Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΩΡΑ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

Αρχιμ. Παΐσιος Παπαδόπουλος
Η εκκλησιαστική κατάσταση στην εποχή μας, όντως, δεν διαφέρει καθόλου εξ απόψεως επικρατήσεως της αιρέσεως του Οικουμενισμού από εκείνη, της εποχής του Μεγάλου Βασιλείου και του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Και ενώ επισήμως έχει εισαχθεί η αίρεση εν τη Εκκλησία, πολλοί αδελφοί μας συμπεριφέρονται ως να μην έχει συμβεί τίποτα. Οι επίσκοποι κατά κανόνα προσπαθούν να καλύψουν ότι στο Κολυμβάρι ουσιαστικά έγινε εκκλησιαστική αναγνώριση των ομολογιών εκείνων, οι οποίες ενώ στην πραγματικότητα είναι αιρέσεις, έγιναν αποδεκτές ως Εκκλησίες, παραχαράσσοντας το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας–Κωνσταντινουπόλεως που ορίζει ότι πιστεύουμε «εις μίαν …Εκκλησίαν».
Παρεπιμπτόντως, να σας γνωστοποιήσω, ότι πριν από λίγες ημέρες μου τηλεφώνησε κάποια, άγνωστη, κυρία η οποία μου ανέφερε ότι, σε τραπέζι που αναγκάστηκε(;) να παραθέσει σε προτεσταντική οικογένεια λόγω σχέσεων, ενώ απέφευγε σκοπίμως κάθε συζήτηση για τα πνευματικά και εκκλησιαστικά πράγματα, στο τέλος, όταν σηκώθηκαν για να φύγουν οι συνδαιτυμόνες, ο παππούς προτεστάντης, της είπε ευχαριστημένος: «Ευτυχώς βρέθηκε και αυτός ο Πατριάρχης, ο Βαρθολομαίος, και μας αναγνώρισε ως Εκκλησία στη Σύνοδο στο Κολυμβάρι»! Μπορεί οι τάχα ορθόδοξοι επίσκοποι μαςνα ισχυρίζονται ότι δεν έγινε τίποτε το κακό στο Κολυμβάρι, όμως διαψεύδονται από τα γεγονότα και, κυρίως, από το τί μήνυμα βγήκε προς τα έξω και πως το εξέλαβαν οι άλλες ομολογίες που συνιστούν αιρέσεις. Δεν είναι κάτι καινούργιο θα μου πείτε, γνωρίζουμε τι συμβαίνει. Το θέμα όμως, δεν είναι τι ορισμένοι γνωρίζετε, αλλά ότι προσπαθούν οι μητροπολίτες μας να μας παρουσιάσουν το μαύρο άσπρο. Το πρόβλημα στην αντιμετώπιση του Οικουμενισμού ξεκινά από εκεί. Επιτείνεται το πρόβλημα από την αφελή έως και βλακώδη νοοτροπία ορισμένων πνευματικών πατέρων και γερόντων που νομίζουν ότι θα μείνουν εν τη Εκκλησία, αν δεν διακόψουν κοινωνία με τους επισκόπους που μνημονεύουν τον Πατριάρχη. Μαθαίνουμε τι γίνεται στο άγιον Όρος και λυπούμαστε που, και αυτοί οι ηγούμενοι, δεν κράτησαν τίποτα από τους αγώνες των αγίων Πατέρων!
Κατώδυνος είναι ψυχή του ορθόδοξου πιστού, όταν διαπιστώνει ότι τα εκκλησιαστικά πράγματα όχι μόνο δεν βαίνουν καλώς, αλλά και ότι πρόσωπα της Εκκλησίας τα περιπλέκουν ακόμη περισσότερο.  Η εικόνα των εκκλησιαστικών εξελίξεων μας παραπέμπει στον πόνο του Μεγάλου Βασιλείου, και πιο συγκεκριμένα σ’ αυτό που περιγράφει στην πραγματεία του «Περί του Αγίου Πνεύματος» προς τον Αμφιλόχιο επίσκοπο Ικονίου. Χρησιμοποιεί εκεί εικόνες που δίνουν την πραγματικότητα γι’ αυτά που συμβαίνουν και στον καιρό μας. Σύγχυση! Περί τίνος; Για το ορθό, το δέον που αφορά στην αντίδραση του συνειδητά πιστού πληρώματος της Εκκλησίας του Χριστού! Καθένας λέει ό,τι του βγεί από την σκοτισμένη διάνοια και όχι το θέλημα του Θεού. Και το άσχημο είναι πως νιώθει ότι σκέπτεται σωστά και με σοφία. Μόνο όμως σκέπτεται! Πραγματικά, σκέψεις αφώτιστες, χωρίς προσευχή, χωρίς φόβο Θεού και χωρίς παραλληλισμό με την Αγία μας παρακαταθήκη, την ιερά μας Παράδοση που μας κληροδότησε η Εκκλησία για να είμαστε και  «Ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσιν».
Αλλοι, πάλι, δεν σκέφτονται καθόλου, αλλά θεωρούν δεδομένο να συνεργαστούν με τους οικουμενιστές για να διώκουν τους πατέρες και, βέβαια, τραβούν κομποσχοίνι. Ο ένας τραβάει από εδώ και ο άλλος από εκεί. Και αυτό γιατί; Διότι κοιμούνται οι φύλακες. Αν όμως τους πει κανείς κάτι, απαντούν με στόμφο: «Έχουσιν  γνώσιν οι φύλακες!». Τρομάρα σας, μη βασκαθείτε!
 Προσωπικά βιώνω  βαθειά απογοήτευση από αυτά που μου εμπιστεύονται ψυχές που όντως αγαπούν την Ορθοδοξία, όταν ακούω λογής λογής θεολογικοφανείς ανοησίες. Οι οικουμενιστές ή οι οικουμενίζοντες από την μια υπερασπίζονται τον διάλογο και από την άλλη, όταν διατυπώνεται κάτι –το οποίο δεν συμφωνεί με τις απόψεις τους– το θεωρούν αναρχία, ανυπακοή και πόλεμο. Από την μία υπερασπίζονται την συνοδικότητα και από την άλλη εξαίρουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη που στη Σύνοδο του Κολυμβαρίου κατέλυσε κάθε μορφή συνοδικότητας, όχι μόνο με την αποσπασματική εκπροσώπηση των τοπικών Εκκλησιών που συμμετείχαν, αλλά και με την στέρηση δυνατότητας ψήφου από τους παρόντες επισκόπους. Από την μία ομιλούν για στέρηση αγάπης και από την άλλη μας λοιδορούν με παραληρήματα πικρόχολων κειμένων που δείχνουν όχι μόνο ότι δεν υπάρχει χριστοήθεια, μα ούτε και στοιχειώδης αξιοπρέπεια. Τέτοιο επίπεδο που εκφράζεται επιτυχώς στα Τελεβάντεια κείμενα!  Και για να μην περιορισθώ στα κείμενα, ενώ ομιλούν για ταπείνωση, ξυλώνουν  τους πατέρες από τα μοναστήρια και τα κελλιά τους, που με προσωπικές θυσίες και πολύ αγώνα έκαναν και κάναμε με προσωπικά καταναλωτικά δάνεια, μαζί με συνεργάτες και φίλους ευτυχώς των ιδίων φρονημάτων στα εκκλησιαστικά δρώμενα. Τί υποκρισία; Γνωρίζαμε την περιπέτεια την οποία θα υφιστάμεθα, μας την είχαν ανακοινώσει γεροντάδες πριν από μία δεκαπενταετία.
Από την άλλη μεριά των τάχα αντι-οικουμενιστών, ακούμε πολλά ευτράπελα. Ο ένας λέει: «Κάνουμε διακοπή μνημοσύνου και όχι διακοπή κοινωνίας». Ο άλλος λέει: «Αφήνω άλλους να πηγαίνουν μπροστά για να βλέπω τα λάθη τους να μην πράξω τα δικά τους», αλλά όταν κάνει και ο ίδιος διακοπή κοινωνίας, όχι απλώς κάνει λάθη, αλλά και κατηγορεί ως πλανεμένους ανθρώπους που αγωνίστηκαν πολύ νωρίτερα και, μάλιστα, περισσότερο από επισκόπους ενώ είναι λαϊκοί. Άλλος λέει: «Είμαι αδύνατος γι’ αυτό δεν κάνω διακοπή μνημοσύνου», ως να μη επιτάσσει ο κανών την διακοπή ως υποχρέωση, αλλά να προβάλλει την διακοπή κοινωνίας ο κανόνας ως έπαθλο μόνο για τους ισχυρούς. Κάποιος άλλος λέει: «Δεν είναι ακόμη καιρός, ούπω καιρός»· αλλά όταν θα περάσει ο καιρός θα πεί, «ουκέτι καιρός», δηλαδή, δεν υπάρχει πλέον καιρός, διότι την ώρα που ίδιος εκάθευδε οι Οικουμενιστές δούλευαν. Άλλος δίνει αντιοικουμενιστική(;) συνέντευξη, αλλά μπερδεύει και τους λίγους πιστούς που ξέρουν τί θέλουν, ώστε να χαρακτηρίζεται «τοξικό» το περιεχόμενό της. Άλλος λέει: «κάνω διακοπή μνημοσύνου» και εκκλησιάζεται εκεί που μνημονεύεται ο οικουμενιστής επίσκοπος, διότι δεν φρόντισε εγκαίρως να βρει ναό. Και επειδή δεν λειτουργεί, στην πραγματικότητα έκανε διακοπή λειτουργίας καί όχι μνημοσύνου!!! Άλλος πάλι λέει: «Τα μυστήρια των ιερέων που δεν διέκοψαν είναι άκυρα -ενώ θέλει να πει ότι είναι ανυπόστατα- και γι’ αυτό θεωρεί ότι δεν πρέπει ούτε η γιαγιά που ζει πάνω στα κατσάβραχα, και δεν έχει ιδέα τί είναι ο Οικουμενισμός, να πηγαίνει στην λειτουργία και να κοινωνεί Σώμα και Αίμα Χριστού. Άλλος λέει: «ανάθεμα στους αιρετικούς», αλλά μνημονεύει τους αιρετικούς! Και διερωτάται καθένας που έχει σώας τας φρένας: «Θέατρο παραλόγου;» Πάντως απ’ ό,τι φαίνεται δεν το λέγει η καρδούλα μας να αγωνιστούμε!
Όσοι όμως τελικά απομείνουμε για να αγωνισθούμε, για να μπορέσουμε να συνεργαστούμε προκειμένου να φέρει αποτέλεσμα ο αγώνας μας, χρειάζεται να δείξουμε:
1.   Αξιοπιστία, ήτοι να έχουμε ξεκαθαρισμένες απόψεις, οι οποίες θα στηρίζονται στην Ορθόδοξη Παράδοση και τα παραδείγματα των Αγίων Πατέρων.  Απ’ αυτές δεν θα μετακινούμαστε επηρεασμένοι από φωνές δειλιόντων ή μετεωριζομένων, εκτός αν εμπεριστατωμένως –κι όχι λογικοφανώς– μας καταδείξουν  ότι η Αγία Γραφή και οι Πατέρες μας δίδαξαν άλλο δρόμο απ’ αυτόν που ακολουθούμε. Και η μέχρι τώρα αδολεσχία τους και αδυναμία τους να το αποδείξουν, δείχνει ότι βαδίζουμε –παρά τις προσωπικές αδυναμίες– την Ορθόδοξη οδό. (Τα δε περί Οικονομίας επιχειρήματα, δεν είναι δρόμος, αλλά παράδρομος, για ειδικές περιπτώσεις). Αυτές τις σταθερές θέσεις μας θα πρέπει να ανακοινώνουμε για να γνωρίζει και το ποίμνιο τί πρεσβεύουμε.    
2.             Διαφάνεια στις συνεργασίες,  να ενημερώνουμε δηλαδή για ενέργειές μας αυτούς με τους οποίους συνεργαζόμαστε. Πρόσφατα συνέβησαν πράγματα και γνωρίσαμε προθέσεις και νοοτροπίες. Προσωπικά δεν θα στηρίξω ούτε τους αγιορείτες, αν διαπιστώσω παλινδρομήσεις, ότι δηλαδή κινούνται χωρίς να ενημερώνουν και εμάς για τάχα συνεργασίες που αφορούν πράγματα εκτός Αγίου όρους, οι οποίες το μόνο που έκαναν μέχρι τώρα ήταν να μπλοκάρουν τον όλο αγώνα, να σκανδαλίσουν το μικρό ποίμνιο και, τελικά, το αποτέλεσμα  που προέκυψε με την αυθαίρετη ηγεσία ανθρώπων, οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν έκαναν αποτείχιση, προκάλεσε τόση ζημία που ο αγώνας, αν δεν επέμβει ο Θεός, βαίνει προς αποτυχία.
3.             Συμμετοχή των λαϊκών, να μην αφήνουμε έξω, όχι μόνο από τις συνάξεις,  τους πιστούς που στηρίζουν τον αγώνα, αλλά να τους έχουμε και στον ενεργό ρόλο του αντιοικουμενιστικού αγώνα.
4.              Συνάξεις σε άλλα δεδομένα. Αν θα προκύψουν τελικά συνεργασίες -μετά από την σύμφωνη γνώμη κληρικών και λαϊκών που πραγματικά αγωνίστηκαν- θα καθορισθεί ομάδα συντονισμού του αγώνα που  θα απαγκιστρωθεί  από τα δεδομένα της Γατζέας. Κάποιοι ή θα μείνουν απ’ έξω ή θα μάθουν να ακούν και τον «μικρότερο» αδελφό. Νοοτροπίες αυθεντιών δεν θα γίνονται δεκτές εξ αρχής. Θα ορισθεί άλλο προεδρείο και άλλος τόπος συνάξεως με εκπροσώπους τουλάχιστον δύο από κάθε εκκλησιαστικό πεδίο. Δηλαδή, από το άγιον Όρος δύο πατέρες· αν είναι δυνατόν ένας από μονή και ένας κελλιώτης. Από τις έξω μονές ένας από οργανωμένο μοναστήρι και ένας μοναχός χωρίς συνοδεία. Από τους εγγάμους δύο πατέρες. Από τους λαϊκούς δύο. Από τους καθηγητές δύο, ένας κληρικός και ένας λαϊκός. Όλοι αυτοί για να συμμετέχουν θα έχουν αποδείξει ότι έκαναν όντως αποτείχιση. Διαφορετικά ούτε καν θα συμμετέχουν της συνάξεως. Η σύναξη θα είναι κλειστή σε πρόσωπα «ταχυδρόμους» και σε αφελείς. Συνεργασίες με άλλες συνάξεις, με πρόσωπα που δεν ξεκαθάρισαν την θέση τους δεν θα επιτρέπονται εφ’ όσον δεν παίρνονται αποφάσεις από την ολομέλεια.
5.             Η προοπτική του αγώνα μας. Μετά από κάποιες καθαρά οργανωτικές συνάξεις, το πρώτο θέμα που θα απασχολήσει τους συμμετέχοντες είναι στο δια ταύτα, τί κάνουμε, ποιά θα είναι η προοπτική του αγώνα μας εφ’ όσον δεν στηριχθεί περαιτέρω από επισκόπους και περισσότερους κληρικούς έχοντας υπ’ όψιν το «χειρότερο σενάριο».


Όλοι όσοι παρέστησαν στην ημερίδα του Ωραιοκάστρου –για να διατρανώσουν την αντίθεσή τους στην Κολυμβάρια Ψευτοσύνοδο που δίνει τα διαπιστευτήρια στην παναίρεση του Οικουμενισμού– ένοιωσαν να εμψυχώνονται και να ανανεώνονται στον κοινό αγώνα υπέρ της Ορθοδόξου αγίας μας πίστεως. Το χριστεπώνυμο πλήρωμα κινήθηκε πηγαία έχοντας αίσθηση ψυχής ότι αυτό είναι το δέον. Είναι πολύ παρήγορο ότι υπήρξε μια σημαντική αντιπροσώπευση από πιστούς που δεν κολλούν σε πρόσωπα για να κάνουν αγώνα υπέρ της πίστεως. Οι προσωποληψίες αμαυρώνουν τους αγώνες γιατί στερούν από τους οπαδούς την κριτική ικανότητα για να διακρίνουν την αλήθεια από το ψεύδος και το ορθό από τα λάθη αλλά, κυρίως, διότι δεν επιτρέπουν την Χάρη του Θεού να ενεργήσει αφού δημιουργείται μεροληψία. Όταν δεν είναι κανείς αμερόληπτος, δεν κινείται πλέον στον χώρο του Πνεύματος του Θεού, αλλά του εγκοσμιοκρατικού χωροχρόνου, κρίνοντας ανθρωποκεντρικά και  δημιουργώντας φατρίες που δικαιολογούν κάποιον που δεν βγαίνει στον αγώνα, κάποιον άλλο να κάνει αντιοικουμενιστικό αγώνα γύρω από το εγώ του και να μη θεωρεί το κοινό συμφέρον στην πίστη. Η τακτική, όχι απλώς του αποσύρομαι, αλλά σέρνω μαζί μου υποχρεωτικά και άλλους, χωρίς να επιτρέπω δυνατότητα επιλογής στα πνευματικά μου παιδιά να ενεργήσουν και κατά την κρίση τους, ανάγει σε μοντέλα γκουρουϊσμού που, όταν γίνεται με άδηλο κίνητρο του να δείξω την δύναμη και το κύρος μου σε όσους δεν συμφωνούν μαζί μου, συνιστά και ρεβανσισμό! Ας εστιάσουμε, λοιπόν, λίγο στα κίνητρά μας –γιατί κάνουμε κάτι;– ώστε να κρίνουμε ορθά τα πράγματα. Πέρα από τα πολλά θετικά που έλαβαν οι αγωνιστές από την εν λόγω ημερίδα έθεσαν υπ’ όψιν μας, την επομένη κιόλας ημέρα,  αυτό το κάτι, για το οποίο θεωρώ ότι δεν αρκούσε ο χρόνος που όλοι είχαμε στην διάθεσή μας να αναπτύξουμε περισσότερο και με μεγαλύτερη σαφήνεια, καθώς ορισμένοι μετακινήθηκαν από μακρυά, υπήρχε κούραση αλλά και εκ των πραγμάτων η όλη σύγχυση που προέκυψε δεν βοήθησε να εξετασθούν επισταμένως ορισμένες πρακτικές πλευρές του αγώνα και να δοθούν απαντήσεις σε έναν ευρύ και γόνιμο διάλογο. Όλοι μαζί έχοντας ενότητα στην ομολογία της Ορθοδόξου Πίστεως  μπορούμε να αγωνισθούμε για ελευθέρα και ζώσα Εκκλησία.