«Όλα τα είχαν κοινά και εδίδετο στον καθένα ό,τι είχε ανάγκη»!
Η πολιτική (κοινωνική)διάσταση του Ι. Χρυσοστόμου
Τοῦ Ν. Σακαλάκη
«Ουδέν γαρ εστίν, ο μη ειρήκασιν οι πατέρες»,λέγει ο Συμεών Θεσσαλονίκης. Δεν
υπάρχει δηλαδή τίποτε για το οποίο δεν έχουν ομιλήσει οι Πατέρες (Ε.Π. 155,4).
Στα όρια του ποιμαντικού τους έργου χρειάστηκε να ομιλήσουν για πολλά θέματα, πνευματικής και κοινωνικής φύσεως.
Όλα αυτά τα θέματα τα αντιμετώπισαν με την αδιχοτόμητη καθολικότητα της εκκλησιαστικής συνείδησης, που βλέπει τον άνθρωπο με αγάπη και ως αδιαίρετη ενότητα σώματος και ψυχής. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έδειξε ότι η έγνοια για τα κοινωνικά προβλήματα δεν έρχεται σε πνευματική αντίθεση με την άσκηση, αλλά είναι βασική συνιστώσα της.
Η βασική του πίστη ήταν: ολόκληρη η οικουμένη-ανθρωπότητα είναι μία οικογένεια με πατέρα το Θεό. Στη θέση αυτή στηρίζεται η πολιτική διάσταση του Χριστιανισμού. Να τονίσουμε ότι με τον όρο«πολιτεία» οι Πατέρες χαρακτηρίζουν τον τρόπο ζωής και τα προβλήματά της ως «πολιτικά πράγματα». Μεγάλη ιδιοκτησία, φτώχεια, υπερβολικός πλούτος, άδικοι φόροι και όλες οι ταξικές ανισότητες, αντιμετωπίστηκαν από τον Χρυσόστομο ως αγκάθια στο κοινωνικό σώμα της Αντιόχειας, όπου διακονούσε ως πρεσβύτερος. Παρόμοια ήταν και η στάση του ως αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.
Με απολυτότητα επισήμανε: «Το δικό μου και το δικό σου είναι αίτιο πολλών πολέμων». Είναι το αίτιο που δημιουργεί φιλαυτία, φιλαργυρία, μισαδελφία και κάθε άλλη συναρτώμενη κακία. Και συνεχίζει: «Πάντα γαρ παρά Χριστού έχομεν... και το ζην, και το αναπνείν και το φως και τον αέρα και την γην» (Ε.Π. 61,85-86). Δεν μπορεί, δηλαδή, να υπάρξει αληθινή κοινωνική δικαιοσύνη χωρίς την κοινωνικότητα της Ορθοδοξίας, χωρίς την ευλογία του Θεού. Θέση αντίθετη με την αστική φιλοσοφία, τη μαρξιστική διαλεκτική, καθώς και με την προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού.
Ως παράδειγμα, μιας ορθής κοινωνικής συνύπαρξης των ανθρώπων αναφέρει το μοναχισμό, την μοναχική πολιτεία (Ε.Π.Ε. 2ος, 782). ΟΚώστας Ζουράρης γράφει πολύ εύστοχα: «Η μονή είναι η μόνη βατή πολιτική πρόταση, εδώ και τώρα. Η πολιτική συνταγή του μοναστηριού είναι απλή» (Γελάς, Ελλάς, αποφράς, σελ. 220,230). Η προοπτική μιας μελλοντικής χριστιανικής κοινωνίας, διαγράφεται ως μία ισχυρή ιστορική πιθανότητα μέσα στην κοινωνική διδασκαλία του Χρυσοστόμου.
Έντονα διαμαρτύρεται (διαχρονικά) για το φαινόμενο της κατ' επίφασιν και κατ' όνομα χριστιανικής κοινωνίας, τονίζοντας την ιστορική ευθύνη των χριστιανών για το γεγονός, ότι το Ευαγγέλιο δεν έγινε οδηγός της κοινωνικής πραγματικότητας. Για τον μεγάλο αυτό Πατέρα της Εκκλησίας, η στάση των χριστιανών μέσα στην ιστορία δεν μπορεί να είναι μια παθητική αναμονή του τέλους του κόσμου.
Λέγει κατηγορηματικά: «Γιατί, λοιπόν, δεν πιστεύουν όλοι; Διότι τα πράγματα χειροτέρεψαν και γι' αυτά εμείς είμαστε αίτιοι. Η καρδιά και η ψυχή όλων ήταν μία (στην πρώτη εκκλησία) και όλα τα είχαν κοινά και εδίδετο στον καθένα ό,τι είχε ανάγκη και ζούσαν βίο αγγελικό. Αν γινόταν τούτο σήμερα, θα επιστρέψουμε όλη την οικουμένη στη χριστιανική πίστη και χωρίς θαύματα» (Ε.Π. 61, 52).
Σε μια ομιλία του παρουσιάζει ως έμπρακτη απόδειξη πνευματικής πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής, την πόλη της Νινευΐ, την μετάνοια των κατοίκων της.
Λέγει σχετικά: «Η ανισότητα μεταξύ κυρίων και δούλων καταργήθηκε, έσχισαν τα γραμμάτια των χρεών, έδωσαν στους δούλους ελευθερία, έδωσαν κτήματα και χρυσό σ' αυτούς που είχαν ανάγκη. Μεταμορφώθηκαν με την μετάνοια. Στήριξαν έτσι την πόλι τους που κουνιόταν, την ανόρθωσαν ενώ έπεφτε, τη στήριξαν ενώ δονούνταν» (Ε.Π.Ε. 8, σελ. 509-521). Ο I. Χρυσόστομος ήταν βαθύς γνώστης όλου του κύκλου της κοινωνικής-πολιτικής διδασκαλίας της Αγίας Γραφής. Αν συγκεντρώσουμε όλη τη διδασκαλία του για τον άνθρωπο, για την άσκηση της πολιτικής εξουσίας, για τα μέσα παραγωγής για την εργασία, για τον πλούτο και για την κοινωνία, τότε έρχεται στην επιφάνεια ένα νέο κοινωνικό σύστημα, ως έκφραση και δικαίωση της χριστιανικής αλήθειας.
Ιδιαίτερα για τον άνθρωπο είπε: «Ο ζωντανός και ανθρώπινος βωμός είναι φρικωδέστερος από το μαρμάρινο θυσιαστήριο. Στο δεύτερο προσφέρεται ο Χριστός, αλλά το πρώτο είναι ο ίδιος ο Χριστός» (Ε.Π. 61, 540).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ