Φλυαρία
είναι η κουραστική, για τους ακροατές, πολυλογία κάποιου, κενή ουσιαστικού
περιεχομένου, ενώ αργολογία είναι η αδρανής, τεμπέλικη, ανούσια, ομιλία.
ΑΡΧΑΙΑ
ΣΟΦΙΑ: Ο Θουκιδίδης διασώζει μια χαρακτηριστική απάντηση των
Σπαρτιατών, σε μια φλύαρη αντιπροσωπεία-πρεσβεία των Σαμίων: “Το πρώτο μισό
της ομιλίας σας ξεχάσαμε, ενώ το δεύτερο δεν καταλάβαμε αφού ξεχάσαμε το πρώτο!”
Ο Πλούταρχος έλεγε πως: “Η πολυλογία είναι μάστιγα που συνδέεται και την
περιέργεια, γιατί οι φλύαροι θέλουν ν' ακούνε πολλά, για να έχουν να λένε
πολλά.” Στα αρχαιότατα Δελφικά Παραγγέλματα τονίζεται:“συγκράτησε τη
γλώσσα και κυριάρχησε σ' αυτή”. Ο
Πυθαγόρας συμβούλευε: “πρέπει να σιωπάς ή να λες λόγια ανώτερα της σιωπής”.
Ο Σόλων δίνοντας σημασία περισσότερο στα έργα, έλεγε: “Τα έργα είναι ο
καθρέφτης των λόγων”. Ο Θαλής έδειχνε πίσω από τη φλυαρία τον άφρονο
άνθρωπο: “Τα πολλά λόγια δεν είναι απόδειξη φρονιμάδας”. Κατά τον
Δημόκριτο, η αλήθεια δίνεται πάντα με λίγα λόγια ενώ τόνιζε: “Όσοι με τα λόγια
κάνουν τα πάντα αλλά με τα έργα τίποτε είναι ψεύτικοι και κατ΄ επίφαση
ενάρετοι.” Τέλος ο Πλάτων σημείωνε την σημασία αυτών που έπρεπε να
λεχθούν: “Αυτά που πρέπει να ειπωθούν, πρέπει να συμφέρουν και τον ομιλητή
και τον ακροατή”.
ΝΕΟΤΕΡΗ
ΣΟΦΙΑ: Μια γερμανική παροιμία λέει πως “το ψέμα συνήθως φλυαρεί”,
δείχνοντας ότι συχνά φλυαρία σημαίνει δικαολόγηση ενός ψέματος. Ο Σίλλερ
πίστευε στη στενή σχέση μέθης και φλυαρίας. Ο Λαφονταίν διακωμωδώντας έγραψε: “Κάθε
φλύαρος ζει με δαπάνες εκείνου που τον ακούει¨, αποδίδοντας ευθύνη και
στους ακροατές της φλυαρίας. Ο Μοντεσκιέ πίστευε πως το πάθος ευθύνεται στην
έλλειψη βαθύτητας του ομιλητή, ενώ ο Νίτσε, αλαζονικότερα, τόνιζε για τον εαυτό
του: “Φιλοδοξία μου είναι να πω σε δέκα προτάσεις αυτό που άλλοι λένε σε ένα
ολόκληρο βιβλίο.”. Ακόμη, ο ωμός Γκαίμπελς τόνιζε σε στελέχη της ομάδας του: “Δε
μιλάμε για να πούμε κάτι, αλλά για να πετύχουμε αποτέλεσμα”. Το Ταλμούδ,
ιερό βιβλίο των , τονίζει σοφά: “Σιωπάς καλύτερα, παρά μιλάς!”
ΟΡΘΟΔΟΞΗ
ΘΕΩΡΗΣΗ: Για την Ορθοδοξία σημαντικότατη ειναι η κατανυκτική ευχή του οσίου
Εφραίμ του Σύρου, στην οποία μεταξύ άλλων αιτημάτων ο προσευχόμενος ζητά:
"Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας
καί αργολογίας μη μοι δως". Η ευχή αυτή “ξυπνά” και προτρέπει τον
άνθρωπο να ανέβει τις βαθμίδες της πνευματικότητας. Ένα, λοιπόν, από τα βασικά
αιτήματα της Ευχής αυτής είναι να βοηθήσει ο Θεός στην απομάκρυνση του
πνεύματος της αργολογίας. “Η αργολογία-φλυαρία ολοκληρώνει το έργο της
πνευματικής καταστροφής μας με την πνευματική δολοφονία των αδελφών μας”
(Ι. Κορναράκης). Το λόγο του ανθρώπου, ανεκτίμητο θείο δώρο, που μας κάνει να
διαφέρουμε από τα ζώα, είναι κρίμα να τον αφήνουμε χαλαρό, παραποιημένο,
αναιδώς ψεύτικο. Άλλωστε τα λόγια μας μένουν πάντα στη μνήμη των ανθρώπων. Τα
ανακαλούν στη μνήμη τους σε ώρες ησυχίας και λυπούνται ή χαίρονται αναλόγως. Πόσο
προσεκτικοί πρέπει να είμαστε σε εκφράσεις, χαρακτηρισμούς και κρίσεις! Ο σκανδαλισμός,
η συκοφαντία, η καταλαλιά, αρχίζουν πάντα από τη φλυαρία και την περιττολογία.
“Θρόνο ματαιοδοξίας, σημάδι αγνωσίας, είσοδο κατάκρισης, πρόξενο ψεύδους, διάλυση
πνευματικής ευφορίας της προσευχής”, χαρακτηρίζει την πολυλογία ο Όσιος
Ιωάννης της Κλίμακος, προσθέτοντας: “δημιουργεί αδιαφορία για τις αμαρτίες,
που εξαφανίζει την προφύλαξη του νου κατά των παθών, ψυχραίνει την πνευματική
θερμότητα και σκοτίζει την προσευχή”. Ο Άγ. Νικόδημος Αγιορείτης, την
ονομάζει οξύμωρα: “ψυχρότητα της ευλαβούς θερμότητος”. Ο αββάς Δωρόθεος
παρατηρεί: "συχνά συζητάμε από διάθεση αργολογίας. Κάτι θα μας ξεφύγει,
και θα λυπήσουμε τον οδελφό μας". Η αργία “αδιαφορεί” για το Θεό, η περιέργεια
διαστρέφει την πραγματική γνώση, η φιλαρχία, “σκοτώνει” την συνείδηση έναντι
του πλησίον και η αργολογία στρέφεται κατά του εαυτού μας διά της σπατάλης του
λόγου. Γι' αυτό από τα τριακόσια πάθη που γράφει ο Πέτρος ο Δαμασκηνός, ο όσιος
Εφραίμ επέλεξε αυτά τα τέσσερα στην προσευχή που προαναφέραμε. Γιατί έχουν τόση
δύναμη ώστε εύκολα να νεκρώνουν “σιωπηλά” την ψυχή.
Η ΣΙΩΠΗ ΩΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αντί
του κυριαρχούντος μεστού ύβρεως, ψεύδους, κολακείας, σαρκασμού λόγου, υπάρχει
και η διακριτική σιωπή. Λέμε “διακριτική”, διότι μπορούμε νά χουμε σιωπή από
δειλία ή από αλαζονική οίηση και ξιπασιά. Όμως, η ενσυνείδητη απόρριψη φλυαρίας
και κουτσομπολιού αποτελεί αρετή που οδηγεί στην αποφυγή φιλονικιών. Οι
σιωπηλοί μιλούν με τη σοβαρή σιωπή τους. Σιωπούν εξαιτίας της ταπεινής αίσθησης
ότι δεν έχουν κάτι σημαντικό να πουν. Οι σιωπηλοί από διάκριση άνθρωποι, δεν
είναι συνηθισμένοι, αρεστοί, προτιμητέοι. Ο κόσμος αναζητά τολμηρούς συζητητές,
θεωρώντας συχνά τους σιωπώντες νοσηρούς, μειονεκτικούς, δειλούς. Όταν όμως
μιλούν, καταθέτουν μεστό περιεχομένου λόγο. Το Ευαγγέλιο δεν μας θέλει πάντοτε
σιωπώντες. Μας καλεί συχνά σε ιεραποστολή, ομολογία, νουθεσία. Ο Χριστός είπε
στον απόστολο Παύλο: “Μη φοβού, αλλά λάλει και μη σιωπήσης διότι εγώ ειμί
μετά σου”. Όμως, τα
μυστήρια της Ορθοδοξίας γεννώνται από τη σιωπή. Μετά από μακρά σιγή στην έρημο
μίλησε ο Χριστός. Το μυστήριο της Θείας Οικονομίας κατανοείται καλύτερα
σιωπηλά. Η σιωπή “δηλώνει ταπείνωση νου, όραση καρδιάς, ευχαριστία ψυχής”
(Μωυσής ο Αγιορείτης).
Η ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. Η
ΘΕΟΤΟΚΟΣ: Διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο: “Ο δε Ιησούς ουδέν απεκρίνατο”. Δεν απαντά, στους “δικαστές” του.
Θεωρεί ότι δεν βγαίνει τίποτε με τα λόγια, θα έπεφταν οι λόγοι του στο κενό
εξαιτίας της εκούσιας κώφευσης των ανθρώπων, επιβεβαιώνοντας τον προφήτη Ησαΐα
που λέει: «Δεν άνοιξε το στόμα του καθόλου κι έμεινε άφωνος μπροστά στους διώκτες
του». Ακόμη, ολόκληρος ο βίος της Θεοτόκου είναι μια απέραντη σιωπή.
Ελάχιστοι λόγοι της Θεοτόκου διασώθηκαν. Ηθελημένα σιωπούσε από ταπείνωση.
Άφηνε να μιλά ο Υιός Της, μένοντας στη σκιά Του. Η “ηχηρή” σιωπή της Θεοτόκου
είναι αυστηρό κήρυγμα ελέγχον κάθε γυναικεία φλυαρία.
“ΚΕΡΔΗ” ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΑΡΓΟΛΟΓΙΑΣ: Οι
πνευματικές εμπειρίες αδυνατούν να αποδοθούν με λόγια. Ο απόστολος Παύλος
γράφει, αδυνατώντας να εκφράσει την εμπειρία του με λόγια: “ότι ηρπάγη εις
τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι”. Κατά τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο, τα
λόγια είναι τα φύλλα και τα έργα οι καρποί. Ο άγιος Νείλος ο Ασκητής έγραψε: «Η
γλώσσα πολλούς κενόδοξους κατέστρεψε». Ακόμη, ο τελώνης της παραβολής
δικαιώθηκε για τη σιωπηλή προσευχή του, όπως και η αιμορροούσα. Όταν κάποιος
προκαλούμενος, ταπεινά σιωπά, για να μη γίνουν τα πράγματα χειρότερα, υποχωρεί,
αποποιοιούμενος των δικαιωμάτων του, χάριν της ειρήνης και της αγάπης, τότε
κερδίζει ενώ φαίνεται ότι χάνει. Κι ενώ πολυλογία, κενολογία, περιττολογία,
αργολογία, δηλώνουν αδιάκριτη κενοδοξία, αντιθέτως η διακριτική ησυχία γεννά τη
σιωπή. Ο κόσμος κουράστηκε από τα πολλά, τα παχειά, τ' αδιαφανή, τα υποκριτικά
λόγια. Αντιθέτως: “Η σιωπή που ασκείται μ΄επίγνωση και διάκριση είναι
μητέρα της προσευχής, ανάκληση από την αιχμαλωσία των παθών, επιστάτης
λογισμών, (...) φίλη καρδιακών δακρύων, καλλιεργητής μνήμης θανάτου, εχθρός του
αδιάκριτου θάρρους, σύζυγος ησυχίας, κρυφή πνευματική ανάβαση” (Κλίμαξ).
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Ένας
αδόκιμος νους μπορεί να νομίζει πως είναι σοφός με το να λέει ότι θέλει παντού
και πάντα. Όμως “η υπεροψία της φλυαρίας αποτελεί ανόητη προσπάθεια επιβολής
επί πάντων” (π. Μωυσής Αγιορ.). Η εκκοσμίκευση σήμερα του ανθρώπου
συμπορεύεται με τη φλυαρία. Έτσι, ο λόγος, τελικά, αποσυνδέει τους ανθρώπους. Η
κατάκτηση της σιωπής είναι δύσκολη, αποτελεί όμως μορφή ασκήσεως, όπως η
νηστεία και η εγκράτεια. Τα τροπάρια της Μ. Σαρακοστής μιλούν συχνά και για
εγκράτεια γλώσσης. Η σιωπή πηγάζει από τον πλούτο της ειρήνης της καρδιάς και
συνδέεται με τις άλλες αρετές. Σπουδαίο αντίδοτο στη φλυαρία και την αργολογία
αποτελεί η καρδιακή προσευχή. “Η προσευχή αποτελεί βίωμα μυστικό,
δύσκολο-έκφραστη αίσθηση και αλάλητο στεναγμό της καρδιάς. Ο Θεός δεν
ανακαλύπτεται αλλά αποκαλύπτεται. Τότε σιγά πάσα σάρκα βροτεία..” (Μωυσής
Αγιορείτης).
Βιβλιογραφία:
Μον. Μωυσέως Αγιορείτου, Η εύλαλη σιωπή .
Ιωάννης Σιναϊτης, Κλίμαξ