Εἶναι
ὄντως λυπηρὰ τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα σχετίζονται μὲ τὴν ἁγιοποίησι τοῦ Χρυσοστόμου
Σμύρνης. Τὰ ἔχουμε κατ’ ἐπανάληψι δημοσιεύσει.
Ἔχουμε κάνει γραπτὲς ἀναφορὲς στὴ
Σύνοδο δι’ αὐτὴν τὴν παράνομο ἁγιοποίησι, ἔχουμε συγγράψει πάμπολλα ἄρθρα καὶ
βιβλίο εἰδικὰ ἀφιερωμένο σ’ αὐτή, ἔχουμε ἀνατρέξει σὲ ὅλες τὶς μεγάλες βιβλιοθῆκες
τῆς πατρίδος μας, διὰ νὰ συγκεντρώσουμε τὰ στοιχεῖα τὰ ὁποῖα πιστοποιοῦν ὅτι ὁ
Χρυσόστομος Καλαφάτης μητροπολίτης
Σμύρνης, κάθε ἄλλο παρὰ ἅγιος εἶναι.
Προτείναμε
μάλιστα τὴ διεξαγωγὴ δημόσιας συζητήσεως καὶ ἀνοικτοῦ διαλόγου, διὰ νὰ ἀντικρουσθοῦν
οἱ ἀπόψεις τῶν δύο πλευρῶν καὶ νὰ φανῆ ποῦ ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια. Προβήκαμε καὶ σὲ
διαμαρτυρίες στοὺς τόπους τῶν λατρευτικῶν ἐκδηλώσεων πρὸς τιμήν του, διὰ νὰ ἐνημερωθεῖ
ὁ ἀφελὴς καὶ ἀκατήχητος λαὸς καὶ νὰ προβληματισθοῦν οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἡγέτες (μᾶλλον
ἁρμόζει νὰ ὀνομασθοῦν δικτάτορες, ἀφοῦ ἐπιβάλλουν στὸ λαὸ τοὺς ἁγίους της ἀρεσκείας
τους· χειρότερά τους ἁγίους ποὺ ἐπιτάσσει ἡ Νέα Ἐποχή!). Γενικῶς κινήσαμε, κατὰ
τὸ δὴ λεγόμενο, γῆ καὶ οὐρανό, καθηκόντως, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὅπως
λέει κι ὁ λαὸς «στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα ὅσο
θέλεις βρόντα».
Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο
ὑπάρχει αὐτὴ ἡ κουφότης καὶ προκλητικὴ ἀδιαφορία καὶ ἀφασία ἐκ μέρους τῶν ἐκκλησιαστικῶν
ἀρχόντων καὶ δικτατορίσκων εἶναι προφανῶς,
ἐπειδὴ δὲν ἔχουν κανένα ἐπιχείρημα, ὀρθόδοξο βεβαίως, νὰ ἀντιτάξουν, τὸ ὁποῖο
νὰ συνηγορῆ ὑπὲρ τῆς ἁγιοποιήσεως αὐτῆς καί, τοιουτοτρόπως, θέλουν οἱ ἄνθρωποι
αὐτοὶ νὰ ἐπιβάλλουν αὐτὴν τὴν ἁγιοποίησι μὲ τρόπο, θὰ λέγαμε, Χιτλερικὸ καὶ
Σταλινικό, μὲ τὸ φιρμάνι τῆς Διαρκοῦς
Συνόδου τοῦ 1992 περὶ ἁγιοποιήσεως τοῦ ἐν λόγῳ ἐθνομάρτυρος, μὲ τὶς κατ’
ἔτος φιέστες καὶ τὰ πανηγύρια πρὸς τιμὴν
του (ἐνῶ πρὶν τὸ 1992 καὶ ἐπὶ 70 συνεχῆ ἔτη τοῦ τελοῦσαν ἐπιμνημόσυνες δεήσεις ὑπὲρ
ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν του) μὲ πομπώδεις λόγους καὶ
πανηγυρικὲς ὁμιλίες, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν ὡς ἅγιο τὸν Χρυσόστομο Σμύρνης μὲ
τρόπο θὰ λέγαμε μαγικό, χωρὶς νὰ ἔχουμε κανένα χαρακτηριστικὸ στοιχεῖο ἁγιότητος,
ποὺ νὰ φανερώνει ὅτι ὁ οὐρανὸς συνευδοκεῖ καὶ ἐγκρίνει τὴν ἁγιοποίησι· μόνη ἀναφορὰ
στὸ μαρτυρικό του τέλος, τὸ ὁποῖο ἔγινε καθαρὰ καὶ πασίδηλα γιὰ πατριωτικοὺς
λόγους.
Κυρίως ὅμως οἱ ἐκκλησιαστικοὶ
ἄρχοντες καὶ δικτάτορες προσπαθοῦν νὰ ἐπιβάλλουν αὐτὴν τὴν ἁγιοποίησι στὴ
συνείδησι τοῦ λαοῦ διὰ τῆς ὑπακοῆς καὶ πειθαρχίας, τὴν ὁποία ἀπαιτοῦν καὶ διὰ τῆς
ἀλλοιώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, τὴν ὁποία συστηματικὰ κατεργάζονται σὲ ὅλα
τὰ θέματα καὶ εἰδικὰ στὰ θέματα τῆς πίστεως, ἐπειδὴ ἑτοιμάζουν τὸν λαό, ὡς
μισθωτοὶ τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, γιὰ νὰ ἀποδεχθῆ τὴ Ν. Ἐποχή, τὴν
Παγκοσμιοποίησι καὶ τὸ σφράγισμα.
Μία ὄντως Ὀρθόδοξος
Σύνοδος δὲν θὰ ἐδέχετο μὲ κανένα τρόπο
μία τέτοια ἁγιοποίησι, ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωσι ποὺ ἦταν ὄντως ἅγιος ὁ
Χρυσόστομος Σμύρνης, δηλαδὴ ἀκόμη κι ἂν στὸ τέλος του μετανοοῦσε. Κι αὐτὸ διότι
τὰ κείμενά του καὶ ἡ βιοτὴ τοῦ τὸν ἀποδεικνύουν αἱρετικό· ἦταν μέγας Οἰκουμενιστὴς
καὶ Μασόνος· εἶχε ἀντιλήψεις εἰδωλολατρικὲς καὶ πανθεϊστικές, ἀντιμοναχικές,
Προτεσταντικές· ἦταν τυφλὸς πατριδολάτρης καὶ ἐθνικιστής, κλπ. κλπ.· Ἂν δηλαδὴ
μετανοοῦσε δι’ ὅλα αὐτὰ καὶ ἐπισφράγιζε τὸ τέλος του μὲ τὸ μαρτύριο χάριν τοῦ
Χριστοῦ, καὶ μόνον δι’ Αὐτόν, πάλι δὲν θὰ ἔπρεπε ἡ Σύνοδος νὰ τὸν ἁγιοποιήση, ἂν
δὲν εἶχε ἀποκηρύξει δημοσίως τὶς πλάνες του κι ἂν δὲν ἦταν ὀφθαλμοφανὴς ἡ
μετάνοιά του καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο μαρτυροῦσε. Ἔτσι ἔγινε τὴν ἐποχὴ τῶν
διωγμῶν μὲ πολλοὺς δημίους καὶ βασανιστὲς τῶν Ἁγίων μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι κάποια
στιγμὴ ἐφωτίζοντο, ὁμολογοῦσαν δημοσίως τὴν πίστι στὸν Χριστὸ καὶ συντάσσοντο μὲ
τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες, ἀκολουθώντας τὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο
μία ὄντως Ὀρθόδοξος Σύνοδος δὲν θὰ προέβαινε σὲ μία τέτοια ἁγιοποίησι, ἄνευ
δηλαδὴ τῆς δημοσίας μετανοίας καὶ ἀναιρέσεως τῶν πλανῶν καὶ τοῦ ἀποκλειστικοῦ ὑπὲρ
τοῦ Χριστοῦ μαρτυρίου, εἶναι ὅτι ὁ Ἅγιος εἶναι πρότυπο πρὸς μίμησι καὶ δὲν εἶναι
δυνατὸν μία ὄντως Ὀρθόδοξος Σύνοδος νὰ θέση στὸν λαὸ ὡς πρότυπο πρὸς μίμησι, ἕναν
αἱρετικό, Οἰκουμενιστή, Μασόνο, Πατριδολάτρι, ἕναν ἄνθρωπο ποὺ συμβιβάζεται μὲ ὅλους καὶ ὑποτάσσεται σὲ ὅλους
(Μασόνους, πολιτικούς, αἱρετικούς) καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ θυσιάσει τὰ πάντα, ὅσα
τὸν διατάξουν, ἀκόμη καὶ τὴν ἀρχιερωσύνη του, ἀρκεῖ νὰ ἔχη ὄφελος ἡ πατρίδα, αὐτὸν
τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν θέσουν ὡς ἅγιο πρότυπο πρὸς μίμησι στὸν λαό.
Εἶναι φανερὸ ὅτι
ἔτσι καταλύονται τὰ πάντα: ἡ κακία, ἡ πλάνη καὶ ἡ αἵρεσι παίρνει τὴ θέσι τῆς ἀρετῆς,
τῆς ἁγιότητος καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας· ἡ Μασονία παρουσιάζεται ὡς ἀθώα περιστερὰ καὶ
μάλιστα σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ (ὅπως οἱ ἴδιοι οἱ Μασόνοι ὁμολογοῦν) εἶναι τὸ ἐργαστήριο
τῆς ἁγιότητος καὶ ποὺ χωρὶς τὴν ἰδιότητα τοῦ Μασόνου δὲν θὰ ἠδύνατο ὁ
Χρυσόστομος Σμύρνης νὰ φτάση στὴν ἁγιότητα· ἡ αἵρεσις καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἐξισώνονται
μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ
κυρίως τὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ οὐράνιος Παράδεισος μετατρέπεται σὲ χῶρο
ἀμφιβόλου καταστάσεως, ἐφ’ ὅσον ἔχει μέσα του κι εὔοσμα ἄνθη καὶ ἀγκάθια καὶ
τριβόλια.
Μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποία
ἀναφέρουμε δὲν θέλομε νὰ καταφερθοῦμε κατ’ οὐσίαν κατὰ τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης,
διότι αὐτὸς ἐν τελευταίᾳ ἀναλύσει γιὰ ὅ,τι ἔπραξε θὰ λογοδοτήση στὸ Χριστό, καὶ
δὲν εἴμεθα ἐμεῖς οἱ κριτές του· ὅμως καταφερόμεθα ἐναντίον αὐτῶν ποὺ τὸν ἁγιοποίησαν,
διὰ τοὺς λόγους ποὺ συνοπτικὰ προαναφέραμε. Ἡ Σύνοδος δέ, ἡ ὁποία τὸν ἁγιοποίησε
καὶ ἐν συνέχειᾳ ἐποίησε, κατὰ τὸ δὴ λεγόμενο, τὴ νήσσα, ἀπέδειξε περίτρανα ὅτι
διακατέχεται ἀπὸ τὶς ἴδιες ἀντιλήψεις μὲ τὸν Χρυσόστομο Σμύρνης, κατευθύνεται
καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴ Μασονία καὶ τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις, ὁδηγεῖ τὸν λαὸ ὄχι πλέον στὸν
Χριστό, ἀλλὰ στὴ Ν. Ἐποχὴ καὶ τὸ σφράγισμα καὶ κοντολογὶς εἶναι αἱρετικὴ καὶ ὄχι
Ὀρθόδοξος.
Πάντως ἐν
κατακλείδι ἡ ἁγιοποίησις τοῦ Χρυστοστόμου Σμύρνης ἀποτελεῖ μοναδικὸ φαινόμενο
στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀνοίγει τὸ δρόμο γιὰ τὴν δημιουργία τῶν
λεγομένων «Ἐθνικῶν ἁγίων», Οἰκουμενιστῶν καὶ αἱρετικῶν ἁγίων, Μασόνων ἁγίων, πρὸς
ἄμετρη χαρὰ τῶν Μασόνων, τῶν Οἰκουμενιστῶν καὶ τῶν Νεοποχιτῶν καὶ λύπη τῶν
πραγματικῶν ἁγίων καὶ τῶν Ὀρθοδόξων.
Ὁ Χρυσόστομος
Σμύρνης ἦτο πρώϊμος ὑπέρμαχος τῆς Πανθρησκείας καὶ αὐτὸ τὸ δηλώνει ἀπερίφραστα ὁ
καθηγητὴς θεολογίας καὶ πρύτανης τοῦ
Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Λεωνίδας Φιλιππίδης, ὁ ὁποῖος διετέλεσε γραμματέας τῆς
Μητροπόλεως Σμύρνης τὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου:
«Τὸ τρίτο καὶ
σπουδαιότερο ὅραμά του, ἦταν ἡ ἕνωση ὅλων τῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν
σὲ μία θρησκεία καὶ Ἐκκλησία. Ἡ θρησκεία εἶναι μία καὶ μόνη, διότι ἕνας εἶναι
καὶ ὁ Δημιουργός του Σύμπαντος. Οἱ Προφῆτες καὶ Δάσκαλοι μπορεῖ νὰ εἶναι πολλοὶ
(Χριστός, Μωάμεθ, Μωϋσῆς, Βούδας, κ.α.) ὅλοι ὅμως ὁμιλοῦν τὴν ἴδια γλώσσα γιὰ τὴν
εἰρήνη τοῦ κόσμου, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀδελφοσύνη τῶν ἀνθρώπων» (Ἱστορία Εἰκονογραφημένη -Ἔκδ. Ὀργ.
Πάπυρος, τεῦχος 446, σελ. 17, Αὔγουστος 2005).