματείς του Φαναρίου και στην υποδοχή του Πατριάρχου δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τέτοιου είδους θέματα και διαμαρτυρίες, δεν τον αφήνουν οι μεγάλοι, σκέφτηκα για να δοθεί το μήνυμα στον Πατριάρχη, μόνον ένα πάνω, μία πινακίδα μπορεί να το πετύχει.
Έτσι έγραψα σʼ ένα πάνω τα εξής: “Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΣΙΣ, ΑΣΕΒΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου (με το παλαιόν εορτολόγιον) κατά τις εννέα η ώρα το ανάρτησα πλησίον του δρόμου μεταξύ Μεγίστης Λαύρας και της Ρουμανικής Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, απʼ όπου θα περνούσε ο Πατριάρχης. Όπως είχα ακούσει, ο Πατριάρχης θα έφθανε στην Μεγίστη Λαύρα περί τις εννιάμισυ πριν το μεσημέρι και γύρω στις ενδεκάμισυ θα επισκεπτόταν την Ρουμανική Σκήτη. Όμως αργοπόρησε να έρθη στην Λαύρα και έτσι στην Ρουμανική Σκήτη πήγε πιο αργά, γύρω στη μία-μιάμισυ.
Κατά τις
εννέα και μισή πέρασε ένα αυτοκίνητο της Ρουμανικής Σκήτης επιστρέφοντας από την Λαύρα, όταν πήρε προφανώς Ρουμάνους Πατέρες στην Ι. Μονή για την υποδοχή του Πατριάρχη. Επιστρέφοντας πίσω ο οδηγός είχε μαζί του ένα Μοναχό Έλληνα, που τον πήγαινε στην Σκήτη, για την προετοιμασία της υποδοχής του Πατριάρχη στην εκκλησία (το Κυριακό) της Σκήτης. Μόλις είδαν το πανώ, σταμάτησαν και διάβασαν τι έγραφε. Εγώ ήμουνα κρυμμένος εκεί κοντά. Είδα ακολούθως τον Μοναχό –έναν χονδρό με γυαλιά ούτε ποιός ήταν ήξερα ούτε από που ήταν, μετέπειτα βέβαια έμαθα που κατέβηκε από το αυτοκίνητο, ανέβη εκεί που ήταν το πάνω και το περιμάζεψε και κατέβη στο αυτοκίνητο και το έβαλε μέσα. Εγώ, όταν
το κατέβαζε, του φώναξα δυό-τρεις φορές να σταματήσει
αλλά ουδόλως. Κώφευσε. Έτρεξα στο αμάξι και του λέγω: “Πάτερ, δεν είναι κατά του Πατριάρχη, είναι υπέρ αυτού”. Αυτός δεν μίλησε. Και πήγε να εισέλθη στο αμάξι. Τότε προσπάθησα να του το πάρω, αλλά δεν ηδυνήθην. Και αγανακτήσας του είπα με αυστηρό τόνο: “Θα είσαι υπόλογος στις Άγιες Επτά Οικουμενικές Συνόδους και στους Αγίους Πατέρες, που θυσιάστηκαν να κρατήσουν την Πίστιν ανόθευτον”. Και ακολούθως ανεχώρησαν για την Ρουμανική Σκήτη. Εγώ αμέσως επέστρεψα στο Κελλί μου, πήρα μαρκαδόρο χονδρό μαύρου χρώματος και έγραψα σε μία πρόχειρη πινακίδα: “ΠΑΠΙΣΜΟΣ = ΑΙΡΕΣΙΣ. ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ = ΠΑΝΑΙΡΕΣΙΣ”. Και ξαναγύρισα στον ίδιο τόπο και την τοποθέτησα πολύ κοντά στον δρόμο.
Άρχισαν τα πρώτα περιπολικά της Αστυνομίας να έρχονται από την Ι. Μονή προς την Σκήτη και το αντίθετο, πάλιν προς την Ι. Μονή. Είδαν την πινακίδα, σταμάτησαν, την πήραν από τα κλαριά και την έβαλαν στο περιπολικό τους. Ήρθαν και άλλα δύο αυτοκίνητα μικρά και ένα λεωφοριάκι γεμάτο Αστυνομικούς. Μπήκαν στο Αγ. Όρος για την φύλαξη του Πατριάρχη και την τήρηση της τάξεως περί τους εκατό Αστυνομικούς, ως εφεδρεία, όπως μου είπε αργότερα ένας Αστυνομικός. Με είδαν ακολούθως εκεί κοντά κρυμμένο και με συνέλαβαν με ευγενή τρόπο. “Εσύ έβαλες την πινακίδα;” μου είπαν. “Ναι” τους λέγω, “ήθελα να περάσω το μήνυμα αυτό στον Πατριάρχη”. Ακολούθως με μετέφεραν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας και αντέγραψαν το μήνυμα της πινακίδας στο χαρτί και πήγαν στη Ι. Μονή και το έδειξαν στον Πατριάρχη. Εγώ αυτό ήθελα· η προσπάθεια πέτυχε. Μετά από τρίωρον περίπου παραμονήν στον Αστυνομικό Σταθμό της Μεγίστης Λαύρας μου ανεκοινώθη υπό των Αστυνομικών η τριήμερος “άτυπηαπέλασίς μου. Μου έφεραν φαγητό από το μαγειρείο της Ι. Μονής οι Αστυνομικοί και ακολούθως με μετέφεραν με συνοδεία δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας στο Κεντρικό Αστυνομικό Τμήμα των Καρυών. Εκεί κάθισα λίγη ώρα μέχρι να έρθει ο Διευθυντής. Όταν ήρθε, μου ανεκοίνωσε και ο ίδιος την ποινή. Τριήμερος “άτυπηαπέλασις. “Όσον είναι ο Πατριάρχης στο Αγ. Όρος, δεν μπορείς να μπης μέσα”. “Εντάξει” του είπα. Ξέχασα να αναφέρω ότι, όταν μου είπαν, βγαίνεις έξω Ουρανούπολη, τους είπα δεν έχω χρήματα, να μου επιτρέψουν να πάω στο κελλί μου να πάρω. Μου λέγει ένας Αστυνομικός “δεν θα σʼ αφήσουν, να σου δώσω εγώ”. Και μου έδωσε κάποια χρήματα και πέρασα το τριήμερον της απελάσεώς μου.
Θέλω να τονίσω
εδώ κάτι που με συνεκίνησε. Σʼ όλο το διάστημα της κρατήσεώς μου υπό των Αστυνομικών, η συμπεριφορά τους έναντί μου ήτο άψογη και ευγενική. Πάντα μου μιλούσαν με σεβασμό. Έκαναν τα πάντα να με αναπαύσουν. Τους είπα και τους εξήγησα τι είναι ο Παπισμός και τι είναι ο Οικουμενισμός. Και από που προέρχεται ο κίνδυνος για την Ορθοδοξία. Δεν ήξεραν τίποτε. Πρώτη φορά άκουγαν τέτοια. Οι μασώνοι και οι πολιτικοί κρύβουν τα σχέδιά τους, οι Εκκλησιαστικοί σιωπούν, έτσι ο κόσμος ο καημένος βρίσκεται στο σκοτάδι της άγνοιας. Ένας Αστυνομικός μου είπε: “Σας συγχαίρω, πάτερ, που φυλάγετε Θερμοπύλες”. Αυτό όμως που με συνεκλόνησε ήταν η ταπεινότης και η αρετή των δύο αξιωματούχων της Αστυνομίας, που με μετέφεραν από την Μεγίστη Λαύρα εις Καρυάς. Αποχαιρετώντας με, μου ζήτησαν συγγνώμη για την σύλληψη και μου ασπάσθηκαν και οι δύο την δεξιάν. Τους ανταπέδωσα το χειροφίλημα, διότι τίμησαν το ράσο. Και τους είπα “τίποτε, εσείς δεν φταίτε, κάνατε το καθήκον σας ως όργανα της τάξεως”.
Με παρέλαβαν
άλλοι δύο νέοι Αστυνομικοί από το Τμήμα των Καρυών και με πήγαν στο λιμανάκι της Ουρανουπόλεως και με απέλυσαν. Ήταν μόλις άρχιζε το σούρουπο του Σαββάτου. Και την Τρίτην επανήλθα στο Αγ. Όρος. Δεν γνωρίζω επ  κριβς από που προήλθε η διαταγή της απελάσεώς μου. Σίγουρα είτε από Φαναριώτικο ράσο, είτε από αγιορείτικο. Ίσως και από κοινού. Η Αστυνομία από μόνη της δεν κάνει τίποτα. Το μεγάλο “έγκλημα” της αναρτήσεως του πανώ τιμωρήθηκε με τριήμερο απέλαση. Εγώ ούτε ύβρισα ούτε
βλασφήμησα τον Πατριάρχη.
Ο Θεός να συγχωρήσει όλους, που συνήργησαν δια την απέλασίν μου και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. Αμήν.
Δυστυχώς,
όστις αντιστέκεται στις προδοσίες της Πίστεως, διώκεται.

Μετά τιμής και σεβασμού
Βλάσιος Μοναχ
ός, Βίγλα Άγιον Όρος».

Δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο  http://entoytwnika.blogspot.com/2011/11/blog-post_4819.html

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΒΡΑΒΕΥΣΗ ΤΟΥ κ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΘΕΟΛ. ΣΠΟΥΔΩΝ ΒΟΛΟΥ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ κ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΕΝ ΑΓΑΣΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟ

«Μεταπατερική», «Βαπτισματικὴ» καὶ Εὐχαριστιακὴ» θεολογία: τὰ ὅπλα γιὰ τὴν ἅλωση τῆς ὀρθοδοξίας  Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ μπορεῖ νὰ ἀναγνωσθεῖ ὡς μία ἀντι-εἰσήγηση στὰ ὅσα δοξολογικὰ ἐλέχθησαν γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ μητροπολίτη Περγάμου κ. Ἰωάννη Ζηζιούλα, στὸ Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο ποὺ διοργάνωσε ἡ Θεολογικὴ Ἀκαδημία Βόλου πρὸς τιμὴν τοῦ κ. Ζηζιούλα. Αὐτὸ τὸ συνέδριο σηματοδοτεῖ μιὰ ἐσχάτη ἔκπτωση τῶν ὀρθοδόξων (κληρικῶν καὶ λαϊκῶν), καθόσον τιμήθηκε ὁ πρωτοπόρος τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ δεξὶ χέρι τοῦ πατριάρχη Βαρθολομαίου, μὲ τὴν παρουσία 10 περίπου ἐπισκόπων.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

                          Ἡ πνευματική Διαθήκη
τοῦ Τωβίτ
στό παιδί του
τόν Τωβία.
Κεφ. Δ΄.


       
Ὅταν ἔλθη ἡ ὥρα νά πεθάνω, φρόντισε γιά τήν ταφή μου.
       Τή μητέρα σου, μετά τό θάνατό μου μή τήν περιφρονήσης.
       Νά τήν τιμᾶς ὅσο ζῆς.
       Δῶσε της χαρά κάνοντας αὐτό πού θέλει καί μή τήν πικροχολιάσης.
       Θυμίσου, παιδί μου, πόσο κινδύνεψε ὅσο στά σπλάχνα της σέ κυοφοροῦσε.
       Ὅταν πεθάνη, φρόντισε γιά τήν ταφή της καί θάψε την στόν ἴδιο τάφο μέ μένα.
       Παιδί μου, ὅλες τίς μέρες τῆς ζωῆς σου νἄχης στή μνήμη σου καί στήν καρδιά σου τό Θεό.
       Μή θελήσης νά ἁμαρτάνης καί νά παραβαίνης τίς ἐντολές του.
       Τήν ἁγιότητα ν᾿ ἀκολουθῆς, καί τῆς κακίας τά μονοπάτια μή βαδίσης.
       Γιατί ὅταν κάνεις τό ἀγαθό, ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ θά σφραγίζη τά ἔργα σου, ὅπως κι᾿ ὅλους ἐκείνους πού ἐργάζονται τό καλό.
       Ἀπ᾿ τά ὑπάρχοντά σου κάνε ἐλεημοσύνη καί μή τσιγκουνευτῆ τό μάτι σου, σ᾿ αὐτά πού δίνει.
       Μήν ἀποστρέψης τό πρόσωπό σου ἀπό κάθε φτωχό, γιά νά μήν ἀποστρέψη καί ὁ Θεός τό πρόσωπό του ἀπό σένα.
       Ἀνάλογα μέ τήν εὐλογία πού ἔχεις στ᾿ ἀγαθά σου, κάνε τήν ἐλεημοσύνη σου.
       Ἄν ἔχης λίγα, ἀπό τά λίγα μή φοβηθῆς νά δώσης.
       Ξέρε το
· πρᾶγμα καλό γιά τόν ἑαυτό σου ἀποταμιεύεις, γιά τίς δύσκολες πού τυχόν μέρες θά ἔλθουν.
       Ἡ ἐλεημοσύνη ἀπ᾿ τόν αἰώνιο θάνατο γλυτώνει καί δέν σ᾿ ἀφήνει στό σκοτάδι νά μπῆς τῆς κολάσεως.
       Καί τοῦτο, γιατί δῶρο ἀγαθό εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη γιά ὅσους τήν κάνουν, μπροστά στό Θεό.
       Παιδί μου,
       Πρόσεξε τόν ἑαυτό σου ἀπό κάθε λογῆς ἁμάρτημα σαρκικό.
       Πᾶρε σύζυγο ἀπό τήν πατρίδα σου κι᾿ ἀπ᾿ τή γενιά σου. Ἀπό χώρα ξενική μή πάρης.
       Εἴμαστε παιδιά ἁγίων καί προφητῶν, τοῦ Νῶε, τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακώβ.
       Θυμίσου, παιδί μου, τό γάμο τό δικό τους, καί πόση εὐλογία πῆραν αὐτοί καί τά παιδιά τους, ὥστε οἱ ἀπόγονοί τους θά κληρονομήσουν τή γῆ.
       Καί τώρα παιδί μου, ἀγάπα τούς συμπατριῶτες σου καί μή ἀλαζονευτῆ ἡ καρδιά σου ὥστε νά θέλης ἀπό ξενομανία νά πάρης σύζυγο ἀπό χώρα ξενική.
       Μή ξεχνᾶς, ὅτι στήν ὑπερηφάνεια, χαμός καί ἀκαταστασία ὑπάρχει.
       Στή σπατάλη, τεμπελιά καί ἀνέμελη ζωή, βασιλεύει ὁ ξεπεσμός καί ἡ μεγάλη φτώχεια, γιατί ἡ τεμπελιά καί ἡ σπατάλη εἶναι ἡ μάνα τῆς πείνας.
       Ὅταν ἄνθρωπος σοῦ δουλέψη, μή τοῦ κατακρατήσης τή δούλεψί του, ἀλλά σύντομα νά τόν πληρώσης.
       Ἐάν καί σύ δουλέψης στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, μισθός θά σοῦ ἀποδοθῆ.
       Παιδί μου,
       Πρόσεχε σέ ὅλες σου τίς πράξεις νά εἶσαι εὐγενικός, καί πολιτισμένος στίς κοινωνικές σου σχέσεις.
       Αὐτό πού μισεῖς, σέ κανέναν μή τό κάνης,
       Μή πιῆς κρασί γιά νά μεθύσης.
       Ἀνθρώπους πού ἀγαπᾶνε τό κρασί, μή πορευτῆς μαζῆ τους.
       Μοίραζε τό ψωμί σου μ αὐτόν πού πεινᾶ, καί τά ροῦχα σου μ᾿ αὐτόν πού κρυώνει.
       Ὅ,τι σοῦ περισσεύει κάνε το ἐλεημοσύνη χωρίς τσιγγουνιά......
       Ἀπό φρόνιμο ἄνθρωπο ζήτησε συμβουλή, καί ποτέ σου μή τήν περιφρονήσης.
       Κάθε στιγμή δόξαζε Κύριον τόν Θεόν σου.
       Ζήτα Του, νά εἶναι ἴσια ἡ ζωή σου, καί τότε θά προκόψης, γιατί οἱ κοσμικοί δέν ἔχουν σωστή συμβουλή.
       Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δίνει ὅλα τά ἀγαθά, καί ὅποιον θέλει, τόν ταπεινώνει παιδαγωγικά.
       Καί τώρα παιδί μου,
       Νά θυμᾶσαι ὅσα σοῦ εἶπα, κι᾿ ἀπ᾿ τήν καρδιά σου, ποτέ νά μή σβηστοῦνε....
       Μή φοβηθῆς, παιδί μου γιατί φτωχήναμε.
       Πολλά ἀγαθά στή ζωή σου θἄχης, ἄν τό Θεό φοβᾶσαι, ἄν ξένος ξένος στέκεσαι στήν κάθε ἁμαρτία, καί κάνεις πάντοτε αὐτό πού θέλει ὁ Θεός.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ  Ι. Μ. ΚΟΜΝΗΝΕΙΟΥ  ΛΑΡΙΣΗΣ

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Μι­λά­ει για τη ση­με­ρι­νή κα­θο­λι­κή κρί­ση. Κι ό­μως έ­χει φύ­γει α­πό τη ζω­ή ε­δώ και αρ­κε­τά χρό­νια. Κι αυ­τό δεν εί­ναι κα­θό­λου πα­ρά­δο­ξο για αν­θρώ­πους ά­γιους και σο­φούς, ό­πως ο γέ­ρον­τας Πα­ΐ­σιος. Οι ο­ποί­οι βλέ­πουν τα πα­ρελ­θόν­τα και τα μέλ­λον­τα σαν να εί­ναι πα­ρόν­τα. Γι’ αυ­τό και το «σή­με­ρα» του Γέ­ρον­τα Πα­ϊ­σίου, πριν α­πό μια εικοσαετία πε­ρί­που, εί­ναι ι­δι­αί­τε­ρα ε­πί­και­ρο. Να λοι­πόν τι λέ­ει ο Γέ­ρον­τας για το δι­α­χρο­νι­κό «σή­με­ρα» της ελ­λη­νι­κής κα­κο­δαι­μο­νί­ας και α­θλι­ό­τη­τας, και ι­δι­αί­τε­ρα για την έ­νο­χη σι­ω­πή που ε­πι­κρα­τεί α­πό μια με­ρί­δα του λα­ού και μά­λι­στα των θρη­σκευ­ό­με­νων, και δη των κλη­ρι­κών:
«Ό­ταν ό­λα καί­γον­ται γύ­ρω σου, ο πό­νος δεν σ’ α­φή­νει να σω­πά­σεις. Λέ­νε κά­ποι­οι: ″Κά­νε προ­σευ­χή!″. Τους α­παν­τώ: Η προ­σευ­χή προ­σευ­χή και ο λό­γος λό­γος. Η σι­ω­πή με­ρι­κές φο­ρές φέ­ρνει­ με­γά­λη ευ­θύ­νη. Αν δεν φω­νά­ξου­με, θα ση­κω­θούν οι πα­τε­ρά­δες μας α­πό τους τά­φους και θα μας δεί­ρουν και θα μας κα­τα­ρα­στούν. Ε­κεί­νοι υ­πέ­μει­ναν τό­σα για την Πα­τρί­δα και την Ορ­θο­δο­ξί­α! Κι ε­μείς τι κά­νου­με γι’ αυ­τήν; Εί­ναι φο­βε­ρό και με­γά­λο κρί­μα, που η Ελ­λά­δα και η Ορ­θο­δο­ξί­α πο­λε­μι­έ­ται α­π’ τους ί­διους τους Έλ­λη­νες!... Σή­με­ρα, α­φού η πο­λι­τεί­α τα βά­ζει με τον νό­μο του Θε­ού, ό­ποι­ος δεν μι­λά­ει πρέ­πει να κλεί­νε­ται στη φυ­λα­κή. Ό,τι και να ψη­φι­στεί, δεν μπο­ρεί να κα­ταρ­γή­σει τον νό­μο του Θε­ού και να η­συ­χά­σει τη συ­νεί­δη­ση…
»Πί­σω α­πό την ΕΟΚ κρύ­βε­ται η δι­κτα­το­ρί­α των Σα­τα­νι­στών. Τέ­τοι­α δι­κτα­το­ρί­α που σκέ­πτον­ται να κά­νουν, μό­νο ο Δι­ά­βο­λος θα μπο­ρού­σε να την εί­χε σκε­φθεί!... Ό­μως…
»Ο λα­ός μας έ­χει κρυμ­μέ­νη δύ­να­μη για ώ­ρες α­νάγ­κης. Αλ­λά και ο Θε­ός α­γα­πάει την Ελ­λά­δα. Κι α­φού δεν χα­θή­κα­με σε τό­σες πε­ρα­σμέ­νες μπό­ρες, δεν θα χα­θού­με και στην τω­ρι­νή θύ­ελ­λα. Γι’ αυ­τό, ας μην κοι­μό­μα­στε κι ας εί­μα­στε έ­τοι­μοι…»
Αυ­τά έ­λε­γε ο ά­γιος και σο­φός Γέ­ρον­τας Πα­ΐ­σιος. Και δεν ξέ­ρου­με τι θα έ­λε­γε σή­με­ρα, ύ­στε­ρα δηλαδή α­πό εί­κο­σι πε­ρί­που χρό­νια.


Από την εφημερίδα ΑΓΩΝΑΣ. αρ. φύλλου 172.