Η ΓΥΝΗ ΕΝ ΤΗ ΨΑΛΜΩΔΙΑ
https://analogion.gr/logos/canons/80-gunaika-psalmwdia
ΥΠΟ
Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ "ΖΩΗ", ΑΘΗΝΑΙ 1926
Ὁ καθηγητής κ. Παναγιώτης Τρεμπέλας, εἴχε ἀσχοληθεῖ τὸ 1926 μὲ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τῆς συμμετοχῆς τῆς γυναικὸς στὴν ψαλμωδία, καὶ ἀποτέλεσμα τῆς ἐνασχόλησής του ἦταν ἡ ἐργασία του «Ἡ γυνὴ ἐν τῇ ψαλμῳδίᾳ».
ἀνέκαθεν δέν ἐπετράπη εἰς τήν γυναῖκα νά ἀναβῇ ἐπί τῶν ἡμιχορίων τῶν ψαλτῶν.
Μερικὰ σημεῖα τῆς ἐργασίας του εἶναι τὰ παρακάτω:
«Παρὰ ταῦτα, καίτοι ἀνεγνωρίσθη εἰς τὴν γυναῖκα ἐξ ἀρχῆς τὸ δικαίωμα νὰ συμμετέχῃ μετὰ τοῦ λοιποῦ πληρώματος ἐν τῇ ὑπηχήσει καὶ τῷ ὑποψάλματι, ἐν τούτοις οὐδέποτε ἐν τῇ ἀρχαίᾳ ἐκκλησίᾳ παρουσιάζεται περίπτωσις γυναικὸς ψαλτῳδοῦ, μόνης ἢ μετ' ἄλλων ὁμοφύλων ᾀδούσης ἐν τῇ ἐπισήμῳ λατρείᾳ.
[...]
Ἐξ ἄλλου ἔχομεν καὶ περίπτωσιν οὐ μόνον ἐμφανέστερον τὴν ἀρχαίαν πρᾶξιν τῆς Ἐκκλησίας δεικνύουσαν, ἀλλὰ καὶ ῥητῶς τὸ πνεῦμα καὶ τὸ φρόνημα αὐτῆς ἐπὶ τοῦ προκειμένου ἐκδηλοῦσαν. Ὅτε δηλαδὴ Παῦλος ὁ Σαμοσατεὺς (260μ.Χ.) κατεκρίθη ὑπὸ τῆς συνόδου τῶν Ἐπισκόπων, ἥτις συνῆλθεν, ἵνα κρίνῃ ἐπὶ τῶν κακοδοξιῶν αὐτοῦ, εἰς τὴν Σύνοδον ἐκείνην δὲν παρῆλθεν ἀπαρατήρητον, καὶ τὸ ὅτι ὁ Σαμοσατεὺς συνέστησε χορὸν ἐκ γυναικῶν, ἵνα ψάλλῃ ἐν τῷ ναῷ κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα. Καὶ εἶνε ἀξιοσημείωτοι αἱ φράσεις, διὰ τῶν ὁποίων ἡ Σύνοδος ἐχαρακτήρισε τὸ τόλμημα τοῦτο τοῦ Σαμοσατέως. Αἱ φράσεις αὗται ἐμπεριεχόμεναι εἰς τὴν ἐπιστολήν, τὴν ὁποίαν ἡ σύνοδος ἀπηύθυνε πρὸς τὸν Διονύσιον Ρώμης καὶ Μάξιμον τὸν Ἀλεξανδρείας, ἔχουσιν ὡς ἐξῆς: "Ψαλμοὺς δὲ τοὺς μὲν εἰς τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν παύσας ὡς δὴ νεωτέρους καὶ νεωτέρων ἀνδρῶν συγγράμματα, εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐν μέσῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ τῇ μεγάλῃ τοῦ Πάσχα ἡμέρᾳ ψαλμωδεῖν γυναῖκας παρασκευάζων, ὧν καὶ ἀκούσας ἂν τις φρίξειεν".
Ἀλλὰ καὶ εἰς χρόνους μεταγενεστέρους πως, τοιούτους χοροὺς γυναικῶν καὶ ὡς φαίνεται ἀσκητριῶν, αἵτινες ἔψαλλον ἐν πόλει, ἔχων ὑπ' ὄψει καὶ ὁ Πηλουσιώτης Ἰσίδωρος γράφει ὡς ἐξῆς πρὸς Ἰσίδωρον τὸν Ἐπίσκοπον· "Τὰς ἐν ἐκκλησίαις φλυαρίας καταπαῦσαι βουλόμενοι οἱ τοῦ Κυρίου ἀπόστολοι καὶ τῆς ἡμῶν παιδευταὶ καταστάσεως ψάλλειν ἐν αὐταῖς τὰς γυναῖκας συνετῶς συνεχώρησαν. Ἀλλ' ὡς πάντα εἰς τοὐναντίον ἐτράπη τὰ θεοφόρα διδάγματα, καὶ τοῦτο εἰς ἔκλυσιν καὶ ἁμαρτίας ὑπόθεσιν τοῖς πλείοσι γέγονε. Καὶ κατάνυξιν μὲν ἐκ τῶν θείων ὕμνων οὐχ ὑπομένουσι· τῇ δὲ τοῦ μέλους ἡδύτητι εἰς ἐρεθισμὸν παθημάτων χρώμενοι, οὐδὲν αὐτὴν ἔχειν πλέον τῶν ἐπὶ σκηνῆς ᾀσμάτων λογίζονται. Χρὴ τοίνυν, εἰ μέλλοιμεν τὸ τῷ Θεῷ ἀρέσκον ζητεῖν καὶ τὸ κοινῇ συμφέρον ποιεῖν, παύειν ταύτας καὶ τῆς ἐν Ἐκκλησίᾳ ᾠδῆς καὶ τῆς ἐν τῇ πόλει μονῆς ὡς Χριστοκαπήλους καὶ τὸ θεῖον χάρισμα μισθὸν ἀπωλείας ἐργαζομένας".
Ἔχει ὑπ' ὄψει του ὁ Πηλουσιώτης προφανῶς τὸ δικαίωμα, ὅπερ ἐξ ἀρχῆς ἡ ἐκκλησία παρεχώρησεν εἰς τὰς γυναῖκας νὰ συμψάλλωσι μετὰ τοῦ λοιποῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Διότι μόνον οὕτω θὰ ἐδικαιολογεῖτο πλήρως ἡ αἰτιολογία, ἐπὶ τῆς ὁποίας στηρίζει ὁ Πηλουσιώτης τὴν παραχώρησιν τοῦ δικαιώματος τούτου. "Τὰς ἐν ἐκκλησίαις φλυαρίας καταπαῦσαι βουλόμενοι οἱ ἀπόστολοι".
Ὄντως δὲ διὰ τῆς ἀπὸ κοινοῦ συνυπηχήσεως καὶ συμψαλμῳδίας ἀνακόπτεται ἡ σπουδὴ τῶν γυναικῶν, καὶ δὲν μένει εἰς αὐτὰς καιρὸς ἵνα καὶ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς λατρείας συνδιαλέγωνται μετ' ἀλλήλων, ὅπως δυστυχῶς συμβαίνει καὶ σήμερον πολλαχοῦ.
Δὲν ἐννοεῖ ὁ Πηλουσιώτης, ὅτι οἱ ἀπόστολοι ἐπέτρεψαν εἰς τὴν γυναῖκα καὶ ὡς ψαλτῳδὸς μόνη ἢ καὶ μετ' ἄλλων ὁμοφύλων νὰ ἐμφανίζεται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Διότι, ἂν ἐνόει τοῦτο, ἡ αἰτιολογία, τῆς ὁποίας ἐμνημονεύσαμεν, μένει ἄνευ βάσεως καὶ λόγου τινός. Ἁπλούστατα διότι καθ' ὅν χρόνον ἡ μία ἢ ὁ χορὸς τῶν γυναικῶν θὰ ἔψαλλε, τίποτε δὲν θὰ ἠμπόδιζε τὰς ἄλλας γυναῖκας, τὰς μὴ ψαλλούσας, ἀπὸ τοῦ νὰ φλυαρῶσιν.
Ὡσαύτως ὁ Πηλουσιώτης ἀναφέρεται, ὡς φαίνεται, οὐχὶ εἰς ἁπλᾶς γυναῖκας, ἀλλ' εἰς γυναῖκας, ἐφ' ὧν ὁ ἐπίσκοπος, πρὸς ὅν γράφει ὁ Πηλουσιώτης, εἴχε δικαιοδοσίαν καὶ εἰς τὰς ὁποίας ἔπρεπε ν' ἀπαγορεύσῃ καὶ τὴν διαμονὴν ἐν πόλει. Ἄρα πρόκειται περὶ γυναικῶν μοναζουσῶν ἢ ἀσκητριῶν [...].
Ἐὰν εἰς μοναζούσας καὶ ἀσκητρίας δὲν ἐπέτρεψαν τοῦτο, πῶς θὰ ἠνείχοντο αὐτὸ προκειμένου περὶ γυναικῶν ἄλλων;
Δὲν πρέπει νὰ φανῇ παράδοξον, πῶς, ἐνῷ ἐπετράπη εἰς τὴν γυναῖκα τὸ μετὰ τοῦ λοιποῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος συμψάλλειν, ἀπηγορεύθη εἰς αὐτὴν ν' ἀναβῇ καὶ εἰς τὸν χορὸν τῶν ψαλτῶν καὶ νὰ ψάλλῃ ἐπ' ἐκκλησίας εἴτε μόνη, εἴτε ἐν χορῷ μεθ' ὁμοφύλων.
[...]
Ἀλλ' ἤδη ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τῶν ἐνδόξων τῆς Ἐκκλησίας Πατέρων, κατὰ τὸν δ' αἰῶνα, τὸ ἐκκλησιαστικὸν μέλος ἤρχισε νὰ καθίσταται ἐπιτετηδευμένον πως καὶ νὰ προσλαμβάνῃ ἁρμονίαν τεχνικήν. Ἡ ὑμνολογία ἐσημείωσε πρόοδον καὶ τὴν ποιητικὴν ἔμπνευσιν τῶν ὑμνογράφων παρακολουθεῖ καὶ ἡ ἐπὶ τὸ τεχνικώτερον ἐξέλιξις τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς.
[...]
Σύγχρονος σχεδὸν καὶ κατά τινας δεκαετηρίδας νεώτερος τῶν Φλαβιανοῦ καὶ Διοδώρου ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος καὶ ἐξ Ἀντιοχείας ὡς ἐκεῖνοι ὁρμώμενος εἰσήγαγε τὸν ἀντιφωνικὸν καὶ ἁρμονικώτερον τρόπον τοῦ ψάλλειν εἰς Κωνσταντινούπολιν, ἵνα ἀντιδράσῃ κατὰ τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν.
[...]
Καὶ ἀλλαχοῦ τὸν σκοπὸν τῆς ψαλμῳδίας καὶ τὸν λόγον τῆς ὑπάρξεως αὐτῆς περιγράφων [σημ. ὁ θεῖος Χρυσόστομος] λέγει τὰ ἐξῆς:
"Πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων κατιδὼν ὁ Θεὸς ραθυμοτέρους ὄντας, καὶ πρὸς τὴν τῶν πνευματικῶν ἀνάγνωσιν δυσχερῶς ἔχοντας, καὶ τὸν ἐκεῖθεν οὐχ ἡδέως ὑπομένοντας κάματον, ποθεινότερον ποιῆσαι τὸν πόνον βουλόμενος καὶ τοῦ καμάτου τὴν αἴσθησιν ὑποτεμέσθαι, μελῳδίαν ἀνέμιξε τῇ προφητεία, ἵνα τῷ ρυθμῷ τοῦ μέλους ψυχαγωγούμενοι πάντες, μετὰ πολλῆς τῆς προθυμίας τοὺς ἱεροὺς ἀναπέμπωσιν αὐτῷ ὕμνους. . . . Ἀπὸ δὲ τῶν ψαλμῶν τῶν πνευματικῶν πολὺ μὲν τὸ κέρδος, πολλὴ δὲ ἡ ὠφέλεια, πολὺς δὲ ὁ ἁγιασμός [...]".
Ἀλλ' ἡ πρόοδος αὕτη τῆς ὑμνολογίας καὶ ἡ εἰσαγωγὴ τεχνικωτέρας πως ἁρμονίας κατέστησε δύσκολον πλέον τὴν συμμετοχὴν τοῦ πλήθους ἐν τῇ ψαλμῳδίᾳ. Ἀκριβῶς δὲ δι' αὐτὸ κατὰ χρόνους συμπίπτοντας πρὸς τὴν μουσικὴν μεταρρύθμισιν τῶν μοναχῶν Φλαβιανοῦ καὶ Διοδώρου ἡ ἐν Λαοδικείᾳ σύνοδος (365) διὰ τοῦ 15ου Κανόνος αὐτῆς ὁρίζει:
"Μὴ δεῖν πλέον τῶν κανονικῶν ψαλτῶν τῶν ἐπὶ τὸν ἄμβωνα ἀναβαινόντων καὶ ἀπὸ διφθέρας ψαλλόντων ἑτέρους τινὰς ψάλλειν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ".
Οὕτω ἡ ἐπὶ τὸ συνθετώτερον τροπὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ μέλους ἀρχίζει νὰ ἀποκλείῃ κατ' ὀλίγον τὸ Ἐκκλησιαστικὸν πλήρωμα καὶ αὐτῆς τῆς συνυπηχήσεως, τῆς ὁποίας ἡ κατάργησις ἐπακολουθεῖ βραδέως ἀλλ' ἀσφαλῶς.
[...]
Ἀνταποκρίνεται πρὸς τὰ ἐν τῇ πολιᾷ ἀρχαιότητι κρατήσαντα ἡ σημερινὴ συμμετοχὴ τῆς γυναικὸς ἐν ψαλμῳδίᾳ;
Ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα εἰλικρινεῖς, ὀφείλομεν νὰ ὁμολογήσωμεν, ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχαιότης δὲν εἶδέ ποτε τὴν γυναῖκα ἐπὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἄμβωνος ὄχι μόνον ὡς διδάσκαλον ἐν τῷ ναῷ ἐξαγγέλουσαν τὰ ῥήματα τῆς πίστεως, ἀλλ' οὐδὲ εἰς τὸ διακόνημα τοῦ ἀναγνώστου καὶ ψάλτου ὑπηρετοῦσαν καὶ ἀναγινώσκουσαν ἤ ψάλλουσαν ἐνώπιον τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος.
Τοῦτο, πρὸς τὴν ἱερὰν σεμνότητα τῶν ἐν τοῖς ἱεροῖς ναοῖς συναθροίσεων ἀπᾷδον καὶ τὴν γυναῖκα εἰς κοινὸν στόχον τῶν βλεμμάτων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ἅπαντος ἐπικαθῖζον, δὲν ἐγένετό ποτε ἀνεκτὸν ἐν τῇ ἀρχαίᾳ Ἐκκλησίᾳ.
[...]
Συμμετοχὴ τῆς γυναικὸς ἐν χορῷ πρὸς ἀποτέλεσιν καὶ σύνθεσιν ἁρμονίας πλουσιωτέρας καὶ θελκτικωτέρας, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἡ σαφὴς καὶ εὐκρινὴς τοῦ τόνου τῆς γυναικείας φωνῆς διάκρισις ἑλκυστικώτερον καὶ εὐπαθέστερον καθιστᾷ τὸ ψαλλόμενον ᾆσμα, εἶνε ἐντελῶς καὶ ἐξ ὁλοκλήρου ἄγνωστος πρὸς τὴν ἐκκλησ. ἀρχαιότητα καὶ δὲν ὐπερβάλλει τις χαρακτηρίζων ταύτην ὡς καινοτομίαν ἀπαραδειγμάτιστον πολλοὺς ἐγκρύπτουσαν κινδύνους καὶ εἰς πολλὰ δυναμένην νὰ ὁδηγήσῃ σκάνδαλα.
Ἀλλ' ἐὰν πρόκειται νὰ ψάλλῃ ἡ γυνὴ ἐν ἐκκλησιάσματι ἀποτελουμένῳ ἀποκλειστικῶς ἐξ ὁμοφύλων αὐτῆς, δὲν θὰ εἶχε πλέον κανένα λόγον ἡ ἀπαγόρευσις».
Ἡ ὅλη ἐργασία τοῦ Καθηγητοῦ βρίσκεται παρακάτω:
[Τὸ παρὸν ἄρθρο εἴχε ἀνεβεῖ στὸ παλαιὸ Ἀναλόγιον τό 2007 γιὰ πρώτη φορά]
- [PDF] Ἡ γυνὴ ἐν τῇ ψαλμῳδίᾳ
- ====================================================================
======================================
Ἡ θέση τῆς γυναῖκας στὴν Ὀρθόδοξη λατρεῖα: Ψαλτική
από το προσωπικό ιστολόγιο του π. Νικολάου Μέζη:
Ένα από τα πλέον παρεξηγημένα θέματα στην σύγχρονη ποιμαντική της Εκκλησίας, είναι η συμμετοχή των γυναικών στην λατρεία, το αν, δηλαδή, επιτρέπεται η συμμετοχή τους γενικώς στην λατρεία και, αν ναί, σε ποιούς τομείς. Ιδίως το θέμα της ανάληψης ψαλτικών καθηκόντων εκ μέρους των γυναικών έχει καταστεί, ως μη όφειλε κατά την γνώμη μας, μείζων θέμα προβληματισμού και αντιθέσεων.
Σήμερα, τέτοια θέματα αντιμετωπίζονται εκ μέρους των περισσοτέρων πιστών, αλλά και της ποιμενούσης Εκκλησίας στην ηθική και πρακτική τους διάσταση και όχι στην θεολογική, όπως κατ’ εξοχήν τα αντιμετώπιζε η Εκκλησία παλαιότερα. Η προβληματική σχετικά με την συμμετοχή των γυναικών στην ψαλμωδία μπορεί να συνοψισθεί στα κάτωθι επιχειρήματα:Α. Κατά της ψαλτικής συμμετοχής της γυναίκας στην λατρεία:
1. Το αταίριαστο των ανδρικών φωνών με τις γυναικείες,
2. Η πιθανότητα παρεκτροπής της προσέγγισης ανδρών και γυναικών από εν Χριστώ κοινωνία σε προσωπική επικοινωνία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, και
3. Η συναισθηματική (ψυχολογική) προσκόλληση των περισσότερων πιστών και ψαλτών στην μέχρι τώρα παραδοσιακή τάξη και πράξη της Εκκλησίας να μη συμμετέχουν οι γυναίκες στην ψαλμωδία.Β. Υπέρ της ψαλτικής συμμετοχής της γυναίκας στην λατρεία:
1. Η παρατηρούμενη έλλειψη ανδρών ψαλτών
2. Το "καλλίφωνον" αρκετών ψαλτριών που θέλγει τους ακροατές
3. Η υποτίμηση του ηθικού στοιχείου και των σχετικών παρεκτροπών, που σήμερα θεωρούνται σε πολλούς εκκλησιαστικούς κύκλους "θεμιτή κοινωνία" των προσώπων και θαυμάσια ευκαιρία για σοβαρότερες γνωριμίες.
Οι πρώτοι έχουν ισχυρό επιχείρημα την παράδοση που ευτυχώς φτάνει σε εμάς ζωντανή στο θέμα αυτό ακόμα και σήμερα.
Οι δεύτεροι, για να αντιμετωπίσουν τα παραδεδομένα στο θέμα αυτό, που θέλουν την γυναίκα να σιωπά γενικώς εντός της Εκκλησίας, επιχειρούν χρονικά άλματα στους Αποστολικούς χρόνους και αναζητούν ερείσματα παλαιά και μάλιστα αγιογραφικά για να ενισχύσουν τις απόψεις τους. Τα συνήθη αγιογραφικά επιχειρήματα που ακούγονται είναι:
1. Η (κακώς χαρακτηριζόμενη ως) ισότητα ανδρών και γυναικών στην Εκκλησία, το γνωστό «...ουκ ένι άρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού.» του Αποστόλου Παύλου (Γαλ. 4, 28), και
2. Η αντίληψη ότι στην πρώτη Εκκλησία οι γυναίκες συμμετείχαν «επί ίσοις όροις» στην λατρεία, εριζόμενοι στο χωρίο «ούτοι πάντες ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τή προσευχή και τή δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τή μητρί του Ιησού και συν τοίς αδελφοίς αυτού» (Πραξ. 1, 14), το οποίο στην πατερική γραμματεία ερμηνεύεται ως "ομογνώμως" και όχι ως "ομοφώνως".
Όπως προαναφέραμε, η Εκκλησία αντιμετώπισε το θέμα αυτό εξ αρχής, όπως και όλα τα θέματα που αφορούν στην σωτηρία μας, θεολογικά, ερμηνεύοντας δηλαδή τον λόγο του Θεού και το θέλημά του, το οποίο, όντας τέλειο, καλύπτει παράλληλα και το ηθικό και πρακτικό μέρος του προβλήματος. Την θεολογική βάση του προβληματος μας την δίνει ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος σε δύο χωρία των επιστολών του και συγκεκριμένα:α. (Α’ Κορ. 14, 34-35): "Ως εν πάσαις ταις εκκλησίαις των αγίων, αι γυναίκες υμών εν ταις εκκλησίαις σιγάτωσαν· ου γαρ επιτέτραπται αυταίς λαλείν. αλλ’ υποτάσσεσθαι, καθώς και ο νόμος λέγει. ει δε τι μαθείν θέλουσιν, εν οίκω τους ιδίους άνδρας επερωτάτωσαν· αισχρόν γαρ εστι γυναιξίν εν εκκλησία λαλείν. η αφ’ υμών ο λόγος του Θεού εξήλθεν, η εις υμάς μόνους κατήντησεν;" και
β. (Α’ Τιμ. 2, 12-15): "Γυνή εν ησυχία μανθανέτω εν πάση υποταγή· γυναικί δε διδάσκειν ουκ επιτρέπω, ουδέ αυθεντείν ανδρός, αλλ' είναι εν ησυχία. Αδάμ γαρ πρώτος επλάσθη, είτα Εύα· και Αδάμ ουκ ηπατήθη, η δε γυνή απατηθείσα εν παραβάσει γέγονε· σωθήσεται δε δια της τεκνογονίας, εάν μείνωσιν εν πίστει και αγάπη και αγιασμώ μετά σωφροσύνης."
Οι Πατέρες λένε ότι, όταν ο Απόστολος Παύλος αναφέρει στο πρώτο χωρίο την φράση «καθώς και ο νόμος λέγει» εννοεί την εντολή που έδωσε ο Θεός στην Εύα μετά την πτώση, δηλαδή στο «και τη γυναικί είπε· πληθύνων πληθυνώ τας λύπας σου και τον στεναγμόν σου· εν λύπαις τέξη τέκνα, και προς τον άνδρα σου η αποστροφή σου, και αυτός σου κυριεύσει.» (Γεν. 3, 16). Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Χρυσόστομος: "Και που τούτο ο νόμος λέγει; Προς τον άνδρα σου η αποστροφή σου, και αυτός σου κυριεύσει. Είδες Παύλου σοφίαν, ηλίκην παρήγαγε μαρτυρίαν, ου σιγάν αυταίς κελεύουσαν μόνον, αλλά και μετά φόβου σιγάν, και μετά φόβου τοσούτου, μεθ᾽ όσου την δούλην ησυχάζειν χρη;" (Εις την Α΄ πρός Κορινθίους, ομιλία λζ΄).
Έκτοτε και καθ’ όλη την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, η σιωπή της γυναίκας εντός της λατρείας, και συνεπώς και στην ψαλμωδία, θεωρήθηκε δεδομένη, ως ένδειξη υπακοής και υποταγής στον άνδρα. Αυτό τονίζει και ο Απόστολος Παύλος στα χωρία που παραθέσαμε. Και δεν επιβάλει μόνο την σιωπή ως ένδειξη υπακοής, αλλά ζητά και εξωτερικό σχήμα αυτής της υποταγής λέγοντας στην Α΄ προς Κορινθίους, κεφ ιβ΄, στιχ. 4-10: "πάς ανήρ προσευχόμενος ή προφητεύων κατά κεφαλής έχων καταισχύνει την κεφαλήν αυτού. πάσα δε γυνή προσευχομένη ή προφητεύουσα ακατακαλύπτω τη κεφαλή καταισχύνει την κεφαλήν εαυτής· έν γάρ εστι και το αυτό τη εξυρημένη. ει γαρ ου κατακαλύπτεται γυνή, και κειράσθω· ει δε αισχρόν γυναικί το κείρασθαι ή ξυράσθαι κατακαλυπτέσθω. ανήρ μεν γαρ ουκ οφείλει κατακαλύπτεσθαι την κεφαλήν, εικών και δόξα Θεού υπάρχων· γυνή δε δόξα ανδρός εστι. ου γάρ εστιν ανήρ εκ γυναικός, αλλά γυνή εξ ανδρός· και γαρ ουκ εκτίσθη ανήρ δια την γυναίκα, αλλά γυνή δια τον άνδρα. δια τούτο οφείλει η γυνή εξουσίαν έχειν επί της κεφαλής δια τους αγγέλους." νομοθετών έτσι την χρήση καλύματος επί της κεφαλής των γυναικών ως εξωτερικό σχήμα υποταγής.
Οι μαρτυρίες που αποδεικνύουν την σιωπή της γυναίκας εντός της λατρείας είναι πάμπολλες. Ο Παναγιώτης Τρεμπέλας με το πόνημά του «Η γυνή εν τη ψαλμωδία» (http://analogion.gr/files-pdf/trempelas-h-gunh-en-th-psalmwdia.pdf) τεκμηριώνει ιστορικά το θέμα αυτό.
Η ισονομία των γυναικών με τους άνδρες δεν πρέπει να φέρει ισοπέδωση των διακριτών τους ρόλων στην Εκκλησία, στην οικογένεια και γενικά στην κοινωνία. Έχει να κάνει με την δυνατότητα σωτηρίας και αγιασμού των γυναικών, όχι όμως και με την αυθαίρετη προσχώρηση εκ μέρους των σε τομείς που δεν πρέπει να εμπλέκονται. Είτε μας αρέσει είτε όχι, οι γυναίκες αποκλείστηκαν π.χ. από την ιερωσύνη παρ’ ότι ο μόνος πραγματικά άξιος άνθρωπος να διακονήσει στο ιερό θυσιαστήριο τα φρικτά Μυστήρια ήταν η Παναγία μας, η τιμιωτέρα των Χερουβείμ... Κι όμως η Παναγία αποδέχτηκε τον σιωπηλό και σεμνό ρόλο που ήρμοζε σε μια πραγματικά πιστή γυναίκα, μια γυναίκα με πραγματικά θεάρεστο βίο.
Θα ήθελα να συνοψίσω την κατά την γνώμη μου ορθή και εκκλησιαστική στάση στο θέμα αυτό ως εξής:
Ο αποκλεισμός των γυναικών από την ψαλμωδία δεν έχει να κάνει με υποτίμηση του γυναικείου φύλου και περιφρόνηση της ισονομίας του με το ανδρικό. Έχει να κάνει με τον τρόπο που πρέπει οι πραγματικές χριστιανές γυναίκες να αγωνίζονται, αποδεχόμενες τον ρόλο τους και τον τρόπο πνευματικού αγώνα που ο ίδιος ο Θεός τους όρισε. Κομμάτι αυτού του ρόλου είναι η σιωπή της γυναίκας εντός της λατρείας, κάτι το οποίο θα πρέπει οι συνειδητές χριστιανές να το αποδεχθούν εν απλότητι, διότι έτσι απλά το θέλησε ο Θεός και έτσι απλά το εφήρμοσε η Εκκλησία 2000 χρόνια τηρώντας την εντολή του Θεού.
Το θέμα αυτό δεν μπορεί εύκολα να κλείσει γιατί οι σχετικές μαρτυρίες είναι πολλές και σημαντικές. Το παρόν άρθρο δεν είναι παρά μιά εισαγωγή στην προβληματική του θέματος. Κατά καιρούς θα καταχωρούνται νέα άρθρα με σχετικές αγιογραφικές και πατερικές μαρτυρίες σχετικά με την θέση της γυναίκας στην λατρεία με σχολιάσμό και σύνδεσή τους με όλα τα προηγούμενα. Θα δημιουργηθεί έτσι μια βάση παράλληλων χωρίων που θα διευκολύνει την μελέτη του θέματος και θα δικαιολογεί απόλυτα τον τίτλο του ιστολογίου μας.